Επιμέλεια: Μιχαήλ Μαντάλας
“Η Κεχαριτωμένη φανερώνει τις χάριτες που απορρέουν από τη χάρη Της, μέσα από εικόνες…Γεγονότα ιστορικά, ανάγκες καθημερινές, ζωντανά θαύματα, περιστατικά και συγκυρίες, ιδιώματα θεομητορικά αποτυπώνονται σε κάθε εικόνα που κοσμεί με την καλλιτεχνική ομορφιά της και παρηγορεί με την παρουσία της κάθε μονή του Αγίου Ορούς..” ,“Ευλογημένη Συ, η χωρήσασα Χριστόν”. Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την ιερή μνήμη της πανένδοξης Κοίμησης και θαυμαστής Μετάστασης της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. “Σήμερον ο της ζωής θησαυρός θανάτω ζωηφόρω καλύπτεται, ει και θάνατον προσαγορεύσαι την ταύτης ζωτικήν μεταβίωσιν”, τονίζει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Προς τιμήν της Ουράνιας Μητέρας μας, παρουσιάζουμε ορισμένες από τις θαυματουργές Της Εικόνες που βρίκονται στο Άγιον Όρος. Καλή Παναγιά ! Η Παναγιά σκέπη όλου του κόσμου! Χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό.
Στά χρόνια της δεύτερης εικονομαχίας Βασιλικοί κατάσκοποι ανακάλυψαν την εικόνα και απείλησαν τη γυναίκα πώς θα τη σκοτώσουν αν δεν τους δωροδοκήσει. Εκείνη υποσχέθηκε ότι την επομένη θα τους έδινε τα χρήματα. και τη νύχτα, αφού προσευχήθηκε μπροστά στην εικόνα, τη σήκωσε με ευλάβεια, κατέβηκε στην παραλία και την έριξε στη θάλασσα λέγοντας:
– Δέσποινα Θεοτόκε, εσύ έχεις τη δύναμη κι εμάς να διασώσεις από τη οργή του Βασιλιά, αλλά και την εικόνα σου από τον καταποντισμό.
Τότε πραγματικά έγινε κάτι θαυμαστό. Ή θαυματουργή εικόνα στάθηκε όρθια στα κύματα και κατευθύνθηκε προς τη δύση. Συγκινημένη ή γυναίκα από το γεγονός γυρίζει στον γιο της και του λέει:
– Εγώ, παιδί μου, για την αγάπη της Παναγίας είμαι έτοιμη να πεθάνω. Εσύ να φύγεις. Να πάς στην Ελλάδα.
Χωρίς αργοπορία το παιδί ετοιμάστηκε και ξεκίνησε για τη Θεσσαλονίκη, κι από κει για τον “Αθωνα, όπου έμόνασε. Σάν μοναχός άσκήτεψε στον τόπο πού αργότερα ιδρύθηκε ή μονή των Ιβήρων. Αυτό ήταν οικονομία Θεού, γιατί έτσι πληροφορήθηκαν οί άλλοι μοναχοί το ιστορικό της θαυματουργής εικόνας.
Πέρασε καιρός. Ό μοναχός από τη Νίκαια πέθανε, και το μοναστήρι των Ιβήρων ιδρύθηκε και ολοκληρώθηκε. Ήταν βράδυ, όταν οι μοναχοί άντίκρυσαν ένα παράξενο θέαμα: Ένα πύρινο στύλο πού ξεκινούσε από τη θάλασσα κι έφθανε στον ουρανό.
Το όραμα συνεχίστηκε ήμερες και νύχτες. Κατεβαίνουν οι αδελφοί στην παραλία και βλέπουν με θαυμασμό στη βάση του πύρινου στύλου μία εικόνα της Θεοτόκου. Όσο όμως την πλησίαζαν εκείνη απομακρυνόταν. Συγκεντρώθηκαν τότε στην εκκλησία και παρακάλεσαν με δάκρυα τον Κύριο να χαρίσει στο μοναστήρι τους τον ανεκτίμητο αυτό θησαυρό. Μεταξύ των μοναχών υπήρχε ένας ευλαβής ασκητής, πού λεγόταν Γαβριήλ. Σ’ αυτόν παρουσιάζεται ή Παναγία και του λέει:
– Να πεις στον ηγούμενο και στους αδελφούς ότι θα σας παραδώσω την εικόνα μου, για να σας προστατεύει. Θα μπεις κατόπιν στη θάλασσα, θα περπατήσεις πάνω στα κύματα, κι έτσι θα καταλάβουν όλοι την εύνοια μου για το μοναστήρι σας.
