Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος στρέφει τον λόγο προς το πρόσωπο του υψηλού επισκέπτου του και τον εγκωμιάζει για τις «αρετές» και τα «χαρίσματα» με τα οποία είναι προικισμένη η ψυχή του: «Κηρύττετε διά των λόγων Σας, αλλά προ πάντων και κυρίως διά της απλότητος, της ταπεινοφροσύνης και της αγάπης προς πάντας, διά των οποίων ασκείτε το υψηλόν Σας λειτούργημα. Εμπνέετε εμπιστοσύνην εις τούς δυσπίστους, ελπίδα εις τούς απεγνωσμένους, προσδοκίας εις όσους αναμένουν μίαν Εκκλησίαν στοργικήν προς πάντας». Ωστόσο, όπως ήδη και παλαιότερα έχομε τονίσει, τέτοιου είδους έπαινοι δεν μπορούν να έχουν καμία θέση σε έναν αιρετικό παρά μόνον σε Ορθοδόξους και μάλιστα, όχι σε όλους, αλλά μόνον σε όσους εξ’ αυτών παρουσιάζουν στη ζωή τους καρπούς αρετής και αγιότητος. Και τούτο διότι η αρετή δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά καρπός της συνέργειας του ανθρωπίνου παράγοντος και της δωρεάς της Χάριτος του Θεού. Η δε Χάρις του Θεού, η οποία παρέχεται διά των μυστηρίων, είναι παρούσα και ενεργός μόνον εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αφού όπως γνωρίζουμε τα μυστήρια των αιρετικών είναι άκυρα και ανενεργά, μη παρέχοντα την Χάριν του αγίου Πνεύματος. Η αληθής και γνησία πνευματικότης βιούται μόνον εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ποτέ βεβαίως στην αίρεση και στην πλάνη. Η των δογμάτων ακρίβεια αποτελεί την ναπαραίτητη προϋπόθεση, αποτελεί τον θεμέλιο για την ανοικοδόμηση της αληθούς και γνησίας πνευματικής ζωής. Πίστις και έργα, δόγμα και ζωή, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, έτσι ώστε αλλοίωσις του ενός να φέρει αναπόφευκτα αλλοίωση και του άλλου. Οάγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων παρατηρεί σχετικά: «Ο της θεοσεβείας τρόπος εκ δύο τούτων συνέστηκε, δογμάτων ευσεβών και πράξεων αγαθών. Και ούτε τα δόγματα χωρίς έργων αγαθών ευπρόδεκτα τω Θεώ, ούτε τα μη μετ’ ευσεβών δογμάτων έργα τελούμενα, προσδέχεται ο Θεός».[3] «Βίος διεφθαρμένος πονηρά τίκτει δόγματα»[4] συμπληρώνει οάγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Γι’ αυτό, «ουδέν γάρ όφελος βίου καθαρού, δογμάτων διεφθαρμένων. Ώσπερ ουν ουδέ τουναντίον, δογμάτων υγιών, ει βίος ή διεφθαρμένος».[5]
Τέλος ο Παναγιώτατος, αφού μνημονεύει το θέμα της μελλούσης να συγκληθεί εντός του έτους 2016 Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κλείνει την ομιλία του, τονίζοντας και πάλι την κατεπείγουσα αναγκαιότητα της από κοινού συνεργασίας: «Δεν έχομεν πλέον την πολυτέλειαν της μεμονωμένης δράσεως. Οι σύγχρονοι διώκται των Χριστιανών δεν ερωτούν εις ποίαν των Εκκλησιών ανήκουν τα θύματά των. Η ενότης, περί της οποίας ημείς πολυπραγμονούμεν, πραγματοποιείται ήδη είς τινας περιοχάς, ατυχώς, διά του μαρτυρίου». Μ’ άλλα λόγια οι αιρετικές διδασκαλίες του Παπισμού, για την ανατροπή και καταδίκη των οποίων μυρίους αγώνες έκαμαν οι άγιοι Πατέρες μας και ποτάμι χύθηκε το αίμα των μαρτύρων των εν