Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

Η Μέση Ανατολή προετοιμάζεται για πόλεμο;

  • Τεράστιες προμήθειες όπλων από ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή
  • Αγορά “προχωρημένων” πολεμικών αεροσκαφών από Ισραηλινούς και οι Σαουδάραβες

του Jonathan Cook*

Global Research
Δύο από τους στενότερους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, βρίσκονται στα πρόθυρα υπογραφής σημαντικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ για την αγορά όπλων, σε μια κίνηση που αποσκοπεί στην αύξηση της πίεσης στο Ιράν, σύμφωνα με αναλυτές σε θέματα άμυνας. Οι ΗΠΑ έχουν εγκρίνει την πώληση στη Σαουδική Αραβία 84 αεροσκαφών F-15 προηγμένης τεχνολογίας και δεκάδες ελικοπτέρων Black Hawk. Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης την αντικατάσταση πολλών παλαιότερων F-15 που διέθεταν οι Σαουδάραβες, αναφέρει σε άρθρο της η εφημερίδα Wall Street Journal.
Το Ισραήλ φέρεται ότι εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τη συμφωνία αυτή, που είναι ύψους 30 δις δολαρίων. Ωστόσο, οι Αμερικανοί από την πλευρά τους, σε μια κίνηση παραχώρησης προς στο Ισραήλ, δεν θα εφοδιάσουν τα νέα F-15 (της εταιρείας Boeing) με τα πιο σύγχρονα οπλικά και αεροηλεκτρονικά συστήματα που είναι ήδη διαθέσιμα στο στρατό των ΗΠΑ.
Η τελευταία πώληση τέτοιων σύγχρονων όπλων από τις ΗΠΑ προς τη Σαουδική Αραβία πραγματοποιήθηκε το 1992, όταν το αραβικό κράτος παρέλαβε 72 αεροσκάφη F-15. Την εποχή εκέινη, το Ισραήλ προσπάθησε να εμποδίσει τη συμφωνία αγοράς ύψους 9 δις δολαρίων, μέσω του εβραϊκού λόμπυ του αμερικανικού Κογκρέσου, οξύνοντας τις σχέσεις με τον Λευκό Οίκο επί προεδρίας Τζωρτζ Μπους.
Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ ετοιμάζονται να εφοδιάσουν την πολεμική αεροπορία του Ισραήλ με F-35, το πιο τελευταίας τεχνολογίας μαχητικό που κατασκευάστηκε από την Lockheed Martin, ανέφερε η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz.
Η τιμή της τεχνολογίας Stealth των F-35, η οποία παρέχει τη δυνατότητα αποφυγής ανίχνευσης από ραντάρ και αντιαεροπορικούς πυραύλους, ανέρχεται έως και σε 150 εκατ. δολάρια για ένα αεροπλάνο, κόστος που έφερε το Ισραήλ μπροστά σε δίλημμα για την αγορά του αεροσκάφους.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει σε ισραηλινές εταιρείες σύμβαση ύψους 4 δις δολαρίων για την προμήθεια ανταλλακτικών για τα F-35, κίνηση που ορισμένοι Ισραηλινοί αναλυτές πιστεύουν ότι εξυπηρετεί στην εξαγορά της σιωπής του Ισραήλ όσον αφορά την συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία αλλά και στην εξασφάλιση της έγκρισής της από το αμερικανικό Κογκρέσο.
Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες συμφωνίες του είδους στην ιστορία του Ισραήλ και θα συμβάλει στην αποπλήρωση μεγάλου μέρους του χρέους του Ισραήλ με την αγορά της πρώτης παρτίδας του F-35s.
Τα αεροσκάφη δεν αναμένεται να τεθούν σε χρήση πριν από το 2014. Αν το Ισραήλ υπογράψει ακόμα και για μια μοίρα από 20 F-35, όπως αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες, θα είναι η πρώτη χώρα εκτός των ΗΠΑ που θα έχει εξασφαλίσει την αγορά αυτού του αεροσκάφους, ενώ θα έχει τη δυνατότητα να αγοράσει άλλα 55.
Πέρσυ το Ισραήλ απείλησε να εγκαταλείψει τις διαπραγματεύσεις για το F-35 και επέλεξε αντ’ αυτού να αγοράσει το προηγμένης τεχνολογίας F-15. Το γεγονός ότι αυτό το ίδιο αεροσκάφος αγοράστηκε από τη Σαουδική Αραβία φαίνεται να κάνει ένα τέτοιο σενάριο λιγότερο πιθανό.

