Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

Παναγία η Μυρτιδιώτισσα

Σαράντα μέρες μετά την Κοίμηση της Θεοτόκου -ίσως για να μην την ξεχνούμε αλλά για να φέρνουμε συνεχώς στο νου και την καρδιά μας τη μεγάλη μας Μητέρα-εορτάζει μια από τις πολλές θαυματουργές εικόνες της Παναγίας που υπάρχουν στην πατρίδα μας: η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα.

Στα Κύθηρα δόθηκε για πρώτη φορά αυτή η προσωνυμία, αλλά η Χάρη της εξαπλώθηκε σε όλο τον ελληνικά χώρο . Μοναστήρια και προσκυνήματα της Μυρτιδιώτισσας θα βρούμε και αλλού:

images (4)

στον Άλιμο

στην Χίο

στην Λέσβο η Μυρσινιώτισσα

στην Νάξο, το εκκλησάκι στην είσοδο του λιμανιού

στην Πάρο η Μονή Θαψανών

στο Άγιο Πνεύμα Σερρών

 

Ιστορικό & Εύρεση της εικόνας

 

Η παράδοση λέει ότι ένας βοσκός είδε στον ύπνο του έναν άγγελο να του υποδεικνύει ένα σημείο στην περιοχή που είχε τα πρόβατά του. Εκεί μέσα σε μια μυρτιά υπήρχε μία εικόνα με την Παναγία. Ο βοσκός ξύπνησε θορυβημένος. Το πρωί πήγε και βρήκε την εικόνα. Την πήρε στο σπίτι του στο γειτονικό χωριό Καλοκαιρινές.

https://antexoume.files.wordpress.com/2013/09/panagia_mirtidiotissa.jpg

Τη νύχτα η εικόνα εξαφανιζόταν, επέστρεφε στη μυρτιά. Ο βοσκός είδε ξανά τον άγγελο να του λέει πως η εικόνα έπρεπε να μείνει εκεί κοντά στη μυρτιά. Έτσι ο βοσκός έκτισε ένα μικρό εκκλησάκι δίπλα στη μυρτιά και τοποθέτησε την εικόνα εκεί, την οποία την ονόμασε Μυρτιδιώτισσα. Αυτό το εκκλησάκι παραμένει έως σήμερα και ονομάζετε παλαιό Καθολικό όπου εκεί στεγάζεται η εικόνα της Παναγίας μαζί με τα τάματα των επισκεπτών της, μερικά τεράστια κεριά φτιαγμένα από τους ιερείς της εποχής και μερικές άλλες μικρές εικόνες.

 

Σύμφωνα με το Συναξάριον τῆς Ἀκολουθίας τῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης :

 

Εὑρισκόμενος εἰς ταύτην, τὴν νῆσον τῶν Κυθήρων ἕνας ἐρημότοπος, λεγόμενος Μυρτίδια, (διατὶ ὅλος δασωμένος ἀπὸ μυρτίαις, καὶ ἀκατοίκητος, μόνον τὰ ζῶα τῶν ἀγροίκων ἐκεῖ ἔβοσκαν), ἔπραττεν ἐκεῖ κάποιος εὐλαβὴς Χριστιανός, καὶ αὐτὸς ὁδηγηθεὶς ἀπὸ κάποιαν θεωρίαν ὁποῦ εἶδεν εἰς τὸν ὕπνον του, ἔχωντας περισσὴν εὐλάβειαν εἰς τὴν κυρίαν Θεοτόκον, ἐπήγαινε συχνότερα εἰς αὐτὸν τὸν τόπον· καὶ στέκωντας ἐκεῖ, στοχαζόμενος τοῦ τόπου τὴν ἀγριότητα, ἤκουσε φωνὴν ἀοράτως ὁποῦ τοῦ ἔλεγεν· ἂν μὲ γυρεύσῃς ἐδῶ σιμὰ εὑρίσκεις τὴν εἰκόνα μου, καὶ εἶναι καιρὸς ὁποῦ ἦλθα, καὶ εὑρίσκομαι ἐδῶ, διὰ νὰ δώσω βοήθειαν ἐτούτου τοῦ τόπου. Ἀκούωντας δὲ τὴν φωνὴν ὁ εὐλαβὴς ἐκεῖνος Χριστιανός, καὶ στρεφόμενος ἔνθεν κᾀκεῖθεν, τάχα νὰ ἰδῇ ποῖος εἶναι ὁποῦ ὡμίλησε, καὶ μὴ θεωρῶντας τινά, ἔμεινε περίφοβος.

