Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

1
Τι είναι η Θεία Χάρη ; Πως περιγράφουν την εμπειρία της Θείας χάριτος οι Πατέρες της εκκλησίας; Πως την αποκτάει κανείς ; Πως την χάνει κανείς ; Όλα σε αυτό το Θέμα
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

2
Τι είναι η θεία Χάρη; Είναι δυνατόν να περι­γραφεί;
Ό,τι ανήκει στην υπερφυσική θεία ιδιότητα δεν μπορεί ποτέ να περιγραφεί από τα δημιουργήματα. Αμυδρά και σκιωδώς κατανοείται από τον άνθρω­πο, γιατί το θείο είναι ακατάληπτο και απερίγρα­πτο.

Θεία Χάρη ονομάζουμε τη θεία δύναμη και ενέργεια με την οποία ο Θεός κατασκεύασε και συ­ντηρεί το σύμπαν. Χάρη ονομάζεται γιατί ακριβώς παρέχεται από τον Θεό δωρεάν.

Αυτή είναι και για μάς η μόνιμη ελπίδα και παρηγοριά. Αυτή στερηθήκαμε με την πτώση. Την επανέφερε όμως ο Κύριός μας με την παρουσία του στη γη. Αυτή, ανάλογα με την πίστη και την ακρί­βεια της τηρήσεως των θείων εντολών, μας απαλ­λάσσει από την αιχμαλωσία του παλαιού ανθρώ­που, του χοϊκού, και μας μεταμορφώνει κτίζοντας μέσα μας την εικόνα του επουρανίου. Πρέπει όμως, εδώ να τονίσουμε ότι όλα εξαρτώνται από τον Θεό και όχι από την ανθρώπινη δραστηριότητα.

Το ταπεινό φρόνημα και ιδιαίτερα η εκδήλωση συμπάθειας και αγάπης προκαλεί την επέμβαση και παρουσία της Χάριτος.



(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Συζητήσεις στον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 13, σ. 85-87)

http://www.pemptousia.gr/2015/01/ti-ine ... aton-na-p/
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

3
ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ - ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ


Τι σημαίνει να έχεις, ή να στερείσαι, τη θεία χάρη


Όταν αυξηθεί ή χάρη του Θεού στον άνθρωπο, τότε από τον πόθο της αρετής καταφρονεί το θάνατο, και βρίσκει πολλούς λόγους, στην ψυχή του, για να υποφέρει τις θλίψεις. Και όσα θεωρούνται βλαβερά για το σώμα, και επέρχονται ξαφνικά στην ανθρώπινη φύση, για να την κάνουν να υποφέρει, δεν τα λογαριάζει καθόλου, συγκρίνοντας τα με τα ελπιζόμενα αγαθά. Άλλωστε, δεν είναι δυνατό να γνωρίσει την αλήθεια χωρίς τους πειρασμούς πού παραχωρεί ό Θεός. Και αυτό το ξέρει καλά.


Όταν όμως ό άνθρωπος στερηθεί πολύ τη χάρη του Θεού, τότε όλα τα λυπηρά πού αναφέραμε βρίσκονται μπροστά του, και νομίζει ότι οί ανθρώπινες γνώσεις του, με τις όποιες εξετάζει τα πράγματα, είναι ανώτερες από την πίστη στο Θεό, και ότι ή εμπιστοσύνη στο Θεό σε τίποτε δε βοηθάει, και ότι ή πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο είναι ανύπαρκτη. Σε όλα αυτά, είναι μέσα οί πονηροί δαίμονες, πού τον ενεδρεύουν και του ρίχνουν τα βέλη τους, χωρίς να το καταλαβαίνει


Να επιμείνεις στην τήρηση των εντολών τον Θεού, κι ας μην έχεις αισθητή την πείρα της θείας χάρης


Εσύ να φυλάξεις τους κοινούς κανόνες της μοναχικής ζωής, για να λυτρωθείς από τις κοσμικές φροντίδες πού σε απομακρύνουν από τη θεωρία του Θεού. Εάν στο μεταξύ, προτού προλάβεις να λυτρωθείς, έρθει μέσα σου ή χάρη του Θεού, να το θεωρήσεις ότι είναι δώρο του Θεού, και όχι καρπός των κόπων σου. Αν δεν συμβεί αυτό, να ακολουθήσεις τον κοινό δρόμο όλων των ανθρώπων, τηρώντας τις εντολές του Θεού, όπως τις διδάχθηκες, και έτσι να ανεβείς ψηλά στον πνευματικό πύργο.

Αν πεθάνει ό άνθρωπος, έχοντας ζήσει με την ελπίδα να γνωρίσει αισθητώς τα μυστήρια του Θεού, και αν ακόμη δε δει αυτή τη γη της τελειότητας από κοντά, πιστεύω ότι θα κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού μαζί με τους αρχαίους δικαιους της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτοί είχαν την ελπίδα να φθάσουν την τελειότητα, αλλά δεν αξιώθηκαν να τη δουν, σύμφωνα με το λόγο του αποστόλου Παύλου (Έβρ. 11, 39).


Επειδή λοιπόν εργάσθηκαν την αρετή σ' όλη τους τη ζωή, μέχρι πού κοιμήθηκαν, θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού. Και αν ακόμη ένας άνθρωπος δε γνώρισε αισθητώς τα μυστήρια του Θεού, παρά μόνο μέσα από καθρέφτη, και ήλπισε ότι θα τα απολαύσει από μακριά, και με αυτή την ελπίδα πέθανε, να ξέρεις ότι πήγε στον τόπο των αγίων πατέρων του. Και αν δεν αξιώθηκε σ' αυτή τη ζωή την τέλεια χάρη του Θεού, όμως μπορούσε να αποκόψει τους πονηρούς λογισμούς, επειδή πάντοτε επικοινωνούσε μαζί της, και την είχε στη σκέψη του και την επιθυμούσε σ' όλοι τη ζωή. Και επειδή με αυτή την ελπίδα ή καρδιά του ήταν γεμάτη από την ευσπλαχνία του Θεού φεύγει από τον κόσμο τούτο μαζί με τους δικαίους.


Όταν το άγιο Πνεύμα αρχίζει να σε επισκιάζει
Εάν βλέπεις, σε κάθε λογισμό πού κινείται στην ψυχή σου, και σε κάθε ενθύμηση, και στις πνευματικές σου ενατενίσεις την ώρα της ησυχίας σου, να γεμίζουν τα μάτια σου δάκρυα, και να βρέχουν τις παρειές σου, χωρίς εσύ να βιάζεις τον εαυτό σου, να ξέρεις ότι, σ' αυτή την περίπτωση, άρχισε να ανοίγει ό φράχτης μπροστά σου, για να έρθει ή χάρη του Θεού και να καταστραφεί ό εχθρός.


Μπορεί πάλι, να βρίσκεις, από καιρού εις καιρόν, ότι βυθίζεται ό νους σου στην καρδιά σου, χωρίς εσύ να το επιδιώκεις κατά τη συνήθεια σου, και να διαμένει εκεί (ό νους σου) για κάποιο μικρό διάστημα. Μετά άπ' αυτό, πράγμα πού είναι σύνηθες, μπορεί να βλέπεις τα μέλη του σώματος σου σαν να πέρασαν από μεγάλη αρρώστια, και να βασιλεύει ή ειρήνη του Θεού στους λογισμούς σου, και αυτό να κρατάει πολύ. Σ' αυτή την περίπτωση, να ξέρεις ότι ή νεφέλη του αγίου Πνεύματος άρχισε να επισκιάζει τη σκηνή της καρδιάς σου.


Ή παντελής ανάθεση τον ανθρώπου στη θεία πρόνοια και ή ανταπόκριση της θείας Χάρης
Άμα ό άνθρωπος απορρίψει για τον εαυτό του κάθε αισθητή βοήθεια και κάθε ανθρώπινη ελπίδα, όπως συμβαίνει με τους ησυχαστές, και αφιερωθεί στο Θεό με εμπιστοσύνη και καθαρή καρδιά, αμέσως ακολουθεί ή θεία χάρη και του αποκαλύπτει τη δύναμη της βοηθώντας τον με πολλούς τρόπους. Πρώτα, πρώτα στα φανερά σωματικά προβλήματα, όπου του δείχνει εμφανώς τη δύναμη της πρόνοιας του Θεού γι' αυτόν προσωπικά. Και καθώς βλέπει τη φανερή βοήθεια του Θεού, βεβαιώνεται και για τη μυστική βοήθεια του Θεού, όπως ταιριάζει στο ταπεινό και άκακο φρόνημα του και στη σεμνή διαγωγή του. Καταλαβαίνει δηλ. πώς τακτοποιούνται οι σωματικές του ανάγκες χωρίς κόπο, αφού δε φροντίζει καθόλου γι' αυτές. Και ή θεία χάρη τον απαλλάσσει από πολλά δυσάρεστα και επικίνδυνα πολλές φορές, πράγματα, χωρίς αυτός να τα καταλαβαίνει. Όλα αυτά τα αποδιώχνει άπ' αυτόν, ανεπαίσθητα, ή θεία χάρη, με θαυμαστό τρόπο, και τον σκεπάζει σαν την κλώσα, πού ανοίγει τα φτερά της και σκεπάζει τα κλωσσόπουλα, για να μην πάθουν κανένα κακό. Έτσι, του δείχνει (ή Θεία Χάρη), στα μυστικά μάτια της ψυχής του, πώς πλησίαζε ή απώλεια του, και φυλάχτηκε αβλαβής. Έτσι, τον γυμνάζει στα πνευματικά και του φανερώνει τις ενέδρες και τις μηχανές των κακών και ακατάληπτων λογισμών. Και τότε, εύκολα τους καταλαβαίνει, και παρακολουθεί πώς ό ένας διαδέχεται τον άλλο, και πώς παραπλανούν και εξαπατούν τον άνθρωπο, και σε ποιο λογισμό κολλάει ό νους, και πώς γεννιούνται ό ένας από τον άλλο, και εξολοθρεύουν την ψυχή. Και κάνει (ή Θεία Χάρη) καταγέλαστη στα πνευματικά του μάτια κάθε ενέδρα και παγίδα των δαιμόνων, και αποκαλύπτει πώς εξαφανίζονται οι κακοί λογισμοί τους, και του δίνει σοφία και σύνεση, ώστε να καταλαβαίνει Τι μέλλει να συμβεί. Ακόμη, ανατέλλει μέσα στην απλή καρδιά του ένα μυστικό φως, για να βλέπει τα πάντα, και τη δύναμη των λεπτών συλλογισμών, και του δείχνει φανερά Τι έμελλε να πάθει, αν δεν γνώριζε τις δαιμονικές πανουργίες. Και τότε γεννιέται μέσα του ή βεβαιότητα ότι για κάθε πράγμα, μικρό και μεγάλο, πρέπει να ζητούμε στην προσευχή μας τη βοήθεια του Δημιουργού μας.


Και όταν ή Θεία Χάρη στεριώσει το φρόνημα του, ώστε να εμπιστεύεται σε όλα, και ολοκληρωτικά, το Θεό, τότε αρχίζει να μπαίνει λίγο, λίγο στους πειρασμούς. Και παραχωρεί ό Θεός να σταλούν σ' αυτόν πειρασμοί, όσους μπορεί να αντέξει και να αντιμετωπίσει. Και κατά τη διάρκεια αυτών των πειρασμών τον προσεγγίζει ή θεία βοήθεια κατά τρόπον αισθητό, για να ενθαρρυνθεί στον αγώνα του. Κι αυτό γίνεται, μέχρι να γυμνασθεί, ,σιγά, σιγά με τον καιρό, και αποκτήσει σοφία, και περιφρονήσει τους νοητούς εχθρούς με την πλήρη εμπιστοσύνη του στο Θεό. Χρειάζεται λοιπόν να αποκτήσει αυτή την πείρα, γιατί, αλλιώς, δεν μπορεί να αποκτήσει σοφία στους πνευματικούς πολέμους, και να γνωρίσει την πρόνοια και τη δύναμη του Θεού, και να στερεωθεί μυστικά στην πίστη του.


Τα χαρίσματα τον Θεού έρχονται μόνο στους απλούς και ταπεινούς, πού αγαπούν τις θλίψεις
Όποιος, χωρίς να είναι ανάγκη, έχει την τόλμη και παρακαλεί το Θεό επιθυμώντας να γίνουν μέσω αυτού θαυμάσια πράγματα, πού να δείχνουν τη δύναμη του Θεού, αυτόν τον πειράζει και τον περιγελά ό δαίμονας μέσα στο χώρο του νου του, γιατί δείχνει να καυχιέται, ενώ έχει αδύνατη συνείδηση. Τη βοήθεια του Θεού πρέπει να τη ζητούμε στις θλίψεις στις στενοχώριες. Χωρίς ανάγκη να εκ-πειράζουμε το Θεό είναι κίνδυνος για μας. Όποιος επιθυμεί κάτι τέτοιο δεν είναι πραγματικά δίκαιος και άνθρωπος του Θεού. Βέβαια, ό Κύριος έκαμε θαύματα και σημεία με πολλούς αγίους, αλλά όταν το θέλησε ό ίδιος. Ενώ, αν εσύ το επιθυμείς και είναι δικό σου θέλημα, χωρίς δηλ. να το επιβάλλει κάποια ανάγκη, πέφτεις από κει πού είσαι προφυλαγμένος με την ταπείνωση και γλιστράς από τη γνώση της αλήθειας του Θεού. Διότι, εάν -κατ' οικονομία- εισακουσθεί ένα τέτοιο, παράλογο, αίτημα από το Θεό, βρίσκει αφορμή ό πονηρός άπ' αυτό και βάζει τον αιτούντα σε μεγάλους μπελάδες. Οι αληθινά αφοσιωμένοι στο Θεό, όχι μόνο δεν επιθυμούν τέτοια πράγματα, αλλά και όταν τους δοθούν από το Θεό, δε θέλουν να τα δεχθούν γνωρίζοντας τους κινδύνους της υψηλοφροσύνης. Και δεν τα θέλουν όχι μόνο για να μη φαίνονται στους ανθρώπους ότι είναι σπουδαίοι, αλλά και για να αποφύγουν την κρυφή έπαρση της καρδίας.


Για παράδειγμα σας αναφέρω έναν από τους αγίους πατέρες, ό όποιος λόγω της καθαρής καρδιάς του, έλαβε από το άγιο Πνεύμα το χάρισμα να γνωρίζει από πιο μπροστά ποιοι έρχονται σ' αυτόν. Αυτός ό γέροντας λοιπόν, ζήτησε από το Θεό, αφού προηγουμένως παρακάλεσε να προσευχηθούν και άλλοι άγιοι αδελφοί, να του πάρει το χάρισμα. Εάν, ωστόσο, κάποιοι άνθρωποι του Θεού δέχθηκαν χαρίσματα, τα δέχθηκαν είτε γιατί ή ανάγκη το επέβαλε, είτε γιατί ήταν απλοί και ταπεινοί, αλλά σε καμιά περίπτωση, έτσι, τυχαία!


