Ο παπα Φώτης είναι γνωστός για την εν Χριστώ “αλητεία” του, έχουν γραφεί πολλά για κείνον ακόμη και ενόσω ζούσε και είναι καλή συντροφιά στις μέρες μας, που περίσεψε το “δήθεν” και η πολυπραγμοσύνη της υποκρισίας.
Πολλοί τον λένε ήδη άγιο. Ίσως και να είναι. Ο Κύριος ξέρει.
Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για άνθρωπο του Θεού και για μια από τις πιο μινιμαλιστικές μορφές του καιρού μας, όσον αφορά τον τρόπο που κινήθηκε πάνω στη γη.

Τα είχες καλά με τον Κύριο, την Παναγία και τους Αγίους, τα είχες καλά και με τον παπα Φώτη.
Γινόσουν επιλήσμων όλων αυτών, μαύρο φίδι που σ’ έφαγε, σταλμένο απ’ τον παπα Φώτη…
Δεν είχε όρια αυτός ο κουρελής παππάς, δεν είχε συμβατικές υποχρεώσεις του κόσμου τούτου.
Τα σύνορά του άρχιζαν και τελείωναν στο Αφεντικό του ουρανού και μόνο για μια θέση εκεί προσπαθούσε να υπογράψει την αιώνια σύμβαση, με το αίμα της καρδιάς και την εξουθένωση της σάρκας.
Διαβάζοντας τις σαλότητές του, ένιωσα μιαν ασφάλεια και δειλά-δειλά άρχισα να του λέω “πάμε εδώ”, πάμε εκεί” στις μέριμνες του βίου (από ιδιοτέλεια, για να μην ξεστρατίζω τόσο συχνά προς τα επουσιώδη) και σαν να μου χαμογελούσε… Ξεθάρρεψα και του μιλάω και αυτός χαμογελάει πάλι.
Το περιμένω πως κάποια στιγμή θα μου “τα ψάλλει” αλλά τώρα εκμεταλλεύομαι το που βρίσκεται σε καλό φεγγάρι… Αλλά πάλι λέω πως ίσως τώρα που βλέπει Θεού πρόσωπο, να μην τα “παίρνει κρανίο” και να την γλυτώσω…
Οπως και νάχει είναι καλό παρεάκι ο παππούλης!
![]() |
Ο άγ. νεομάρτυρας Λουκάς απαγχονίστηκε στη Μυτιλήνη στις 23 Μαρτίου 1802. Παιδί τον τούρκεψαν με τη βία, στη συνέχεια επέστρεψε στο χριστιανισμό και διακήρυξε ανοιχτά την επιστροφή του στις οθωμανικές αρχές. Η βιογραφία του εδώ. |
Όποιος είχε την ευλογία να τον συνοδέψει έστω και για λίγο σε κάποια περιπλάνησή του και κατάφερνε να μείνει σιωπηλός, «κρυφάκουγε» την γεμάτη αγάπη προσευχή του που έβγαινε μέσα απ’ την καρδιά του. Η αγαπημένη του φράση που τον «πρόδινε» ήταν το «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε», δείγμα του πόσο υπεραγαπούσε την Παναγία μας. Το να τον συντροφεύει κανείς ήταν μια ευχάριστη πνευματική εμπειρία. Δεν δίσταζε ακόμα και να τραγουδήσει παλιά παραδοσιακά όμορφα και σπάνια τραγούδια. Για να ευχαριστήσει τους επισκέπτες του, έβγαζε ένα μάτσο από διάφορα χριστιανικά έντυπα, χάρτινες εικόνες, ή ακόμα και φωτογραφίες του, όταν ήταν νεότερος και τις έδινε για ευλογία. Ως άλλος Άγιος Πατροκοσμάς, επισκεπτόταν την πόλη και όλα τα χωριά του νησιού, αλλά και πολλά μέρη της Ελλάδας που τον ήξεραν και τον υπεραγαπούσαν. Κήρυττε βρωντοφωνάζοντας και καυτηριάζοντας όσα έβλεπε ότι εμπόδιζαν τους ανθρώπους στο να επιτύχουν τη σωτηρία τους. Παντού είχε γνωστούς ανθρώπους που τον αγαπούσαν και τον φιλοξενούσαν. Στα λεωφορεία ή στα πλοία που χρησιμοποιούσε όταν μετακινιόταν, κανείς δεν του έπαιρνε χρήματα. Και μόνο η απλοϊκή, ασκητική του παρουσία έπειθε τον κόσμο ότι ήταν Άνθρωπος του Θεού. Πολλές φορές η ιδιορρυθμία του χαρακτήρα του σε διάφορα θέματα, εξηγιόταν ως δείγμα σαλότητας. Αρκετοί τον θεωρούσαν ότι ήταν Σαλός διά τον Χριστό! Η σκληρότητά του, «μπερδεμένη» με μια υπέρμετρη καλοσύνη οδηγούσε σ’ αυτό το συμπέρασμα.

