Αυτή τη δύσκολη εποχή αντίβαρο στην πνευματική αποσάθρωση του ρωσικού λαού, θα παίξουν κάποια ρωσικά μοναστήρια και οι μορφές των μεγάλων “στάρετς”. Ας επισκεφθούμε πρώτα τα μοναστήρια του Σάρωφ και του Ντιβέγιεβο, όπου δεσπόζει η μορφή του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Αμέτρητοι άνθρωποι έτρεχαν με λαχτάρα για να τον συναντήσουν. Όλους τους δεχόταν με αγάπη, με την γλυκύτατη προσφώνηση: «Χαρά μου, Χριστός Ανέστη».
Πολύ κοντά στο μοναστήρι του Σάρωφ, κτίστηκε το γυναικείο μοναστήρι του Ντιβέγιεβο, το οποίο πολύ βοήθησε ο Άγιος. Λίγο πριν κοιμηθεί προέβλεψε και προειδοποίησε για όλα τα θλιβερά γεγονότα που θα ακολουθήσουν. Έλεγε ότι τόση θα είναι η θλίψη και τόσοι πολλοί οι μάρτυρες, που οι άγγελοι δεν θα προλαβαίνουν να μαζεύουν τις ψυχές.
Μετά από 70 χρόνια, όμως προέβλεψε ότι η εκκλησία θα λάμψει πάλι. Το 1990 τα λείψανα του και τα προσωπικά του αντικείμενα βρέθηκαν στην Πετρούπολη και μεταφέρθηκαν στο Ντιβέγιεβο. Σήμερα στο Ντιβέγιεβο ζουν 250 μοναχές, οι οποίες κατ’ εντολή του Αγ. Σεραφείμ τηρούν την ακοίμητη προσευχή.
Ένα άλλο περίφημο μοναστήρι είναι το Βαλαάμ που βρίσκεται στα καταπράσινα νησιά της λίμνης Λάτογκα. Η μοναστική ζωή εκεί άρχισε τον 12 αιώνα. Αρχικά κτίστηκε το κεντρικό μοναστήρι και γύρω πολλές σκήτες. Είναι ένας ήσυχος και πανέμορφος τόπος.
Πολύ σημαντικό είναι και το μοναστήρι της Όπτινα που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πνευματική ζωή της Ρωσίας τον 19° αιώνα. Μέσα σε 100 χρόνια ανέδειξε 15 αγίους. Είναι οι περίφημοι στάρετς. Κοντά τους πρόστρεχαν χιλιάδες λαού, αλλά και διανοούμενοι, επιστήμονες της εποχής εκείνης.
Στην δυτική Ουκρανία δεσπόζει το μοναστήρι του Ποτσάεφ, ένας αγιασμένος τόπος, όπου εμφανίστηκε Παναγία και υπάρχει στο βράχο το αποτύπωμά του ποδιού της. Το μοναστήρι αυτό αποτέλεσε το ανάχωμα των Ορθοδόξων κατά των Ουνιτών.
Βρισκόμαστε στο 1877. Στις 14 Απριλίου γεννήθηκε ο Άγιος Λουκάς, κατά κόσμον Βαλεντίνος Βόινο Γιασενέτσκι. Επίγεια πατρίδα του ήταν η πόλη Κερτς, το αρχαίο ελληνικό Ποντικάπαιο στην Κριμαία. Τον 9° αιώνα στον τόπο αυτό οι Έλληνες έκτισαν τον περίφημο ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Κριμαίας. Σήμερα μπροστά από τον ναό υπάρχει και η προτομή του Αγίου Λουκά.
Μέσα στη ψυχή του πάλευαν οι δύο κόσμοι, της αμφισβήτησης και της πίστης. Αυτό που επέδρασε καίρια στην ψυχή του ήταν το περίφημο μοναστήρι της Πετσέρσκαγια Λαύρας — ή Λαύρας των Σπηλαίων. Το μοναστήρι απλώνεται σε καταπράσινη έκταση 280 στρεμμάτων μέσα στην πόλη του Κιέβου, ακριβώς πάνω από τον ποταμό Δνείπερο. Φιλοξενούσε χιλιάδες μοναχούς και ανέδειξε πλήθος αγίων. Πέρα από την αρχαιολογική αξία και το ενδιαφέρον που προκαλεί στον επισκέπτη, η Λαύρα κατέχει μοναδικούς πνευματικούς θησαυρούς. Οι παλαιοί ασκητές, έσκαβαν τα κελιά τους κάτω από την γη και ζούσαν τον έγκλειστο βίο, με αδιάλειπτη προσευχή.
Το 1898 ξεκινάει τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κιέβου, που φημιζόταν για το άριστο επίπεδο των σπουδών του. Ήδη από τα πρώτα χρόνια το ενδιαφέρον του στράφηκε στην ανατομία.
Το 1910 θα μετακομίσει στη πόλη Περεζλάβλ Ζαλέσκι. Βρέθηκε σε μία ωραία γραφική πόλη, αλλά οι συνθήκες εργασίας δεν ήταν καθόλου καλές. Το νοσοκομείο ήταν 50 κλινών, αλλά τα μέσα που διέθετε ήταν πρωτόγονα. Δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε ακτινολογικό μηχάνημα. Το νερό το έφερνε κάθε πρωί ο υδροπωλητής, μέσα σ’ ένα βαρέλι.
Όπως γράφει ο καθηγητής – ακαδημαϊκός Κασίρσκι «…το όνομα του και η δεξιοτεχνία του είχαν γίνει θρύλος. Μπορούσε να κάνει τις δυσκολότερες εγχειρήσεις χωρίς πρόβλημα». Έλεγε ο ίδιος: «Ο χειρουργός πρέπει να έχει μάτια αετού, καρδιά λιονταριού και χέρια γυναίκας», δηλαδή να έχει λεπτότατη αίσθηση της αφής. Κάποτε πήρε 20 φύλλα λεπτού χαρτιού και το νυστέρι. Ζήτησε από τα παιδιά του να του πουν να κόψει οποιοδήποτε αριθμό φύλλων με μία μόνο κίνηση. Τα παιδιά του, του είπαν τον αριθμό 7, και με μία κίνηση έκοψε τα επτά φύλλα αφήνοντας όλους έκπληκτους.