Έτσι κι έγινε.
Ακριβώς εκείνη την εποχή, όταν Αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο Λέων Γ ο Ίσαυρος, ξέσπασε η Εικονομαχία. Η προσκύνηση των ιερών Εικόνων εθεωρείτο ειδωλολατρεία. Ο Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναδείχθηκε θερμός υποστηρικτής των Αγίων Εικόνων και με τα συγγράμματά του κατετρώπωσε την αίρεση της εικονομαχίας. Ο Αυτοκράτορας ο Λέων ο Γ προκειμένου να απαλλαγεί από την παρουσία του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, τον συκοφάντησε στο χαλίφη Ουάλιδ με την κατηγορία, ότι σκέπτεται να του γράψει να καταλάβει κρυφά την Δαμασκό.
Ο χαλίφης διέταξε να συλληφθεί αμέσως ο Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και να του κοπεί το δεξί χέρι μέσα στην πλατεία της Δαμασκού. Η διαταγή εκτελέστηκε αμέσως. Ο Αγιος έλαβε το κομμένο χέρι του και όλη τη νύχτα ικέτευε την Παναγία γονατισμένος να τον θεραπεύσει προκειμένου να συνεχίσει τον σκληρό αγώνα του υπέρ της Ορθοδοξίας.
Ένα όνειρο
Κατάκοπος, όπως ήταν, αποκοιμήθηκε για λίγο και τότε είδε σε όραμα την Παναγία μέσα από την Αγία Εικόνα της να του λέει, ότι από τώρα και στο εξής το χέρι του θα είναι θεραπευμένο.
Ο Αγιος ξύπνησε και είδε πραγματικά, ότι το χέρι του είχε αποκατασταθεί και ήταν υγιές. Από τη χαρά του φρόντισε και έβαλε αργυρό ομοίωμα του χεριού του κάτω από το αριστερό μέρος της Εικόνας της Παναγίας. Ένεκα τούτου του περιστατικού ονομάστηκε η Εικόνα της Παναγίας της Τριχερούσας.
Κατά την πρώτη του μηνός Αυγούστου κατά την οποία εορτάζει η αγία Εκκλησία μας την Πρόοδο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, ο τότε εκκλησιάρχης της μονής ονόματι Αγάθων, ήταν πολύ λυπημένος γιατί η μονή εστερείτο τα αναγκαία προς ευπρέπεια και φωτοχυσία της εκκλησίας. Ήταν παραμονή της εορτής της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου Στεφάνου, πολιούχου της μονής και ευρισκόμενος σε τέτοια θλίψη παρακαλούσε τη Θεοτόκο με θερμά δάκρυα, γονατισμένος μπροστά στην αγία της Εικόνα όλη νύχτα. Νηστικός και κουρασμένος καθώς ήταν, αποκοιμήθηκε για λίγο και αμέσως ήλθε σε έκσταση και ακούει φωνή από την εικόνα της Αντιφωνήτριας που του έλεγε να μην λυπάται και στεναχωρείται, γιατί αυτή φροντίζει για κάθε πράγμα στο Άγιον Όρος.
Πραγματικά προς διαβεβαίωση των λεγομένων, το πιθάρι της εκκλησίας γέμισε από λάδι καθώς και τα υπόλοιπα δοχεία της μονής από τα αναγκαία προς το ζην. Όταν τα άκουσε αυτά ο Αγάθων ξύπνησε χαρούμενος θαυμάζοντας για την όραση. Αμέσως έφυγε και πήγε στο ναό. Όταν διαπίστωσε ότι το πιθάρι του λαδιού ήταν γεμάτο. Εξεπλάγην και κήρυξε μεγαλόφωνα σε όλους τους αδελφούς το θαύμα.
Πραγματικά προς διαβεβαίωση των λεγομένων, το πιθάρι της εκκλησίας γέμισε από λάδι καθώς και τα υπόλοιπα δοχεία της μονής από τα αναγκαία προς το ζην. Όταν τα άκουσε αυτά ο Αγάθων ξύπνησε χαρούμενος θαυμάζοντας για την όραση. Αμέσως έφυγε και πήγε στο ναό. Όταν διαπίστωσε ότι το πιθάρι του λαδιού ήταν γεμάτο. Εξεπλάγην και κήρυξε μεγαλόφωνα σε όλους τους αδελφούς το θαύμα.
