Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

19
Ο Σκοπός του ανθρώπου στη ζωή είναι η Θέωση ; Τι μας βεβαιώνει ότι αυτός είναι ο σκοπός ;
http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/t ... s_zwhs.htm
μα είναι προφανές ότι δεν μπορεί να με καλύψει η παραπάνω απάντηση. Σκέψου π.χ. να είσαι 90 χρόνια βουδιστής και να σου απαντήσουν αυτό.
Η παραπάνω απάντηση καλύπτει ενα Χριστιανό,φυσικά δεν θα δώσεις αυτήν την απάντηση σε εναν βουδιστή,γιατί δεν θα καταλάβει και πολλά.Αλλιώς απαντάς σε ενα παιδί και αλλιώς σε ενα ενήλικα για παράδειγμα.

Η θέση μου είναι ότι ο καλός άνθρωπος μπορεί να φτάσει σε ένα καλό επίπεδο. Αν ακολουθεί τις εντολές του Θεού και είναι αγαπητός από το Θεό τότε θα του στείλει ο Θεός Θεία Χάρη. Το πραγματικό ερώτημα είναι , πως ξέρουμε αν ο Θεός είναι χαρούμενος με εμάς ; Διότι είτε χριστιανοί ήμαστε είτε Ινδουιστές , αυτό δε σημαίνει ότι ο Θεός είναι ικανοποιημένος μαζί μας. Συνεπώς η ίδια η Φώτιση αυτή καθεαυτή δείχνει ότι ο άνθρωπος έχει την εύνοια του Θεού. Υπάρχουν λοιπόν πολλοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι φωτίζονται ακόμα και αν ανήκουν σε άλλα δόγματα. Πως λοιπόν μπορεί να ξέρει κάποιος αντικειμενικά από που προέρχεται το "φως" του ;

Την ίδια ερώτηση την έχω ξανακάνει χωρίς ουσιαστική απάντηση.
Άλλο καλός άνθρωπος και άλλο καλός άνθρωπος και Χριστιανός,φυσικά δεν έιναι όλοι οι χριστιανοί καλοί άνθρωποι,αλλά και τότε δεν είναι Χριστιανοί ή είναι Χριστιανοί ,αλλά προσπαθούν να είναι καλοί άνθρωποι.
Η μέγιστη διαφορά είναι οτι οι μεν καλοί άνθρωποι που δεν είναι Χριστιανοί,πως θα σωθούν και θα αποκτήσουν την μετα θάνατο ζωή,εφόσον δεν πιστεύουν και δεν γνωρίζουν τον Χριστό;
Εγω είμαι η Οδος,η Αλήθεια και η Ζωή είπε ο Κύριος,πως θα τα βρούνε αυτά χωρίς τον Χριστό;
Τωρα σχετικά με την Θεία Χάρη,αυτή επέρχεται σε κάποιον που πιστεύει,κατοικεί εντός του γιατί μετέχει των μυστηριών,πως θα επέλθει σε εναν βουδιστή για να τον φωτίσει;

Ακου και αυτό http://www.youtube.com/watch?v=4lqX-kzsqOI
Ποιος μίλησε για Χριστό; Εδώ λέμε για κριτήρια που οδηγούν στο Φωτισμό.
Μα δεν υπάρχει φωτισμός χωρίς Χριστό,οποιοσδήποτε άλλο "φωτισμός" ειναι κάλπικος.

Χωρις εμου ου δυνασθε ποιειν ουδεν!
Πως θα φωτισθεί επομένως χωρίς τον Χριστο;

Ο Παιδαγωγός βλέπει ότι δεν είναι όλα τα παιδιά Χριστιανοί, βλέπει ότι έχει καλά παιδιά που είναι Χριστιανοί, και κακά παιδιά που είναι επίσης Χριστιανοί. Βλέπει και καλά παιδιά που ανήκουν σε άλλα δόγματα, βλέπει και κακά παιδιά που ανήκουν σε άλλα δόγμα.

Ο Δίκαιος λοιπόν και καλό Παιδαγωγός τι θα κάνει ; θα βάλει κακό βαθμό μόνο στα παιδιά που είναι από Χριστιανούς ; ή θα βάλει σε όλα τα παιδιά ;

Και αντίστοιχα , θα αγαπάει μόνο το καλά παιδιά που είναι από Χριστιανούς ή θα αγαπάει όλα τα καλά παιδιά ;
Τα παιδιά μεγαλώνουν. Και πρέπει να γράψουν εξετάσεις.
Γράφουν όλα τα παιδιά εξετάσεις. Περνούν τη τάξη όμως όλα ; Αν το κριτήριο είναι η καλοσύνη τότε θα περάσουν όλα τα παιδιά. Αν το Κριτήριο είναι να είναι όλα Χριστιανοί τότε θα περάσουν μόνο τα παιδιά Χριστιανών.

Εσύ λοιπόν Dominique (και το άρθρο) τι λες ;

Ότι για να περάσουν τα παιδιά την Τάξη, πρέπει να είναι και καλά και παιδιά Χριστιανών. Είναι σαν να λέμε δηλαδή ότι ο Θεός δεν αγαπάει , και δεν δέχεται τα καλά παιδιά, των άλλων δογμάτων.
Μα δεν ειπε κανείς οτι δεν αγαπάει και δεν θέλει να σωθούν και οι υπόλοιποι εκ των άλλων δογμάτων,φυσικά και το θέλει,όπως θέλει επίσης να είμαστε ενωμένοι μαζί Του,οι Χριστιανοί είναι ενωμένοι μαζί Του,οι υπόλοιποι δεν Τον γνωριζουν καν.Δεν είναι θεμα αγάπης ή οχι,είναι θεμα σωτηρίας.

Είσαι καλός άνθρωπος;Πολύ ωραια,συνέχιζε να είσαι!(δεν στο λεω προσωπικά,γενική τοποθέτηση)
Μπορείς να θεωθείς και να ενωθεις με τον Θεό;
Οχι,γιατί ούτε έχεις βαπτιστεί(ή και μπορεί να έχεις βαπτιστεί),ούτε προσεύχεσαι στον Θεό,ούτε μετέχεις στα μυστήρια,ούτε τίποτα.
Αρα πιστευεις οτι μόνο τα καλά ΣΟΥ εργα(και εδω έγκειται ο εγωισμος),φτάνουν για να σε σώσουν.
Και ο Θεός που βρίσκεται;Πουθενά!
Και μετά θα λες,αααα ο Θεός είναι κακός,εγώ ήμουν καλός άνθρωπος,αλλά δεν με αγαπάει,ενω εσύ τον έδιωξες ,γιατί βασίστηκες μονο στον ευατό σου και στα καλά σου έργα.

Ο άνθρωπος γίνεται λέει Χριστιανός από τον αγώνα, και η πείρα Θεού και γνώση Θεού είναι που δείχνει ότι είναι Χριστιανός.

Που ξέρεις λοιπόν εσύ ότι η πείρα Θεού ενός ζεν βουδιστή είναι εντελώς απορρίψιμη από το Θεό. ;;
Η πειρά ποιανού Θεού;Πως ο ζεν βουδιστής θα έχει πείρα του Τριαδικού Θεού,αφού δεν τον γνωρίζει;
Και αφού έχει πείρα(κάνουμε υπόθεση τώρα),γιατί δεν Τον πιστεύει και εμμένει στο ζεν;

Σε τι διαφέρει αυτή η εμπειρία , της περιφρόνησης κάθε ταλαιπωρίας, με μοναδική απασχόληση μόνο τη προσευχή και τη κοινωνία με το Θεό, που νιώθουν οι ζεν βουδιστές, οι ινδουιστές, οι καθολικοί και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μεταξύ τους;
Στο σκοπό και στο μέσο..οι μεν Βουδιστές ,ινδουιστες σκοπεύουν στην αυτοθέωση και στην αυτοσωτηρία χωρίς Θεό,οι καθολικοί έχουν αλλάξει τον Θεό και τον έχουν φέρει στα μέτρα τους,άρα τι εμπειρία Θεού ,μπορεί να έχουν;

Είναι σαν να λέμε οτι ο ήλιος φωτίζει,αλλά εμείς κλεινόμαστε μέσα σε σπήλαια κάτω απο την γή,κρατάμε ενα λυχνάρι και λέμε οτι έχουμε φως και φωτιζόμαστε!

Ας δούμε λίγο Ζεν και βουδισμό.
Στο βιβλίο το Ζεν στις πολεμικές τέχνες Το Κί ορίζεται σαν η ενέργεια ή η εσωτερική δύναμη η οποία πηγάζει από το Τάι Τεν (ενεργειακό κέντρο της κοιλιάς) και μέσω οραματισμού μπορεί να κατευθυνθεί σε μέρη έξω από το σώμα (!). Οι μαθητές του Aikido και όλοι οι πολεμιστές που εξασκούν το Ζεν πιστεύουν ότι το ΚΙ και η ενέργεια του σύμπαντος ρέει μέσα τους διά μέσου αυτού του ενός σημείου και μετά διοχετεύεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Αν κατορθώσεις να ελέγχεις το Τάι Τεν και να έχεις πάντα κέντρο βάρους, τότε εσύ και το σύμπαν γινόσαστε ένα (έτσι απλά!) και ταυτόχρονα αποκτάς μια άμεση και ολοκληρωτική γνώση για τη σχέση του σώματος με την κοσμική ενέργεια.
Που είναι ο Θεός;
Ο άνθρωπος μέσα απο τις δικές του δυνάμεις γίνεται ένα με το σύμπαν!

Συχνά συνιστάται από δασκάλους πολεμικών τεχνών η χορτοφαγία για καλύτερη υγεία ή ακόμα για να διευκολύνει τη ροή του Τσί. Όμως ο βασικός λόγος επιβολής της χορτοφαγίας είναι θρησκευτικός. Ο Βουδισμός πρεσβεύει ότι στα σώματα των ζώων κατοικούν ψυχές που, ακολουθώντας το νόμο της μετενσάρκωσης, ήταν ή πρόκειται να γίνουν ανθρώπινες. Όποιος αφαιρεί ζωή, έστω και για να φάει ένα ζώο, θεωρείται ότι επιβαρύνει το κάρμα του και πρέπει να ξεπληρώσει σε αυτή ή κάποια άλλη ζωή αυτή τη παρασπονδία.
Αρα ακολουθούν την χορτοφαγία για ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥΣ λογους ,λόγω της πίστης στην μετενσάρκωση!
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

20
5. Η νέα «πνευματικότητα» κατά του Χριστιανισμού
Θα μπορούσαμε να φέρουμε πολλαπλά παραδείγματα των νέων ανατολικών λατρειών στη Δύση· κάθε χρόνο βρίσκονται καινούργιες ή νέοι μετασχηματισμοί παλιών. Επιπλέον των φανερά θρησκευτικών ομάδων, η τελευταία ειδικά δεκαετία έχει δει μια αύξηση μη θρησκευτικών «λατρειών συνειδητότητας» όπως τις αποκαλεί ένα δημοφιλές περιοδικό επικαιρότητας (U.S. News and World Report, 16 Φεβρ. 1976, σελ. 40). Αυτές οι ομάδες «θεραπείας του νου» περιλαμβάνουν τα «Σεμινάρια Εκπαίδευσης Erthard» που ιδρύθηκαν το 1971, το «Rolfing», τη «Μέθοδο ελέγχου του νου Silva», και διάφορες μορφές «αντιμετώπισης» (encounter) και «βιοανάδρασης» (biofeedback), που όλα προσφέρουν μια «αποδέσμευση των εντάσεων» και ένα «άνοιγμα των αχρησιμοποίητων δυνατοτήτων» του ανθρώπου, εκφρασμένα με περισσότερο ή λιγότερο αληθοφανή «επιστημονική» φρασεολογία. Κανείς μπορεί επίσης να θυμηθεί άλλες κινήσεις «συνειδητότητας» που είναι λιγότερο στη μόδα σήμερα, από τη «Χριστιανική Επιστήμη» μέχρι την «Επιστήμη του Νου» και τη «Σαηεντολογία».

Όλες αυτές οι κινήσεις είναι ασυμβίβαστες με το Χριστιανισμό. Στους Ορθοδόξους Χριστιανούς πρέπει να λεχθεί απόλυτα να μείνουν μακριά από αυτές.

Γιατί μιλάμε τόσο κατηγορηματικά;

1. Αυτές οι κινήσεις δεν έχουν θεμέλια στη χριστιανική παράδοση ή πρακτική, αλλά είναι καθαρά το προϊόν των ανατολικών παγανιστικών θρησκειών ή του μοντέρνου πνευματισμού, περισσότερο ή λιγότερο «νερωμένα» και συχνά παρουσιασμένα ως «μη θρησκευτικά». Όχι μόνο διδάσκουν λανθασμένα, σε ασυμφωνία με το χριστιανικό δόγμα, σχετικά με την πνευματική ζωή, αλλά οδηγούν τον άνθρωπο, είτε μέσω παγανιστικών θρησκευτικών εμπειριών ή ψυχικών πειραμάτων, σε ένα λανθασμένο πνευματικό μονοπάτι του οποίου τέρμα είναι η πνευματική και ψυχική καταστροφή, και τελικά η αιώνια απώλεια της ψυχής του.