Το πάθημα του Ιερομόναχου Φωτίου Λαυριώτου
*Το παρακάτω συμβάν διαδραματίστηκε την περίοδο (1959-1962) της αποκαλύψεως των Νεοφανών Μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου, Ειρήνης και των συν αυτώ μαρτυρησάντων στην Θερμή της Λέσβου και περιγράφεται στο βιβλίο «Καρυές ο λόφος των Αγίων» της Βασιλικής Ράλλη (εκδ. Ακρίτας).
«Η φιλοτεχνηθείσα από τον αείμνηστον αγιογράφο Φώτη Κόντογλου εικόνα των αγίων Ραφαήλ και Νικολάου δεν ήταν η πρώτη, καθώς ενόμιζε τότε ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος. Είχε προηγηθεί μία άλλη με τους δύο αγίους, την οποία είχε αγιογραφήσει ο ερασιτέχνης αγιογράφος ιερέας της Μαρίας Βασίλειος Μπάμιας. Είχε προβεί στην ενέργεια αυτή, γιατί είχε ονειρευτεί τον άγιο Ραφαήλ, ο όποιος, αφού σταύρωσε την κόρη του, που ήταν σοβαρά άρρωστη από παράτυφο, του είπε:
-Βασίλειε, θέλω να κάνεις την εικόνα μου… κοίταξε με καλά, για να με ζωγραφίσεις όπως με βλέπεις.
Από την άλλη μέρα η κόρη του ήταν απύρετη, κι ο παπα-Βασίλης άρχισε την αγιογράφηση, με νηστεία και προσευχή. Η εικόνα τέλειωσε τις μέρες πού βρήκαμε το μνημείο του διακόνου αγίου Νικολάου. Ο πατήρ Βασίλειος, φοβούμενος τον μητροπολίτη, γιατί δεν είχε το δικαίωμα να κάνει την εικόνα νέων αγίων χωρίς την άδεια του, την έφερε κρυφά στο σπίτι μας (Θερμή) με την παράκληση να τη φυλάξουμε, ώσπου ν’ αναγνωρισθούν οι άγιοι.
Αυτή τη μέρα ήρθε στις Καρυές ο ιερομόναχος Φώτιος Λαυριώτης, σταλμένος από τον μητροπολίτη Ιάκωβο, να ιδεί το ιερό λείψανο του διακόνου αγίου Νικολάου, όπως ήταν ακόμα μέσα στον τάφο του, και να πει τη γνώμη του. Μόλις το είδε, σταυροκοπήθηκε και είπε:
-Και τυχαίως να έβλεπα αυτόν τον νεκρό, θα έλεγα ότι ήταν καλόγηρος… γιατί μόνον τους καλογήρους θάπτουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος.