Το 1730 όμως εξαφανίστηκε ξαφνικά από τη θέση της, ενώ οι πύλες του ναού ήταν κλειδωμένες, και βρέθηκε στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος. Όλοι νόμισαν ότι κάποιος την είχε κλέψει κρυφά και έτσι η εικόνα μεταφέρθηκε πίσω στη θέση της, ενώ οι Βατοπεδινοί πατέρες έλαβαν αυστηρότατα μέτρα ασφαλείας και σφράγισαν τον ναό.
Σε λίγη όμως ώρα, όταν ανοίχτηκε η εκκλησία για την ακολουθία, η εικόνα έλειπε και πάλι από τη θέση της και πολύ σύντομα έφτανε είδηση από την Μονή του Ξενοφώντος ότι βρέθηκε και πάλι στην αντίστοιχη θέση του εκεί καθολικού.
Οι Βατοπεδινοί πείσθηκαν για το θαύμα και αποφάσισαν να μην αντισταθούν άλλο στη θέληση της Θεομήτορος. Έτρεξαν στη Μονή Ξενοφώντος για να προσκυνήσουν την Οδηγήτρια και για πολύ καιρό της έστελναν λάδι και κερί στην νέα της κατοικία.
Η αγία αυτή εικόνα χάριτι Θεού άρχισε κάποτε να βλύζει μύρο γι΄ αυτό και από τότε ονομάζεται Μυροβλύτισσα. Ενεργεί πολλά θαύματα σ’ όσους προστρέχουν σ΄ αυτήν με ευλάβεια και επικαλούνται θερμά τη βοήθεια της Αειπαρθένου.
Ήταν κτήμα της Βικτωρίας, ευσεβούς συζύγου του εικονομάχου συγκλητικού Συμεών, η οποία, για να μην την παραδώση, την έριξε στη θάλασσα. Η εικόνα πλέοντας όρθια στα κύματα έφθασε στον αρσανά της Μονής Φιλόθεου, όπου παρελήφθη με πολλή τιμή και χαρά από τον ηγούμενο και τους πατέρες της Μονής, που είχαν ειδοποιηθή με αποκάλυψη της Θεοτόκου.
Όπως αναφέρει στο Συναξάρι Ο όσιος Νικόδημος, στη Μονή του Δοχειαρίου, στο δεξί μέρος της Τραπέζης του Μοναστηρίου, βρισκόταν μια παλαιά εικόνα της Παναγίας. Οι πατέρες της Μονής αναφέρουν ότι είχε αγιογραφηθεί από την εποχή του κτήτορος της Μονής Νεοφύτου, τον 11ο αιώνα. Το έτος 1646, που ήταν ένα έτος πολύ δύσκολο για την Ιερά Μονή, διότι δεν είχε τα απαραίτητα χρήματα για να πληρώσει τους καθορισμένους φόρους στους Τούρκους κατακτητές, ο τραπεζάριος του Μοναστηριού, περνούσε μπροστά από αυτήν την εικόνα συνεχώς, ακόμα και τη νύχτα βαστάζοντας στα χέρια του αναμμένα δαδιά. Μια βραδυά, εκείνο το έτος, λοιπόν, καθώς περνούσε και πάλι μπροστά από την εικόνα της Θεοτόκου, ακούει φωνή να βγαίνει από την εικόνα και να του λέει: \”Μην περνάς από εκεί και μαυρίζεις τον τόπο με καπνό\”. Ό μοναχός νομίζοντας ότι κάποιος άνθρωπος φώναξε, καταφρόνησε τη φωνή και δεν έδωσε σημασία. Μετά από λίγες ημέρες, κι ενώ εκείνος συνέχιζε να περνάει μπροστά από την εικόνα με αναμμένα τα δαδιά, ακούει και πάλι τη φωνή να του λέει: \’\”Ώ Μοναχέ αμόναχε, έως πότε θα συνεχίσεις να καπνίζεις τη μορφή μου και να με μαυρίζεις ατιμώντας με;\”. Και συγχρόνως με τη φωνή έχασε ο ταλαίπωρος το φως του κι έμεινε τυφλός.\”Ετσι καταλαβαίνοντας το σφάλμα του, ότι δηλαδή καταφρόνησε την πρώτη φωνή και δεν υπάκουσε, κατασκεύασε ένα στασίδι μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και την παρακαλούσε συνεχώς να του συγχωρέσει αυτό το εξ απροσεξίας αμάρτημα και να του χαρίσει το φως του, ώστε βλέποντας την Αγία Εικόνα της να την δοξάζει και να την ευχαριστεί πάντοτε. Και η Παναγία μας, εισάκουσε την προσευχή του και του είπε: \”Ιδού, από σήμερα σου χαρίζω το φως και πρόσεξε στο εξής να μην περάσεις με αναμμένα δαδιά, γιατί εγώ είμαι η Κυρία της Μονής αυτής και γοργά υπακούω σ\’ εκείνους που με επικαλούνται και τους χαρίζω τα προς σωτηρία αιτήματά τους, διότι καλούμαι Γοργουπήκοος\”.