– Σεβασμιώτατε, αν είναι θέλημα Θεού να γίνω ιερέας, να γίνω.
Παρά τις προβλέψεις, θα επικρατήσει ο Στάλιν άνθρωπος αδίστακτος, που όχι μόνο οδήγησε στο θάνατο εκατομμύρια πολίτες, αλλά και αυτούς ακόμη τους συντρόφους και φίλους του.
Στη δεκαετία του 1920 δημιουργήθηκαν και τα στρατόπεδα “αναμορφωτικής”, δηλαδή καταναγκαστικής εργασίας με την επωνυμία «Γκουλάγκ». Μέσα σε λίγα χρόνια το Γκουλάγκ απλώθηκε σ’ όλη την αχανή χώρα. Η αρχή έγινε από ένα μοναστήρι, του Σολόφκυ. Κτίστηκε τον 14° αιώνα στα νησιά Σολοφκύ στη Λευκή Θάλασσα. Ήταν ένα μεγάλο μοναστικό κέντρο, με το κεντρικό μοναστήρι και πολλές σκήτες σ’ όλα τα νησιά. Τα κρύο του χειμώνα είναι δριμύτατο και ο χειμώνας κρατάει 8-9 μήνες. Επειδή είναι αδύνατο να δραπετεύσει κανείς, το Σολοφκύ έγινε ιδανικός τόπος για φυλακή-στρατόπεδο.
Τρεις ώρες μακριά από την Πετρούπολη, δίπλα στον ποταμό Σβιρ είναι κτισμένο το μοναστήρι του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ. Ο Άγιος Αλέξανδρος ήταν μεγάλη μορφή, αξιώθηκε να δει την Αγία Τριάδα και όταν κοιμήθηκε το λείψανο του έμεινε άφθαρτο [λεπτομέρειες εδώ].
Το 1918 οι επαναστάτες μπήκαν στο μοναστήρι και εκτέλεσαν όλους τους μοναχούς. Έπειτα πήραν το λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου και το έριξαν στη φωτιά. Όμως το λείψανο δεν κάηκε. Το μετέφεραν τότε σ’ ένα μουσείο για μούμιες στην Πετρούπολη. Το 1997 άνοιξε πάλι το μοναστήρι και οι πατέρες ζήτησαν πίσω το ιερό λείψανο. Όμως η διεύθυνση του μουσείου δεν τους το έδινε, γιατί το θεωρούσαν μούμια. Οι πατέρες επέμεναν και η διεύθυνση του μουσείου έφερε ακτινολογικό μηχάνημα, έκαναν ακτινογραφία στο σώμα του Αγίου και διαπίστωσαν ότι δεν ήταν ταριχευμένο σώμα, αλλά άφθαρτο. Έτσι αναγκάστηκαν να το δώσουν στους πατέρες και ο άγιος επέστρεψε στο σπίτι του.
Ο λαός έδειξε σε πολλές περιπτώσεις ηρωικό φρόνημα υπερασπίζοντας τις εκκλησίες. Θα σας αναφέρω μία μόνο συγκινητική περίπτωση, Στην πόλη Ολονετς το 1927 πήγαν να καταστρέψουν μία εκκλησία. Το έμαθε τότε μια νέα κοπέλα 25 περίπου χρονών. Έτρεξε, μπήκε στην εκκλησία, κλειδώθηκε και φώναξε στους εργάτες:
Οι εργάτες περίμεναν να βγει, γιατί δεν ήθελαν να την σκοτώσουν. Τελικά μετά από μερικές μέρες έφυγαν. Και η κοπέλα αυτή έμεινε φύλακας της εκκλησίας για 25 χρόνια. Την σκούπιζε, την περιποιείτο, ενώ ο κόσμος της πήγαινε τρόφιμα. Η εκκλησία σώθηκε. Στο τέλος της ζωής της έγινε μοναχή και πήρε το όνομα Βαρβάρα. Κοιμήθηκε σε ηλικία 96 χρονών και ετάφη δίπλα στην εκκλησία. Όλοι την τιμούν ως αγία.
Κάποια Κυριακή, πάλι στην Πετρούπολη, συνέλαβαν 40 ιερείς την ώρα που λειτουργούσαν. Τους μετέφεραν στο κοιμητήριο του Σμολένσκ κοντά στον τάφο της Οσίας Ξένης. Εκεί τους έδωσαν εργαλεία κι έσκαψαν ένα μεγάλο λάκκο. Έπειτα τους έριξαν μέσα και τους έθαψαν ζωντανούς. Έτσι το αίμα των νεομαρτύρων χύθηκε άφθονο και σήμερα η εκκλησία της Ρωσίας μπορεί να καυχιέται για το πλήθος των νέων αγίων μαρτύρων της.
Ας γυρίσουμε στην Τασκένδη. Αυτή τη δύσκολη εποχή ο Άγιος Λουκάς διάλεξε να χειροτονηθεί ιερέας. Όμως νέες ευθύνες τον περίμεναν. Ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος διώχθηκε το 1923 και ο λαός της Τασκένδης πρότεινε να τον διαδεχθεί ο π. Βαλεντίνος. Ο ίδιος δέχθηκε ταπεινά τη νέα κλήση του Θεού, γνωρίζοντας καλά τους κινδύνους. Στην Τασκένδη βρίσκονταν τότε ένας εξόριστος επίσκοπος, ο οποίος αρχικά τον έκειρε μοναχό. Επειδή δεν υπήρχε ναός, η κουρά του έγινε στην κρεβατοκάμαρα των παιδιών του. Εκεί έδωσε τις μοναχικές υποσχέσεις και από Βαλεντίνος ονομάστηκε Λουκάς. Επειδή δεν μπορούσε μόνος του να τον χειροτονήσει του πρότεινε να πάει στο Πεντζικέντ όπου υπήρχαν δύο εξόριστοι επίσκοποι. Έφυγε νύχτα διασχίζοντας το Ουζμπεκιστάν με τα μέσα της εποχής εκείνης, αντιμετωπίζοντας πολλούς κινδύνους. Πρώτος σταθμός η Σαμαρακάνδη. Από κει τα πράγματα ήταν ακόμη πιο επικίνδυνα, λόγω των ανταρτών. Με πολλή δυσκολία συνέχισε για το Τατζικιστάν. Στην πόλη Πεντζικέντ βρήκε τους δύο επισκόπους οι οποίοι τον χειροτόνησαν αρχιερέα με κάθε μυστικότητα, μέσα στη νύχτα. Ήταν 31 Μαΐου 1923. Έπειτα επέστρεψε στην Τασκένδη.