Οί δίκαιοι και αληθινοί άνθρωποι τούτο πάντα έχουν στο νου τους: ότι δεν είναι άξιοι του Θεού και με τούτο δοκιμάζονται και αποδεικνύονται αληθινά παιδιά του Θεού, με το ότι δηλ. θεωρούν τον εαυτό τους ταλαίπωρο αμαρτωλό και ανάξιο της φροντίδας και της πρόνοιας του Θεού. Και αυτό το αίσθημα τους το εξομολογούνται και μέσα στην καρδιά τους, αλλά και μπροστά σε άλλους, με ταπείνωση βέβαια. Και αυτό γίνεται από τη σοφία πού τους χαρίζει το άγιο Πνεύμα, για να μην παύσουν να φροντίζουν για την πνευματική τους πρόοδο, και για να εργάζονται την αρετή ενόσω ζούνε. Την ανάπαυση τους από τους κόπους και από τις θλίψεις, ό Θεός τη φύλαξε για το μέλλοντα αιώνα. Και όσοι έγιναν ναός του Κυρίου, δεν επιθυμούν να ζουν τώρα εν αναπαύσει, και να απαλλαγούν από τις θλίψεις, αν και κατά καιρούς τους δίνεται κάποια παρηγοριά, με τρόπο μυστικό, για τους πνευματικούς κόπους τους. Εμείς, άγιε αδελφέ, ας εργασθούμε με την καρδιά μας τα έργα της μετάνοιας και της καθαρής πολιτείας, πού ευαρεστεί το Θεό, και τότε, τα χαρίσματα του Κυρίου, όπως ή υγεία, ή απάθεια, ή θεωρία, έρχονται από μόνα τους, χωρίς να τα ζητούμε, εάν φυσικά ή καρδιά μας γίνει καθαρή και αμόλυντη. Όμως τα υψηλά χαρίσματα του Θεού να μην τα ζητούμε και περιμένουμε πότε θα μας έρθουν, γιατί κάτι τέτοιο δεν το εγκρίνει ή Εκκλησία του Θεού. Και όσοι έλαβαν χαρίσματα με τέτοιο τρόπο, απέκτησαν υπερηφάνεια και εξέπεσαν από τη χάρη του Θεού. Να φέρεται κανείς με τέτοιο τρόπο δεν είναι σημείο ότι αγαπά το Θεό, αλλά αρρώστια ψυχής. Και πώς μπορούμε εμείς να ζητήσουμε τα υψηλά χαρίσματα του Θεού, τη στιγμή πού ό θείος απόστολος Παύλος καυχιέται για τις θλίψεις του, και θεωρεί την κοινωνία του στα παθήματα του Χριστού ότι είναι τα μεγάλα δώρα του Θεού;


Ή θεία Χάρη είναι καρπός της πίστης ή της εργασίας των εντολών, ή και των δύο
Για δύο λόγους δίνεται το χάρισμα της αποκάλυψης και της βίωσης της καινής κτιςης του Θεού. Άλλοτε δίνεται από τη χάρη του Θεού για τη θερμότητα της πίστης μας, και άλλοτε έρχεται ως καρπός της εργασίας των εντολών και της καθαρότητας της καρδίας. Στην πρώτη περίπτωση είναι οι μακάριοι Απόστολοι, οί όποιοι αξιώθηκαν να δουν την αποκάλυψη του Θεού, όχι γιατί καθάρισαν το νου τους με την εργασία των εντολών, αλλά γιατί είχαν θερμή πίστη. Διότι πίστεψαν στο Χριστό με απλότητα και τον ακολούθησαν χωρίς δισταγμό, με φλογερή καρδιά. Και όταν τελείωσε ό Χριστός το προσκυνητό έργο της θείας οικονομίας του, έστειλε σ' αυτούς το Παράκλητο Πνεύμα, και τότε τους καθάρισε, και έκαμε το νου τους τέλειο, και νέκρωσε πραγματικά μέσα τους τον παλιό άνθρωπο των παθών, και τους έδωσε με τη θεϊκή ενέργεια την αιώνια ζωή και τους μετέβαλε σε καινό άνθρωπο του Πνεύματος, και αυτοί δέχθηκαν με τρόπο αισθητό και τα δύο, τη νέκρωση και τη ζωοποίηση. Με όμοιο τρόπο και ό μακάριος Παύλος ανακαινίσθηκε μυστικά και, έτσι, δέχθηκε την αποκάλυψη των μυστηρίων του Θεού. Όμως δεν είχε επαναπαυτεί σ' αυτό. Δέχθηκε βέβαια εν ενεργεία τη χάρη και τη δωρεά της αποκάλυψης του Θεού, αλλά σ' όλη του τη ζωή βάδιζε τον τραχύ αποστολικό δρόμο της θυσίας, για να ανταποκριθεί κατά το δυνατό στη χάρη πού αξιώθηκε, από τότε πού συνομίλησε μαζί του ό Κύριος σαν να 'ταν οικείος του και τον έστειλε στη Δαμασκό.


Οι διάφορες τάξεις χαρισμάτων στο μέλλοντα αιώνα
Ό Σωτήρας και Κύριος μας, όταν μιλούσε για «πολλές μονές», εννοούσε τα διάφορα πνευματικά επίπεδα των ανθρώπων πού ζουν στο χώρο της ανάπαυσης του Θεού, δηλ. τις διακρίσεις και τις διαφορές των πνευματικών χαρισμάτων, στα όποια εντρυφούν ανάλογα με την πνευματική τους κατάσταση. Γιατί ό Κύριος δεν εννοούσε, λέγοντας «πολλές μονές», διάφορους τόπους, αλλά διάφορες τάξεις χαρισμάτων. Όπως γίνεται με τον αισθητό Ήλιο, πού ό καθένας μας τον χαίρεται και τον απολαμβάνει ανάλογα με την καθαρότητα και τη δύναμη των οφθαλμών του. Προσέξτε Τι γίνεται με το λυχνάρι μέσα σ' ένα σπίτι. Ενώ το λυχνάρι είναι ένα, το φως του, χωρίς να μοιράζεται σε δυνατό και αδύνατο, δεν έχει σε όλα τα σημεία την ίδια δύναμη. Έτσι και στο μέλλοντα αιώνα, όλοι οι δίκαιοι κατοικούν στον ίδιο και αδιαίρετο χώρο, και ό καθένας, ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση, φωτίζεται από τον ένα νοητό Ήλιο, το Χριστό και απολαμβάνει την ευφροσύνη, ενώ ζει με τους άλλους στον ίδιο αέρα, στον ίδιο τόπο, στο ίδιο κάθισμα, και βλέπει τα ίδια πράγματα και σχήματα. Και δε σκέφτεται την οπτική δύναμη του πλαϊνού του, ούτε του ανώτερου, ούτε του κατώτερου γιατί βλέποντας την ανώτερη χάρη του διπλανού του, συνειδητοποιεί το δικό του υστέρημα, και αυτό τον κάνει να λυπάται και να αδημονεί. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει εκεί, οπού δεν υπάρχει ούτε λύπη ούτε στεναγμός. Εκεί ό καθένας ευφραίνεται μέσα στην ψυχή του ανάλογα με τη χάρη της πνευματικής του κατάστασης. Ωστόσο, ή θεωρία των μυστηρίων του Θεού είναι μία, και ή χαρά πού νιώθουν όλοι είναι ίδια, γιατί λείπει ή σύγκριση. Άλλη κατάσταση, εκτός από τις δύο αυτές, δεν υπάρχει ανάμεσα τους. Ή μία είναι ή βασιλεία των ουρανών, και ή άλλη ή κόλαση.


Οι πειρασμοί είναι «φύλακες» των χαρισμάτων τον Θεού
Τα φυσικά ελαττώματα, όπως ή αδυναμία, ή μικροψυχία, ή αφυΐα, ή αμορφία, σε κείνους πού φυλάγουν τον εαυτό τους από τους πειρασμούς, γίνονται φύλακες της αρετής. Αν δεχθείς ένα χάρισμα χωρίς πειρασμό, θα σε οδηγήσει στην απώλεια. Αν εργάζεσαι το καλό ενώπιον του Θεού και σου δώσει ένα χάρισμα, παρακάλεσε τον με την καρδιά σου, να σου δώσει φωτισμό Τι να κάνεις για να ταπεινωθείς, ή να σου δώσει φύλακα να σε προστατεύει από την έπαρση, ή να σου το πάρει, για να μη γίνει πρόξενος απώλειας σου. Γιατί όλοι δεν μπορούν να φυλάξουν τον πλούτο του Θεού χωρίς να βλάφτουν οι ίδιοι.

http://www.pigizois.net/vivlia/isaak_o_ ... ismata.htm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

4


Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ

Θεία Χάρις


Η θεία χάρις μία είναι, αλλά κατά το μέτρον του καθενός εμφανίζεται, εργάζεται, οράται, ναι, οράται! Αχ, και πόσον σκιρτάει μέσα σου όταν βλέπεις, όταν αισθάνεσαι αυτήν την θεία χάρη! «Εγώ είπα, θεοί εστέ και υιοί Υψίστου πάντες» (Ψαλμ. 81,6)

Ω! χάρις, χάρις! Έλα και σε μας, έλα γρήγορα, έλα. Πόσον αλλάζει ο άνθρωπος, πώς μεταβάλλεται, πώς γίνεται ο ταλαίπωρος άνθρωπος όταν τον επισκιάσει η θεία χάρις! Αυτή η θεία χάρις έκανε τους μάρτυρας όχι μόνον να μην αισθάνονται τους πόνους του μαρτυρίου των, αλλά και να χαίρονται που μαρτυρούν διά τον Χριστόν. «Ένεκα Σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» (Ψαλμ. 43, 23). Άλλο να αισθάνεσαι και άλλο να διαβάζεις ή να ομιλείς περί θείας χάριτος.

Αυτή η θεία χάρις έκανε τον Μοτοβίλωφ, τον μαθητή του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ, να μη μπορεί να δει το πρόσωπο του Αγίου από την υπερβολική λάμψη αυτού. Να αναφέρω και άλλο; Διατί οι υιοί Ισραήλ δεν ηδύναντο να ατενίσουν, να ίδουν το πρόσωπον του προφήτου Μωϋσέως, όταν κατέβηκε από το όρος Σινά κρατώντας τας δύο θεοχαράκτους πλάκας του γραπτού Νόμου, και ηναγκάσθη ο Προφήτης να το σκεπάσει;

Υπάρχουν πολλά που ο άνθρωπος τα συναντά εις τον βίο του, να πούμε. Πολλές φορές απορούσα, πώς οι άγιοι Πατέρες, όταν προσηύχοντο, σήκωναν τα χέρια ψηλά; Δεν μπορούσα να καταλάβω. Όταν ήρθε η σειρά, τότες το κατάλαβα.

Δεν μπορείς, πάτερ, να συγκρατήσεις τον εαυτό σου, όταν έρχεται αυτή η χάρις, να πούμε, δεν μπορείς. Αλλά ποτές, όμως, στη ζωή μου δεν σήκωσα κι εγώ τα χέρια ψηλά στον ουρανό. Ψυχικώς τα σήκωσα πολλές φορές. Ως υιός προς Πατέρα.

Δεν μπορείς να συγκρατήσεις τον εαυτό σου. Όταν υπερεκχυλίσει η χάρις, τότες κι εσύ τα χάνεις. Όταν συσταλεί η χάρις, τότε σε πιάνει ρίγος. Πού προχώρησα! Πού προχώρησα!



Άλλη φορά μάζευα μύγδαλα στην περιοχή μας, να πούμε, και πέρασε ένα αεροπλάνο, επειδή το μέρος μας είναι μεταξύ δύο, ένα βουνό εδώ κι άλλο εκεί, κι είμαστε στη χαράδρα· και το έφερνε σαν μελωδία, να πούμε, σαν χορωδία. Ο βόμβος του αεροπλάνου, τό 'φερνε σαν μελωδία, σαν μουσική, να πούμε. Έφυγε η ψυχή μου αμέσως, απότομα, έφυγε η ψυχή μου προς υπάντησιν του Νυμφίου, όπως λέει, νομίζω, στον Απόστολο: «Ημείς δε αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου, και ούτω πάντοτε μετά του Κυρίου εσόμεθα» (Α' Θεσ. 4,17). Έτσι τότες από την πείρα καταλαμβάνεις τι εννοεί ο Απόστολος. Όταν δεν το περάσεις, το καταλαμβάνεις εν μέρει, πλήρως δεν το καταλαμβάνεις. Το καταλαμβάνεις όταν τον περνάς αυτόν τον δρόμο, να πούμε. Και λέω, να, γι' αυτό λέει ο Απόστολος: «Ημείς δε αρπαγησόμεθα».

Κάτι τέτοια δεν τα προκαλείς εσύ, μονάχα τους έρχονται. Αλλιώς είναι να τα σχεδιάζεις, να τα μελετάς, να τα γράφεις, και αλλιώς είναι μονάχα τους να έρχονται, να πούμε.

Έκανα μετάνοιες. Έρχεται ο λογισμός: «Εκεί που κάνεις μετάνοιες, εκεί είναι τα ποδάρια του Χριστού». Πέφτω και φιλώ το έδαφος εκεί που πάτησε ο Χριστός, το φιλώ και το ασπάζομαι το έδαφος όπου πάτησε ο Χριστός. Μα, μονάχα τους έρχονται, δεν τα προκαλείς εσύ, μονάχα τους έρχονται. Αυτή είναι η χάρις , αδελφέ μου.



Δεν μπορώ να συγκρατήσω τον εαυτό μου. Γι' αυτό λέω. Όπως ένα μυρμήγκι, όταν βρίσκει μια τροφή εκεί, και πηγαίνει, ειδοποιεί όλο το κοπάδι, ας το πούμε, κι έρχονται πολλά μυρμήγκια να φάνε αυτήν την τροφή. Όπως κι ο άγιος Χρυσόστομος λέει: «Ο μόσχος πολύς, η τράπεζα γέμει, μηδείς εξέλθει πεινών» (στον πανηγυρικό λόγο της Αναστάσεως αυτό). Έτσι κι εγώ, δεν μπορώ να το συγκρατήσω. Δηλαδή, αυτό που βρήκα, έλα και συ, ελάτε να φάτε, εδώ έχει θησαυρό!

Όταν πλησιάζεις έναν άνθρωπο πνευματικό, παίρνεις. Παίρνεις.

Δηλαδή, η χάρις μεταδίδεται, και διά μέσου της προσευχής και εξ αποστάσεως μεταδίδεται η χάρις. Και, αν έχω καμιά καλή προσευχή, λέω, ο Γέροντας εύχεται για μένα εδώ κάτω, το λέω. Έτσι το αισθάνομαι κι εγώ.

Η χάρις έρχεται κατ' αυτόν τον τρόπο, να πούμε. Όταν εγώ, πάτερ, κοιμήθηκα, είδα μπροστά μου ένα εξαπτέρυγο -ή εξαπτέρυγο ήταν ή πολυόμματο, δεν γνωρίζω. Έτσι τούπ και το φίλησα. Όταν το είπα στον Γέροντα, λέει: «Όχι , παιδί μου, ότι ήτανε πολυόμματο, εξαπτέρυγο απάνω στον Ουρανό. Η Χάρις έρχεται κατ' αυτόν τον τρόπο».



Χθες, προχθές διαβάσαμε τον Εσπερινό της Μεταμορφώσεως. Εκεί που λέει ο Θεός στον προφήτη Ηλία ότι, μετά που έφυγε και περπάτησε σαράντα μέρες, το πρώτο λέει: «Φωτιά, συντρίβων όρη και βουνά, και ουκ ην εκεί Θεός εν τω συσσεισμώ», κι έπειτα «πυρ, και ουκ ην ο Θεός εν τω πυρί», και «αύρα λεπτή, εκεί ην ο Θεός» (Γ' Βασ. 19, 11-12). Στην αύρα τη λεπτή, η οποία μόνο τη νύχτα μπορεί ο άνθρωπος, εάν θέλει ο Θεός να τον χαριτώσει. Την ημέρα δύσκολα απολαμβάνει αυτό ο άνθρωπος. Διότι την ημέρα έχει πολλούς λογισμούς μέσα, Τη νύχτα το απολαμβάνει.

Όταν έρθει η χάρις ξεχνάς και τις θλίψεις και τα βάσανα, χαλάλι να γίνουν όλα. Όταν έρθει η λύπη, ξεχνάς τη χάρη και λες, αμάν, ο Θεός μ' εγκατέλειψε, ούτε να προσευχηθώ τίποτε, πάει, ο Θεός μ' εγκατέλειψε, , τρόπον τινά, μ' έχει για την κόλαση. Όταν γυρίσεις απ' την άλλη πλευρά, ξεχνάς τα πρώτα· γυρίζεις στα πρώτα, ξεχνάς τα δεύτερα. Έτσι είναι. Ε, αυτό, γυμνάζεται ο άνθρωπος στην ταπείνωση. «Ουχί εγώ, αλλά η χάρις η συν εμοί», όπως έλεγε και ο Απόστολος (Κορ. 15, 10). Γυμνάζεται ο άνθρωπος στην ταπείνωση.

Πολλές φορές πήγα μέσα στην εκκλησία, στο Ιερό, εδώ είναι ο Θεός. Σε πληροφορεί, να πούμε. Πολλές φορές που λειτουργούσε ο Γέροντας, εγώ δεν λειτουργούσα: ε, ή αυτός ή εγώ. Όλη η εκκλησία ήταν βουτηγμένη σε γλυγύτητα, στο μέλι, να πούμε. Ο Γέροντας λειτουργούσε κι εγώ αισθανόμουνα τη χάρη.

