Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

Χίλιες αλήθειες κρυμμένες σε μία!

 

γραφει ο αρισταρχος

Τα αδύναμα χέρια της δεν μπόρεσαν να κρατήσουν το αποσαθρωμένο κορμάκι της. Έφυγε μπροστά από την καγκελόπορτα της αυλής κι όπως ήταν κατηφοριά ήρθε και σφήνωσε ανάμεσα στο χαλικόστρωτο τσιμέντο και τα κάγκελα του μπαλκονιού. Το ροζιασμένο και άγρια δουλεμένο της χέρι των 95 χρόνων σύρθηκε στα κοφτερά χαλίκια ανοίγοντας βαθιά χαντάκια σαν το υνί ενός μέτρου. Το αίμα ζεστό πετάχτηκε από τις αρτηρίες και πύχτωσε πάνω στην ποδιά της.

Έμεινε εκεί μισολιπόθυμη ανίκανη για οτιδήποτε. Έχασε το τόπο και τον χρόνο, έχασε τα πάντα. Ένα άδειο μυαλό κι ένα μικροκαμωμένο κουφάρι με μόλις ανιχνεύσιμη μια στάλα ζωής. Πόσο χρόνο ήταν σ’ αυτή την θέση κανένας δεν ξέρει.

Πέρασε ο Αλβανός –λάθρο(;)/μετανάστης, τι σημασία έχει;- την είδε, πλησίασε και ύστερα φοβήθηκε. Ποιός θα τον πίστευε; Ένας να του έστελνε την ρετσινιά ‘’Την έπρωξες για να την κλέψεις’’, τι δηλαδή να κλέψει; Τα λίγα ψίχουλα για την γατούλα που είχε στην τσέπη της; Ή τα πέντε ευρώ χιλιοδιπλωμένα σε ένα μαντηλάκι κάτω από το μαξιλάρι της. Δεν έχει σημασία, κλεψιά λογίζεται και η πρόθεση.

Πήγε να φύγει αλλά δεν του βάσταξε. Είδε σε μια αυλή την γειτόνισσα που καθόταν και κεντούσε. Την πλησίασε και δειλά της είπε ‘’ Η γριούλα απέναντι έπεσε και είναι μεσ’ τα αίματα. Την φώναξα αλλά δεν απαντάει’’.

Πετάχτηκε επάνω η Αργυρώ και φώναξε ‘’Γιώργηηηηηη’’. Φώναξε και τα μηνίγγια της βούιξαν σαν νάπεσε βόμβα μεγατόνων. Το εγκεφαλικό που έπαθε δεν ήταν και πολύ μακριά, αλλά και του Γιώργη το έμφραγμα ήταν τυρρανικό. Όμως έτρεξαν.

‘Αρχόντρα, Αρχόντρα’’ Γιαννούλα την έλεγαν αλλά για την αρχοντιά και της ψυχής της το πύρωμα, που λέει κι ο ποιητής την βάφτισαν Αρχόντρα. Η γριούλα βογγούσε κι ανάσαινε αργά. Την σήκωσαν και την πέρασαν πάνω στο μπαλκόνι. Την ξάπλωσαν στο καθαρό μεντεράκι και της έβαλαν ένα μαξιλάρι κάτω απ’ το βασανισμένο κεφάλι της. Πάντα τυλιγμένο με την μαύρη μαντίλα εδώ και εξήντα πέντε χρόνια, από τότε που ο πανύψηλος λεβεντάντρα της έφυγε για τον επέκεινα αφήνοντάς την μόνη με τα τρία τους παιδιά. Τότε που γι αυτήν άρχιζε ο γολγοθάς και ο σταυρός βαρύς για τους ισχνούς της ώμους. Τα κατάφερε όμως. Παλικάρι σε όλα. Και τα μόρφωσε και τα πάντρεψε. Το γιατί έμεινε μόνη στο χωριό, μπερδεμένο. Φταίει πρώτα και πάνω από όλα ο ατίθασος χαρακτήρας της και η αφέντρα της ζωής της. Αυτή η ίδια, όπως και πριν εξήντα πέντε χρόνια που την ορμήνευε και την ενθάρρυνε.