Η χειροτονία του έφερε νέα αναστάτωση στην Τασκένδη. Οι κομματικοί άρχισαν να τον συκοφαντούν και να τον υπονομεύουν μέσω του τύπου. Δεν πέρασε πολύς καιρός και το Σάββατο 9 Ιουνίου 1923 τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στις φυλακές Τασκένδης. Έτσι άρχισαν τα 11 χρονιά των φυλάκων και εξοριών. Έμεινε στις φυλακές για δύο μήνες κι έπειτα τον έστειλαν στη Μόσχα, όπου επισκέφθηκε δύο φορές τον Μαρτυρικό Πατριάρχη Τύχωνα, που βρισκόταν υπό περιορισμό στο μοναστήρι Ντονσκόι. Ο Πατριάρχης Τύχων τον παρότρυνε να μην σταματήσει την ιατροχειρουργική του δραστηριότητα γιατί έτσι θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους. Ο Πατριάρχης Τύχων αφού σήκωσε το μεγάλο βάρος των διωγμών, κοιμήθηκε στις 25 Μαρτίου 1925. Τα τελευταία του λόγια ήταν πολύ προφητικά:«Η νύχτα θα είναι πολύ μακρινή και πολύ σκοτεινή». Πρόσφατα κατετάγη στη χορεία των Αγίων.
Μετά από ένα μήνα έφτασαν στην καρδιά της Σιβηρίας, στην πόλη Κρασνογιάρσκ. Έπειτα τον εξόρισαν στην πόλη Γενισέισκ, 430 χιλιόμετρα βορειότερα. Το ταξίδι έγινε στα σκοτεινά αμπάρια ενός πλοίου, που σήμερα είναι μουσείο. Στα μέσα του χειμώνα έφτασε στο Γενισέισκ. Το κατάλυμα του ήταν πιο ανθρώπινο. Ένα δωμάτιο στο σπίτι κάποιου εύπορου κατοίκου. Μαζί του ήταν και δύο ακόμη ιερείς. Το σπίτι μετατράπηκε σε εκκλησάκι και ιατρείο όπου δεχόταν τους ασθενείς.
Εδώ και πάλι θα ανοίξουμε παρένθεση. Εκείνη την εποχή, εκατομμύρια κρατούμενοι οδηγήθηκαν στην τούντρα, στον παγωμένο βορά. Εδώ τα χιόνια δεν λιώνουν εντελώς ούτε το καλοκαίρι, που κρατάει 2-3 εβδομάδες. Οι κρατούμενοι θα έπρεπε να κτίσουν από το μηδέν καινούργιες πόλεις, να φτιάξουν εργοστάσια, δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές στο πουθενά. Οι θερμοκρασίες φτάνουν το -60 και όταν φυσάει η κατάσταση είναι ανυπόφορη. Οι κατάδικοι πέθαιναν σωρηδόν. Ο τόπος είναι σπαρμένος από τα σώματα των καταδίκων. Μέχρι σήμερα από τα βουνά, όπου υπήρχαν ορυχεία, όταν λιώνουν τα χιόνια και τρέχουν τα νερά, το έδαφος βγάζει ανθρώπινα οστά. Οι νεκροί αμέτρητοι, κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει. Στην πόλη Νορίλσκ που κτίστηκε από κρατούμενους στη δεκαετία του ’30, έχει δημιουργηθεί «Ο Γολγοθάς του Νορίλσκ», με πολλούς σταυρούς και μνημεία διαφόρων εθνοτήτων, για να θυμίζουν τα μαρτύρια αυτών των ανθρώπων. Και στις γύρω πόλεις κάποια μικρά μουσεία μας μεταφέρουν στην τραγική αυτή εποχή.
Αυτήν σχεδόν την πορεία ακολούθησε και ο Άγιος Λουκάς. Το ταξίδι πάνω από 400 χιλιόμετρα θα έπρεπε να γίνει με έλκηθρο. Ήταν ένα ταξίδι οδυνηρό, μέσα στην καρδιά του χειμώνα. Το κρύο φοβερό. Το σκοτάδι φρικτό. Πρώτος σταθμός η Σελιβάνιχα, ένα μικρό χωριό. Συνέχισε το ταξίδι πάνω στον ποταμό Γενισέι. Πέρασαν τον Βόρειο Πολικό κύκλο. Έφτασαν στο χωριό Πλάχινο, που είχε 15 κάτοικοι. Του έδωσαν ένα δωμάτιο σ’ ένα ξύλινο σπιτάκι. Γύρω-γύρω ο πάγος. Τόσο είναι το κρύο που εκεί δεν μπορούν να ζήσουν πουλιά. Η μικρή ξύλινη σόμπα δεν επαρκούσε. Το νερό στον κουβά πάγωνε. Όταν, δε, φυσούσε η κατάσταση ήταν απελπιστική. Έμεινε στο Πλάχινο περίπου δυόμισι μήνες. Μόνο η χάρη του Θεού τον κράτησε ζωντανό.
Τον Μάρτιο ο διοικητής της CK έστειλε και πάλι το έλκηθρο για να τον φέρουν πίσω. Στο Τουρουχάνσκ πέθανε κάποιος ασθενής αβοήθητος. Ο κόσμος επαναστάτησε και απαίτησε ο επίσκοπος-γιατρός να γυρίσει πίσω. Έτσι βρέθηκε πάλι στο Τουρουχάνσκ και συνέχισε ανενόχλητος πλέον την εργασία του στο νοσοκομείο και το μοναστήρι.
