Tου Σταυρου Tζιμα
Ακουσα τον πρωθυπουργό στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ να μιλάει για το «ορόσημο του 2014» στη βαλκανική πολιτική της Αθήνας και αναρωτήθηκα αν πράγματι το πιστεύει. Για όσους δεν γνωρίζουν, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει θέσει ως στόχο και υποτίθεται ότι δραστηριοποιείται ενεργά προς αυτήν την κατεύθυνση, την ένταξη μέχρι το 2014 στην Ευρωπαϊκή Ενωση όλων των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Δηλαδή των Αλβανίας, ΠΓΔΜ, Κοσόβου, Σερβίας, Μαυροβουνίου, Κροατίας και Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Οσοι παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις στην περιοχή μόνο ως ανέκδοτο εκλαμβάνουν την επίτευξη ενός τόσο φιλόδοξου στόχου στους καιρούς που ζούμε. Δεν είναι μόνο το ότι η δυναμική της διεύρυνσης έχει εξασθενήσει στους κόλπους της Ε.Ε. και κυρίως μεταξύ των ισχυρών. Οι ενδιαφερόμενες χώρες έχουν να διανύσουν μακρύ και ανηφορικό δρόμο ώστε να εκπληρώσουν πραγματικά τα κριτήρια ένταξης και εδώ τα πράγματα περιπλέκονται. Αν υπάρχει μία εξ αυτών που πληροί τις προϋποθέσεις, αυτή είναι η Κροατία που ίσως κλείσει και την πόρτα. Από εκεί και ύστερα, οι υπόλοιποι μόνο να ελπίζουν μπορούν και αυτό σε δυσδιάκριτο χρονικό ορίζοντα.
Το σπουδαιότερο όλων: Η Ελλάδα δεν δύναται πλέον να αυτοπροβάλλεται ως ο μηχανοδηγός που θα οδηγήσει το τρένο των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρώπη, όπως φιλοδοξεί ο κ. Παπανδρέου. Η αλήθεια είναι πικρή, αλλά οι γείτονες έπαψαν να προσβλέπουν στην ελληνική (υπο)στήριξη.
Ο ιδιότυπος αυτισμός με τον οποίο αντιμετωπίσαμε τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελέσθηκαν στα σύνορά μας υπονόμευσε τη διπλωματική και οικονομική μας υπεροχή και δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις γίναμε μέρος του προβλήματος αντί να βρεθούμε στην πλευρά των λυτών.
Ηρθε τώρα και η οικονομική κρίση για να μας απαξιώσει πλήρως στα μάτια όλων εκείνων που προσδοκούσαν τη βοήθειά μας. Ας είμαστε ρεαλιστές: το βαλκανικό παιχνίδι χάθηκε για μας και σπεύδει να το κάνει η Τουρκία, μοιράζοντας χρήμα και εγγυήσεις σταθερότητας.