Η κυβέρνηση Ομπάμα αντιμετώπισε ασφυκτικές πιέσεις από το εβραϊκό λόμπυ προκειμένου να εμποδίσει την πώληση του F-15 στη Σαουδική Αραβία.
“Σήμερα αυτά τα αεροπλάνα προορίζονται για επίθεση εναντίον του Ιράν, αλλά αύριο θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον μας”, ανέφερε χαρακτηριστικά σε δήλωσή του στην εφημερίδα Haaretz τον Ιούλιο ανώνυμος αξιωματούχος ασφαλείας.
Ο Εχούντ Μπαράκ, υπουργός άμυνας του Ισραήλ, δήλωσε στη Washington Post τον Ιούλιο ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεσμεύτηκε να εγγυηθεί πως το Ισραήλ δεν θα “υστερήσει” των αντιπάλων του και “θα κάνει ό,τι μπορεί για να στηρίξει την ποιοτική αναβάθμιση της άμυνας του Ισραήλ”.

Οι Σαουδάραβες έχουν καταστεί ένας από τους μεγαλύτερους αγοραστές όπλων αμερικανικής κατασκευής, από τότε που αγόρασαν τα πρώτα περιπολικά αεροσκάφη AWACS τη δεκαετία του 1980. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Κογκρέσου, η αραβική αυτή χώρα δαπάνησε 36 δις δολάρια για αγορές αμυντικού εξοπλισμού από διάφορες χώρες κατά την επταετία 2001-2008.

Σήμερα, η Σαουδική Αραβία διαθέτει την τρίτη μεγαλύτερη εναέρια δύναμη στη Μέση Ανατολή, μετά το Ισραήλ και το Ιράν. Σύμφωνα με στοιχεία που συνέταξε το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, η “Βασιλική Σαουδική Πολεμική Αεροπορία” έχει στην κατοχή της 280 “μάχιμα” αεροσκάφη, σε σύγκριση με 424 του Ισραήλ και 312 του Ιράν.
Η εφημερίδα Wall Street Journal δεν προσδιορίζει το μοντέλο του F-15 που αγοράστηκε από το Ριάντ, αλλά πολλοί εμπειρογνώμονες θεωρούν ότι πρόκειται για το αναβαθμισμένο Strike Eagle. Το αεροσκάφος, ειδικά σχεδιασμένο για επιθέσεις ακριβείας αέρος-επιφανείας, ήταν αυτό που κυρίως χρησιμοποιήθηκε από τις ΗΠΑ για την καταστροφή ραντάρ και πυραυλικών συστημάτων του Ιράκ κατά τη διάρκεια της εισβολής του 2003.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η κοινή στρατιωτική ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ θεωρήθηκε ως ένα βασικό σημείο περιφερειακού ενδιαφέροντος για τις ΗΠΑ, λόγω της πεποίθησης που κυριαρχεί στην Ουάσιγκτον ότι το Ιράν επιδιώκει να αναπτύξει πυρηνική κεφαλή και έχει πυρετωδώς δημιουργήσει ένα μεγάλο οπλοστάσιο πυραύλων.
Αν, όπως το ίδιο το Ιράν δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, η χώρα έχει στην κατοχή της ρωσικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους S-300, η τεχνολογία stealth των F-35 θα δώσει στο Ισραήλ ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε περίπτωση επίθεσης.
Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές έχουν αμφισβητήσει το αν και κατά πόσο ορθή ήταν η κίνηση αυτή των πωλήσεων όπλων από την πλευρά των ΗΠΑ.

Ο Trita Parsi, αναλυτής στο Woodrow Wilson Center στην Ουάσιγκτον και ειδικός σε ζητήματα που αφορούν στις σχέσεις Ισραήλ-Ιράν, τόνισε ότι πρόκειται για “λανθασμένη πολιτική” που στόχο έχει τη διατήρηση της Τεχεράνης σε κατάσταση “απομόνωσης και υποταγής”.
“Το μόνο που επιτυγχάνεται με τους μαζικούς εξοπλισμούς των αραβικών κρατών και του Ισραήλ είναι να αυξηθεί η αίσθηση ανασφάλειας του Ιράν και, συνεπώς, να καταστεί η ευρύτερη περιοχή λιγότερο ασφαλής”, είπε.
Ο Stephen Zunes, αναλυτής σε ζητήματα πολιτικής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, κατηγόρησε την Ουάσινγκτον ότι προλειαίνει το έδαφος για άλλη μια “κούρσα εξοπλισμών” στην περιοχή.