Το χέρι της με το πηγμένο αίμα ήταν κολλημένο πάνω στην ποδιά της με τις τεράστιες χαρακιές από τα τραύματα να χάσκουν. Το καθάρισαν με λίγο νερό και οινόπνευμα και το τύλιξαν σε μια μικρή πετσετούλα απ’ τον νεροχύτη όπως όπως.

Η γριούλα συνήλθε γρήγορα και τους ευχαρίστησε. Ύστερα πήγε στην μικρή της κουζινούλα και έβαλε λίγο κόκκινο πιπέρι να σταματήσει τελείως η αιμορραγία και ξάπλωσε να συνέλθει. Της πονούσε και το κεφάλι από τα χτυπήματα. Ένιωσε να διαλύεται. Την πήρε ο ύπνος. Ένας ύπνος φυσιολογικός. Το θηρίο που ξύπνησε μέσα της, αυτό που χρόνια τώρα την κρατούσε ζωντανή, την έφερε στα ίσια σαν νάταν είκοσι χρονών.

Τέσσερις το απόγευμα προσπαθούσα να μεταβάλλω τις τροφές που έφαγα σε σάκχαρα για να μεταφερθούν με την βοήθεια της ινσουλίνης στους ιστούς. Είναι μια διαδικασία που προκαλεί, ιδίως στις μεγάλες ηλικίες, αποχαύνωση, υπνηλία. Το τηλέφωνο μου χτύπησε  ζωηρά. Το σήκωσα κάπως απρόθυμα και είπα νυσταγμένα ‘’Παρακαλώ’’ ‘’Έλα Κώστα, είμαι η Αργυρώ’’ Πετάχτηκα επάνω και σε κλάσματα δευτερολέπτου ένα δισεκατομμύρια πράξεις και συνειρμοί έβαλαν σε συναγερμό όλες μου τις αισθήσεις. ’’Τι συμβαίνει, έπαθε κάτι η  Αρχόντρα;’’ ‘’ Έπεσε και χτύπησε το χέρι της και έχασε πολύ αίμα. Έλα να την πας σε κάποιο νοσοκομείο γιατί δεν είναι καλά.’’

Έκλεισα το τηλέφωνο και έφυγα με την γυναίκα μου όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Τα εκατό χιλιόμετρα μου φάνηκαν χιλιάδες και η ταχύτητα χελώνας, κι ας έτρεχα πολύ πάνω από το όριο. Άδειασα το μυαλό μου από οτιδήποτε άλλο για να μπορέσω να συγκεντρωθώ στην οδήγηση.

Το μικρό της σώμα χάθηκε μέσα στα χέρια μου. Προχώρησα προς το αυτοκίνητο και την έβαλα όσο πιο απαλά μπορούσα στο πίσω κάθισμα. Έβγαζε κραυγές πόνου και από τα τραύματά της αλλά και από του χρόνου το μαρκάρισμα πάνω σε αρθρώσεις, καλαμένια οστά και εναποθέσεις αλάτων λες και η μανία τους είναι να δημιουργούν σταλακτίτες, σταλαγμίτες και ανθρώπινους οστεοφύτες!.

