Επικοινωνήστε μαζί μας στο εμαιλ: filoumenosgr@ hotmail.gr

ΑΡΧΙΜ. ΣΑΒΒΑ ΑΧΙΛΛΕΩΣ ”ΜΑΓΕΙΑ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ”

– – – – – – – – – – – –

ΑΡΧΙΜ. ΣΑΒΒΑ ΑΧΙΛΛΕΩΣ

”ΜΑΓΕΙΑ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΟΣ
ΚΑΙ
ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ”

[…]

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ’

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ
ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΥΠΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ;
ΔΙΑΤΙ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΤΟΥΤΟ ΥΠΟ
ΤΟΥ ΘΕΟΥ; ΤΑ ΑΙΤΙΑ. ΣΗΜΕΙΑ
ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ. ΤΡΟΠΟΙ
ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΕΩΣ ΚΑΙ
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ.

1. Τι εννοούμεν, όταν λέγωμεν ΚΑΤΑΛΗΨΙΝ;

Εις τας σφοδράς και αιματηράς μάχας των πολέμων επισημαίνονται πάντοτε υπό του εχθρού υψώματα, κόμβοι ανεφοδιασμού, σημεία στρατηγικής σημασίας, που συμβάλλουν εις τας νικηφόρους και αποτελεσματικάς εκβάσεις των πολέμων. Ο εχθρός καταβάλλει πάσαν στρατηγικήν τέχνην, καταστρώνει σχέδια, επιχειρεί εφόδους με σκοπόν την ΚΑΤΑΛΗΨΙΝ, δηλαδή την κυριαρχίαν, την εξουσίαν του στρατηγικού σημείου της μάχης. Πολλάκις εν ύψωμα δυνατόν να στοιχίση τον θάνατον και από τις δύο πλευράς, υπερασπιστών και επιτιθεμένων, χιλιάδων στρατιωτών.

Παραδόξως το ύψωμα εκείνο δεν πίπτει εις χείρας του εχθρού. Διότι οι υπερασπισταί είναι άγρυπνοι, διατεθειμένοι να αποθάνουν έως και του τελευταίου υπερασπιστού, δια να μη παραδοθή το ύψωμα.

Αίφνης, εκεί που όλα ήσαν απόρθητα, απο μίαν αιτίαν προδοσίας ή απροσεξίας ο εχθρός εισέρχεται εις το απόρθητον μέρος και επιτυγχάνεται η κατάληψίς του. Τούτο συνέβη, δια να αναφερθώμεν μόνον εις ένα παράδειγμα, εις την κατάληψιν της Τροίας. Τα τείχη ήσαν απόρθητα, ο εχθρός όμως πονηρός. Κατεσκεύασεν ομοίωμα ίππου, και εντός του ξυλίνου ομοιώματος εκρύβησαν στρατιώται. Αυτοί επέτυχαν την κατάληψιν της Τροίας εις ώραν απροσδόκητον, όταν οι υπερασπισταί μεθυσμένοι έπεσαν αναίσθητοι εις ύπνον.

Παρομοίαν πανουργίαν χρησιμοποιεί ο παμπόνηρος και παγκάκιστος εχθρός της ψυχής μας, ο διάβολος.

2. Τα αίτια της καταλήψεως.

Υπάρχουν αίτια πολλά, δια τα οποία γίνεται η κατάληψις του σώματος του ανθρώπου υπό του διαβόλου. Ας εξετάσωμε τας περιπτώσεις κατά σειράν.

– Εις τα βρέφη.

Με πολύν πόνον και αφάνταστον ψυχικήν οδύνην παρακολουθούμεν δοκιμαζομένους γονείς να φέρουν τα βρέφη των εις τον Χριστόν. Αυτά είναι ανεύθυνα. Δεν εγνώρισαν την αμαρτίαν. Δεν ενεπλάκησαν εις τας παγίδας του διαβόλου. Πλην όμως ο παγκάκιστος και παμπόνηρος εχθρός επέτυχε την κατάληψιν του βρεφικού σώματος.

Το μικρόν βρέφος εις ολίγους μήνας, μετά την γέννησίν του, παρουσιάζει συμπτώματα ανησυχητικά. Ξαφνικά πετάγεται από τον ύπνον του. Σηκώνεται φοβισμένο και τρέχει να κοιμηθή πλησίον των γονέων του. Η καρδία του βρέφους κτυπά ακανόνιστα, με μεγάλην ταχύτητα. Ομολογεί, οτι είδε μαύρον άνθρωπον με κέρατα, με ουρά, νύχια, άγριο πρόσωπο. Άλλοτε οτι είδε ένα μεγάλο σκύλο, όφιν, ζώα και άλλα πολλά. Άλλοτε πίπτει αναίσθητο, κτυπιέται, τρέμει, εκβάλλει αφρούς από το στόμα του, μένει ακίνητο, κιτρινίζει το χρώμα του προσώπου του, ομοιάζει με νεκρό. Τέλος άρχονται τα σημεία τα ασυνήθιστα και πρωτοφανή. Το παιδί των ολίγων εβδομάδων ή ολίγων μηνών, του ενός, των δύο, των τριών, των επτά ετών χάνει ξαφνικά την φωνήν του. Παραμένει άλαλο. Αναβαίνει εις τα καθίσματα και τα έπιπλα της οικίας. Επιτίθεται κατά των αγίων εικόνων, τας καταρρίπτει επί του εδάφους, τας καταπατεί. Αποφεύγει να αντικρίση την Εκκλησίαν, φοβάται τους ιερείς, το λιβάνι του είναι αποκρουστικό, τα ιερά και τα άγια του είναι μισητά και τα αποστρέφεται.

