Νομίζω οτι πρέπει να εθελοτυφλεί ΠΟΛΥ κάποιος για να νομίζει οτι το Νέο Ημερολόγιο είναι τάχα "ΟΡΘΟΔΟΞΟ".
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ Ε. ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Απάντησι στον διαστρεβλωτη
της ΑΛΗΘΕΙΑΣ
π. Βασιλειον Παπαδακην
- (Γρηγοριατην)
και ολους τους ομοφρονας του
του αρχιμανδριτου Ευθυμιου Τρικαμηνα
Περιοχή Ἀμπελακίων 22/8/2011κ
Ἀγαπητέ ἀδελφέ Ὀδυσσέα, χαῖρε ἐν Κυρίῳ.
Ἔφθασαν στά χέρια μου κάποια σχόλια ὀνομαστῶν καί ἀνωνύμων πού ἀναρτήθηκαν στήν ἱστοσελίδα σας τήν 6η καί 7η Αὐγούστου. Ἐπειδή ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα τῆς ἀποτειχίσεως καί σχολιάζουν δυσμενῶς τήν στάσι τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου στίς δύο πρῶτες ἀποτειχίσεις του ἀπό τούς ἁγίους Πατριάρχες Ταράσιο καί Νικηφόρο καί ἐπειδή ἔχω κάπως ἀσχοληθῆ μέ τό θέμα αὐτό, πρός ἀποκατάστασι τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία στίς ἡμέρες μας εἶναι σκληρή καί δέν μᾶς συμφέρει, οὔτε ἐξυπηρετεῖ τόν ἐφησυχασμό καί τό βόλεμά μας, ἔχω νά ἀναφέρω τά ἀκόλουθα:
1) Στηριζόμενος ὁ πρώην παλαιοημερολογίτης σχολιαστής στό βιβλίο του π. Βασιλείου Παπαδάκη «Ἀντιπατερική ἡ στάσι τοῦ Ζηλωτικοῦ Παλαιοημερολογιτισμοῦ» ἀποφαίνεται ὅτι ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀναθεματίσθηκε ἀπό πολλούς ἁγίους τῆς ἐποχῆς του, μετενόησε γιά τήν στάσι του αὐτή τῆς ἀποτειχίσεως καί ἐπέστρεψε, ὅτι ἁγίασε τελικῶς ἕνεκα τῶν ἀγώνων του κατά τῆς εἰκονομαχικῆς αἱρέσεως καί ὅτι τά Στουδιτικά σχίσματα τά κατέκριναν πολλοί Ἅγιοι μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Θεοφάνης ὁ ὁμολογητής, Δανιήλ ὁ Στυλίτης, ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος, ὁ Ἅγ. Μεθόδιος καί ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων.
Ὅλα αὐτά, ἀδελφέ Ὀδυσσέα, εἶναι ὄνειρα σκηνοθετημένα ἀπό τόν σχολιαστή - πρώην παλαιοημερολογίτη καί τόν π. Βασίλειο, προκειμένου νά στηρίξωμε τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί βεβαίως νά διέλθωμε τήν περίοδο αὐτή τοῦ διωγμοῦ τῆς πίστεως, ἀφ’ ἑνός μέν κατά τό δή λεγόμενο «ἀβρόχοις ποσί» καί χωρίς ἴχνος ἀντιαιρετικοῦ ἀγῶνος πού κοστίζει, ἀφ’ ἑτέρου διά νά ἔχωμε τή συνείδησί μας ἥσυχη ὅτι καλῶς καί νουνεχῶς πράττωμε καί οἱ Ἅγιοι συμφωνοῦν στήν ἀπραξία μας. Συγκεκριμένα ἐπί τοῦ θέματος ἀναφέρω τά ἑξῆς:
Ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ὄντως ἀναθεματίσθηκε• ὄχι ὅμως ἀπό Ἁγίους, ἀλλά ἀπό μία Σύνοδο Ἐπισκόπων (ὁ Μ. Γεδεών ἀναφέρει ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ «συνεκάλεσε συνέδριον κληρικῶν»), τήν ὁποία συγκέντρωσε ὁ αὐτοκράτωρ Νικηφόρος ὁ ἀπό Γενικοῦ τό 809, μέ σκοπό νά ἐπιβάλη τήν ἀθώωσι τοῦ μοιχοζεύκτου Ἰωσήφ καί νά ἐξορίση τούς ἀντιφρονοῦντας. Ἀπό αὐτό τό συνέδριο κατά γενική ὁμολογία ἀπουσίαζε ὁ Πατριάρχης Ἅγ. Νικηφόρος. Νά πῶς περιγράφει τό συνέδριο αὐτό ὁ Ἅγ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σέ ἐπιστολή του πρός τόν ἡγούμενο καί τούς μοναχούς τοῦ Ἁγ. Σάββα:
«Καί ἐπειδή οὐκ ἐγκατέλιπε Κύριος τοσοῦτον τήν καθ᾿ ἡμᾶς γενεάν, ὥστε πάντας κλῖναι γόνυ τῇ Βάαλ, ἀλλ' εὑρεθῆναί τινας ὡς καί ἐπ' αὐτῆς τῆς μοιχείας πρότερον καί αὐτίκα ἐρειδομένους τοῖς τοῦ θεοῦ νόμοις, γνωσθέντων τούτων τῷ δή παραιτουμένῳ τήν κοινωνίαν ἀμφοτέρων κροτεῖται ἐκ προστάγματος βασιλικοῦ καθολική σύνοδος. Καί δή πρό τῆς συνόδου φρουρήσαντες καί περιστοιχήσαντες στρατιωτικόν τάγμα τούς μή συνανομεῖν αὐτοῖς ἀνελομένους ἱστῶσιν ἐπί τοῦ συνεδρίου τῆς παρανομίας, ἀναθεματίζουσιν οἱ μοιχοΐστορες, αὐτοφρονοῦσιν, ὑπερορίζουσιν, εἴργουσιν ἀσφαλῶς ἄλλον ἐξ ἄλλου, οὕς μέν καί σιδηροδεσμίους θέμενοι, ἐνίους δέ καί τῷ ξύλῳ τοῖν ποδοῖν συνείραντες» (Ἐπιστολή 555, Φατοῦρος σελ. 851,49).
Ἀπό τέτοια Σύνοδο, ἀδελφέ Ὀδυσσέα, ἀναθεματίσθηκε ὁ ὅσιος. Ἀπό Σύνοδο «καπελωμένη» ἀπό τόν αὐτοκράτορα, μὲ τήν ὁποία, ὅποιος δέν συμφωνεῖ, ἀμέσως συλλαμβάνεται ἀπό τούς στρατιῶτες καί ὁδηγεῖται πρός πνευματική καρατόμησι ἀπό κληρικούς κατευθυνόμενους καί ὑποτελεῖς στόν βασιλέα.