Μία μέρα άκουσε την Παναγία να του μιλά από αυτήν την εικόνα και να του αναγγέλει (εξού και “Προαναγγελλόμενη”) ότι οι λατινόφρονες πλησιάζουν στο μοναστήρι και όποιος είναι ψυχικά αδύνατος να κρυφτεί, ενώ εκείνοι που επιθυμούν μαρτυρικά στεφάνια ας παραμείνουν στο μοναστήρι.
H εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας, είναι θαυματουργή. Tό πρώτο θαύμα που αποδίδεται σε αυτήν αναφέρεται στα χρόνια της βασιλείας του Aλεξίου A’ του Kομνηνού.
‘Oταν κτιζόταν το αρχικό μανύδριο, 500 περίπου μέτρα μακριά από τα σημερινά κτίρια της Mονής, και ενώ οι εργάτες έκτιζαν, η εικόνα μαζί με τα εργαλεία των οικοδόμων εξαφανίζονταν μυστηριωδώς και όταν τα αναζητούσαν το πρωί τα ανακάλυπταν στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η Mονή. Eνώ κατάλαβαν ότι το θέλημα της Παναγίας ήταν να κτιστεί το μοναστήρι σε αυτό το σημείο, που η ίδια είχε επιλέξει, και όπου τελικά οικοδομήθηκε ο αρχικός πυρήνας της Mονής.
Tό προσωνύμιο Γερόντισσα αποδόθηκε στην εικόνα πολύ αργότερα, ύστερα από ένα καθοριστικό για την ονομασία της θαύμα της Παναγίας. H αρχική θέση της εικόνας ήταν μέσα στο Iερό Bήμα πίσω από την Aγία Tράπεζα.
Tήν εποχή, που έγινε το θαύμα, ένας πολύ ενάρετος και μεγάλος σε ηλικία ηγούμενος μετρούσε τις τελευταίες ώρες της επίγειας ζωής του. Kατά θεία αποκάλυψη γνώρισε το τέλος του και θελησε να κοινωνήσει των Aχράντων Mυστηρίων. Γι’ αυτό το λόγο παρακάλεσε τον ιερομόναχο εφημέριο που ιερουργούσε τη συγκεκριμένη ημέρα να συντομεύσει τη Θεία Λειτουργία, ώστε να προλάβει να κοινωνήσει. O ιερομόναχος όμως δεν υπάκουσε και συνέχισε να λειτουργεί με αργό ρυθμό.
Ξαφνικά ακούστηκε από την εικόνα η φωνή της Παναγίας, η οποία πρόσταζε τον ιερομόναχο να τελειώσει γρήγορα την Θεία Λειτουργία, ώστε να προλάβει να κοινωνήσει ο ηγούμενος. ‘Eτσι και έγινε. Mόλις ο Γέροντας κοινώνησε, εκοιμήθη και εξαιτίας αυτού του περιστατικού, η εικόνα απέκτησε την προσωνυμία “Γερόντισσα”.
Ο νέος Σάββας την αφιέρωσε στο σερβικό Κελλί των Καρυών “Τυπικαριό”, όπου ο ίδιος συχνά διέμενε και όπου υπάρχει μέχρι σήμερα τοποθετημένη στο τέμπλο στα δεξιά της Ωραίας Πύλης, δηλαδή στη θέση της εικόνας του Χριστού, η οποία βρίσκεται στα αριστερά αντίθετα με την επικρατούσα συνήθεια.
Όταν κατά το 1822 το Άγιον Όρος κατελήφθηκε από τουρκική φρουρά, ένας στρατιώτης τόλμησε να πυροβολήσει την εικόνα της Θεοτόκου που βρίσκεται εξωτερικά πάνω από την είσοδο της μονής. Η σφαίρα πλήγωσε το δεξιό χέρι της Παναγίας, ενώ ο ιερόσυλος που ήταν ανιψιός του αρχηγού του αποσπάσματος, παραφρόνησε και κρεμάστηκε σε μια ελιά του κήπου που βρίσκεται απέναντι από την είσοδο της μονής. Ο κίνδυνος για αντίποινα και λεηλάτηση της μονής ήταν βέβαιος, αν η σκηνή δε γινόταν αντιληπτή από συνάδελφο του αυτόχειρα που ενημέρωσε σχετικά και το θείο του. Εκείνος ομολόγησε ότι πρόκειται πράγματι για θεία δίκη και διέταξε να πετάξουν άταφο τον ιερόσυλο.
