Re: Αγιος Φιλουμενος

10
Η Ρωσική Εκκλησία ενέγραψε στο Αγιολόγιο τον Ιερομάρτυρα Φιλούμενο


Συνήλθε τη Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010, η Αγία και Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αγία Πετρούπολη.

Τα μόνιμα μέλη της Ιεράς Συνόδου είναι ο Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Βλαδίμηρος, ο Μητροπολίτης Αγίας Πετρουπόλεως και Λάντογκας Βλαδίμηρος, ο Πατριαρχικός Έξαρχος πάσης Λευκορωσίας Μητροπολίτης Μίνσκ και Σλούτσκ Φιλάρετος, ο Μητροπολίτης Κρουτίτσης και Κολόμνας Ιουβενάλιος, ο Μητροπολίτης Κισινγιόβ και πάσης Μολδαβίας Βλαδίμηρος, ο Πρωτοσυγκελεύων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Σαράνσκ και Μορδοβίας Βαρσανούφιος και ο Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων.

Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Πατριάρχης Κύριλλος τόνισε ότι «η ημερησία διάταξη περιλαμβάνει τα τρέχοντα ζητήματα της δραστηριότητας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τα μέλη της Ιεράς Συνόδου θα ασχολούνται με τα αποτελέσματα των Πατριαρχικών επισκέψεων και διάφορων εκδηλώσεων καθώς και με την αξιολόγηση της δράσης της Διασυνοδικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε πρόσφατα».

Επίσης, ο Πατριάρχης ανέφερε ότι «πρόκειται να αντιμετωπισθεί μια σειρά σπουδαίων θεμάτων σχετικά με την ανασυγκρότηση της κεντρικής εκκλησιαστικής διοίκησης», συνεχίζοντας «καθώς αποδεικνύει η ζωή, πρέπει να συνεχίζουμε το έργο μας σχετικά με την τελειοποίηση του συστήματος της κεντρικής εκκλησιαστικής διοίκησης και πρέπει να το συζητήσουμε σήμερα, όπως και μια σειρά σπουδαίων διορισμών μέσα στην Ιεραρχία».

Να αναφερθεί, ότι η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της συνεδρίας της, εξέτασε την έκθεση του Προέδρου του Τμήματος των Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, Μητροπολίτη Βολοκολάσμκ κ. Ιλαρίωνα σχετικά με την αγιοποίηση του ιερομάρτυρα Φιλούμενου, Ηγουμένου του Φρέατος του Ιακώβ.

Τέλος, η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Μόσχας με απόφασή της ενέγραψε το όνομα του ιερομάρτυρα Φιλούμενου στο Αγιολόγιο της Ρωσικής Εκκλησίας, και καθιέρωσε η μνήμη του να εορτάζετε στις 16/ 29 Νοεμβρίου όπως ορίστηκε από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.

Ρομφαία
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: Αγιος Φιλουμενος

11
Η αγιοκατάταξή του έγινε την Κυριακή, 29 Νοεμβρίου, από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων


ΚΩΣΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΟΦΤΑΣ

Ο Φιλούμενος για οκτώ χρόνια που ασκήτευε, δεν κάθισε ποτέ σε τραπέζι για να φάει, αλλά έτρωγε όρθιος και μέσα σε κατσαρόλα, για άσκηση και απλότητα

Την Κυριακή, 29 Νοεμβρίου, στο Φρέαρ του Ιακώβ στην παλαιστινιακή πόλη Ναπλούς, τον ιερό χώρο όπου υπηρέτησε και μαρτύρησε τελικά ο Κύπριος Αρχιμανδρίτης Φιλούμενος, η λειτουργία και Πράξη της αγιοκατάταξής του, της κατάταξής του δηλαδή στο επίσημο αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην τελετή προέστη ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος αφού ο Φιλούμενος, που δολοφονήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1979 από φανατικούς Εβραίους, καταγόταν από το χωριό Ορούντα που υπάγεται στη Μητρόπολη Μόρφου. Μας είπε σχετικά ο Μητροπολίτης Μόρφου: «Θυμάμαι το 1979, ενώ ήμουν στο καράβι πηγαίνοντας στην Αθήνα να σπουδάσω, διάβασα ότι ο Αρχιμανδρίτης Φιλούμενος Ορουντιώτης δολοφονήθηκε από Εβραίους στο Φρέαρ του Ιακώβ και μου έκανε εντύπωση. Πού να ήξερα ότι θα γίνω Επίσκοπος στο χωριό του και ότι θα βρω αυτήν την τιμή να εμπλακώ στην αγιοκατάταξή του...».


Έμπρακτη αγιοποίηση από το λαό



Την απόφαση αγιοκατάταξης του Φιλουμένου έλαβε το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων μετά από σύσταση της Μητρόπολης Μόρφου. Ο Μητροπολίτης Νεόφυτος, σε συνομιλία που είχαμε μαζί του χθες Κυριακή, μετά που τέλεσε τρισάγιο στον τάφο των γονιών του Αγίου Φιλουμένου, στην Ορούντα, μας ανέφερε: «Από το 2000 διαπιστώσαμε ότι ο λαός σε όλη την Κύπρο και όχι μόνο στο χωριό του την Ορούντα, τον θεωρούσε ως Άγιο και ως τέτοιο τον τιμούσε. Του έκαναν εικόνες και λειτουργίες, του κάναμε Ακολουθία κι εμείς ως Μητρόπολη Μόρφου. Στην ουσία αναγνωρίστηκε Άγιος έμπρακτα από το λαό όπως γίνεται σε όλη την Ορθοδοξία. Αναγνωρίστηκε ότι αυτός ο άνθρωπος είχε κάτι ξεχωριστό, ότι μετά θάνατον ακούει, ότι ζει μετά θάνατον και ακούει προσευχές, δεήσεις και παρακλήσεις. Εμείς μαζέψαμε τα στοιχεία, εκδώσαμε ένα βιβλίο για τον Άγιο, τα στείλαμε στα Ιεροσόλυμα και πληροφορήσαμε σχετικά το Πατριαρχείο. Το Πατριαρχείο ανταποκρίθηκε θετικά, και αφού προηγήθηκαν συναντήσεις μας με τον Πατριάρχη Θεόφιλο τα τελευταία τρία χρόνια. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων παμψηφεί αποφάσισε να τον κατατάξει επίσημα πια στους Αγίους, αφού ο λαός προέτρεξε κι εμείς συμφωνήσαμε με αυτόν».


