Ο Τεκτονισμός ή Μασονία είναι μια διεθνής οργάνωση προσώπων συγκροτημένων στις λεγόμενες «στοές» με όχι φανερούς κοινωνικούς σκοπούς.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1784, ο Μότσαρτ μυήθηκε στη Βιεννέζικη Τεκτονική Στοά της Αγαθοεργίας από τον βαρώνο Φον Γκέμινγκεν-Χορνμπεργκ, ιδρυτή της Στοάς και ένα χρόνο αργότερα απέκτησε τον βαθμό του Δασκάλου Τέκτονα. Παρέμεινε στον Τεκτονισμό μέχρι το τέλος της ζωής του.
Παρόλο που ο τεκτονισμός δεν ήταν απόλυτα αποδεκτός από την καθολική εκκλησία, η ένταξη του Μότσαρτ στον θεσμό αυτό δεν επηρέασε την πίστη του στην εκκλησία. Πρέπει να αναφέρουμε ότι οι τέκτονες εκείνης της εποχής ήταν εξαιρετικά μορφωμένοι, πετυχημένοι επαγγελματίες με σημαντικά πόστα στην κοινωνία και γενικότερα ήταν άνθρωποι με βαθιές ανησυχίες και ευαισθησίες:
[Η μασονία] εμπνευσμένη από τις παραδόσεις που έρχονταν κατ’ ευθείαν από το μεσαιωνικό κορπορατισμό, δηλαδή παραδόσεις αρχιτεκτονικές, απ’ όπου και το όνομα της (γαλλικά macon=χτίστης), καθώς και από τελετουργίες μύησης αρχαίας αιγυπτιακής προέλευσης, η Μασονία δεν μπορούσε παρά να συναινέσει με τις ανθρωπιστικές ιδέες του Διαφωτισμού εναντίον των θρησκευτικών δογμάτων. Ιδέες ευγενικές, που αποσκοπούσαν στην ευτυχία του ανθρώπου, και που θα μπορούσαν να γοητεύσουν κάποιον ευαίσθητο όσο ο Μότσαρτ.
Ο Μότσαρτ πίστευε πως από την ίδια του τη φύση και από τον ψυχικό του κόσμο διέθετε όλα τα στοιχεία εκείνα που του επιτρέψανε να νιώσει και να ενστερνιστεί τις υψηλές αρχές του τεκτονισμού. Η τεράστια ανάγκη του για φιλία και αλληλεγγύη ήταν κυρίως οι σημαντικότεροι λόγοι που τον οδήγησαν στη μύηση στον τεκτονισμό. Ο Κλώντ Σάμουελ αναφέρει:
Ο Μότσαρτ βρήκε στη στοά της Αγαθοεργίας φίλους σημαντικούς κι ένιωσε την αδελφική φιλία που του έλειπε μέχρι τότε. Ο ίδιος έγινε ένθερμος κήρυκας των ιδεών του τεκτονισμού…Αυτό που για άλλους αποτελούσε ένα είδος ανώτερης κοινωνικής ζωής, για τον Μότσαρτ ήταν ο χώρος όπου έλαμπε το φως και η σοφία…μετά από ώριμη σκέψη, ψυχική ανάγκη και βεβαιότητα ότι το πνευματικό εκείνο εργαστήρι θα του εξασφάλιζε την ηρεμία στον εσωτερικό του κόσμο, ζήτησε σταθερά και επίμονα την εισδοχή του.
Οι μυστικιστικές του όμως τάσεις και το ενδιαφέρον του για τα εσωτερικά θέματα ξεκίνησαν από τα παιδικά του χρόνια. Όταν ήταν έντεκα ετών έγραψε τη μουσική για το τεκτονικό ποίημα An die Freude και το έστειλε σαν δώρο στο Δρ. Joseph Wolf, που τον έκανε καλά από μια αρρώστια. Στα δέκα έξι συνέθεσε μια άρια βασισμένη στον τελετουργικό ύμνο O heiliges Band και στα δέκα επτά επελέγη από τον Gebler για να συνθέσει τη μουσική για το μασονικό δράμα Θάμος, βασιλιάς της Αιγύπτου.
Τέκτονας ήταν και ο πατέρας του Λεοπόλδος. Ένα από τα πιο ωραία τεκτονικά έργα του Βόλφγκανγκ, το Gesellenreise (το Ταξίδι του Συντρόφου) γράφτηκε για τη μύηση του πατέρα του στον 2ο βαθμό του Συντρόφου.
Η μουσική που συνέθεσε για τον Τεκτονισμό χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες. Μουσική που έγραψε ειδικά για τη Στοά, μουσική που προοριζόταν για το κοινό και απηχούσε τεκτονικές ιδέες και μουσική για κοντσέρτα που έδιναν οι Στοές για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Σε αυτές τις κατηγορίες ανήκουν πολλές καντάτες, συμφωνίες, κοντσέρτα, τραγούδια, κλπ., όπως η Μικρή Μασονική Καντάτα, η Μασονική Επικήδεια Μουσική και οι τελευταίες τρεις μεγάλες συμφωνίες του, η 39 σε μι ύφεση μείζονα, η 40 σε σολ ελάσσονα και η 41 σε ντο μείζονα του Διός. Οι τονικότητες αυτές στις οποίες είναι γραμμένες θεωρούνται μεγάλης συμβολικής σημασίας για τον Τεκτονισμό. Αυτές τις συμφωνίες τις συνέθεσε το 1788 σε διάστημα οκτώ μόνο εβδομάδων.
Πηγές
http://www.nea-acropoli.gr
www.mmb.org