2. Συγκεκριμένα, η εμπειρία της «πνευματικής ηρεμίας» που δίνεται από διάφορες μορφές διαλογισμού, είτε χωρίς ιδιαίτερο θρησκευτικό περιεχόμενο (όπως ισχυρίζεται ο «Υπερβατικός Διαλογισμός», διάφορες μορφές γιόγκα και ζεν, και οι μη θρησκευτικές λατρείες), είτε με παγανιστικό θρησκευτικό περιεχόμενο (όπως οι Hare Krishna, η «Αποστολή του Θεϊκού Φωτός», η «3ΗΟ» κ.ά.), είναι μια είσοδος στο «κοσμικό» πνευματικό βασίλειο όπου η βαθύτερη πλευρά της ανθρώπινης προσωπικότητας έρχεται σε επαφή με πραγματικά πνευματικά όντα. Αυτά τα όντα, στην πεπτωκυΐα κατάσταση του ανθρώπου, είναι πρώτα από όλα οι δαίμονες ή πεπτωκότα πνεύματα, που είναι πιο κοντά στον άνθρωπο. Οι ίδιοι οι Ζεν Βουδιστές διαλογιζόμενοι, παρ’ όλες τις προειδοποιήσεις τους για τις πνευματικές «εμπειρίες», περιγράφουν τις συναντήσεις τους με αυτά τα πνεύματα (αναμεμειγμένες με ανθρώπινες φαντασιώσεις), τονίζοντας παράλληλα ότι δεν «προσκολλώνται» σ’ αυτές. (Βλ. Jiyu Kennett, «How to Grow a Lotus Blossom», Shasta Abbey, 1977 – η περιγραφή μιας διδασκάλου του Ζεν για τα οράματα πριν το θάνατο).

3. Η «μύηση» σε εμπειρίες του ψυχικού πεδίου που παρέχουν οι «λατρείες συνειδητότητας» εμπλέκει κάποιον σε κάτι πέρα από το συνειδητό έλεγχο της ανθρώπινης θέλησης· έτσι, από τη στιγμή που κάποιος έχει «μυηθεί», είναι συχνά πολύ δύσκολο να ξεμπλέξει από ανεπιθύμητες ψυχικές εμπειρίες. Μ’ αυτό τον τρόπο, η «νέα θρησκευτική συνειδητότητα» γίνεται εχθρός του Χριστιανισμού πολύ ισχυρότερος κι επικινδυνότερος από οποιαδήποτε από τις αιρέσεις του παρελθόντος. Όταν η εμπειρία τονίζεται περισσότερο από το δόγμα, η περιφρούρηση που προστατεύει κάποιον από τις επιθέσεις των πεπτωκότων πνευμάτων αφαιρείται ή ουδετεροποιείται, και η παθητικότητα και το «άνοιγμα» που χαρακτηρίζει τις νέες λατρείες τον ανοίγει στην κυριολεξία, για να χρησιμοποιηθεί αυτός από δαίμονες. Μελέτες των εμπειριών από πολλές «λατρείες συνειδητότητας» δείχνουν ότι υπάρχει μια συστηματική εξέλιξη από εμπειρίες που στην αρχή είναι «καλές» ή «ουδέτερες» σε εμπειρίες που γίνονται παράξενες και τρομακτικές, και στο τέλος καθαρά δαιμονικές. Ακόμα και οι καθαρά σωματικές πλευρές ψυχικών πειθαρχιών όπως η γιόγκα είναι επικίνδυνες, γιατί πηγάζουν από τις ψυχικές στάσεις και εμπειρίες που είναι ο αυθεντικός σκοπός της πρακτικής της γιόγκα, και προδιαθέτουν κάποιον σ’ αυτές.

Η ισχύς αποπλάνησης που έχει η «νέα θρησκευτική συνειδητότητα» είναι τόσο μεγάλη σήμερα, που μπορεί να καταλάβει κάποιον, ακόμα κι όταν αυτός πιστεύει ότι παραμένει Χριστιανός. Αυτό ισχύει όχι μόνο γι’ αυτούς που ενδίδουν στους επιπόλαιους συγκρητισμούς ή συνδυασμούς Χριστιανισμού και ανατολικών θρησκειών, που έχουν αναφερθεί πιο πάνω· ισχύει επίσης και για έναν αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων που θεωρούν τον εαυτό τους ένθερμο Χριστιανό. Η βαθειά άγνοια της γνήσιας χριστιανικής εμπειρίας στον καιρό μας παράγει μια ψευδοχριστιανική «πνευματικότητα» της οποίας η φύση είναι στενά συγγενική με τη «νέα θρησκευτική συνειδητότητα».

Στο κεφάλαιο 12 θα ρίξουμε μια εκτεταμένη και προσεκτική ματιά στο πιο διαδεδομένο ρεύμα «χριστιανικής πνευματικότητας» σήμερα. Σ’ αυτό θα δούμε την τρομακτική προοπτική μιας «νέας θρησκευτικής συνειδητότητας» να καταλαμβάνει καλοπροαίρετους Χριστιανούς, ακόμα και Ορθοδόξους – σε τέτοια έκταση που δεν μπορούμε να βοηθήσουμε, αλλά να σκεφτούμε την πνευματικότητα του σύγχρονου κόσμου στους αποκαλυπτικούς όρους της «μεγάλης πλάνης» που θα εξαπατήσει όλη σχεδόν την ανθρωπότητα πριν από τη συντέλεια του αιώνα. Σ’ αυτό το θέμα θα επανέλθουμε στο τέλος αυτού του βιβλίου.http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/g ... ure.htm#04
<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>

Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

21
dominique έγραψε:
Ο Σκοπός του ανθρώπου στη ζωή είναι η Θέωση ; Τι μας βεβαιώνει ότι αυτός είναι ο σκοπός ;
http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/t ... s_zwhs.htm
μα είναι προφανές ότι δεν μπορεί να με καλύψει η παραπάνω απάντηση. Σκέψου π.χ. να είσαι 90 χρόνια βουδιστής και να σου απαντήσουν αυτό.
Η παραπάνω απάντηση καλύπτει ενα Χριστιανό,φυσικά δεν θα δώσεις αυτήν την απάντηση σε εναν βουδιστή,γιατί δεν θα καταλάβει και πολλά.Αλλιώς απαντάς σε ενα παιδί και αλλιώς σε ενα ενήλικα για παράδειγμα.

Η θέση μου είναι ότι ο καλός άνθρωπος μπορεί να φτάσει σε ένα καλό επίπεδο. Αν ακολουθεί τις εντολές του Θεού και είναι αγαπητός από το Θεό τότε θα του στείλει ο Θεός Θεία Χάρη. Το πραγματικό ερώτημα είναι , πως ξέρουμε αν ο Θεός είναι χαρούμενος με εμάς ; Διότι είτε χριστιανοί ήμαστε είτε Ινδουιστές , αυτό δε σημαίνει ότι ο Θεός είναι ικανοποιημένος μαζί μας. Συνεπώς η ίδια η Φώτιση αυτή καθεαυτή δείχνει ότι ο άνθρωπος έχει την εύνοια του Θεού. Υπάρχουν λοιπόν πολλοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι φωτίζονται ακόμα και αν ανήκουν σε άλλα δόγματα. Πως λοιπόν μπορεί να ξέρει κάποιος αντικειμενικά από που προέρχεται το "φως" του ;

Την ίδια ερώτηση την έχω ξανακάνει χωρίς ουσιαστική απάντηση.
Άλλο καλός άνθρωπος και άλλο καλός άνθρωπος και Χριστιανός,φυσικά δεν έιναι όλοι οι χριστιανοί καλοί άνθρωποι,αλλά και τότε δεν είναι Χριστιανοί ή είναι Χριστιανοί ,αλλά προσπαθούν να είναι καλοί άνθρωποι.
Η μέγιστη διαφορά είναι οτι οι μεν καλοί άνθρωποι που δεν είναι Χριστιανοί,πως θα σωθούν και θα αποκτήσουν την μετα θάνατο ζωή,εφόσον δεν πιστεύουν και δεν γνωρίζουν τον Χριστό;
Εγω είμαι η Οδος,η Αλήθεια και η Ζωή είπε ο Κύριος,πως θα τα βρούνε αυτά χωρίς τον Χριστό;
Τωρα σχετικά με την Θεία Χάρη,αυτή επέρχεται σε κάποιον που πιστεύει,κατοικεί εντός του γιατί μετέχει των μυστηριών,πως θα επέλθει σε εναν βουδιστή για να τον φωτίσει;

Ακου και αυτό http://www.youtube.com/watch?v=4lqX-kzsqOI
Ποιος μίλησε για Χριστό; Εδώ λέμε για κριτήρια που οδηγούν στο Φωτισμό.
Μα δεν υπάρχει φωτισμός χωρίς Χριστό,οποιοσδήποτε άλλο "φωτισμός" ειναι κάλπικος.

Χωρις εμου ου δυνασθε ποιειν ουδεν!
Πως θα φωτισθεί επομένως χωρίς τον Χριστο;

Ο Παιδαγωγός βλέπει ότι δεν είναι όλα τα παιδιά Χριστιανοί, βλέπει ότι έχει καλά παιδιά που είναι Χριστιανοί, και κακά παιδιά που είναι επίσης Χριστιανοί. Βλέπει και καλά παιδιά που ανήκουν σε άλλα δόγματα, βλέπει και κακά παιδιά που ανήκουν σε άλλα δόγμα.

Ο Δίκαιος λοιπόν και καλό Παιδαγωγός τι θα κάνει ; θα βάλει κακό βαθμό μόνο στα παιδιά που είναι από Χριστιανούς ; ή θα βάλει σε όλα τα παιδιά ;

Και αντίστοιχα , θα αγαπάει μόνο το καλά παιδιά που είναι από Χριστιανούς ή θα αγαπάει όλα τα καλά παιδιά ;
Τα παιδιά μεγαλώνουν. Και πρέπει να γράψουν εξετάσεις.
Γράφουν όλα τα παιδιά εξετάσεις. Περνούν τη τάξη όμως όλα ; Αν το κριτήριο είναι η καλοσύνη τότε θα περάσουν όλα τα παιδιά. Αν το Κριτήριο είναι να είναι όλα Χριστιανοί τότε θα περάσουν μόνο τα παιδιά Χριστιανών.

Εσύ λοιπόν Dominique (και το άρθρο) τι λες ;

Ότι για να περάσουν τα παιδιά την Τάξη, πρέπει να είναι και καλά και παιδιά Χριστιανών. Είναι σαν να λέμε δηλαδή ότι ο Θεός δεν αγαπάει , και δεν δέχεται τα καλά παιδιά, των άλλων δογμάτων.
Μα δεν ειπε κανείς οτι δεν αγαπάει και δεν θέλει να σωθούν και οι υπόλοιποι εκ των άλλων δογμάτων,φυσικά και το θέλει,όπως θέλει επίσης να είμαστε ενωμένοι μαζί Του,οι Χριστιανοί είναι ενωμένοι μαζί Του,οι υπόλοιποι δεν Τον γνωριζουν καν.Δεν είναι θεμα αγάπης ή οχι,είναι θεμα σωτηρίας.

Είσαι καλός άνθρωπος;Πολύ ωραια,συνέχιζε να είσαι!(δεν στο λεω προσωπικά,γενική τοποθέτηση)
Μπορείς να θεωθείς και να ενωθεις με τον Θεό;
Οχι,γιατί ούτε έχεις βαπτιστεί(ή και μπορεί να έχεις βαπτιστεί),ούτε προσεύχεσαι στον Θεό,ούτε μετέχεις στα μυστήρια,ούτε τίποτα.
Αρα πιστευεις οτι μόνο τα καλά ΣΟΥ εργα(και εδω έγκειται ο εγωισμος),φτάνουν για να σε σώσουν.
Και ο Θεός που βρίσκεται;Πουθενά!
Και μετά θα λες,αααα ο Θεός είναι κακός,εγώ ήμουν καλός άνθρωπος,αλλά δεν με αγαπάει,ενω εσύ τον έδιωξες ,γιατί βασίστηκες μονο στον ευατό σου και στα καλά σου έργα.

Ο άνθρωπος γίνεται λέει Χριστιανός από τον αγώνα, και η πείρα Θεού και γνώση Θεού είναι που δείχνει ότι είναι Χριστιανός.

Που ξέρεις λοιπόν εσύ ότι η πείρα Θεού ενός ζεν βουδιστή είναι εντελώς απορρίψιμη από το Θεό. ;;
Η πειρά ποιανού Θεού;Πως ο ζεν βουδιστής θα έχει πείρα του Τριαδικού Θεού,αφού δεν τον γνωρίζει;
Και αφού έχει πείρα(κάνουμε υπόθεση τώρα),γιατί δεν Τον πιστεύει και εμμένει στο ζεν;

Σε τι διαφέρει αυτή η εμπειρία , της περιφρόνησης κάθε ταλαιπωρίας, με μοναδική απασχόληση μόνο τη προσευχή και τη κοινωνία με το Θεό, που νιώθουν οι ζεν βουδιστές, οι ινδουιστές, οι καθολικοί και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μεταξύ τους;
Στο σκοπό και στο μέσο..οι μεν Βουδιστές ,ινδουιστες σκοπεύουν στην αυτοθέωση και στην αυτοσωτηρία χωρίς Θεό,οι καθολικοί έχουν αλλάξει τον Θεό και τον έχουν φέρει στα μέτρα τους,άρα τι εμπειρία Θεού ,μπορεί να έχουν;

Είναι σαν να λέμε οτι ο ήλιος φωτίζει,αλλά εμείς κλεινόμαστε μέσα σε σπήλαια κάτω απο την γή,κρατάμε ενα λυχνάρι και λέμε οτι έχουμε φως και φωτιζόμαστε!