Μία ἀκόμη περιγραφή γιά τό πῶς ἐλειτούργησε ἡ Σύνοδος μᾶς κάνει ὁ ὅσιος σέ ἐπιστολή του πρός τόν μοναχό Ἀθανάσιο:
«ὑπέρ τίνος ἡ δι’ ἀρχόντων παράστασις ὑμῶν ἐν τῇ πολυανθρώπῳ συνόδῳ, συγκαθεζομένων καί τριῶν τῶν μεγίστων ἀξιωμάτων; ὑπέρ τίνος ἐγώ ὁ ταπεινός ἐκεῖσε ὑβριζόμενος, καί κυκλόθεν περιστοιχιζόμενος; καί ἀκούων• Οὐκ οἶδας τί φλυαρεῖς, τί λαλεῖς. Βοῶντός μου• Πίπτει ὁ Πρόδρομος• λύεται τό Εὐαγγέλιον• οὐκ ἔστιν οἰκονομία κἀκείνων τό ἐπιλέγειν πολύ, ὅτι οἰκονομία• καί οὕτως οἱ ἅγιοι ᾠκονόμησαν, καί ὁ ἐν ἁγίοις προηγησάμενος. Ἴδε μάρτυρες ὅτι ἐπέτρεψε τήν μοιχοζευξίαν• κἄν οὐκ ἔλεγον αὐτήν οὕτως, ἀλλά καί τό εἰπεῖν, μοιχοζεύκτην, διεπρίοντο τούς ὀδόντας τοῦ οἱονεί ῥοφῆσαι. Ὑπέρ τίνος τό ἀνάθεμα τοῖς μή δεχομένοις τάς οἰκονομίας τῶν ἁγίων διαβοήτως ἀνακραχθέν• καί ἐγώ σύν τῷ Πατρί μου καί Καλογήρῳ ὑπ' ἀρχοντικῆς χειρός ἀφορισθείς ἐκ μέσου• ὁ δέ ἀρχιεπίσκοπος ἐναπολειφθείς• καί διότι μόνον ἐλειτούργησεν ὑπ' ἐμοῦ παρακληθείς εἰς τά Στουδίου, ὡς κοινός πρεσβύτερος καθαιρεθείς κατ' αὐτοῦς; Τόν γάρ ὑπ' αὐτοῦ Χριστοῦ καθαιρεθέντα καί τῶν θείων κανόνων μοιχοζεύκτην ἠθώωσαν• ἀνένοχον ἀποφηνάμενοι κατά πάντα καί συνιερουργόν αὐτοῖς ὄντα καί πρότερον. Τόν δέ ἀκαθαίρετον ἐκ κανόνων, καθαιρέσει ὑπέβαλον• ἔργῳ τόν λόγον αὐτῶν βεβαιούμενοι ὡς ἐξουσίαν ἔχειν τούς ἱεράρχας, κατά τό αὐτοῖς δοκοῦν, κεχρῆσθαι τοῖς κανόσιν. Ὅπερ ἐνεργοῦσιν εἰς τό ἀεί...» (Ἐπιστ. 48, Φατοῦρος σελ. 132,90).
Ὅπως λοιπόν καταλαβαίνει κανείς ὁ ὅσιος ἔδωσε μέσα στή Σύνοδο μάχη μέ θηρία, τά ὁποῖα ἦσαν συγχρόνως καί ρομπότ κατευθυνόμενα καί εἶχαν λάβει ἀπό πρίν τίς ἀποφάσεις, ὅπως ἀκριβῶς γίνεται καί σήμερα στά λεγόμενα ἐκκλησιαστικά δικαστήρια. Ἀπό αὐτόν ὅμως τόν ἀναθεματισμό τοῦ ἁγίου, ὁ ὁποῖος δι’ αὐτόν ἦτο τίτλος τιμῆς, μέχρι αὐτά πού φλυαροῦν ὁ πρώην παλαιοημερολογίτης σχολιαστής καί ὁ π. Βασίλειος Παπαδάκης, ὅτι δηλαδή ὁ ὅσιος ἀναθεματίσθηκε ἀπό πολλούς ἁγίους τῆς ἐποχῆς του, ὑπάρχει χάος μέγα, μᾶλλον τελεία διαστροφή τῆς ἀληθείας καί παραπλάνησις τῶν ἀφελῶν καί βολεμένων. Στό σημεῖο αὐτό, ἄν χρειασθῆ, μπορῶ νά ἐπανέλθω μέ πολύ περισσότερα στοιχεῖα.
2) Ὡς πρός τό θέμα πού θίγουν οἱ ἀνωτέρω, ὅτι δηλαδή ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης μετενόησε διά τήν στάσι του καί ἐπέστρεψε, καί ἐδῶ ὑπάρχει πλήρης διαστροφή τῆς ἀληθείας. Διότι ὁ ὅσιος ὄχι μόνον δέν μετενόησε, οὔτε ὑπεχώρησε οὐδέ βῆμα ποδός ἀπό τίς θέσεις του, ἀλλά ἀπεναντίας μετενόησαν καί ἐπέστρεψαν στήν ὁδό τῆς ἀκριβείας οἱ δύο ἅγιοι Πατριάρχες Ταράσιος καί Νικηφόρος. Αὐτό εἶναι ὁλοφάνερο ἀπό τό ὅτι ἡ ἕνωσις καί συνδιαλλαγή τοῦ ὁσίου μέ τούς δύο ἁγίους Πατριάρχες ἔγινε μέ βάσι τήν θέσι καί θεολογία τοῦ ὁσίου, τήν ὁποία ἀπεδέχθησαν οἱ δύο Πατριάρχες καί ὁμολόγησαν ὅτι καλῶς ἔπραξε ὁ ὅσιος, αὐτοί δέ διά οἰκονομία παρεξέκλιναν τῆς εὐθείας ὁδοῦ.
Νά πῶς περιγράφει τήν ὁμολογία αὐτή τῶν δύο Πατριαρχῶν ὁ βιογράφος του:
«Ἐπεί ὅτι γε μή καλῶς εἰς τοῦτο τάξεως ἦλθε τά τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως ἐπί τῶν ἡμερῶν τουτωνί τοῖν δυοῖν βασιλέων, καί αὐτοί σαφῶς ᾔδεισαν οἱ θεόληπτοι πατριάρχαι• οὐδέ γάρ ἄν καλῶς δεδρακέναι τόν μέγαν ἔλεγεν Θεόδωρον ἐκ Θεσσαλονίκης ἐπανελθόντα ὁ τῆς ὀρθοδοξίας πρόμος Ταράσιος, εἰ μή αὐτόν ᾒδει τήν ἀληθῆ τρίβον τοῦ εὐαγγελίου ἀπλανῶς ὁδεύοντα• οὐδ' αὖ πάλιν ἀπεδέχετο αὐτόν ὁ τῆς νίκης ἐπώνυμος ἱεροθέτης, καί ὡς ἀθλητήν ἀληθείας τοῖς ἐπαίνοις κατέστεφεν, εἰ μή ὀρθοτομοῦντα διεγνώκει τόν λόγον τῆς πίστεως» (P.G. 99, 268 D).
Δηλαδή, ἀδελφέ Ὀδυσσέα, πέραν τῆς ὁμολογίας αὐτῆς διά τήν στάσι τοῦ ὁσίου τῶν δύο ἁγίων Πατριαρχῶν, ὁμολόγησαν ἀκόμη καί κατενόησαν ὅτι δέν πῆγαν καλά τά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας μέ τίς οἰκονομίες κατά τήν περίοδο αὐτή τῶν δύο βασιλέων, Κων/νου τοῦ Στ΄ καί Νικηφόρου τοῦ ἀπό Γενικοῦ. Πῶς ἄλλωστε εἶναι δυνατόν νά χρειασθῆ νά μετανοήση διά τήν στάσι του αὐτός πού ἔχει μέ τό μέρος του τήν ἁγία Γραφή καί τήν ὑπερασπίζεται μέχρι θανάτου καί νά μήν χρειασθοῦν μετάνοια καί ἐπιστροφή αὐτοί πού γιά πραγματικούς λόγους οἰκονομίας χρειάστηκε νά παρεκλίνουν; Μέ μόνη διαφορά πού ἡ ἐπιστροφή στήν ἀκρίβεια τῶν δύο ἁγίων Πατριαρχῶν ἦτο φυσική καί ἦτο μέσα στήν προαίρεσί των, διότι αὐτοί δέν ἔκαναν οἰκονομίες τοῦ τύπου τῶν οἰκονομιῶν τῶν σημερινῶν Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά μᾶς ἐπιβάλλουν ἄλλο Εὐαγγέλιο ἀπό αὐτό πού παρελάβαμε, ἀλλά ἔκαναν οἰκονομίες μέ τήν συναίσθησι τῆς ἀνάγκης τῶν καιρῶν καί μέ τήν πρόθεσι νά ἐπανέλθουν ὅσο τό δυνατόν γρηγορώτερα στήν ἀκρίβεια τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου. Ἐπειδή ὅμως ἐμεῖς σήμερα ἀρεσκώμεθα στήν ἀπραξία καί στό βόλεμα καί ἀρκούμεθα μόνο διά τήν καταπολέμησι τῆς αἱρέσεως στό ἔργο τοῦ βατράχου πού σκούζει, κατηγοροῦμε τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, ὅτι κακῶς ἔπραξε, διαστρέφοντας τήν ἱστορία καί τήν ἀλήθεια, προκειμένου νά μήν μᾶς ἐλέγχη ἡ ὁμολογία του.