Ανήσυχοι οι γονείς καταφεύγουν εις τους ιατρούς και τα φάρμακα. Τα αποτελέσματα δεν είναι ευχάριστα. Το παιδί, το βρέφος, από ημέρας είς ημέραν χειροτερεύει. Ξαφνικά κυρτώνουν τα χέρια και λαμβάνουν σχήμα κλειστής αγκάλης. Δεν ανοίγουν. Τα πόδια μαζεύονται και ακουμβούν τα γόνατα εις το στήθος και δεν μετακινούνται κατ’ ουδένα τρόπον. Το κεφάλι παραμένει ακυβέρνητο και αστήρικτο. Το στόμα είναι διαρκώς ανοικτό και σάλια τρέχουν διαρκώς από το στόμα του βρέφους. Οι οφθαλμοί του στριφογυρίζουν διαρκώς, ακαταπαύστως, και εκ του στόματος εξέρχεται φωνή ζώου, γάτας, σκύλου, κουκουβάγιας, βατράχου, αλεπούς, τσακαλιού, χοίρου και άλλων ζώων.

Οι ευσεβείς επιστήμονες παραπέμπουν τους γονείς εις την Εκκλησίαν. Οι αδαείς περί τα θεία ή απιστούντες δι’ αυτά καταλήγουν, οτι το βρέφος έχει σχιζοφρένειαν!

Ποία όμως τα αίτια όλης αυτής της καταστάσεως;

Οι μαθηταί του Κυρίου ευρισκόμενοι εις απορίαν προ του θεάματος του εκ γενετής τυφλού ηρώτησαν τον διδάσκαλον:«ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος ή οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή» (Ιωάν. 9,2). Οι μαθηταί νομίζουν, οτι αιτία της τυφλώσεως είναι η αμαρτία. Ερωτούν όμως, ποίος εκ των δύο ήμαρτεν; O τυφλός ή οι γονείς αυτού; Η απάντησις του Κυρίου είναι αρνητική. «ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ’ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ» (Ιωάν. 9,3). Όπως ο Θεός επέτρεψε να γεννηθή τυφλό παιδί, έτσι επιτρέπει εις διαφόρους περιπτώσεις να δαιμονίζωνται αθώα παιδιά, δια να πιστεύουν οι άνθρωποι εις την ύπαρξιν μεταφυσικού κόσμου και να δοξάζεται ο Θεός.

Η Αγία Γραφή επισημαίνει τρεις αιτίας εις κάθε ασθένειαν:

α. Υπάρχουν περιπτώσεις ΔΟΚΙΜΑΣΙΑΣ, κατά τας οποίας ο Πανάγαθος Θεός επιτρέπει μίαν ασθένειαν δι’ ιδικούς Του σκοπούς και ανερμηνεύτους βουλάς. Ο δοκιμαζόμενος εις ουδέν πταίει. Το παράδειγμα του Ιώβ είναι μέγα. Ο Θεός επιτρέπει την δοκιμασίαν εις τον Ιώβ, δια να τον χρησιμοποιήση ως παράδειγμα υπομονής εις τας επερχομένας γενεάς. Ενώπιον του Θεού ο Ιώβ, «ην …αληθινός, άμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, απεχόμενος από παντός πονηρού πραγματος…» (Ιώβ, 1,1).

Και όμως, ο Ιώβ παιδεύεται, δοκιμάζεται, υποφέρει, παλεύει, αγωνίζεται.

Επίσης όλοι οι άγιοι, μάρτυρες και ομολογηταί της πίστεως, ενώ είναι εκλεκτοί του Θεού, όλοι δοκιμάζονται, όλοι υποφέρουν. Και λέγει δι’ αυτούς η Γραφή: «Ο Θεός επείρασεν αυτούς και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού · ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς» (Σοφ. Σολομ. 3, 5-6).

Ο σκοπός του Θεού εις τους μάρτυρας είναι η δοκιμασία της σταθερότητος τούτων εις τας ώρας του μαρτυρίου. Όπως ο χρυσός διαλύεται δια του πυρός εισερχόμενος εις χωνευτήριον και καθαρίζεται, έτσι και οι μάρτυρες
«διήλθον δια πυρός και ύδατος».
Μέγα παράδειγμα δοκιμασίας είναι επίσης ο Απόστολος Παύλος. Αυτός ο
«πρώτος μετά τον Ένα» , υποφέρει, πάσχει, δοκιμάζεται, κινδυνεύει εις τας περιοδείας του κηρύττων το Ευαγγέλιον του Χριστού. Παντού και πάντοτε μεταφέρει μετ’ αυτού τον πειρασμόν του σώματος. Δοκιμάζεται, «εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν», ομολογεί ο ίδιος, «ίνα με κολαφίζη, ίνα μη υπεραίρωμαι» (Β’ Κορ. 12,7). Σέρνει μετ’ αυτού άγγελον του σατανά. Αυτός ο διάβολος «γρονθοκοπεί» και ταλαιπωρεί τον επίγειον άγγελον του Θεού, τον κήρυκα της οικουμένης. Ανίατος η ασθένειά του, δια να μη υπερηφανεύεται. Αυτό επέτρεψεν ο Κύριος, δια τον πρώτον Του εκλεκτόν Απόστολον.

Ποίος δύναται να ερωτήση τον Θεόν, διατί εποίησας τούτο; Ανεξιχνίαστοι αι βουλαί του Θεού «τις γαρ έγνω νουν Κυρίου; ή τις σύμβουλος αυτού εγένετο;» (Ρωμ. 11, 34).

Μετά πολλής ταπεινώσεως ημείς ένα πρέπει να γνωρίζωμεν: Άπαντα όσα ο Κύριος επιτρέπει εις ημάς συνεργούν εις την σωτηρίαν της ψυχής μας.
«Οίδαμεν δε ότι τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν, τοις κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν» (Ρωμ. 8, 28).