Ας δούμε λίγο Ζεν και βουδισμό.
Στο βιβλίο το Ζεν στις πολεμικές τέχνες Το Κί ορίζεται σαν η ενέργεια ή η εσωτερική δύναμη η οποία πηγάζει από το Τάι Τεν (ενεργειακό κέντρο της κοιλιάς) και μέσω οραματισμού μπορεί να κατευθυνθεί σε μέρη έξω από το σώμα (!). Οι μαθητές του Aikido και όλοι οι πολεμιστές που εξασκούν το Ζεν πιστεύουν ότι το ΚΙ και η ενέργεια του σύμπαντος ρέει μέσα τους διά μέσου αυτού του ενός σημείου και μετά διοχετεύεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Αν κατορθώσεις να ελέγχεις το Τάι Τεν και να έχεις πάντα κέντρο βάρους, τότε εσύ και το σύμπαν γινόσαστε ένα (έτσι απλά!) και ταυτόχρονα αποκτάς μια άμεση και ολοκληρωτική γνώση για τη σχέση του σώματος με την κοσμική ενέργεια.
Που είναι ο Θεός;
Ο άνθρωπος μέσα απο τις δικές του δυνάμεις γίνεται ένα με το σύμπαν!

Συχνά συνιστάται από δασκάλους πολεμικών τεχνών η χορτοφαγία για καλύτερη υγεία ή ακόμα για να διευκολύνει τη ροή του Τσί. Όμως ο βασικός λόγος επιβολής της χορτοφαγίας είναι θρησκευτικός. Ο Βουδισμός πρεσβεύει ότι στα σώματα των ζώων κατοικούν ψυχές που, ακολουθώντας το νόμο της μετενσάρκωσης, ήταν ή πρόκειται να γίνουν ανθρώπινες. Όποιος αφαιρεί ζωή, έστω και για να φάει ένα ζώο, θεωρείται ότι επιβαρύνει το κάρμα του και πρέπει να ξεπληρώσει σε αυτή ή κάποια άλλη ζωή αυτή τη παρασπονδία.
Αρα ακολουθούν την χορτοφαγία για ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥΣ λογους ,λόγω της πίστης στην μετενσάρκωση!
Καμία επιπλέον αντίρρηση. Έπρεπε εξ αρχής να με παραπέμψεις στο βιβλίο http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/t ... s_zwhs.htm

Από εκεί κατευθύνθηκα στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά :

http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Mig ... 20150-151/

Νομίζω ότι όλα όσα χρειάζεται να ξέρει κανείς για το Άγιο Πνεύμα, τον φωτισμό και την αγωγή Του Θεού βρίσκονται τελικώς στους δύο αυτούς τόμους του Άγιου Γρηγόριου Παλαμά.

Ο οποίος (να θυμίσω) είχε λάβει πλούσια Ελληνική Παιδεία :flag :flag :flag :132 :D
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

22
Γ΄μέρος


Τα πάθη δεν ενεργούν. Ο άνθρωπος «πάσχει την θέωσιν».



Η ευλογημένη αυτή κατάσταση με υπερβαίνει, δηλ. δεν έχω πραγματικά βιώματα αυτής της ζωής. Γι' αυτό παρακάλεσα έναν εκλεκτό φίλο μου μονα­χό, πού ασκείται στον Ιερόν Άθωνα, να μου πή τα γνωρίσματα της. Γνώριζα ότι είχε πολλές τέτοιες ευ­λογημένες εμπειρίες. Με αγάπη πολλή ανταποκρί­θηκε στο αίτημά μου και έτσι καταγράφω εδώ την περιγραφή πού κάνει γι' αυτήν την πρώτη έλευση της θείας Χάριτος.



«Από την αρχή της μοναχικής μου ζωής ζούσα μια ήσυχη, καλή ζωή. Οι ακολουθίες στο Μοναστή­ρι και η Μυστηριακή ζωή με θέρμαιναν, με ανέπαυαν. Αυτό μέχρι την ώρα πού γεννήθηκε μέσα μου κάτι άλλο, μέχρι την ώρα πού αναπτύχθηκε η εσω­τερική ζωή. Ξαφνικά αισθάνθηκα ένα κάψιμο εσω­τερικό, ένα κάψιμο θείας αγάπης. Η φυσική και καλή ζωή πού ζούσα μέχρι τότε, φαινόταν τώρα πο­λύ σκοτεινή, χωρίς νόημα και περιεχόμενο. Άρχισα να βρίσκω τον χώρο της καρδιάς, το κέντρο της υπάρξεως, τον ευλογημένο εκείνο χώρο πού ανακα­λύπτεται με την εν Χάριτι άσκηση και μέσα στον ό­ποιο αποκαλύπτεται ο Ίδιος ο Θεός. Αυτή η καρδιά είναι το πρόσωπο, γιατί πρόσωπο είναι «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πνεύμα­τος... ο εστίν ενώπιον του Θεού πολυτελές» (Α' Πέ­τρου γ' 4). Μέχρι τότε διάβαζα αυτά στα βιβλία, τώ­ρα τα έβλεπα στην πραγματικότητα. Ένοιωθα αυτό πού λέγει ο Αββάς Παμβώ «ει έχεις καρδίαν δύνασαι σωθήναι», αυτό πού λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «Θεός θεοίς ενούμενός τε και γνωριζόμενος εν καρδία» και ο Απόστολος Παύλος «ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών». Η καρδιά πού είναι τα άγια των αγίων «της μυστικής ενώσεως Θεού και ανθρώπου, αυτής της ενυποστάτου δι' Αγίου Πνεύ­ματος ελλάμψεως» ανακαλύφθηκε. Αισθανόμουν την καρδιά σαν Ναό μέσα στον οποίο λειτουργούσε ο αληθινός Ιερεύς της θείας Χάριτος. Παράλληλα με τον κτύπο του σαρκικού οργάνου της καρδίας α­κουγόταν και ένας άλλος κτύπος βαθύτερος και γρηγορότερος. Αυτός ο κτύπος συντονιζόταν με την ευχή του Ιησού. Ή μάλλον η ίδια η καρδιά έλεγε την ευχή. Όλη αύτη η κατάσταση συνδεόταν με μερικά χαρακτηριστικά.



Αναπτύχθηκε μια ερωτική κοινωνία με τον Θεό. Τότε καταλάβαινα γιατί οι Πατέρες ονόμαζαν τον Θεό έρωτα. «Ο Θεός έρως εστί και εραστόν» (Μάξιμος ο Ομολογητής) και «ο εμός έρως εσταύρωται» (αγ. Ιγνάτιος Θεοφόρος). Κάθε μέρα αισθα­νόμουν την περίπτυξη του Θεού. Αυτή η αγάπη εκείνο τον καιρό με είχε τρελλάνει. Ό Θεός βιωνόταν ως ελεήμων, ως γλύκα και γλυκασμός. Άναψε μέ­σα στην καρδιά μου το ευλογημένο πυρ, πού έκαιγε τα πάθη και δημιουργούσε ανέκφραστη πνευματική ηδονή.



Αναζητούσα ησυχία, σκοτάδι, ηρεμία εξωτερι­κή. Τα μικρά κελλιά, οι τρύπες των βράχων, ο ανοι­χτός ορίζοντας της φύσεως, τα σκοτεινά μέρη με δέ­χονταν σαν φιλοξενούμενο. Την νύκτα έβγαινα στις ερημιές του Άθωνα. Μαγεία! Ευλογία! Μέθη! Στην μοναξιά και στην πολυκοσμία, στην έρημο και στα κοινόβια ζούσα την παρουσία του Θεού, την θεία πε­ρίπτυξη. Αναπτύχθηκαν τότε άλλες αισθήσεις, αι­σθήσεις πνευματικές, η νοερά αίσθηση, η νοερά δ­ράση και ακοή. Όλος ο νους ήταν συγκεντρωμένος μέσα στο βάθος της καρδιάς και άκουγε εν ακορέστω γλυκασμώ την ευχή πού λεγόταν μέσα εκεί. Όλος ο εσωτερικός κόσμος ενοποιημένος. Όλα έδει­χναν ότι γεννήθηκε ένας καινούργιος άνθρωπος, έ­νας καινούργιος κόσμος και μια καινή ζωή. Μια θερμότητα έκαιγε τα πάντα. «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν ως ελάλει ημίν εν τη οδώ...;» Η αίσθηση των μαθητών αυτών υπήρξε δική μου βίω­ση. Αισθανόμουν καλά τον λόγο του Χριστού: «πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω ει ήδη ανήφθη;» Και τον λόγον ότι ο Θεός «πυρ εστί καταναλίσκον». Άλλοτε αύτη η θέρμη και αυτή η φωτιά μετατρεπό­ταν σε πληγή βαθειά. Αισθανόμουν ότι αύτη η θερ­μότητα αναγεννούσε την ύπαρξή μου, πρώτα την ψυχή και μετά επεκτεινόταν και στο σώμα. Η αί­σθηση ότι τώρα γεννήθηκα σε άλλον κόσμο ήταν διαρκής. Χοροπηδούσα σαν μικρό παιδί. Ακόμη υ­πήρξαν μερικές φορές πού ένοιωσα και την σάρκα μου σαν μικρού παιδιού, πού μόλις βγήκε από την μήτρα της μάνας του.



Αυτό δημιουργούσε βαθύτατη ειρήνη λογισμών. Ο νους καθοριζόμενος διαρκώς απέβαλε όλα τα ξέ­να στοιχεία τα οποία σαν λέπια τον εκάλυπταν. Γι­νόταν έτσι ελαφρός και πάντοτε εύρισκε καταφύγιο στην καρδιά. Εκεί παρέμεινε και ευφραινόταν πνευ­ματικά. Εκεί μερικές φορές άκουγε και την φωνή του Θεού, πού ήταν πολύ συνταρακτική και δη­μιουργούσε πηγές δακρύων. Η γνωριμία με τον Θεό ήταν προσωπική. Η γνώση του Θεού πραγματικό γεγονός.



Μερικές φορές βυθιζόμουν σε βαθειά μετάνοια. Ο νους μπαίνοντας στην καρδιά εν Χάριτι έβλεπε το σκοτάδι, την βρωμιά της ψυχής και όλη η ύπαρξή ξεχυνόταν σε καυτά δάκρυα. Έκλαιγε η καρδιά. Τα δάκρυα της καρδιάς ξεχύνονταν επάνω της και την ξέπλεναν από την αμαρτία. Παράλληλα άνοι­γαν και τα μάτια και γίνονταν πηγές δακρύων. Άλλοτε έκλαιγε μόνον η καρδιά και άλλοτε και το σώ­μα. Θρήνος βαθύς από την αποκάλυψη της ασω­τίας... Κλάμα πολύ, αλλά όχι με απελπισία. Ήταν συνδεδεμένο με την αίσθηση της αγάπης του Θεού.



Εκείνο τον καιρό όλα ήταν ωραία. Η λέξη ωραία δεν έχει σχέση με την αισθητική, αλλά με την οντολογική πραγματικότητα. Έβλεπα τους λόγους των όντων σε όλη την δημιουργία. Και αυτό προξε­νούσε άρρητη ευφροσύνη. Όλα εξέφραζαν την αγά­πη του Θεού. Η ανάγνωση της Γραφής έτρεφε την καρδιά. Οι λέξεις δεν πήγαιναν στην λογική, αλλά εισχωρούσαν στην καρδιά και την ζωογονούσαν. Όπως το μωρό ρουφά το γάλα από τον μαστό της μάνας του και τρέφεται, έτσι αισθανόταν η καρδιά τρεφόταν από το λόγο του Θεού. Γινόταν μετάγ­γιση αίματος. Τα βιβλία των Πατέρων τα διάβαζα με άλλο πρίσμα. Γνωστά κείμενα τότε τα έβλεπα διαφορετικά. Σαν να είχα αποκτήσει καινούργια μά­τια και σαν να είχα μάθει καινούργια γλώσσα. Αισθανόμουν συγγενής πνευματικά με τους Πατέρας. Όμως τις πιο πολλές φορές δεν ήθελα να διαβάζω ακόμη και βιβλία πατερικά. Σαν να σταματούσαν την προσωπική επικοινωνία με τον εράσμιο Νυμφίο, σαν να διέκοπταν τη ζωντανή επικοινωνία με τον Δημιουργό του παντός.