Έμεινε αρκετή ώρα στις Καρυές προσευχόμενος. Όταν κατέβηκε στο χωριό, η ώρα ήταν περασμένη και δεν υπήρχε πια λεωφορείο για να φύγει. Γι’ αυτό προσφερθήκαμε να τον φιλοξενήσουμε στο σπίτι μας. Την ώρα που τον οδηγούσα στο δωμάτιο που θα κοιμόταν, σκέφτηκα πώς επάνω στο τραπέζι είχα τοποθετήσει πρόχειρα την εικόνα που μας είχε φέρει ο πατήρ Βασίλειος. Φοβούμενη μήπως ο πατήρ Φώτιος βλέποντάς την ενημέρωνε τον μητροπολίτη, έτρεξα γρήγορα, την άρπαξα στην αγκαλιά μου και για να μην τη βγάλω από το δωμάτιο και την έβλεπε ο ιερομόναχος, άνοιξα ένα μεγάλο ντουλάπι, που ήταν επάνω από το προσκέφαλο του κρεβατιού, και την έκρυψα μέσα. Ο πατήρ Φώτιος δεν αντιλήφθηκε τίποτα.
Αφού προσευχήθηκε στο εικονοστάσι, πλάγιασε στο κρεβάτι για να κοιμηθεί. Πλαγιάσαμε κι εγώ με τη μητέρα μου στο πλαϊνό δωμάτιο. Ο σύζυγός μου απουσίαζε στο χωριό του, την Πέτρα. Περίεργο όμως… Ακούγαμε κάθε τόσο θόρυβο στο δωμάτιο πού είχε πλαγιάσει ο ιερέας. Καταλαβαίναμε ότι σηκωνόταν από το κρεβάτι, προσευχόταν και πάλι ξαναπλάγιαζε. Αυτό συνέβη αρκετές φορές. Τέλος, το δωμάτιο βυθίστηκε στη σιωπή. Πολύ πρωί την άλλη μέρα σηκώθηκε πρώτη η μητέρα μου. Περνώντας από το διάδρομο για να κατεβεί στην κουζίνα, είδε την πόρτα του δωματίου πού είχε πλαγιάσει ο ιερέας ανοιχτή και το δωμάτιο άδειο.
-Σήκω, κόρη μου, φώναξε η μητέρα μου τρομαγμένη. Ο παπάς δεν είναι στο σπίτι… τί συνέβη, Θεέ μου!…
Κατέβηκα κι εγώ γρήγορα στην κουζίνα, κοιτάξαμε σ’ όλα τα δωμάτια, αλλά ο παπάς δεν υπήρχε πουθενά, βγαίνοντας στην αυλή του σπιτιού, τον είδαμε καθισμένον σε μια πεζούλα, ζαρωμένον μπορώ να πω, έχοντας το πρόσωπο του ανάμεσα στα δυο του χέρια.
-Πάτερ, για όνομα του Θεού, φώναξε η μητέρα μου, τί έπαθες; γιατί κάθεσαι έξω;
-Τί να σας πω. βρε παιδιά; είπε ο παπα-Φώτης με τρεμάμενη φωνή. από τη νύχτα κάθομαι εδώ… Αυτό πού έπαθα χτες το βράδυ ήταν φοβερό… Μόλις ξάπλωνα στο κρεβάτι για να κοιμηθώ, έβλεπα δυο κληρικούς, ο ένας με στολή αρχιμανδρίτη κι ο άλλος με στολή διακόνου… Έρχονταν κι οι δυό, ο ένας πλάι στον άλλον, κι έσκυβαν πάνω από το πρόσωπό μου. Πετιόμουν τρομαγμένος επάνω, προσευχόμουν, γονάτιζα, τους έχανα. Μόλις πάλι ξάπλωνα στο κρεβάτι, να πάλι κι οι δυο τους πάνω από το προσκέφαλο μου να με κοιτάζουν κατάματα. Δεν άντεξα πια… άνοιξα με προσοχή την πόρτα, για να μη σας ξυπνήσω, και βγήκα στην αυλή. Από την ώρα αυτή εδώ κάθομαι, πάνω σ’ αυτή την πεζούλα. Οπωσδήποτε ο πειρασμός με πείραξε χτες το βράδυ.