β. Η δευτέρα περίπτωσις ασθενείας είναι η παρουσία της ΑΜΑΡΤΙΑΣ. Λόγω της αμαρτίας, την οποίαν επί σειράν ετών ειργάζετο ο άνθρωπος, επήλθεν η ασθένεια. Εις το παρελθόν ανευρίσκει ο ασθενής βάρος ποικίλης αμαρτίας. Η αμαρτία επεσώρευσεν ενοχήν εις την ψυχήν. Η χάρις του Θεού, τη συνεργεία του ιδίου του ανθρώπου, απεμακρύνθη. Ο οίκος παρέμεινεν έρημος της χάριτος του Θεού. Ο παγκάκιστος εχθρός, που παραμονεύει πάντοτε, εύρεν ευκαιρίαν και εισήλθεν, αφού έλαβεν αφορμήν απο την αμαρτίαν, την οποίαν διέπραττεν ο άνθρωπος. Ο Θεός σέβεται την ελευθερίαν του ανθρώπου και του παραχωρεί να απολαύση ό,τι ποθεί. Παρέχει την άδειαν. Και τότε γίνεται η ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ υπό του διαβόλου.

Τι γίνεται όμως με τα βρέφη; Εις αυτό η αμαρτία είναι ξένη. Διατί εισήλθεν ο διάβολος;

Αφού διαπιστωθή, οτι δεν πρόκειται περί δοκιμασίας, πρέπει να αναζητηθή η αμαρτία. Η αιτία πρέπει να αναζητηθή εις τους γονείς, εις το οικογενειακόν περιβάλλον. Πάπποι, προπάπποι, γονείς, αδελφοί αποτελούν το άμεσον οικογενειακόν δένδρον. Μεγάλην ευκαιρίαν, δια να εισέλθη ο διάβολος εις τα βρέφη και εις τα τέκνα γενικώς, αποτελούν οι εκτρώσεις, οι φόνοι δηλαδή των τέκνων, η αποφυγή της τεκνογονίας, η μοιχεία, η βλασφημία. Ο Θεός προειδοποιεί περί τούτου και λέγει:
«εγώ γαρ ειμι Κύριος ο Θεός σου, Θεός ζηλωτής, αποδιδούς αμαρτίας πατέρων επί τέκνα, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς τοις μισούσί με» (Εξ. 20,5 και 34,7).

Ο Θεός ομιλεί προς τον Μωυσήν. Τον διδάσκει δια να καθοδηγήση τον λαόν των Εβραίων. Του αποκαλύπτει, οτι η αμαρτία είναι μισητή και βδελυκτή. Και οτι έχει μακράς επιπτώσεις. Είναι δένδρον η αμαρτία, που ρίπτει μακράς σκιάς. Αι αμαρτίαι των γονέων επιτρέπει ο Θεός, και αποδίδονται εις τα τέκνα, δια να υπάρχη διπλούς ο πόνος. Και όχι μόνον των πατέρων επί τα τέκνα αυτών, αλλά και εις δευτέραν και τρίτην και τετάρτην γενεάν.

Γνωρίζω ευσεβείς γονείς, που θρηνούν και νηστεύουν και προσεύχονται δια τα δαιμονισμένα βρέφη των. Γνωρίζω και πάππους την ιδίαν ώραν να βλασφημούν τα ιερά και τα όσια και τα θεία και να απιστούν εις την παρουσίαν και την ενέργειαν του διαβόλου. Γνωρίζω και πάλιν αδελφήν να υποφέρη, να βασανίζεται απο τον διάβολον, να ξεσχίζη τας σάρκας της ο δαίμονας, και ο αδελφός να παραμένη πιστός εις τας θεωρίας του περί της μη υπάρξεως διαβόλου και της μη υπάρξεως άλλου κόσμου, παραδείσου και κολάσεως, περί μελλούσης κρίσεως και ανταποδόσεως εκάστου κατά τα έργα αυτού. Άλλος αδελφός αμαρτάνει φανερώς την ιδίαν ακριβώς στιγμήν, που η αδελφή του ανέρχεται τον ανηφορικόν δρόμον του μαρτυρίου βασανιζομένη υπό του δαίμονος και άλλος αδελφός να αδιαφορή περί του πόνου και της δοκιμασίας της αδελφής του.

Είναι άμεσος η σχέσις και έχει επιπτώσεις επί του δοκιμαζομένου το περιβάλλον της οικογενείας. Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τας οποίας, αφού εξωμολογήθη και το τελευταίο μέλος της οικογενείας αμέσως ο διάβολος απεχώρησεν απο τον δαιμονισμένον.

γ. Η τρίτη περίπτωσις της ασθενείας είναι η ΑΠΙΣΤΙΑ. Ουδείς ασθενής εθεραπεύθη υπο του Κυρίου άνευ πίστεως. Ο Κύριος επρότασσε πρώτον την πίστιν, είτα την άφεσιν της αμαρτίας και τέλος την θεραπείαν. Άνευ των τριών τούτων θεμελιωδών αρετών δεν επιτελείται θαύμα.

Η αιμορροούσα γυνή (Ματθ. 9,22), η θεραπεία των δύο τυφλών(Ματθ. 9,28), η θεραπεία της δαιμονιζομένης θυγατρός της Χαναναίας (Ματθ. 15,28), η θεραπεία του σεληνιαζομένου νέου, κατά την οποίαν κατεδίκασε την απιστίαν των μαθητών του ο Κύριος (Ματθ. 17,20), και οτιδήποτε άλλο θαύμα εποίησεν ο Κύριος επί της γης και ποιεί μέχρι σήμερον βάσιν και θεμέλιον έχει την πίστιν. Είναι φυσικώτερον να υπάρξη ουρανός άνευ αστέρων παρά να ζη άνθρωπος άνευ πίστεως, αφού και αυτοί οι δαίμονες «πιστεύουσι και φρίττουσι»

– Εις την νεότητα.

Είναι κοινή η ομολογία, ότι σήμερον η Ελληνική νεότης απεκολλήθη της Ελληνικής παραδόσεως. Παρεξέκλινεν της ευθείας οδού. Προσεκολλήθη εις ξένα και απαράδεκτα ήθη και έθιμα. Τα αποτελέσματα είναι θλιβερά. Το ποσοστόν των δαιμονιζομένων νέων είναι πολύ μεγάλο. Ευτυχώς οι πλείστοι εξ αυτών καταφεύγουν εις την Εκκλησίαν, εις την εξομολόγησιν, εις την μετάνοιαν, εις την νηστείαν, εις τας αγρυπνίας, εις τα δάκρυα.