Καὶ κάνωντας τὸ Σημεῖον τοῦ τιμίου Σταυροῦ εἶπε· Κύριε Κύριε Χριστὲ βοήθει μοι· καὶ σὺ Κυρία μου καὶ Δέσποινα ὁποῦ ἔχεις πολλὴν τὴν παρρησίαν πρὸς τὸν μονογενῆ σου Υἱόν, μὴν ἀργήσῃς νὰ μοῦ φανερώσῃς, ἂν εἶναι τὸ θέλημά σου, τὴν φωνὴν ταύτην ὁποῦ ἤκουσα, τί εἶναι. Καὶ θαρρῶντας πῶς ἡ φωνὴ αὕτη ἦτον διὰ καλόν, παραμερίζοντας ὀλίγον ὡσὰν νὰ ἐγύρευε τὸ ποθούμενον, θεωρεῖ μέσα εἰς μίαν μυρτίαν μίαν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας. Εὐθὺς ὁποῦ τὴν εἶδεν, ἔλαβε μεγάλην χαράν, καὶ ἐγνώρισε, πῶς ἡ φωνὴ ὁποὺ ἤκουσε ἦτον ἀπὸ τὴν ὑπεραγίαν Θεοτόκον, καὶ τὸν ὡδήγησεν ἐκεῖ διὰ νὰ εὕρῃ αὐτὴν τὴν ἁγίαν Εἰκόνα.

Ἔπεσε λοιπὸν καὶ τὴν ἐπροσκύνησε, καὶ μετὰ δακρύων καὶ εὐχαριστιῶν τὴν ἠσπάσθη. Ἠσθάνετο δὲ πολλὴν εὐωδίαν θυμιαμάτων εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον. Εὐθὺς λοιπὸν βοηθούμενος ἀπὸ τὴν Θεομητορικὴν δύναμιν, ἄρχησε καὶ ἔκοπτε τὸ δάσος· καὶ καθαρίσας τὸν τόπον ἐκεῖνον κατὰ τὸ δυνατόν του, ἔκτισεν ἐκεῖ μικρὸν Ναὸν τῆς Θεοτόκου, καὶ ἔθεσεν εἰς αὐτὸν τὴν ρηθεῖσαν ἁγίαν Εἰκόνα, καὶ τὴν ἐπωνόμασε Μυρτιδιώτισσαν, ὡσὰν ὁποῦ τὴν εὗρεν εἰς ταῖς μυρτίαις. Καὶ ἔτζη ὁ τόπος ἐκεῖνος μέχρι τῆς σήμερον λέγεται μυρίδια, διὰ τὴν ἀφορμὴν τοῦ παλαιοῦ ἐκείνου δάσους.

Στην εικόνα αυτή αρχικά «διεκρίνοντο καθαρά τα χαρακτηριστικά μέχρι στέρνων» της Θεομήτορος και του Χριστού, «με την πάροδο του χρόνου όμως απέκτησε σταδιακά το σκούρο χρώμα».

Το πιθανότερο είναι η ιστόρηση της εικόνας αυτής να έγινε από τον Ευαγγελιστή Λουκά (1ος αιώνας μ.Χ.).

Η εικόνα όταν βρέθηκε δεν είχε τις σημερινές διαστάσεις.Αυτές τις απέκτησε αργότερα όταν τοποθετήθηκε σε ξύλινο πλαίσιο. Το 1837 φιλοτεχνήθηκε το χρυσό ένδυμα, έργο του καλλιτέχνη Νικόλαου Σπιθάκη. Από αυτή την αρχαία εικόνα φαίνονται μόνο τα πρόσωπα, στα οποία με την πάροδο των αιώνων δεν διακρίνονται πλέον τα χαρακτηριστικά. Στο κάτω μέρος της χρυσής επένδυσης απεικονίζονται τρία θαύματα της Μυρτιδιώτισσας. Το θαύμα της ευρέσεως, η ίασης του παραλύτου και το θαύμα της διασώσεως του φρουρίου της πόλεως των Κυθήρων από την πτώση κεραυνού το 1829.