Από εύπορη οικογένειας της Λευκωσίας



Σύμφωνα με τον ερευνητή Κωστή Κοκκινόφτα, ο Σοφοκλής Χασάπης, όπως ήταν το λαϊκό όνομα του πατρός Φιλουμένου, γεννήθηκε το 1913 στην ενορία Αγίου Σάββα στη Λευκωσία. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον Αλέξανδρο, τον μετέπειτα Αρχιμανδρίτη Ελπίδιο, έναν άλλο εξέχοντα Κύπριο κληρικό του 20ού αιώνα. Οι γονείς τους, Γιώργος και Μαγδαληνή Χασάπη ή Ορουντιώτη όπως ήταν γνωστότεροι, αφού κατάγονταν από το χωριό Ορούντα, απέκτησαν 13 παιδιά από τα οποία επέζησαν τελικά τα 10, 7 αγόρια και 3 κορίτσια. Η οικογένεια διέμενε σε ιδιόκτητο σπίτι στην ενορία του Αγίου Σάββα, ήταν αρκετά εύπορη και συντηρείτο από την εργασία του πατέρα, που είχε στην ιδιοκτησία του φούρνο και πανδοχείο. Η μητέρα είχε ως μοναδική της απασχόληση τη φροντίδα του σπιτικού, όπως βέβαια και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Άνθρωποι ευλαβέστατοι, μετέτρεψαν ένα από τα δωμάτια του σπιτιού τους σε εικονοστάσι και προσευχητάριο, στο οποίο κατέφευγαν όλα τα μέλη της οικογένειας.


Σταυροβούνι και Παλαιστίνη


Όπως αναφέρει ο Κωστής Κοκκινόφτας, λίγα χρόνια μετά την αποφοίτησή τους από το δημοτικό σχολείο τον Ιούλιο 1928, χωρίς να ενημερώσουν τους γονείς τους, τα δίδυμα αδέλφια έφυγαν κρυφά από τους γονείς τους στο ιστορικό μοναστήρι του Σταυροβουνιού, ξακουστό για την ησυχαστική και ασκητική του παράδοση. Ο πατέρας τους τούς επισκέφθηκε δύο ημέρες μετά και τους έδωσε την ευχή του, όταν διαπίστωσε ότι ήθελαν να παραμείνουν στο μοναστήρι.


Η ζωή τους, όμως, έμελλε να πάρει διαφορετική πορεία όταν το 1934 επισκέφθηκε το μοναστήρι ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιορδάνου Τιμόθεος Θέμελης (1878-1955), μετέπειτα Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Ο Θέμελης πρότεινε στον ηγούμενο Βαρνάβα και στον πατέρα των διδύμων αδελφών να τους πάρει μαζί του στα Ιεροσόλυμα, όπου και θα φοιτούσαν στο εκεί Γυμνάσιο. Ο πατέρας των παιδιών έδωσε και πάλι την ευχή του, αφού αυτή ήταν και η επιθυμία τους. Την ίδια χρονιά αναχώρησαν για την Παλαιστίνη. Ο Αλέξανδρος το 1937 κάρηκε μοναχός και μετονομάσθηκε σε Ελπίδιο. Πέθανε στο Άγιον Όρος το 1983, αφού είχε υπηρετήσει σε διάφορα μέρη, στην Αθήνα, στο Λονδίνο, στην Οδησσό και στην Κύπρο.


Αθόρυβη και ταπεινή ζωή


Ο πατήρ Φιλούμενος είχε μια εντελώς διαφορετική πορεία από τον αδελφό του, αφού παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του στο χώρο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Κάρηκε μοναχός το 1937 και το 1948 προχειρίσθηκε σε Αρχιμανδρίτη. Υπηρέτησε σε πολλά διακονήματα και προσκυνήματα στην Παλαιστίνη. Τελικά στις 8 Μαΐου 1979 διορίστηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ, όπου και μαρτύρησε. Όπως έγραψε ο Κ. Κοκκινόφτας, σε όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του ως μέλος της Αγιοταφίτικης αδελφότητας, ο πατήρ Φιλούμενος έζησε αθόρυβα και ταπεινά. Η ασκητική ζωή και η ακρίβεια της τήρησης των μοναχικών ιδεωδών, ήταν τα κυριότερα χαρακτηριστικά που τον διέκριναν. Πολλές φορές έκανε και τον σαλό (Σ.Σ τον «σαλεμένο») για να κρύβεται από τον κόσμο. («Έκανε μερικές χαζομάρες για να μη δείξει την αγιότητά του», όπως το διατύπωσε ο Μητροπολίτης Νεόφυτος). Αναφέρεται ανάμεσα στα άλλα πως για οκτώ χρόνια που ασκήτευε μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Λύδδης Υμέναιο δεν κάθισαν ποτέ σε τραπέζι για να φάνε, αλλά έτρωγαν όρθιοι και μέσα σε κατσαρόλα, για άσκηση και απλότητα.

ΕΝΘΕΤΟ

«Αυτός που ήταν ο πιο αφανής, τον φανέρωσε ο Θεός»

Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος: «Για την Εκκλησία το σημαντικό είναι να γεννά Αγίους. Η ενέργεια του Θεού είναι η αγιότητα, όπως του ηλεκτρισμού η θερμότητα και του ήλιου η λάμψη. Στο μέτρο που ένας άνθρωπος γίνεται άγιος τότε έχει λόγο να υπάρχει η Εκκλησία. Τα εθνικά και τα ηθικά κηρύγματα είναι δευτερεύοντα για την Εκκλησία. Το πρωτεύον είναι να γεννά Αγίους. Και πρέπει να πω ότι με συγκινούσε πολύ που ο Άγιος Φιλούμενος ήταν αφανής. Στις φωτογραφίες που έχουμε, είναι πάντα χωσμένος. Κι αυτός που ήταν ο πιο χωσμένος, τον φανέρωσε ο Θεός».

Ένας Άγιος σε κάσα διπλοκάμπινου
Μητροπολίτης Μόρφου: «Πέρσι τον Αύγουστο μεταφέραμε το λείψανο του Αγίου Φιλουμένου από την Ιερατική Σχολή της Σιών, στον τόπο του μαρτυρίου του στο Φρέαρ του Ιακώβ, στη Ναπλούς, αφού περάσαμε δύο οδοφράγματα Ισραηλινών στρατιωτών. Σκέψου έναν Άγιο και τον είχαμε σε μια κάσα διπλοκάμπινου για απόκρυψη. Δεν μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ο Άγιος που σκότωσαν οι Εβραίοι. Μας ρώτησαν "τι σας είναι ο νεκρός;". Τους είπαμε ότι είναι συγγενής μας και πατέρας μας - και βεβαίως λέγαμε αλήθεια γιατί πνευματικά είναι συγγενής και πατέρας μας.... Ο Πατριάρχης μάς έδωσε ένα τεμάχιο από το λείψανο του Αγίου και το φέραμε στο γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Ορούντας, που αναβίωσε τα τελευταία δέκα χρόνια και είναι το κέντρο της τιμής του».


sigmalive
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Αγιος Φιλουμενος

12
phpBB [video]
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Αγιος Φιλουμενος

14
Εικόνα
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Re: Αγιος Φιλουμενος

15
29 Νοεμβρίου 1979: Ο Κύπριος νεομάρτυρας Φιλούμενος κατακρεουργείται από φανατικούς Σιωνιστές

Ο Άγιος Φιλούμενος κατά κόσμο Σοφοκλής Χασάπης κατάγονταν από το χωριό Ορούντα της επαρχίας Μόρφου και γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1913.

