Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
Οι Πόντιοι από το 1461 και έπειτα γνώρισαν διωγμούς και προσπάθειες για το εξισλαμισμό και εκτουρκισμό. Η απόφαση για την εξόντωση των Ελλήνων (και Αρμένιων) πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μουσταφά Κεμάλ στην περίοδο 1919 – 1923. Τον Δεκέμβριο του 1916 εκπονήθηκε από τους Εμβέρ και Ταλαάτ, ηγέτες των Νεότουρκων, σχέδιο εξαφάνισης των Ποντίων που προέβλεπε, «άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικοπαίδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης».
Η ήττα της Τουρκίας από τις δυνάμεις της Αντάντ έφερε μια προσωρινή ανάπαυλα στο σχέδιο εξόντωσης των Ελλήνων. Η νέα τουρκική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να δώσει άδειες επιστροφής σε όσους εξόριστους είχαν επιβιώσει. Η διεθνής τάση μετά την λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου για την αυτοδιάθεση των λαών, δημιούργησε προσδοκίες και στον Ελληνισμό του Πόντου. Εξέχοντες Πόντιοι συνέλαβαν την ιδέα της δημιουργίας της Ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Πόντου. Με υπομνήματα και παραστάσεις προς τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων, προτείνουν τη δημιουργία κρατικής οντότητας σχέδιο όμως που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Αντίθετα με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα την 19 Μαΐου 1919, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Ελάχιστο μέτρο αντίδρασης στην προμελετημένη γενοκτονία υπήρξε το αντάρτικο του Πόντου, όπου οι Έλληνες στις ορεινές κυρίως περιοχές αντιστάθηκαν στις δολοφονίες.
Η Μαύρη Βίβλος του Κεντρικού Συμβουλίου των Ποντίων αναφέρει σχετικά με τη γενοκτονία τα εξής: «οι σφαγέντες και οπωσδήποτε εξολοθρευθέντες Έλληνες του Πόντου από το 1914 μέχρι το 1922 ανέρχονται εις τους εξής αριθμούς»: Περιφέρεια Αμασείας : 134.078, Περιφέρεια Ροδοπόλεως :17.479, Περιφέρεια Χαλδείας – Κερασούντας: 64.582, Περιφέρεια Νεοκαισαρείας: 27.216, Περιφέρεια. Τραπεζούντας:38.435, Περιφέρεια Κολωνίας: 21.448: Σύνολο: 303.238 άτομα». Μέχρι την άνοιξη του 1924 το μαρτυρολόγιο των Ποντίων περιέλαβε ακόμα 50.000 θύματα, συνολικά δηλαδή ο αριθμός των Ποντίων που δολοφονήθηκαν έως το Μάρτιο του 1924 ήταν 353.000, ποσοστό που ξεπερνάει το 50% του συνολικού πληθυσμού των Ποντίων. Η γενοκτονία ανάγκασε τους Πόντιους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μετοικήσουν στην Ελλάδα, στην ΕΣΣΔ (εκεί διώχθηκαν από το σταλινικό καθεστώς την περίοδο του μεσοπολέμου), το Ιράν, στη Συρία, και αλλού (Αυστραλία, ΗΠΑ).
Απόψεις για την Γενοκτονία των Ποντίων .
Η Γενοκτονία των Ποντίων αδελφών μας είναι ένα αυταπόδεικτο γεγονός διότι υπάρχουν ακόμα ζωντανές πιστοποιήσεις και δεν χρειάζεται άλλων μαρτυρία, διότι δυστυχώς ή ευτυχώς υπάρχουν τα φιλμαρισμένα ντοκουμέντα και οι φωτογραφίες. Παρακάτω παραθέτουμε τις καταγεγραμμένες απόψεις ατόμων που έπαιξαν σοβαρό ρόλο και δια της γραφίδας τους πιστοποίησαν ότι το κεμαλικό κίνημα χαρακτηριζόταν από φανατικό, επιθετικό και επεκτατικό εθνικισμό. Όπως γράφει ο Νίκος Ψυρρούκης: «Η προσεκτικότερη μελέτη του κεμαλισμού μάς πείθει ότι πρόκειται για βαθιά αντιλαϊκή και αντιδημοκρατική θεωρία. Ο φιλοναζισμός και άλλες αντιδραστικές δοξασίες είναι νομοτελειακή εξέλιξη του κεμαλισμού… Ακόμα και οι κεμαλικές μεταρρυθμίσεις γίνονται με διοικητικές αποφάσεις από πάνω. Περιφρονούν τις πολιτιστικές παραδόσεις του τουρκικού λαού, εκφράζουν το σύμπλεγμα κατωτερότητας των Τούρκων αστών».
Το τέλος του 1921 σφραγίστηκε από τις φοβερές ωμότητες στον μικρασιατικό Πόντο, και ο Βρετανός αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη σερ Horace Rumbold πληροφορεί τον υπουργό Εξωτερικών Curzon: «Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων… Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντος και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις». Βασισμένος σε μια σειρά επισήμων αναφορών ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ προβαίνει σε δημόσιες δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων (House of Commons. The Parliamentary Debates), Fifth Series, τόμ. 157): «…(στον Πόντο) δεκάδες χιλιάδες (Έλληνες) άνδρες, γυναίκες και παιδιά απελαύνονταν και πέθαιναν. Ήταν καθαρή ηθελημένη εξολόθρευση. “Εξολόθρευση” δεν είναι δικιά μου λέξη. Είναι η λέξη που χρησιμοποιεί η Αμερικανική Αποστολή».