Μείναμε άναυδες κι εγώ και η μητέρα μου. Ο πατήρ Φώτιος περιέγραψε τους δυο κληρικούς όπως ακριβώς ήταν στην εικόνα τους. Δεν τολμήσαμε όμως να του εξομολογηθούμε την αλήθεια. Τον αφήσαμε να φύγει με την εντύπωση ότι το δωμάτιο πού τον βάλαμε να κοιμηθεί ήταν στοιχειωμένο!…
Μετά την άφιξη της φιλοτεχνηθείσης από τον Φώτη Κόντογλου εικόνας των αγίων Ραφαήλ και Νικολάου, η οποία τοποθετήθηκε στο εικονοστάσι της εκκλησιάς του χωριού, ανεβάσαμε και την εικόνα του παπα-Βασίλη Μπάμια στο εκκλησάκι των Καρυών. Αυτές τις μέρες έτυχε να ξανάρθει ο πατήρ Φώτιος. Μόλις την αντίκρισε, αναφώνησε σαστισμένος:
-Θεέ μου, να οι δυο κληρικοί πού έβλεπα τη νύχτα πού φιλοξενήθηκα στο σπίτι του Αγγέλου Ράλλη.
Τότε του εξηγήσαμε αυτό πού είχε συμβεί και του ζητήσαμε συγχώρεση, γιατί δεν του το ‘παμε από την ίδια στιγμή».
Οι μπριζόλες
Μια Μεγάλη Παρασκευή ο Παπα – Φώτης περνούσε απ’ την Παναγιούδα (χωριό ευρισκόμενο 3χλμ. βορείως της Μυτιλήνης) και είδε κάποιον με την οικογένειά του να τρώνε μπριζολάκια σε μια ταβέρνα. Τον πλησίασε και του έκανε παρατήρηση για το «αιδέσιμον» της ημέρας. Και εκείνος τον αποπήρε με σκαιό τρόπο. Βεβαίως κουβέντα στην κουβέντα, ο Παπα – Φώτης στο τέλος πέταξε τα φαγιά μαζί με το τραπεζομάντηλο, οπότε ο ενοχλημένος οικογενειάρχης σηκώθηκε και τον πλάκωσε στο ξύλο. Ο Παπα – Φώτης υπέμεινε το ξύλο αγόγγυστα, και του είπε φεύγοντας: «Εγώ το ξύλο το ‘φαγα, αλλά και συ δεν πιστεύω να ξαναφάς μπριζόλες Μεγάλη Παρασκευή»!!!
Τα “σκουπίδια” του παπα Φώτη
Ο παπα Φώτης από την Μυτιλήνη… Κάποτε ψάχνοντας στα σκουπίδια και μη έχοντας στο νου σου τον εαυτό σου μπορεί να γεννηθούν και θαύματα.
Ο παπα Φώτης από τη Μυτιλήνη εδώ και σαράντα χρόνια, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί μαζεύει πετρούλες, κομμάτια από σπασμένα πλακάκια, μάρμαρα, κεραμίδια και τούβλα που τα πετάνε έξω από οικοδομές, μάντρες και μαγαζιά. Ύστερα, πηγαίνει στα Πάμφυλα. Έχει τελειώσει πια μια εκκλησία που έχτισε μόνος του μ’ αυτά τα υπολείμματα.
Είναι ένα πραγματικό κομψοτέχνημα. Θαρρείς κι έπεσε από τον ουρανό δίχως να προλάβει να την αγγίξει ανθρώπινο χέρι.
Γυρίζει ανυπόδητος χειμώνα καλοκαίρι μ’ ένα τρύπιο ράσο.
Μετά από μια αγρυπνία σε ναό της Θεσσαλονίκης, κάποιος παπάς του πήρε κατά λάθος το τρύπιο ράσο αφήνοντας στη θέση του το δικό του, καινούριο και ολομέταξο. Όταν το συνειδητοποίησε ο παπα Φώτης έβαλε τα κλάματα σαν μωρό παιδί γιατί το καινούριο ήταν πολύ ζεστό κι αυτός ήθελε το δικό του το δροσερό.