Πλησίαζε ο χρόνος για να λήξει η ποινή του. Περίμενε με αγωνία. Έβλεπε τα ποταμόπλοια να φεύγουν με τους κρατούμενους αλλά τον ίδιο δεν τον καλούσαν. Τέλος Αυγούστου σταμάτησαν τα δρομολόγια γιατί το ποτάμι πάγωσε και θα έπρεπε να περιμένει το επόμενο καλοκαίρι. Τελικά τον απελευθέρωσαν το Νοέμβριο του 1925. Τώρα πλέον θα ήταν αναγκασμένος να ταξιδέψει με έλκηθρο πάνω στον παγωμένο Γενισέι. Το ταξίδι δύσκολο και επικίνδυνο. Συνολικά διένυσαν περίπου 2000 χιλιόμετρα. Έφτασε στο Κρασνογιάρσκ κι έπειτα αναχώρησε με τραίνο για την Τασκένδη.
Ο Άγιος Λουκάς έβλεπε αυτό το δράμα, τις εκατόμβες των νεκρών, χωρίς να μπορεί να προσφέρει κάτι. Λίγο καιρό μετά τον μετέφεραν στο νοσοκομείο του Κότλας και του επέτρεψαν να χειρουργεί γιατί οι ανάγκες ήταν πολλές. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ακολούθησε νέα μεταγωγή. Με ποταμόπλοιο μέσω του ποταμού Ντβίνα μεταφέρθηκε στον Αρχάγγελο. Είναι μια από τις βορειότερες πόλεις της Ρωσίας. Τότε είχαν στείλει χιλιάδες κρατούμενους και ταλαιπωρήθηκε πολύ να βρει σπίτι. Οι εξόριστοι τουρτούριζαν στους δρόμους, τα σπίτια δεν επαρκούσαν. Ο ίδιος βρήκε τελικά ένα δωμάτιο σ’ ένα μεγάλο σπίτι, όπου έμεναν και άλλοι εξόριστοι. Οι αρχές του επέτρεψαν να χειρουργεί στο νοσοκομείο αλλά αντιμετώπισε τη ζήλια των συναδέλφων του. Εκκλησιαζόταν στην εκκλησία του κοιμητηρίου, αλλά και εδώ τον έβλεπαν καχύποπτα.
Το 1933 εκδόθηκε το περίφημο βιβλίο του, «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων» και υπέγραψε, «Επίσκοπος Λουκάς». Το βιβλίο αυτό έγινε δεκτό με ενθουσιασμό και γνώρισε αλλεπάλληλες εκδόσεις. Ο καθηγητής Πολιανώφ δήλωσε τότε: «Δεν υπάρχει στη χώρα μας άλλο παρόμοιο βιβλίο με τόσες γνώσεις χειρουργικής και με τόση αγάπη για τον άνθρωπο».
Η περίοδος του ’30 είναι η εποχή της παντοδυναμίας του Στάλιν. Το αρχιπέλαγος γκουλάγκ βρισκόταν στο ζενίθ. Εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονταν στα στρατόπεδα και δούλευαν στα καταναγκαστικά έργα. Στο Μπελομόρ-κανάλ δούλευαν πάνω από 300.000 άνθρωποι για να ανοίξουν μια διώρυγα 280 χιλιομέτρων, σκάβοντας με πρωτόγονα μέσα σε έδαφος από γρανίτη. Τουλάχιστον 100.000 πέθαναν ενώ άλλοι σακατεύτηκαν. Το 1936 η τρομοκρατία είχε φτάσει στα ύψη. Στη Μόσχα γίνονταν οι περίφημες δίκες της Μόσχας, όπου εξοντώνονταν οι πρωτεργάτες της επανάστασης. Οι συλλήψεις αθώων πολιτών είχαν πάρει τη μορφή επιδημίας. Και βέβαια ο επίσκοπος Λουκάς θεωρείται ύποπτος.
Ένα βράδυ του 1937 μπήκαν στο σπίτι του οι κομισάριοι και τον συνέλαβαν. Απ’ έξω περίμενε ο μαύρος κόρακας που τον οδήγησε στις φυλακές Τασκένδης. Η κατηγορίες ήταν ότι ως γιατρός σκότωνε τους ανθρώπους, ότι ετοίμαζε αντεπανάσταση και σχέδιο δολοφονίας κατά του Στάλιν. Συνελήφθησαν και πολλοί συνεργάτες του, οι οποίοι υπέκυψαν στα βασανιστήρια και κατέθεσαν εναντίον του. Ο ίδιος για να αναγκαστεί να υπογράψει, υπεβλήθη στη φοβερή, βασανιστική αλυσιδωτή ανάκριση. Στημένος σε μια καρέκλα κάτω από το φως δυνατού προβολέα, τον ανέκριναν ασταμάτητα νύχτα-μέρα, διαφορετικοί ανακριτές επί 13 μερόνυχτα.
Το 1939 τον καταδίκασαν και πάλι τρία χρόνια εξορία στη Σιβηρία. Νέο βασανιστικό ταξίδι με τραίνο για το Κρασνογιάρσκ κι έπειτα με ποταμόπλοιο στην κωμόπολη Μεγάλη Μούρτα. Εδώ παρουσιάστηκε στο νοσοκομείο και ζήτησε να του επιτρέψουν να χειρουργεί. Πράγματι τον προσέλαβαν, αλλά επειδή δεν υπήρχε άλλη θέση τον διόρισαν στη θέση της πλύστρας του νοσοκομείου. Του παραχώρησαν ένα μικρό δωμάτιο στο κτήριο του νοσοκομείου και ζούσε πολύ φτωχικά. Κι εδώ ανέπτυξε μεγάλη χειρουργική δραστηριότητα παρότι οι συνθήκες εργασίας ήταν πολύ άσχημες.