Όταν είχα το έκζεμα στη δράση του, να πούμε, δεν μπορούσα να καθίσω όπως κάθομαι τώρα, ξαπλωμένος όπως κοιμάται κανένας. Αν ήταν χειμώνας, είχα το πάπλωμα από πάνω κι έκανα ακολουθία. Να καθίσω έτσι δεν μπορούσα, όρθιος δεν μπορούσα να καθίσω. Έτσι και αυτό έδωσε και μία νύξη, άφησα τη Λειτουργία, δεν μπορώ, πονάω, πονάω πολύ.

Ξαπλωμένος λοιπόν όπως ήμουνα και σκεπασμένος με το πάπλωμα, μου έρχεται μια χαρά μέσα μου, πολλή χαρά, ποτέ στη ζωή μου δηλαδή, και σ' αυτή την χάρη, δεν έχω αισθανθεί τόση πολλή χαρά. Η χαρά μεγάλωσε, μεγάλωσε κι ένα φως μέσα μου κι ένα φως απ' έξω, γίνηκα κι εγώ ένα σαν φως όλο.

Παναγία μου, θα δω κάναν άγγελο τώρα, μήπως δω την Παναγία, καμιά θεοφάνεια θα δω τώρα, λέω, τόση χαρά.

Μετά, έτσι, λίγο-λίγο ταπεινώθηκε κι έσβησε. Ε, τέλειωσε αυτό και με πήρε ο ύπνος. Με πήρε ο ύπνος και βλέπω ότι θα γινόταν παρέλαση της βασιλικής οικογενείας. Καθόμουνα σ' ένα θεωρείο και βλέπω λοιπόν, περνούσαν τ' αυτοκίνητα ανοιχτά και κάθε πρίγκηπας είχε την οικογένειά του. Ε, λέω εγώ, φτωχόπαιδο, ερημίτης καλόγηρος, ν' αξιωθώ να δω αυτά τα πράγματα!

Και περνούσαν, πέρασαν τρεις-τέσσερις οικογένειες, έπειτα έγινε ένα φως υπό τον ουρανό και λέει: Έρχεται ο Βασιλεύς τώρα. Μ' αυτό ξύπνησα. Α, λέω, τον Βασιλέα δεν τον είδα! Τους πρίγκηπας τους είδα, αλλά οι πρίγκηπες μπροστά στον Βασιλέα δεν είναι τίποτες.



Ο γερο-Ιωσήφ μας έλεγε ότι, αν πάτε σ' ένα σπίτι και έχετε πνευματική κατάσταση, μπορείτε να προσανατολισθείτε τι πνεύμα κυκλοφορεί στο σπίτι αυτό. Αν π.χ. υπάρχει πνεύμα αρπαγής ή ψεύδους ή χρημάτων κλπ. Αυτά που μας έλεγε εν μέρει τα καταλαβαίναμε. Τι εννοεί τώρα ο Γέροντας, να πας σ' ένα σπίτι και να καταλάβεις τι πνεύμα κυκλοφορεί; Όχι απίστευτο σου φαίνεται, αλλά και παράλογο ακόμη. Και όμως έτσι είναι.

Είχα πάει μία ημέρα να λειτουργήσω στον γερο-Ιωσήφ. Μόλις μπήκα εις το κελλί του, λέω αμέσως: «Γέροντα, τι συμβαίνει εδώ μέσα;» «Τι είναι;» μου λέει. «Κάτι σαν να μου επιβάλλει σιωπή, Γέροντα». Αμέσως στην ψυχή μου δημιουργήθηκε τέτοια αίσθησις· σαν να ειδοποιήθηκε, τρόπον τινά, ότι εδώ μέσα υπάρχει σιωπή.

«Να σου ειπώ», λέει ο γερο-Ιωσήφ. «Τώρα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, το Σάββατο θα λειτουργήσουμε· θα κοινωνήσουμε· θα φάμε και θα ομιλήσουμε με τον π. Αρσένιο μέχρι την Κυριακή το βράδυ. Την Κυριακή βράδυ θα βάλουμε μετάνοια. Όλην την εβδομάδα κατόπιν δεν θα ομιλήσουμε. Μόνον με τα νοήματα συνεννοούμεθα. Θα έρθεις το Σάββατο εσύ, να κοινωνήσουμε, και τότε θα ομιλήσουμε κ.ο.κ.»

Τότε λοιπόν κατάλαβα, από την ιδική μου πείρα πλέον, εκείνα που μας έλεγε ο γερο-Ιωσήφ.



Πόσο, μα πόσο γλυκύς είναι ο Ιησούς! Όλος χαρά, όλος αγάπη, όλος ειρήνη, όλος γαλήνη, όλος αγαλλίαση, όλος σκιρτήματα. Μα πόσο γλυκύς είναι ο Ιησούς!

Η χάρις διατηρείται με την ταπείνωση και την ευχαριστία εις τον Θεό.

Η ταπείνωσις ότι «εγώ δεν είμαι άξιος κληθήναι υιός Σου, ποίησόν με ως ένα εκ των δούλων σου» (Λουκ. 15,19).

Είναι όντως λυπηρό, ότι τον μέγα θησαυρόν που πήραμε στο άγιο βάπτισμα, δηλαδή την υιοθεσίαν, και κατέχουμε αυτόν, κατά τον Απόστολον (Β' Κορ. 4,7), εν οστρακίνοις σκεύεσι, αγνοούμε. Και γι' αυτό εύκολα ραθυμούμε, εύκολα αδιαφορούμε, εύκολα καταφρονούμε, και μ' ένα λόγο εύκολα πίπτομεν.

Μακάριος είναι εκείνος, ο οποίος έλαβε την χάρη και απέθανε με αυτήν.

Μακαριότερος είναι εκείνος, ο οποίος έζησε και την ηύξησε, την εμαγάλωσε και έπειτα εκοιμήθη.

Είδα ένα όνειρο ότι πήγα στο χωριό μου, εκεί που γεννήθηκα. Και δεν πήγα στο πατρικό μου σπίτι, αλλά πήγα στην εκκλησία. Μπήκα στην εκκλησία, προχώρησα και μπήκα στο Ιερό. Εκεί είδα την κολυμβήθρα, εκεί που βαπτίσθηκα, εκεί που ήρθε η χάρις. Γονάτισα, την αγκάλιασα, τη φίλησα, τη φίλησα, τη φίλησα με πολλά δάκρυα.

http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/m ... a_xari.htm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

5
Η θεία χάρη, η θεία γνώση & η ανθρώπινη πράξη (Οι τρεις τάξεις της Χάριτος)

Σε τρεις τάξεις διαιρείται η χάρις [=η θεία χάρη, η άκτιστη θεϊκή ενέργεια που έρχεται στον άνθρωπο από το Θεό]: Καθαρτική, φωτιστική, τελειωτική [=που τελειοποιεί]. Σε τρεις και η ζωή μας: Κατά φύσιν, υπέρ φύσιν, παρά φύσιν. Σε αυτές τις τρεις τάξεις ανέρχεται και κατέρχεται. Τρία είναι και τα μεγάλα χαρίσματα, που λαμβάνει: Θεωρία, αγάπη, απάθεια.

Λοιπόν στην «πράξιν» συνεργεί χάρις καθαρτική, η οποία βοηθά στην κάθαρση. Και κάθε ένας, που μετανόησε, η χάρις είναι που τον προτρέπει στη μετάνοια.

Και όσα κάνει της χάριτος είναι, αν και δεν το γνωρίζει αυτός που την έχει, όμως αυτή τον τροφοδοτεί και τον οδηγεί. Και ανάλογα με την προκοπή του, ανέρχεται ή κατέρχεται ή μένει στην ιδία κατάσταση.

Εάν έχει ζήλο και αυταπάρνηση ανεβαίνει σε θεωρία ["Ν": η λέξη θεωρία, στη γλώσσα της Ορθοδοξίας, σημαίνει όραση, οπτασία, γνώση], την οποία διαδέχεται φωτισμός θείας γνώσεως και λίγη απάθεια. Εάν ψυχρανθεί ο ζήλος, η προθυμία, τότε συστέλλεται και η ενέργεια της χάριτος.

Γι’ αυτόν που λες ότι γνωρίζει να προσεύχεται, είναι εκείνος που γνωρίζει τι εύχεται και τι ζητά από τον Θεό. Αυτός που γνωρίζει να προσεύχεται δεν βαττολογεί, δεν ζητά περιττά· αλλά γνωρίζει τον τόπο, τον τρόπο και τον καιρό και ζητά τα αρμόδια και ωφέλιμα της ψυχής του. Επικοινωνεί νοερά με το Χριστόν. Τον πιάνει και τον κατέχει και «δεν θα σε αφήσω, λέγει, εις τον αιώνα».

Εκείνος που προσεύχεται ζητά την άφεση των αμαρτιών, ζητά το έλεος του Κυρίου. Εάν ζητά και μεγάλα, όχι στον κατάλληλο καιρό, δεν του τα δίδει ο Κύριος. Διότι ο Θεός τα δίνει με τάξη.

Και, αν εσύ τον “κουράζεις” ζητώντας, αφήνει το πνεύμα της πλάνης και προσποιείται τη χάρη και σε πλανά, δείχνοντάς σου άλλα αντί άλλων. Γι’ αυτό δεν είναι ωφέλιμο να ζητά κανείς τα υπέρμετρα. Αλλά, και αν εισακουσθεί προ του καθαρισμού, όταν δεν είναι στην τάξη, γίνονται φίδια και βλάπτουν.

Συ έχε μετάνοια καθαρή, κάνε σε όλους υπακοή, και μόνη της η χάρη θα έλθει χωρίς εσύ να το ζητάς.

Ο άνθρωπος σαν βρέφος που ψελλίζει ζητά από τον Θεό το θέλημά του το άγιο. Ο Θεός, σαν Πατέρας υπεράγαθος, του δίδει τη χάρη, αλλά του δίδει και πειρασμούς. Εάν υπομένει αγόγγυστα τους πειρασμούς λαμβάνει προσθήκη της χάριτος. Όση περισσότερη χάρη λαμβάνει, τόσο αυξάνονται και οι πειρασμοί.

Οι δαίμονες, όταν πλησιάζουν, για να σε πολεμήσουν, δεν πηγαίνουν εκεί που εσύ εύκολα θα τους νικήσεις, αλλά δοκιμάζουν, πού έχεις αδυναμία. Εκεί που εσύ δεν τους περιμένεις, εκεί πολιορκούν το κάστρο. Και, όταν βρουν ψυχή ασθενική και μέρος αδύνατο, πάντα εκεί νικούν και τον κάνουν υπεύθυνο για την ήττα του.

Ζητάς χάρη από τον Θεό; Αντί χάριτος σου αφήνει πειρασμό. Δεν αντέχεις τον πόλεμο, πέφτεις; Δεν σου δίνεται προσθήκη της χάριτος. Πάλι ζητάς; Πάλι ο πειρασμός. Πάλι ήττα; Πάλι στέρηση εφ’ όρου ζωής.

Πρέπει λοιπόν να βγεις νικητής. Άντεξε τον πειρασμό μέχρι θανάτου. Πέσε πτώμα στη μάχη, φωνάζοντας κάτω παράλυτος: «Δεν θα σε αφήσω, γλυκύτατε Ιησού! Ούτε θα σε εγκαταλείψω! Αχώριστος θα μείνω στον αιώνα, και για την αγάπην Σου ξεψυχώ στη μάχη». Και ξαφνικά εμφανίζεται στη μάχη και φωνάζει δυνατά: «Εδώ είμαι! Μάζεψε όλες τις δυνάμεις σου και ακολούθησέ με!

Συ δε γεμίζεις όλος φως και χαρά: Αλλοίμονο σε μένα τον δυστυχή! Αλλοίμονο σε μένα τον πονηρό και αχρείο! Προηγουμένως άκουα για σένα, τώρα δε σε είδαν οι οφθαλμοί μου· γι’ αυτό και κατηγόρησα τον εαυτόν μου, τον θεώρησα δε χώμα και στάχτη».

Τότε γεμίζεις από θεία αγάπη. Και φλέγεται η ψυχή σου σαν του Κλεόπα. Και σε καιρό πειρασμού δεν καταλείπεις πλέον τη μάχη, αλλά υπομένεις τις θλίψεις σκεπτόμενος- ότι όπως πέρασε ο ένας πειρασμός και ο άλλος, έτσι θα περάσει και αυτός.

Όταν όμως δειλιάζεις και γογγύζεις [=παραπονιέσαι, γκρινιάζεις] και δεν υπομένεις τους πειρασμούς, τότε, αντί να νικάς πρέπει διαρκώς να μετανοείς· για τα σφάλματα της ημέρας, για την αμέλεια της νύκτας. Και, αντί να αυξάνεται η χάρις, μεγαλώνεις τις θλίψεις σου.

Γι’ αυτό μη δειλιάζεις μη φοβάσαι τους πειρασμούς. Και αν πέσεις πολλές φορές, σήκω. Μη χάνεις τη ψυχραιμία σου. Μην απογοητεύεσαι. Σύννεφα είναι και θα περάσουν.

Και όταν, με τη βοήθεια της χάριτος που σε καθαρίζει από όλα τα πάθη, περάσεις όλα αυτά που λέγονται «πράξις», τότε γεύεται ο νους φωτισμό και κινείται σε θεωρία.

Και πρώτη θεωρία είναι των όντων:

Πως όλα τα δημιούργησε για τον άνθρωπον ο Θεός, και αυτούς ακόμη τους Αγγέλους για να τον υπηρετούν. Πόσην αξία, πόσο μεγαλείο, τι μεγάλο προορισμό έχει ο άνθρωπος – αυτή η πνοή του Θεού! Όχι για να ζήσει εδώ τις λίγες ημέρες της εξορίας του, αλλά να ζήσει αιώνια με τον Πλάστη του. Να βλέπει τους θείους Αγγέλους.

Να ακούει την άρρητη μελωδία τους. Τί χαρά! Τί μεγαλείο! Μόλις τελειώνει αυτή η ζωή μας και κλείνουν τα μάτια, αμέσως ανοίγουν τα άλλα και αρχίζει η νέα ζωή. Η αληθινή χαρά, που πλέον τέλος δεν έχει.

Αυτά σκεπτόμενος βυθίζεται ο νους σε μία ειρήνη και γαλήνη, που απλώνεται σε όλο το σώμα, και ξεχνά τελείως ότι υπάρχει σ’ αυτή τη ζωή.

Τέτοιες θεωρίες διαδέχονται η μία την άλλη. Όχι να πλάθει φαντασίες με το νου του, αλλά η κατάσταση είναι τέτοια – ενέργεια χάριτος, που φέρνει νοήματα και ασχολείται ο νους στη θεωρία. Δεν τα πλάθει ο άνθρωπος· μόνα τους έρχονται και αρπάζουν το νου στη θεωρία. Και τότε απλώνεται ο νους και γίνεται διαφορετικός. Φωτίζεται.

Είναι όλα ανοικτά σ’ αυτόν. Γεμίζει σοφία, και σαν υιός κατέχει τα του Πατρός του. Ξέρει ότι είναι μηδέν, πηλός, αλλά και υιός Βασιλέως. Δεν έχει τίποτε, άλλα όλα τα έχει. Γεμίζει θεολογία.

Φωνάζει αχόρταστα, με πλήρη επίγνωση, ομολογώντας ότι η ύπαρξή του είναι μηδέν. Η καταγωγή του είναι ο πηλός· η δε ζωτική δύναμή του, η πνοή τού Θεού – ή ψυχή του. Αμέσως πετά η ψυχή στον ουρανό! – Είμαι το εμφύσημα, η πνοή του Θεού! Όλα διεσώθησαν, έμειναν στη γη, απ’ όπου και ελήφθησαν! Είμαι Βασιλέως αιωνίου υιός! Είμαι θεός κατά χάρη! Είμαι αθάνατος και αιώνιος! Είμαι, μετά μία στιγμή, κοντά στον ουράνιο Πατέρα μου!