Όταν μετά από κόπους σαράντα χρόνων τελείωσε τον ναό του αγίου Λουκά, έγινε η πρώτη λειτουργία. Πολύς κόσμος ήταν εκεί. Λίγο προτού βγει για τη μικρή είσοδο αντιλήφθηκε πως είχε ξεχάσει ν’ αφήσει άνοιγμα αριστερά της Ωραίας Πύλης για να περάσει. Πήγε αμέσως, πήρε τον κασμά κι άρχισε να γκρεμίζει το ντουβάρι. Ο κόσμος βγήκε έξω βήχοντας από τη σκόνη, κινδυνεύοντας από τις πέτρες που εκτοξεύονταν.
Εκείνος, ήσυχος, μόλις τέλειωσε τη δουλειά του, συνέχισε κανονικά τη Λειτουργία του….
Από το ανέκδοτο πεζογράφημα ‘ψυχή μου’.
Δεν ξέρω σήμερα αν ζει ο παπα Φώτης. Όταν τον γνώρισα πριν από καμιά πενταετία ήταν κοντά στα ενενήντα. Καλή του ώρα όπου και να είναι. Έτσι κι αλλοιώς ένα φτερό ήταν. Και δοξάζω τον Θεό που τον απάντησα στο δρόμο μου. Την ευχούλα του να έχουμε.
Τις φωτογραφίες μου τις έστειλε ο αγαπημένος φίλος μουσικός Βασίλης Βέτσος μόλις διάβασε το ποστ. Αυτός είναι ο άγιος Λουκάς, ο πύργος του, ο περίβολός του. Όλα είναι έτσι ακριβώς. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ!
Αναρτήθηκε από Βασιλική Ν. στις 10/06/2007 10:21:00 PM
Μερικά από τα σχόλια που στάλθηκαν για το παραπάνω post:
Βασιλική Ν. said…
Σαράντα χρόνια είναι πολλά…
Να ταξιδεύεις, να μαζεύεις, να κουβαλάς με πλοία, λεωφορεία, τρένα από διάφορα μέρη ό,τι μπορείς, για να χτίσεις πετρούλα την πετρούλα, κόμπο κόμπο τον ιδρώτα, με ήλιους, βροχές και χιόνια κι ένα κορμί ακόμα ανθρώπινο… έναν τέτοιο ναό για τον άγιο, τους άλλους ανθρώπους και ίσως και λίγο για σένα…
Θαρρώ πως θέλει μεγάλη αγάπη, γνήσια αγάπη, που μόνο αυτή δίνει τόσο σθένος, τόση υπομονή και επιμονή, ώστε να γίνει το χειροποίητο αχειροποίητο, το σκουπίδι πολύτιμος λίθος, το άχρηστο να γίνει θαύμα…
Καλημέρα σας!
ΒΊΚΥ said…
Κι αυτός ο άνθρωπος, εσύ κι εγώ, που κάποτε από αυτό, που τώρα πατάμε, γίναμε από τα χέρια και την πνοή Του…, όσο θαύμα ένα ευτελές υλικό έγινε, όση δόξα κορμί με την ψυχή ντύθηκε, ένας ναός να μας πηγαίνει, σε εκείνο το αιώνιο, που στην Αγάπη βρίσκουμε… μυστήριο πως στη φθορά ανταμώνεις τέτοια αφθαρσία. Η αγάπη όταν δημιουργεί με τα χέρια και την καρδιά, για τη σωτηρία, φτιάχνει και τον αγ. Λουκά… (σε ποιο μέρος είναι;)…
Δεν έτυχε να ακούσω για τον παπά Φώτη. Αλλά την ευχή του, πιστεύω πως ήδη την έστειλε, από όπου…
Βασιλική Ν. said…
Κι εσύ να εισαι καλά @Βίκυ μου, που μας επισκέφτηκες και άφησες εδώ ένα τόσο ευαίσθητο σχόλιο…
Είναι στο δρόμο προς τα Πάμφυλα της Μυτιλήνυς μέσα στους ελαιώνες. Τώρα πια υπάρχει και ταμπέλα στο δρόμο που γράφει Άγιος Λουκάς, στρίβεις δεξιά μέσα.
Είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν τον παπα Φώτη τρελό, που τον κοροϊδεύουν και τον χλευάζουν, αλλά δεν είναι και πρωτότυπο στην ιστορία του κόσμου αυτό… όπως δεν είναι και ασύνηθες να μην ακούμε για τους αληθινά σημαντικούς ανθρώπους τίποτα και ίσως και αυτό να έχει μια σημασία…
Αλλά την ευχούλα του μωρέ τη νιώθω κι εγώ…
Βασιλική Ν. said…
Ένα τρύπιο ράσο είχε πάντα ο παπούλης, και άλλο τίποτα δεν φορούσε από μέσα. Πριν από χρόνια που τα πραγματα στην γείτονα χώρα ήταν πολύ πιο αυστηρά με το πώς κυκλοφορούν οι ιερωμένοι ορθόδοξοι και έπερεπε οπωσδήποτε να φοράς κουστούμι σαν παπάς, πήγε που λες ο παπα Φώτης στον Τσεσμέ, φυσικά χωρίς κουστούμι -ποιο κουστούμι;
Τον σταμάτησαν οι Τούρκοι στο τελωνείο και του είπαν πως δεν μπορεί να περάσει έτσι. Τον διέταξαν να βγάλει το ράσο του…
Χωρίς κανένα πρόβλημα ο ίδιος το έβγαλε… ε, βλέποντάς τον γυμνό εφρίαξαν οι Τούρκοι και του είπαν, καλά, καλά, βάλτο και πέρνα!
Την άλλη μέρα οι τουρκικές εφημερίδες έγραφαν: στην Τουρκία μόνο ο Πατριάρχης και ο παπα Φώτης κυκλοφούν με ράσο!
Μικρασιάτης άνθρωπος ήτανε, μεγάλο καημό είχε κι αυτός για κείνα τα χώματα… συχνά γι’ αυτά μιλούσε…
Κάποτε καθόταν απέναντι από έναν επίσκοπο στο τράπέζι μιάς βάφτισης .Πήρε ένα πλαστικό πιάτο μιας χρήσης και το έβαλε στο στήθος του. Του λέει ο δεσπότης τι είναι αυτό που κάνεις παπα-Φώτη? Εκείνος δειχνόντας του το εγκόλπιο του λέει “εσύ γιατί έχεις?”
Ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ said…
Ο Παπαφώτης !!!
Εν συντομία:
Δεν είμαι της εκκλησίας, μ ‘ αρέσουν όμως οι Άγιοι Άνθρωποι.
Τον παπά Φώτη τον γνωρίζω από μικρό παιδί.Τον συναντούσα μια δυο φορές το χρόνο τυχαία. Πάντα ξεκίναγε από το Πλωμάρι με τα πόδια για τα Πάμφιλα , απόσταση περίπου 50 χιλιόμετρα. Αν βρισκό ταν κανένας χριστιανός τον μάζευε στο δρόμο. Ο Παπαφώτης έχει γυρίσει με τα πόδια τον μισό κόσμο. Από Αθήνα έχει πάει στο Άργος. Πριν καμιά εικοσαριά περίπου χρόνια είχε πέσει πολύ χιόνι. Ο ιερέας που λειτουργούσε σ’ ένα ξωκλήσι στον Υμηττό μια φορά τη βδομάδα, άλλος με την καλή έννοια τρελός, ο παπά Βαγγέλης Βουλγαράκης από την Ικαρία. Δεν μπορούσε να πάει. Σαν τό μαθε ο παπά Φώτης, πήγε μόνος του κι ας μην μπορούσαν να ανεβούν ούτε τα γκρέιντερ.
Κυβέρνηση Μητσοτάκη, συναντώ τον παπα Φώτη στον ηλεκτρικό του Πειραιά, ήταν ημέρα διαδήλωσης. Μού λέει : “Δεν πιστεύω να πηγαίνεις στη διαδήλωση των κουμουνιστών;”. Δυο χρόνια αργότερα κατέβαινε υποψήφιος στα Πάμφυλα με τους Κουμμουνιστές. Άλλαξε ο παπά – Φώτης, ήταν τρελός;
Τίποτε από όλα αυτά. Ο παπά – Φώτης είχε την ιερή νόσο, μελίγα λόγια ήταν ένας άγιος άνθρωπος.