Η μελέτη, χάριν αστειότητος, όλων των βιβλίων της μαγείας από τους νέους της σημερινής εποχής είναι σημείον ανησυχητικόν. Οι δαίμονες επί τη αναγνώσει και επικλήσει του ονόματος των παρευρίσκονται πάραυτα εις τον αναγνώστην των βιβλίων της μαγείας. Τα σημεία των δαιμονικών επικλήσεων είναι άφθονα. Θα αφήσωμεν επί τούτου να ομολογήση νεαρός μάγος, ο οποίος μετενόησεν και εξωμολογήθη την πλάνην, εις την οποίαν υπέπεσεν:

«Κατάγομαι», λέγει, «από την Αθήνα. Oι γονείς μου είναι ευσεβείς και εγώ μέχρι της ηλικίας των δώδεκα ετών εκκλησιαζόμουν τακτικώς. Ουδέποτε έλειπα από την Εκκλησίαν και πάντοτε ήμουν εις το Ιερόν Βήμα του ναού βοηθός του ιερέως».

Χαρακτηριστικόν του νεαρού μάγου είναι το ακόλουθον:

«Πάντοτε», συνέχισε να λέγη, «αγαπούσα να μελετώ το περιοδικό ”ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ”. Αχόρταγα παρακολουθούσα τα ίδια σχέδια των ”MIKY MAOYΣ” εις την τηλεόρασιν. Μίαν ημέραν, όπως περνούσα με αγωνίαν τας σελίδας αυτού του περιοδικού, μόνος μου εις το δωμάτιόν μου, ενεφανίσθησαν τρεις δαίμονες εμπρός μου. Ήμουν τότε δώδεκα ετών.

»Ο ένας από τους δαίμονας ήτο νάνος με άγριαν όψιν. Μαύρος, κατάμαυρος όπως το κατράμι. Από την απαισίαν όψιν του εξεφύτρωναν δύο κέρατα στηριγμένα επί της παμμεγέθους κεφαλής του. Ουρά μεγάλη, δύο περίπου μέτρα, δυσανάλογος του διαβολικού του σώματος, ομοίαζε με ουρά σκορπιού, που ετοιμάζεται να χύση με μανίαν το ιοβόλον δηλητήριόν του.

»Ο άλλος είχεν ένα πρόσωπον σουβλερό κατάμαυρο, όμοιο με χοίρου. Είχεν οφθαλμούς, που πέταγαν φλόγας ως πυρακτωμένος σίδηρος. Κέρατα και αυτιά όμοια με κατσίκας. Ουρά παρομοία με αλεπούς, που παραμονεύει με πονηρίαν να ξεγελάση το θύμα της. Δύο πόδια παρόμοια με κατσίκας, με τράγου.

»Και ο τρίτος ξανθός, ωραίος, ολόγυμνος, με πτέρυγας και γιγαντιαίο σώμα. Είχε κέρατα και ουράν ομοίαν με ουράν λυσσασμένου σκυλιού. Τα γυμνά του χέρια ήσαν δεμένα με επιδέσμους, ως να εξήρχετο από χειρουργείο μετά την χειρουργικήν επέμβασιν.

»Μόλις αντίκρυσα αυτό το θέαμα, ήρχισα να τρέμω ολόσωμος. Μου ήρθε να φωνάξω με όλη τη δύναμι που είχα, να ζητήσω βοήθεια, προστασίαν. Ηθέλησα να κάνω το σημείο του σταυρού αλλά δεν ημπόρεσα. Αοράτως, ως να εκτύπησε κάποιος το κέντρο του νευρικού μου συστήματος, παρέμεινα ακίνητος, παράλυτος.

»Τότε ήρχισαν από κοινού και οι τρεις να μου ομιλούν:

» – Μη φοβάσαι. Είσαι δικός μας. Αυτά, που διαβάζεις, εμείς τα βάζομε στο μυαλό εκείνων, που τα τυπώνουν σε βιβλία. Αυτά τα συνεχή μαγικά, που δείχνουν οι τηλεοράσεις, τους μάγους και τις μάγισσες, εμείς τα υποδεικνύομε, για να δαιμονίζωμε τα βρέφη και όσους τα βλέπουν. Απ’ αυτή τη στιγμή θα είμεθα κοντά σου. Δεν θα φεύγωμε, κι ας μη μας βλέπεις. Ό,τι θέλεις, να μας το ζητής και αμέσως θα το έχης.

»Αφού μου είπαν αυτά τα λόγια, ξαφνικά, ως να μαρμαρώθηκαν, ο ο ξανθός με τις πτέρυγες έπαυσε να φέρνη βόλτες μέσα εις το δωμάτιο, και σε κλάσματα δευτερολέπτου εξαφανίσθησαν.

»Εγώ δεν μπορούσα να συνέλθω. ‘Εφερνα διαρκώς εις τον νουν μου όσα μου είπαν. Τους έβλεπα διαρκώς κοντά μου με την φαντασίαν μου. Αισθανόμουν την παρουσίαν των. Το χρώμα μου άλλαξε και το αίμα μου έτρεχεν ακανόνιστα μέσα εις τας φλέβας μου.

»Αφού πέρασεν η πρώτη ημέρα και ήλθεν η δεύτερη, κατά την ιδίαν ώραν, την δωδεκάτην μεσημβρινήν, όπως ήμουν όπως και πάλιν μόνος μου, ενεφανίσθησαν και πάλιν εμπρός μου οι τρεις δαίμονες.

»Μου επανέλαβαν, οτι είμαι δικός τους και να μη φοβούμαι. Δεν θα με αποχωρισθούν ποτέ. Ό,τι τους ζητήσω, θα μου το δίδουν αμέσως. Παρέμειναν και πάλιν τόσην ώραν, όσην την προηγουμένην ημέραν, και ξαφνικά εξηφανίσθησαν. Δεν θα ξεχάσω όμως ποτέ την παρουσίαν των. Όπου κι’ αν είχα στραμμένα τα μάτια μου, νόμιζα οτι τους έβλεπα και οτι μου έλεγαν: ”Είσαι δικός μας”.