Αυτός είναι ο αληθινός προορισμός του ανθρώπου· γι’ αυτό πλάσθηκε, και οφείλει να έλθει απ’ όπου ήλθε. Τέτοιου είδους είναι οι θεωρίες, με τις οποίες ασχολείται ο πνευματικός άνθρωπος. Και περιμένει την ώρα που θα αφήσει το χώμα και θα πετάξει η ψυχή στα ουράνια.

Έχε θάρρος λοιπόν, παιδί μου, και με αυτή την ελπίδα υπόμενε κάθε πόνο και θλίψη. Αφού μετά από λίγο θα αξιωθούμε να απολαύσουμε αυτά. Για όλους μας είναι τα ίδια. Όλοι είμαστε παιδιά του Θεού. Αυτόν φωνάζουμε ημέρα και νύκτα και την γλυκειά μας Μανούλα, τη Δέσποινα του Παντός, την οποίαν όποιος παρακαλεί, δεν τον αφήνει ποτέ.

Πηγή: «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», Επιστολή Ι΄, εκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, σ. 84-88. Aπόσπασμα σε νεοελληνική απόδοση.

http://o-nekros.blogspot.gr/2012/03/blog-post_11.html
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

6
114. Τί εἶναι ἡ θεία χάρις;

Εἶναι ἡ δύναμη ἐκείνη πού προέρχεται ἀπό τό Θεό, διά τῆς ὁποίας ὁἁμαρτωλός ἄνθρωπος μπορεῖ νά οἰκειοποιηθεῖ τό λυτρωτικόἔργο τοῦ Χριστοῦ καί νά πετύχει τή σωτηρία του. Χρειάζεται ὅμως προσοχή. Λέγοντας θεία χάρη, δέν ἐννοοῦμε μιά δύναμη ἀόριστη καίἀπροσδιόριστη πού δέν εἶναι στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δημιουργεῖται ἀπό τό Θεό γιά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο νά σωθεῖ. Τέτοια ἀντίληψη δέν εἶναι σωστή. Τό κτιστό δέν μπορεῖ νά βοηθήσει δραστικά τόν ἄνθρωπο νά σωθεῖ, ἀλλά τόἄκτιστο, ὁἄκτιστος Θεός. ῾Η θεία χάρη ἀνήκει οὐσιαστικά στή φύση τοῦ Θεοῦ. Ταυτίζεται μέ τή θεία ἐνέργεια, περί τῆς ὁποίας μιλήσαμε στά προηγούμενα. Εἶναι ὁἴδιος ὁ Θεός ὁἐκφραζόμενος στίς θεῖες του ἐνέργειες «ἐν τοῖς ἐκτός» (ὰὶὸἷὦἶὰ), ἀποκαλυπτόμενος στόν κόσμο καί σώζοντας τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία.



115. Τί φρονεῖ περί χάριτος ἡ Ρωμαϊκή᾿Εκκλησία;

Διαφωνεῖ ριζικά μέ τήν ὀρθόδοξη ἀντίληψη. Δέν μπορεῖ νά δεχτεῖ τή θεία χάρη ὡς κάτι ἐγκείμενο οὐσιωδῶς στή φύση τοῦ Θεοῦ, γιατί κάτι τέτοιο θά κατέλυε τήν ἁπλότητα τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, ἐπιφέροντας σύνθεση σ’ αὐτή. Κατ’ αὐτήν, ἡ χάρη εἶναι μέγεθος κτιστό, τόὁποῖο δημιουργεῖται γιά νάἐπιτευχθοῦν μέσω αὐτοῦ οἱ σκοποί τῆς σωτηρίας. Γύρω ἀπό τό ζήτημα αὐτό διεξήχθησαν σφοδροίἀγῶνες μεταξύ τῆς ᾿Ορθόδοξης ᾿Ανατολῆς καί τῆς Λατινικῆς Δύσεως. Τίς ἀντιλήψεις αὐτές καταδίκασε συνοδικῶς ἡ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τόν ιδ´ αἰώνα.

Τό ζήτημα βέβαια τῆς συνθέσεως τῆς ἁπλῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ, πούἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται νά δημιουργεῖἡ παραδοχή τῆς ἄκτιστης χάριτος, εἶναι ἀρκετά σοβαρό. ῞Ομως δέν ἀληθεύουν οἱἰσχυρισμοί τῆς λατινικῆς θεολογίας. Οἱἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες (ἡἄκτιστη χάρη) εἶναι διακρίσεις θεοπρεπεῖς στή θεότητα, πού δέν μοιάζουν μέ τίς διακρίσεις τῶν φυσικῶν πραγμάτων. ῞Οπως καί οἱ θεῖες ὑποστάσεις διακρίνουν τόν Τριαδικό Θεόἐκφράζοντας τόν ἀΐδιο τρόπο τῆς ὑπάρξεώς του χωρίς ὡστόσο νά συνθέτουν τήν ὑπερβατική οὐσία του, ἔτσι καί στίς θεῖες ἐνέργειες διακρίνεται ἡ θεότητα, χωρίς νά χάσει τήν ἀπόλυτη ἁπλότητά της. Φυσικά αὐτά τά πράγματα δέν εἶναι εὔκολο νά τά κατανοήσουμε.



116. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του νά σωθεῖ;

῎Οχι. Καταφατικά στόἐρώτημα ἀπάντησε στήν ἀρχαιότητα ὁ μοναχός Πελάγιος. Σύμφωνα μέ τίς ἀντιλήψεις του, ἡ πτώση τοῦἀνθρώπου στήν ἁμαρτία ἄφησε ἀνέπαφη τήν ἀνθρώπινη φύση, δέν τήν κατέστρεψε. ῎Ετσι ὁἄνθρωπος, διατηρώντας τίς λογικές καίἠθικές δυνάμεις του, ἔχει τή δυνατότητα νά στραφεῖἐλεύθερα στόἀγαθό, νά διαπράξει τήν ἀρετή καί νά σωθεῖ, χωρίς νάἔχει ἀνάγκη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Οἱἀντιλήψεις αὐτές τοῦ Πελαγίου εἶναι ἐσφαλμένες. ῾Ο ἄνθρωπος, λόγῳ τῆς βλάβης τῆς πνευματικῆς του φύσεως (τοῦ «κατ’ εἰκόνα»), ὄχι μόνο δέν μπορεῖ ν’ ἀνορθωθεῖ μόνος στόἐπίπεδο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀλλά καίἀνορθωθείς ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ γιά νά προκόψει στόἀγαθό καί νά σωθεῖ. ῾Η ῾Αγία Γραφή μᾶς ὁμιλεῖ σχετικά· «Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μήὁ Πατήρ ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν»157. «᾿Εάν μή τις γεννηθῇἐξ ὕδατος καί Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ»158. «῾Ο Θεός ἐστιν ὁἐνεργῶν ἐν ἡμῖν καί τό θέλειν καί τόἐνεργεῖν ὑπέρ τῆς εὐδοκίας»159. ῎Αλλωστε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀναγκαία γιά ν’ ἀπαλειφθεῖἀπό τόν ἄνθρωπο ἡ κατάρα τοῦ προπατορικοῦἁμαρτήματος. ῎Αν ἡ παρουσία τῆς θείας χάριτος δέν ἦταν ἀπόλυτα ἀναγκαία γιά τή σωτηρία τοῦἀνθρώπου ἀλλά μόνο σχετικά (ἐν τῇἐννοίᾳ τῆς ἁπλῆς ἐνδυναμώσεως τῶν φυσικῶν του δυνάμεων), τότε τό λυτρωτικόἔργο τοῦ Χριστοῦ σχετικοποιεῖται, ἀποβάλλοντας τόν ἀπόλυτα ὑπερφυσικό χαρακτήρα του.

Τίς αἱρετικές ἀντιλήψεις τοῦ Πελαγίου ἡ᾿Εκκλησία καταδίκασε στή σύνοδο τῆς Καρθαγένης.



117. Μπορεῖὁ φυσικός ἄνθρωπος νά καταστήσει ἑαυτόν δικαιοῦχο τῆς θείας χάριτος;

῎Οχι. ῾Η ἀντίθετη ἄποψη φθείρει τόν ὑπερφυσικό χαρακτήρα τῆς ἀπολυτρώσεως, τήν ὁποία κατεβάζει στόἐπίπεδο τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν πού εἶναι ὁμόλογα πρός τή φύση τῶν ἀνθρώπων. ῾Ο ὅποιος ἀγαθός καίἐνάρετος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ν’ ἀξιώσει ἀπό τό Θεό τή σωτηρία του, ἡὁποία εἶναι χάρισμα, δῶρο ἐλεύθερο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. ῾Η σωτηρία δέν εἶναι μισθός γιά τήν ὅποια ἀξιοσύνη τοῦἀνθρώπου. Φυσικάὁἄνθρωπος πού κάνει τόἠθικό καλό μέ τίς λογικές καί πνευματικές δυνάμεις πού διατηροῦνται στήν πεσμένη φύση του, μπορεῖ νά προπαρασκευάσει τόν ἑαυτό του καί νά δεχτεῖ εὐκολότερα τή σωτηρία παράἕνας ἄλλος πού ζεῖ στήν κακουργία τῆς ἁμαρτίας καί στά πάθη του. Μέ αὐτή τήν ἔννοια πρέπει νάἐκλάβουμε τό χωρίο Πράξ. 10,34· «ἐπ’ ἀληθείας καταλαμβάνομαι, ὅτι οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ’ ἐν παντίἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτόν καίἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αὐτῷἐστι». ῾Ο ἐθνικός Κορνήλιος δέν ἔλαβε τή σωτηρία σάν ἀμοιβή τῆς ἀρετῆς καί τῆς χρηστῆς συμπεριφορᾶς του. ῏Ηταν ἁπλά παρασκευασμένος μέ τήν ἀγαθή θέληση καί τή διαγωγή του, πράγμα πού δέν παρέβλεψε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὅπως δέν παραβλέπει καί κάθε ἄλλο χρηστόἄνθρωπο, τόν ὁποῖο στήν κατάλληλη ὥρα θά καλέσει σέ σωτηρία.



118. ῾Ο φυσικός ἄνθρωπος μπορεῖ μόνος του ν’ ἀρχίσει τή σωτηρία του;

῎Οχι. Τήν ἔναρξη τῆς σωτηρίας τοῦἀνθρώπου μόνο ἡ θεία χάρη μπορεῖ νάἐνεργήσει. ῾Η χάρη αὐτή καλεῖται προκαταρκτική. ῾Η διδασκαλία κατά τήν ὁποία ὁἄνθρωπος μπορεῖ πρῶτος νάἀρχίσει τόἔργο τῆς σωτηρίας του καί κατόπιν νάἔλθει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ν’ ἀποτελειώσει τήν ἀρξάμενη διαδικασία τῆς σωτηρίας, εἶναι διδασκαλία ἡμιπελαγιανική, λανθασμένη καίἀπόβλητη. Βεβαίως –ὅπως εἴδαμε καί στό προηγούμενο ἐρώτημα– μετά τήν πτώση ὑπελείφθησαν δυνάμεις λογικές καίἠθικές, βάσει τῶν ὁποίων ὁἄνθρωπος δύναται νά πράξει τό «ἠθικόν καλόν» καί νάἑλκύσει εὐχερέστερα τή λυτρωτική χάρη τοῦ Θεοῦ, παράἐκεῖνος πού ζεῖ στή νάρκωση τῆς ἁμαρτίας, ὅπως μαρτυρεῖἡ περίπτωση τοῦ Κορνηλίου καί διαπιστώνει ἡ μαρτυρία τῆς ἱστορίας κατά τήν ὁποία πολλοίἐκ τῶν Πλατωνικῶν ἐδέχθησαν τή σωτηρία, ἐνῶἐκ τῶν ᾿Επικουρείων (ὑλιστῶν φιλοσόφων) κανείς. Τά παραδείγματα ὅμως αὐτά δέν σημαίνουν ὅτι οἱ φυσικές δυνάμεις τοῦἀνθρώπου ἀποτελοῦν τή γέφυρα διά τῆς ὁποίας ὁἄνθρωπος μπορεῖ νά μεταπηδήσει στό κράτος τῆς χάριτος καί νά καλύψει τό χάσμα τό διαχωρίζον τήν πεσμένη φύση ἀπό τό Θεό. Τάἡμιπελαγιανικά διδάγματα ἀλλοιώνουν τή φύση τοῦ Θεοῦ, ὁὁποῖος παύει νά εἶναι ὁἰατρός ὁ θεραπεύων τόν ἡμιθανή καί τραυματισμένο ἄνθρωπο160, ἀλλ’ ὁὀφειλέτης πούὀφείλει νάἀνταμείψει τήν ἀρετή τοῦἀνθρώπου, τή δέ σωτηρία κατεβάζουν στόἐπίπεδο τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν, τάὁποῖα μπορεῖ νά πετύχει ἀπό μόνος του ὁ ἄνθρωπος.



119. Δύναται ὁἄνθρωπος ν’ ἀπορρίψει τή χάρη τοῦ Θεοῦ;

Βεβαίως μπορεῖ στή βάση πού εἶναι ὄν ἐλεύθερο καί αὐτεξούσιο. ῎Ετσι καίὁ᾿Αδάμ στόν παράδεισο, παρόλο πούἡ φύση του ἦταν ἀγαθή καί καθαρήἀπό τό σπέρμα τῆς ἁμαρτίας, ἐντούτοις, ἐπειδήὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶχε τό αὐθαίρετο καί αὐτεξούσιο, ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό Θεό, καταπατήσας τή χρηστότητα καί τό θέλημά του. ᾿Επίσης ὁἀναγεννημένος ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ στό βάπτισμα, παρόλο πούἔχει καταστραφεῖ μέσα του τό σῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἀκριβῶς ἐπειδή διασώζει τήν ἐλευθερία του μπορεῖ νάἀπομακρυνθεῖἀπό τή θεία εὐλογία καί νά περιέλθει ὑπό τό κράτος τῆς κατάρας καί τοῦ θανάτου. ῎Ετσι ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο νά θέλει ἐλεύθερα καίἐνσυνείδητα τόἀγαθό, νά κινεῖται ἐλεύθερα στό χῶρο του, νά λέγει ναίἤὄχι στόἅγιο θέλημά του, νάἐκλέγει μεταξύ ζωῆς καί θανάτου καί ν’ αὐτοδιορίζεται στήν ἐξέλιξη καί τόν προορισμό του.

῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι δῶρο καθολικό. Χορηγεῖται σέὅλους ἀνεξαίρετα τούς ἀνθρώπους ἀποσκοπώντας στή σωτηρία τους. Δέν ἀποστέλλεται ἐπιλεκτικά σέ λίγους, σ’ ἐκείνους πού εἶναι προορισμένοι νά σωθοῦν ἀπό τό Θεό. ῾Ο Θεός «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Κι ὅμως ὅλοι δέν σώζονται. Γιά νά γίνει αὐτό πρέπει νά θέλει καίὁἄνθρωπος νά δουλέψει ἐλεύθερα καί νά συμβάλει στή σωτηρία του. ᾿Αλλιώτικα ἡ κλήση τῆς χάριτος μένει ἀνενέργητη. Μόνο ἐκεῖ πούὑπάρχει ἡἐλεύθερη συγκατάθεση, μπορεῖ νά σώσει ἡ χάρη τόν ἁμαρτωλόἄνθρωπο. «᾿Εννοοῦμεν δέ τήν χρῆσιν τοῦ αὐτεξουσίου οὕτως, ὥστε τῆς θείας καί φωτιστικῆς χάριτος, ἥν προκαταρκτικήν προσαγορεύομεν, οἷον φῶς τοῖς ἐν σκότει, παρά τῆς θείας ἀγαθότητος πᾶσι χορηγουμένης τοῖς βουλομένοις ὑπεῖξαι ταύτῃ –καί γάρ οὐ τούς μή θέλοντας, ἀλλά τούς θέλοντας ὠφελεῖ– καί συγκατατεθῆναι ἐν οἷς ἐκείνη ἐντέλλεται πρός σωτηρίαν οὖσιν ἀναγκαιοτάτοις, δωρεῖσθαι ἑπομένως καί εἰδικήν χάριν»161.