 

http://xristianos.gr/forum/eikones/panagia/thaumata/Panagia_Murtidiotissa.jpg

Αξίζει να επισημάνουμε ότι στο στέμμα της Πανσέπτου Εικόνας της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, υπάρχει προσαρμοσμένο «Πολυτιμότατον αδαμαντοκόλλητον εν σχήματι ημισελήνου χρυσούν κόσμημα». Ας θυμηθούμε την ιστορία του:

Σύμφωνα με όσα ο αείμνηστος Σοφοκλής Καλόυτσης, ο υμνογράφος της Μυρτιδιώτισσας διέσωσε (ακολουθία Μυρτιδιωτίσσης, έκδοσις 5η, σελ. 149), βρισκόταν κάποτε στα Κύθηρα, κάποιος Τούρκος πλούσιος και επιφανής, εγκατεστημένος στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, ο οποίος ήταν Μωαμεθανός.

Κάποια ημέρα παρατήρησε ασυνήθη συγκέντρωση κόσμου, στην πλατεία του Μητροπολιτικού Ναού του Εστευρωμένου στη Χώρα.

Ρώτησε τι συμβαίνει και του είπαν ότι το Νησί μαστίζεται από πολύμηνη ανομβρία και για αυτό θα πραγματοποιηθεί Λιτανεία της Αγίας Εικόνας της Μυρτιδιώτισσας, η οποία είχε ήδη κατέβει από το κάστρο που φυλασσόταν τότε και βρισκότανε μέσα στον Εσταυρωμένο.

Όμως ο ουρανός ήταν καταγάλανος και δεν φαινόταν ούτε ίχνος νέφους στον ορίζοντα.

Ο Τούρκος εχλεύασε αυτή την ενέργεια γιατί η λογική έλεγε ότι δεν θα φέρει αποτελέσματα. Και ήταν τόσο σίγουρος για αυτό, που δήλωσε ότι εάν μετά την Λιτανεία επακολουθήσει βροχή, θα αφιέρωνε το χρυσό κόσμημα της ημισελήνου που είχε μαζί του, στην Ιερή Εικόνα.

Η Λιτανεία έγινε με κατάνυξη και οι Κυθήριοι γονυκλινείς παρακάλεσαν για την λύση της ανομβρίας. Και το θαύμα έγινε. Μόλις η Ιερά Πομπή επέστρεψε στον Ναό, άρχισε να πέφτει ραγδαία βροχή.

Ο αλλόθρησκος τήρησε την υπόσχεση του και αφιέρωσε το κόσμημα στην Παναγία.

Πότε έγινε αυτό δεν αναφέρεται. Ίσως έγινε πριν το 1837 μ.Χ. Τότε έγινε η χρυσή επένδυση της Εικόνας από τον Καλλίτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη και μάλλον αυτός έκανε την προσαρμογή της ημισελήνου στο στέμα της Παναγίας «Εις αιωνίαν ανάμνησιν του τελεσθέντος θαύματος της λύσεως της ανομβρίας».

Πιθανόν λοιπόν η αφιέρωση να είχε προηγηθεί του 1837 μ.Χ.

Αυτό το θαύμα της Παναγίας μας, ενέπνευσε τον Υμνογράφο αείμνηστο Σοφοκλή Καλούτση και αφιέρωσε ολόκληρον οικον στους χαιρετισμούς της Μυρτιδιώτισσας, για να εξυμνήσει.

«Χαίρε η λήξις της ανομβρίας
Χαίρε η παύσις της λειψυδρίας
Χαίρε υετόν δαψιλή καταπέμπουσα
Χαίρε ουρανόθεν την γην η δροσίζουσα…»

 

Θαύματα της Παναγίας

  • Ίασις παραλύτου

 Ο χωρικός Θεόδωρος Κουμπιανός είχε μεγάλη ευλάβεια προς τη Θεοτόκο και γι’ αυτό είχε τη συνήθεια κάθε χρόνο στις 24 Σεπτεμβρίου, ημέρα της ευρέσεως της Εικόνας και συγχρόνως 40 μέρες μετά την κοίμηση της Θεοτόκου, να πηγαίνει με συγγενείς και φίλους στην ιερά Μονή και να πανηγυρίζει το γεγονός της ευρέσεως.