Το 1996 επισκέφθηκα το μοναστήρι του για μία και τελευταία φορά:
Τόλμησα κι έβγαλα μια φωτογραφία με τον παπα – Φώτη να κοιμάται έξω από το μοναστήρι και να έχει για προσκέφαλο μια πέτρα. Δημοσίευσα τη φωτό στα “ΑΙΓΑΙΟΠελαγιτικα” , περιοδικό που έβγαινε εκείνη την εποχή.
Δεν τόλμησα να του τη στείλω .
Ο παπα – Φώτης ήταν (είναι;) ένας άγγελος επί γης. Κι οι άγγελοι κρατούν ρομφαία.
Φοβήθηκα τη ρομφαία του παπά – Φώτη.
Στρατής

“Υπάρχουν νεομάρτυρες της Εκκλησίας μας που έδωσαν το αίμα τους για την Αγία Πίστη στον Αναστάντος Ιησού… όμως στις δύσκολες αυτές μέρες που περνάμε υπάρχουν και κάποιοι άλλοι νεομάρτυρες…” έτσι είπε ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως κ. Χρυσόστομος και συνέχισε… “υπάρχουν κάποιοι νέοι Νεομάρτυρες …οι Νεομάρτυρες της Αλήθειας!”
Αυτοί ζώντας τη ζωή τους με πολύ αγώνα εν Χριστώ και κρυμμένοι από τα μάτια του πλάνου «κόσμου» ανεβαίνουν τον Γολγοθά των προσωπικών τους παθών, αλλά σύντομα μιμούμενοι την ζωή του Ζωοδότη αναλαμβάνουν να σηκώσουν και το βάρος της Εκκλησίας.
Ζώντας ταπεινά εως εξαθλιωμένα, δεν σταμάτησε να κηρύττει την Αλήθεια της Εκκλησίας …δεν σταμάτησε να κηρύττει τις αιώνιες αλήθειες … δεν σταμάτησε να στενοχωριέται για την διαστρέβλωση των λόγων των Πατέρων της Εκκλησίας, την κακώς εννοούμενη «κατ΄ οικονομία», την αδιακρισία, την ελευθεριότητα, την εκοσμίκευση των πάντων, την αλλοίωση ακόμα και των μυστηρίων… στα πλαίσια της «ανάπαυσης».
Είναι γνωστό ότι διορθώνοντας κάποιους έφαγε και ξύλο, αλλά το υπέμεινε αγόγγυστα και με αγάπη…
Έλεγε… “λυπάμαι και πονάω αυτούς που αμφισβητούν την Πίστη μας, για την οποία έδωσαν τη ζωή τους το αίμα τους χιλιάδες Άγιοι για να είμαστε εμείς εντάξει και σίγουροι στη πίστη!”
Λυπόταν και για τους εκκλησιαστικούς που εκμεταλλευόταν την Εκκλησία…
Ένα καλοκαιρινό καταμεσήμερο με την αφόρητη ζέστη, τον βρήκαμε φορτωμένο με τον τροβά, γεμάτο με τα μαρμαράκια για τον Άγιο Λουκά το μοναστηράκι, το όμορφο δημιούργημα του και τον πήραμε στο σπίτι να ξαποστάσει και να φάει λίγο αν και ήταν γνωστό ότι η νηστεία του σε ποσότητα και ποιότητα ήταν τρομερή.
