Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

Η μεταστροφή ενός Ινδού βραχμάνου στο Χριστιανισμό

Ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός, καθώς είναι η πληρότητα της Αλήθειας, είναι απλός στην ουσία του. Οποιοσδήποτε με μια ειλικρινή και αταλάντευτη επιθυμία για την Αλήθεια θα φτάσει σ’ αυτόν.

Η «νέα θρησκευτική συνείδηση» από την άλλη, είναι περίπλοκη. Αιχμαλωτισμένη στην πτωτικότητα αυτού του κόσμου, δεν μπορεί να εισέλθει στην απλότητα της Αλήθειας του Χριστού. Καθώς εξελίσσεται στη θρησκεία του μέλλοντος, θα γίνει μια επιτηδευμένη συλλογή κάθε παραδοξότητας της πεπτωκυΐας σκέψης, η οποία θα εξεγερθεί εναντίον της απλότητας της Ορθοδοξίας.

Έτσι είναι θαυμάσιο να βλέπεις ένα πρόσωπο με ανεπιτήδευτη καρδιά που, προερχόμενο από μια αυθεντική, παραδοσιακή έκφραση μιας ανατολικής, μη χριστιανικής θρησκείας, παρακάμπτει όλες τις πολυπλοκότητες της σύγχρονης νοοτροπίας της αποστασίας, και φτάνει στα πόδια του ίδιου του Χριστού. Έχοντας φτάσει με έναν απλό τρόπο στο Χριστό, στέκεται στο κατώφλι της πληρότητας της αποκάλυψης του Χριστού στην Αγία Ορθοδοξία.

Με αυτά κατά νου, παρουσιάζουμε την ακαταμάχητη διήγηση που ακολουθεί:

Το όνομά μου είναι Ravi Maharaj. Ράβι είναι συντόμευση για το ινδικό όνομα Ραβιντίναζ. Μαχαράτζ είναι το επώνυμό μου, αλλά στην πραγματικότητα ήταν τίτλος. Σήμερα το χρησιμοποιώ ως επίθετο· σημαίνει «μεγάλος βασιλιάς». Έχω τέτοιο όνομα εξ αιτίας της κάστας στην οποία γεννήθηκα, της κάστας των βραχμάνων. Ο πατέρας μου ήταν Ινδός ιερέας: ένας γκουρού, ένας γιόγκι. Μερικά χρόνια πριν δύσκολα θα ακούγαμε τέτοιους όρους – γκουρού και γιόγκι κτλ. – σήμερα σχεδόν όλοι τους ξέρουν. Γκουρού σημαίνει «θεϊκός κύριος» ή «διδάσκαλος», και οι γκουρού στον Ινδουϊσμό λατρεύονται ως θεοί. Ο Ινδουϊστής πιστεύει ότι ο γκουρού του είναι θεϊκός, κι έτσι πίστευαν ότι και ο πατέρας μου ήταν θεϊκός. Είχε τους δικούς του οπαδούς, ανθρώπους που τον λάτρευαν σαν θεό.

ΕΡ. Βλέπετε τέτοιες δοξασίες να γίνονται πιο αποδεκτές σήμερα;

Παρατηρώ ότι στον Δυτικό κόσμο σήμερα πολλοί άνθρωποι λένε, «Λοιπόν, όλες οι θρησκείες είναι πάνω-κάτω οι ίδιες. Ο Θεός είναι ο ίδιος σε κάθε θρησκεία. Όλες οι θρησκείες οδηγούν στον ίδιο σκοπό στο τέλος». Όμως, ξέρετε, αυτό δεν είναι αλήθεια! Δεν συμφωνώ μ’ αυτό. Ο σκοπός του πατέρα μου, για παράδειγμα, λεγόταν moksa, που σημαίνει απελευθέρωση από το χρόνο, το χώρο και τα στοιχεία, που σημαίνει επίσης αυτοπραγμάτωση ή θεοπραγμάτωση. Αυτό σημαίνει ότι ο πατέρας μου θα έψαχνε μέσα στον εαυτό του για να βρει τον αληθινό «εαυτό», και να ανακαλύψει ότι ο πραγματικός «εαυτός» είναι Θεός. Αυτός είναι ο υψηλότερος σκοπός του Ινδουϊσμού, να ανακαλύψεις ότι είσαι Θεός, να συνειδητοποιήσεις με άλλα λόγια, ότι είσαι Θεός. Αυτός είναι ο λόγος που έκανε διάφορους όρκους. Για παράδειγμα, ο πατέρας μου περίπου απαρνήθηκε το γάμο του, μόλις μια-δυο μέρες αφ’ ότου είχε παντρευτεί τη μητέρα μου – ένας γάμος τον οποίο κανόνισαν οι γονείς τους. Ορκίστηκε να μην έχει συζυγική επαφή ή σχέση. Ορκίστηκε να μη μιλήσει με κανέναν, να μην κοιτάξει κανέναν, να μην κόψει τα μαλλιά ή τα γένεια του – που μάκρυναν πολύ, μέχρι τον καβάλο του. Ορκίστηκε να μη φάει καθόλου μαγειρεμένο φαγητό· ο πατέρας μου έτρωγε μια μπανάνα κι έπινε ένα ποτήρι γάλα την ημέρα, και το έκανε αυτό για οκτώ ολόκληρα χρόνια. Επίσης ορκίστηκε να μην πηγαίνει πουθενά, να μην ξαναδουλέψει πια. Καθόταν στο ίδιο δωμάτιο, στο ίδιο μέρος, όλη την ημέρα, σε στάση λωτού με τα πόδια σταυρωμένα και τα χέρια του ενωμένα, με τα μάτια του στραμμένα μέσα στο μέτωπό του βαθειά σε διαλογισμό. Έζησε μ’ αυτόν τον τρόπο για οκτώ χρόνια, ανυποχώρητα, αποφασιστικά και ειλικρινά. Η σύλληψή μου έγινε εκείνη την μια, ή περίπου μια, ημέρα που η μητέρα μου και ο πατέρας μου ήταν μαζί. Συνήθιζα να πηγαίνω και να στέκομαι μπροστά του πολύ συχνά, και να κοιτώ το πρόσωπό του και να λαχταρώ να με κοιτάξει κι εκείνος, έστω για μια φορά, να πει «γιε μου» – μόνο να πει μια λέξη, να πει το όνομά μου «Ράβι». Αλλά ξέρετε δεν έχω ακούσει ποτέ τη φωνή του, ούτε καν μια φορά σε όλη μου τη ζωή. Δεν είχαμε επαφή, πραγματικά, παρ’ ότι τον σεβόμουν· τον τιμούσα, ήμουν υπερήφανος γι’ αυτόν.