»Αυτό εσυνεχίσθη ένα έτος ολόκληρον. Δεν είπα σε κανένα τίποτε. Έφθασα τότε στο δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας μου και ηθέλησα να εύρω μίαν εργασίαν. Οι γονείς μου με έβλεπαν καθημερινώς αλλαγμένον. Απεμακρύνθηκα αυτομάτως από την Εκκλησίαν. Όταν ήκουα την καμπάνα να κτυπά, ενόμιζα ότι μου κτυπούσανε με σίδερα την κεφαλήν. Μου ερχόταν να βρω εκείνον, που κτυπούσε αυτά τα σίδερα, και να τον πνίξω.

»Όταν έβλεπα ιερέα, τον μούτζωνα, τον έφτυνα. Όταν περνούσα από Εκκλησίαν, γύριζα το πρόσωπό μου να μη την βλέπω, και μούτζωνα την Εκκλησίαν. Ουδέποτε από τότε προσκύνησα εικόνα.

»Αποστρεφόμουν το λιβάνι, όταν η μητέρα μου, ανήσυχη δια την απότομον μεταβολήν μου, προσπαθούσε να με συνεφέρη με την προσευχήν της και λιβάνιζε.

»Τέλος κατώρθωσα και βρήκα μίαν εργασίαν εις ένα εργοστάσιον, που κατεσκεύαζε πόμολα δια τα έπιπλα και δι’ άλλας χρήσεις. Πάντοτε όμως, όπως εργαζόμουν, ήρχοντο οι τρεις δαίμονες και μου πίεζαν το μυαλό να τους ζητήσω κάτι, δια να μου το κάνουν αμέσως.

»Έως τότε τίποτε δεν ζητούσα. Αυτοί ζητούσαν επιμόνως συνεργασίαν μαζί μου και υποταγήν εις τας διαταγάς μου. Από την πολλήν πίεσιν, που μου έκαναν, δεν ξέρω πώς, μου ήλθε στο μυαλό να ζητήσω από τους δαίμονας να έλθουν σε καυγά το αφεντικό με τους εργάτας.

»Υπήρχαν άνδρες και γυναίκες εις την εργασίαν.

»Μόλις εζήτησα αυτό το πράγμα, εντός ολίγων λεπτών άναψε τέτοιος καυγάς μέσα εις το εργοστάσιον, που ολόκληρος η επιχείρησις σταμάτησεν αυτομάτως. Εγώ καθόμουν ήσυχος επάνω εις ένα μηχάνημα, ως να μην έβλεπα τίποτε απ’ ό,τι εγίνετο. Ένα μειδίαμα κρυφόν έφευγεν από τα χείλη μου με πολλήν προσοχήν, μη τυχόν και γίνω αντιληπτός. Την επομένην ημέραν, επειδή μου άρεσε ο καυγάς της προηγουμένης, μόλις ενεφανίσθησαν εμπρός μου, χωρίς φυσικά κανείς άλλος να τους βλέπει, εζήτησα πάλιν το ίδιο. Άναψε και πάλιν άλλος καυγάς και έφθασαν εις το σημείον να πιασθούν εις τα χέρια.

»Την άλλην ημέραν εσκέφθηκα, ότι δεν έπρεπε να συνεχίσω, διότι όλοι με έβλεπαν με υποψίαν ότι κάτι έκανα εγώ. Δι’ αυτό προτίμησα να ζητήσω από τους δαίμονας να χαλάσουν το μηχάνημα, που εργαζόμουν, δια να μην έχω να εργάζωμαι, και επομένως να καθήσω. Δεν πέρασαν ολίγα λεπτά και ένας φοβερός κρότος, ήτο αρκετός, δια να πεταχτούν ολόκληρα τα εξαρτήματα και βίδες μεγάλα και μικρά κομματάκια εις τον αέρα. Τίποτε δεν έμεινε εις την θέσιν του από το μηχάνημα.

»Εγώ τότε βρήκα την ευκαιρίαν, και έως ότου τελειώση η επιδιόρθωσις του μηχανήματος, πέρασα την ημέρα μου χωρίς να εργασθώ. Τούτο το επαναλάμβανα συχνά, έως ότου το αφεντικό αγανακτισμένο γύρισε και είπεν:

» Από την ημέρα, που ήλθεν αυτός ο νεαρός εδώ μέσα, μου πάνε όλα ανάποδα. Στράφηκε τότε με δικαιολογημένην οργήν και αγανάκτησιν προς το μέρος μου και με αυστηράν φωνήν μου είπε:

» Άντε νεαρέ, τράβα στη δουλειά σου, και εσύ μου κουβάλησες όλους τους δαίμονας εδώ μέσα εις την εργασίαν μου.

»Με λίγα λόγια σηκώθηκα και έφυγα από τη δουλειά. Έμεινα χωρίς εργασίαν.

»Οι τρεις δαίμονες με πλησίασαν και πάλιν και με συνεβούλευσαν να αποτανθώ εις ένα ξακουστό μάγο της Καλλιθέας, δια να μου δείξη τη μαγική τέχνην. Έμαθα πολλά από αυτόν. Παρέμεινα πλησίον του ένα χρόνον. Οι τρεις πονηροί δαίμονες μου υπέδειξαν να εφοδιασθώ με τα βιβλία των.

»”Εις την υπόγειον στοάν, εις το Μοναστηράκι, υπάρχει το βιβλίον μας, μου είπαν. Ονομάζεται ”Σολομωνική”. Θα περάσης και θα το αγοράσης. Μόλις το ανοίγης, θα είμεθα κοντά σου. Δεν θα σε αποχωριζόμεθα καθόλου”.

