Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιώς
Βασική διάκριση της Ορθοδόξου Θεολογίας είναι η διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Άκτιστος, δηλ. αδημιούργητος, χωρίς αιτία δημιουργίας είναι μόνον ο Άγιος Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Κτιστός, δηλ. δημιουργημένος, με αιτία δημιουργίας είναι ο νοερός και αισθητός κόσμος Ο άκτιστος, παντοδύναμος, άπειρος και πανάγαθος Άγιος Τριαδικός Θεός πριν δημιουργήσει τον κτιστό αισθητό, υλικό και ορατό αυτόν κόσμο, δημιούργησε τον κτιστό νοητό, πνευματικό και αόρατο κόσμο. Δημιούργησε τον κόσμο των αΰλων, των επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων. Γι’αυτό λέει : «όταν εποίησα άστρα, ήνεσάν με άγγελοι». στήν αρχή, όταν δημιούργησε τούς Αγγέλους, τούς άφησε στην εξουσία τους. Ένας, λοιπόν, από τούς Αγγέλους, ο λεγόμενος Εωσφόρος, πρώτος ανάμεσα στούς Αγγέλους καί διορισμένος από τόν Θεό νά είναι αφέντης, αρχηγός σ’ ένα Αγγελικό Τάγμα, υπερηφανεύθηκε καί σκέφθηκε νά βάλει τόν θρόνο του πάνω από τόν Θεό. Καί παρευθύς μόνο πού τό συλλογίσθηκε, έπεσε κάτω στήν άββυσο της γης καί από Άγγελος, πού ήταν, έγινε διάβολος. Καί καταπόδι του, μαζί του πήγε όλο τό τάγμα του και έγιναν από φωτεινοί σκοτεινοί και από Άγγελοι δαίμονες. Άλλοι μέν έφθασαν έως τόν Άδη, άλλοι απέμειναν πάνω στή γή, άλλοι στό νερό, άλλοι στόν αέρα, αυτοί δηλ. πού λέγονται εναέρια τελώνια των ψυχών. Τότε, λοιπόν, όταν σχίσθηκε ο ουρανός καί έπεφταν οι δαίμονες, ο Μέγας Αρχιστράτηγος Μιχαήλ, βλέποντας την ελεεινή έκπτωση των Αγγέλων, κατενόησε την αιτία της πτώσεώς τους, και γι’αυτό με την υποταγή και την ταπείνωση, που έδειξε ως ευχάριστος δούλος και πιστός οικέτης προς τον Δεσπότην του Θεό, διεφύλαξε και την δική του δόξα και λαμπρότητα, που του χαρίσθηκε από τον Θεό, και την δόξα των άλλων Αγγελικών ταγμάτων. Γι’αυτό εξαιτίας αυτής της υποταγής και ευγνωμοσύνης του διορίσθηκε από τον Παντοκράτορα Θεό να είναι πρώτος των Αγγελικών τάξεων.
Λέει καί ο θεολόγος Γρηγόριος : «Πρώτον μέν εννοεί ο Θεός τάς αγγελικάς δυνάμεις καί ουρανίους. Καί τό εννόημα έργον ην, Λόγω συμπληρούμενον καί Πνεύματι τελειούμενον. Καί ούτως υπέστησαν λαμπρότητες δεύτεραι, λειτουργοί της πρώτης λαμπρότητος… Βούλομαι μέν ειπείν ότι ακινήτους (υποληπτέον ταύτας) πρός τό κακόν καί μόνην εχούσας τήν του καλού κίνησιν˙ άτε περί Θεόν ούσας καί τά πρώτα εκ Θεού λαμπομένας (τά γάρ ενταύθα δευτέρας ελλάμψεως). Πείθει δέ με μή ακινήτως, αλλά δυσκινήτους καί υπολαμβάνειν ταύτας καί λέγειν ο διά τήν λαμπρότητα εωσφόρος σκότος διά την έπαρσιν καί γενόμενος καί λεγόμενος. Αι τε υπ’αυτόν αποστατικαί δυνάμεις δημιουργοί της κακίας τη του καλού φυγή καί ημίν πρόξενοι»[27].