Γονείς του ήταν οι Ευσεβείς Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον π. Ελπίδιο κατά κόσμον Αλέξανδρος. Και οι δύο από μικροί ξεχώριζαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό. Καλή παιδαγωγό και δασκάλα της ευσεβείας είχαν τη γιαγιά τους Λωξάντρα, η οποία τους ζητούσε να της διαβάζουν βίους αγίων.

Σε ηλικία δέκα ετών οι δύο αδελφοί περίμεναν να αποκοιμηθεί ο μεγαλύτερος τους αδελφός και ύστερα σηκώνονταν και προσεύχονταν κρυφά για ώρες.

Έτσι από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή.

Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στην Σχολή της Αγίας Σιών.

Ο πατήρ Ελπίδιος μετά από δώδεκα έτη διακονίας στα Ιεροσόλυμα συνέχισε τον εκκλησιαστικό του βίο σε διάφορα μέρη της Ορθοδοξίας και εκοιμήθη στο Άγιο Όρος στις 29 Νοεμβρίου 1983

Ο Φιλούμενος έμεινε στην αγία γη για 46 έτη διακονώντας την εκεί αδελφότητα του Πατριαρχείου, ως φύλακας αγίων τόπων, αλλά εξαιρέτως αγίων τρόπων.

Τελευταίος σταθμός της διακονίας του ήταν το Φρέαρ του Ιακώβ, το οποίον έγινε τόπος του μαρτυρίου του.

Μοναχός με υπακοή πηγαίνει, όπου η «Αγιοταφική Αδελφότης» τον στέλνει. Έτσι τον γνώρισε σχεδόν όλη η Παλαιστίνη. Βηθλεέμ, Άγιος Κωνσταντίνος Τιβεριάδος, Ιόππη, Ραμάλα, Άγιος Σάββας, Άγιος Θεοδόσιος, Προφήτης Ηλίας και τελευταία το φρέαρ του Ιακώβ τον αισθάνονται κοντά τους λειτουργό του Θεού του Υψίστου, που δεν παύει ν' απευθύνει στο Θεό του ελέους παρακλήσεις, δεήσεις, αίνους και δοξολογίες, ευχαριστίες ...Και αυτά έως τις 29 του Νοέμβρη του 1979.

Στις 29 Νοεμβρίου 1979, ημέρα της ονομαστικής του εορτής, φανατικοί σιωνιστές, που διεκδικούσαν το προσκύνημα ως δικό τους, τον βασάνισαν και τελικά τον κατακρεούργησαν με τσεκούρι, την ώρα του εσπερινού.

Μια εβδομάδα πριν, μια ομάδα φανατικών σιωνιστών πήγε στο μοναστήρι του Φρέαρ του Ιακώβ, ισχυριζόμενοι ότι ήταν Εβραϊκός ιερός τόπος και απαιτώντας όπως όλοι οι Σταυροί και οι εικόνες να απομακρυνθούν. Βέβαια, ο άγιος επεσήμανε ότι το πάτωμα στο οποίο ήταν τώρα είχε κατασκευαστεί από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο πριν από το 331 μ.Χ. και ότι χρησιμοποιήθηκε ως Ορθόδοξος Χριστιανικός ιερός τόπος για δεκαέξι αιώνες πριν το ισραηλινό κράτος έχει δημιουργηθεί, και ότι ήταν στα χέρια των Σαμαρειτών οκτώ αιώνες πριν από αυτό, (το υπόλοιπο του αρχικού ναού είχε καταστραφεί κατά την εισβολή του Σάχη Χοσράν Παρνίς στον έβδομο αιώνα, κατά την οποία οι Εβραίοι είχαν σφαγιάσει όλους τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ.)

Η ομάδα έφυγε με απειλές, ύβρεις και αισχρότητες του είδους που οι ντόπιοι χριστιανοί υποφέρουν τακτικά. Μετά από λίγες μέρες, στις 29 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια μιας χειμαρρώδους νεροποντής, μια ομάδα σιωνιστών γύρισε στο μοναστήρι. Ο άγιος είχε ήδη βάλει το πετραχήλι του για τον Εσπερινό. Η αποσπασματική κοπή των τριών δακτύλων με το οποίο έκανε το σημείο του Σταυρού του, έδειξε ότι είχε βασανιστεί σε μια προσπάθεια να τον κάνουν να αρνηθεί την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη. Το πρόσωπο του είχε χαραχθεί άγρια στη μορφή του Σταυρού. Η εκκλησία και ιερά σκεύη είχαν όλα καταστραφεί από την διάπραξη της ιεροσυλίας.

Το σκήνωμα του αγίου παραδόθηκε στους ορθοδόξους μετά από 6 μέρες, αλλά διατηρούσε την ευκαμψία του και ετάφη στο κοιμητήριο της Αγίας Σιών. Μετά από τέσσερα χρόνια στην ανακομιδή των ιερών του λειψάνων, το σώμα βρέθηκε άφθαρτο και ευωδίαζε. Τότε, έκλεισαν τον τάφο και τον ξανάνοιξαν τα Χριστούγεννα του 1984, οπότε το ιερό σκήνος διατηρούσε μερική αφθαρσία και το τοποθέτησαν σε υάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του ιερού βήματος στο ναό της Αγίας Σιών.

Σύμφωνα με τον Ιερομόναχο Σωφρόνιο Αγιοταφίτη:

….Από τον καιρό που πήγε εκεί ολο και τον φοβέριζαν. Αυτός όμως ήξερε τα Εβραϊκά και τους αποστόμωνε. Δεν ειδοποίησε ποτέ την αστυνομία να το έχει υποψιν της και ούτε το φαντάζονταν ότι θα τον σκότωναν….Στις 16 Νοέμβριου ( 29 Νοέμβριου με το νέο ημερολόγιο) είχε μεγάλη βροχή, αστραπές, βροντές, χαλασμέ Κυρίου όλη μέρα. Βρήκαν ευκαιρία, που δεν υπήρχε κανένας λόγω της κακοκαιρίας, πήγαν και τον σκότωσαν μέσα στο φρέαρ του Ιακώβ. Την ώρα που έκανε εσπερινό, εκείνη την ώρα όρμησαν, Κύριος οίδε πόσοι ήσαν και τον σκότωσαν με το τσεκούρι στα μούτρα και στο δεξί χέρι, κόβοντας τα δάκτυλα του. Επίσης η σιαγόνα του και το ένα μάτι του βγαλμένο και το άλλο κτυπημένο….Αλλά αφού τον σκότωσαν έριξαν και χειροβομβίδα έξω στην προσκομιδή και τα έκαμαν όλα κομμάτια. Ούτε μανουάλια άφησαν γερά, ούτε εικόνες. Και αυτόν τον Εσταυρωμένον του έκοψαν το χέρι του το αριστερό. Τα άγια ποτήρια χυμένα. Ήταν τόσο τρομερή η κατάσταση σαν να μην κατοικούσε άνθρωπος μέσα από χρόνια….