Σύμφωνα με το Συναξάριον τῆς Ἀκολουθίας τῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης :

Ἔτυχε μετὰ καιρόν, καὶ σφοδρῶς ἀσθενήσας ὁ αὐτὸς Θεόδωρος ἐκατεστάθη παράλυτος, καὶ ἐκατέκειτο εἰς τὸν κράββατον χρόνους πολλούς. Ἀγκαλὰ καὶ αὐτὸς κατὰ τὸν καιρὸν διὰ τὴν δεινὴν αὐτοῦ ἀσθένειαν δὲν ἐδύνετο νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν συνηθισμένην του ἑορτήν, ἔπεμπον ὅμως πάντοτε τὰ παιδία του, καὶ τοὺς συγγενεῖς του, καὶ ἔκαναν εὐλαβῶς τὴν πανήγυριν μὲ ἐλεημοσύνην πλουσιοπάροχον εἰς τὸ Μοναστήριον.

Ἡ πίστις αὐτοῦ καὶ ἡ εὐλάβεια δὲν ὠλιγόστευσε ποτέ, μόνον καὶ μακρόθεν ἀπὸ τὴν κλίνην του μετὰ δακρύων προσευχόμενος ἔλεγε· Κυρία μου Μυρτιδιώτισσα ἐλεήσου καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸν ἐσὺ ὁποῦ εἶσαι ἡ βοήθεια τῶν ἀβοηθήτων, ἡ καταφυγὴ καὶ ἐπίσκεψις ἐκείνων ὁποῦ σὲ ἐπικαλοῦνται, ἡ σκέπη καὶ προστασία, ἐκείνων ὁποῦ σὲ παρακαλοῦσι, βοήθησον κᾀμοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ καὶ ἀναξίῳ δούλῳ σου, καὶ ἀξίωσόν με τῆς ποθουμένης ὑγείας, νὰ ἔλθω σωματικῶς κᾂν τὸν ἐρχόμενον χρόνον πρὶν τελειώσῃ ἡ ζωή μου, νὰ προσκυνήσω τὴν ἁγίαν σου εἰκόνα.

Ταῦτα καὶ ἄλλα περισσότερα λόγια εὐλαβείας ἔλεγε μετὰ δακρύων ὁ αὐτὸς Θεόδωρος κάθε χρόνον, καὶ πάντοτε ἐδόξαζε, καὶ ἔκανε τὴν ἑορτὴν κατὰ τὴν συνήθειαν.Μετὰ δὲ χρόνους ὁποῦ ἦτον ἔτζη παράλυτος, φθάνωντας ὁ καιρὸς τῆς συνηθισμένης ἑορτῆς, ἀφ᾿ οὗ ἔγινεν ἡ χρειαζόμενη ἑτοιμασία νὰ κινήσουν ὅλοι, κράζει ὁ αὐτὸς Θεόδωρος τὰ παιδία του, καὶ λέγει των κλαίωντας· Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, φίλοι καὶ συγγενεῖς, ἐγὼ βλέπω τὸν ἑαυτόν μου εἰς τούτην τὴν πολυχρόνιον, καὶ πολύπονον παραλυσίαν, καὶ τρόπος ἰατρείας δὲν εὑρίσκεται εἰς ἐμένα. Λοιπὸν παρακαλῶ σας νὰ ἑτοιμάσετε κράββατον διὰ νὰ μὲ ἀσυκώσετε νὰ μὲ πάρετε, κᾂν μὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου νὰ ἰδῶ, καὶ νὰ προσκυνήσω τὴν ἁγίαν εἰκόνα τῆς κυρίας μου τῆς Μυρτιδιώτισσας, ἴσως κάμῃ εὐσπλαγχνίαν καὶ εἰς ἐμένα τὸν ἄθλιον, καθὼς κάνει εἰς ὅλους ὁποῦ τὴν ἐπικαλοῦνται.