Με δυσκολία μας ακολούθησε και όταν έφαγε λίγο μας είπε ότι ήταν στενοχωρημένος με κάποιο πρόσωπο που με ευκολία διαλαλούσε θαύματα Αγίων… και μας είπε…
“Μα και γω βλέπω… Να μια βραδιά που προσευχόμουν στον Άγιο Λουκά, κατά τα μεσάνυχτα βλέπω από το παραθυράκι του ιερού να μπαίνει δυνατό φως και να λούζει όλη την εκκλησία σε σημείο που έγινε μέρα και έβλεπα κάθε λεπτομέρεια μέσα στο ναό… Ε, σκέφτηκα, κάποιο αυτοκίνητο είναι και φώτιζε μέσα… βγαίνω λοιπόν έξω να δω, αλλά το σκοτάδι δεν άφησε να κάνω 2-3 βήματα… ε και γω σκέφτηκα ότι να μάλλον ο Άγιος Λουκάς πέρασε και φωτίστηκε όλη η εκκλησία! Δηλαδή τι έπρεπε να κάνω; Να κάθομαι να διαλαλώ… ελάτε στον Άγιο Λουκά αυτά είδα κλπ κλπ για να μαζεύω τον κόσμο; Δεν κάνει…πρέπει να σεβόμαστε τους Αγίους και τον Κύριο μας και όχι να τους εκμεταλλευόμαστε…”

Απλός, καθαρός, άδολος, ντόμπρος, βιαστικός, ήξερε με τη καθάρια ματιά του να ξεχωρίζει το ανόθευτο από το μουρνταρεμένο… το αυθεντικό από το ψεύτικο… το γνήσιο από το νοθευμένο, το καρδιακό από το εγκεφαλικό [“Νεκρός”: δηλ. αυτό που πρέπει να κρίνεται με την καρδιά από εκείνο που πρέπει να κρίνεται με τη λογική]… το αθώο από το επιτηδευμένο και με διάκριση πάντα ήξερε, άλλοτε με τα χαριτωμένα αστεία του ή τα τραγουδάκια του, να επεμβαίνει και να τα διορθώνει και άλλοτε, με το γνωστό καυστικό και ειλικρινή τρόπο του, να επεμβαίνει σε σκληρούς και εγωιστές χαρακτήρες προσπαθώντας να τους ταρακουνήσει…
Είναι σίγουρο ότι όλοι οι Λέσβιοι και όχι μόνο, από τον πιο φτωχό μέχρι το πιο άπληστο πλούσιο, ότι έχουν κάποια εμπειρία με το παπα Φώτη… πιστεύουμε ότι σιγά σιγά θα μαζευτούν πολλά γνήσια στοιχεία και θα γραφτεί ένα βιβλίο που θα τον αντιπροσωπεύει αν και είναι πολύ δύσκολο μιας και ο παπα Φώτης δεν ήταν ένας απλός Ιερωμένος, αλλά ήταν ένα Αλητάκι του Θεού που πολύ δύσκολα εμείς με τον καθωσπρεπισμό μας και τα ιδεολογήματα μας θα μπορέσουμε να τον καταλάβουμε…

Τελέστηκαν το Σάββατο 17 Απρίλη [2010], τα 40ημερα του Παππούλη στο χωριό Τρίγωνα της Λέσβου. Μαζεύτηκε πάλι ο κόσμος που τόσο αγαπούσε και αγωνιζόταν ο παπα Φώτης να τον τιμήσουν… ήρθαν και πάλι… η αγαπημένη του κυρία Σοφία που τον κοίταξε με περισσή ευλάβεια τόσα χρόνια και πήρε πλούσια την ευλογία του… ήρθαν και άλλα αγαπημένα του παιδιά από την Αθήνα.

Αρκετοί ιερείς και ο οικείος Μητροπολίτης μας με τον συντοπίτη μας Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως έψαλλαν το μνημόσυνο στην εκκλησία με συγκίνηση και μετά στον όμορφο και συνάμα ταπεινό τάφο το τρισάγιο…
Όλοι νοιώσαμε ότι ήταν μαζί μας… όλοι νοιώσαμε τη παρουσία του να μας ζεσταίνει… και να μας ευλογεί και όλοι με προτροπή του Αγίου Ελευθερουπόλεως παρακαλέσαμε για τις μεσιτείες του!!!
Καλό Παράδεισο, Παππούλη, πρέσβευε υπέρ ημών.
Καλή Αντάμωση…
Αμήν… γένοιτο!
http://o-nekros.blogspot.com/2011/09/blog-post_6759.html