120. Τί φρονοῦν περί ἐνέργειας τῆς χάριτος οἱ Διαμαρτυρόμενοι;

῾Η περίἐνέργειας τῆς χάριτος διδασκαλία τῶν Διαμαρτυρομένων δέν εἶναι πάντα συνεπής. ῾Η ἀσυνέπεια ὀφείλεται στήν προσπάθειά τους νάἐξηγήσουν ἀσάφειες, δυσκολίες καί διλήμματα καί νά τά προσαρμόσουν στή θεμελιώδη περί χάριτος ἀντίληψη αὐτῶν.

῾Η βασική περί χάριτος διδασκαλία τοῦ Προτεσταντισμοῦ εἶναι ὁμόλογη πρός τά περί πτώσεως τοῦἀνθρώπου διδάγματα τοῦ συστήματός τους, ἀπό τάὁποῖα καί ἀπορρέει. Κατά τή βασική προτεσταντικήἀρχή –περί τῆς ὁποίας μιλήσαμε στά προηγούμενα– ὁ ἄνθρωπος μέ τήν πτώση του στήν ἁμαρτία νεκρώθηκε πνευματικά. ῎Εχασε τά δῶρα τῆς ἀρχέγονης δικαιοσύνης, ἡ δέ θεία εἰκόνα πούὑπάρχει στή φύση του καταστράφηκε ὁλοσχερῶς. ῎Ετσι μένει νεκρός καίἀκίνητος πρός τά πνευματικά. Δέν μπορεῖ νά συνεργήσει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία του. ῞Ολα ἐξαρτῶνται ἀπό τή σωστικήἐνέργεια τῆς θείας χάριτος.

Τόὠμό αὐτό δόγμα τους προσπαθοῦν νά τό στηρίξουν σέ χωρία τῆς Γραφῆς· Ρωμ. 9,16· «῎Αρα οὖν οὐ τοῦ θέλοντος οὐδέ τοῦ τρέχοντος, ἀλλά τοῦἐλεοῦντος Θεοῦ». Πράξ. 13,48· «Καίἐπίστευσαν ὅσοι ἦσαν τεταγμένοι εἰς ζωήν αἰώνιον». ᾿Εφεσ. 2,8.9· «Τῇ γάρ χάριτίἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· καί τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τό δῶρον». Τά χωρία ὅμως αὐτά δέν εἶναι σαφή. Λέγουν μέν ὅτι ἡ σωτηρία προέρχεται ἀπό τό Θεό, χωρίς ὅμως νάἀποσαφηνίζουν ἄν ἡ σωτήρια ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπόλυτη, ἤἄν σ’ αὐτήν μπορεῖ νά συνεργήσει καίὁἐλεύθερος ἄνθρωπος. Τό ζήτημα πρέπει νά μελετηθεῖ μέ τήν ἐξέταση ἄλλων σαφέστερων χωρίων τῆς Γραφῆς, σέὁρισμένα ἀπό τάὁποῖα γίνεται σαφής λόγος περίἀντιστάσεως τοῦἀνθρώπου στήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ· Ματθ. 23,37. Πράξ. 7,51. ᾿Αποκ. 3,20, ὁ δέ Παῦλος τονίζει τή συνέργεια τοῦἀνθρώπου στόἔργο τῆς σωτηρίας· «Συνεργοῦντες δέ καί παρακαλοῦμεν μή εἰς κενόν τήν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ἡμᾶς»162. ᾿Από τήν ἄλλη, σέ περίπτωση πούὁἄνθρωπος εἶναι ἀναίσθητος πρός τά πνευματικά, δέν θά εἶχαν κανένα νόημα οἱ πολυειδεῖς παραινέσεις τῆς Γραφῆς νάἐπιδιώκει (ὁἄνθρωπος) τόἀγαθό καί τήν ἀρετή καίἡἀπειλή τιμωρίας καί αἰώνιων βασάνων γιά τούς ἁμαρτωλούς.



121. Τί εἶναι ὁἀπόλυτος προορισμός;

Εἶναι δόγμα φοβερό (῍῏ἶἶἂὲἂ῝ὸὶὸὴἶὸὦ῟ἣ), στόὁποῖο καταλήγει κανείς διαπτύσσοντας λογικά τά περίἀρχέγονης δικαιοσύνης καί πτώσεως ἀνθρωπολογικά διδάγματα τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Φυσικά τό δόγμα αὐτό δέν γίνεται ἀποδεκτόἀπόὅλους τούς Διαμαρτυρομένους θεολόγους, ἀλλά μόνον ἀπό τόν Καλβίνο καί τούς ὀπαδούς του. Αὐτοί μέ βάση χωρία τῆς Γραφῆς (Ρωμ. 9. Πράξ. 13,48163 κ.ἄ.) εἶπαν, ὅτι ὁ Θεός σύμφωνα μέ τήν αἰώνια βουλή του (προαιωνίως) ἄλλους μέν ἀπό εὐσπλαχνία προόρισε νά κληρονομήσουν τήν αἰώνια ζωή, γιαυτό καίἡ χάρη πού τούς χορηγεῖται δέν μπορεῖ νά τούς ἐγκαταλείψει (εἶναι ἀναντίρρητη καίἀναπόβλητη· ἂἶἶὸὖἂὖὦἂὲἂ῝ἂὖ καίἂὃὰἣἂὖὖἂὲἂ῝ἂὖ), ἄλλους δέ, στούς ὁποίους δέν προσφέρεται ἡ χάρη, προόρισε σέ αἰώνια κατάκριση. ῾Η καταδίκη αὐτή δέν εἶναι ἄδικη –λένε– γιατίὁ φυσικός ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά περιμένει ἀπό τό Θεό τίποτε ἄλλο παρά αἰώνιες ποινές. ῞Οσο τά βώδια καί οἱ κύνες (τά σκυλιά) δέν μποροῦν νά αἰτιῶνται τό Θεό γιατί τούς ἔκανε ζῶα καίὄχι ἀνθρώπους, ἄλλο τόσο καί οἱἁμαρτωλοί δέν μποροῦν νά τόν αἰτιῶνται γιατί δέν τούς δέχεται στή θεία βασιλεία του. ῾Η πτώση τοῦ᾿Αδάμ διατάχθηκε προαιωνίως ἀπό τό Θεό γιά τό καλό τῶν ἐκλεκτῶν, οἱὁποῖοι κληρονομοῦν τήν αἰώνια ζωή. ῾Η βουλή αὐτήἐξαίρει τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, ὁὁποῖος ἄλλους μέν προσλαμβάνει στή βασιλεία του, ἄλλους δέἀπορρίπτει, χωρίς κανείς νά μπορεῖ νάἀντείπει στήν αἰώνια βούλησή του.

Οἱ λόγοι πούὤθησαν τόν Καλβίνο στή διατύπωση τῶν διδαγμάτων αὐτῶν εἶναι ἀπό τή μιά μεριάἡ διασφάλιση τῆς ἀπολυτότητας τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, οἱὁποῖες δέν ἐξαρτῶνται ἀπόἀνθρώπινους παράγοντες· ἀπό τήν ἄλλη δέ, ἡἀσφαλής βεβαιότητα περί σωτηρίας στίς ψυχές τῶν ἐκλεκτῶν. Αὐτοί, ἔχοντας στίς ψυχές τους τή μαρτυρία τοῦ῾Αγίου Πνεύματος ὅτι εἶναι οἱἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ, εἶναι βέβαιοι γιά τή σωτηρία τους, πεποίθηση πού τούς χαρίζει ἐσωτερική χαρά καίἠρεμία καί γεμίζει τίς καρδιές τους ἀπό εὐγνωμοσύνη καί ταπείνωση, νιώθοντας ὅτι ὁ Θεός ὅρισε αὐτούς ὡς ἐκλεκτούς ἀνάμεσα στό πλῆθος τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.

Οἱἀντιλήψεις ὅμως αὐτές τοῦ Καλβίνου δέν εἶναι σωστές. Καίἀληθεύει μέν ὅτι «Θεός γάρ ἐστιν ὁἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καί τό θέλειν καί τόἐνεργεῖν ὑπέρ τῆς εὐδοκίας» (Φιλιππ. 2,13)· ὅμως αὐτό σέ καμία περίπτωση δέν ἀποκλείει τόν ἀνθρώπινο παράγοντα στόἔργο τῆς σωτηρίας (σχετικός προορισμός). ῾Ο Θεός εἶναι βέβαιο ὅτι θέλει τή σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων· γιά νά γίνει ὅμως αὐτό πρέπει νά θέλουν ἐλεύθερα καί οἱἄνθρωποι. ῎Ασχετα μέ τόὅτι δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἡ θεία βούληση ἅπτεται τῆς ἀνθρώπινης καίἡ τελευταία καθιστᾶἀνενεργό τήν πρώτη (ὅλοι οἱἄνθρωποι δέν σώζονται)164, ὅμως ὁ παράγοντας τῆς ἀνθρώπινης συνέργειας στόἔργο τῆς σωτηρίας εἶναι κάτι πού πρακτικάἱκανοποιεῖ τό θρησκευτικό συναίσθημα τοῦἀνθρώπου. ῎Αν ὅλα ἐξηρτῶντο ἀπό τήν ἀπόλυτη βουλή τοῦ Θεοῦ, ὁ δέἄνθρωπος ἦταν ἀπόλυτα βέβαιος περί τῆς σωτηρίας του, ἡ Γραφή δέν θά παραινοῦσε τούς πιστούς νά κατεργάζονται μέ φόβο καί τρόμο τή σωτηρία τους καίὁ Παῦλος δέν θά πολεμοῦσε τήν βεβαιότητα περί σωτηρίας, τονίζοντας «ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μή πέσῃ».

῾Ο ἀπόλυτος ὅμως προορισμός ὁδηγεῖ καί σέἄλλα τερατώδη ἀτοπήματα. ῎Αν ἡ σωτηρία καίἡ κατάκριση τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀπόρροια τῆς αἰώνιας βουλῆς τοῦ Θεοῦ, ἡ δέ πτώση τοῦἀνθρώπου στήν ἁμαρτία προδιατάχθηκε ἀπό τό Θεό, ὁ Θεός στό πλέγμα τῶν ἀντιλήψεων αὐτῶν παρουσιάζεται ὡς ἡ πηγή τοῦ κακοῦ, μεταποιούμενος σέ τυφλό καί αὐθαίρετο δυνάστη, τό δέ κακόἀνάγεται σέ στοιχεῖο τοῦἀγαθοῦ στήν προαιώνια βουλή τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἄνθρωπος χάνει τήν ὅποια ἠθική καί πνευματική αὐτοτέλειά του καί οὐσιαστικά εἶναι ἀνεύθυνος γιά τίς πράξεις του. Πῶς ὅμως θά τόν κρίνει ὁ Θεός γιά τίς ἠθικές ἐνέργειές του; Εἶναι ἀγαθός καί δίκαιος ὁ Θεός ὅταν τυφλά καί αὐθαίρετα καταδικάζει τούς πολλούς σέ κόλαση αἰώνια;

http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_ma ... file=9.htm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

7
Το μεγαλείο της χάρης του Θεού


Ο στόχος του τεύχους αυτού είναι να εξετάσει την βάση της σχέσης μας με τον Θεό. Η ανάγκη για μια τέτοια εξέταση είναι πολύ σημαντική αν ληφθεί υπόψη ο φόβος πολλών Χριστιανών ότι μια μέρα, πιθανόν εξαιτίας κάποιων λαθών, η σχέση τους με τον Θεό μπορεί να τερματιστεί. Όπως θα δούμε σ’ αυτό το τεύχος: η σχέση που κάθε Χριστιανός έχει με τον Θεό δεν μπορεί ποτέ να τερματιστεί αφού δεν είναι μια σχέση βασισμένη στα έργα μας αλλά μια σχέση βασισμένη πάνω στην χάρη του Θεού.
1. Τι είναι "χάρις";

Με την λέξη "χάρις" αυτό που εννοείται είναι ΔΩΡΕΑ. Μ’ άλλα λόγια, όταν κάτι μου δίνεται με χάρη, μου δίνεται σαν ΔΩΡΟ, σαν κάτι που δεν το άξιζα και ούτε εργάστηκα για να το έχω. Η σημασία της ακριβούς κατανόησης της λέξης "χάρις" δεν μπορεί να υποτιμηθεί αφού πολύ συχνά παρατηρείται σύγχυση της χάρης με τα έργα. Παρόλα αυτά, ο Λόγος του Θεού δεν αφήνει κανένα περιθώριο: χάρις και έργα είναι εντελώς ασυμβίβαστα πράγματα. Η προς Ρωμαίους 4/δ/4 λέει σχετικά:

Προς Ρωμαίους 4/δ/4
"Εις δε τον εργαζόμενον ο μισθός δεν λογίζεται ως χάρις, αλλ’ ως χρέος"

Σύμφωνα με αυτό το απόσπασμα, εάν κάποιος δουλέψει για κάτι, αυτό το οποίο παίρνει σαν επιστροφή είναι μισθός, αμοιβή για την εργασία του. Αυτός ο μισθός δεν δίνεται σαν δώρο σ’ αυτόν ("χάρις") αφού δούλεψε γι’ αυτόν και επομένως τον άξιζε. Ομοίως, όταν ο Λόγος του Θεού μας λέει ότι κάτι μας έχει δοθεί με χάρη, αυτό που εννοεί είναι ότι μας δόθηκε σαν δώρο, σαν κάτι για το οποίο δεν είχαμε τα τυπικά προσόντα αλλά ούτε και απαιτούνταν να δουλέψαμε για να το πάρουμε. Είναι επομένως καθαρό από τα παραπάνω ότι κάτι είτε το παίρνουμε σαν χάρη, δώρο, είτε εργαζόμαστε και το κερδίζουμε σαν μισθό. Δυσκολίες στη κατανόηση και αποδοχή αυτού του απλού γεγονότος είναι φανερές σε πολλούς Χριστιανούς οι οποίο αντί να χρησιμοποιήσουν ότι ο Θεός τους έχει δώσει σαν δώρο για να χτίσουν την σχέση τους μαζί Του, προσπαθούν να κερδίσουν με έργα ότι ήδη έχουν!!

Αλλά ας δούμε ένα ακόμη απόσπασμα το οποίο δίνει τον ορισμό της χάρης και την σχέση της με τα έργα:

Προς Ρωμαίους 11/ια/6
"Εάν δε κατά χάριν, δεν είναι πλέον εξ έργων. επειδή τότε η χάρις δεν γίνεται πλέον χάρις"

Το απόσπασμα αυτό μας εξηγεί για μια ακόμη φορά αυτό που έχουμε ήδη δει, ότι δηλαδή: εάν κάτι μας δίνεται σαν δώρο, τότε εξ’ ορισμού δεν χρειάζεται έργα για να το πάρουμε. Διαφορετικά το δώρο δεν θα ήταν δώρο ή όπως ο Λόγος λέει "η χάρις δεν γίνεται πλέον χάρις"!!