Αὐτοὶ δὲ ἀκούοντες τέτοια λυπηρὰ λόγια, πίστεως εὐλαβείας καὶ κατανύξεως γέμοντα, ἡτοίμασαν τὸν κράββατον, καὶ τὸν ἐπῆραν ὑπὸ τεσσάρων αἱρόμενον. Καὶ φέρνοντές τον εἰς τὸν ναὸν τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν τῶν Μυρτιδίων, τὸν ἔθεσαν καθὼς ἐζήτησεν ἔμπροσθεν τῆς σεβασμίας εἰκόνος. Φθάσας ἐκεῖ, εὐθὺς ἀσυκώνωντας τὰ ὀμμάτιά του πρὸς τὴν Θεοτόκον, εὐλαβῶς κλαίωντας ἔλεγε· Κυρία μου καὶ Δέσποινα, Βασίλισσα τοῦ Οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ἐσὺ εἶσαι ἡ προφητευομένη Κόρη, ὁποῦ ἐγέννησες τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν μονογενῆ Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, καὶ Ἀειπάρθενος ἔμεινας, καὶ ἔλαβες τόσην χάριν, ὁποῦ ἔγινες Μητέρα τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου, τὸν ὁποῖον κρατῶντας ὡς βρέφος εἰς τὰς ἀγκάλας σου ἔχεις τόσην ἐξουσίαν καὶ τὸ θέλειν, καὶ τὸ δύνασθαι, νὰ δίδῃς κάθε χάριν ὁποῦ σοῦ ζητήσουν, ὡσὰν ὁποῦ ἔχεις εἰς τὰς χεῖράς σου τὴν αἰτίαν πασῶν τῶν χαρίτων. Ἐσὺ λοιπὸν ὁποῦ εἶσαι ἡ βοήθεια τῶν ἀβοηθήτων, τῶν ὀρφανῶν ἡ προστασία, τῶν ἀσθενῶν ἡ ἰατρεία, τῶν θλιβομένων ἡ παρηγορία, τῶν κινδυνευόντων ἡ σωτηρία, κάμε ἔλεος καὶ εἰς ἐμένα, μεσίτευσαι εἰς τὸν πολυεύσπλαγχνον μονογεῆ σου Υἱόν, νὰ ἐλεήσῃ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλόν. Καὶ καθὼς πολλοὺς ἀσθενεῖς ἰάτρευσε, πολλοὺς νεκροὺς ἀνέστησε, καὶ παραλύτους ἀνώρθωσε μόνον μὲ τὸν θεϊκόν του λόγον, ὅταν ἦτον εἰς τὸν Κόσμον, οὕτως νὰ κάμῃ καὶ εἰς ἐμένα τὸν ταπεινόν. Σήμερον ὁποῦ πανηγυρίζομεν οἱ ἁμαρτωλοὶ τὴν τεσσαρακονθήμερον ἐνθύμησιν τῆς ἁγίας σου κοιμήσεως, δεῖξαι τὰ ἐλέη σου, δεῖξαι τὴν δυναστείαν σου εἰς ἐμένα, καθὼς καὶ εἰς ἄλλους πολλοὺς ἔδειξες εἰς τούτην τὴν ἁγίαν ἡμέραν. Πολλὰ γὰρ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένειαν δεσπότου. Μὴ μοῦ παρίδῃς τὰ δάκρυα, μὴ μοῦ παραβλέψῃς τοὺς στεναγμούς, σπλαγχνίσθητι τὸ βάρος τῆς μακρᾶς μου ἀσθενείας, τοὺς μεγάλους καὶ ἀνυπομονήτους πόνους. Μὴ κωλύσωσι τὰ ἀπὸ νεότητός μου ἁμαρτήματα τὴν ἄπειρόν σου ἀγαθότητα, ἀλλὰ χάρισαί μοι τὴν ζητουμένην καὶ ποθουμένην ὑγείαν.