Η θαυματουργική εικόνα της Πυροβοληθείσας βρίσκεται στην είσοδο της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.
Ο εκκλησιάρχης πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σ΄ ένα στασίδι απέναντι από την εικόνα θρωνώντας το φοβερό αμάρτημά του και πριν πεθάνει πήρε την συγχώρηση από την ίδια την Παναγία, που του ανάγγειλε όμως, όπως προηγουμένως και στον ηγούμενο, ότι το βλάσφημο χέρι του θα υφίστανταν παραδειγματική τιμωρία μετά θάνατον. Πράγματι μέχρι σήμερα φυλάσσεται άλυωτο και κατάμαυρο κοντά στην εικόνα που είναι τοποθετημένη στον νάρθηκα του παρεκκλησίου του αγίου Δημητρίου.
Παλαιά υπήρχε η συνήθεια, βγαίνοντας οι πατέρες από το Καθολικό, μετά το τέλος της ακολουθίας του Όρθρου, να ασπάζονται την εικόνα της Παναγίας που υπήρχε στον εξωνάρθηκα. Εκεί ο Ηγούμενος έδινε τα κλειδιά της κλεισμένης για τις βραδυνές ώρες πύλης της Μονής στον θυρωρό για να ανοίξει.
Κάποια χρονιά, αρχές του 14ου αι., στις 21 Ἰανουαρίου, τελείωσε ο Όρθρος. Οι πατέρες αποσύρθηκαν στα κελλιά τους για να αναπαυθούν, μέχρι να αρχίσουν τα καθημερινά τους διακονήματα. Τότε θα ανοιγόταν και η πύλη της Μονής. Δεν γνώριζαν ότι έξω από αυτήν παραμόνευαν πειρατές,- τότε ήταν μάστιγα στο Αιγαίο πέλαγος-, που την είχαν περιλυκλώσει, έτοιμοι να εισβάλλουν για να καταστρέψουν τα πάντα.
Στο ναό βρισκόταν μόνος ο Ηγούμενος, αφοσιωμένος στην προσευχή του. Πετάχτηκε ξαφνικά ακούοντας μια φωνή, που δεν έμοιαζε με φωνή ανθρώπου. Έντρομος κοίταξε γύρω του. Δεν είδε κανένα. Έξάλλου κανένας δεν ήταν μέσα στό ναό. Και όμως κάποιος μίλησε. Συγκέντρωσε την προσοχή του και γεμάτος φόβο κατάλαβε ότι η φωνή προερχόταν από την εικόνα της Θεομήτορος. Με ευλάβεια τέντωσε το αυτί του για να ακούσει. Άκουσε τότε τη φωνή της Παναγίας να λέει: «Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές».
Κατάπληκτος ο Ηγούμενος προσήλωσε τα μάτια του στην εικόνα της Θεοτόκου. Αντίκρυσε τότε ένα εκπληκτικό θαύμα.
Η μορφή της Παναγίας ήταν ζωντανή. Το βρέφος Ιησούς που κρατούσε στα χέρια της πήρε και αυτό ζωή. Κίνησε το δεξί του χέρι και έκλεισε το στόμα της αγίας Μητέρας του, στρέφοντας προς αυτήν το φωτεινό πρόσωπό του.
Μια γλυκιά παιδική φωνή ακούστηκε να λέει: «Μη, Μητέρα μου, μην τους το λες. Άφησε τους να τιμωρηθούν, όπως τους αξίζει, γιατί αμελούν τα μοναχικά τους καθήκοντα».
Τότε η Κυρία Θεοτόκος με μεγάλη μητρική παρρησία προς τον μονογενή Υιόν της, σήκωσε ελαφρά το χέρι, συγκράτησε το χεράκι του, έκλινε λίγο προς τα δεξιά το θείο της πρόσωπο και επανέλαβε πιο έντονα : «Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές…Και κοιτάξτε να μετανοήσετε, γιατί ο Υιός μου είναι οργισμένος μαζί σας». Επανέλαβε δε και για τρίτη φορά την προειδοποίηση: «Σήμερα, μην ανοίξετε την πύλη της Μονῆς…». Μετά το διάλογο η Κυρία Θεοτόκος και το Πανάγιο Βρέφος της αποκαταστάθηκαν πάλιν σαν εικόνα.