Μετά απ’ όλα τα παραπάνω, είναι περισσότερο από ξεκάθαρο ότι η χάρη και τα έργα δεν είναι συνώνυμα αλλά ΑΝΤΙΘΕΤΑ.
2. Δίκαιος, σωσμένος με χάρη

Τα καλά νέα του μέρους του Λόγου του Θεού το οποίο απευθύνεται σε πιστούς μετά την ημέρα της Πεντηκοστής (επιστολές), είναι ότι ο Ιησούς Χριστός ικανοποίησε όλες εκείνες τις αναγκαίες συνθήκες έτσι ώστε όταν πιστέψεις σ’ αυτόν και την ανάσταση του, αυτόματα να σώζεσαι και να γίνεσαι δίκαιος. Αν δεν είναι αυτά καλά νέα τότε αλήθεια τι είναι;

Πιο συγκεκριμένα η προς Εφεσίους μας λέει:

Προς Εφεσίους 2/β/8-9
"Διότι ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ είσθε σεσωσμένοι διά της πίστεως. και τούτο δεν είναι από σας. Θεού το ΔΩΡΟΝ. ΟΥΧΙ ΕΞ ΕΡΓΩΝ, διά να μην καυχηθή τις"

Επίσης: Προς Ρωμαίους 3/γ/20-23, 28
"Διότι εξ έργων νόμου δεν θέλει δικαιωθή ΟΥΔΕΜΙΑ ΣΑΡΞ [δηλαδή ΚΑΝΕΙΣ] ενώπιον αυτού [του Θεού]. επειδή διά του νόμου γίνεται η γνώρισις της αμαρτίας. ΤΩΡΑ δε χωρίς νόμου η δικαιοσύνη του Θεού εφανερώθη, μαρτυρουμένη υπό του νόμου και των προφητών. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΔΕ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΕΙΣ ΠΑΝΤΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙ ΠΑΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ. Διότι δεν υπάρχει διαφορά. επειδή πάντες ήμαρτον, και υστερούνται της δόξης του Θεού. ΔΙΚΑΙΟΝΟΝΤΑΙ ΔΕ ΔΩΡΕΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΧΑΡΙΝ ΑΥΤΟΥ, ΔΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΙΗΣΟΥ........................... Συμπεραίνομε λοιπόν ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται διά της πίστεως, χωρίς των έργων του νόμου"

Τα παραπάνω αποσπάσματα, καθώς και πολλά άλλα, δηλώνουν ότι η σωτηρία μας και η δικαιοσύνη μας ενώπιον του Θεού, δεν βασίζονται στο πόσα καλά έργα κάναμε, κάνουμε ή θα κάνουμε ΑΛΛΑ στην χάρη του Θεού. Σύμφωνα με αυτά τα αποσπάσματα, ακόμα και αν κάποιος τηρούσε όλον τον νόμο, δεν θα μπορούσε να ονομαστεί δίκαιος αφού, όπως το κείμενο λέει, κανένας δεν θα δικαιωθεί ενώπιον του Θεού με έργα του νόμου. Επίσης λέει ότι "ΠΑΝΤΕΣ ήμαρτον". Ακόμα και αν δεν έχεις κάνει ούτε ένα τόσο δα λάθος στην ζωή σου (δεν νομίζω να υπάρχει κανένας τέτοιος) υπάρχει η αμαρτία του Αδάμ η οποία περνάει από γενιά σε γενιά. Αλλά δόξα τω Θεό, ο τρόπος για να γίνεις δίκαιος ενώπιον του Θεού και να σωθείς δεν είναι έργα άλλα χάρη. Δηλαδή σώζεσαι και γίνεσαι δίκαιος, ΔΩΡΕΑΝ, με χάρη. Πότε; Όταν πιστέψεις στον Ιησού Χριστό και την ανάσταση του (Ρωμαίους 10/ι/9).

Βέβαια για να είμαστε πιο ακριβείς, το ότι είμαστε εμείς σήμερα δίκαιοι και σωσμένοι με χάρη, δωρεάν, δεν σημαίνει ότι και κανένας δεν πλήρωσε για να γίνουν αυτά διαθέσιμα. Βεβαίως και κάποιος έπρεπε να πληρώσει το κόστος. Μόνο που αυτός ο κάποιος δεν ήσουνα εσύ ή εγώ αλλά ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Η προς Ρωμαίους 3 λέει για τον ρόλο του Ιησού Χριστού:

Προς Ρωμαίους 3/γ/23-26
"επειδή πάντες ήμαρτον, και υστερούνται της δόξης του Θεού. δικαιώνονται δε δωρεάν με την χάριν αυτού, ΔΙΑ της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού. τον οποίον ο Θεός προέθετο μέσον εξιλεώσεως διά της πίστεως, εν τω αίματι αυτού, προ φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού, διά την άφεσιν των προγενομένων αμαρτημάτων, διά της μακροθυμίας του Θεού. προς φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού εν τω παρόντι καιρώ, διά να ήναι αυτός δίκαιος, και να δικαιώνει τον πιστεύοντα εις τον Ιησούν"

Η απολύτρωση μας δεν έγινε επί τη βάση αυτών που εσύ ή εγώ πετύχαμε αλλά επί τη βάση των όσων ο Ιησούς Χριστός πέτυχε. Είναι απολύτρωση που βρίσκεται μέσα ("εν") στον Χρίστο Ιησού. Είναι πραγματικά κεφαλαιώδους σημασίας να το καταλάβουμε καλά αυτό, αν θέλουμε να καταλάβουμε τι είδους σχέση έχουμε με τον Θεό. Η σχέση μας με τον Θεό εξαρτάται ΜΟΝΟ πάνω στη χάρη του Θεού και στο έργο του Ιησού Χριστού, και ΟΧΙ πάνω στη προσωπική μας αξία τα έργα μας ή τα επιτεύγματα μας.
3. "Εγενήθη εις ημάς"

Μια απλή ματιά στις ιδέες και τις σκέψεις πολλών Χριστιανών δείχνει ότι η ιδέα της δικαίωσης με έργα, δηλαδή της αυτοδικαίωσης, είναι πολύ καλά ριζωμένη στο μυαλό πολλών πιστών. Παρόλα αυτά η Γραφή δεν υποστηρίζει αυτήν την ιδέα. Πραγματικά, αυτό που η Γραφή τονίζει δεν είναι η ικανότητα μας να πετύχουμε την δικαίωση μας ενώπιον του Θεού αλλά η θυσία του Ιησού Χριστού που το πέτυχε για λογαριασμό μας. Η προς Κορινθίους Α 1/α/30 μας λέει:

Κορινθίους Α 1/α/30
"Αλλά σεις είσθε εξ αυτού [εννοώντας τον Θεό] εν Χριστώ Ιησού..."

Αυτό το "εξ αυτού" σημαίνει "απ’ αυτόν", "εξαιτίας αυτού". Δηλαδή αυτό που ο στίχος λέει είναι ότι είμαστε εν Χριστώ Ιησού ΕΞ’ ΑΙΤΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ και όχι εξαιτίας της αξίας μας ή των ικανοτήτων μας. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στον στίχο που προηγήθηκε (στίχος 29) λέει "διά να μην καυχηθεί ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού [του Θεού]". Θα δούμε σε λίγο σε ποιον μπορούμε και πρέπει να καυχιόμαστε.

Κορινθίους 1/α/30-31
"Αλλά σεις είσθε εξ αυτού εν Χριστώ Ιησού, όστις ΕΓΕΝΗΘΗ ΕΙΣ ΗΜΑΣ σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις. Ώστε καθώς είναι γεγραμμένον, "Ο ΚΑΥΧΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΚΥΡΙΩ ΑΣ ΚΑΥΧΑΤΑΙ"

Η λέξη "εγενήθη" είναι αόριστος του ρήματος "γίνομαι". Δηλαδή στην Δημοτική είναι "έγινε". Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το απόσπασμα, ο Ιησούς Χριστός ΕΓΙΝΕ ΣΕ ΜΑΣ δικαιοσύνη, αγιασμός και απολύτρωση. Δεν λέει ότι εμείς γίναμε σ’ αυτόν ή ότι θα γίνουμε. Αντίθετα ΑΥΤΟΣ έγινε [παρελθόν], μας έκανε να είμαστε, αυτά τα πράγματα. Σίγουρα θα φαίνονταν ως περισσότερο λογικό αν ο Θεός μας έλεγε: "Κοίτα θα κάνεις αυτό και εκείνο το έργο και αν τα κάνεις σωστά και δεν κάνεις κανένα λάθος τότε θα είσαι δίκαιος ενώπιον μου και ίσως και να σωθείς." Αν και πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι διδάσκουν ακριβώς αυτό, ο Θεός ποτέ δεν το δίδαξε. Αντίθετα αυτό που ο Θεός διδάσκει στον Λόγο Του είναι ότι για να σωθείς και να γίνεις δίκαιος το μόνο που χρειάζεσαι και το μόνο που είναι κατάλληλο να στο προσφέρει είναι να πιστέψεις στον Ιησού Χριστό και στην ανάσταση του.

Και τα έργα; θα ρωτήσει κάποιος. Εάν υπάρχει μια καλή σχέση με τον Θεό τότε τα έργα θα έρθουν σαν το ΦΡΟΥΤΟ αυτής της σχέσης. Και αυτά δεν θα είναι έργα που εμείς έχουμε προκαθορίσει να κάνουμε για τον Θεό αλλά έργα που "Ο ΘΕΟΣ προετοίμασε" (προς Εφεσίους 2/β/10) για μας. Τα έργα δεν είναι η βάση, το μέσο, της σχέσης μας με τον Θεό αλλά Ο ΚΑΡΠΟΣ της σχέσης μας.
4. "Ο θώρακας της δικαιοσύνης"

Ακόμη μεγαλύτερη κατανόηση του ρόλου της δικαιοσύνης που ο Θεός μας δώρισε δίνεται στη Εφεσίους 6/ς. Εκεί αρχίζοντας από τον στίχο 13 υπάρχει ένα απόσπασμα το οποίο μιλάει για την πανοπλία του Θεού που μας έχει δοθεί για να πολεμήσουμε στον πνευματικό πόλεμο ενάντια στον αντίδικο, τον διάβολο:

Προς Εφεσίους 6/ς/13
"Διά τούτο αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού, διά να δυνηθήτε να αντισταθείτε εν τη ημέρα τη πονηρά, και αφού καταπολεμήσητε τα πάντα, να σταθήτε"

Δυο πράγματα θα ήθελα να υπογραμμίσω σ’ αυτόν τον στίχο. Πρώτον, ότι η πανοπλία είναι του ΘΕΟΥ. Δεν είναι μια πανοπλία που εμείς κατασκευάσαμε. Αντίθετα είναι μια πανοπλία που Ο ΘΕΟΣ κατασκεύασε. Δεύτερον, είμαστε ΕΜΕΙΣ που φοράμε την πανοπλία. Δεν είναι ο Θεός που θα μας την φορέσει. Ο Θεός την έκανε διαθέσιμη. Αυτά τα δυο πράγματα είναι απαραίτητα για την ορθή κατανόηση του επόμενου στίχου όπου διαβάζουμε:

Προς Εφεσίους 6/ς/14
"Σταθήτε λοιπόν περιεζωσμένοι την οσφύν σας με αλήθειαν, και ενδεδυμένοι τον θώρακα της δικαιοσύνης"

Είναι αυτό το δεύτερο κομμάτι της πανοπλίας στο οποίο θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας σήμερα. Αυτό το κομμάτι είναι ο θώρακας της δικαιοσύνης. Το ότι έχει δοθεί στην δικαιοσύνη ο ρόλος του θώρακα δεν είναι φυσικά τυχαίο, όπως άλλωστε τίποτα στο Λόγο του Θεού δεν είναι τυχαίο. Για να καταλάβουμε την δουλειά της δικαιοσύνης σαν θώρακα, θα πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε την δουλειά του θώρακα σε μια πανοπλία. Όπως οι περισσότεροι από μας γνωρίζουνε, η δουλειά του θώρακα είναι να προστατεύει το στήθος. Ένα ζωτικότατο όργανο που βρίσκεται στο στήθος είναι και η καρδιά. Επομένως μια από τις πιο σημαντικότερες αποστολές του θώρακα είναι η προστασία της καρδιάς. Βιβλικά, η λέξη καρδιά σημαίνει το βαθύτερο μέρος του μυαλού ενός ανθρώπου, το βαθύτερο μέρος του "είναι" του. Έτσι για παράδειγμα όταν στην προς Ρωμαίους 10/ι/9 διαβάζουμε:

Προς Ρωμαίους 10/ι/9
"ότι εάν ομολογήσης διά του στόματος σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδιά σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή"

Με την φράση "εν τη καρδιά σου" δεν εννοείται η καρδιά στη κυριολεξία αφού αυτή η καρδιά δεν μπορεί να πιστέψει. Αυτό που εννοεί είναι το βαθύτερο μέρος του νου μας, το βαθύτερο μέρος του εαυτού μας. Επίσης:

Παροιμίες 4/δ/23
"Μετά πάσης φυλάξεως φύλαττε την καρδίαν σου. διότι εκ ταύτης προέρχονται αι εκβάσεις της ζωής"

Σύμφωνα με τον Λόγο του Θεού, θα πρέπει να φυλάμε την καρδιά μας με όλα τα μέσα ή όπως το Εβραϊκό κείμενο λέει: "πάνω από οτιδήποτε που πρέπει να φυλαχτεί". Για μια ακόμη φορά, όταν ο Λόγος του Θεού λέει "καρδιά" αυτό που εννοεί είναι το βαθύτερο μέρος του εαυτού ενός ανθρώπου. Όταν στο βαθύτερο μέρος του εαυτού μας, βασιλεύει ο Λόγος του Θεού τότε θα έχουμε και τις θετικές εκβάσεις που ο Λόγος λέει. Όταν αντίθετα βασιλεύει οτιδήποτε άλλο, τότε αναπόφευκτα θα υπάρξει και ζημιά. Δεν πρέπει λοιπόν να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι είναι η καρδιά πάνω στη οποία κατευθύνει τα βέλη του ο διάβολος. Εάν τα βέλη του καταφέρουν να χτυπήσουν την καρδιά τότε έχει προσωρινά πετύχει. Αν και υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους ο διάβολος προσπαθεί να χτυπήσει την καρδιά (οι τρόποι που χρησιμοποιεί εξαρτώνται από το που έχουμε αδυναμίες), ένας από τους τρόπους που φαίνεται να χρησιμοποιεί πολύ συχνά είναι η κατάκριση. Η Ιωάννου Α περιγράφοντας τα αποτελέσματα της κατάκρισης λέει:

Ιωάννου Α 3/γ/21
"Αγαπητοί εάν η καρδιά ημών δεν μας κατακρίνει, έχομεν παρρησίαν προς τον Θεόν"

Δείτε αυτό το "εάν" το οποίο χρησιμοποιείται εκεί και δείτε επίσης ότι η αναφορά γίνεται σε σχέση με την "καρδιά", το βαθύτερο μέρος του εαυτού μας. Είναι αυτό το μέρος που ο διάβολος με την ασθένεια της κατάκρισης επιχειρεί να προσβάλει. Όταν υπάρχει κατάκριση στην καρδιά μας, τότε δεν υπάρχει παρρησία, θάρρος, εμπιστοσύνη, ενώπιον του Θεού, και αν δεν υπάρχει θάρρος στον Θεό τότε αλήθεια θα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιο είναι το επίπεδο της σχέσης μας μαζί Του. Για τον Θεό είμαστε ΠΑΝΤΑ τα αγαπημένα Του παιδιά. Είμαστε ΠΑΝΤΑ αυτά που ο Λόγος λέει ότι είμαστε, δηλαδή δίκαιοι, σωσμένοι, άγιοι κτλ. Αυτά μας δόθηκαν με χάρη, σαν δώρα όταν πιστέψαμε. Ο διάβολος όμως με την κατάκριση θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι ίσως και να μην είμαστε αυτά που ο Λόγος λέει ότι είμαστε, δηλαδή χτυπάει την παρρησία μας ενώπιον του Θεού. Παρόλα αυτά ο διάβολος δεν θα καταφέρει να περάσει το βέλος της κατάκρισης στην καρδιά μας ΕΑΝ (και μόνο εάν) εμείς χρησιμοποιήσουμε την πανοπλία του Θεού για την άμυνα μας. Η ερώτηση λοιπόν είναι ποιο είναι το μέρος εκείνο της πανοπλίας το οποίο προστατεύει την καρδιά. Αν και το είδαμε ας το ξαναδούμε:

Προς Εφεσίους 6/ς/14
"Σταθήτε λοιπόν περιεζωσμένοι την οσφύν σας με αλήθειαν, και ενδεδυμένοι τον θώρακα της δικαιοσύνης"