Καί κάτι ἀκόμη σημαντικό πού ἔχει σχέσι μέ τό ὑπό ἐξέτασι θέμα. Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης δέν εἶχε δύο πλευρές, ὅπως ἀρέσκονται νά τόν παρουσιάζουν ὅσοι σήμερα ὑποθάλπουν καί διαιωνίζουν τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δηλαδή τήν ἀτυχῆ καί ἀδιάκριτο στάσι του στήν μοιχειανική αἵρεσι καί τήν ἐπιτυχῆ καί ὁμολογιακή στήν αἵρεσι τῆς Εἰκονομαχίας, μέ τήν ὁποία ἰσχυρίζονται οἱ σημερινοί ὄψιμοι κριτές του, ὅτι τελικῶς ἁγίασε. Ὁ ὅσιος ἦτο πάντοτε ὁ ἴδιος φύλαξ τῆς πίστεως καί ὑπέρμαχος τῆς ἀκριβείας καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς ζωῆς του, καί ἠγωνίζετο δι’ αὐτό πρός πᾶσαν κατεύθυνσι.
Μάλιστα ἡ πρώτη ἔνστασις καί ἀποτείχισίς του ἐπί πατριαρχείας Ἁγ. Ταρασίου, ἡ ἐξ αὐτῆς ἐξορία του στήν Θεσσαλονίκη καί φυλάκισίς του κατά παράδοσι στόν Λευκό Πύργο, τόν κατέστησαν περιβόητο, μιμητή τοῦ Προδρόμου καί τοῦ προφήτου Ἠλιοῦ, ἡ δέ φήμη του ἔφθασε στά πέρατα τῆς οἰκουμένης, ὡς ὁμολογητοῦ καί ἀκριβοῦς φύλακος τῆς πίστεως. Νά πῶς τό περιγράφει ὁ βιογράφος του:
«...καί οὕτω μᾶλλον ὁ μέγας Θεόδωρος διαβοητότερος καθίσταται, μιμητής τοῦ Προδρόμου δεικνύμενος, καί Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου, οὐ μόνον ἐν τοῖς περιοίκοις, ἀλλά καί πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης• ἐν γάρ τῇ Θεσσαλονικέων τόν ἅπαντα χρόνον τῆς Κωνσταντίνου βασιλείας περιφρουρούμενος πόλει, εἰς τάς ἐξωτάτω χώρας τά τῶν ἰδίων κατορθωμάτων ἀπέπεμπε προτερήματα» (P.G. 99,256 Β).
Ἡ πρώτη βιογραφία του εἰς τό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει παρεμφερῶς τά ἑξῆς:
«Ὁ τοίνυν Πατήρ ἡμῶν Θεόδωρος τήν βασιλίδα πόλιν μετά ταῦτα ἀπολιπών ἔξεισι πρός τό ἑαυτοῦ μοναστήριον, καί συνάγει αὐτῷ οἷα τις ποιμήν ἄριστος τά ἀποφοιτήσαντα πρόβατα, ἅ καί οἱ τῶν ψυχῶν ἅρπαγες τῇ αὐτοῦ ἀπουσίᾳ ἔξωσάν τε καί ἐπί πᾶν ὄρος διέσπειραν. Συντρέχει δέ καί πλῆθος μοναστῶν τε ἄλλων καί μιγάδων ἀριθμοῦ κρεῖττον, καί τῇ τοῦ μεγάλου παρουσίᾳ συνήδεται, τῆς φήμης πανταχοῦ διαβοωμένης, καί Θεόδωρον κηρυττούσης, καί Σακκουδίωνα. Ἐδείκνυ δέ ἡ πεῖρα τούς λόγους, καί τήν φήμην τά πράγματα» (P.G. 99, 144 B).
Ἀπό αὐτά πού περιγράφουν οἱ βιογράφοι τοῦ ὁσίου φαίνεται καθαρά ὅτι τότε οἱ Χριστιανοί καί οἱ μοναχοί εἶχαν ἄλλα κριτήρια καί ἐγνώριζαν ποιούς ἔπρεπε νά ἐμπιστευθοῦν καί ἀπό ποιούς νά ἀπομακρυνθοῦν. Σήμερα ἀντιθέτως ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά διαστείλλουμε μεταξύ βεβήλου καί ὁσίου καί δι’ αὐτό ὅλα τά ἔχουμε κοινά.
Ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς ἐπιτυχοῦς ἐνστάσεως τῶν ὁσίων, κατά τήν μοιχειανική αἵρεσι, καί τῆς ἀπηχήσεως πού εἶχε αὐτή πρός τόν λαό, ἦτο ἡ ἀνάδειξις εἰς ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ ὁσίου Θεοδώρου, Ἁγ. Ἰωσήφ. Αὐτόν τόν ἐγνώρισαν οἱ Θεσσαλονικεῖς κατά τήν ἐξορία των ἐξ αἰτίας τῆς ἀποτειχίσεως διά τήν μοιχειανική αἵρεσι καί ὅταν ἐχήρευσε ὁ θρόνος τῆς πόλεως τόν ἐζήτησαν διά ποιμένα των. Δηλαδή οἱ Θεσσαλονικεῖς ἐζήτησαν διά προστάτη των ἕνα ὁμολογητή καί φύλακα τῆς πίστεως καί ὄχι φυσικά ἕναν ἀδιάκριτο καί ἐκτός Ἐκκλησίας κατά περίστασι, ὁ ὁποῖος δέν ἐγνώριζε νά ὁδηγήση οὔτε τόν ἑαυτόν του. Ἐπί πλέον καρπός αὐτῆς τῆς ἐξορίας τῶν ὁσίων στή Θεσσαλονίκη καί τῆς φυλακίσεως στόν Λευκό Πύργο εἶναι καί τό τροπάριο πού κατά τήν παράδοσι συνέθεσαν μέσα στήν φυλακή, ἀπευθύνεται δέ στόν Ἅγ. Δημήτριο καί ψάλλεται στούς Αἴνους τῆς ἑορτῆς του:
«Δεῦρο Μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους, συμπαθοῦς ἐπισκέψεως• καὶ ῥῦσαι κεκακωμένους, τυραννικαῖς ἀπειλαῖς, καὶ δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως• ὑφ' ἧς ὡς αἰχμάλωτοι, καὶ γυμνοὶ διωκόμεθα, τόπον ἐκ τόπου,
συνεχῶς διαμείβοντες, καὶ πλανώμενοι, ἐν σπηλαίοις καὶ ὄρεσιν. Οἴκτειρον
οὖν πανεύφημε, καὶ δὸς ἡμῖν ἄνεσιν, παῦσον τὴν ζάλην καὶ σβέσον, τὴν
καθ' ἡμῶν ἀγανάκτησιν, Θεόν ἱκετεύων τόν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος».
Αὐτό, μᾶς ἔλεγε ὁ γέρων Γαβριήλ ὁ Διονυσιάτης, τό ἔγραψαν οἱ ὅσιοι βλέποντες ἀπό τά κάγκελα τῆς φυλακῆς τό ναό τοῦ Ἁγ. Δημητρίου καί ὅλη ἡ ἀναφορά τοῦ τροπαρίου εἶναι στήν ἐξορία των ἐξ αἰτίας τῆς μοιχειανικῆς αἱρέσεως. Πιστεύω ὅτι αὐτό θά εἶναι ἄλυτο πρόβλημα γιά τούς σημερινούς ἐπικριτές τοῦ ὁσίου, τό πῶς δηλαδή ἡ Ἐκκλησία συμπεριέλαβε στήν ὑμνολογία της αὐτό τό τροπάριο, τήν στιγμή πού δι’ αὐτούς ἡ ἀποτείχισι τῶν ὁσίων ἦτο ἀδιάκριτος καί ἡ αἵρεσις ἀνύπαρκτος.