Η αγιοκατάταξή του έγινε την Κυριακή, 29 Νοεμβρίου 2009, από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
http://redskywarning.blogspot.com/
ΣΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΟΝ ΚΟΡΦΟ ΩΣ ΠΟΤΕ ΘΑ ΦΩΛΙΑΖΟΥΝ ΗΓΕΤΕΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ.\nΟΥ ΠΟΣΟΙ ΑΛΛΑ ΠΟΥ.

Re: Αγιος Φιλουμενος (29 Nοεμβρίου)

16
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ

ΦΙΛΟΥΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ

ΜΝΗΜΗΝ ΕΠΙΤΕΛΟΥΜΕΝ ΜΗΝΙ ΝΟΕΜΒΡΙῼ ΚΘ΄



Ἐν τῷ Μικρῷ Ἑσπερινῷ. Μετὰ τὸν Προοιμιακὸν εἰς τὸ «Κύριε ἐκέκραξα» ἱστῶμεν στίχους δ' καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια.

Ἦχος δ'. Ὡς γενναῖον ἐν μάρτυσι.

Τῆς Ὀρούντης ἐκβλάστημα, νήσου Κύπρου καλλώπισμα καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σιωνίτιδος, νεοπαγὲς περιτείχισμα, Φιλούμενε πάνσοφε, ἀνυμνοῦντές σε φαιδρῶς, ἀνακράζομεν ἄριστε, ἱερόαθλε, μὴ ἐλλίπῃς Χριστὸν καθικετεύων ἀπαλλάξαι σοὺς ἱκέτας τῆς τοῦ δολίου φαυλότητος.



Ὡς θησαύρισμα πάντιμον τὸ σὸν ἄφθαρτον σκήνωμα, ἐκ τοῦ τάφου, ἅγιε, ἀνεκόμισαν, χαριτωθὲν θείῳ Πνεύματι καὶ τοῦτο μετήγαγον εἰς Σιών περικλεὲς ἀθλοφόρε, Φιλούμενε, ἵνα πάντοτε, προσκυνοῦντες αὐτὸ μετ’ εὐλαβείας τὴν σὴν χάριν ἀπαντλῶμεν τὴν ἐξ αὐτοῦ ἀναβλύζουσαν.



Χριστοκτόνων οἱ ἔκγονοι ἀπηνῶς σε ἀπέκτειναν ἐν ἐσχάτοις χρόνοις, σεπτὲ Φιλούμενε, παρὰ τὸ Φρέαρ τὸ ἅγιον, παρ’ ᾧπερ ὑπήντησε Σαμαρείτιδι Χριστός, ὁ θεάνθρωπος Κύριος, ὃς παρέλαβε, τὴν ἁγίαν ψυχήν σου εἰς σκηνώσεις οὐρανίου εὐφροσύνης καὶ θείας μακαριότητος.



Ἱερέων τὸ ἔκτυπον καὶ μαρτύρων τὸ καύχημα, ἀνυμνείσθω σήμερον θείοις ᾄσμασιν, ὁ θεοφόρος Φιλούμενος, πυρσὸς ὁ πολύφωτος, τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, εὐσεβείας καὶ χάριτος, ἀμαρύγμασι, καὶ ἀρίστης ἀθλήσεως ἀκτῖσιν, ὁ αὐγάζων Ὀρθοδόξων τῆς ὑφηλίου ὁμήγυριν.

Δόξα. Ἦχος β΄.

Τὸν τοῦ μαρτυρίου γευθέντα ποτήριον παρὰ τοῦ Ἰακὼβ τὸ ζωήρρυτον Φρέαρ, Φιλούμενον, τὸν νέον ἱερόαθλον, οἱ πιστοί, εὐφημήσωμεν· οὗτος γὰρ διψῶν παιδιόθεν τὴν ἀγάπην καὶ δικαιοσύνην τοῦ Κυρίου ἔδραμεν ὡς ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῆς σωτηρίας, τὸ Σταυροβούνιον καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους· καὶ νῦν, Χριστῷ, τῇ πηγῇ τῆς ζωῆς, συνευφραινόμενος ἀδιαλείπτως Αὐτῷ πρεσβεύει ἁγιάσαι τοὺς πόθῳ τὸν λόγον ὀρθοτομοῦντας τῆς ἀληθείας.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.



Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια.

Ἦχος β΄. Οἶκος τοῦ Ἐφραθᾶ.

Αἵμασιν ἱεροῖς τὴν σὴν στολὴν φοινίξας παρὰ τὸ Φρέαρ, μάρτυς, τοῦ Ἰακὼβ εἰσῆλθες, εἰς τὴν Ἐδέμ, Φιλούμενε.

Στίχ. Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.

Ἄνθος νεοθαλὲς Ὀρούντης εὐωδία, ἐμύρισας σῶν ἄθλων, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, θεοτερπὲς Φιλούμενε.

Στίχ. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐξανθησει.

Χαῖρε, τῶν ἀθλητῶν καὶ Ἱερέων κλέος, σεπτῶν ἱεροάθλων, ὁμόζηλε τῶν πάλαι, Φιλούμενε τρισόλβιε.

Δόξα. Τριαδικόν.

Δύναμιν δαψιλῶς, λαβὼν Τριὰς Ἁγία, παρὰ τῆς χάριτός Σου, ἐδόξασε σὸν κράτος, ἀθλήσει ὁ Φιλούμενος.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Φίλος τοῦ σοῦ Υἱοῦ, ὑπάρχων Θεοτόκε, Φιλούμενος ὁ θεῖος ὑπὲρ Αὐτοῦ προθύμως, ἐν τῇ Συχὲμ ἐνήθλησε.



Ἀπολυτίκιον.

Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τοῦ Ὑψίστου τὸν φίλον τὸν γνησιώτατον, παρὰ τὸ Φρέαρ ἀρτίως κτανθέντα τοῦ Ἰακώβ, μιαιφόνοις τῶν ἐχθρῶν χερσὶ τῆς πίστεως, θεῖον Φιλούμενον, πιστοί, εὐφημήσωμεν λαμπρῶς, βοῶντες· Χριστῷ μὴ παύσῃ, ἱερομάρτυς, πρεσβεύων ἡμῶν παθῶν σκεδάσαι ζόφωσιν.

Ἕτερον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς Ὀρούντης τὸν γόνον, νήσου Κύπρου τὸ βλάστημα, καὶ ἱερομάρτυρα νέον Ἰακὼβ θείου Φρέατος, Φιλούμενον, τιμήσωμεν, πιστοί, ὡς πρόμαχον τῆς πίστεως ἡμῶν, καὶ ἀήττητον ὁπλίτην, Χριστοῦ τῆς ἀληθείας πόθῳ κράζοντες· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἀφθαρτίσαντι, δόξα τῷ σὲ ἡμῖν χειραγωγὸν πρὸς πόλον δείξαντι.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Τοῦ Γαβριὴλ φθεγξαμένου σοι Παρθένε τὸ χαῖρε, σὺν τῇ φωνῇ ἐσαρκοῦτο ὁ τῶν ὅλων Δεσπότης, ἐν σοὶ τῇ ἁγίᾳ κιβωτῷ, ὡς ἔφη ὁ δίκαιος Δαβίδ, ἐδείχθης πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν, βαστάσασα τὸν κτίστην σου. Δόξα τῷ ἐνοικήσαντι ἐν σοί, δόξα τῷ προελθόντι ἐκ σοῦ· δόξα τῷ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς διὰ τοῦ τόκου σου.