»Ευθύς αμέσως μου υπέδειξαν και κάτι άλλο. Εις την Σύμην”, μου είπαν, ”υπάρχει ένας άλλος ξακουστός μάγος. Πρέπει να τον συμβουλευθής. Πρέπει να διδαχθής και από αυτόν την μαγικήν τέχνην. Σε προορίζομε δια μεγάλα έργα”. ‘Εφυγα δια την Σύμην. Ηρώτησα και τέλος ευρήκα ένα γέροντα πονηρόν με γενειάδα, που τον αποκαλούσαν καλόγηρο, και τα μάτια του έκρυβαν όλο το μυστήριο της κολάσεως.

»Ήτο ένας αποτυχημένος άνθρωπος, που είχε την αξίωσιν να ονομάζεται ”καλόγηρος”, διότι με αυτό τον τρόπο ξεγελούσε πιο πολύ τους αφελείς. Πλήθος κόσμου, που έφευγαν από την Εκκλησίαν, κατέφευγαν εις τον ”ψευτοκαλόγηρον”, δια να εύρουν λύσιν των προβλημάτων των. Έκανε ”χρυσές δουλειές”.

»Eμαθήτευσα πλησίον του, ένα ολόκληρο χρόνο. Με επληροφόρησαν τέλος οι πονηροί δαίμονες, ότι εις την Τουρκίαν υπήρχεν άλλος ξακουστός μάγος, Τούρκος. Κατέφυγα εις την Τουρκίαν. Αφού συνήντησα τον φοβερόν Τούρκον μάγος, εμαθήτευσα πλησίον του δύο ολόκληρα χρόνια. ‘Εμαθα πολλά. Τέλος μπλέχτηκα με έναν άλλον μάγον από την Αίγυπτον, που με ενίσχυσεν με φυλακτά γεμάτα από φίδια, δέρματα φιδιών και ό,τι άλλο διαβολικό είχε να μου προσφέρη.

»‘Εκτοτε εργαζόμουν με γνωριμίας. Ο ένας με παρέπεμπεν εις τον άλλον. Οι πελάτες μου ήσαν όλοι γυναίκες. Τέλος μπλέχτηκα με μίαν κόρην, που η μητέρα της ήτο μάγισσα. Ήθελα να την παντρευτώ. Αυτή εφοβήθη από εμέ και εγώ φοβήθηκα από τη μητέρα της. Εκείνη, δια να μην πάθη η κόρη της κακό, κατέφυγεν εις την εις την Εκκλησίαν. Πήγε και διαβάστηκεν, αφού ήκουσε το όνομα του Αγ. Γεωργίου. Και εγώ, δια να μη πάθω κακό από εκείνην, κατέφυγα εις τον ίδιο ναό. Τώρα ζητώ το έλεος από τον Θεόν. Δεν θα με συγχωρέση ο Θεός;»

Άκουσε, αγαπημένο μου παιδί!

Ο Θεός αγαπά όλο τον κόσμο. Ιδιατέρως όσους μετανοούν ειλικρινώς. Διότι γίνεται πανήγυρις εις τον ουρανόν. Aι ουράνιαι δυνάμεις χαίρουν και αγάλλονται. «Χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι…» (Λουκ. 15,7).

«Τώρα», εσυνέχισεν ο νεαρός μάγος, «κατέκαψα όλα τα μαγικά βιβλία. Ένα, που εθεωρείτο κυριώτερον απ’ όλα τα άλλα, δεν εκαίετο. Προσπαθούσα, αλλ’ η φωτιά έσβυνε. Προχωρούσεν ολίγον η φωτιά, και κατόπιν έσβυνε και έτσι το βιβλίον παρέμενεν άθικτο. Τέλος όμως, με πολλή προσπάθεια, τα κατέκαψα όλα. Αισθάνομαι ελεύθερος. Όσα και αν επιτρέψη ο Θεός είμαι διατεθειμένος να τα υποστώ, αρκεί οτι ελευθερώθηκα από τα δεσμά του διαβόλου. Αισθάνομαι όμως και ένοχος, όταν σκέπτωμαι, ότι είχα βοηθούς μου τους δαίμονας και ασκούσα την τέχνην της μαγείας».

– Eις την ώριμον ηλικίαν.

Η «κατάληψις» υπό του διαβόλου ηλικιωμένων ανθρώπων δεν είναι σπάνιον φαινόμενον. Οι προχωρημένοι εις την ηλικίαν χριστιανοί συνήθως νομίζουν, ότι εξησφάλισαν την σωτηρίαν των όπως την σύνταξίν των. Κάθονται αμέριμνοι να ξεκουρασθούν… Δεν σκέπτονται, οτι εις την παλαίστραν νικημένος είναι πάντοτε εκείνος, που κουράζεται πρώτος. Και εις την πνευματικήν παλαίστραν αντίπαλός μας δεν είναι άνθρωπος. Είναι αόρατος εχθρός. Όταν αντιληφθή, οτι ο χριστιανός εφησυχάζει, τότε εφορμά και καταλαμβάνει την ψυχήν του.

Εάν δε ο προχωρημένος εις την ηλικίαν εκ νεότητός του ουδεμίαν προσπάθειαν κατέβαλεν εις τον πνευματικόν στίβον, τότε η κατάληψις υπό του εχθρού είναι ευκολωτέρα κατά τας εσχάτους ημέρας. Εκμηδενίζει παντελώς από την ψυχήν ο διάβολος πάσαν πνευματικήν ικμάδα. Το αποτέλεσμα είναι θλιβερόν. Εκείνος, που βαδίζει προς το τέρμα του βίου, γίνεται υποχείριος του μισοκάλου εχθρού. Εάν δε επέλθη αιφνίδιος θάνατος, τότε ο διαβολικός θρίαμβος καταλήψεως της ψυχής είναι μεγαλύτερος.

Φοβερά παραδείγματα καταλήψεως πολλών ψυχών υπό του διαβόλου εις την εσχάτην βαθμίδα της ζωής ευρίσκομεν εντός της νεοφανούς πλάνης των λεγομένων ΦΩΤΙΣΜΕΝΩΝ.

