Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

 

 

Τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ οἱ χριστιανοὶ ὄλου τοῦ κόσμου, ζοῦν τὴν κορύφωση τοῦ Θείου Δράματος. Εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν Παθῶν τοῦ Ἰησοῦ. Ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς τελευταῖες ὧρες πρὶν τὴν Σταύρωση, μᾶς ὑπενθυμίζει τὰ παρακάτω γεγονότα.
Ὁ Χριστός, μετὰ τὴν σύλληψη τοῦ στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιών, δικάστηκε καὶ καταδικάστηκε ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς. Ἡ δίκη ἦταν βέβαια τυπικὴ ἀφοῦ ἡ ἐτυμηγορία εἶχε ἀποφασιστεῖ πρὶν κὰν συλληφθεῖ. Οἱ Ἀρχιερεῖς ἤθελαν τὸν θάνατό Του.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶχαν τὴν νόμιμη ἐξουσία, ἔπρεπε ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφαση νὰ ἀπαγγελθεῖ ἀπὸ τὸν Ρωμαῖο διοικητή. Τὰ χρόνια ἐκεῖνα διοικητὴς στὴν Ἱερουσαλὴμ ἦταν ὁ Πιλάτος. Σὲ αὐτὸν σύρθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ τὸ πλῆθος, μετὰ ἀπὸ παρότρυνση τῶν Ἀρχιερέων, φωνάζοντας, ζητοῦσε τὴν Σταύρωσή Του. Ὑπῆρχε τὸ ἔθιμο, τὴν ἡμέρα τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα, οἱ Ρωμαῖοι νὰ ἀπελευθερώνουν ἕναν κατάδικο Ἑβραῖο. Ὁ Πιλάτος θέλοντας νὰ μὴν ἔχει τὴν εὐθύνη τῆς σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸ πλῆθος νὰ διαλέξει ἀνάμεσα στὸν Θεάνθρωπο καὶ στὸν Βαραβά, ἕνα στασιαστὴ καὶ φονιά, ποιὸς θὰ ἦταν αὐτὸς ποὺ θὰ ἀπελευθερωνόταν. Τὸ πλῆθος, διὰ βοῆς, ἐπέλεξε νὰ ἀφεθεῖ ἐλεύθερος ὁ Βαραβᾶς.

 

Ἀμέσως μετά, καὶ μὲ τὴν ἐντολὴ πλέον τοῦ Πιλάτου, ὁ Χριστὸς ὁδηγεῖται στὴν ἐσωτερικὴ αὐλὴ τοῦ Πραιτωρίου (τοῦ διοικητηρίου δηλαδὴ τῶν Ρωμαίων). Ἐκεῖ οἱ στρατιῶτες τοῦ φοροῦν μία πορφύρα καὶ ἕνα ἀγκάθινο στεφάνι. Χλευαστικὰ ἀποκαλώντας τὸν «Βασιλιὰ τῶν Ἰουδαίων», τὸν χτυποῦν καὶ τὸν φτύνουν. Ἡ ὥρα τῆς Σταύρωσης ἔχει πλησιάσει.

Φορτωμένος ὁ Ἰησοῦς μὲ τὸν Σταυρὸ στὸν ὁποῖο θὰ σταυρωθεῖ, ὁδηγεῖται πρὸς τὸν λόφο τοῦ Γολγοθά. Στὸ δρόμο δὲν ἀντέχει τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ καὶ πέφτει. Οἱ Ρωμαῖοι ἐπιβάλουν στὸν Σίμωνα τὸν Κυρηναῖο, ποὺ διερχόταν ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο, νὰ μεταφέρει αὐτὸς τὸν Σταυρὸ τοῦ Μαρτυρίου. Τελικὰ στὶς 9 ἡ ὥρα τὸ πρωί, ὁ Ἰησοῦς σταυρώνεται. Τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ κράτησε ἕξι ὦρες. Στὶς 3 ἡ ὥρα τὸ ἀπόγευμα παρέδωσε τὸ πνεῦμα Του, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε συγχωρήσει ὅσους εὐθύνονταν γιὰ τὸν θάνατό Του.

Ἐπειδὴ ὅμως τὸ Σάββατο ἀπαγορεύονταν οἱ κηδεῖες, ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία, κρυφὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸν Πιλάτο νὰ πάρει τὸ σῶμα Του καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσει. Ἡ ἄδεια αὐτὴ τοῦ δόθηκε καὶ ἔτσι τυλίγοντας τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ σὲ ἕνα σεντόνι, τὸν ἐνταφίασε σὲ ἕνα μνῆμα λαξευμένο σὲ βράχο. Τὸ ἄνοιγμα τοῦ μνήματος, κλείστηκε μὲ μία μεγάλη πέτρα.