Μεγάλῳ Ἐσπερινῷ.



Μετὰ τὸν Προοιμιακὸν ψάλλομεν τὴν α' στάσιν τοῦ «Μακάριος ἀνήρ». Εἰς δὲ τὸ «Κύριε ἐκέκραξα» ἱστῶμεν στίχους στ' καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια.

Ἦχος α΄. Τῶν οὐρανίων ταγμάτων.

ᾈσματικῶς συνελθόντες πανηγυρίσωμεν, ἐπιτελοῦντες μνήμην, Φιλουμένου τοῦ θείου· ἀρτίως γὰρ ἀσκήσει καθαγνισθείς, δι’ ἀθλήσεως ἔλαμψε, καὶ κατ’ ἀξίαν ἐδέξατο ἐκ Θεοῦ, νίκης στέφανον ἀμάραντον.



Τὸν κατιδόντα ἡλίου τὸ φῶς, Φιλούμενον, ἐν τῇ Ὀρούντῃ Κύπρου, καὶ ἐκλάμψαντα κόσμῳ, ἀκτῖσιν εὐσεβείας καὶ ἀρετῆς, καὶ ἀρίστης ἀθλήσεως, ὡς νέον πάντες ὑμνήσωμεν εὐλαβῶς, τοῦ Χριστοῦ Ἱερομάρτυρα.



Ὡς ὁλοκάρπωμα, μάρτυς, καὶ θεῖον σφάγιον, Χριστῷ τῷ Ζωοδότῃ, Ἰησοῦ προσηνέχθης, Φιλούμενε τρισμάκαρ· ὅθεν Αὐτοῦ, ἠξιώθης λαμπρότητος, τῆς ὑπὲρ λόγον ἐν δώμασιν οὐρανῶν, ἱερόαθλε θειότατε.



Καταλιπὼν τὴν σὴν στέγην εἰς Σταυροβούνιον, προσῆλθες, θεοφόρε, σὺν τῷ σῷ αὐταδέλφῳ, ἐν ᾧπερ διεκρίθης ὑπακοῆς, ὡς πυξίον Φιλούμενε, καὶ ὡς κρηπὶς θεαρέστου διαγωγῆς, εὐσεβείας καὶ σεμνότητος.



Τῆς τοῦ Κυρίου ἀγέλης ἀμνὲ νεόσφακτε, καινὸν τῆς Ἐκκλησίας, περιτείχισμα πάτερ, Φιλούμενε τρισμάκαρ, καὶ ἀρραγὲς καὶ νεότευκτον στήριγμα, τῆς εὐσεβείας, τιμῶμέν σε εὐλαβῶς, Ὀρθοδόξων τὰ συστήματα.



Παρὰ τὸ πάνσεπτον Φρέαρ τῆς Σαμαρείτιδος, ἀγρίως ἀπεκτάνθης, μιαιφόνων πελέκει, ἐν χρόνοις τοῖς ἐσχάτοις, μάρτυς Χριστοῦ, θεοφόρε Φιλούμενε, καὶ τοῖς χοροῖς ἀηττήτων καὶ εὐσταλῶν ἀθλοφόρων συνηρίθμησαι.

Δόξα. Ἦχος πλ. β΄.

Τῇ ἀσκήσει προγυμνασθεὶς καὶ ἀξιωθεὶς τῆς ἱερωσύνης, ἣν Κύριος ἐστέρησε τοῖς Αὐτοῦ Ἀγγέλοις, ἰσαγγέλως ἐπολιτεύσω ἐν τοῖς θεοβαδίστοις Τόποις, Φιλούμενε παμμακάριστε· ὑπὲρ γὰρ σαυτὸν καὶ πάντα τὰ προσφιλῆ καὶ ῥέοντα φιλῶν τὸν Κύριον, τὸν φωτισμὸν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐδέξω τῆς χάριτος καὶ φῶς γέγονας τοῖς πᾶσιν ἀρετῆς καὶ ἀθλήσεώς σου ἐπιδείξει· καὶ νῦν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν τὰ γέρα δεξάμενος ἱερεῦσιν ὁσίοις καὶ μάρτυσι συναγάλλῃ καὶ Κυρίῳ πρεσβεύεις ἐλεηθῆναι τάς ψυχὰς τῶν τιμώντων ἐν ᾄσμασι τοὺς ἄθλους σου.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Τίς μὴ μακαρίσει σε, Παναγία Παρθένε; τίς μὴ ἀνυμνήσει σου, τὸν ἀλόχευτον τόκον; ὁ γὰρ ἄχρονος ἐκ Πατρός, ἐκλάμψας Υἱὸς μονογενής, ὁ αὐτὸς ἐκ σοῦ τῆς ἁγνῆς προῆλθεν, ἀφράστως σαρκωθείς, φύσει Θεὸς ὑπάρχων, καὶ φύσει γενόμενος ἄνθρωπος δι' ἡμᾶς· οὐκ εἰς δυάδα προσώπων τεμνόμενος, ἀλλ’ ἐν δυάδι φύσεων, ἀσυγχύτως γνωριζόμενος. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ παμμακάριστε, ἐλεηθῆναι τάς ψυχὰς ἡμῶν.



Εἴσοδος. Φῶς ἱλαρόν. Τὸ Προκείμενον τῆς ἡμέρας καὶ τὰ Ἀναγνώσματα.

Παροιμιῶν τὸ Ἀνάγνωσμα.

(Κεφ. η΄. 12-21)

Ἐγὼ ἡ σοφία κατεσκήνωσα βουλὴν καὶ γνῶσιν καὶ ἔννοιαν ἐγὼ ἐπεκαλεσάμην. Φόβος Κυρίου μισεῖ ἀδικίαν, ὕβριν τε καὶ ὑπερηφανίαν καὶ ὁδοὺς πονηρῶν· μεμίσηκα δὲ ἐγὼ διεστραμμένας ὀδοὺς κακῶν. Ἐμὴ βούλησις καὶ ἀσφάλεια, ἐμὴ φρόνησις, ἐμὴ δὲ ἰσχύς· δι’ ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσι καὶ οἱ δυνάσται γράφουσι δικαιοσύνην· δι’ ἐμοῦ μεγιστᾶνες μεγαλύνονται καὶ τύραννοι δι’ ἐμοῦ κρατοῦσι γῆς. Ἐγὼ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δὲ ἐμὲ ζητοῦντες εὑρήσουσι χάριν. Πλοῦτος καὶ δόξα ἐμοὶ ὑπάρχει καὶ κτῆσις πολλῶν καὶ δικαιοσύνη. Βέλτιον ἐμὲ καρπίζεσθαι ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον, τὰ δὲ ἐμὰ γεννήματα κρείσσω ἀργυρίου ἐκλεκτοῦ. Ἐν ὁδοῖς δικαιοσύνης περιπατῶ καὶ ἀνὰ μέσον τρίβων δικαιοσύνης ἀναστρέφομαι, ἵνα μερίσω τοῖς ἐμὲ ἀγαπῶσιν ὕπαρξιν καὶ τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν ἐμπλήσω ἀγαθῶν. Ἐὰν ἀναγγείλω ὑμῖν τὰ καθ' ἡμέραν γινόμενα, μνημονεύω τὰ ἐξ αἰῶνος ἀριθμῆσαι.