Σήμερα στη Μ. Μούρτα ζουν ακόμη άνθρωποι που τον θυμούνται με πολλή αγάπη. Στην πόλη δεν υπάρχει ακόμη εκκλησία. Οι κάτοικοι όμως ξεκίνησαν την οικοδόμηση ναού και αυτός θα αφιερωθεί στον άγιο Λουκά. Τη μέρα μάλιστα που μπήκε ο θεμέλιος λίθος μια άρρωστη γυναίκα θεραπεύθηκε θαυματουργικά από τον άγιο. Εκεί στήθηκε ο σταυρός για να θυμίζει την θαυμαστή επέμβαση του αγίου, ενώ μπροστά έχουν αφήσει την πέτρα που καθόταν η άρρωστη. Στο παγκόσμιο σκηνικό εκείνη την εποχή κυριαρχεί ο πόλεμος. Οι ορδές των Γερμανών εισβάλουν στη Ρωσία και προκαλούν τεράστιες καταστροφές και αμέτρητα θύματα. Ολόκληρη η χώρα δοκιμάζεται σκληρά.
Αντιμετώπιζε κι εδώ τις καχυποψίες των συναδέλφων, τη συνεχή παρακολούθηση της KGB. Κατοικία του ήταν ένα στενό υγρό δωμάτιο στο νοσοκομείο. Αντιμετώπιζε ακόμη την περιφρόνηση των ανωτέρων. Τον θεωρούσαν πολίτη β’ κατηγορίας και του απαγόρευαν να τρώει στο εστιατόριο του στρατιωτικού νοσοκομείου.Πολλές μέρες έμενε νηστικός. Κάποιες νοσοκόμες που τον λυπόνταν, του πήγαιναν κρυφά λίγο φαγητό. Ποτέ δεν τον άκουσαν να παραπονεθεί. Υπέμεινε τα πάντα με πολλή πίστη στο Θεό. Σ’ ένα από τα γράμματά του έγραφε στο γιό του: «Αγάπησα το μαρτύριο, το οποίο τόσο παράξενα καθαρίζει την ψυχή».
Οι αρχές θορυβούνται. Αναγνωρίζουν το τεράστιο επιστημονικό, κοινωνικό, πατριωτικό έργο του, αλλά δεν μπορούν να ανεχθούν τα κηρύγματα και το ποιμαντικό του έργο. Πολλές φορές τον καλούν σε επιστημονικά συνέδρια ή στο πανεπιστήμιο, ζητούν όμως να μην προσέρχεται με το ράσο του και το εγκόλπιο του. Ο ίδιος δεν υποχωρεί, και δείχνει να μην φοβάται πλέον. Μέσα σε δύο χρόνια οι άνθρωποι του Ταμπώφ τον υπεραγάπησαν. Κι εδώ τα ίχνη που άφησε είναι ανεξίτηλα.
Σήμερα το Γενικό νοσοκομείο της πόλης φέρει το όνομά του. Στο προαύλιο έχει στηθεί η προτομή του, ενώ δίπλα στο μουσείο Ιατρικής ιστορίας, ένα μεγάλο τμήμα του μουσείου είναι αφιερωμένο στον άγιο Λουκά.
Παρόλο το φόρτο εργασίας, συμμετέχει στις συνόδους του Πατριαρχείου Μόσχας. Το 1946 θα έλθει επιτέλους η αναγνώριση. Κάποιοι κομματικοί συκοφάντησαν τον άγιο στον Στάλιν και ζήτησαν να εκτελεστεί. Ο Στάλιν έξω φρενών τους έβρισε χυδαία και κατέληξε: «Αυτούς τους ανθρώπους δεν μπορούμε πλέον να τους εκτελούμε, αλλά να τους τιμούμε». Και πράγματι, ο άγιος Λουκάς θα τιμηθεί με το μεγαλύτερο κρατικό βραβείο, το 1° βραβείο Στάλιν ανάμεσα σε δεκαπέντε επιστήμονες. Η τελετή έγινε στη Μόσχα. Ήταν παρόντες όλοι. Ο μόνος που έλειπε ήταν ο άγιος Λουκάς, γιατί δεν είχε τα χρήματα να πάρει το εισιτήριο του τραίνου. Το βραβείο συνοδευόταν από 200.000 ρούβλια. Έστειλε τότε τηλεγράφημα στον Στάλιν, παρακαλώντας τα χρήματα αυτά να μοιραστούν στα ορφανά του πολέμου.
Η καθημερινή του ζωή ήταν πλήρης. Ξυπνούσε πολύ πρωί και έκανε την ακολουθία του για 2-3 ώρες. Έπειτα διάβαζε ένα απόσπασμα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ακολούθως πήγαινε στο γραφείο του και ασχολείτο με τις υποθέσεις της Αρχιεπισκοπής. Το απόγευμα δεχόταν τους ασθενείς πάντα δωρεάν.
«Έχω πολύ περισσότερες στεναχώριες από σένα που επισπεύδουν το τέλος μου… Γενικά η κατάσταση στον εκκλησιαστικό χώρο γίνεται αφόρητη».
Κάποια μέρα γύρισε και είπε στην ανιψιά του: «Άραγε στην κηδεία μου θα θας αφήσουν να μου ψάλλετε το Αγιος ο Θεός;». Η ανιψιά του δεν κατάλαβε τι εννοούσε. Το κατάλαβε τη μέρα της κηδείας.
Όλος αυτός ο λαός ήθελε να κάνει μια μεγαλοπρεπή κηδεία και να μεταφέρει το σκήνωμά του μέσα από τον κεντρικό δρόμο της Συμφερούπολης. Όμως την ημέρα της κηδείας ήλθε επείγον τηλεγράφημα από τη Μόσχα που απαγόρευε την εκφορά του νεκρού από τους κεντρικούς δρόμους.
Όσοι ήθελαν να συμμετάσχουν θα έπρεπε να μπουν σε λεωφορεία δωρεάν και να πάνε από περιφερειακούς δρόμους μέχρι το κοιμητήριο. Απαγόρευε δε οποιαδήποτε ψαλμωδία. Μέσα σε τρία λεπτά όλα θα έπρεπε να τελειώσουν και ο νεκρός θα έπρεπε να βρίσκεται στον τάφο.