 

Οἱ συναθροισθέντες ἀκούοντες τέτοια παρακαλεστικὰ λόγια ὁποῦ μετὰ δακρύων ἔλεγεν ὁ παράλυτος Θεόδωρος, ὅλοι ἔκλαυσαν, καὶ ἐπαρακαλοῦσαν διὰ τὴν βοήθειάν του. Κατὰ τὴν τάξιν, καὶ Ἱερεῖς καὶ Λαϊκοὶ ἔψαλλαν τὴν Ἀκολουθίαν τοῦ Ἑσπερινοῦ, καὶ τοῦ Ὄρθρου τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, καὶ ψάλλοντες τὸν Κανόνα εἰς τὸν Ὄρθρον, εὐγῆκεν ἕνας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν διὰ κάποιαν ἀνάγκην, καὶ γυρίζωντας μετὰ βίας εἶπεν εἰς ἐκείνους ὁποῦ ἦτον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν· νὰ ἠξεύρετε ἀδελφοί, πῶς μοῦ ἐφάνηκε νὰ ἤκουσα πολλοῦ λαοῦ ταραχήν, καὶ θόρυβον πρὸς τὸ μέρος τῆς θαλάσσης, ὡσὰν νὰ ἔρχωνται πρὸς ἐδῶθεν.

 

Οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐφοβήθησαν, ἐπειδὴ τὸ Μοναστήριον εὑρίσκεται σιμὰ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ συχνὰ ἐπειράζετο ἀπὸ τοὺς κουρσάρους, μάλιστα ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν στράταν εὐγένασι καὶ ἔκαναν πολλοὺς σκλάβους ἀπὸ τὰ περίγυρα χωρία. Εὐγήκασι καὶ ἄλλοι νὰ βεβαιωθοῦν τὰ λεγόμενα, καὶ γυρίζοντες εἶπαν καὶ αὐτοὶ τὰ ὅμοια, καὶ ὅτι αὐτὴ ἡ ταραχὴ δὲν εἶναι ἄλλο, παρὰ βαρβάρων ἐπιδρομὴ ὁποῦ ἔρχονται νὰ μᾶς σκλαβώσουν. Ἀκούσαντες οἱ ἐπίλοιποι, ἔφυγαν ὅλοι, καὶ ἄφησαν τὴν Ἀκολουθίαν, καὶ ἀπὸ τὸν φόβον ἄλλοι ἐπίασαν τὰ βουνά, ἄλλοι τὴν στράταν, ἄλλοι ἐκρύφθησαν εἰς τὰ κλαδία, καὶ ἐπάσχησαν ὅλοι νὰ φυλαχθοῦν ἀπὸ τέτοιον κίνδυνον. Ἦτον νύκτα ἀκόμη καὶ δὲν ἔβλεπαν τίποτες.

Ὁ παράλυτος Θεόδωρος ὡσὰν ὁποῦ δὲν ἐδύνετο νὰ φύγῃ, ἀπαρατήθη ἀπὸ ὅλους ὡς νεκρὸς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ ἔστεκεν ἐκεῖ περίλυπος, καὶ καταφρονεμένος ὡσὰν νὰ μὴν εἶχε οὔτε τέκνα, οὔτε ἄλλους συγγενεῖς καὶ κᾂν τινὰς δὲν τοῦ ὡμίλησεν, ἀλλὰ ἐβιάζουνταν ποῖος θὰ φύγῃ προτήτερα ἀπὸ τὸν ἄλλον, καὶ δὲν τοῦ ἀνήγγειλαν τὴν αἰτίαν, μόνον ὁποῦ ἤκουσε τὴν σύγχυσιν τῆς φυγῆς αὐτῶν. Φοβούμενος καὶ δειλιῶντας ὡσὰν ἀπελπισμένος ἀπὸ κάθε ἀνθρωπίνην βοήθειαν, προσευχόμενος εἶπε μετὰ δακρύων μεγαλοφώνως· Ὦ παρθενομῆτορ Μαρία Θεοτόκε, Δέσποινα τοῦ κόσμου καὶ ἐλπίδα ἐμοῦ τοῦ δυστυχισμένου, ἰδοὺ πάντες ἔφυγον, καὶ ἐμὲ μόνον ἀφῆκαν, καὶ ἀπέρριψάν με ἀβοήθητον. Διὰ τοῦτο παρακαλῶ τὴν ἁγίαν σου χάριν νὰ μοῦ βοηθήσῃς, καὶ νὰ μὲ σκεπάσῃς ὑπὸ τὴν σκέπην τῶν πτερύγων σου, νὰ φύγω ἀπὸ τὰ ἄσπλαγχνα χέρια τῶν ἀθέων βαρβάρων.