Σοφίας Σολομῶντος τὸ Ἀνάγνωσμα.

(γ´. 1-9).

Δικαίων ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος. Ἔδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι, καὶ ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν, καὶ ἡ ἀφ᾿ ἡμῶν πορεία σύντριμμα· οἱ δέ εἰσιν ἐν εἰρήνῃ. Καὶ γὰρ ἐν ὄψει ἀνθρώπων ἐὰν κολασθῶσιν, ἡ ἐλπὶς αὐτῶν ἀθανασίας πλήρης. Καὶ ὀλίγα παιδευθέντες, μεγάλα εὐεργετηθήσονται· ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτούς, καὶ εὗρεν αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ. Ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτούς, καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αὐτούς. Καὶ ἐν καιρῷ ἐπισκοπῆς αὐτῶν ἀναλάμψουσι, καὶ ὡς σπινθῆρες ἐν καλάμῃ διαδραμοῦνται. Κρινοῦσιν ἔθνη, καὶ κρατήσουσι λαῶν, καὶ βασιλεύσει αὐτῶν Κύριος εἰς τοὺς αἰῶνας. Οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτόν, συνήσουσιν ἀλήθειαν, καὶ οἱ πιστοὶ ἐν ἀγάπῃ προσμενοῦσιν αὐτῷ· ὅτι χάρις καὶ ἔλεος ἐν τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, καὶ ἐπισκοπὴ ἐν τοῖς ἐκλεκτοῖς αὐτοῦ.

Σοφίας Σειρὰχ τὸ Ἀνάγνωσμα.

(Κεφ. γ'. 17-29)

Τέκνον, ἐν πραΰτητι τὰ ἔργα σου διέξαγε καὶ ὑπὸ ἀνθρώπου δεκτοῦ ἀγαπηθήσῃ. Ὅσῳ μέγας εἶ, τοσούτῳ ταπείνου σεαυτόν, καὶ ἔναντι Κυρίου εὑρήσεις χάριν ὅτι μεγάλη ἡ δυναστεία τοῦ Κυρίου καὶ ὑπὸ τῶν ταπεινῶν δοξάζεται. Χαλεπώτερά σου μὴ ζήτει καὶ ἰσχυρότερά σου μὴ ἐξέταζε· ἃ προσετάγη σοι, ταῦτα διανοοῦ, οὐ γὰρ ἔστι χρεία τῶν κρυπτῶν. Ἐν τοῖς περισσοῖς τῶν ἔργων σου μὴ περιεργάζου· πλείονα γὰρ συνέσεως ἀνθρώπων ὑπεδείχθη σοι· πολλοὺς γὰρ ἐπλάνησεν ἡ ὑπόληψις αὐτῶν καὶ ὑπόνοια πονηρὰ ὠλίσθησε διανοίας αὐτῶν. Κόρας μὴ ἔχων ἀπορήσεις φωτός, γνώσεως δὲ ἄμοιρος ὢν μὴ ἐπαγγέλου. Καρδία σκληρὰ κακωθήσεται ἐπ’ ἐσχάτων καὶ ὁ ἀγαπῶν κίνδυνον ἐν αὐτῷ ἐμπεσεῖται. Καρδία σκληρὰ βαρυνθήσεται πόνοις καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς προσθήσει ἁμαρτίαν ἐφ’ ἁμαρτίαις. Ἐπαγωγὴ ὑπερηφάνου οὐκ ἔστιν ἴασις, φυτὸν γὰρ πονηρίας ἐρρίζωσεν ἐν αὐτῷ. Καρδία συνετοῦ διανοηθήσεται παραβολὴν καὶ οὖς ἀκροατοῦ ἐπιθυμία σοφοῦ.



Εἰς τὴν Λιτήν, Ἰδιόμελα.

Ἦχος α΄.

Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ, φιλεόρτων ἡ ὁμήγυρις, θαυμαστῶς δεδοξασμένον ὁρῶσα ἐν τοῖς θείοις σκηνώμασι Φιλούμενον, τὸν νέον ἱερομάρτυρα· φίλος γὰρ γνησιώτατος τοῦ Κυρίου χρηματίσας καὶ τῆς ἀρετῆς συνοδίτης καὶ σύνοικος μαρτυρικοῦ τέλους ἔτυχε καὶ διπλῶν ἠξιώθη στεφάνων· διὸ νῦν δαιμόνια ἠξιώθη ἀπελαύνειν καὶ νόσους δυσιάτους ἰᾶσθαι τοῖς αὐτὸν ἐπικαλουμένοις καὶ τιμῶσιν ἐν ὕμνοις αὐτοῦ τὸ μνημόσυνον.

Ἦχος β΄.

Ἐνδεδυμένος ῥώμην οὐράνιον καὶ παρρησίαν Ἀγγέλων τὰς ἀπειλὰς τῶν ἐκγόνων τῶν χριστοκτόνων ἀφείδησας, Φιλούμενε, μάρτυς στερρόψυχε· σφαγεὶς γὰρ ἀνὰ μέσον τοῦ Φρέατος τοῦ Ἰακὼβ καὶ τοῦ Θυσιαστηρίου, ὡς πάλαι ὁ Ζαχαρίας, σεαυτὸν σφάγιον ἱερὸν Χριστῷ προσήνεγκας· καὶ νῦν τοῦ ξύλου τρυφῶν τῆς ζωῆς ἐν πόλῳ Χριστῷ τῷ Παμβασιλεῖ ἀσιγήτως πρεσβεύεις ὑπὲρ ὑγιείας τοῦ κόσμου καὶ σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἦχος γ΄.

Ἀφθαρτίσας ὁ Κύριος τὸ μαρτυρικόν σου σκῆνος ἰάσεων αὐτὸ ἔδειξεν ἀρτίως χειμάρρουν ἀείρρυτον καὶ ὀλετῆρα δαιμονίων ταχύτατον· ὅθεν πάντες σὲ γεραίροντες, Φιλούμενε, καὶ πανευλαβῶς ἐν Σιὼν σὸν λείψανον ἀσπαζόμενοι τάς πρὸς Κύριον λιτάς σου ἐξαιτούμεθα πρὸς βίον κρείττονα.

