Επικριτική είναι η φετινή έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις θρησκευτικές ελευθερίες στην Ελλάδα, με αναφορές για τα επεισόδια κατά μουσουλμάνων, μερικές περιπτώσεις αντισημιτισμού στον Τύπο και γενικότερα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν θρησκευτικές μειονότητες όπως για παράδειγμα τις αδειοδοτήσεις για την κατασκευή ή τη λειτουργία χώρων λατρείας.
Η φετινή έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσμο, καλύπτει την περίοδο από τον Ιούλιο του 2009 έως τον αντίστοιχο μήνα του 2010.
Το κεφάλαιο για την Ελλάδα επισημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση σέβεται εν γένει στην πράξη τα ζητήματα θρησκευτικών ελευθεριών και στην εισαγωγική σύνοψη γίνεται λόγος για γραφειοκρατικά κυρίως προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι θρησκευτικές μειονότητες, όπως για τις αδειοδοτήσεις για την κατασκευή ή λειτουργία χώρων λατρείας, και για συνέχιση φαινόμενων θρησκευτικών διακρίσεων και εκδηλώσεων αντι-σημιτισμού.
Επισημαίνονται τα θετικά βήματα του Αρχιεπισκόπου της Εκκλησίας της Ελλάδας για την πρόοδο του διαθρησκειακού διαλόγου με την Αγγλικανική Εκκλησία και άλλα θρησκευτικά δόγματα.
Ωστόσο υπάρχουν αναφορές για τα επεισόδια κατά μουσουλμάνων, όπως η εμπρηστική επίθεση κατά του τεμένους στους Τοξότες, Ξάνθης, βανδαλισμοί σε άλλο τζαμί και κοιμητήριο στην Θράκη, και η επεισοδιακή διαμαρτυρία χιλίων περίπου μουσουλμάνων μεταναστών στην Αθήνα, τον Μάιο του 2009, λόγω «βεβήλωσης αντιτύπου του κορανίου από αστυνομικό».
Επίσης στην έκθεση σημειώνεται η συνέχιση εκφάνσεων αντισημιτισμού στον Τύπο και στην κοινωνία, περιστατικά βανδαλισμών εβραϊκών μνημείων και περιουσιών, και οι δύο εμπρηστικές επιθέσεις κατά της Συναγωγής Χανίων, ενώ ως θετική εξέλιξη προβάλλεται ο εγκαινιασμός του Μνημείου Ολοκαυτώματος στην Αθήνα από τον υπουργό Επικρατείας τον περασμένο Μάιο.
Ακόμη στα επιμέρους τμήματα, επαναλαμβάνεται ότι το Σύνταγμα της Ελλάδας καθιερώνει την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία ως την επικρατούσα θρησκεία, αλλά συγχρόνως προστατεύει το δικαίωμα κάθε πολίτη να επιλέγει τη θρησκεία του, ότι η κυβέρνηση σέβεται το δικαίωμα αυτό, αλλά μη-ορθόδοξες θρησκευτικές ομάδες μερικές φορές αντιμετωπίζουν διοικητικά εμπόδια ή νομικούς περιορισμούς στην άσκηση της λατρείας τους. Σημειώνεται ότι η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να ασκεί σημαντική πολιτική και οικονομική επιρροή, ότι απαγορεύεται ο προσηλυτισμός και ότι από το 2006 δεν έχουν εκδοθεί νέες άδειες λειτουργίας τόπων λατρείας σε μη-ορθόδοξες θρησκευτικές ομάδες.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρεται στη διάκριση μεταξύ της μουσουλμανικής κοινότητας της Θράκης, που εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς της Συνθήκης της Λωζάννης με ειδικά προνόμια, και στους μουσουλμάνους μετανάστες που κατοικούν κυρίως στην Αθήνα (υπολογίζονται σε 200.000), και ακολουθούν αναφορές σε επιμέρους προβλήματα γύρω από τους τρόπους αναγνώρισης θρησκειών και θρησκευτικών ομάδων (διαμαρτυρίες Σαϊεντολόγων και Πολυθεϊστών), φορολογικές και άλλες διακρίσεις, ερωτήματα ισχύος του ισλαμικού νόμου (σαρία) στη Θράκη, αδειοδοτήσεις για την κατασκευή ή λειτουργία χώρων λατρείας.
Τέλος, αναφέρεται ότι σε απάντηση ανησυχιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας για τη νομική απαγόρευση του προσηλυτισμού (Έκθεση Σεπτ. 2009), η ελληνική κυβέρνηση διευκρίνισε ότι η σχετική νομοθεσία είναι στην πράξη από καιρό ανεφάρμοστη.
(Πληροφορίες ΑΠΕ-ΜΠΕ)
http://www.enet.gr