Αυτό το μέρος είναι "ο θώρακας της δικαιοσύνης". Αλλά αλήθεια ποια δικαιοσύνη είναι αυτή; Βλέπεται έχουμε μάθει να διαβάζουμε τον στίχο αυτό με την προκατάληψη ότι δίκαιος είναι κάποιος όταν κάνει καλά έργα. Έτσι νομίζουμε ότι η δικαιοσύνη η οποία αναφέρεται εδώ είναι η δική μας "δικαιοσύνη" των έργων μας. Έτσι λέμε "εάν είμαι αρκετά καλός, και κάνω αυτό και εκείνο το καλό έργο θα είμαι δίκαιος". Όμως ξεχνούμε ότι η προς Ρωμαίους 3/γ/ λέει ότι ΚΑΝΕΝΑΣ ("ουδεμία σαρξ") δεν δικαιώνεται ενώπιον του Θεού με έργα, και ότι "πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού". Η δικαιοσύνη λοιπόν η οποία αναφέρεται εδώ δεν είναι η δική μας "δικαιοσύνη" ΑΛΛΑ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, δηλαδή η δικαιοσύνη με την οποία μας έντυσε ο Θεός όταν πιστέψαμε. Όλη η πανοπλία είναι έτοιμη για μας ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ. Είναι "πανοπλία TOY ΘΕΟΥ". Δεν είναι μια πανοπλία που εμείς κατασκευάσαμε. Δεν μας λέει ο Λόγος "κατασκεύασε την πανοπλία". Αυτό που λέει είναι ΦΟΡΕΣΕ την πανοπλία που Ο ΘΕΟΣ έχει φτιάξει. Εάν λοιπόν η πανοπλία είναι ΤΟΥ ΘΕΟΥ, τίνος είναι και ο θώρακας αυτής της πανοπλίας; ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Τίνος λοιπόν είναι η δικαιοσύνη η οποία αποτελεί αυτόν τον θώρακα; Είναι η δική μας "δικαιοσύνη" των καλών έργων; ΟΧΙ!! Είναι η δικαιοσύνη ΤΟΥ ΘΕΟΥ, δηλαδή η δικαιοσύνη που μας δόθηκε ως δώρο από τον Θεό όταν πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό. Αυτήν την δικαιοσύνη θα πρέπει να φορέσουμε αν θέλουμε να προστατέψουμε την καρδιά μας. Και τι σημαίνει να την φορέσουμε; Σημαίνει να βάλουμε καλά, πολύ καλά, στο μυαλό μας ότι είμαστε δίκαιοι ΤΩΡΑ και κάθε στιγμή ενώπιον του Θεού, ανεξάρτητα από οποιοδήποτε έργο μας. Είμαστε δίκαιοι με ΧΑΡΗ, χωρίς προϋποθέσεις και περιορισμούς. Σημαίνει να κατανοήσουμε ότι όταν ο Λόγος λέει "με χάρη" εννοεί αυτό που λέει, δηλαδή ΔΩΡΕΑΝ. Δεν είμαστε δίκαιοι γιατί ήμασταν "καλά παιδιά" σήμερα. Είμαστε δίκαιοι γιατί ο Ιησούς Χριστός, έγινε σε μας δικαιοσύνη. Αν τα καταλάβουμε όλα αυτά τότε θα έχουμε πραγματικά τον θώρακα της δικαιοσύνης στην θέση του. Διαφορετικά, αν αντί για τον πραγματικό θώρακα της δικαιοσύνης του Θεού φορούμε τον ψευτοθώρακα της "δικαιοσύνης" με έργα, η καρδιά μας θα συνεχίσει να είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην ασθένεια της κατάκρισης. Όσον αφορά τον Θεό, η προς Ρωμαίους 8/η/1 μας λέει ότι δεν υπάρχει καμία κατάκριση για μας:

Προς Ρωμαίους 8/η/1
"ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ ΛΟΙΠΟΝ ΟΥΔΕΜΙΑ ΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΙΗΣΟΥ1"

Ο Θεός δεν πρόκειται ποτέ να μας κατακρίνει για κάτι, γιατί ενώπιον Του είμαστε πάντα δίκαιοι με την δικαιοσύνη με την οποία Αυτός μας έντυσε όταν πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό. Ας το βάλουμε λοιπόν αυτό βαθιά στην καρδιά μας και ας προχωρήσουμε στην βασισμένη πάνω στη χάρη Του σχέση μας μαζί Του.

Τάσος Κιουλάχογλου

http://www.jba.gr/gr/Articles/jbamar96.htm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θεία Χάρη, εμπειρία της θείας χάριτος

8
Ένα πνευματικό "τέστ" για τη θεία Χάρη τοῦ Θεοῦ: Τι γνωρίζουμε, τι πιστεύουμε, τι βιώνουμε

Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΠΟΙΟΥ ΧΑΡΙΤΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΥΠΕΡΜΑΧΟ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ
Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ
τοῦ Καθηγ. Δημητρίου Ι. Τσελεγγίδη

Πηγή: agonasax.blogspot


(Αποτελεί επεξεργασμένη μορφή μιας παραγράφου της μελέτης μας, Χάρη και ελευθερία κατά την Πατερική Παράδοση του ΙΔ΄ αιώνα, Θεσσαλονίκη 1987, σ. 21-39).

Η Χάρη του Θεού κατά την θεολογία και την πνευματική εμπειρία των Πατέρων της Ορθόδοξης Ανατολής αποτελεί θεολογικό όρο με σαφές δογματικό περιεχόμενο. Ο όρος «Χάρις Θεού» στο πλαίσιο της θεολογίας δηλώνει κατά τον ησυχαστή άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά μία συγκεκριμένη φυσική και ουσιώδη ενέργεια του Θεού, που όταν γίνεται μεθεκτή, θεώνει χαρισματικώς τους μετόχους της1. Είναι κατά συνέπεια προφανής η σωτηριολογικού χαρακτήρα σημασία της, γι’ αυτό και δεν πρέπει να ταυτίζεται με τις άλλες ενέργειες2 του Τριαδικού Θεού.

O άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θεμελιώνει βιβλικώς τον όρο «χάρις» προσδίδοντας ιδιαίτερη θεολογική σημασία σε διάφορες λεκτικές διατυπώσεις τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης, που υποδηλώνουν τον δογματικό χαρακτήρα της. Ειδικότερα, αναφερόμενος στο χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης: «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν»3, ταυτίζει την διδόμενη στους ταπεινούς χάρη με την θεία Χάρη, η οποία «διά φωτός επιφαίνεται»4. Παράλληλα, επαναλαμβάνει την χριστολογική ερμηνεία του ιερού Χρυσοστόμου5 στο ψαλμικό χωρίο: «εξεχύθη χάρις εν χείλεσί σου»6, για να διακηρύξει τον άκτιστο χαρακτήρα της θείας Χάριτος7, ενώ προσεγγίζοντας ερμηνευτικά το χωρίο του προφήτη Ιερεμία: «εμέ εγκατέλιπον πηγήν ύδατος ζώντος»8 παρατηρεί, ότι το «ζων ύδωρ» είναι η θεία Χάρη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος9.

Αλλά, η θεία Χάρη ως δόξα και λαμπρότητα του Θεού είναι κατά τον Παλαμά το «φως», με το οποίο περιβάλλεται ο Θεός κατά τον Ψαλμωδό10. Το φως αυτό είναι το θείο και άυλο «πυρ», που φωτίζει τις ψυχές των ανθρώπων11 και τους καθοδηγεί12 προς τον Θεό. Άλλωστε, και ο «άρτος των αγγέλων», που κατά τον Ψαλμωδό έφαγε ο λαός του Θεού στην έρημο13, είναι κατά τον Παλαμά αυτό το φως της θείας Χάριτος14, με το οποίο τρέφονται πνευματικώς οι άγγελοι αλλά και οι πνευματικοί άνθρωποι.

Φανέρωση του φωτός αυτού της θείας Χάριτος έχουμε στη φλεγόμενη και μη κατακαιόμενη βάτο15, στο πρόσωπο του Μωυσή, όταν κατέβηκε από το όρος Σινά κρατώντας τον «Δεκάλογο» των θείων εντολών16, στην ανάληψη του προφήτη Ηλία στον ουρανό με το «άρμα πυρός»17, αλλά και στον «ως υπό πυρός καιόμενον τα σπλάχνα» προφήτη Ιερεμία18.

Τέλος, στο χωρίο του προφήτη Ιωήλ: «εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα»19 επισημαίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς την θεία Χάρη, που επαγγέλθηκε ο Χριστός στους μαθητές του και σε όλους τους πιστούς του20, μέσω των μυστηρίων της Εκκλησίας του.

Αλλά, η Χάρη του Θεού, που προαναγγέλθηκε στην Παλαιά Διαθήκη και αποκαλύφθηκε μερικώς μέσα στην ιστορία της, παρέχεται πλούσια μέσα στη νέα πραγματικότητα, που εγκαινίασε η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και η έλευση του Παρακλήτου. Η Παλαιά Διαθήκη, η Καινή Διαθήκη και η μέλλουσα βασιλεία του Θεού, κατά τον υπέρμαχο του Ησυχασμού, δεν χωρίζονται στεγανώς, αλλά συνδέονται λειτουργικώς. Έτσι,
η «εν φωτί δόξα του Θεού», που είδαν, αν και αμυδρότερα, οι προφήτες Μωυσής και Ηλίας αποτελούν σύμβολα21 και τύπους της θεοφάνειας του Θαβώρ, ενώ η άκτιστη δόξα της μεταμορφώσεως του Χριστού αποτελεί προοίμιο και σύμβολο της ίδιας δόξας, που θα αποκαλυφθεί στη μέλλουσα βασιλεία22.

Ο υπέρμαχος του Ησυχασμού διακρίνει σαφώς στα κείμενά του την αΐδια ύπαρξη του Αγίου Πνεύματος ως προσώπου από την εν χρόνω αποστολή του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο ταυτίζοντας απερίφραστα την φανέρωση του Αγίου Πνεύματος με την Χάρη και την ενέργειά του. Έτσι, όταν ο Παλαμάς αναφέρεται στο «καταβαίνον πνεύμα» κατά την βάπτιση του Χριστού,23 παρατηρεί, ότι αυτό δεν είναι η υπόσταση του Αγίου Πνεύματος, όπως εσφαλμένα νομίζει ο Ακίνδυνος, αλλά η όλη Χάρη και ενέργειά του24. Αλλά και η θαυματουργική δύναμη του Χριστού, η οποία κατά τον Ευαγγελιστή Λουκά «ιάτο πάντας»25 και ο θαυμασμός του λαού «επί τοις λόγοις της χάριτος τοις εκπορευομένοις εκ του στόματος αυτού»26, οφείλονταν στην ίδια θεία Χάρη, «δι’ ης εδίδασκε και δι’ ης εθαυματούργει ο Χριστός»27. Οι «λόγοι της Χάριτος», άλλωστε, που έβγαιναν από το στόμα του Χριστού, αποκλείουν όχι μόνο το αυθυπόστατο της θείας Χάριτος αλλά και την ταύτισή της με την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος28. Αυτή την Χάρη την ονομάζει ο Χριστός «πνεύμα» λέγοντας ότι «τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν πνεύμά εστι και ζωή εστιν»29. Εύλογα, λοιπόν, ταυτίζει ο μεγάλος ησυχαστής ιεράρχης την θεία Χάρη με την χαρισματική παρουσία του Αγίου Πνεύματος, σημειώνοντας επιγραμματικά ότι η «κυρίως παρά του θείου πνεύματος εκχεομένη χάρις πνεύμα άγιον εστίν»30.

Το θεολογικό περιεχόμενο της θείας Χάριτος συναντάται και στην Καινή Διαθήκη, όπως, άλλωστε, και στην Παλαιά Διαθήκη, με διάφορες ονομασίες. Έτσι, αναφερόμενος ο άγιος Γρηγόριος στο χωρίο Ιω. 4, 10-14 ταυτίζει το «ζων ύδωρ», για το οποίο κάνει λόγο ο Χριστός στην Σαμαρείτιδα, με την θεία Χάρη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος[31]. Αλλά και στο Θαβώρ οι τρεις μαθητές είδαν «αμυδράν αυγήν της θεότητος μεριζομένης αμερίστως της Χάριτος και λαμπρότητος και ενεργείας του πνεύματος»32. Την λαμπρότητα αυτή της θείας φύσεως, που είδαν οι μαθητές κατά τη μεταμόρφωση του Χριστού, την ταυτίζει ο Παλαμάς με την θεοποιό Χάρη και παρατηρεί, ότι κατ’ αυτήν θα λάμψουν οι δίκαιοι, όπως ο ήλιος33, στη μέλλουσα βασιλεία του Θεού34. Η δόξα του Θεού ταυτίζεται οντολογικώς με τη θεοποιό Χάρη του Θεού. Έτσι, ο πρωτομάρτυρας Στέφανος, ο οποίος «πλήρης ων πνεύματος αγίου είδεν την δόξαν του Θεού»35, είδε, κατά τον άγιο ησυχαστή μας, «την χάριν του πνεύματος»36. Αλλά και το φως του Χριστού, που φωτίζει το σκοτάδι37 και καθιστά τους μαθητές του φως38, είναι «η θεοποιός δωρεά του πνεύματος»39. Το φως αυτό της θείας Χάριτος ονομάζεται από τον Παλαμά θείο και άυλο «πυρ»40. Αυτό το άυλο «πυρ» ήταν εκείνο, που ενήργησε ως θεία Χάρη, όταν οι μαθητές του Χριστού δέχτηκαν τις «πύρινες γλώσσες»41 την Πεντηκοστή, αλλά και εκείνο, που τύφλωσε τους αισθητούς οφθαλμούς του αποστόλου Παύλου και φώτισε τους οφθαλμούς της καρδιάς του, όταν πήγαινε απειλητικώς στην Δαμασκό42. Τούτο θέρμανε την καρδιά του Κλεόπα και του συνοδού του, όταν τους μιλούσε ο Χριστός μετά την ανάστασή του καθ’ οδόν προς Εμμαούς43. Το φως αυτό είναι άκτιστη και αΐδια ζωή, που, όταν βρίσκεται στον μέτοχό της, δεν χωρίζεται από τον Θεό44.

Η θεία Χάρη υποδηλώνεται με πλήθος ονομάτων, που εκφράζουν ένα οντολογικό περιεχόμενο. Έτσι, η θεία Χάρη ονομάζεται και είναι το «άκτιστον φως»45, η «θέωσις»46, η «αγαθαρχία», η «αυτοαγαθότης», η «αυτοθεότης», η «αυτοθέωσις»47. Είναι, τέλος, η «δόξα», η «λαμπρότης» και η «βασιλεία» του Θεού48. Όλα όμως αυτά τα ονόματα, που προσδίδονται στη θεία Χάρη, δηλώνουν απλώς μερικές εκφάνσεις της χωρίς ποτέ να εξαντλούν και το περιεχόμενό της, το οποίο παραμένει ουσιαστικά ανώνυμο49.

Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η θεία Χάρη δεν αποτελεί ουσία ούτε και υπάρχει «εν ιδία υποστάσει». Δεν είναι δηλαδή αυθυπόσταστη, αλλά ενυπόστατη. Και λέμε ότι είναι ενυπόστατη, επειδή θεωρείται στην υπόσταση άλλου50. Προέρχεται από την άκτιστη θεία ουσία και παραμένει αδιάσπαστα ενωμένη με αυτήν51, ως φυσική ενέργειά της. Ενυπόστατη όμως παραμένει η θεία Χάρη και στα κτίσματα, που μετέχουν σ’ αυτήν, με την έννοια ότι και στα κτίσματα, δεν υπάρχει ως «συμβεβηκός», αλλά ενυπάρχει σ’ αυτά φυσικώς. Αυτό σημαίνει ότι η θεία Χάρη, ενώ δεν αποτελεί ποτέ φυσικό ιδίωμα των κτισμάτων, βρίσκεται σ’ αυτά όχι με μια εξωτερική σχέση αλλά με μια χαρισματικώς φυσική σχέση.

Εδώ παρατηρούμε, ότι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μεταφέρει με πολλή επιτυχία την έννοια του ενυπόστατου από τη Χριστολογία –όπου καθιερώθηκε από τον Λεόντιο τον Βυζάντιο52 - στην θεολογία και ακόμη ειδικότερα στην θεολογία της θείας Χάριτος. Ο θεολόγος της Χάριτος ορίζει τελικώς την θεία Χάρη ως την ενέργεια εκείνη του Θεού, που κατέρχεται φιλάνθρωπα για την σωτηρία, όσων αξιώνονται την ενότητα με τον Χριστό53.

Ποια είναι όμως η πηγή και η αιτία της θείας Χάριτος; Ποιος είναι ο χαρακτήρας της, και πώς αποκαλύπτεται στην κτίση και ειδικότερα στον άνθρωπο; Τα ερωτήματα αυτά αφορούν καίρια την θεολογία της Χάριτος, ενώ η απάντησή τους σχετίζεται οπωσδήποτε με την οντολογία της.