Ἄκουσε, ἀδελφέ Ὀδυσσέα, καί πῶς ἐπανῆλθε ἀπό τήν Θεσσαλονίκη ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης γιά νά καταλάβης τό πόσο μετανοημένος ἐγύρισε, σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία τῶν σημερινῶν ἐπικριτῶν του.
«Διό καί παραυτίκα λύει τοῖς Πατράσιν ὑπερορίαν, οὐ τοῖς μέν, τοῖς δ’ οὔ• πᾶσι δ’ οὖν• καί πρό γε πάντων τῷ πρό πάντων τήν ἀρετήν, τῷ ἡμετέρῳ λέγω, ποιμένι καί διδασκάλῳ• ὅς καί ἀπό Θεσσαλονίκης ἐπανιών, περιφανοῦς τε, ὡς εἰκός, παρά πάντα τυχών καί τῆς ὑπαντῆς, περιφανεστέρας καί μᾶλλον πρός τε τοῦ προέδρου καί τῆς βασιλίσσης αὐτῆς τῆς εἰσόδου τυγχάνει τιμῆς» (P.G. 99, 141B).
Δηλαδή τοῦ ἐπεφύλαξαν ὅλοι θερμή ὑποδοχή καί κυρίως ὁ Πατριάρχης Ἅγ. Ταράσιος καί ἡ βασίλισσα Εἰρήνη.
Ἡ ἕνωσις δέ τοῦ ὁσίου μετά τοῦ Πατριάρχου δέν ἔγινε μόνο θεωρητικά μέ βάσι τήν θεολογία τοῦ ὁσίου, ἀλλά καί πρακτικά μέ τήν καθαίρεσι τοῦ ἱερέως Ἰωσήφ τοῦ μοιχοζεύκτου. Αὐτό τό ἀναφέρει στή συνέχεια ὁ βιογράφος του
«Ὅθεν καί τῶν ἄλλων ὁ συναίτιος τῆς διαστάσεως, Ἰωσήφ ἐκεῖνος ὁ πρεσβύτερος, ὁ καί τολμηρᾷ γνώμῃ τά ἀτόλμητα δράσας, τῶν θείων ἐξωθεῖται περιβόλων, καί τοῦ καταλόγου τῶν ἱερέων ἐκβάλλεται• ὡσάν τῇ τούτου διατομῇ καί ἐκπτώσει τά λοιπά μέλη συνέλθοι καί τήν ἕνωσιν δέξοιτο» (P.G. 99, 141C).
Καί κάτι τελευταῖο διά τό ὅτι ὁ ὅσιος εἶχε πάντοτε τήν ἴδια θέσι διά τήν μοιχειανική αἵρεσι καί τήν ἀποτείχισί του ἐξ’αἰτίας αὐτῆς καί ποτέ δέν μετενόησε διά τήν στάσι του. Σέ ἐπιστολή του πρός τόν μοναχό Ναυκράτιο, κατά τήν τελευταία ἀποτείχισί του λόγῳ τῆς Εἰκονομαχίας ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«Εὔχομαι τοίνυν ὁ ἁμαρτωλός εὖ πρᾶξαι αὐτούς• διά Χριστόν γάρ ὁ ἀγών καί οὐ μικρολογούμενος ὡς ἐπί τῆς μοιχείας παρά τισι τῶν ἀσυνέτων• Χριστός, ἐμφανῶς ὁ τανῦν ἀθετούμενος σύν μητρί καί θεράποσιν...» (Ἐπιστ. 177, Φατοῦρος 298,17).
Δηλαδή ἀναφέρει ὁ ὅσιος ὅτι οἱ ἀσύνετοι κατά τήν μοιχειανική αἵρεσι ὑποτιμοῦσαν τόν ἀγῶνα των, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν τώρα οἱ ὄψιμοι ἐπικριτές του. Ἄρα ὁ ὅσιος εἶχε πάντοτε τήν ἴδια θέσι καί ἄποψι καί ποτέ δέν μετενόησε δι’ αὐτήν.
Νομίζω ὅτι εἶναι ἀρκετά αὐτά τά στοιχεῖα ἐπί τοῦ θέματος διά νά πείσουν κάθε καλοπροαίρετο.
3) Ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα ὅτι τά Στουδιτικά σχίσματα τά κατέκριναν πολλοί Ἅγιοι, τό ὁποῖο ἐπικαλεῖται ὁ πρώην παλαιοημερολογίτης σχολιαστής στηριζόμενος στόν π. Βασίλειο Παπαδάκη, ἔχω ἀδελφέ Ὀδυσσέα νά ἀναφέρω τά ἑξῆς:
Γίνεται μία σύγχυσις τῶν δύο ἀποτειχίσεων τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου ἐξ’ αἰτίας τῆς μοιχειανικῆς αἱρέσεως καί τῶν μετά τόν θάνατόν του, ἐπί πατριαρχείας Ἁγ. Μεθοδίου, διενέξεων τῶν Στουδιτῶν μοναχῶν μέ τόν Πατριάρχη. Καί τίς διενέξεις καί διαφωνίες τῶν Στουδιτῶν μετά τόν θάνατο τοῦ ὁσίου τίς προσάπτουν στόν ὅσιο, σάν Στουδιτικά σχίσματα, προφανῶς γιά νά μειώσουν τήν ὁμολογία τοῦ ὁσίου καί νά ὁδηγήσουν στήν ἀπραξία καί τόν συμβιβασμό τούς θέλοντες νά ἀγωνισθοῦν στήν σημερινή αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Διά τήν ἀποτείχισι λοιπόν τοῦ ὁσίου ὑπῆρχε σοβαρός λόγος, ὁ ὁποῖος συνίστατο στήν ἀλλοίωσι στήν πρᾶξι τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου στό θέμα τοῦ ἑνός καί νομίμου γάμου. Τά ὑπόλοιπα ἐπί Ἁγ. Μεθοδίου ἦταν διενέξεις διά τό ἄν θά δεχθοῦν στήν ἱερωσύνη ὅσους εἶχαν χειροτονηθῆ ἀπό τούς εἰκονομάχους. Ἐδῶ καταλαβαίνει κανείς ὅτι ἠδύνατο ὁ Πατριάρχης νά κάνη οἱαδήποτε οἰκονομία εἰς αὐτούς, διότι αὐτοί εἶχαν ἐπιστρέψει στήν Ὀρθοδοξία καί ὡς ἐκ τούτου δέν ὑπῆρχε πρόβλημα ἀλλοιώσεως τοῦ Εὐαγγελίου, ἀντιθέτως μάλιστα ἔπρεπε νά πρυτανεύση ἡ ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία τῆς Ἐκκλησίας. Εἰς τήν μοιχειανική ὅμως αἵρεσι δέν ἀπεσχίσθη ὁ ὅσιος, ἐπειδή ὁ Ἅγ. Ταράσιος οἰκονόμησε κατ’ αὐτόν τόν τρόπο τόν αὐτοκράτορα, ἀλλά διότι αὐτό μετεδόθη ταχύτατα ὡς μολυσματική νόσος καί στούς ἄλλους καί ἔτσι πολλοί ἄρχισαν νά χωρίζουν τίς νόμιμες συζύγους των καί νά παίρνουν ἄλλες, δικαιολογούμενοι ὅτι ἔτσι ἔκανε ὁ αὐτοκράτωρ μέ τίς εὐλογίες τῆς Ἐκκλησίας. Νά πῶς τό περιγράφει αὐτό ὁ βιογράφος τοῦ ὁσίου
«καί γίνεται προβολή τοῦ τοιούτου κακοῦ οὐ μόνον ἐπί τῆς βασιλευούσης, ἀλλά καί ἐπί ταῖς ἐξωτάτω χώραις• οὕτω γάρ ὁ τῆς Λογγοβαρδίας ῥήξ, οὕτως ὁ τῆς Γοτθίας, οὕτως ὁ τῆς Βοσπόρου τοπάρχης, τῇ λύσει ταύτης τῆς ἐντολῆς ἐπερειδόμενοι, μοιχικαῖς ὀρέξεσι καί ἀκράτοις ἐπιθυμίαις ἑαυτούς περιέπειραν, τήν τοῦ Βασιλέως Ῥωμαίων... ὡς ἐκείνου μέν τῷ αὐτῷ περιπεσόντος, ἀποδεδεγμένου καί τῶν σύν αὐτῷ ἀρχιερέων» (P.G. 99, 252 D).
Aὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ὡδήγησαν στήν ἀποτείχισι τόν ὅσιο καί μάλιστα ὅλος αὐτός ὁ ἀγῶνας του ἔγινε αἰτία ἀναχαιτίσεως τοῦ κακοῦ, ὅπως περιγράφει ὁ βιογράφος του:
«Ἐκ δέ τούτου φόβος ἐπιπίπτει καθ’ ὅλην μικροῦ τήν ὑπό τῶν Ῥωμαίων ἀρχήν ἐπί τούς τά τοιαῦτα πράσσοντας• καί γίνεται τοῖς ἀκολασταίνουσι κημός ὁ τῶν εὐσεβῶν διωγμός, καί ἀναστέλλεται ταύτῃ τοι ἡ τοῦ κακοῦ τοῦδε φορά, τοῦ μή πρόσω προβαίνειν• τά γάρ ἀνεπίπληκτα τῶν παθῶν ἕρπει μέν ἀεί πρός τό αἴσχιον ὡς ἔχις• καταδράττεται δέ καρδίας καί νοῦ, καί εἰς ὄλισθον ἄγει παντελῆ τόν ἁλόντα• ὅπερ ἵνα μή γένηται, ἐν τοῖς προειρημένοις ἀθληταῖς ἡ χάρις τοῦ παναγίου ἐκλάμψασα Πνεύματος, ἤλεγξεν ἀναφανδόν τῆς παρανομίας τό ἔργον» (P.G. 99, 256B).
Δηλαδή ἄν δέν ἔκαναν ὁ ὅσιος καί οἱ ὑπόλοιποι Πατέρες αὐτήν τήν ἐκκλησιαστική θά λέγαμε ἐπανάστασι, θά μετεβάλετο ἐντός ὀλίγου ἡ Ἐκκλησία, στό θέμα τοῦ γάμου, στό μαῦρο χάλι πού εὑρίσκεται σήμερα. Ὅσοι ὅμως κατηγοροῦν τόν ὅσιο δι’ αὐτήν τήν ἀποτείχισι φαίνεται ὅτι τούς ἀρέσει ἡ σημερινή κατάστασις τῆς Ἐκκλησίας καί στό θέμα τοῦ γάμου καί στό θέμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί στό θέμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί συνοδοιπορίας της μέ τήν Νέα Ἐποχή καί δι’ αὐτό θέλουν ἄπραγους τούς κληρικούς καί τόν λαό βολεμένο στά πάθη του, τούς δέ Ἐπισκόπους ἀφώνους καί ἀνικάνους δι’ οἱαδήποτε ἀντίστασι καί προστασία τοῦ ποιμνίου των.
Ἄν δέν τούς ἄρεσε, ἀδελφέ Ὀδυσσέα, καί δέν τούς ἐβόλευε αὐτή ἡ κατάστασις, τούς σημερινούς ἐπικριτές τοῦ ὁσίου, τότε καί λάθος νά ἔκανε ὁ ὅσιος θά προσπαθοῦσαν νά τό ἀποκρύψουν, προκειμένου νά ἔχη ὁ λαός παραδείγματα διά τό πῶς νά ἀντιδράση στήν σημερινή κατάστασι τῆς αἱρέσεως. Τώρα ὅμως ὅλοι αὐτοί ἀντιθέτως φορτώνουν στόν ὅσιο καί τά λεγόμενα «Στουδιτικά σχίσματα» ἐπί Ἁγ. Μεθοδίου προφανῶς διά νά ἀποκοιμίζουν τόν λαό καί νά ἡσυχάζουν τήν ἰδική των συνείδησι. Δηλαδή βοηθοῦν ἀφάνταστα στό ἔργο τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ὄντως ἔτσι θέλουν σήμερα τούς Χριστιανούς, ὥστε νά ἐπιβάλλουν στήν Ἐκκλησία καί τά ὑπόλοιπα σχέδιά των. Τό παράδειγμα ὅμως τοῦ ὁσίου ἔχει διά τίς ἡμέρες μας μεγαλύτερη σημασία καί ἀξία, ἀπ’ ὅ,τι διά τήν ἐποχή του. Διότι ἄν τότε αὐτός δέν φοβήθηκε νά ἀποτειχισθῆ ἀπό ἁγίους Πατριάρχες χάριν τῆς ἐντολῆς τοῦ ἑνός καί νομίμου γάμου, τί θά ἀπολογηθοῦμε ἐμεῖς πού φοβόμαστε καί τρέμουμε νά ἀπομακρυνθοῦμε ἐκκλησιαστικά ἀπό δεδηλωμένους αἱρετικούς Πατριάρχες καί Ἐπισκόπους, ἀπό Μητροπολίτες καί Πατριάρχες πού ὄχι μόνο εἶναι ἄγευστοι τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί ἁγιότητος, ἀλλά ἀκριβῶς ἐτοποθετήθηκαν στίς θέσεις αὐτές διά νά παίξουν τόν σημαντικώτερο ρόλο στήν ἀποστασία καί προδοσία τῆς πίστεως;
4) Ὁ σχολιαστής πρώην παλαιοημερολογίτης ἀκολουθώντας πιστά καί τυφλά τόν π. Βασίλειο Παπαδάκη ἀναφέρει καί κάποιους Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι δῆθεν κατέκριναν τήν ἀποτείχισι τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Προφανῶς δέν ἤλεγξε τίς παραπομπές αὐτές καί τό ποῦ ἀναφέρονται, εἰδάλλως θά ἐντρέπετο διά τήν διαστρέβλωσι τῆς ἀληθείας. Πρῶτα ἀναφέρει τόν Ἅγ. Μεθόδιο ὁ ὁποῖος ἐπατριάρχευσε δέκα ἕξι χρόνια μετά τήν κοίμησι τοῦ ὁσίου καί ἀναθεματίζει αὐτούς τούς μοναχούς πού διαφωνοῦσαν διά τό θέμα τῶν χειρονονιῶν ἀπό τούς εἰκονομάχους. Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρει τόν ὅσιο Θεοφάνη τόν ὁμολογητή τόν ὁποῖο ὀνομάζει μέγα, προφανῶς διά νά δώση ἀξία στά λεγόμενά του. Ἡ παραπομπή πού δίδει ὁ σχολιαστής ἀπό τήν χρονογραφία τοῦ Θεοφάνους εἶναι ἡ ἑξῆς:
«Πρός δέ τοῖς πολλοῖς καί καλλίστοις αὐτούς τρόποις εὐσεβής καί ὀρθοδοξότατος ὤν, ἐλυπεῖτο ἐπί τοῖς ἀποσχίζουσι τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ἐν οἱαδήποτε προφάσει εὐλόγῳ ἤ ἀλόγῳ. Πολλά τε τόν ἁγιώτατον Πατριάρχην καί τούς δυναμένους συντρέχειν τῇ κοινῇ εἰρήνῃ παρακαλῶν οὐκ ἐπαύετο. Ἐν οἷς καί τόν Θεόδωρον τόν ἡγούμενον τῶν Στουδίου καί Πλάτωνα καί Ἰωσήφ ἀρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης ἀδελφόν Θεόδωρον ἐν φυλακαῖς πικραῖς συνεχομένους μετά καί τῶν προυχόντων τῆς κατ’ αὐτῶν μονῆς ἔσπευδεν ἑνωθῆναι• ὅ καί πεποίηκεν».