 

 

Ἡ τελετὴ τῆς Ἀποκαθήλωσης, γίνεται στὶς ἐκκλησίες μας, τὸ μεσημέρι τῆς μεγάλης Παρασκευῆς. Ἐνῶ τὸ βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας τελεῖται ἡ περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου. Οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν χτυποῦν πένθιμα ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας.

Ἡ νηστεία τῆς ἡμέρας εἶναι αὐστηρότατη καὶ ἀπαγορεύει ἀκόμα καὶ τὸ λάδι. Πολλοὶ πιστοὶ συνηθίζουν νὰ πίνουν τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ λίγο ξύδι, εἰς ἀνάμνηση αὐτοῦ ποὺ ἔδωσαν στὸν Ἰησοῦ, ὅταν ζήτησε νερὸ τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του.

Τὸ ἔθιμο ἀπαγορεύει κάθε ἐργασία τὴν ἡμέρα αὐτή. Σὲ πολλὲς περιοχὲς φτιάχνουν ἕνα ὁμοίωμα τοῦ Ἰούδα, καὶ μετὰ τὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου τὸ παραδίδουν στὴν φωτιά. Τὰ λουλούδια τοῦ ἐπιταφίου, μοιράζονται στοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι τὰ φΤὴν Μεγάλη Παρασκευὴ οἱ χριστιανοὶ ὄλου τοῦ κόσμου, ζοῦν τὴν κορύφωση τοῦ Θείου Δράματος. Εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν Παθῶν τοῦ Ἰησοῦ. Ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς τελευταῖες ὧρες πρὶν τὴν Σταύρωση, μᾶς ὑπενθυμίζει τὰ παρακάτω γεγονότα.
Ὁ Χριστός, μετὰ τὴν σύλληψη τοῦ στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιών, δικάστηκε καὶ καταδικάστηκε ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς. Ἡ δίκη ἦταν βέβαια τυπικὴ ἀφοῦ ἡ ἐτυμηγορία εἶχε ἀποφασιστεῖ πρὶν κὰν συλληφθεῖ. Οἱ Ἀρχιερεῖς ἤθελαν τὸν θάνατό Του.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶχαν τὴν νόμιμη ἐξουσία, ἔπρεπε ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφαση νὰ ἀπαγγελθεῖ ἀπὸ τὸν Ρωμαῖο διοικητή. Τὰ χρόνια ἐκεῖνα διοικητὴς στὴν Ἱερουσαλὴμ ἦταν ὁ Πιλάτος. Σὲ αὐτὸν σύρθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ τὸ πλῆθος, μετὰ ἀπὸ παρότρυνση τῶν Ἀρχιερέων, φωνάζοντας, ζητοῦσε τὴν Σταύρωσή Του. Ὑπῆρχε τὸ ἔθιμο, τὴν ἡμέρα τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα, οἱ Ρωμαῖοι νὰ ἀπελευθερώνουν ἕναν κατάδικο Ἑβραῖο. Ὁ Πιλάτος θέλοντας νὰ μὴν ἔχει τὴν εὐθύνη τῆς σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸ πλῆθος νὰ διαλέξει ἀνάμεσα στὸν Θεάνθρωπο καὶ στὸν Βαραβά, ἕνα στασιαστὴ καὶ φονιά, ποιὸς θὰ ἦταν αὐτὸς ποὺ θὰ ἀπελευθερωνόταν. Τὸ πλῆθος, διὰ βοῆς, ἐπέλεξε νὰ ἀφεθεῖ ἐλ
εύθερος ὁ Βαραβᾶς.

 

 

Ἀμέσως μετά, καὶ μὲ τὴν ἐντολὴ πλέον τοῦ Πιλάτου, ὁ Χριστὸς ὁδηγεῖται στὴν ἐσωτερικὴ αὐλὴ τοῦ Πραιτωρίου (τοῦ διοικητηρίου δηλαδὴ τῶν Ρωμαίων). Ἐκεῖ οἱ στρατιῶτες τοῦ φοροῦν μία πορφύρα καὶ ἕνα ἀγκάθινο στεφάνι. Χλευαστικὰ ἀποκαλώντας τὸν «Βασιλιὰ τῶν Ἰουδαίων», τὸν χτυποῦν καὶ τὸν φτύνουν. Ἡ ὥρα τῆς Σταύρωσης ἔχει πλησιάσει.