Κοίταξα το μαύρο της χέρι και σκέφτηκα πως λίγες ακόμη ώρες αν έμενε έτσι θα άρχιζε η πληγή να κακοφορμίζει. Νευρίασα και ένιωσα οργή. Τέντωσα το κορμί μου και …

Ήθελα να φωνάξω μ’ όλη μου την δύναμη. Να μ’ ακούσουν σαν ντελάλη σ’ όλο το χωριό. ‘’Αλήθεια είστε οι Έλληνες, η Ελλάδα που γεννήθηκα, μεγάλωσα, γαλουχήθηκα αγάπησα; Η Ελλάδα και οι Έλληνες που θέλω να νιώθω περηφάνια; Μια κυρά σύμβολο, τιμή σας και κορώνα σας, η γηραιότερη(95χρονών!), άξια, η ιστορία σας. Μένει στην άκρη του χωριού, ακρίτισσα. Ώρες ατέλειωτες χτυπημένη να βοηθείται από μια προδομένη κι αυτή από την υγεία της, και κανένας να μην συγκινείται να την μεταφέρει σε ένα κέντρο υγείας μόλις πέντε χιλιόμετρα μακριά.  Αδιαφορία; Εγωκεντρισμός; Απανθρωπιά; Περιχαράκωση; Ζμπούτσαμ ή επί το Ελληνικότερο Ωχαδερφισμός;

Πονάμε, υποφέρουμε, καιγόμαστε. Άνθρωποι έχασαν την δουλειά τους. Έχουν παιδιά, άρρωστους γονείς, δάνεια, υποχρεώσεις. Άνθρωποι αξιοπρεπέστατοι που ποτέ δεν έβλαψαν κανένα και τώρα βρίσκονται πάνω σ’ ένα μεταίχμιο ζωής και θανάτου . Και μεις, περιχαρακώσαμε τα προσωπικά μας όρια. Ο ηλίθιος κύκλος με την ηλίθια κιμωλία. Η βλακεία μας. Εμείς και οι δικοί μας. Αυτοί γίναμε. Μια εκ βάθρων αλλοτρίωση, ή είμασταν πάντα έτσι κι απλά τώρα βγήκαν στην επιφάνεια. Γιατί, όπως έλεγε και η σχωρεμένη μάννα μου, ‘’στα χαχά και στα μποχοχό όλοι πρώτοι και μέσα. Στα δύσκολα όλοι χάνονται’’

Όχι μάννα! Όχι! Την απάντηση την έδωσαν βροντερά τα παιδιά, γιατροί και νοσηλευτές, εκεί στο κέντρο υγείας και σε κάθε κέντρο υγείας. Έδειξαν πως είναι ικανοί για το χειρότερο. Για το καλύτερο ήμαστε όλοι μέσα. Έδειξαν πως αγαπούν τον συνάνθρωπο και την δουλειά που κάνουν.

ΜΠΡΑΒΟ ΤΟΥΣ! Μπράβο σ’ όλους αυτούς που σκύβουν πάνω από τον συνάνθρωπό τους και κάνουν το πρόβλημά του δικό τους, απλά και μόνον για να τον βοηθήσουν. Χωρίς υστεροβουλία χωρίς συμφέρον.

Ίσως ο Θεός να μας κρατάει στην ζωή εξ αιτίας αυτών των άδολων ανθρώπων.

Αν δεν βρούμε την ανθρωπιά μας είμαστε χαμένοι είτε πετύχουν τα μέτρα είτε δεν πετύχουν.

 Έλληνες, ουκ επ’αρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος. Έχουμε ανάγκη και πέραν αυτού. Οι πρόγονοί μας το γνώριζαν πολύ καλά, εμείς; 

Σημείωση1. Σε γεμίζει θλίψη το επίπεδο πολιτισμού μας όταν στην Αυστραλία για παράδειγμα οι ανιόντες έχουν ένα βραχιολάκι που σε περίπτωση ανάγκης ειδοποιείται αυτόματα κάποιο ιατρικό κέντρο για άμεση βοήθεια. Εδώ; Μόνο κλέφτες;

Σημείωση2. Το συμβάν μπορεί να είναι αληθινό μπορεί και όχι. Τα συμπεράσματα όμως είναι εξ ολοκλήρου μια πραγματικότητα οδυνηρή.

 

Πηγή

Related Posts
0 Comments

No Comment.