Ἦχος δ΄.

Μαρτυρίου πόνοις τοῖς πάλαι μάρτυσιν ἁμιλληθείς, Φιλούμενε, τῶν ἴσων βραβείων ἐκείνοις μετέσχες καλῶς τελέσας τὸν ἀγῶνά σου ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις· ἀπηνῶς γὰρ πελέκει ἀποκτανθεὶς ἐν ὤρᾳ ἑσπερινῆς δεήσεως τροπαιοῦχος ἀνελήλυθας τῷ ποθουμένῳ Χριστῷ ὑπαντῆσαι ἐν τοῖς ἄνω δώμασι· καὶ νῦν ἱεροάθλων συνὼν ταῖς ὀμηγύρεσι καὶ μακαρίας χαρᾶς ἐμφορούμενος πάσης ἐπιβουλῆς τοῦ ἐχθροῦ λύτρωσαι τοὺς ἐορτάζοντας τὴν μνήμην σου.

Δόξα. Ὁ αὐτός.

Τὸν ἐν ἱερεῦσι νέον ἀθλοφόρον καὶ ἐν μάρτυσιν ἱερώτατον τροπαιοῦχον, Φιλούμενον, τὸ νεόδρεπτον τῆς Ἐκκλησίας κρίνον, οἱ πιστοί, ἀξιοχρέως μακαρίσωμεν· οὗτος γὰρ παιδιόθεν πλησθεὶς τῆς θείας ἀγάπης, πελέκει ἀνόμων ἔσπευσεν ἀθλητικῶς τελέσαι τὸν ἀγῶνα καὶ ἰδίοις αἵμασι πορφυρῶσαι τὴν στολὴν τῆς ἱερωσύνης· καὶ νῦν εἰς τὸ ἄνω δραμὼν θυσιαστήριον ὡς ἱερεὺς καὶ μάρτυς σεμνὸς καὶ ἄριστος πᾶσι τοῖς Ὀρθοδόξοις αἰτεῖται Κυρίῳ ἱλασμὸν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν τὴν αἰώνιον.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Ἐκ παντοίων κινδύνων τοὺς δούλους σου φύλαττε, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἵνα σὲ δοξάζωμεν τὴν ἐλπίδα τῶν ψυχῶν ἡμῶν.



Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια.

Ἦχος πλ. α'. Χαίροις ἀσκητικῶν.

Χαίροις, ἱερομάρτυς Χριστοῦ, ὁ τῶν Ἀγγέλων συμπολίτης καὶ σύναυλος, Ὀρούντης τῆς Κύπρου ἄνθος εὐωδιάζον ἡμᾶς, ταῖς ὀδμαῖς ἀνδρείων παλαισμάτων σου· κιννάμωμον πάντερπνον ἡσυχίας κατέλιπες, πατρῴαν στέγην ἐν τῆς προεφηβείας σου χρόνοις, ἅγιε, σὺν σεπτῷ σου ὁμαίμονι καὶ μακαρίζων ἅπαντας σεμνῶς ἠσυχάζοντας, Σταυροβουνίου τὴν μάνδραν τὴν θεοσκέπαστον ᾤκησας, ἐν ᾗ ἐδιδάχθης ὑπακοήν τε καὶ νῆψιν, σοφὲ Φιλούμενε.

Στίχ. Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.

Χαίροις, ὁ ὑπὲρ πάντας φιλῶν, τὸν Ζωοδότην καὶ θεάνθρωπον Κύριον, Φιλούμενε, ἱερέων θεοσεβῶν λαμπηδών, καὶ μαρτύρων νέων θεῖον πύρσευμα· ἀμνὸς γὰρ ὡς ἄμωμος καὶ θειότατον σφάγιον, παρὰ τὸ Φρέαρ Ἰακὼβ τὸ πανάγιον, καθυπέμεινας τοῦ πελέκεως τραύματα, θανατηφόρα ἄσμενος τὸ πάθος μιμούμενος, τοῦ Σταυρωθέντος ἀνόμοις χερσί Χριστοῦ τοῦ Παντάνακτος, ἐν χρόνοις ἐσχάτοις, ὃν ἱκέτευε σωθῆναι τοὺς εὐφημοῦντάς σε.

Στίχ. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐξανθήσει.

Χαίροις, τῆς εὐσεβείας πυρσός, τῆς Ἐκκλησίας ὁ νεότευκτος πρόβολος, καὶ κλέος Ὀρθοδοξίας περιφανές ἀσκητά, ἱερομαρτύρων ἐγκαλλώπισμα, Φιλούμενε ἅγιε· ὅθεν μνήμην σου σέβοντες, τὴν φωτοφόρον καὶ τὸ ἄφθαρτον σκῆνός σου, ἀσπαζόμενοι ἐν Σιὼν ἀνακράζομεν· πρόβατον νεοσύλλεκτον Χριστοῦ καθικέτευε, Αὐτὸν ἐν Κρίσεως ὤρᾳ τῇ φοβερᾷ κατατάξαι με, σὺν τοῖς πανασπίλοις ἐν τοῖς δεξιοῖς προβάτοις Αὐτοῦ καὶ σῶσαί με.

Δόξα. Ἦχος πλ. δ΄.

Τὴν φιλόθεον βιοτήν σου μαρτυρικοῖς ἐσφράγισας πόνοις, ἱερομάρτυς Φιλούμενε, πάντιμε· ἐν πᾶσι γὰρ ἀνθρώποις εὐαρεστήσας καὶ Κυρίῳ πολλῶν ἐπάθλων παρ’ Αὐτοῦ ἠξιώθης ἐν πόλῳ· ὡς οὖν παρρησίαν ἔχων πρὸς τὸν εὐΐλατον Κύριον μὴ παύσῃ πρεσβεύων ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Δέσποινα πρόσδεξαι τάς δεήσεις τῶν δούλων σου καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.



Ἀπολυτίκιον.

Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τοῦ Ὑψίστου τὸν φίλον τὸν γνησιώτατον, παρὰ τὸ Φρέαρ ἀρτίως κτανθέντα τοῦ Ἰακώβ, μιαιφόνοις τῶν ἐχθρῶν χερσὶ τῆς πίστεως, θεῖον Φιλούμενον, πιστοί, εὐφημήσωμεν λαμπρῶς, βοῶντες Χριστῷ μὴ παύσῃ, ἱερομάρτυς πρεσβεύων ἡμῶν παθῶν σκεδάσαι ζόφωσιν.