Όταν πέθανε, ο κλήρος του έπεσε σε μένα, κι άρχισα πολύ πρόθυμα να ακολουθώ τα βήματά του. Ήμουν ήδη ένα πολύ θρησκευόμενο παιδί, ακόμα και σε ηλικία επτά ετών, που ήταν κατά προσέγγιση η ηλικία μου όταν πέθανε. Για την ακρίβεια, ήμουν πάντα χορτοφάγος σαν τον πατέρα μου, δεν έτρωγα κρέας ή ψάρι ή αυγά· κι άρχισα να εξασκώ τη γιόγκα και το διαλογισμό πριν ακόμα γίνω πέντε χρόνων. Μέσω της εξάσκησης της γιόγκα και του διαλογισμού, πολύ συχνά βίωνα έκσταση, ταξίδια σε άλλους κόσμους όπου έβλεπα μυστηριακά πράγματα: τους «θεούς» και λαμπρά φώτα και λαμπρά χρώματα, ψυχεδελικές κινήσεις, και ήταν υπέροχο, ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζε. Ήμουν πολύ υπερήφανος γι’ αυτές τις πολλές εμπειρίες που είχα, επειδή για τον Ινδουϊστή όσο περισσότερα βιώνεις πνευματικά, τόσο θεϊκότερος νομίζεις ότι είσαι. Για τον Ινδουϊστή το εμπειρικό είναι υψίστης σημασία.

Τώρα οι Ινδουϊστές γονάτιζαν επίσης στα πόδια μου, όπως έκαναν στον πατέρα μου, με λάτρευαν και μου έδιναν τα δώρα και τις προσφορές τους. Αλλά, ξέρετε, παρ’ όλα αυτά, παρ’ όλη τη θρησκευτικότητα και τις αποκαλούμενες πνευματικές εμπειρίες, παρά το γεγονός ότι ο κόσμος μου τελικά έγινε ένας κόσμος μυστικισμού, βαθειά στην καρδιά μου ήμουν κενός, ήμουν δυστυχισμένος, ήμουν ανικανοποίητος. Ζούσα σ’ ένα σπίτι με δεκατρείς ή δεκατέσσερεις άλλους ανθρώπους, αλλά ήμουν μόνος μέσα στο ίδιο μου το σπίτι. Έφτασα να συνειδητοποιήσω ότι κάτι έλειπε, κάτι πήγαινε στραβά. Κάτι δεν ήταν σωστό, κι άρχισα να ψάχνω για την αλήθεια – την πραγματική αλήθεια, έντιμα και ειλικρινά με όλη μου την καρδιά. Έψαξα μέσα από τον Ινδουϊσμό, έψαξα στις ινδουϊστικές γραφές. Έψαξα στις δικές μου ινδουϊστικές μυστικιστικές εμπειρίες, αλλά ήμουν ακόμα άδειος. Παρά το γεγονός ότι έπρεπε να πιστεύω ως ένας θρησκευόμενος Ινδουϊστής Βραχμάνος ότι ήμουν θεϊκός, ότι ήμουν τέλειος, όμως ήξερα ότι ήμουν μόνο ένας αμαρτωλός όπως όλοι οι άλλοι. Ήξερα τη δική μου ατέλεια, ήξερα τους δικούς μου περιορισμούς. Ήξερα ότι δεν ήμουν θεός, και ήθελα να βρω συγχώρεση για τις αμαρτίες μου. Επίσης, πίστευα πολύ ειλικρινά στη μετενσάρκωση – πως όταν θα πέθαινα θα ερχόμουν πάλι πίσω – όμως αυτό δεν μου πρόσφερε καμμιά αληθινή ελπίδα: μόνο το να πεθάνεις και να ξανάρθεις, και να πεθάνεις και να ξανάρθεις πάλι και πάλι, δεν προσφέρει καμμιά ελπίδα.