“Πρόκειται για μια πρακτική που έχουμε ήδη δει να εφαρμόζεται στο παρελθόν. Οι ΗΠΑ προσφέρουν στα αραβικά κράτη ακριβά σύγχρονα όπλα, και στη συνέχεια απευθύνονται στο Ισραήλ, λέγοντάς του ότι πρέπει να διαθέτει ακόμη καλύτερα όπλα για να μείνει μπροστά στην κούρσα. Στη συνέχεια, ασκεί ξανά πίεση στα αραβικά κράτη. Είναι ένα παιχνίδι που έχει κρυμμένη μια πλούσια φλέβα χρυσού για τους αμερικανούς κατασκευαστές όπλων”, δήλωσε ο Zunes.
Η αμερικανική στρατιωτική ενίσχυση του Ισραήλ ανέρχεται σε 3 δις δολάρια το χρόνο, περισσότερη από κάθε άλλης χώρας και καλύπτει περίπου το 1/4 των αμυντικών δαπανών του. Σε αντίθεση με άλλους αποδέκτες, το Ισραήλ έχει τη δυνατότητα να δαπανήσει 26 % αυτών των ενισχύσεων για την ανάπτυξη και παραγωγή των δικών του οπλικών συστημάτων.

Ωστόσο, Ισραηλινοί αξιωματούχοι εξέφρασαν φόβους ότι μια συνδυασμένη πίεση στον αμυντικό προϋπολογισμό της χώρας και μια τεράστια δαπάνη για την αγορά μεγάλου αριθμού F-35 θα αφήσει τις ένοπλες δυνάμεις χωρίς πόρους για την ανασυγκρότηση των αποθεμάτων τους σε πυρομαχικά και βόμβες.
Τον περασμένο μήνα η Ουάσινγκτον ενέκρινε την χορήγηση πρόσθετης στρατιωτικής επιδότησης ύψους 420 εκατομμυρίων δολαρίων προκεμένου να βοηθήσει το Ισραήλ να αναπτύξει προγράμματα “αντιπυραυλικής ασπίδας”, που θα αποσκοπούν στην αναχαίτιση πυραύλων μικρού, μέσου και μεγάλου βεληνεκούς.
Το Ισραήλ ανησυχεί με την αύξηση των αποθεμάτων σε ρουκέτες και πυραύλους που έχουν συσσωρεύσει η Χαμάς και η Χεζμπολά κοντά στα ισραηλινά σύνορα, καθώς και για τα πιο προηγμένα οπλοστάσια του Ιράν και της Συρίας.
Εκτός από το ζήτημα του κόστους του F-35, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ διαφωνούν και για το αν το Ισραήλ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εγκαταστήσει δικά του αεροηλεκτρονικά και οπλικά συστήματα στο έδαφός του. Μέχρι στιγμής, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αρνηθεί, και τον περασμένο μήνα, αρνήθηκαν να εφοδιάσουν το Ισραήλ με δοκιμαστικό αεροσκάφος.

Στο παρελθόν, το Τελ Αβίβ και η Ουάσιγκτον είχαν φτάσει σε διπλωματικό αδέξοδο όταν οι ΗΠΑ ανακάλυψαν ότι το Ισραήλ κατασκεύσασε αντίγραφα αμερικανικών συστημάτων και τα πούλησε σε άλλα καθεστώτα.
*Ο Jonathan Cook είναι συγγραφέας και πολεμικός ανταποκριτής στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης. Τα πιο πρόσφατα βιβλία του είναι “Το Ισραήλ και η σύγκρουση των πολιτισμών: το Ιράκ, το Ιράν και το σχέδιο για την ‘Αναδημιουργία της Μέσης Ανατολής’ ” (εκδ. Pluto Press) και “Η Παλαιστίνη που αργοσβήνει: τα πειράματα του Ισραήλ με την ανθρώπινη απόγνωση” (εκδ. Zed Books).

Πηγή
Η ιστοσελίδα του είναι www.jkcook.net.

 

Ας μιλήσουμε επιτέλους

Related Posts
0 Comments

No Comment.