Ἐδῶ ὁ ὅσιος Θεοφάνης στήν χρονογραφία του ὁμιλεῖ διά τόν διάδοχο τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου τοῦ ἀπό Γενικοῦ, δηλαδή τόν Μιχαήλ τόν Ραγκαβέ. Αὐτός λοιπόν ὡς ὀρθόδοξος ἔτσι ἐσκέπτετο καί παρακαλοῦσε πρός ἕνωσι τόν ἁγιώτατον Πατριάρχη. Ἡ ἔκφρασις ἐπίσης στό σημεῖο αὐτό «εὔλογος πρόφασις» σημαίνει τήν πραγματική αἰτία χωρισμοῦ καί ὄχι φανταστική ἤ ψεύτικη. Ἐν πάσῃ περιπτώσει ὁ αὐτοκράτωρ παρεκάλει πρός ἕνωσι τόν Πατριάρχη, ἐνῶ ἄν θεωροῦσε τόν ὅσιο πλανεμένο καί ἐκτός Ἐκκλησίας ἔπρεπε νά παρακαλῆ πρός μετάνοια καί ἐπιστροφή τόν ὅσιο καί ὄχι ἀντιθέτως, τό ὁποῖον πέραν τῶν ἄλλων ἦτο καί ἀνάρμοστον λόγῳ τῆς θέσεως τοῦ Πατριάρχου. Σέ καμμία πάντως περίπτωσι δέν συμφωνεῖ τό κείμενο μέ τόν σχολιαστή – πρώην παλαιοημερολογίτη μέ τόν τρόπο τουλάχιστον πού τό ἀναφέρει:
«ὁ μέγας ὁμολογητής Θεοφάνης στήν χρονογραφία του ἀναφέρει τήν ἀπόσχισι τοῦ ἁγίου Θεοδώρου ἀπό τήν ἁγία Ἐκκλησία καί τόν ἁγιώτατο Πατριάρχη», διότι ἔτσι παρουσιάζει πλανεμένο καί ἐκτός Ἐκκλησίας τόν ὅσιο καί τούς ἄλλους «ἀθῶες περιστερές».
Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρει ὁ σχολιαστής τόν ὅσιο Δανιήλ τόν Στυλίτη καί κάποια λόγια του τά ὁποῖα εἶναι ἐκτός θέματος, διότι ἀφ’ ἑνός μέν ὁ ὅσιος Δανιήλ ὁ Στυλίτης ἔζησε τουλάχιστον τριακόσια χρόνια ἐνωρίτερα τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὁ ὅσιος διά λόγους πίστεως ἀπεσχίσθη ἀπό τόν Πατριάρχη, ὅπως ἀκριβῶς συμβούλευε ὁ ὅσιος Δανιήλ ὁ Στυλίτης.
Κατόπιν ἀναφέρεται ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος μέ τήν αἰτιολογία ὅτι κατέκρινε καί αὐτός τά Στουδιτικά σχίσματα. Ἡ παραπομπή πού δίδει ὁ σχολιαστής εἶναι ἀπό τήν περίοδο τῆς πατριαρχείας τοῦ ἁγ. Μεθοδίου, ὁπότε οὐδεμία σχέσι ἔχει ἡ ἀναφορά αὐτή μέ τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη. Ἐπί πλέον δέ στό κείμενο αὐτό ἀναφέρεται ὅτι ὁ ὅσιος Ἰωαννίκιος προσπάθησε νά συμβιβάση μέ τούς λόγους του τίς ἀντιμαχόμενες παρατάξεις καί τελικῶς τό κατώρθωσε.
Τελευταῖα ἀναφέρει ὁ σχολιαστής πάλι τόν Ἅγ. Μεθόδιο (ἴσως γιά νά φανοῦν πολλοί οἱ ἀντιλέγοντες) μέ παραπομπή πού ἀναφέρεται στίς ἔριδες τῶν μοναχῶν ἐπί τῆς πατριαρχείας του, δηλαδή πάλι ἐκτός θέματος, ἐφ’ ὅσον ἀναφέρεται σέ ὑπόθεσι ἡ ὁποία ἐξελίχθη δέκα ἕξι χρόνια μετά τήν κοίμησι τοῦ ὁσίου. Τελειώνει δέ μέ τόν Δοσίθεο Ἱεροσολύμων, ὁ ὁποῖος ὡς γνωστόν ἔγραψε ἐκκλησιαστική ἱστορία, ἀλλά δέν εἶναι ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Δοσίθεος λοιπόν στηρίζεται στόν Ζωναρᾶ, ὁ ὁποῖος ὡς ἱστορικός καί ὄχι ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ μόνος πού ἐπικρίνει τόν ὅσιο. Γράφει ὅμως ὁ Ζωναρᾶς στοιχεῖα τελείως ἀναπόδεικτα καί ἐρανισμένα ἀπό ἄγνωστες πηγές καί ἐξώφθαλμα ἀντίθετα στήν διδασκαλία καί τήν βιοτή τοῦ ὁσίου. Γιά παράδειγμα ἀναφέρει ὁ Ζωναρᾶς ὅτι ἡ ἀντίδρασις τοῦ ὁσίου καί τοῦ Ἁγ. Πλάτωνος πρός τόν Πατριάρχη Ἅγ. Νικηφόρο ἔγινε διότι ἤθελαν νά καταλάβουν τόν θρόνο τῆς Κων/πόλεως καί νά πατριαρχεύσουν. Αὐτό εἶναι πρόδηλα τελείως ἀντίθετο στήν ὅλη βιοτή τῶν ὁσίων διά τόν ἁπλούστατο λόγο, ὅτι ἄν ἤθελαν κάτι τέτοιο τό πρῶτο πού ἔπρεπε νά ἐπιδιώκουν θά ἦταν νά ἔχουν ἄριστες σχέσεις μέ τόν αὐτοκράτορα, ἡ ἐπιρροή τοῦ ὁποίου ἦταν πασιφανής καί ἐπιβλητική στήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχου. Ὁ ὅσιος ὅμως ὄχι μόνον δέν ἀπέβλεπε σέ κάτι τέτοιο, ἀλλά ἐπολέμησε τήν μοιχεία τοῦ αὐτοκράτορος, ἡ ὁποία μάλιστα συνήφθη μέ τήν ἀνιψιά τοῦ ὁσίου, τήν Θεοδότη. Τό καλό διά τόν Δοσίθεο Ἱεροσολύμων εἶναι ὅτι ὅταν χρησιμοποιεῖ στοιχεῖα πού ἀναφέρονται στόν ὅσιο καταγράφει καί τήν πηγή των, π.χ. ὅτι αὐτό τό λέγει ὁ Ζωναρᾶς. Καταλαβαίνει λοιπόν καθένας τό πόσο σημαντικές εἶναι οἱ ἀπόψεις τοῦ Δοσιθέου, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔζησε ὀκτακόσια περίπου χρόνια μετά τόν ὅσιο καί δανείζεται στοιχεῖα ἀπό τόν Ζωναρᾶ, ὁ ὁποῖος κατά γενική ὁμολογία διέκειτο ἐχθρικῶς πρός τήν ὅλη βιοτή τοῦ ὁσίου, μολονότι καί ὁ Ζωναρᾶς ἔζησε τριακόσια περίπου χρόνια μετά τόν ὅσιο.
4) Ἄν θά ἤθελα νά ἀπαντήσω λεπτομερῶς σέ ὅσα ὁ σχολιαστής –πρώην παλαιοημερολογίτης ἀναφέρει θά ἔπρεπε νά μακρύνη πολύ ὁ λόγος καί νά γίνη πραγματεία. Ἕνα ὅμως σημεῖο πρίν κλείσω τίς σκέψεις μου πρέπει νά ἀναφέρω, διότι ἐπ’ αὐτοῦ ὑπάρχει πλάνη δογματική. Ἀναφέρει ὁ σχολιαστής τά ἑξῆς: «Στό σημεῖο αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά διευκρινισθεῖ πώς, ἄν γίνει πλήρης ἕνωσις μέ αἱρετικούς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά διακόψουμε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μόνο μέ τούς ἑνωμένους, ὡς ἀποσχισθέντες ἐκ τῆς Ἐκκλησίας...».