Ήθελα να βρω μια αληθινή ελπίδα, μια ελπίδα πέρα απ’ τον τάφο. Και ήθελα να βρω μια αληθινή ελπίδα με την έννοια ότι έχοντας βρει αυτήν, θα ήξερα με κάποιον τρόπο που πραγματικά πηγαίνω. Πηγαίνουμε και πηγαίνουμε … αλλά που πραγματικά πηγαίνουμε; Είχα σημαντικά ερωτήματα στην καρδιά μου: Ποιος είμαι; Γιατί ζω; Τι κάνω πραγματικά σ’ αυτόν τον πλανήτη, αλλά επίσης, που πηγαίνω; Ήθελα να ξέρω. Και στην πιο απελπισμένη μου στιγμή – έχοντας κλειδωθεί σ’ ένα δωμάτιο επί τέσσερεις περίπου ημέρες και νύχτες δίχως να τρώω, να πίνω οτιδήποτε, δίχως να μιλάω σε κανέναν – μια Ινδή κυρία ήρθε σπίτι μας και μου μετέδωσε το μήνυμα του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού. Είπε, «Ράβι, ο Θεός σ’ αγαπά, και ο Ιησούς Χριστός πέθανε πάνω στο Σταυρό για να συγχωρήσει όλες σου τις αμαρτίες. Και ο Θεός θέλει να έρθει στη ζωή σου, αλλά θα έρθει μόνο δια του Χριστού, που είπε ‘’Εγώ είμαι η Οδός και η Αλήθεια και η Ζωή· κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα, παρά μέσω Εμού’’».

Λοιπόν, διαφώνησα πολύ μαζί της· της είπα ότι ποτέ δεν θα γινόμουν Χριστιανός, ούτε καν στο νεκροκρέββατό μου. Όμως εκείνη ήταν πολύ ευγενική και ψύχραιμη και αγαπητική, και φιλική, και με κατανόηση. Και με ανέχτηκε. Αλλά τα λόγια που μου είπε πραγματικά άγγιξαν την καρδιά μου· με έπεισαν. Και ο Θεός μου έδειξε ότι ο Χριστός είναι ο δρόμος προς το Θεό είναι μέσω του Θεού, δηλαδή του ίδιου του Ιησού Χριστού.

Μετά από πολλές εσωτερικές μάχες, αναστάτωση και ψυχικές συγκρούσεις, μετά από τρεις εβδομάδες, τελικά γονάτισα και προσευχήθηκα με μια πολύ απλή προσευχή – γιατί ήθελα πραγματικά να γνωρίσω τον αληθινό και ζωντανό Θεό, ήθελα πραγματικά να βρω την αλήθεια, ήθελα όντως την απάντηση. Προσευχήθηκα απλά, ζητώντας από το Χριστό να έρθει στη ζωή μου, να συγχωρήσει όλες μου τις αμαρτίες, να με βοηθήσει να βρω τον αληθινό και ζωντανό Θεό. Προσευχήθηκα ειλικρινά, και δάκρυα άρχισαν να κυλούν στα μάγουλά μου, επειδή όταν είπα αυτή την προσευχή πραγματικά συνέβη κάτι στη ζωή μου. Μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι όλες οι πάρα πολλές «μυστηριακές» εμπειρίες που είχα – οι ψυχεδελικές εμπειρίες χωρίς ναρκωτικά, όλα τα οράματα όπου έβλεπα τους θεούς, κ.τ.λ. – ήταν όλα αναπόσπαστο μέρος του σκοταδιού, που ήταν μέσα μου. Ο Θεός με ελευθέρωσε απ’ όλα αυτά, και ο Χριστός ο Οποίος είπε «Εγώ είμαι το Φως του κόσμου» μπήκε στη ζωή μου και μ’ έκανε έναν εντελώς καινούργιο άνθρωπο. Ο Θεός μου έδωσε μια πολύ πιο υπέροχη ελπίδα – την ελπίδα να είμαι μαζί Του στη βασιλεία Του, για πάντα. Και βρήκα την απάντηση μέσω του Ιησού Χριστού. Σήμερα ξέρω ποιος είμαι, ξέρω γιατί ζω, ξέρω από πού έρχομαι, και ξέρω που πηγαίνω.

(Από το ντοκυμαντέρ «Νέα Εποχή: Δρόμος για τον παράδεισο;»
Διανομή: Christian Information Bureau, Dallas, Texas 1983)

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ SERAPHIM ROSE
Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
και η
ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

 

Related Posts
0 Comments

No Comment.