Τα πάθη δεν ενεργούσαν τότε. Ένοιωθα όχι ηθικές αναστολές, αλλά την αναγέννηση μου. Ήμουν τόσο μεθυσμένος, ώστε δεν με ενδιέφερε απο­λύτως τίποτε. Υπήρχε μέσα μου μια ακατάσχετη αναζήτηση και επιθυμία να μη με αγαπούν οι άνθρωποι και μά­λιστα να με περιφρονούν. Αφού είχα την αγάπη του Θεού, δεν με ενδιέφερε τίποτε άλλο. Ζούσα μια ερω­τική ζωή, ζωή δακρύων... Η μόνη απασχόληση εγώ και ο Θεός. Ζητούσα την μοναξιά πού ήταν κοινω­νία. «Ενώπιος Ενωπίω», «πρόσωπον προς Πρόσω­πον». Αλλά και όταν ευρισκόμουν σε πολυκοσμία η εσωτερική φωνή ήταν ισχυρότερη. Και όταν κατά την διάρκεια ακολουθίας ο Γέροντας με έβαζε να ψάλλω, εγώ συγχρόνως άκουγα και αυτήν την εσω­τερική φωνή της καρδιάς να επαναλαμβάνη την ευ­χή πού έγινε το εντρύφημά μου.



Αυτή η κατάσταση κράτησε περίπου τέσσερα χρόνια. Μέρα-νύχτα έλεγα την ευχή. Και την ώρα πού κοιμόμουν η καρδιά προσευχόταν. Την άκουγα καθαρά να αδολεσχή με τον Θεό.



Όποιος θέλει να διαπίστωση αν υπάρχη Θεός, ας δοκιμάση. Θα συνάντηση ένα ζωντανό Θεό! Η Χάρη του Θεού με αξίωσε εμένα το έκτρωμα όλου του κόσμου να αποκτήσω μια μικρή σταγόνα γνώσεως Θεού».



Μακαρίζω και ζηλεύω αυτόν τον εκλεκτό φίλο μου. Και τον θεωρώ σαν την μεγαλύτερη ευεργεσία του Θεού σε μένα.



Αντιγράφοντας αυτά θυμάμαι τους λόγους των Πατέρων για τον θειο έρωτα. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει:



«Ου γαρ έστιν ουκ εστίν ουδέν, ο μη νικά πόθος, όταν δε και Θεού πόθος ή, πάντων εστίν υψηλότερος, και ούτε πυρ, ον σίδηρος, ου πενία, ουκ αρρώστια, ου θάνατος, ουκ άλλο τι των τοιούτων φανείται δεινόν τω τοιούτον κεκτημένω έρωτα, αλλά πάντων καταγελάσας, προς τον ουρανόν πτήσεται και των εκεί διατριβόντων ουδέν έλαττον διακείσεται, ουδέν έ­τερον ορών, ουκ ουρανόν, ου γήν, ου θάλατταν, αλλά προς ένα κάλλος τεταμένος το της δόξης εκείνης... ερασθώμεν τοίνυν τούτον τον έρωτα (τούτον γαρ ίσον ουδέν)... τούτων γαρ απάντων μείζον, το τον Χριστόν ερωμένον έχειν και εραστήν». [Νικόδημου Αγιορείτου: Νέα Κλίμαξ, έκδ. Σχοινά, Βόλος 1956, σελ. 36-37.]



Τα ίδια λέγει και ο Μ. Βασίλειος:



«μακάριοι οι του αληθινού κάλλους φιλοθεά­μονες, οιονεί γαρ προσδεθέντες αυτώ δια της αγάπης, και τον επουράνιον και μακαριστόν ερώντες έρωτα, επιλανθάνονται μεν οικείων και φίλων, επιλανθάνονται δε οίκου και πε­ριουσίας απάσης, εκλαθόμενοι δε και της σω­ματικής εις το εσθίειν και πίνειν ανάγκης, μόνω τω θείω και καθαρώ προστετήκασιν έρωτι».[ ενθ. άνωτ. σελ. 39.]
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

24
Δ΄Μέρος


Άρση της Χάριτος - Πορεία στην έρημο





Αυτή όμως η κατάσταση δεν πρόκειται να διαρκέση πολύ. Για τον κάθε άνθρωπο διάφορος είναι ο χρόνος παραμονής της Χάριτος με την πρώτη έλευ­ση. Αυτό εξαρτάται από διαφόρους παράγοντες. Α­πό το ζήλο του, την οικονομία του Θεού, τον τρόπο ζωής του κ.λ.π. Πάντως μετά από ένα διάστημα η Χάρη υποστέλλεται.

Στα έργα των αγίων Πατέρων είναι γνωστή η κατάσταση αυτή. Διαφορετική όμως είναι η ορολο­γία. Υποστολή, άρση, εγκατάλειψη, Θεοεγκατάλειψη, κ.λ.π. Πάντως πρόκειται για το ίδιο πράγμα, πού γίνεται όμως για διαφόρους λόγους.



Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής κάνει λόγο γι' αυτήν την εγκατάλειψη λέγοντας:



«Τέσσαρες είσι γενικοί εγκαταλείψεως τρόποι, η οικονομική, ως επί τον Κυρίου, ίνα δια της δοκούσης εγκαταλείψεως, οι εγκαταλε­λειμμένοι σωθώσιν. Η δε προς δοκιμήν, ως ε­πί του Ιώβ και Ιωσήφ, ίνα ο μεν ανδρείας, ο δε σωφροσύνης στήλαι αναφανώσιν, η δε, προς παίδευσιν πατρικήν ως επί του Αποστό­λου, ίνα, ταπεινοφρονών, την υπερβολήν φύ­λαξη της χάριτος, η δε κατά αποστροφήν, ως επί των Ιουδαίων, ίνα κολαζόμενοι, προς μετάνοιαν κατακαμφθώσιν. Σωτήριοι δε πάντες οι τρόποι υπάρχουσι και της θείας αγαθότητας και φιλανθρωπίας ανάμεστοι». [Φιλοκαλία, έκδ. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1958, Β' τόμος, σελ. 51.]



Οι εγκαταλείψεις αυτές της Χάριτος είναι μέσα στο σχέδιο του Θεού, για να μας βοηθήσουν στην σωτηρία και στην πρόοδο την πνευματική. Και όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η κένωση, τόσο μεγαλύτερη είναι η δόξα πού μας περιμένει.



Τι είναι όμως αυτή η άρση της Χάριτος; Είναι πραγματική άρση και εγκατάλειψη; Και πώς είναι δυνατόν ο Θεός να εγκαταλείψη τελείως τον άνθρω­πο;



Στο σημείο αυτό οι Πατέρες είναι εκφραστικοί.

«Δεν πρόκειται βέβαια για αντικειμενική πλήρη αφαίρεση της Χάρης, αλλά υποκειμενικά η ψυχή βιώνει την μείωση της ενέργειας της Χάρης σαν εγ­κατάλειψη από τον Θεό». [Αρχιμ. Σωφρονίου, ενθ. άνωτ. σελ. 26.]



Η «θεωρία» του Θεού κατά διαφόρους βαθμούς μειώνεται και αυτήν την μείωση ο άνθρωπος την βιώνει ως εγκατάλειψη Θεού.



Ο Διάδοχος ο Φωτικής κάνει λόγο για την παι­δευτική παραχώρηση και την κατά αποστροφή. Η πρώτη γίνεται για λόγους πού ο Θεός θέλει, πού συν­τελούν στην σωτηρία μας και στην παιδεία μας, η δε δεύτερη για τις αμαρτίες μας. Γράφει:



«Η μεν γαρ παιδευτική παραχώρησις ουδα­μώς την ψυχήν του θείου φωτός αποστερεί κρύπτει δε μόνον, ως και ήδη είπον τα πολλά τον νουν την εαυτής παρουσίαν η χάρις, ίνα προωθοίτο ώσπερ την ψυχήν τη πικρία των δαιμόνων δια το μετά παντός φόβου και πολ­λής ταπεινώσεως εκζητείν αυτήν, την εκ του Θεού βοήθειαν, την του εχθρού αυτής επιγινώσκουσαν κατ'ολίγον κακίαν, ον τρόπον αν μήτηρ ατακτούν το οικείον περί τους θεσμούς της γαλουχίας βρέφος βραχύ των εαυτοίς εξωθοίη αγκαλών, ίνα καταπληττόμενον υπό τίνων περιεστώτων αυτό σαπροειδών ανθρώπων ή θη­ρίων οιωνδήποτε μετά φόβου πολλού και δα­κρύων εις τους μητρώους ανθυποστρέφοι κόλ­πους. Η δε κατά αποστροφήν γινομένη παρα­χώρησις ωσανεί δέσμιον παραδίδωσι την μη θέλουσαν έχειν ψυχήν τον Θεόν τοις δαίμοσιν».[Θεοκλήτου μον. Διονυσιάτου: Ενθ. άνωτ. κεφ. πστ', σελ. 193.]



Τα ίδια περίπου λέγει και σε άλλο κεφάλαιο ο ί­διος μυστικός Πατήρ:

«Πλην δει ειδέναι ότι, όταν κατά ουσιώδη συμβολήν τη ψυχή και τω Σατανά η μάχη γίνηται, επί της παιδευτικής δε λέγω παραχωρήσεως, υποστέλλει μεν, ως και ήδη είπον, η χάρις εαυτήν, αγνώστω δε τη ψυχή συνεργεί βοήθεια, ί­να την νίκην της ψυχής είναι μόνον επίδειξη τοις εχθροίς αυτής». [Ενθ. άνωτ. κεφ. κζ' σελ. 196. Π. ένθ. άνωτ. κεφ. ξθ' σελ. 152.]



Σε άλλη συνάφεια πάλι τονίζει:



«...προϊόντων δε των αγώνων αγνώστως τα πολλά ενεργεί τη θεολογώ ψυχή τα εαυτής μυ­στήρια...».



Με όλα αυτά φαίνεται καθαρά ότι ή Χάρη δεν απομακρύνεται ολοσχερώς από τον άνθρωπο, αλλά κρύπτει τον εαυτό της ή καλύτερα υποστέλλει τον ε­αυτό της, για να δώση την δυνατότητα στον άνθρω­πο να παλαίψη εναντίον της αμαρτίας, να αγωνισθή κατά των παθών και να αναζήτηση σφοδρώς την εκ νέου έλευση της. Αυτός ο αγώνας, όπως θα αποδειχθή κατωτέρω είναι οδυνηρός και διαρκεί διαφορε­τικά σε κάθε άνθρωπο. Πάντως πολλά χρόνια ο άν­θρωπος βρίσκεται στην έρημο... Αισθάνεται σαν να βαδίζη σε έρημο πνευματική, σε χώρα πού δεν υπάρ­χει η ζωογόνος πνοή της θείας Χάριτος.



Ποια είναι η σκοπιμότης της υποστολής της Χάριτος; Γράφει πάλι ο άγιος Διάδοχος:



«...βρέφη γνήσια της του Θεού είναι Χάριτος, πιστεύομεν μικραίς παραχωρήσεσι και πυκναίς παρακλήσεσιν παρ' αυτής γαλουχούμενα, ίνα δια της χρηστότητας αυτής φθάσωμεν ελθείν εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας». [ενθ. άνωτ. κεφ. πστ' σελ. 194.]



Με αυτό τον τρόπο μεγαλώνουμε πνευματικά και από βρέφη «υπομάζια» φθάνουμε στην ηλικία του πληρώματος του Χριστού, δηλ. αποκτούμε κοι­νωνία με τον Χριστό. Και αυτή η κοινωνία είναι η σωτηρία του ανθρώπου.



Άλλωστε, επειδή είμαστε εμπαθείς άνθρωποι, γι' αυτό και δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε την Χάρη του Θεού. Η Χάρη μας υποδεικνύει τον δρό­μο και το τέλος και έπειτα μας αφήνει να καθαρι­στούμε, ώστε να αποκτήσουμε αυτό το «τέλος». Πολλές δε φορές στην πνευματική μας ζωή αισθανόμαστε το σώμα να μην μπορή να παρακολούθηση την πορεία της ψυχής προς την Θέωση.



«Το μεν πνεύμα πρόθυμον, ή δέ σαρξ ασθε­νής» (Ματθ. κστ' 41).



Με την παιδεία αυτή του Θεού και το σώμα α­ποκτά κάποια δυνατότητα να παρακολουθή την πο­ρεία της ψυχής.



Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης μιλώντας για την πορεία των μάγων, για να προσκυνήσουν τον Χριστό και μάλιστα αναφερόμενος στο γεγονός πού έχασαν το αστέρι πού τους καθοδηγούσε γράφει: «... καθώς ο λαμπρός αστήρ όπου ωδήγει και επαρηγόρει τους μάγους εις την οδοιπορίαν εκρύβη από αυτούς, δια να δοκιμάση την υπομονήν και ανδρείαν τους και πάλιν φανείς εις αυτούς, περισσότερον από το πρώτον τους εχαροποίησεν, «ιδόντες γαρ φησι τον αστέρα, εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα» (Ματθ. β' 10) τοιουτοτρόπως και η χάρις του Θεού συνηθίζει να κάμνη με τους δούλους και φίλους της, ως λέγουσιν οι θείοι πατέρες οι καλούμε­νοι νηπτικοί, και μάλιστα ο άγιος Διάδοχος. Και πο­τέ μεν αύτη ωσάν φιλότεκνος μήτηρ παρηγορεί και ευφραίνει τα τέκνα της με τάς νεαρός της ελλάμψεις και θείας ενεργείας και δώρα της, φωτίζουσα τον νουν τους, κατανύγουσα γλυκύτατα την καρδίαν τους και θερμαίνουσα και προς αγάπην του Θεού διεγείρουσα, ποτέ δε κρύπτεται από αυτούς και τραβίζεται, ήγουν αφήνει τους πειρασμούς να έρχωνται εις αυτούς, καθώς κάμνει και η μήτηρ πολλαίς φοραίς κρυπτομένη από τα τέκνα της δια να δοκιμάση την υπομονήν και γενναιοκαρδίαν τους, δια να γένουν άνδρες με τους πειρασμούς και τας θλίψεις και όχι να ήναι πάντοτε νήπια δια να κλαύσουν και να ζητήσουν θερμώς την θείαν χάριν όπου έχασαν. Και ούτως αφ' ου πάλιν την απολαύσουν, να χαρούν περισσότερον, καθώς και το παιδίον, όταν χάση την μητέρα του, ζητεί να την εύρη με κλαυθμούς και δά­κρυα, και ευθύς όπου την ίδη να φανή από κανένα μέρος, τρέχει με ανεκδιήγητον χαράν, και κλαίον εν ταύτη και γελών την εναγκαλίζεται». [Νικόδημου Αγιορείτου: Γυμνάσματα Πνευματικά σελ. 176.]