τω αγίω Όρει οσιάθλων Πατέρων επί Βέκκου, των 800.000 Σέρβων νεομαρτύρων, των εν τη Ιερά Μονή Καντάρας της Κύπρου μαρτυρησάντων και αναριθμήτων άλλων, προκειμένου να μας παραδώσουν ανόθευτη την Ορθόδοξη πίστη, είναι μικράς τινός σημασίας θέματα, για τα οποία δεν πρέπει να πολυπραγμονούμε! Και τούτο όχι μόνον διότι «καθ’ όν χρόνον εμείς ασχολούμεθα περί τάς ημετέρας αντιλογίας, ο κόσμος βιώνει τον φόβον της επιβιώσεως, την αγωνίαν του αύριον», αλλά και διότι η ενότης περί της οποίας διαλεγόμεθα «πραγματοποιείται ήδη εις τινας περιοχάς, ατυχώς, διά του μαρτυρίου». Προφανώς εδώ ο Παναγιώτατος αναφέρεται στις πολυάριθμες σφαγές αθώων χριστιανών υπό των φανατικών μουσουλμάνων στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής. Το συμπέρασμα από τους παρά πάνω λόγους είναι, ότι δεν πρέπει να «αντιλέγομε» στην πλάνη και την αίρεση, και κατά συνέπεια, ούτε να καταφεύγουμε στην πλούσια αντιρρητική γραμματεία των αγίων Πατέρων της δευτέρας χιλιετίας, διότι είναι περιττή και άχρηστη, αφού η ένωση των «εκκλησιών» ήδη υφίσταται μέσα στο αίμα της σφαγής των χριστιανών! Ωστόσο αγνοεί, φαίνεται, ο Παναγιώτατος, ή θέλει να αγνοεί, ότι ασυγκρίτως πολύ περισσότερες, (εκατοντάδες χιλιάδες), είναι οι σφαγές μεταξύ των ιδίων των μουσουλμάνων, δηλαδή των Σιϊτών από τους Σουνίτες και αντιστρόφως, στον ανελέητο αυτό εμφύλιο πόλεμο, που έχει ξεσπάσει εδώ και τέσσερα χρόνια στη Μέση Ανατολή. Οι Τζιχαντιστές σφάζουν αδιακρίτως χωρίς να ρωτούν, πού ανήκουν τα θύματά των, αν είναι δηλαδή χριστιανοί ή μουσουλμάνοι Σιΐτες. Μήπως λοιπόν ενωθήκαμε και με το Ισλάμ, χωρίς να το ξέρουμε, διά μέσου του κοινού αίματος της σφαγής χριστιανών και μουσουλμάνων; Σε τέτοια δυστυχώς συμπεράσματα, που δεν αντέχουν σε σοβαρά κριτική, καταλήγουμε από τους παρά πάνω συλλογισμούς του Παναγιωτάτου.
Περαίνοντας, εκφράζουμε για μια ακόμη φορά την βαθύτατη λύπη μας για όσα απαράδεκτα ελέχθησαν και επράχθησαν κατά την φετινή επίσκεψη του Πάπα στο Φανάρι. Λόγια και έργα, τα οποία έχουν σκανδαλίσει τον πιστό λαό του Θεού, για τον οποίο βέβαια σκανδαλισμό πρόκειται να δώσουν λόγο εν ημέρα κρίσεως ενώπιον του φοβερού βήματος του Χριστού οι σκανδαλίσαντες. Σε μας απομένει, αφ’ ενός μεν να προσευχόμεθα για τα πρόσωπα αυτά, μήπως ο Θεός τους φωτίσει και τους δώσει μετάνοια, αφ’ ετέρου δε να παραμένουμε εδραίοι και αμετακίνητοι στην Ορθόδοξη πίστη μας επαγρυπνούντες και ανταγωνιζόμενοι προς την πολύμορφη πλάνη και παρακαλούντες και δεόμενοι του Κυρίου, όπως αναδείξει αξίους εκκλησιαστικούς ηγέτες προς δόξαν της αγίας μας ορθοδοξίας!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών.
[1]ΕΠΕ 25,370, PG. 63,231
[2]ΒΕΠΕΣ 33,182, ΕΠΕ 10,312
[3]Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατηχήσεις, 4,2. PG 33,456.
[4]Αγ. Ιω. Χρυσοστόμου, Εις Α΄ Κορινθίους 40,3, PG 61,351
[5]Αγίου Ιω. Χρυσοστόμου, Εις Ιωάννην, 66,3, PG 59,369.
http://panayiotistelevantos.blogspot.gr/
http://impantokratoros.gr/D271CEC9.el.aspx