Ετάφη στο κοιμητήριο των Αγίων Πάντων και από τότε ο τάφος του έγινε κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Αμέτρητα τα θαύματά του. Έτσι το 1996 η Ρωσική εκκλησία προέβη στην επίσημη αγιοκατάταξη. Το Μάρτιο του 1996 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του από τον Αρχιεπίσκοπο Κριμαίας Λάζαρο και τους ιερείς του. Κατά την ανακομιδή μια γλυκιά ευωδία απλώθηκε στην περιοχή.Ανάμεσα στα λείψανά του βρέθηκαν άφθαρτα η καρδιά του, ο εγκέφαλος, τα μάτια, οι πνεύμονες.
Στις 20 Μαρτίου 1996 το λείψανο του με τη συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων μεταφέρθηκε στο ναό της Αγίας Τριάδας Συμφερουπόλεως. Το 2001 τοποθετήθηκαν σε ωραιότατη ασημένια λάρνακα δωρεά από την Ελλάδα.
To 1997 μπροστά από το νοσοκομείο της Συμφερούπολης τοποθετήθηκε το άγαλμά του από τον Αρχιεπίσκοπο Λάζαρο, ενώ το 2005 η προτομή του στην Ιατρική Σχολή, όπου χτίζεται ναός του Αγίου Λουκά.
Ανήμερα τελείται η πανηγυρική θεία λειτουργία και η λιτανεία του ιερού λειψάνου του.
Ναζάρ Στανιντσένκοφ: Κόπηκαν τα δάκτυλά μου, με προσευχή στον Άγιο …ξαναφύτρωσαν και συνέχισα ως πιανίστας
Το ενδιαφέρον στρέφεται στον διακεκριμένο πιανίστα Ναζάρ Στανιντσένκοφ που περιγράφει την βιωματική του περιπέτεια και το θαύμα που έζησε.
Ακούστε την ηχογραφημένη εκπομπή από τον ραδιοφωνικό σταθμό 91,2 FM «Πειραϊκή Εκκλησία». (διάρκεια: 54′34″, μέγεθος: 12,4 MB).
«Πριν από επτά χρόνια πήγα στην θάλασσα για να παραθερίσω στην γιαγιά μου και κάποια μέρα βγήκα από το σπίτι για να παίξω, δεν πρόσεξα και η πόρτα έκλεισε και μου έπιασε μέσα τα δάχτυλα. Μου κόπηκαν οι ονυχοφόροι φάλαγγες. Εγώ έκλαιγα και φώναζα μου «κόπηκαν τα δάχτυλα, πως θα ξαναπαίξω πιάνο»; Πήγαμε στο νοσοκομείο και ο γιατρός δεν μπορούσε να κάνει κάτι, απλώς έραψε τα τραύματα. Μετά από λίγες μέρες μια γιαγιά μας μίλησε για τον Άγιο Λουκά.
Πήγαμε στην Συμφερούπολη προσκυνήσαμε τα λείψανα του Αγίου, εγώ πήρα λάδι και εικόνα του Αγίου και κάθε βράδυ προσευχόμουν, άγιε Λουκά δεν ξέρω τι θα κάνεις, εγώ θέλω να ξαναπαίξω πιάνο, εσύ γιατρός θα ξέρεις. Έβαζα κάθε βράδυ την εικόνα και το λάδι στο χέρι μου. Έπειτα από ένα μήνα τα δάχτυλα ξαναφύτρωσαν, βγήκαν και τα νύχια, άρχισα πάλι το πιάνο. Σε πέντε μήνες έδωσα εξετάσεις στο πιάνο και πήρα το πρώτο βραβείο. Ευχαριστώ τον Άγιο Λουκά για το μεγάλο αυτό δώρο που καθόρισε την ζωή μου».
The Miracle of Saint Luke of Simferopol for the Young Pianist Nazar
Nazar Stanintsenkov, a young distinguished pianist, described a miracle which occurred for him on a radio interview for the Greek program Peraiki Ekklesia. Below is his personal account:
Seven years ago I went to the beach to spend the summer with my grandmother, and one day I left the house to go play. I wasn’t paying attention, so when the door shut it caught my fingers inside. My phalanx bones were cut off. I was crying and screaming: “My fingers are cut off, how will I ever play the piano again?” We went to the hospital and the doctor couldn’t do anything, except stitching the wounds. After a few days a grandmother spoke to us about Saint Luke. We went to Simferopol and venerated the relics of the Saint. I took oil from the icon of the Saint and every night prayed: “Saint Luke, I don’t know what you will do, but I want to play the piano again. You are the doctor, so you know how.” Every night I applied the icon and oil to my hand. After one month my fingers began to grow back, even the nails came out, and I began again to play the piano. In five months I completed my exams in piano and got first prize. I thank Saint Luke for his great gift which he set for my life.
Translated by John Sanidopoulos
ΠΗΓΗ.ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ.
———————————————————————————————————————————————————————
3.Θαύμα του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον μικρό Ηλία.
Ο μικρός Ηλίας στα χέρια του π. Σωσιπάτρου |
Στις 9 Μαΐου 2009 ο σύζυγός μου Γ.Χ., 42 ετών, είχε πάει στο σπίτι μας στο χωριό για κάποιες επιδιορθώσεις. Εκεί έχασε τις αισθήσεις του και όταν συνήλθε ένιωθε μεγάλη αδυναμία. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Λεμεσού, όπου έγινε αξονικός και φάνηκε ότι υπήρχε ρήξη ανευρύσματος ανιούσης αορτής. Όταν πήγαμε στις πρώτες βοήθειες, η γιατρός που τον είχε εξετάσει μας εξήγησε ότι η κατάστασή του ήταν κρίσιμη και έπρεπε να μεταφερθεί σε ιδιωτική κλινική για μια πολύ λεπτή επέμβαση από αγγειοχειρούργο, μιας και το τοπικό νοσοκομείο δεν είχε γιατρό αυτής της ειδικότητας.