Ποίον το γνώρισμά των;

Ότι υπό την έμπνευσιν του σατανά ομιλούν ξένας γλώσσας και κάνουν αποκαλύψεις. Νομίζουν δε οτι έχουν την δύναμιν να απελευθερώνουν ανθρώπους απο τα δαιμόνια. Να εκβάλλουν, δηλαδή, δαιμόνια. Περιέρχονται εις σατανικήν έκστασιν και νομίζουν, οτι αισθάνονται τον απαλόν σηριγμόν της πνοής του Αγίου Πνεύματος! Νομίζουν, οτι είναι οι εκλεκτοί του Θεού, που ηξιώθησαν κατά τους εσχάτους τούτους καιρούς να λαλούν γλώσσας, κατά την προφητείαν του Ιωήλ.

«Και έσται μετά ταύτα και εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα, και προφητεύσουσιν οι υιοί υμών και αι θυγατέρες υμών, και οι πρεσβύτεροι υμών ενύπνια ενυπνιασθήσονται, και οι νεανίσκοι υμών οράσεις όψονται»(Ιωήλ 3, 1-2).

Οι περισσότεροι εκ των πλανεμένων τούτων είναι γυναίκες και εις προχωρημένην ηλικίαν. Ο ξύλινος σταυρός εις τας χείρας των είναι, τας περισσοτέρας φοράς, σημείον αναγνωρίσεως. Δεν δέχονται υποδείξεις, συμβουλάς, δεν έχουν υπακοήν καμμίαν εις τους ιερωμένους και τους πνευματικούς των. Ενυπνιάζονται ή βλέπουν οπτασίας, τας οποίας μετά πολλής πονηρίας ο διάβολος υποδεικνύει. Δέχονται υπαγορεύσεις απο αοράτους δυνάμεις, τας οποίας παρουσιάζει «ο πλανών την οικουμένην» και πείθονται, οτι τας υπαγορεύσεις αυτάς υπαγορεύει το Άγιον Πνεύμα ή η Παναγία ή άλλο ουράνιον και υπερκόσμιον ον. Έχουν ειδικάς συγκεντρώσεις, τας οποίας αποκαλούν «συνάξεις». Πιστεύουν, οτι μόνον η ανωτέρα και αυτής της Εκκλησίας του Χριστού(!)«ΑΠΟΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ» των ή «ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ» δύναται να σώση τον άνθρωπον.

– Εις μορφωμένους ανθρώπους.

Ανερχόμεθα εκ της πλάνης των «ΦΩΤΙΣΜΕΝΩΝ» εις πλάνην άλλης κοινωνικής βαθμίδος. Εάν εις την πλάνην των «Φωτισμένων» η μόρφωσις είναι σχεδόν ανύπαρκτος, εις την παρούσαν περίπτωσιν η μόρφωσις ευρίσκεται εις ανώτατα επίπεδα.

Εδώ θα εύρωμεν προέδρους και κυβερνήτας μεγάλων και μικρών κρατών. Θα εύρωμεν καθηγητάς, ιατρούς, επιχειρηματίας, μεγαλεμπόρους, τραπεζίτας, πολιτικούς άνδρας με μεγάλα ονόματα, δημοσιογράφους και διευθυντάς εφημερίδων και περιοδικών μεγάλης κυκλοφορίας, που παίζουν σπουδαιότατον ρόλον εις την κοινωνικήν ζωήν των εθνών. Αυτοί, περιπίπτουν εις την πλάνην του διαβόλου, δια διάφορα προβλήματα και καταφεύγουν εις τους αστρολόγους, τα μέντιουμ, τους μάγους, τον πνευματισμόν.

Η αγωνία των δια το μέλλον, δια την επιτυχίαν ή την αποτυχίαν της ζωής των, ωθεί τους μορφωμένους αυτούς εις σατανικά πράγματα.Oι δαίμονες, που είναι κρυμμένοι όπισθεν των δυσκολιών, ευκόλως καταλαμβάνουν και αιχμαλωτίζουν και παραπλανούν τας ψυχάς των. Διότι ουδέποτε γνωρίζουν οι δαίμονες τι δύναται να συμβή ύστερα απο ένα δευτερόλεπτον ή ένα λεπτόν ή μίαν ώραν ή μίαν ημέραν. Τα μέλλοντα μόνον ο Θεός γνωρίζει και ο προφήτης εις τον οποίον ο Θεός αποκαλύπτει. Εάν οι δαίμονες έχουν επιτυχίαν ωρισμένας φοράς, δεν συμβαίνει τούτο απο προφητικήν ιδιότητα, αλλά διότι συμπεραίνουν μερικά μελλοντικά πράγματα απο σημεία του παρόντος. Επίσης προλέγουν οι δαίμονες και γίνονται.

α. «Διότι εσείς δεν πιστεύετε αδιστάκτως εις τον Κύριον, αλλά πιστεύετε εις τους δαίμονας, δια τούτο εξ αιτίας της ιδικής σας απιστίας, παραχωρεί ο Θεός να γίνωνται εκείνα, όπου σας προλέγουν εκείνοι ·

β. Διότι εσείς με το να είσθε δούλοι εις τον διάβολον, αγαπώντες τα διαβολικά αυτού έργα και πάθη, δια τούτο έχοντάς σας υπεξουσίους εκείνος, ό,τι θέλει για να προειπή εις εσάς, το κάμνει και δια των έργων, καθώς και ένας κλέπτης όταν σκλαβώση κανέναν άνθρωπον, αν ειπή εις αυτόν οτι έχει να ζήση, ή να αποθάνη, γίνεται.

Το καθολικόν συμπέρασμα:

Oι δαίμονες δεν προγνωρίζουν απλώς κανένα πράγμα · εκ δε της προς Θεόν απιστίας και εις τους δαίμονας πίστεως των Χριστιανών, και εκ της κακής αυτών ζωής, λαμβάνουν την αιτίαν της προγνώσεως». (Ίδε Ν. Αγ. ΧΡΙΣΤΟΗΘΕΙΑ σελ. 216).