Ο Πρωθυπουργός της Αγγλίας σερ Γουίνστον Τσόρτσιλ στο βιβλίο του The World Crisis, τόμ. V, γράφει: «… οι φοβεροί εκτοπισμοί των Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τη Σαμψούντα, που είχαν γίνει το φθινόπωρο του 1921, έφταναν τώρα για πρώτη φορά στην Ευρώπη». Ο Αμερικανός ταγματάρχης Γιόουελ δίνει μια εικόνα του μικρασιατικού Πόντου το 1921: «Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζομένων… Φρίκη και πτώματα».Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γκίμπονς γράφει: «Η πεδιάδα της Μαλάτειας ήταν στρωμένη με πτώματα Ελλήνων ». Μαρτυρίες Σοβιετικών : Οι σοβιετικοί που υπήρξαν οι βασικοί σύμμαχοι του κεμαλικού εθνικισμού τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του. Είναι οι πιθανότητες οι μπολσεβίκοι να αντάλλαξαν με τον τρόπο αυτό την υποστήριξη του παντουρκιστικού κινήματος που δρούσε στη Ρωσία στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση. Για αυτό τον λόγο οι σοβιετικοί λοιπόν προμήθευσαν τους κεμαλικούς με όπλα, χρήματα, στρατιωτικούς συμβούλους. Η τουρκική αντεπίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο κατά των ελληνικών στρατευμάτων το 1921, οργανώθηκε από τον Μ. Φρούνζε, στρατιωτικό απεσταλμένο των σοβιετικών. Κατά συνέπεια, η μαρτυρία των αποσταλμένων αυτών έχει ιδιαίτερη αποδεικτική σημασία.
O Φρούνζε, έδωσε μια από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες: «Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60-70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο… Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι’ αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμαύχι του… Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου» . Ο Φρούνζε περιέγραψε και άλλο ένα περιστατικό. Όταν περνούσαν δίπλα από μια ομάδα αιχμάλωτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από τους αιχμαλώτους φώναξε στη σοβιετική αντιπροσωπεία ότι ήταν και αυτοί ένοχοι γιατί ενίσχυαν τον Κεμάλ και τους Τούρκους. Το συναίσθημα αυτό των ανταρτών του δυτικού Πόντου ήταν εξαιρετικά έντονο. Ο οπλαρχηγός Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης) διακύρησσε: «… oι Ρώσοι κομμουνιστές δώσανε όπλα στον Κεμάλ για να χτυπήσει εμάς, του έδωσαν υποστήριξη, απελευθέρωσαν όλους τους Τούρκους στρατιώτες που είχαν συλλάβει αιχμαλώτους όταν μπήκαν στην Τραπεζούντα». Υποστήριζε ότι οι κομμουνιστές κατέδιδαν τις προσπάθειες προμήθειας οπλισμού των ανταρτών από τη Ρωσία και παρέδιδαν Πόντιους στους Τούρκους. Ο Φρούνζε έγραφε τα εξής για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν: «…όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο τον ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απόμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή.»
Ο Αράλοβ, σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Έλληνες που είχαν σφαγιαστεί, «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες -γέρους, παιδιά, γυναίκες». Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόμους. Για το θέμα αυτό ο Αράλοβ είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Κεμάλ. Αναφέρει ο ίδιος: «Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Έχοντας υπ’ όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου…» Ο Κεμάλ απάντησε ως εξής στις «επισημάνσεις» του Φρούνζε: «Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Έχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο… Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοι πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα “Ποντιακό κράτος” στην Τουρκία…»
Ο Φρούνζε στο βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Τουρκία» γράφει: «Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άσχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Οσμάν Αγά (σ.τ.σ. Τοπάλ Οσμάν) έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Παντού υπήρχαν σημάδια γκρεμίσματος. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σ’ ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωραίας κοπέλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου.» Η τελευταία πράξη του δράματος γράφτηκε στη Σμύρνη, την πρωτεύουσα της Ιωνίας, τον Σεπτέμβριο του 1922, κάτω από τα απαθή βλέμματα των συμμάχων μας και ενώ ο ελληνικός στρατός είχε αποχωρήσει, εγκαταλείποντας τους Έλληνες της Ιωνίας στο έλεος των κεμαλικών στρατευμάτων. Όπως γράφει ο Γουίνστον Τσόρτσιλ: «Ο Κεμάλ γιόρτασε τον θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή τού εκεί χριστιανικού πληθυσμού».
Η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων. Το φυσιολογικό μέλλον της Αυτοκρατορίας αυτής το είχε περιγράψει γλαφυρά η Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της Ιστορίας για την Τουρκία είχε πια βγει: βάδιζε προς την διάλυση.»
http://www.istorikathemata.com/