Ο γιατρός της ιδιωτικής κλινικής όμως απουσίαζε σε συνέδριο στο εξωτερικό κι έτσι κρίθηκε απαραίτητο να μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Στο δρόμο επικοινώνησα τηλεφωνικά με την οικογενειακή μας γιατρό, η οποία προσπάθησε να με καθησυχάσει, τονίζοντάς μου ότι οι γιατροί θα μας λένε πάντα το χειρότερο σενάριο, γι’ αυτό κι εμείς δε θα έπρεπε να απελπιστούμε, ούτε να χάσουμε την πίστη μας.
Όταν φτάσαμε, γύρω στις 11 το βράδυ, μας υποδέχτηκε ο αγγειοχειρούργος, επικεφαλής της ομάδας που θα διενεργούσε την εγχείριση και μας παρέθεσε τα στατιστικά στοιχεία για περιπτώσεις όπως αυτήν του συζύγου μου. Από αυτούς που παθαίνουν ρήξη ανιούσης αορτής το 50% καταλήγει σε θάνατο πριν καν φτάσει στο νοσοκομείο. Από το υπόλοιπο 50% που υποβάλλεται σε εγχείριση μόνο το 1% – 2% βγαίνουν από το χειρουργείο ζωντανοί. Μας πρότεινε να πάμε σε ιδιωτική κλινική στη Λ., με έξοδα του κράτους, όπου εργαζόταν άλλος αγγειοχειρούργος με περισσότερη πείρα από τον ίδιο. Όταν όμως επικοινώνησε με την κλινική τον ενημέρωσαν ότι ο συνάδελφος του συμμετείχε και εκείνος στο συνέδριο.
Μας επέτρεψαν να δούμε το Γ. για μερικά λεπτά προτού μεταφερθεί στο χειρουργείο. Μόλις βγήκαμε από το θάλαμο προετοιμασίας, ξαναπήρα τηλέφωνο τη γιατρό μας και της επανέλαβα αυτά που μας είχε πει ο αγγειοχειρούργος. Με καθησύχασε και μου μίλησε για το νέο άγιο Λουκά τον ιατρό, το ρώσο. «Μην ανησυχείς», μου είπε, «να προσεύχεστε στον άγιο Λουκά, που είναι χειρούργος, να βοηθήσει το γιατρό που θα τον χειρουργεί. Θα προσεύχομαι κι εγώ». Πρώτη φορά άκουγα για τον άγιο αυτό.
Να σημειώσω εδώ ότι ήμουν τότε 6 μηνών έγκυος το τέταρτο μας παιδί. Αμέσως έταξα το μωρό στον άγιο Λουκά και παρακαλούσα με όλη μου τη δύναμη να την αξιώσει να γνωρίσει τον πατέρα της.
Η επέμβαση άρχισε τα μεσάνυχτα Σαββάτου προς Κυριακή και μας ενημέρωσαν ότι θα ήταν πολύωρη. Μια νοσοκόμα, γνωστή της πεθεράς μου, αναγνώρισε το Γ. και κάθε τόσο έβγαινε από το χειρουργείο και μας ενημέρωνε για την πορεία της εγχείρισης. Στις 7 το πρωί της Κυριακής, όταν η επέμβαση έφτανε προς το τέλος, βγήκε ο γιατρός ιδρωμένος και μας είπε ότι ενώ όλα είχαν πάει καλά μέχρι εκείνο το σημείο, είχε αρχίσει αιμορραγία και δεν μπορούσαν να την ελέγξουν. «Αν δεν σταματήσει η αιμορραγία, θα τον χάσουμε», μας είπε χαρακτηριστικά. «Εμείς κάναμε ό,τι έπρεπε και ό,τι μπορούσαμε. Από δω κι εμπρός, μόνο ο Θεός».
Πήραμε τηλέφωνο συγγενείς και φίλους και τους παρακαλέσαμε να πάνε στη λειτουργία και να κάνουν παράκληση για το Γ. Δόξα τω Θεώ, μετά από τρία τέταρτα, ξαναβγήκε η νοσοκόμα και μας είπε ότι κατάφεραν να σταματήσουν την αιμορραγία και ετοιμάζονταν να τον μεταφέρουν στην εντατική, όπου θα παρέμενε διασωληνωμένος και σε καταστολή για περίπου μια βδομάδα.
Έφυγα από το νοσοκομείο και πήγα σε ένα συγγενικό μας σπίτι, για να κάνω ένα ντους και να ξεκουραστώ λίγο. Πήρα ξανά τηλέφωνο τη γιατρό μας και την ενημέρωσα για το θαύμα. Μου είπε ότι όλο το βράδυ προσευχόταν και άκουγε τον άγιο Λουκά να της λέει: «Πλύσου κι έλα να με βοηθήσεις. Χρειάζομαι τις προσευχές όλων σας».
Επέστρεψα στο νοσοκομείο το μεσημέρι και έξω από την εντατική επικρατούσε αναβρασμός. Η πεθερά μου κλαμένη μου λέει: «Βγήκε ο γιατρός πριν λίγο, μας είπε ότι άνοιξε πάλι αιμορραγία και θα ξαναμπούν στο χειρουργείο». Νέα επέμβαση άλλες πέντε ώρες. Με τη βοήθεια του Θεού, όλα πήγαν και πάλι κατ’ ευχήν και είχαμε το δεύτερο θαύμα.
Την επόμενη μέρα πήγαμε στο γραφείο του γιατρού να τον ευχαριστήσουμε. Μας είπε ξανά, τονίζοντας τις λέξεις:
«Δεν είναι εμένα που πρέπει να ευχαριστήσετε, αλλά το Θεό, που λυπήθηκε τα παιδιά του».