Ό άγιος Ισαάκ αναφερόμενος στο πώς ενεργεί η Χάρη του Θεού στην ψυχή του ανθρώπου γράφει:

«Ουδέ η Χάρις προσάπαξ έρχεται τελείως, και οικεί εν τη ψυχή, αλλά κατά μικρόν, και μι­κρόν. Και εκ ταύτης, εκείνη. Εν καιρώ πειρα­σμός, και εν καιρώ, παράκλησις. Και εν τού­τοις επιμένει έως της εξόδου. Αλλοτριωθήναι γαρ τελείως εκ τούτον μη προσδοκήσωμεν ώδε, ουδέ παρακληθήναι τελείως».[Ισαάκ του Σύρου: ενθ. άνωτ. σελ. 233.]



Ο άγιος Διάδοχος ο Φωτικής πάλι γράφει:

«Κρύπτει δε λοιπόν επί πολύ την του ζωοποιού τούτον δώρου πολυτέλειαν, ίνα καν πάσας τας αλλάς αρετάς κατεργαζώμεθα, μηδέν όλως ε­αυτούς υπονοώμεν είναι δια το μηδέπω ώσπερ εις έξιν έχειν την αγίαν αγάπην». [Θεοκλήτου μον. Διονυσιάτου: ένθ. άνωτ. κεφ. 90, σελ. 205.]



Άλλος ένας σκοπός της υποστολής της Χάρι­τος αναφέρεται πάλι από τον ίδιο άγιο Πατέρα:

«...προϊόντων δέ των αγώνων αγνώστως τα πολλά ενεργεί τη θεολόγω ψυχή τα εαυτής μυστήρια, ίνα τότε μεν ημάς χαίροντας εις το ί­χνος επιβάλλοι των θείων θεωρημάτων ως εξ αγνοίας εις γνώσιν καλουμένους, εν δε τω μέσω των αγώνων ακενόδοξον ημών την γνώσιν διαφυλάττοι». [ενθ. άνωτ. κεφ. ξθ' σελ. 152.]



Η περίοδος αυτή είναι περίοδος αφομοιώσεως της Χάριτος, την οποία δοκίμασεν ο άνθρωπος με την πρώτη επαφή μαζί της. Από την αφομοίωση αύτη γεννιέται η δογματική συνείδηση. Και αύτη η αφομοίωση διαρκεί πολλά χρόνια στον ασκητή και αθλητή της πνευματικής αυτής πορείας.



«Βασιζόμενοι στα δεδομένα της Ιστορίας της εκκλησίας και στην επικοινωνία μας με πολλούς ασκητές, καταλήξαμε στο συμπέρασμα πώς η πείρα της χάρης αφομοιώνεται βαθύτερα και παίρνει μορφή πνευματικής γνώσεως σ' όσους αξιώθηκαν μεγάλες επισκέψεις και οράσεις μόνο αφού περάσουν πολλά χρόνια ασκήσεως. Αυτήν ακριβώς τη γνώση θέλουμε να ορίσουμε σαν «δογματική συνείδηση».



Η Ιστορική πείρα της Εκκλησίας, στην οποία περιλαμβάνουμε τους Αγίους Αποστόλους και τους μεγάλους, παλαιούς και νέους, Πατέρες, παρέχει την δυνατότητα να καθορίσωμε σαν χρόνο απαραίτητο για την αφομοίωση της χάρης 15 έτη και άνω. Έτσι η πρώτη επιστολή του Αποστόλου Παύλου (Α' προς Θεσσαλονικείς) γράφτηκε 15 περίπου έτη μετά την εμφάνιση του Κυρίου σ' αυτόν στην οδό προς την Δαμασκό. Σε πολλούς ο χρόνος παρατείνεται σε 20, 25, 30, κι ακόμα περισσότερα έτη. Οι ευαγγελιστές και οι άλλοι Απόστολοι έγραψαν τις μαρτυρίες και τις επιστολές τους μετά παρέλευση πολλών ετών από την Ανάληψη του Κυρίου. Οι ά­γιοι Πατέρες μας πληροφόρησαν για τις οράσεις και τα βιώματα τους συνήθως κατά το τέλος της ασκη­τικής τους πορείας. Βλέπουμε στη ζωή του Γέροντα Σιλουανού πώς πέρασαν πάνω από τριάντα χρόνια, προτού εκμυστηρευθή την πείρα του γραπτώς με ώ­ριμη δογματική συνείδηση. Τόσο μακρόχρονη είναι η πορεία της αφομοιώσεως της χάρης.



Η δογματική συνείδηση πού έχουμε υπόψη μας είναι καταστάλαγμα μακροχρόνιας πείρας της χά­ρης κι όχι διανοητικής εργασίας. Η έκφραση της πείρας στα λόγια των αγίων δεν έχει το χαρακτήρα σχολαστικών έργων, αλλά είναι αυτοαποκάλυψη της ψυχής. Ο λόγος για το Θεό και τη ζωή κοντά Του προχωρεί χωρίς επίπονους στοχασμούς απλώς γεννιέται ως εκ περισσού στην ψυχή». [Αρχιμ. Σωφρονίου: ενθ. ανωτ. σελ. 212-213.]



Αλλά δεν είναι τόσο εύκολη αυτή η κατ' εξο­χήν ευλογημένη περίοδος. Διέρχεται ο άνθρωπος μέσα από οδυνηρούς πόνους και μεγάλη λύπη. Και αυτήν την πλευρά τονίζουν στα έργα τους οι θείοι Πατέρες ομιλούντες από προσωπική πείρα.



Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος περιγράφει ένα μέρος αυτού του πόνου:

«Και γαρ εν καιρώ τινι πνίγεται η ψυχή ημών, και γίνεται ως εν κύμασι. Και εάν αναγνώ τις εις γραφήν, και εάν λειτουργήση, και εν παντί πράγματι, ω προσέγγιση σκότωσιν επί σκοτώ­σει λαμβάνει. Και εξέρχεται ο τοιούτος, και πολλάκις ουδέ προσεγγίσαι αφίεται. Και ου πιστεύει παντελώς ούτος, ότι δέχεται αλλοίωσιν, και γίνεται εν ειρήνη. Αυτή η ώρα πεπλήραιται απογνώσεως και φόβου, και ελπίς του Θεού, και η παράκλησις της πίστεως αυτού, τελείως εκβάλλεται εκ της ψυχής,και όλη εξ όλον πληρούται δισταγμού και φόβου». [Ισαάκ του Σύρου: ενθ. άνωτ. σελ. 232.]
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

26
Ε' Μέρος

Ό άγιος Διάδοχος ο Φωτικής γράφει:

«Ή παιδευτική παραχώρησις φέρει μεν λύπην πολλήν και ταπείνωσιν και απελπισμόν δε σύμμετρον τη ψυχή, ίνα το φιλόδοξον αυτής και ευπτόητον μέρος πρεπόντως εις ταπείνω­σιν έρχηται, ευθέως δε φόβον Θεού και δάκρυον εξομολογήσεως επάγει τη καρδία και της καλλίστης σιωπής πολλήν επιθυμίαν. Η δε κατά αποστροφήν του Θεού γινομένη απελπι­σμού ομού και απιστίας και οργής και τύφου την ψυχήν πληρωθήναι παραχωρεί». [Θεοκλήτου μον. Διονυσιάτου: ενθ. άνωτ. κεφ. πζ', σελ. 196.]



Ο πόνος είναι μεγάλος. Η ψυχή γνώρισε τον Θεό και τώρα έχασε αυτήν την κοινωνία. Πριν γνωρίση τον Θεό, όλα ήταν ευχάριστα. Η ανθρώπινη ζωή με τις λεπτομέρειες της και τις ευχάριστες στιγμές την χαροποιούσαν. Τώρα αυτά δεν την χαρο­ποιούν. Συγχρόνως έχασε και την Χάρη του Θεού και είναι απαρηγόρητη. Πέφτει σε μια κατά Θεόν α­πελπισία. Αυτό είναι το προνόμιο της απελπισίας. Το κλάμα είναι τρόπος ζωής. Η μετάνοια ακόρε­στη. Η Χάρη του Θεού πού μυστικά βρίσκεται στην καρδιά του ανθρώπου, τον κάνει να μη απελπίζεται. Έτσι αρχίζει σύντονη προσευχή, ακράτητος στε­ναγμός, αστείρευτη πηγή δακρύων. Βοά διαρκώς προς τον Θεό. Η ζωή του είναι ποτισμένη με τον πό­νο.



Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος περιγράφει παραστατικά αυτή την εμπειρία:



«Ω, τι το πράγμα το κρυπτόν πάση κτιστή ουσία;

Και τι το φως το νοητόν, ο τινί ούχ οράται;

Και τις ο πλούτος ο πολύς, ον ουδείς εν τω κοσμώ

Ευρείν όλως έξίσχυσεν, ή κατασχεϊν είσάπαν;

Εστί γαρ πασιν άλητος, αχώρητος τω κοσμώ,

Εστί και ποθεινότατος υπέρ άπαντα κόσμον,

Εστί και επιθυμητός, καθ' όσον υπερέχει

Των ορωμένων ο αυτά Θεός κατασκενάσας.

Κατά τούτο τιτρώσκομαι τη αγάπη εκείνου,

Καθ' όσον δ' ούχ οράται μοι, εκτήκομαι τας φρένας,

Τον νουν, και την καρδίαν μου φλεγόμενος και στενών

Περιπατώ και καίομαι ζητώ ώδε, κακείσε,

Και ουδαμού τον εραστήν ευρίσκω της ψυχής μου,

Και περιβλέπομαι συχνώς ιδείν τον ποθητόν μου,

Κακείνος ως αόρατος ούχ οράταί μοι όλως».

[Συμεών του νέου Θεολόγου: Τα ευρισκόμενα, έκδ. Β. Ρηγόπου­λου, Θεσσαλονίκη 1969, Μέρος Β' Λόγος έβδομος, σελ. 13.]



Ο αρχιμ. Σωφρόνιος μιλώντας για τους μονα­χούς εκείνους, πού γνώρισαν από την αρχή της μο­ναχικής τους ζωής την Χάρη των τελείων, γράφει: «Όσοι ασκητές ανήκουν σ' αυτό το τελευταίο είδος υποφέρουν περισσότερο απ' όλους, γιατί μετά τη γεύση της χάρης, μετά τη θεωρία του Θείου φωτός βιώνουν πιο βαθειά και με μεγαλύτερη οδύνη την ο­ξεία αντίθεση, το σκότος της εγκαταλείψεως από τον Θεό και την ταραχή των παθών: μόνον αυτοί ξέ­ρουν ΤΙ έχασαν. Κι εκτός απ' αυτό, η βίωση της χάρης μεταβάλλει με την επενέργεια της ολόκληρο τον άνθρωπο και τον κάνει ασυγκρίτως ευαίσθητο σε κάθε πνευματικό φαινόμενο.



Αυτή η τελευταία τάξη πάσχει περισσότερο από τους άλλους, επειδή η αγάπη του Χριστού υπόκειται στόν παρόντα κόσμο σε μια εξαιρετικά ισχυρή «πύρωσιν προς πειρασμόν» (Α' Πέτρ. δ' 12). Γιατί η α­γάπη του Χριστού στον κόσμο δεν μπορεί παρά να πάσχη (Πράξ. κστ' 23).



Ο μακάριος Γέροντας Σιλουανός άνηκε σ' αυτό το τελευταίο είδος κι έτσι καταλαβαίνουμε τα λόγια του:



«εσείς δεν μπορείτε να καταλάβετε τη λύπη μου» ή «όποιος δεν εγνώρισε τον Κύριο, αυτός δεν μπορεί να Τον αναζητή με θρήνο».



Όταν περιγράφη την απαρηγόρητη λύπη και τον θρήνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, περιγράφει ουσιαστικά τον δικό του θρήνο και την θλίψη της δικής του ψυχής για την χαμένη χάρη» [Αρχιμ. Σωφρονίου: ενθ. άνωτ. σελ. 26-27.]