 

Ταῦτα λέγωντας μετὰ δακρύων θερμῶν, τοῦ ἐφάνη ὡσὰν νὰ τοῦ εἶπε τινάς, ἀσυκώσου καὶ σύ, φεῦγε. Καὶ οὕτως, ὢ τοῦ θαύματος, ἐπέρασεν ἀπὸ τὴν ἀθύμησίν του, πῶς ἦτον ἀσθενής, καὶ παράλυτος, καὶ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον σαλεύωντας ἀπὸ τὸν κράββατον, ὅπου ἐκείτετο, ἄρχισε καὶ ἔτρεχε φεύγωντας καὶ σπουδάζωντας νὰ φθάσῃ τοὺς ἄλλους ὁποῦ ἔφυγαν, καὶ μένωντας ἐξεστηκός, τοῦ ἐφαίνετο τὸ πρᾶγμα ὡσὰν ὄνειρον. Εἰς τὸ διάστημα δὲ τῶν γενομένων ἔφθασεν ἡ ἡμέρα καὶ ὁ αὐτὸς Θεόδωρος μὴ βλέπωντας τινὰ οὔτε ἀπὸ τοὺς βαρβάρους ὁποῦ ἔλεγαν, οὔτε ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ὁποῦ ἦλθον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἔστεκε μὲ λογισμόν, καὶ γνωρίζωντας τὸν ἑαυτόν του ὑγιῆ, ὡσὰν νὰ μὴν εἶχε ποτὲ καμμίαν ἀσθένειαν ἀπερασμένην, κατενόησε τέλος πάντων, καὶ ἐγνώρισε τὴν θαυμαστὴν καὶ ἀπροσδόκητον βοήθειαν καὶ ἰατρείαν, ὁποῦ ἡ Δέσποινα καὶ Κυρία τοῦ κόσμου ἔκαμεν εἰς αὐτόν· καὶ ἀπὸ τὴν πολλὴν χαρὰν ὁποῦ ἔλαβεν, ἄρχισε καὶ ἔλεγε πολλὴν ὥραν τό, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον. Δοξάζω σε Θεέ μου, δοξάζω σε Παναγία μου, δοξάζω Δέσποινά μου τὴν εὐσπλαγχνίαν σου, δοξάζω Κυρία μου τὴν ἐλεημοσύνην σου, εὐχαριστῶ ἀμέτρως Μυρτιδιώτισσά μου χαριτωμένη τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον, εἰς τὴν μεγάλην καὶ ὑπερθαύμαστον βοήθειαν, ὁποῦ εἰς ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου ἔδωκες. Ἐπειδὴ καὶ γνωρίζω τὸν ἑαυτόν μου ὅλον ὑγιῆ ὁ πρὸ ὀλίγου ἀσθενὴς καὶ παράλυτος.

 

Ἔπειτα ἐφώναξε τοὺς συγγενεῖς του, καὶ ἔλεγε· παιδιά μου, συγγενεῖς μου καὶ φίλοι Χριστιανοί, ἐλᾶτε νὰ εὐχαριστήσωμεν τὴν Μυρτιδιώτισσαν, νὰ δοξολογήσωμεν τὸ ἅγιόν της ὄνομα, καὶ μὴν φοβᾶσθε. Διατὶ ἐδῶ δὲν εἶναι ἐχθροὶ βάρβαροι ὁποῦ ἐλογιάζετε, μόνον νὰ ἐλθῆτε νὰ φρίξετε τὸ ἐξαίσιον θαῦμα, ὁποῦ ἔκαμεν εἰς ἐμένα, νὰ δοξάσωμεν τὴν χάριν της.