Όπως προανέφερα, ο Γ. θα έπρεπε να μείνει σε καταστολή για μια βδομάδα, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος νέας αιμορραγίας. Όταν πέρασαν πέντε έξι μέρες, οι γιατροί άρχισαν τις προσπάθειες να μειώσουν τη δόση των κατασταλτικών, για να μπορέσει να «ξυπνήσει». Όμως κάθε φορά που προσπαθούσαν, η αναπνοή του γινόταν ακανόνιστη και ανέβαινε η πίεσή του. Έτσι αναγκάζονταν να συνεχίσουν τη χορήγηση των κατασταλτικών. Ο διευθυντής της εντατικής μας κάλεσε στο γραφείο του και μας είπε ότι οι ενδείξεις ήταν αρνητικές και πιθανότατα υπήρχε κάποια εγκεφαλική βλάβη. Έγινε αξονική τομογραφία και πράγματι φάνηκε ότι υπήρχε έμφρακτο στη δεξιά μέση εγκεφαλική αρτηρία, αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση και μετατόπιση της μέσης γραμμής του εγκεφάλου με κίνδυνο να υποστεί ζημιά και το αριστερό ημισφαίριο.
Κλήθηκε νευροχειρουργός, ο οποίος έκανε καθετηριασμό και τοποθέτησε όργανο για συνεχή μέτρηση της ενδοκρανιακής πίεσης. Αρχικά οι γιατροί προσπάθησαν να ελέγξουν την ενδοκρανιακή πίεση με φαρμακευτική αγωγή.
Στην ενημέρωσή μας από τους εντατικολόγους μας λέχθηκε ότι η κατάσταση ήταν και πάλι κρίσιμη. Όπως μας εξήγησαν, ο Γ. είτε θα παρέμενε όπως ήταν (δηλαδή φυτό και θα ζούσε με μηχανική υποστήριξη), είτε θα χειροτέρευε και θα πέθαινε. Όταν ρωτήσαμε αν υπήρχε περίπτωση να βελτιωθεί, η απάντηση των γιατρών ήταν μόνο με θαύμα.
Ζητήσαμε από τον ιερέα του νοσοκομείου να κάνει ευχέλαιο και παράλληλα κάναμε και παράκληση στο παρεκκλήσιο του αγίου Λουκά στο χωριό Ερήμη. Ο ιερέας μας έδωσε βαμβάκι που σταύρωσε στα λείψανα του αγίου και σταυρώσαμε με αυτό το Γ.
Ξημερώματα της 21ης Μαΐου μου τηλεφώνησε ο νευροχειρουργός για να μου πει ότι ήταν αδύνατο πλέον να ελεγχθεί φαρμακευτικά η ενδοκρανιακή πίεση και, μπροστά στον κίνδυνο θανάτου ή εκτεταμένης εγκεφαλικής βλάβης, ήταν υποχρεωμένος να ζητήσει τη συγκατάθεσή μου για να προχωρήσει σε κρανιοεκτομή. Του την έδωσα και ξεκινήσαμε για το νοσοκομείο.
Μετά την επέμβαση-κρανιοεκτομή ο Γ. θα έπρεπε να συνεχίσει να παραμένει σε καταστολή για άλλη μια βδομάδα, ώστε να αποφευχθεί μια νέα αιμορραγία, στο κρανίο αυτή τη φορά. Τότε επικοινώνησε μαζί μας στενό συγγενικό μας πρόσωπο και μας είπε ότι στην εκκλησία των Αγίων Πάντων στη Μακεδονίτισσα, στη Λευκωσία, υπάρχει τεμάχιο από το ιερό λείψανο του αγίου Λουκά και έχει κάποιο γνωστό της θεολόγο, ο οποίος ζήτησε από τον ιερέα να φέρει στην εντατική το λείψανο και να κάνει παράκληση. Πράγματι, το Σάββατο πριν τον εσπερινό ήρθαν ο ιερέας και ο θεολόγος, έκαναν παράκληση στον άγιο Λουκά και ο ιερέας σταύρωσε το Γ. με το λείψανο.
Από το απόγευμα εκείνο η κατάσταση του Γ. άρχισε να παρουσιάζει σταθερή βελτίωση. Σταμάτησε η χορήγηση κατασταλτικών και άρχισε σιγά σιγά να έχει και πάλι επαφή με το περιβάλλον. Σε δέκα μέρες μπορούσε να τρώει μαλακά φαγητά και αφαιρέθηκε ο στοματογαστρικός σωλήνας, οπότε μπόρεσε και να κοινωνήσει των αχράντων μυστηρίων.
Συνολικά ο Γ. παρέμεινε στην εντατική για σαράντα μέρες. Μετά μεταφέρθηκε στο θάλαμο του αγγειοθωρακοχειρουργικού για άλλες δέκα μέρες και στη συνέχεια σε κέντρο αποκατάστασης. Εκεί παρέμεινε για πέντε σχεδόν μήνες, ακολουθώντας πρόγραμμα εντατικής φυσιοθεραπείας, για να αντιμετωπιστεί η αριστερή ημιπληγία, συνεπεία της βλάβης στη δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου, και να μπορέσει να σηκωθεί από το αναπηρικό καροτσάκι.
Επέστρεψε στο σπίτι στις 4 Δεκεμβρίου 2009. Σήμερα μπορεί να περπατά στηριγμένος σε μπαστούνι και να αυτοεξυπηρετείται. Στο μεσοδιάστημα, τον Αύγουστο, γεννήθηκε και η Λουκία μας. Η χάρη του Θεού και του αγίου Λουκά επέτρεψε στο Γ. να χαίρεται τα τέσσερα παιδιά μας και στα παιδιά να συνεχίσουν να μεγαλώνουν μαζί με τον πατέρα τους.
Κλείνοντας, θέλω να σημειώσω τα λόγια που είπε ο νευροχειρουργός στον κουμπάρο μας, όταν τον συνάντησε, λίγο πριν βγει ο Γ. από την εντατική:
«Κάθε φορά που περνώ από αυτό το κρεβάτι ανατριχιάζω, γιατί αυτός ο άνθρωπός πέθανε και αναστήθηκε τρεις φορές».
Αγιος Λουκας ο Ιατρος ενα αφιερωμα σε εναν συγχρονο Αγιο from john koukourakis on Vimeo.