Εκφραστικώτερος είναι στο πιο κάτω απόσπασμα: «Ψυχή πού γνώρισε τον Θεό, υψώθηκε στη θεωρία του κόσμου του αιωνίου φωτός και μετά έχασε αυτή τη χάρη, βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση, που ούτε καν να την φανταστή μπορεί όποιος δεν την γνώρισε προσωπικά. Το μαρτύριο και η θλίψη μιας τέτοιας ψυχής είναι ανείπωτα, αισθάνεται ένα ιδιαίτερο μεταφυσικό άλγος. Για τον άνθρωπο πού εβίωσε την απερίγραπτη γλυκύτητα της αγάπης του Θεού, δεν απομένει τίποτα σ' αυτό τον κόσμο πού να μπορή να τον γοητεύση. Κατά κάποιο τρόπο η επίγεια ζωή γίνεται καταθλιπτικό φορτίο και αυτός κλαίγοντας ξαναζητά πάλι εκείνη τη ζωή πού ψηλάφησε. Σύζυγος πού χάνει τη γυναίκα του, πολυαγα­πημένη ύπαρξη, ή μητέρα πού χάνει τον μονάκριβο γυιό της, μπορούν να καταλάβουν κάπως κι αυτό μερικώς την οδύνη του. Γιατί η αγάπη του Θεού με τη δύναμη και την αξία της, με το ασύγκριτο κάλ­λος και την επιβολή της ξεπερνά απείρως κάθε άλλη ανθρώπινη αγάπη. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει για όσους έχασαν τη χάρη πώς το βασανιστή­ριο τους ξεπερνά το βασανιστήριο όσων καταδικά­στηκαν σε θάνατο και το πένθος τους το πένθος «των νεκρούς κοπτωμένων».



Το μέγεθος της απώλειας και οι θλίψεις πού συνδέονται μ' αυτήν ωθούν σ' εξαιρετικούς αγώνες. Η αγωνιζομένη ψυχή φθάνει μέχρις εξαντλήσεως των δυνάμεων της και όμως δεν πετυχαίνει το πο­θούμενο. Η χάρη μόνο μερικές στιγμές και για λίγο μαρτυρεί πώς βρίσκεται κοντά και φεύγει ξανά. Ο ασκητής υποφέρει φρικτά από τον ζόφο της Θείας εγκαταλείψεως. Ο νους του, παρ' όλο τον άθλο της αδιάλειπτης εσωτερικής προσευχής, χάνει την διαύ­γεια του. Τις νύχτες οι δαίμονες προσπαθούν να α­ποσπάσουν τον μοναχό από την προσευχή ή τουλά­χιστο να μην τον αφήσουν να προσεύχεται καθαρά. Πολλά πράγματα παραμένουν ασαφή, η ψυχή βυθί­ζεται σε απορία και αναζητεί επίμονα τον Θεό. Γύρω της βρίσκει μόνον αναιδείς δαίμονες.

«Συ δε Κύριε, έως πότε, ίνα τι με εγκατέλει­πες»; [ενθ. άνωτ. σελ. 40-41.]



Τότε μπορούμε να μιλούμε για τον θρήνο του Αδάμ στα όρια της προσωπικής μας ζωής. Τότε μπορούμε να καταλάβουμε την θλίψη του Αδάμ με­τά την διάπραξη της αμαρτίας. Έτσι την ένοιωθε κι ο Γέροντας Σιλουανός. Την απώλεια της Χάρι­τος ή την υποστολή της Χάριτος την βίωνε όπως ο ίδιος ο Προπάτορας Αδάμ. Γι' αυτό γράφει πονεμέ­να και παρακλητικά:



«Ο Αδάμ, ο πατέρας της οικουμένης, εγνώριζε στον Παράδεισο τη γλυκύτητα της θείας αγάπης. Έτσι, μετά την έξωσή του από τον Παράδεισο για το αμάρτημά του, εγκαταλειμμένος από την αγάπη του Θεού, θλιβόταν πικρά και οδυρόταν με βαθείς στεναγμούς. Όλη η έρημος αντηχούσε από τους λυγμούς του. Η ψυχή του βασανιζόταν με τη σκέψη: «Ελύπησα τον αγαπημένο μου Θεό». Δεν μετάνιωνε τόσο για την Εδέμ και το κάλλος της, όσο για την απώλεια της θείας αγάπης, πού τραβά αχόρταγα την ψυχή στον Θεό.



Το ίδιο και κάθε ψυχή πού γνώρισε με το Άγιο Πνεύμα το Θεό κι' υστέρα έχασε τη χάρη, δοκιμάζει το αδαμιαίο πένθος. Θλίβεται η ψυχή και μεταμελείται σφοδρώς, όταν προσβάλλη τον αγαπημένο Κύριο.



Βασανιζόταν κι οδυρόταν στη γη ο Αδάμ κι η γη δεν του έδινε χαρά. Νοσταλγούσε το Θεό κι εφώναζε:



«Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και Τον αναζητώ με δάκρυα.



Πώς να μη Τον ζητώ;



Όταν ήμουν μαζί Του, αγαλλόταν ειρηνικά η ψυ­χή μου και ήμουν απρόσιτος για τους εχθρούς.



Τώρα όμως απέκτησε εξουσία πάνω μου το πο­νηρό πνεύμα και κλονίζει και τυραννεί την ψυχή μου. Γι' αυτό λυώνει η ψυχή μου για τον Κύριο μέχρι θανάτου. Το πνεύμα μου ορμά προς τον Θεό και τί­ποτε το γήϊνο δεν με παρηγορεί, κι η ψυχή μου δεν βρίσκει πουθενά παρηγοριά, αλλά ποθεί διψασμένα να Τον δη και να Τον απόλαυση ωσότου χόρταση.



Δεν μπορώ να Τον λησμονήσω ούτε στιγμή κι από τον πολύ μου πόνο στενάζω και οδύρομαι,

«Ελέησόν με, ο Θεός, το παραπεσόν Σου πλάσμα».




Έτσι οδυρόταν ο Αδάμ κι έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα από το πρόσωπο του κι έπεφταν στο στήθος του και στη γη.

Με δέος άκουγε όλη η έρημος τους στεναγμούς του.

Ζώα και πουλιά σιωπούσαν από θλίψη.

Κι ο Αδάμ οδυρόταν, γιατί με το αμάρτημά του στερήθηκαν όλοι την ειρήνη και την αγάπη...



Κι εγώ έχασα τη χάρη και φωνάζω μαζί με τον Αδάμ:



«Σπλαχνίσου με, Κύριε. Δώσε μου πνεύμα ταπεινώσεως και αγάπης».

Ω αγάπη του Κυρίου! Όποιος σε γνώρισε, σ' αναζητεί ακούραστα και φωνάζει μέρα και νύχτα:



«Σε ποθώ, Κύριε, και Σ' αναζητώ με δάκρυα. Πώς να μη Σε ζητώ;



Εσύ μου έδωσες να Σε γνωρίσω με το Άγιο Πνεύμα, κι αυτή η θεία γνώση τραβά α­διάκοπα την ψυχή μου κοντά Σου».



Θρηνεί ο Αδάμ:



«Δεν με τέρπει η σιγή της ερήμου.

Δεν με τραβούν των βουνών τα ψηλώματα.

Δεν μ' αναπαύει η ομορφιά των δασών και των λειβαδιών.

Δεν καταπραύνει τον πόνο μου των πουλιών το κελάδημα.

Τίποτε, τίποτε δεν μου δίνει τώρα χαρά.

Η ψυχή μου ράγισε από την πολύ στενοχώρια.

Τον αγαπημένο Θεό μου επρόσβαλα.

Κι αν με ξανάπαιρνε στον παράδεισο ο Κύριος και εκεί θα θρηνούσα λυπητερά, πονεμένα:



Γιατί πίκρανα τον αγαπημένο μου Θεό».



Διωγμένος από τον Παράδεισο ο Αδάμ ανά­βλυζε πηγές από δάκρυα από την πληγωμένη του καρδιά.

Το ίδιο κάθε ψυχή πού γνώρισε τον Κύριο θρηνεί γι' Αυτόν και λέει:



«Που είσαι, Κύριε;

Γιατί κρύβεις το πρόσωπο Σου;

Πολύν καιρό τώρα δεν βλέπει το Φως Σου η ψυ­χή μου και Σ' αποζητά θλιμμένη.

Που είναι ο Κύριος μου;

Γιατί δεν Τον βλέπω στην ψυχή μου;

Τι Τον εμποδίζει να κατοική εντός μου;

Δεν υπάρχει μέσα μου, λοιπόν, η ταπείνωση του Χριστού και η αγάπη για τους εχθρούς.

Γιατί ο Θεός είναι αγάπη, άπειρη και ανερμή­νευτη». [Ενθ. άνωτ. σελ. 487-489.]



Βιώνει τότε ο αθλητής υπαρξιακά τον θάνατο. Γιατί ο πραγματικός θάνατος είναι ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό. Ο Θεός είναι η ζωή. Και η απομάκρυνση από τη ζωή φέρει αναπόφευκτα τον θάνατο. Σ' αυτήν την περίοδο μπορεί ο αθλητής να βιώνη την μνήμη του θανάτου σαν χάρισμα. Επανα­λαμβάνουμε, δεν πρόκειται για απελπισία κατά άνθρωπον, αλλά για κατά Θεόν απελπισία. Δεν πρό­κειται για φόβο του Θεού κατά άνθρωπον, αλλά για φόβο Θεού κατά Χάρη. Αυτό το καταλαβαίνουμε γιατί στην δεύτερη περίπτωση δημιουργείται έμ­πνευση, προσευχή! Πραγματικά η μνήμη του θανά­του, κατά τους Πατέρας, δεν είναι μια ανάμνηση του θανάτου, γιατί αυτό μπορεί να το έχουν όλοι οι άνθρωποι βλέποντας την φθαρτότητα του κόσμου. Είναι και αυτό. Αλλά κυρίως η μνήμη του θανάτου είναι χάρισμα.



«Μ' αυτό τον όρο (μνήμη του θανάτου) η ασκη­τική γραμματεία των Πατέρων εννοεί όχι τη συνηθι­σμένη συνείδηση του ανθρώπου για τη θνητότητα του, δηλ. την απλή σκέψη πώς θα πεθάνωμε, αλλά μιαν ιδιαίτερη πνευματική αίσθηση, πού εμπνέεται από τη χάρη. Η μνήμη του θανάτου αρχίζει με τη συναίσθηση της συντομίας της επίγειας υπάρξεως μας. Άλλοτε αδυνατίζοντας και άλλοτε δυναμώ­νοντας, γίνεται τελικά βαθύ «αίσθημα» της φθοράς και της παροδικότητας κάθε τι του επιγείου, πού με­ταβάλλει έτσι τη στάση του ανθρώπου απέναντι σ' ο,τιδήποτε υπάρχει στον κόσμο. Όσα δεν μένουν αιώνια χάνουν γι' αυτόν την αξία τους κι εμφανίζε­ται η συναίσθηση πώς όλα τα γήινα αποκτήματα εί­ναι μάταια. Η προσοχή του νου φεύγει από τον εξω­τερικό κόσμο πού τον περιβάλλει και συγκεντρώνε­ται προς τα μέσα, όπου η ψυχή αντιμετωπίζει κατά πρόσωπο την ακατάληπτη άβυσσο του σκότους. Αυτό το θέαμα τρομάζει την ψυχή μα και γεννά σύν­τονη προσευχή, πού διαρκεί συνεχώς, μέρα και νύ­χτα. Ο χρόνος χάνει τη διάσταση του στην αρχή όχι διότι η ψυχή είδε το φως της αιώνιας ζωής, άλλ' αντίθετα επειδή το αίσθημα του αιώνιου θανάτου καταβρόχθισε τα πάντα. Τελικά, αφού περάσει πολ­λά και διάφορα στάδια, η ψυχή μπαίνει με την επε­νέργεια της χάρης στη σφαίρα του άναρχου Θείου φωτός. Αυτό όμως δεν είναι φιλοσοφική «υπέρβα­ση», αλλά η ζωή στην πραγματική της εκδήλωση, πού δεν έχει ανάγκη από διαλεκτικές «αποδείξεις». Γνώση απροσδιόριστη, αναπόδεικτη, ανεκδήλωτη, παρ' όλο όμως πού είναι απροσδιόριστη, όπως η πραγματική ζωή, είναι ασύγκριτα πιο δυνατή και πιο πειστική εσωτερικά απ' ότι η πιο άψογη αφηρη­μένη διαλεκτική». [ενθ. άνωτ. σελ. 112-113.]



Ο Θεός γι' αυτόν πέθανε. Ο ίδιος ουσιαστικά πέθανε για τον Θεό. Βλέπει ο αθλητής της πνευματι­κής αυτής ζωής τον θάνατο μέσα στα έγκατα του, σε όλη την ύπαρξη. Και όπως, όταν αισθάνεται την Χάρη μέσα του, ζή μια πασχάλεια εμπειρία και όλα έξω είναι λαμπερά, έτσι αντίστροφα συμβαίνει με την αίσθηση του θανάτου πού κυριαρχεί στην ύπαρξή του. Όλα είναι πεθαμένα. Δεν τον ικανοποιεί τί­ποτε. Βλέπει τον θάνατο παντού. Όλους τους αν­θρώπους τους βλέπει θνητούς. Γι' αυτό και δεν επι­ζητεί εξουσία πάνω σε θνητούς. Δεν ζητάει εξουσία από θνητούς. Δεν είναι μακάβριο θέαμα να βλέπης κάποιον να είναι άρχοντας θνητών και πεθαμένων, να κάνη τον άρχοντα σε ένα νεκροταφείο;



Αύτη είναι η κένωση του ανθρώπου κατά το πρότυπο της κενώσεως του Χριστού.
Οι άγιοι περ­νούν οπωσδήποτε οπό την κατάσταση αύτη. Είναι ένας άδης, είναι μια βίωση της κολάσεως. Οι φλόγες της κολάσεως καίγουν τα πάντα. Την εσωτερική διάθεση, την επιθυμία, ακόμη και αυτό το σώμα.