Πηγή της θείας Χάριτος είναι η αΐδια και άκτιστη θεία ουσία54, δηλαδή όλος ο Τριαδικός Θεός. «Έστιν ουν», σημειώνει ο άγιος ιεράρχης, «και ο πατήρ και ο υιός και το πνεύμα το άγιον ομού πηγή του ζώντος ύδατος, τουτέστιν της θείας Χάριτος»55. Η θεία Χάρη ως φυσική και ουσιώδης ενέργεια του Θεού είναι μία και για τα τρία θεία πρόσωπα56 και παρέχεται τριαδικώς· «παρά του πατρός δι’ υιού εν πνεύματι αγίω»57. Αν η θεία Χάρη δεν ήταν μία και κοινή για τα τρία θεία πρόσωπα, αν δηλαδή υπήρχε ετερότητα ενέργειας για την κάθε υπόσταση, αυτό θα σήμαινε και ετερότητα της φύσεως κάθε θείου προσώπου. Έτσι όμως θα διασαλευόταν καίρια η ενότητα του Τριαδικού Θεού.

Κατά την θεολογία και την πνευματική εμπειρία της Εκκλησίας, η Χάρη του Θεού είναι άκτιστη, επειδή αποτελεί ουσιώδη ενέργεια της άκτιστης θείας φύσεως. Τον άκτιστο χαρακτήρα της θείας Χάριτος τον κατοχυρώνει ο Παλαμάς και βιβλικώς παραπέμποντας στο χωρίο Β’ Τιμ. 1, 9: «κατ’ ιδίαν πρόθεσιν και χάριν την δοθείσαν ημίν εν Χριστώ Ιησού προ χρόνων αιωνίων». «Οράς», σημειώνει χαρακτηριστικά ο υπέρμαχος του Ησυχασμού, «ότι προαιωνίως ημίν η Χάρις ητοίμασται; Πώς ουν κτιστόν το προ αιώνων ητοιμασμένον;»58. Και, επειδή η θεία Χάρη είναι άκτιστη, γίνεται κατανοητό, πώς οι πιστοί «γεννώνται εκ Θεού»59 και γιατί «πνεύμά εισιν ως εκ πνεύματος γεγεννημένοι»60. Με άλλα λόγια οι πιστοί καθίστανται πραγματικά πνευματικοί άνθρωποι ως φορείς του Αγίου Πνεύματος, εξαιτίας της χαρισματικής γεννήσεώς τους από την άκτιστη Χάρη ή διαφορετικά από το Πνεύμα του Θεού.

Ο Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος συντασσόμενοι με τους Λατίνους υποστηρίζουν, ότι η θεία Χάρη είναι κτιστή και ορατή με τις αισθήσεις61. Θεωρώντας όμως οι Αντιησυχαστές την θεία Χάρη κτιστή την χωρίζουν αναγκαστικά από τη θεία φύση62. Δεχόμενοι οι Αντιπαλαμίτες κτιστό τον χαρακτήρα της θείας Χάριτος εξομοιώνονται κατά τον Παλαμά με τον Άρειο και τον Ευνόμιο, επειδή αρνούνται ουσιαστικά τον άκτιστο χαρακτήρα της θεότητας, ενώ ταυτόχρονα βλασφημούν και κατά του Αγίου Πνεύματος, που ενοικεί χαρισματικώς στους αγίους63. Η θεολογική, συλλογιστική, σκέψη του υπέρμαχου της θεοποιού Χάριτος είναι πολύ σαφής. Αν η θεία Χάρη ως φυσική ενέργεια του Θεού είναι κτιστή, τότε θα πρέπει και η θεία ουσία να είναι κτιστή, αφού αποτελεί αξίωμα, ότι η κτιστή ενέργεια δηλώνει κτιστή φύση και η άκτιστη ενέργεια χαρακτηρίζει άκτιστη ουσία64.

Κατά συνέπεια, όταν ο Βαρλαάμ –αλλά και η Δυτική σχολαστική θεολογία γενικότερα- υποστηρίζουν ότι η θεία Χάρη είναι κτιστή, ενώ παράλληλα ταυτίζουν το θείο φως και την θεία δόξα με την θεία φύση, αρνούνται ουσιαστικά τον άκτιστο χαρακτήρα της θείας φύσεως, και οδηγούνται κατά λογική συνέπεια στην ανυπαρξία του Θεού65. Όσοι δηλαδή αρνούνται τον άκτιστο χαρακτήρα της θείας Χάριτος, αρνούνται ουσιαστικά τον ίδιο τον Θεό, έστω και αν υποστηρίζουν ότι δέχονται την ουσία του66.

Η θεολογική αντίληψη για κτιστή θεία Χάρη έρχεται σε οξεία αντίθεση με την πνευματική εμπειρία της Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία η θεία Χάρη αποτελεί «έλλαμψιν υπερφυά και απόρρητον και θείαν ενέργειαν», η οποία οράται «αοράτως» και νοείται «απερινοήτως»67, εξαιτίας του άκτιστου χαρακτήρα της. Αν όμως η θεία Χάρη είναι κτίσμα, όπως υποστηρίζουν οι Αντιπαλαμίτες, τότε κατά τον Παλαμά δεν καταστρέφεται μόνον η θεολογία αλλά και η σωτηριολογία της Εκκλησίας, επειδή, έτσι, αναιρείται η άμεση κοινωνία και η χαρισματική ένωση των αγίων με τον Θεό68. Η Χάρη του Θεού, σύμφωνα με την θεολογία της Εκκλησίας, είναι άκτιστη «ως αληθώς», δηλαδή κυριολεκτικώς, και όχι άκτιστη «κατά χάριν»69. Η μετεχόμενη Χάρη του Θεού αποτελεί σύμφωνα με τον Τόμο 1351 άκτιστη σχέση με τον θεούμενο άνθρωπο70. Η άκτιστη αυτή σχέση ονομάζεται και «άσχετη» σχέση για να δηλώσει, ότι δεν είναι ίδιον της κτιστής ανθρώπινης φύσεως και δυνάμεως. Κατά συνέπεια, δεν αποτελεί φανέρωση φυσικής ενέργειας του ανθρώπου71.

Πώς αποκαλύπτεται όμως η θεία Χάρη ως συγκεκριμένη άκτιστη ενέργεια του Τριαδικού Θεού; Καταρχήν, η Χάρη του Θεού, παραμένοντας πάντοτε αχώριστη από την θεία φύση, είναι πανταχού παρούσα, όπως άλλωστε και η θεία ουσία. Ερμηνεύοντας ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς την πανταχού παρουσία του Θεού, παρατηρεί, ότι η θεία ουσία παραμένει άγνωστη, απρόσιτη και αμέθεκτη για κάθε κτίσμα. Έτσι όμως, η θεία ουσία θεωρείται για όλα τα κτίσματα ως απούσα. Αντίθετα, η θεία Χάρη θεωρείται ως απούσα μόνον σ’ όσους στερούνται τις προϋποθέσεις για την θέα και την βίωσή της72, ενώ φανερώνεται και μετέχεται απ’ όσους έχουν κατάλληλες, πνευματικές αισθήσεις73. Ο Θεός, λοιπόν, φανερώνεται μόνο κατά την ενέργεια και την Χάρη του και ποτέ κατά την ουσία του. Η έκχυση της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος στους πιστούς αποτελεί φανέρωση της θείας Χάριτος, φανέρωση δηλαδή του ίδιου του Θεού. Ο τρόπος όμως κατά τον οποίο εκχέεται η θεία Χάρη στους πιστούς παραμένει απόρρητος.

Κατά την φανέρωσή της η θεία Χάρη «μερίζεται αμερίστως», και όπως κάθε ενέργεια του Θεού «ου χρονικώς μόνον αλλά και πληθυντικώς προάγεται»74. Η φανέρωση της Χάριτος του Θεού ταυτίζεται θεολογικώς με την πέμψη του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα εδώ νοείται όχι με την αΐδια και υποστατική ύπαρξή του αλλά με την οικονομική και χαρισματική φανέρωσή του. Νοείται ως Χάρη και ενέργεια όλου του Τριαδικού Θεού. Αλλά, ενώ το Άγιο Πνεύμα ως Χάρη του Τριαδικού Θεού πέμπεται στην κτίση από τον όλο Τριαδικό Θεό, προχέεται όμως και φανερώνεται «δι’ Υιού»75.

Στηριζόμενος στις παραπάνω διευκρινήσεις ο υπέρμαχος και ηγέτης του Ησυχασμού του ΙΔ’ αιώνα επισημαίνει τις εσφαλμένες θεολογικές προϋποθέσεις των Λατίνων, οι οποίες οδήγησαν στην αίρεση του Filioque και κατ’ επέκταση στην αλλοίωση του Τριαδικού δόγματος της Εκκλησίας. Οι Λατίνοι, επειδή δεν διακρίνουν ουσία και ενέργεια76, συγχέουν τα υποστατικά με τα φυσικά προσόντα του Τριαδικού Θεού, συγχέουν δηλαδή τα υποστατικά ιδιώματα με τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειές του. Έτσι αποδίδουν το εκπορευτικό ιδίωμα όχι μόνο στην υπόσταση του Θεού Πατέρα αλλά και στην υπόσταση του Υιού. Στην περίπτωση όμως, που το Άγιο Πνεύμα ως πρόσωπο έχει ως συναίτιό του τον Πατέρα και τον Υιό, δεν μπορεί να είναι Θεός αλλά κτίσμα, αφού αποτελεί βασική θεολογική αρχή, ότι μόνο «επί των κτισμάτων τω Πατρί ο Υιός συναίτιος»77. Αν πάλι ταυτιστούν τα υποστατικά με τα φυσικά προσόντα του Θεού, τότε ο Άγιο Πνεύμα θα εκπορεύεται όχι μόνο από τον Πατέρα και τον Υιό, αλλά και από τον εαυτό του. Έτσι, άλλο θα είναι το εκπορεύον Πνεύμα και άλλο το εκπορευόμενο, οπότε στον Θεό αντί για Τριάδα θα έχουμε Τετράδα. Κατά συνέπεια, το εκπορευτικό ιδίωμα δεν μπορεί να είναι κοινό ιδίωμα των θείων προσώπων. Κοινά και για τα τρία θεία πρόσωπα είναι μόνο τα ιδιώματα της μιας θείας φύσεώς τους, δηλαδή μόνον οι άκτιστες, φυσικές ενέργειες της θείας φύσεως.

Κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά και την Ορθόδοξη θεολογία στο σύνολό της, γίνεται σαφής διάκριση ανάμεσα στη φύση, τις υποστάσεις και τις ενέργειες του Θεού. Έτσι, το Άγιο Πνεύμα ως πρόσωπο εκπορεύεται αϊδίως από τον Πατέρα και αναπαύεται στον Υιό. Προέρχεται όμως ή εκχέεται ως Χάρη και ενέργεια «εξ αμφοίν», δηλαδή και από τον Πατέρα και από τον Υιό. Άλλωστε, αν η εκχεόμενη και παρεχόμενη θεία Χάρη ταυτιστεί με την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος, όπως υποστηρίζουν οι Λατίνοι, τότε οι άγιοι ως πραγματικώς μέτοχοι της θείας Χάριτος γίνονται ομόθεοι και ομότιμοι με τον Χριστό, γιατί ενώνονται υποστατικώς με το Άγιο Πνεύμα78. Μια τέτοια όμως θεώρηση του Αγίου Πνεύματος και της θείας Χάριτος αλλοιώνει σε οντολογικό επίπεδο όχι μόνο την θεολογία αλλά και την ανθρωπολογία της Εκκλησίας. Επομένως, μόνον όταν γίνεται σαφής και οντολογικού χαρακτήρα διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την ενέργεια του Θεού, μπορεί να αποδίδεται η υπαρκτική πρόοδος του Αγίου Πνεύματος στον Πατέρα, ενώ η εκφαντορική και ενεργητική πρόοδος στον Υιό. Παράλληλα, μόνο μετά την παραπάνω διάκριση μπορεί να κατανοείται σωστά η βιβλική αλήθεια της Εκκλησίας, ότι οι πιστοί γίνονται «κοινωνοί θείας φύσεως»79, όταν μετέχουν στην Χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία αποτελεί άκτιστη, φυσική ενέργεια της θείας φύσεως. Τελικώς, από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι οι Λατίνοι –εξαιτίας των θεολογικών προϋποθέσεών τους- συγχέουν την αΐδια με την οικονομική Τριάδα, γιατί αποδίδουν στην αΐδια Τριάδα όσα αφορούν το Άγιο Πνεύμα στην οικονομική Τριάδα.

Είπαμε ήδη ότι η θεία Χάρη είναι μία και η αυτή και για τα τρία θεία πρόσωπα, επειδή αποτελεί ενέργεια της μίας και ενιαίας θείας φύσεως. Επιπροσθέτως, υπογραμμίσαμε ότι αυτή παρέχεται τριαδικώς, όπως συμβαίνει, άλλωστε, και με κάθε άλλη ουσιώδη ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Τι γίνεται όμως, όταν η μία και η αυτή θεία Χάρη ενεργεί την σωτηρία και θέωση του πιστού; Δεν «απολειτουργικοποιεί»80(*) σωτηριολογικώς τα θεία πρόσωπα η θεία Χάρη ως ενέργεια του όλου Τριαδικού Θεού; Όχι, δεν τα «απολειτουργικοποιεί», όπως, άλλωστε, δεν τα «απολειτουργικοποιούν» και οι άλλες άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Και δεν τα «απολειτουργικοποιεί», επειδή καθένα από τα θεία πρόσωπα επιτελεί ιδιάζον έργο81. Στην προκειμένη περίπτωση η παροχή της θείας Χάριτος για την σωτηρία και θέωση του ανθρώπου αποτελεί κατεξοχήν έργο του Θεανθρώπου. Γι’ αυτό, τόσο η Καινή Διαθήκη82 όσο και η λειτουργική πράξη της Εκκλησίας κάνουν λόγο για την Χάρη του Χριστού. «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών», σημειώνεται στην Αναφορά της θείας Λειτουργίας83. Η θεία Χάρη χορηγείται και φανερώνεται στην κτίση και τον άνθρωπο με τον Χριστό[84] και ειδικότερα με το σωτηριώδες έργο του Χριστού.

(*)Τελευταίως, η προτεστάντισσα θεολόγος D. Wendebourg υποστήριξε, ότι ο Παλαμάς «απολειτουργικοποίησε» σωτηριολογικώς τις θείες υποστάσεις με την διδασκαλία του για την θέωση του ανθρώπου μέσω των ενεργειών του Θεού. Βλ. την μελέτη της, Geist oder Energie? Zur Frage der innergöttlichen Verankerung des christlichen Lebens in der byzantinischen Theologie, München 1980, σ. 199 κ.εξ. Οι ισχυρισμοί όμως της Wendebourg δεν ευσταθούν, γιατί ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τονίζει όχι μόνο την τριαδοκεντρικότητα της θεώσεως αλλά και το ιδιάζον έργο των θείων προσώπων. Βλ. στη μελέτη της τις σελ. 160-161. Περισσότερα για το ιδιάζον έργο του Θεού Λόγου στη θέωση του ανθρώπου βλ. Γ. Μαντζαρίδη, Η περί θεώσεως του ανθρώπου διδασκαλία Γρηγορίου του Παλαμά, Θεσσαλονίκη 1963, σ. 30-38 και Α. Ράντοβιτς, Το μυστήριον της Αγίας Τριάδος κατά τον άγιον Γρηγόριον Παλαμάν, Θεσσαλονίκη 1973, σ. 61 κ.εξ. Εκτενή αναίρεση των ισχυρισμών της Wendebourg βλ. Γ. Μαρτζέλου, Ουσία και ενέργειαι του Θεού κατά τον Μ. Βασίλειον, Συμβολή εις την ιστορικοδογματικήν διερεύνησιν της περί ουσίας και ενεργειών του Θεού διδασκαλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 117-119, υποσ. 3.

http://paterikiparadosi.blogspot.gr/201 ... st_15.html
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Διδασκαλιες αγιων και αποστάγματα πατερικης σοφιας”