Απολυτίκια

Ως κρήνη ακένωτος, των παρά σοι αγαθών, Εικών σου η πάνσεπτος, τοις Κυθηρίοις Αγνή, εδόθη κραυγάζουσι, χαίρε η προστασία, πάντων των δεομένων χαίρε η σωτηρία, των τιμώντων σε πόθω, χαίρε η τω παραλύτω, την ίασιν βραβεύουσα. 

Λαοί νυν κροτήσωμεν, δεύτε τας χείρας πιστώς και άσωμεν άσμασι τη Θεομήτορι εν πόθω κραυγάζοντες˙ Χαίρε η προστασία πάντων των δεομένων Χαίρε η σωτηρία των τιμώντων σε πόθω, Χαίρε η τω παραλύτω την ίασιν βραβεύσασα.

 

 

 Προσευχή στην Παναγία την Μυρτιδιώτισσα
 

Μαρία, Κυρία και Δέσποινα πάντων ημών, Βασίλισσα του ουρανού και της γης. Μητέρα του Υψίστου Θεού, Παρθένε των Παρθένων, Μητέρα των Μητέρων, η σκέπη και η καταφυγή των πιστών, η προστασία των εις σε προστρεχόντων, η σωτηρία των αμαρτωλών, των πλανωμένων η οδηγήτρια, των αβοηθήτων η βοήθεια, των θλιβομένων η παρηγορία, των κινδυνευόντων η λύτρωσις, των ασθενούντων η ιατρεία, των πεινώντων η τροφή, των ορφανών η επικουρία, των χηρών η επίσκεψις, των Ορθοδόξων βασιλέων το κραταίωμα των ευλαβών ιερέων το καύχημα, των μοναχών το αγλάϊσμα, των πιστών το στήριγμα, απάντων των Χριστιανών το καταφύγιον, ομολογούμεν τάς χάριτας, κηρύττομεν τα άπειρά σου θαύματα, ευχάριστουμέν σου την ευσπλαγχνίαν, δοξάζομέν σου την ευεργεσίαν, προσκυνούμεν την άκραν σου ελεημοσύνην και βοήθειαν, όπου έκαμες και καθ’ εκάστην κάμνεις εις ημάς τούς αμαρτωλούς.

Έτι δε παρακαλούμεν την μεγάλην σου παρρησίαν, μητρόθεε Δέσποινα, και από του νύν εις το ερχόμενον μη απόρριψης ημάς από του προσώπου σου, αλλά δίδε εις όλους την συνηθισμένην σου
βοήθειαν, διότι άλλην καταφυγήν δεν έχομεν όλοι οι κατοικούντες εις αυτήν την νήσον, παρά την χάριν σου. Εσένα έχομεν καύχημα, εσένα έχομεν βοηθόν. Εις τα χείλη μας πάντοτε, εσύ η Μυρτιδιώτισσά μας, μελετάται. Εις το στόμα μας πάντοτε το αγιόν σου όνομα ευρίσκεται δεδοξασμένον, και εις την καρδίαν μας πάντοτε εσένα παρακαλούμεν να μας βοηθήσης. Και αν και σου πταίωμεν με χιλίας κακάς πράξεις κάθε ημέραν, αλλ’ εις άλλον πάλιν δεν προστρέχομεν, παρά εις την ευσπλαχνίαν σου, ώ Μήτερ του Υπερευσπλάχνου Θεού ημών, να μας αξιώσης της συγχωρήσεως. Εις τάς χείρας σου όλην μας την ελπίδα αποθέτομεν. Εσένα παρακαλούμεν να μας λυτρώσης από κάθε πειρασμόν ορατών και αοράτων εχθρών, και να μας φωτίζης να κάμνωμεν πάντοτε το συμφέρον της σωτηρίας μας, διά να αξιωθώμεν της βασιλείας των ουρανών, ής γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν, τη θεία χάριτι και φιλανθρωπία, εις πάντας τούς αιώνας των αιώνων. Αμήν.

 

Πηγές:

https://antexoume.wordpress.com

http://www.kythera.gr

http://www.saint.gr

http://users.uoa.gr

http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=3676

 

Aκολουθία Παναγίας Μυρτιδιώτισσας (24 Σεπτεμβρίου)

 

Παρακλητικός Κανών στη Παναγία Μυρτιδιώτισσα

Related Posts
0 Comments

No Comment.