 

 

Φορτωμένος ὁ Ἰησοῦς μὲ τὸν Σταυρὸ στὸν ὁποῖο θὰ σταυρωθεῖ, ὁδηγεῖται πρὸς τὸν λόφο τοῦ Γολγοθά. Στὸ δρόμο δὲν ἀντέχει τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ καὶ πέφτει. Οἱ Ρωμαῖοι ἐπιβάλουν στὸν Σίμωνα τὸν Κυρηναῖο, ποὺ διερχόταν ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο, νὰ μεταφέρει αὐτὸς τὸν Σταυρὸ τοῦ Μαρτυρίου. Τελικὰ στὶς 9 ἡ ὥρα τὸ πρωί, ὁ Ἰησοῦς σταυρώνεται. Τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ κράτησε ἕξι ὦρες. Στὶς 3 ἡ ὥρα τὸ ἀπόγευμα παρέδωσε τὸ πνεῦμα Του, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε συγχωρήσει ὅσους εὐθύνονταν γιὰ τὸν θάνατό Του.

Ἐπειδὴ ὅμως τὸ Σάββατο ἀπαγορεύονταν οἱ κηδεῖες, ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία, κρυφὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸν Πιλάτο νὰ πάρει τὸ σῶμα Του καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσει. Ἡ ἄδεια αὐτὴ τοῦ δόθηκε καὶ ἔτσι τυλίγοντας τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ σὲ ἕνα σεντόνι, τὸν ἐνταφίασε σὲ ἕνα μνῆμα λαξευμένο σὲ βράχο. Τὸ ἄνοιγμα τοῦ μνήματος, κλείστηκε μὲ μία μεγάλη πέτρα.

 

 

Ἡ τελετὴ τῆς Ἀποκαθήλωσης, γίνεται στὶς ἐκκλησίες μας, τὸ μεσημέρι τῆς μεγάλης Παρασκευῆς. Ἐνῶ τὸ βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας τελεῖται ἡ περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου. Οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν χτυποῦν πένθιμα ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας.

Ἡ νηστεία τῆς ἡμέρας εἶναι αὐστηρότατη καὶ ἀπαγορεύει ἀκόμα καὶ τὸ λάδι. Πολλοὶ πιστοὶ συνηθίζουν νὰ πίνουν τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ λίγο ξύδι, εἰς ἀνάμνηση αὐτοῦ ποὺ ἔδωσαν στὸν Ἰησοῦ, ὅταν ζήτησε νερὸ τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του.

Τὸ ἔθιμο ἀπαγορεύει κάθε ἐργασία τὴν ἡμέρα αὐτή. Σὲ πολλὲς περιοχὲς φτιάχνουν ἕνα ὁμοίωμα τοῦ Ἰούδα, καὶ μετὰ τὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου τὸ παραδίδουν στὴν φωτιά. Τὰ λουλούδια τοῦ ἐπιταφίου, μοιράζονται στοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι τὰ φυλοῦν μαζὶ μὲ τὶς εἰκόνες στὰ σπίτια τους. Τέλος, τὴν ἡμέρα αὐτὴ συνηθίζεται οἱ πιστοὶ νὰ ἐπισκέπτονται τοὺς τάφους τῶν νεκρῶν συγγενῶν καὶ φίλων.

υλοῦν μαζὶ μὲ τὶς εἰκόνες στὰ σπίτια τους. Τέλος, τὴν ἡμέρα αὐτὴ συνηθίζεται οἱ πιστοὶ νὰ ἐπισκέπτονται τοὺς τάφους τῶν νεκρῶν συγγενῶν καὶ φίλων.

 

 

Ἀντίφωνον ΙΕ´. ῏Ηχος πλ. β´.
«Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τήν γῆν κρεμάσας (τρίς). Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τόν οὐρανόν ἐν νεφέλαις. ῾Ράπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τόν Ἀδάμ. ῞Ηλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη, ὁ Υἱός τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τά Πάθη Χριστέ (τρίς). Δεῖξον ἡμῖν, καί τήν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν».

 

Κοντάκιον αὐτόμελον. Ποίημα Ρωμανοῦ τοῦ μελῳδοῦ. ῏Ηχος πλ. δ´.

 

«Τόν δι᾿ ἡμᾶς Σταυρωθέντα, δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν· αὐτόν γάρ κατεῖδε Μαρία, ἐπί τοῦ ξύλου καί ἔλεγεν· Εἰ καί σταυρόν ὑπομένεις, σύ ὑπάρχεις ὁ Υἱός καί Θεός μου».

Related Posts
0 Comments

No Comment.