Ο άγιος Ανδρέας, επίσκοπος Κρήτης, ερμη­νεύοντας το χωρίο του Αποστόλου Πέτρου ότι ο Χριστός «και τοις εν φυλακή γαρ πνεύματι πορευ­θείς εκήρυξε», δηλ. κατέβηκε στον Άδη, γράφει:



«Πώς ουκ αν είη τούτο σαφές και παντελώς αναντίρρητον, ως και νυν απάντων των ανθρώ­πων, και μέντοι και των αγίων αι ψυχαί τόν αειδή τόπον εκείνον διέρχονται μεν, ου κατέ­χονται δέ, πλην των όσαι τη κατά τον βίον ρα­στώνη τον δι' αμαρτίας θάνατον επεσπάσαντο;... Ώστε διελεύσονται μεν αι των αγίων ψυχαί, καθά δέδεικται, δια των τον άδου πυλών. «Ου γαρ εστί μαθητής υπέρ τον διδάσκαλον». Ου μην οίμαι κατασχεθήσονται καθά και πρώην, ότε, κατά το γεγραμμένον, «εβασίλευσε συν τω θανάτω η αμαρτία». Διελεύσονται δε (άκουε συνετώς) ούχ ώστε διολεσθήναι, αλλ' ώστε διερευνήσαι και μυηθήναι κακεί το ξένον της θείας οικονομίας μυστήριον (λέγω δε την εις άδου κατάβασιν, ην υπέρ η­μών εκών ο ζωαρχικός Ιησούς εποιήσατο, τον δια σταυρού θάνατον υπομείνας, ο απαθής και ανώλεθρος), προσέτι και των εκείσε τελεσθέντων τον υπερφυά λόγον εκδιδαχθήναι, ό­ση τε και οία δια της συμβολής ή νίκη γέγονε τω Σωτήρι, τους αιωνίους καθαιρούντι μοχλούς». [Ρ. ΜΙGΝΕ, τόμος 97, 1049-1052.]



Ένας νέος μοναχός σε γράμμα πού έστειλε στον πνευματικό του Πατέρα ως έξης εκφράζεται για την κατάσταση αυτή πού ζούσε:



«...Όπως ξέρετε είχα αρχίσει να χάνω την προ­σευχή. Τώρα την έχασα τελείως. Προσπαθώ να κά­νω την ευχή, αλλά κουράζομαι και δεν έχω την ζέση πού είχα προηγουμένως... Το ότι έχασα την προσευχή με στενοχωρεί α­φάνταστα. Νοιώθω σαν ένα ζώο πού κοιμάται και τρώει. Έχω βαθειά θλίψη. Με παρηγορεί κάπως το γεγονός ότι έτσι θέλει ο Θεός και κάνω υπομονή. Αλλά και αύτη η υπομονή έχει τα όριά της. Πονάω πολύ. Κλαίω μέρα-νύχτα. Περισσότερο κλαίει η καρδιά μου. Αισθάνομαι κενός, άδειος. Δεν μπορώ να προσευχηθώ και αισθάνομαι πεθαμένος. Τίποτε άλλο δεν με ικανοποιεί στον κόσμο. Δίπλα μου και γύρω μου τα βλέπω όλα νεκρά. Τους ανθρώπους πού συναντώ στον δρόμο τους βλέπω όλους θνητούς, πε­θαμένους, νεκρούς. Όλα μιλούν για την παρουσία και την αγάπη του Θεού, αλλά και όλα μιλούν για την απουσία Του. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι γελάνε, διασκεδάζουν, χαίρονται. Πώς μπορούν να το κάνουν; Τους βλέπω να γελάνε, να τραγουδάνε, να χορεύουν και εγώ κλαίω. Γιατί βλέ­πω να τα κάνουν αυτά νεκροί και πεθαμένοι άνθρω­ποι!



Έχω την εντύπωση πώς η σωματική κόπωση προέρχεται από αυτό. Έχασα την προσευχή, τον Θεό, την αγάπη. Είμαι νεκρός. Θλιμμένος. Οι γύρω μου δεν καταλαβαίνουν τίποτε. Μάλιστα με μακα­ρίζουν. Εγώ όμως είμαι πικραμένος. Έχασα το παν. Την ζωή. Δεν συγκρίνεται η θλίψη πού έχω με την θλίψη της μητέρας πού έχασε το παιδί της ή της γυναίκας πού έχασε τον άνδρα της.



Σχεδόν τρία χρόνια ήμουν ωραία. Όλα ήταν ευχάριστα. Πανηγύριζα. Γλεντούσα με την παρου­σία του Θεού. Η ημέρα γινόταν νύχτα και η νύχτα ημέρα. Η χαρά ήταν ανέκφραστη. Τώρα είμαι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Υπάρχει κά­ποιος πού να μπόρεση να με καταλάβη; Ξέρω βε­βαιότατα ότι υπάρχει Θεός. Υπάρχει Θεός, γεμάτος αγάπη, αλλά εγώ δεν υπάρχω γι' Αυτόν. Είμαι νε­κρός!



Δεν ξέρω τι να κάνω. Περιμένω, κάνω υπομο­νή, προσπαθώ να γεμίσω τις ώρες μου με κάτι πού θα με ξεκουράση. Όμως όλα είναι ψευτοφάρμακα. Μικροχαρές. Κίβδηλα. Εφήμερα. Πρώτα με ευχα­ριστούσαν, τώρα όχι. Με κουράζουν.



Σαν να μην είμαι φυσικός άνθρωπος. Ναι, δεν είμαι. Δεν μοιάζω καθόλου με τους άλλους. Τουλά­χιστον οι άλλοι άνθρωποι έχουν μερικά πράγματα με τα οποία μπορούν να χαίρονται. Εγώ ούτε έχω, ούτε μπορώ. Σαν να έγινα ανίκανος για όλα. Είμαι έ­να ζώο πού τρώει, κοιμάται, μιλάει, ζη με τους αν­θρώπους κλπ. αλλά δεν χαίρεται, δεν αισθάνεται τί­ποτε, χάθηκε η ευαισθησία. Κάθε στιγμή πού περνά­ει χωρίς την προσευχή είναι κόλαση. Νοιώθω τις φλόγες της κολάσεως να με κατατρώγουν. Γέροντα τι φταίει; Τι πρέπει να κάνω; Πώς να ζω; Πώς να προφυλαχθώ, για να μην πέσω στην α­πελπισία κατά άνθρωπο; Υπάρχει θεραπεία; Δεν ξέρω ακόμη τι να ρωτήσω. Τα έχω χαμένα.



Γράφω το γράμμα αυτό σαν χαμένος, θλιμμέ­νος και πικραμένος, ζητώντας μια βοήθεια. Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς εσωτερική προσευ­χή. Αυτό τα λέει όλα. Η καρδιά ξεράθηκε. Είμαι νεκρός. Και μαζί μου όλοι είναι νεκροί, πεθαμένοι. Ο Θεός είναι μακρυά μου. Είμαι ένα μηδέν...»



Είναι σημαντικό να αναφερόμαστε και να προ­σπαθούμε να εξηγήσουμε αυτήν την περίοδο της πνευματικής ζωής, γιατί πολλοί την διέρχονται, αλ­λά δεν γνωρίζουν τι ακριβώς είναι αυτή η κατάστα­ση. Φθάνουν μέχρι τελείας απελπισίας, αγνοούντες τον χαρακτήρα της πνευματικής ζωής, αγνοούντες την παιδεία του Θεού. Έτσι τα χάνουν, απελπίζον­ται. Υπάρχουν περιπτώσεις πού μοναχοί εγκατα­λείπουν την μοναχική τους ζωή και φεύγουν στον κόσμο παραβαίνοντες τις υποσχέσεις, πού έδωσαν στον Θεό κατά την μοναχική κούρα. Άλλοι τρέ­χουν στους ψυχιάτρους, για να δώσουν μια ερμηνεία των καταστάσεων αυτών και μερικοί ακόμη παρα­φρονούν.



Σ' όλους αυτούς λέμε ότι αυτή είναι μία φυσική κατάσταση. Όλοι όσοι αγωνίζονται τον καλό αγώ­να διέρχονται από αυτόν τον πειρασμό. Με αυτόν τον τρόπο αποκτούν πείρα πνευματική. Γι' αυτό χρειάζεται υπομονή πολλή, προσευχή έντονη και σύντονη. Ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέ­ρεται ο Θεός' τις γαρ εστίν υιός ον ου παιδεύει πατήρ; ει δε χωρίς έστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι έστε και ούχ υιοί» (Εβρ. ιβ 7-9).



Πρέπει να λεχθή ότι και λίγη προσευχή κατ' αυ­τήν την περίοδο, αντιστοιχεί με προσευχή πολλών ωρών κατά την προηγουμένη περίοδο. Μαθαίνει ο άνθρωπος αυτόν τον καιρό να προσεύχεται νοερά. Μαθαίνει πολλούς τρόπους νοεράς προσευχής. Ο νους του αθλητού από τον πολύ πόνο, την μεγάλη μετάνοια συγκεντρώνεται στην καρδιά. Κλαίει. Όπως το πλοίο ρίπτει την άγκυρα στον πυθμένα της θαλάσσης, έτσι και ο νους ρίπτεται στην καρδιά. Παραμένει εκεί και αυτό είναι νοερά προσευχή.



Αφού γνωρίσουμε ότι αύτη ή κατάσταση είναι φυσική, πρέπει να γνωρίσουμε και τους τρόπους της αντιμετωπίσεως.



Θα ήθελα στην συνέχεια να αναφέρω μερικές πατερικές διδασκαλίες για το θέμα αυτό.



Ο άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος γράφει:



«Ο χρόνον τινά υπό της θείας φωτιζόμενος και αναπαυόμενος χάριτος, μετά δε την ταύτης υποστολήν ρεμβασμοίς περιπίπτων και γογγύζων δια τούτο και μη ανδριζόμενος δια της ικε­σίας πάλιν επανακαλέσασθαι την σωτήριον εκείνην πληροφορίαν, άλλ' αποδυσπετών, ομοιός εστί πτωχώ λαβόντι ελεημοσύνην από του παλατιού και δυσανασχετούντι, διότι ουκ εισήλθεν έσω συναριστήσαι τω βασιλεί». [Φιλοκαλία, έκδ. Παπαδημητρίου, τόμος Α' σελ. 291.]



Ο άγιος Διάδοχος Φωτικής έχοντας υπ' όψη του την παιδευτική παραχώρηση και την κατά αποστροφήν του Θεού περιγράφει την αντιμετώπιση κά­θε μιας από αυτές:



«Εκεί μεν γαρ (στην παιδευτική) ευχαριστίαν μετά της απολογίας προσάγειν αυτώ οφείλομεν ως το της γνώμης ημών ακόλαστον τη σχολή της παρακλήσεως κολάζοντι, ίνα αρε­τής ημάς και κακίας ως πατήρ αγαθός διδάσκοι την διαφοράν' ενταύθα (στην κατά απο­στροφή) δε εξαγόρευσιν των αμαρτημάτων άπαυστον και δάκρυον ανελλιπές και αναχώρησιν πλείονα, όπως αν ούτω δυνηθώμεν τη προ­σθήκη των πόνων δυσωπήσαί ποτέ τον Θεόν επιβλέψαι ως το πριν εις τας καρδίας ημών». [Θεοκλήτου μον. Διονυσιάτου: ενθ. άνωτ. κεφ. πζ' σελ. 196.]



Ο ίδιος δε Πατήρ γράφει ότι πρέπει να λυπού­μαστε συμμέτρως:



«Δει ουν λυπείσθαι μεν ημάς συμμέτρως ως εγκαταλειφθέντας, ίνα πλέον ταπεινωθώμεν και υποταγώμεν τη δόξη του Κυρίου, χαίρειν δε ευκαίρως τη αγαθή ελπίδι πτερουμένους. Ως γαρ η πολλή λύπη εις απελπισμόν και απιστίαν την ψυχήν περιίστησιν, ούτως και η πολλή χαρά εις οίησιν αυτήν προκαλείται, επί των έτι δε νηπιαζόντων λέγω, φωτισμού μεν γαρ και εγκαταλείψεως το μέσον πείρα, λύπης δε και χαράς το μέσον ελπίς. «Υπομένων γαρ, φησίν, υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι» και πάλιν, «Κατά το πλήθος των οδυνών μου εν τη καρδία μου αι παρακλήσεις σου ηύφραναν την ψυχήν μου». [ενθ. άνωτ. κεφ. ξθ' σελ. 152.]



Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος σ' αυτήν την περίπτω­ση συνιστά να μην ταραχθούμε:



«Και έν τω καιρώ, εν ω γινόμεθα εν τη σκοτώ­σει, μη ταραχθώμεν, και μάλιστα εάν μη εξ η­μών η αίτια ταύτης ή. Τη πρόνοια δε του Θεού λογίζου ταύτην, δια τας αιτίας, ας οίδεν αυτός μόνος ο Θεός». [Ισαάκ του Σύρου: ενθ. άνωτ. Σελ. 232.]



Σε άλλη περίπτωση ο ίδιος άγιος Πατήρ συνι­στά:



«Λοιπόν πρέπει ημάς εν τοις καιροίς τούτων των πειρασμών έχειν δύο τινά εναντία αλλήλοις, και κατά μηδέν ομοιούντα. Ταύτα δε είσι χαρά, και φόβος. Χαρά μεν, άτι εν τη οδώ τη πατηθείση οπό των αγίων, μάλλον δε υπό του ζωοποιούντος τα πάντα, ευρέθης βαδίζων. Και τούτο δήλον εκ της διαγνώσεως των πειρα­σμών. Τον φόβον δέ οφείλομεν έχειν, ότι μή­πως εκ της αιτίας της υπερηφανίας πειραζόμεθα εν τούτοις. Όμως σοφίζονται υπό της χάρι­τος οι ταπεινόφρονες του δύνασθαι ταύτα πάν­τα διακρίναι, και γνώναι τις εστίν ο πειρασμός ο εκ του καρπού της υπερηφανίας, και τις ο εκ των ραπισμάτων των τυπτομένων εκ της αγά­πης, διακέκρινται γαρ οι πειρασμοί τον εκβιβασμού, και της αυξήσεως της πολιτείας εν τω αγαθώ, εκ των πειρασμών της παραχωρήσεως της εις παιδείαν, δια την υπερηφανίαν της καρ­δίας».



Χαρακτηριστικά και πατερικά είναι και τα όσα λέγει ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης αναφερόμενος στον αστέρα πού έχασαν οι μάγοι οδεύοντες προς τον Χριστό: «Αλλα συ αδελφέ, πόσαις φοραίς ωλιγοψύχησες, όταν έλειψεν από εσένα ο ουράνιος α­στήρ όπου σε ωδήγει; πόσαις φοραίς εγόγγυσες και ηθέλησες να στραφής εις τα οπίσω, ήγουν να αφήσης τον δρόμον της αρετής όπου απεφάσισες να περιπατήσης, και να γυρίσης πάλιν εις την προτέραν σου στράταν της αμαρτίας, όταν η χάρις του Θεού ετραβήχθη από εσένα προς ώραν και σε άφησε να δοκιμάσης κανένα παραμικρόν πειρασμόν ή πικρότητα της καρδίας ή σκότος του νοός; Όθεν από ταύτην την μικροψυχίαν και ανυπομονησίαν σου, συμπέραναι πώς εις την στάσιν της αρετής ακόμη είσαι βρέφος και νήπιον και δια τούτο πάντοτε θέ­λεις να τρώγης γάλα, ήγουν να αισθάνεσαι τας γλυ­κύτητας της χάριτος και ευθύς όπου ολίγον τας υστερηθής γίνεσαι ανυπομόνητος, χάνεσαι και απελ­πίζεσαι και φωνάζεις κι εσύ με τον Πέτρον, όταν εκινδύνευε να βυθισθή εις την θάλασσαν «Κύριε σώσόν με» (Ματθ. ιδ' 30). Αλά σου αποκρίνομαι και ε­γώ, καθώς τότε απεκρίθη εις τον Πέτρον ο Ιησούς, «ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας»; (αυτόθι). Και τι θαυμαστόν είναι ον ακολουθής τον Ιησούν, όταν πηγαίνει εις το Θαβώριον όρος δια να μεταμορφωθή; ή­γουν τι θαυμαστόν είναι αν κάμνης την αρετήν και φυλάττης τας έντολάς του Κυρίου, όταν η χάρις του Θεού φωτίζη τον νουν σου με τας θείας ελλάμψεις της; Τι μεγάλον πράγμα είναι, εάν δείχνης υπομονήν και ανδρείαν όταν η χάρις του Θεού γλυκαίνει την καρδίαν σου με την ομαλήν θέρμην της, με την γλυκείαν κατάνυξιν και με τα φωτολαμπή της νοήματα; Το θαυμαστόν είναι να ακόλουθης τον Ιησούν, όταν πηγαίνη εις το όρος του Γολγοθά δια να σταυρωθή ήγουν το θαυμαστόν είναι να κάμνης την αρετήν και από αυτήν να μη εκκλίνης, όταν έλθουν αι θλίψεις και οι πειρασμοί, τόσον οι εξωτερικοί όσον και οι ε­σωτερικοί, καθώς είναι αι πνευματικοί ξηρότητες της καρδίας και η στέρησις της κατανύξεως. Η με­γάλη ανδρεία τότε δοκιμάζεται, όταν σε υστερήση η χάρις του Θεού τας γλυκύτητας της και εσύ δεν μικροψυχήσης ολότελα.



Μετανόησαι λοιπόν διότι εφάνης μικρόψυχος και ανυπομόνητος εις τους πειρασμούς όπου απήν­τησες εις την στράταν της αρετής και δεν εστάθης ανδρείος, όταν η χάρις του Θεού ετραβίχθη ολίγον από λόγου σου δια να σε δοκιμάση και ταπεινώσου έως εδάφους. Ευχαρίστησαι τον Κύριον, όπου πάλιν με την χάριν του σε επεσκέφθη και δεν σε άφηκε να χαθής ολότελα, ψάλλωντας με τον Δαβίδ «ειμή ότι Κύριος εβοήθησέ μοι παρά βραχύ παρώκησε τω άδη η ψυχή μου» (ψαλμ. 93, 17) και παρακάλεσαί τον να σου δώση πάλιν τας πρώτας γλυκύτητας και χαράς της χάριτός του, καθώς τον παρεκάλει περί τούτου και ο Δαβίδ «απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτη­ρίου σου» (ψαλμ. ν') ποίησον και κάποια αισθητά κινήματα, κτύπησαι το στήθος σου με τα χέρια σου, εναγκάλισαι τον σταυρόν του Κυρίου, ή την αγίαν ει­κόνα του (εάν όμως δεν ήναι τινάς να σε βλέπη) και φώναξαι και εσύ και ειπέ του εκείνα τα λόγια όπου του είπεν ο Ιακώβ. Κύριε δεν σε αφήνω και δεν φεύ­γω από εδώ έως ου να με ευλόγησης και να μου θερμάνης την καρδίαν μου και να μου γλυκάνης την ψυχήν μου με την κατάνυξιν και με την θείαν σου χάριν «ου μη σε αποστείλω εάν μη με ευλόγησης» (Γεν. λβ' 26). Ειπέ του και τα λόγια της Χαναναίας, «ναι, Κύριε και τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών» (Ματθ. κε' 27)' ήγουν δός μοι Κύριε ολίγον τι από εκείνας τας παρηγοριάς όπου δίδεις εις τους κατά πνεύμα υιούς και φίλους σου, και ζήτησε του να προλαμβάνη κρυφίως να σε ενδυναμώνη με την χάριν του όσαις φοραίς αποφασίση να σου ακολουθήσουν πειρασμοί, καθώς το λέγει ο άγιος Ισαάκ δια να μπορής με την δύναμίν του να τους υπομένης ευχα­ρίστως». [Νικόδημου του Αγιορείτου: Γυμνάσματα Πνευματικά, ένθ. ά­νωτ. σελ. 176-177 & 178.]



Η πατερική διδασκαλία συνιστά υπομονή, προσευχή, και αναφορά σε διδασκάλους πού γνωρί­ζουν εκ πείρας αυτές τις ευλογημένες πραγματικά καταστάσεις. Και φυσικά χρειάζονται άνθρωποι πού να έχουν περάσει αυτά τα στάδια. Αυτοί είναι α­ληθινοί και σωστοί πνευματικοί πού μπορούν να καθοδηγούν τον λαό του Θεού. Αυτήν την μεγάλη αξία έχουν οι μοναχοί στην σύγχρονη εποχή. Αυτοί ανα­παύουν, καθοδηγούν, εμπνέουν και ηρεμούν τον άν­θρωπο.



Ο άγιος Διάδοχος κοντά σε όσα πνευματικά μας είπε και παραθέσαμε στις σκέψεις αυτές, τονί­ζει ότι είναι αδύνατον να αποκτήσουμε την τελειότη­τα της θείας Χάριτος. Γι' αυτό και πονά η ψυχή, γι' αυτό και χρειάζεται να αγωνίζεται, ώστε ολίγον κατ' ολίγον να δέχεται την Χάρη έως ότου αποκτήση ο άνθρωπος την ζωή και καταποθή το θνητόν:



«Όθεν πλέον αλγύνεται η ψυχή φέρουσα μεν την μνήμην της πνευματικής αγάπης, μη δυνα­μένη δε αυτήν εν αισθήσει κτήσασθαι δια την των τελειότατων πόνων υστέρησιν. Χρεία ούν εκ βίας αυτήν τέως κατεργάζεσθαι, ίνα εις την γεύσιν αυτής εν πάση αισθήσει καταφθάσωμεν και πληροφορία. Το γαρ τέλειον αυτής ουδείς εν τη σαρκί ων ταύτη δύναται κτήσασθαι, ει μόνον οι άχρι μαρτυρίου και τελείας ανθομολογήσεως ελθόντες άγιοι. Επειδή ο τούτον τυχών αλλάσσεται όλος και ούτε τροφής ευχε­ρώς ορέγεται. Τω γαρ υπό της θείας αγάπης τρεφομένω ποία έσται επιθυμία των εν τω κο­σμώ καλών; Δια τούτο ο σοφώτατος Παύλος, το μέγα δοχείον της γνώσεως την μέλλουσαν τροφήν των πρώτων δικαίων ημάς εκ της αυτού πληροφορίας ευαγγελιζόμενος ούτως λέ­γει: «ουκ εστίν η βασιλεία των ουρανών βρώσις και πόσις, αλλά δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά εν πνεύματι αγίω», άτινά εστίν ο καρπός της τελείας αγάπης. Ώστε ούν γενέσθαι μεν αυτής ενταύθα συνεχώς οι εις τελειότητα προκόπτοντες δύνανται, τελείως δε αυτήν ουδείς δύναται κτήσασθαι, ει μη όταν καταποθή το θνητόν υπό της ζωής». [Θεοκλήτου μον. Διονυσιάτου: ένθ. άνωτ. κεφ. 90 σελ. 205.]



Κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό σαν σύνοψη μπο­ρούμε να γράψουμε τον λόγο του Αρχιμ. Σωφρονίου: «Όσο μεγάλο όμως και να είναι το πρώτο δώ­ρο της Θείας χάρης, αν δεν αφομοιωθή, είναι δυνατό να υποστή ό άνθρωπος όχι μόνο κλονισμό, αλλά και πτώση. Έξοχο σχετικό παράδειγμα έχομε στο πρόσωπο του Αποστόλου Πέτρου. Πάνω στο Θαβώρ βρίσκεται σε μακάρια απορία. Μετά στον καιρό του πάθους του Χρίστου αρνείται. Όμως όταν πέρασε ο χρόνος, θυμίζει στην επιστολή του τη θαβώρια «επο­πτεία» (πρβλ. Β' Πέτρου α' 16) του σαν μαρτυρία για την αλήθεια.



Η διάρκεια της αφομοιώσεως της χάρης δεν εί­ναι για όλους η ίδια. Η κανονική πορεία αυτής της αφομοιώσεως είναι σε γενικές γραμμές η εξής: Η πρώτη πείρα θείας επισκέψεως χτυπά βαθειά ολό­κληρο τον άνθρωπο και τον παρασύρει τελείως προς την εσωτερική ζωή, την προσευχή, τον αγώνα κατά των παθών. Είναι περίοδος πλούσια σε καρ­διακά αισθήματα και γεμάτη από τόσο ισχυρά βιώ­ματα, πού προσελκύουν όλο το νου να συμμετάσχη σ' αυτά. Η επομένη περίοδος, της άρσεως της χά­ρης, βυθίζει τον άνθρωπο σε μεγάλη θλίψη και αμή­χανη αναζήτηση των αιτίων της απώλειας και της οδού για την επιστροφή στη δωρεά του Θεού. Και μό­νο όταν περάσουν πολλά χρόνια με εναλλαγή πνευ­ματικών καταστάσεων, πού συνοδεύονται συνήθως από ανάγνωση της Αγίας Γραφής και των έργων των Πατέρων της Εκκλησίας, από συνομιλίες με πνευματικούς οδηγούς, και άλλους εργάτες της ευ­σέβειας, υστέρα από μακροχρόνιο πόλεμο κατά των παθών ανακαλύπτει ο άνθρωπος μέσα του το φως της γνώσεως των οδών του Πνεύματος, πού ήλθε μυ­στικά «άνευ παρατηρήσεως» (Λουκ. ιζ' 20).

Αυτή είναι η δογματική συνείδηση, όπως την α­ποκαλέσαμε, η βαθειά ζωή του πνεύματος και όχι η αφηρημένη γνώση». [Αρχιμ. Σωφρονίου: Ενθ. άνωτ. σελ. 215-216.]
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]
Απάντηση

Επιστροφή στο “Γενικά θέματα”

cron