Του αββα Ζωσιμά
Αν φέρεις στο νου σου κάποιον πού σε λύπησε ή σε πρόσβαλε ή σε ζημίωσε, πρέπει να τον θεωρήσεις σαν γιατρό, σταλμένο από το Χριστό, Και να τον έχεις σαν ευεργέτη. Γιατί αυτό καθεαυτό το ότι πονάς μ’ εκείνα (πού σου έκανε), δείχνει πώς ή ψυχή σου είναι άρρωστη.
“Αν δεν ήσουν άρρωστος, δεν θα έπασχες. Οφείλεις λοιπόν να ευχαριστείς τον αδελφό Και να προσεύχεσαι γι’ αυτόν, επειδή εξαιτίας του γνώρισες την αρρώστια σου. Και να δέχεσαι όσα σου κάνει σαν θεραπευτικά φάρμακα, πού σου έστειλε ο Ιησούς. “Αν όμως πικραίνεσαι εναντίον του αδελφού, είναι σαν να λες έμμεσα στον Ιησού: “Δεν θέλω τα φάρμακα σου! Θέλω να σαπίσω στα τραύματα μου! Οποίος λοιπόν θέλει να θεραπευθεί από τα “ψυχικά του τραύματα, είναι απαραίτητο να υπομείνει όσα επιβάλλει ο γιατρός, όποια κι αν είναι αυτά.
Άλλωστε, ούτε ο σωματικά άρρωστος εγχειρίζεται ή καυτηριάζεται ή πίνει καθάρσιο με ευχαρίστηση. Απεναντίας, και ή θύμηση τους ακόμα του προκαλεί αηδία. Πείθει όμως τον εαυτό του ότι είναι αδύνατον να λυτρωθεί άπ’ την αρρώστια αλλιώς, πάρα μόνο μ’ αυτά. Έτσι τα σηκώνει με γενναιότητα, ευχαριστώντας μάλιστα το γιατρό, γιατί γνωρίζει ότι με λίγη αηδία γλιτώνει από πολυχρόνια ασθένεια. Καυτήρας του Ιησού είναι αυτός πού σε προσβάλλει ή σε βρίζει, λυτρώνοντας σε έτσι από την κενοδοξία.
Καθάρσιο του Ιησού είναι αυτός πού σε ζημιώνει, καθαρίζοντας σε έτσι από την πλεονεξία. Αν λοιπόν αποφεύγεις πειρασμό ωφέλιμο, αποφεύγεις την αιώνια ζωή. Γιατί ποιος χάρισε λ.χ. στον άγιο Στέφανο τέτοια δόξα, σαν κι αύτη πού του εξασφάλισαν εκείνοι πού τον λιθοβόλησαν;