Όπως ο ναυτικός γνωρίζει τον καιρόν και προλέγει, απο τα σημεία που προηγούνται, πότε θα έλθη ο αέρας, η βροχή, η καταιγίδα, κατά τον ίδιον τρόπον ο διάβολος προλέγει εις τα όργανά του ωρισμένα γεγονότα παρακολουθών τα σημεία της φύσεως και της ζωής των ανθρώπων.

Τας πλάνας του πονηρού παρακολουθούμεν καθημερινώς. Η παραπλάνησις των Χριστιανών είναι πρωτοφανής. Χιλιάδες ψυχαί καταφεύγουν εις τα ανενόχλητα άντρα του διαβόλου -με επί κεφαλής τους μορφωμένους- δια να εύρουν λύσιν των προβλημάτων, που τους απασχολούν. Νομίζουν, οτι θα εύρουν ανακούφισιν εκ του πόνου, που τους βασανίζει.

– H πολιτεία αδιαφορεί

Ουδείς εκ των αρχόντων της πολιτείας και των δικαστών ασχολείται με τους πλάνους και καιροσκόπους κάθε είδους μαγείας, με τους λυμεώνας, που λυμαίνονται την περιουσίαν των αφελών και την οικονομίαν του έθνους. Οι δικασταί χαμογελούν ειρωνικώς προ των απατών και των προβλημάτων τούτων του κόσμου. Και έπειτα απο όλην αυτήν την ασύλληπτον αδιαφορίαν μόνη απομένει η Εκκλησία -καταδιωκομένη- δια να υπερασπισθή τα τέκνα της έναντι των διαβολικών απατεώνων και εκμεταλλευτών.

3. Εκπρόσωποι της Εκκλησίας του 20ου αιώνος οφείλουν να αναγνωρίσουν την ύπαρξιν των δυνάμεων του σκότους.


Μεταφέρομεν εις το κεφάλαιον τούτο αυτολεξεί όλας τας σκέψεις εκ του βιβλίου
«WAR OF THE SAINTS», «Πόλεμος κατά των αγίων», που αναφέρονται εις τον ρόλον της Εκκλησίας των ημερών μας.

«Πρέπει εν πρώτοις η Εκκλησία να αναγνωρίση, οτι η ύπαρξις δαιμόνων είναι τόσον πραγματική σήμερον, όπως ήτο και εις την εποχήν του Χριστού, και οτι η στάσις των έναντι της ανθρωπίνης φυλής παρέμεινεν οποία ήτο άλλοτε.

»Πρέπει να μάθη η Εκκλησία, οτι ο σταθερός σκοπός των πονηρών πνευμάτων είναι να παραπλανήσουν τον άνθρωπον, και οτι η αμετάβλητος μέθοδός των είναι το ψεύδος. Επίσης οφείλει να διακρίνη το ρεύμα της κακίας, το οποίον τα πονηρά πνεύματα τροφοδοτούν εις τους κόλπους της ανθρωπότητος, ώστε να την καταστρέψουν.

»Σήμερον οι υπηρέται του Θεού αρκούνται να καταπολεμούν ”τα έργα” του διαβόλου, χωρίς όμως να καταπολεμούν κατ’ ευθείαν τον ίδιον τον αυτουργόν του κακού και της αμαρτίας, ενώ θα έπρεπε να οικειοποιηθούν την εξουσίαν του Χριστού, την οποίαν Ούτος παραχωρεί εις τους μαθητάς του, δια να αντιταχθούν κατά πρόσωπον. Θα έπρεπε να αντιτάσσονται δια της προσευχής και της πίστεως εις το ρεύμα αυτό του Σατανισμού, το οποίον ερημώνει την Εκκλησίαν.

»Η ανάγκη στρατιωτών κατηρτισμένων δι’ αυτόν τον αγώνα, περιβεβλημένων με την πανοπλίαν, γίνεται πλέον η αισθητή. Οι ποιμένες όμως δεν το λαμβάνουν υπ’ όψιν και δεν προσέχουν. Ως εκ τούτου νέοι και γέροντες, άνδρες και γυναίκες, χριστιανοί και αδιάφοροι αφήνονται να παραπλανώνται απο τας δολοπλοκίας και τα τεχνάσματα των πονηρών πνευμάτων και να καταλαμβάνονται απο αυτά, και τούτο διότι αγνοούν και αυτήν ακόμη την ύπαρξίν των.

»Σήμερα το πρόβλημα της σατανολατρείας είναι οξύτατο και η λατρεία του διαβόλου εξαπλώνεται με ταχύτητα μεταξύ των παιδιών της σχολικής ηλικίας… Τα σύμβολα του Σατανά, η πεντάλφα, ο ανάποδος σταυρός, το 666 βρίσκονται γραμμένα παντού στους τοίχους και στους τηλεφωνικούς θαλάμους. Ο σατανισμός διαδίδεται ευρύτατα μεταξύ των παιδιών του σχολείου…» (Ίδε «ΕΘΝΟΣ» εφημερίς 27.9.1988).

Εάν αυτά γράφονται απο τους συγγραφείς του ως άνω βιβλίου, δια τον καθολικισμόν, τι θα έλεγε κανείς δια την Ορθόδοξον Χριστιανικήν θρησκείαν, αφού και αι εφημερίδες ανησυχούν; Απέχουν όλα αυτά πολύ απο την πραγματικότητα ή εγγίζουν το κέντρον της αληθείας δι ημάς; Εγνωρίσαμεν περιπτώσεις, που κατελήφθησαν απο φόβον ή απο οκνηρίαν ή απο αδιαφορίαν (;) και έφυγαν απο την μάχην κατά του εχθρού αφιερωμένοι εις την υπηρεσίαν του Χριστού. Εκείνοι, τους οποίους ο Θεός ώπλισεν με ακατανίκητον δύναμιν και εξουσίαν, δηλαδή την ουράνιον χάριν της ιερωσύνης.

 


Related Posts
0 Comments

No Comment.