Μέ αὐτά πού ἀναφέρει ὁ σχολιαστής εἶναι σά νά παραδέχεται ὅτι ὁ ἀγῶνας των ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι, κατά τό δή λεγόμενο, «τῆς πλάκας» ἤ κατά τό ἁγιογραφικό βέλη νηπίων, καθ’ ὅσον καί τά ἐκκλησιαστικά σχετικά μέ τά θέματα τῆς πίστεως πηγαίνουν ἀπό τό κακό στό χειρότερο, μέ ἐνδεχομένη τήν πλήρη ἕνωσι μέ τούς αἱρετικούς.
Ἐδῶ ὅμως πρέπει νά τονισθῆ ὅτι τό νά περιμένη κανείς πλήρη ἕνωσι ὑπό τήν ἔννοια τοῦ κοινοῦ ποτηρίου εἶναι πλάνη, διότι αὐτή εἶναι ἡ πρακτική καί, θά λέγαμε, ἐξωτερική πλευρά τῆς ἑνώσεως. Ἡ πραγματική πλευρά εἶναι ἡ θεολογική καί αὐτή ἔχει γίνει.
Ξεκίνησε συνοδικά μέ τήν ἄρσι τῶν ἀναθεμάτων μέ τούς Παπικούς τό 1965 καί ὁλοκληρώθηκε στό Μπελαμέντ τοῦ Λιβάνου τό 1993 μέ τήν ἀναγνώρισι τῶν μυστηρίων τῶν Παπικῶν.
Στό Μπελαμέντ λοιπόν τοῦ Λιβάνου ἀπεφασίστηκαν καί ὑπεγράφησαν μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς:
«Ἑκατέρωθεν ἀναγνωρίζεται ὅτι ὅσα ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστός εἰς τήν Ἐκκλησία Του -ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, μετοχή εἰς τά αὐτά μυστήρια, κυρίως εἰς τήν μίαν ἱερωσύνην τήν τελοῦσαν τήν μίαν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολική διαδοχή τῶν Ἐπισκόπων– δέν δύνανται να θεωρηθοῦν ὡς ἀποκλειστική ἰδιοκτησία μιᾶς τῶν ἡμετέρων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι σαφές ὅτι ἐντός τοῦ πλαισίου τούτου ἀποκλείεται πᾶς ἀναβαπτισμός. Διά τοῦτον ἀκριβῶς τόν λόγον ἡ Καθολική Ἐκκλησία καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζουν ἑαυτάς ἀμοιβαίως ὡς ἀδελφάς Ἐκκλησίας ἀπό κοινοῦ ὑπευθύνους διά τήν τήρησιν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ πιστότητι πρός τήν θείαν οἰκονομίαν, ἰδιαίτατα ὡς πρός τήν ἑνότητα...».
Δηλαδή μέ ἁπλά λόγια ἀναγνωρίσαμε καί συνυπεγράψαμε μέ τούς Παπικούς ὅτι, ἐκεῖ πού εὑρίσκονται καί μέ τίς αἱρέσεις πού κουβαλοῦν, ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια, ἱερωσύνη, εἶναι ἀδελφή Ἐκκλησία, ὅπως οἱ ἄλλες Ὀρθόδοξες τοπικές καί συνυπεύθυνη διά τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας διαχρονικῶς κλπ. Ὅταν λοιπόν ἀναγνωρίζομε ὅτι καί ἐδῶ στήν Ὀρθοδοξία καί ἐκεῖ στόν Παπισμό ὑπάρχει τό ἅγιον Πνεῦμα τό ὁποῖον τελεῖ τά μυστήρια, τί ἄλλο χρειάζεται διά νά εἴμεθα ἑνωμένοι; Καί διά ποῖον ἐπί πλέον λόγο οἱ Παπικοί νά ἀπαρνηθοῦν τίς αἱρέσεις των καί νά ἔλθουν στήν Ὀρθοδοξία; Δέν εἶναι ἀρκετή ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος νά τούς βεβαιώση ὅτι βαδίζουν σωστά; Ἄν τώρα κάποιοι ἀφελεῖς περιμένουν τό λεγόμενο κοινό ποτήριο διά νά ἀποτειχισθοῦν ἀπό τούς ἀποστάτες Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους, αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ ἀποστάτες αὐτοί Ἐπίσκοποι παίζουν καλά τόν ρόλο των διά νά μᾶς ἀποκοιμίζουν μέ τόν ὑπνωτικό τοῦ κοινοῦ ποτηρίου.
Εἶναι λυπηρό ὅμως τό ὅτι καί οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, οἱ ὁποῖοι τότε μέ τήν ἄρσι μόνο τῶν ἀναθεμάτων εἶχαν διακόψει οἱ πλεῖστοι ἐπί τριετία τήν μνημόνευσι τοῦ Ἀθηναγόρα, τώρα μετά τήν ἀπόφασι τοῦ Μπελαμέντ (καί τά τόσα ἄλλα) σιωποῦν καί συνοδοιποροῦν μέ τούς ἀποστάτες.
Καί κάτι τελευταῖο σάν ἐνημέρωσι. Εἴμαστε στό τέλος μιᾶς μικρῆς ἐργασίας, (ἡ ὁποία θά ἐκδοθῆ λίαν συντόμως) καί ἡ ὁποία ἀσχολεῖται μέ τόν ΙΕ΄ ἱερό κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί ἐκεῖ μεταξύ τῶν ἄλλων παρουσιάζομε ἱστορικά ὅτι, στήν διαχρονική πορεία τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἀποτειχίσεις τῶν Ὀρθοδόξων ἦταν τόσες, ὅσες καί οἱ αἱρέσεις, μέ μόνη ἐξαίρεσι τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Προφανῶς στήν ἐποχή μας ἄλλαξε τό πνεῦμα καί ἡ πορεία τῶν Ὀρθοδόξων, σέ σημεῖο ὄχι μόνον νά μήν ἀποτειχίζωνται ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀλλά ἀντιθέτως νά θεωροῦν τή στάσι αὐτή ὀρθόδοξη, συνετή καί σύμφωνη μέ τούς ἁγίους.
Μετ’ εὐχῶν
Ἱερομόναχος Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς
Αναρτήθηκε από ΟΔΥΣΣΕΑΣ στις 2:53 π.μ.
ΗΤΑΝ το ΠΡΟΠΥΡΓΙΟ, και ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΠΑΥΓΑΣΜΑ του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ.
Εσείς με τόσα συγγράμματα, ΙΣΤΟΡΙΑ και ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ, εξακολουθείτε να μην παραδέχεστε τίποτα.
Πόσο υποκριτικό είναι άραγε ενώ ΕΙΣΑΣΤΕ ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ με σάρκα και οστά από γενησιμιού του Νέου Ημερολογίου (*για αυτό το έφτιαξαν οι μασόνοι για να ενωθεί η Ορθοδοξία με τους Παπικούς και να αποτελέσει προπύργιο και απαύγασμα του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ - αν δεν το πιστεύετε, ΚΟΙΤΑΧΤΕΙΤΕ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΠΤΗ) να χειροκροτείτε και να χαίρεστε για τις τάχα "αντι-οικουμενιστικές κινήσεις" μέσα στο νέο ημερολόγιο?
Α, και ο Τρικαμηνάς είναι του "Νέου Ημερολογίου" (δικός σας) - Υπόψην...!!! (βέβαια ο τρικαμηνάς σαν νεο-ημερολογίτης θεωρεί/νομίζει οτι το Νέο Ημερολόγιο είναι "Ορθόδοξο" και όταν είπε "οἱ ἀποτειχίσεις τῶν Ὀρθοδόξων ἦταν τόσες, ὅσες καί οἱ αἱρέσεις, μέ μόνη ἐξαίρεσι τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ", έκανε λάθος. Η αλήθεια είναι οτι οι Ορθόδοξοι έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΤΗΚΑΝ ΟΤΑΝ ΕΠΡΕΠΕ. Έτσι δημιουργήθηκαν οι λεγόμενοι παλιοημερολογίτες (δηλαδή οι εναπομείναντες Ορθόδοξοι - αναφέρομαι στους σωστούς παλιοημερολογίτες που μέχρι σήμερα ΔΕΝ άλλαξαν τίποτα και παρέμειναν ορθόδοξοι και όχι στο σύνολο - πλέον).