Αρχίζοντας τον λόγο μας για την δαιμονολογία, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι ο διάβολος υπάρχει, είναι προσωπική ύπαρξη ως πεπτωκός άγγελος. Αυτό το τονίζουμε, διότι ο διάβολος έχει καταφέρει να μας πλανέψει, βάζοντας στο νου μας τη σκέψη ότι δεν υπάρχει. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε σε προσωπικό, όχι απρόσωπο Θεό. Δεν πιστεύουμε σε μια αόριστη ανώτερη δύναμη, γιατί ανώτερη δύναμη είναι και ο Σατανάς, ο διάβολος και τα δαιμόνια, τα οποία πιστεύουν μεν στον Τριαδικό Θεό, τον οποίο αναγνωρίζουν ως δημιουργό τους, αλλά φρίττουν. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε σε συγκεκριμένη ανώτερη δύναμη, που είναι ο προσωπικός Άγιος Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, αλλά δεν φρίττουμε. Τον λατρεύουμε, τον προσκυνούμε, τον δοξολογούμε, τον παρακαλούμε, τον ευχαριστούμε, τον κοινωνούμε με Άχραντα Μυστήρια. Η λέξη «διάβολος» προέρχεται από την πρόθεση «διά» και το ρήμα «βάλλω» και σημαίνει κατηγορώ, συκοφαντώ, ψεύδομαι. Ο διάβολος είναι ο πρώτος εισηγητής της αμαρτίας, ο πρωταίτιος της αμαρτίας, είναι ο ίδιος αυτοαμαρτία, ο οποίος «αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ»[30]. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι ο διάβολος είναι ο εισηγητής της άνεσης. Ο διάβολος είναι μεγάλος «θεολόγος». Γνωρίζει την Π.Δ. και την Κ.Δ., τα Πατερικά συγγράμματα, τους Ιερούς Κανόνες και τις αποφάσεις των αγίων Οικουμενικών Συνόδων. Κάνει νηστείες, αγρυπνίες. Έχει όμως υπερηφάνεια, πονηρία και αμετανοησία. Δεν έχει πνευματική διάκριση, δηλ. επίγνωση του εαυτού του, αλάνθαστη αίσθηση του όντως αγαθού Θεού και φωτισμό των σκοτεινών σημείων του. Ο διάβολος δεν θέλει όλοι οι άνθρωποι να γνωρίσουν την αλήθεια εν Χριστώ και εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία. Είναι ο χειρότερος εχθρός και πολέμιος της σωτηρίας του ανθρώπου.
Λέει καί ο κορυφαίος Απ. Πέτρος˙ «Ει γάρ ο Θεός Αγγέλων αμαρτησάντων ουκ εφείσατο, αλλά σειραίς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εις κρίσιν τετηρημένους»[35], δηλ. διότι, εάν ο Θεός ακόμη καί τούς αγγέλους, όταν αμάρτησαν, δέν λογάριασε, αλλά αλυσοδεμένους στό σκότος, τούς έρριξε στόν τάρταρο καί τούς παρέδωσε νά φυλάττονται γιά νά δικασθούν κατά τήν ημέρα της κρίσεως.
Καί στή δική μας ιεραρχία, όταν ο ιερεύς καί ο ιεράρχης ατακτούν καί κακώς φρονούν, καί διάκονος καί μοναχός, πού ευτακτούν καί φρονούν ορθώς, μπορούν νά τούς νουθετήσουν καί νά τούς ευτακτήσουν, καθώς πάμπολλα παραδείγματα υπάρχουν[38].
Τέλος, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι στην ιστορία έχουμε πέντε μεγάλες πτώσεις : του Σατανά, του Αδάμ και της Εύας, του Ιούδα, του Πάπα και του Οικουμενισμού.
[1] ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ, ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ, Θησαυρός, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2004, σσ. 245-269.
[2] Ψαλμ. 103, 4.
[3] ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΖΙΓΑΒΗΝΟΣ – ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ερμηνεία εις τους ΡΝ΄ Ψαλμούς του Δαβίδ, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,
Θεσ/κη 1983, σσ. 40-41.
[4]Εβρ. 1, 14.
[5] Λουκ. 15, 10
[6] Αριθμοί, Α΄ Παραλειπομένων, Δανιήλ.
[7] Ιησούς του Ναυή 5, 14.
[8] Δανιήλ.
[9] Δαν. 8,16
[10] Δαν. 9, 21
[11] Α΄ Παραλειπομένων.
[12] Α΄, Β΄ Παραλειπομένων.
[13] Ενώχ.
[14] Λευιτικόν, Δ΄ Βασιλειών, Β΄ Παραλειπομένων.
[15] Ψαλμ. 106, Δευτερονόμιον.
[16] Ησαΐας 34.
[17] Τωβίτ 3.
[18] Λευιτικόν.
[19] Α΄ Παραλειπομένων.
[20] ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περί ουρανίου ιεραρχία.ς
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος Γ΄ περί ακαταλήπτου.
[22] Ό.π.
[23] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τους ασματικούς κανόνας των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1987, σσ. 396 – 397.
[24] Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Περί Αγίου Πνεύματος, Εις την Εξαήμερον, Περί Πίστεως.
[25] Α΄ Κορ. 11, 10. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος εις την Ανάληψιν.
[26] Ψαλμ. 103, 2.
[27] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος εις τήν Χριστού Γέννησιν.
[28] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 433-434.
[29] Ἑβρ. 2, 7.
[30] Φιλιπ. 2, 6.
[31]Ψαλμ.
[32] Ησ. 14, 12-15.
[33] Λουκ. 10, 18.
[34] Αποκ. 12, 7-9.
[35] Β΄ Πέτρ. 2, 4.
[36] Ιούδ. 6.
[37] Εφεσ. 6, 12.
[38] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, τ. Β΄ (Νοέμβριος-Δεκέμβριος) εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2003,
σσ. 63-68.
Πηγή