Το Νέο Ημερολόγιο ΔΕΝ είναι ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ αλλά ΦΡΑΓΚΕΜΑ, ΣΧΙΣΜΑ και ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. (ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ και ας μην το παραδέχεστε).
Είναι λοιπόν υποκρισία να μιλάνε οι παπάδες σας και να το παίζουν "αντι-οικουμενιστές" από τη στιγμή που ΕΙΝΑΙ νεο-ημερολογίτες (δηλαδή Σχισματικοί, ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΕΝΟΙ από τους πατέρες της Ορθοδοξίας με τις Τρεις Πανορθόδοξες Συνόδους και ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΦΡΑΓΚΕΜΕΝΟΙ, και μέσα στην ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ από "γεννησιμιού τους" ως σχίσμα της ορθοδοξίας).
Λυπάμαι παιδιά.
Κάπου εδώ λοιπόν θα σταματήσω.
Νομίζω (και ελπίζω) οτι έγινα κατανοητός...!!!
Υστερόγραφο: να ξαναθυμήσω τα παρακάτω?
(Για τους "ξεχασιάρηδες")
Ξανα-Θυμίζω λοιπόν:
- ἡ πατριαρχική ἐγκύκλιος τοῦ 1920,
- ἡ ἐπίσημη «ἄρσις τῶν ἀναθεμάτων» τό 1965 ποῦ ἀπό τήν φύση τούς εἶναι αἰώνια,
- ἡ ἐπίσημη χορηγία τῶν Μυστηρίων πρός τούς παπικούς το 1969 ἀπό τό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας,
- ἡ συμμετοχή τῶν ὀρθοδόξων στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ) ὡς ἰδρυτικά του μέλη ἀπό τό 1948 (οὔτε οἱ Παπικοί δέν καταδέχτηκαν ποτέ νά γίνουν μέλη τοῦ ΠΣΕ) ,
- ἡ συνοδική ἀναγνώριση τῶν Λατίνων στό Μπάλαμαντ τό 1993,
- ἡ συνοδική ἀναγνώριση τῶν Μονοφυσιτῶν στό Σαμπεζύ ἀπό 9 ὀρθόδοξες ἐκκλησίες καί οἱ μετά αὐτῶν ἑνωτικές ἀποφάσεις τῶν Πατριαρχείων Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας,
- ἡ ἐπίσημη ἀναγνώριση τοῦ βαπτίσματος καί τῆς ἱερωσύνης τῶν Λουθηρανῶν στό Φράιζινγκ ἀπό τόν Γερμανίας Αὐγουστίνο καί τήν περί αὐτόν Σύνοδο,
- ἡ δί’ ἐπιχύσεως καί ραντισμοῦ ἀντικατάσταση τῆς τριπλῆς καταδύσεως στό Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος πρός ὁμοίωσιν μέ αὐτό τῶν Λατίνων
Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΟΔΟΣ Η ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙ ΣΥΓΚΛΗΘΕΙΣΑ
(20 Νοεμβρίου 1583).
Ἡ ἀπόφασις τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου ταύτης ἔχει οὕτω:
«Σιγγίλιον Πατριαρχικῆς διατυπώσεως Ἐγκυκλίου τοῖς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς, εἰς τό μή παραδέχεσθαι τό νεώτερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος μηνολογίου, ἀλλ' ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ καί καλῶς διατυπωθεῖσι παρά τοῖς Ἁγίοις 318 (τριακοσίοις δέκα ὀκτώ) Θεοφόροις Πατράσι τῆς Αγίας Οἰκουμενικῆς Πρώτης Συνόδου μετ' ἐπιτιμίου καί ἀναθέματος.
Πᾶσι τοῖς ἐν Τριγοβυστίῳ καί ἁπανταχοῦ Χριστιανοῖς γνησίοις τέκνοις τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς. Χάρις εἴη καί εἰρήνη καί ἔλεος παρά Θεοῦ Παντοκράτορος.
Οὐ μικρά τε ζάλη τήν παλαιάν κιβωτόν κατέλαβεν, ὅτε σφοδρῶς κλυδωνιζομένη ἐφέρετο ἐπί τῶν ὑδάτων· καί εἰ μή Κύριος ὁ Θεός μνησθείς τοῦ Νῶε εὐδόκησε κοπᾶσαι τό ὕδωρ οὐδεμία ἐλπίς σωτηρίας αὐτῇ ἦν.
Οὕτω καί τήν Νέαν Κιβωτόν τῆς καθ' ἡμᾶς Ἐκκλησίας ἐπεί ἄσπονδον πόλεμον οἱ κακόδοξοι ἤγειραν καθ᾽ ἡμῶν κατά τούτων καί ἡμεῖς τόν παρόντα τόμον ἐγκαταλιπεῖν ἔγνωμεν, ὅπως τοῖς τούτῳ γεγραμμένοις ἔχετε κα-τά τῶν τοιούτων ἀσφαλεστέρως τήν ὑμετέραν Ὀρθοδοξίαν συνηγορεῖν.
Ἀλλ' ἵνα μή τοῖς ἁπλουστέροις φορτικόν εἴη τό Σύγγραμμα, ἁπλῆ διαλέκτῳ πᾶσαν ὑμῖν τήν ὑπόθεσιν καταρτίσαι ἔγνωμεν, ἥτις ἔχει οὑτωσί εἰς ἁπλῆν διάλεκτον:
Ἀπό τήν παλαιάν Ρώμην ἤλθασι τινές, ὁποῦ ἔμαθον ἐκεῖ νά λατινοφρονοῦσι, καί τό κακόν εἶναι πώς ἀπό Ρωμαῖοι τῆς Ρούμελης γεννήμματα καί θρέμματα ὄντες, ὄχι μόνο ἤλλαξαν τήν πίστιν των, ἀλλά καί πολεμοῦσι τά Ὀρθόδοξα δόγματα καί ἀληθινά τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ὅπου μᾶς παρέδωκεν αὐτός ὁ Χριστός καί οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι καί αἱ ῞Αγιαι Σύνοδοι τῶν Ἁγίων Πατέρων. ῞Οθεν τούτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες ὁρίζομεν:
……………………………………………………………………..
Ζ. Ὅποιος δέν ἀκολουθεῖ τά ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθώς αἱ ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαι Σύνοδοι ἐθεσπισαν καί τό ῞Αγιον Πάσχα καί τό Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νά ἀκολουθῶμεν καί θέλει νά ἀκολουθῆ τό νεοεφεύρετον Πασχάλιον καί Μηνολόγιον τῶν ἀθέων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καί ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καί θέλει νά ἀνατρέψῃ καί νά χαλάσῃ τά πατροπαράδοτα δόγματα καί ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τό ἀνάθεμα καί ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καί τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.
Η. Ἐσεῖς δέ οἱ εὐσεβεῖς καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, μένετε ἐν οἷς ἐμάθετε καί ἐγεννήθητε καί ὅταν τό καλέσῃ ὁ καιρός καί ἡ χρεία, αὐτό τό αἷμα σας νά χύσετε διά νά φυλάξετε τήν Πατροπαράδοτον Πίστιν καί ὁμολογίαν σας· καί φυλάγεσθε ἀπό τῶν τοιούτων καί προσέχετε, ἵνα ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σᾶς βοηθεῖ ἅμα καί ἡ εὐχή τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετά πάντων ὑμῶν, Ἀμήν.
῎Ετους ἀπό Θεανθρώπου αφπγ (1583) Ἰνδικτιῶνος ΙΒ΄ Νοεμβρίου Κ΄.
Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΙΕΡΕΜΙΑΣ
Ὁ Ἱεροσολύμων ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ
Ὁ Ἀλεξανδρείας ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ
Καί οἱ λοιποί Ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου παρόντες».
...ή όχι?
Οκ, ασε δεν θα σας τα ξαναθυμήσω...!!!!