Ἕτερον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς Ὀρούντης τὸν γόνον, νήσου Κύπρου τὸ βλάστημα, καὶ ἱερομάρτυρα νέον Ἰακὼβ θείου Φρέατος, Φιλούμενον, τιμήσωμεν, πιστοί, ὡς πρόμαχον τῆς πίστεως ἡμῶν, καὶ ἀήττητον ὁπλίτην Χριστοῦ τῆς ἀληθείας πόθῳ κράζοντες· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἀφθαρτίσαντι, δόξα τῷ σὲ ἡμῖν χειραγωγὸν πρὸς πόλον δείξαντι.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Τοῦ Γαβριὴλ φθεγξαμένου σοι Παρθένε τὸ χαῖρε, σὺν τῇ φωνῇ ἐσαρκοῦτο ὁ τῶν ὅλων Δεσπότης, ἐν σοὶ τῇ ἁγίᾳ κιβωτῷ, ὡς ἔφη ὁ δίκαιος Δαβίδ, ἐδείχθης πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν, βαστάσασα τὸν κτίστην σου. Δόξα τῷ ἐνοικήσαντι ἐν σοί, δόξα τῷ προελθόντι ἐκ σοῦ· δόξα τῷ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς διὰ τοῦ τόκου σου.



ΟΡΘΡΟΣ

Μετὰ δὲ τὴν α΄ Στιχολογίαν Κάθισμα.

Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου, Σωτήρ.

Ὡς θεῖος ἱερεὺς καὶ λαμπρὸς ἀθλοφόρος, Φιλούμενε σοφέ, ὁ πιὼν μαρτυρίου ἀρτίως ποτήριον, ἐκτενῶς καθικέτευε τὸν Παντάνακτα, δοῦναι σωτήριον ὕδωρ, τὸ ἁλλόμενον, εἰς πολιτείαν ἀγήρω ἡμῖν τοῖς τιμῶσί σε.

Δόξα, τὸ αὐτό.

Καὶ νῦν, Θεοτοκίον.

Ζωήρρυτε Πηγή, Παναγία Παρθένε, τὸ ὕδωρ τῆς ζωῆς ἡ ἐκβλύσασα κόσμῳ, τὸν μόνον Θεάνθρωπον, Ἰησοῦν, δὸς τοῖς δούλοις σου, ἀφθαρτότητος πιεῖν καὶ δόξης ἀλήκτου, θεῖα νάματα τὰ ἐκ τῆς σῆς φιλανθρώπου, καρδίας βλυστάνοντα.



Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν Κάθισμα.

Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐν Κύπρῳ δεξάμενος ἀγάπης θείας τὸ πῦρ, παρὰ τῆς προμήτορος τῆς σῆς σεμνῆς ἰταμῶς, ἐσφάγης Φιλούμενε, ἔνδον ἐν τῷ τεμένει τῆς Συχὲμ παρ’ ἀνόμων, ὅθεν ὡς ἀθλοφόρον Ἱερέα τιμῶντες, αἰτούμεθα πρεσβείαν τὴν σὴν πρὸς τὸν Φιλάνθρωπον.

Δόξα, τὸ αὐτό.

Καὶ νῦν, Θεοτοκίον.

Θερμῶς δυσωποῦμέν σε, Παρθενομῆτορ ἁγνή, ἀπαύστως ἱκέτευε τὸν προελθόντα ἐκ σοῦ εὐΐλατον Κύριον, πάθη δεινὰ πραΰναι τὰ ἡμᾶς πολεμοῦντα, καὶ πάντων τὰς αἰσθήσεις ἀσφαλίσαι τῶν πίστει, ἀεὶ μεγαλυνόντων πληθὺν τῶν θαυμασίων σου.



Μετὰ τὸν Πολυέλεον, Κάθισμα.

Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.

Ἐν ἀγαθότητι ἐκλάμψας βίου σου ὡς ἄστρον πάμφωτον, σεπτὲ Φιλούμενε, μαρτυρικῶς ὑπὲρ Χριστοῦ τῆς δόξης κατηγωνίσω, ἄρτι, ἱερόαθλε, ὁ κτανθεὶς ὥσπερ σφάγιον, ἀνὰ μέσον Φρέατος Ἰακὼβ καὶ τοῦ βήματος τοῦ θείου τοῦ Ναοῦ μιαιφόνων, πάτερ, παλάμαις παμμιάροις.

Δόξα, τὸ αὐτό.

Καὶ νῦν, Θεοτοκίον.

Τὴν σκοτισθεῖσάν μου ψυχὴν καταύγασον, φωτὶ τῆς χάριτος τοῦ θείου Τόκου σου, ἁγνὴ Παρθένε, Μαριάμ, ἐλπὶς τῶν ἀπηλπισμένων, καὶ ἀχλὺν ἀπέλασον τῶν ἀπείρων πταισμάτων μου, ὅπως εὕρω ἔλεος ἐν τῂ ὥρᾳ τῆς Κρίσεως, καὶ πόθῳ ἀσιγήτως βοῶ σοι· Χαῖρε, ἡ Κεχαριτωμένη.



Οἱ ἀναβαθμοί. Τὸ α' Ἀντίφωνον τοῦ δ' ἤχου.



Προκείμενον.

Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.

Στίχ. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐξανθήσει.



Πᾶσα πνοή. Εὐαγγέλιον τὸ ἐν τῷ Ὄρθρῳ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. (Λουκ. κα' 12-19).

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἐαυτοῦ μαθηταῖς· Προσέχετε ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων...

Ό Ν' Ψαλμός.

Δόξα. Ταῖς τοῦ Ἀθλοφόρου...

Καὶ νῦν. Ταῖς τῆς Θεοτόκου...



Στίχ. Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου...

Ἰδιόμελον. Ἦχος πλ. β΄.

Ὡς θυμίαμα εὔοσμον καὶ προσφορὰν ἁγίαν Χριστῷ προσενήνοχας τῶν τιμίων σου αἱμάτων τὰ ῥεῖθρα, ἱερομάρτυς νέε, Φιλούμενε· τῆς ἀγήρω οὖν κληρουχίας μέτοχος γενόμενος τῆς ἐν μετουσίᾳ ἀπολαύεις θεώσεως καὶ Κυρίῳ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.



Εἶτα ὁ Κανὼν τοΰ ἱερομάρτυρος, οὗ ἡ ἀκροστιχίς·

«Φιλούμενον, ἱερομάρτυρα νέον, μέλπω. Χ. Μ.»

ᾨδὴ α΄. Ἦχος δ΄. Ἀνοίξω τὸ στόμα μου.

Φιλούμενον μάρτυρα ὡς ἱερώτατον σφάγιον, τυθέντα ὑμνήσωμεν παρὰ τὸ Φρέαρ πιστοί, θείοις ᾄσμασι τοῦ Ἰακὼβ καὶ νέον, ὀφθέντα τῆς πίστεως κλέος καὶ καύχημα.



Ἰθύνας τοὺς πόδας σου, ἱερομάρτυς Φιλούμενε, πρὸς τὸ Σταυροβούνιον σὺν αὐταδέλφῳ τῷ σῷ, ἐκ τῆς κώμης σου, Ὀρούντης τῆς εὐτέκνου, μονήρους βιώσεως γέγονας προτύπον.



Λαμπὰς ὁσιότητος παμφαεστάτη, Φιλούμενε, πολύπαιδος ἔκθρεμμα οἰκογενείας Χριστοῦ, ἐκ νεότητος ἐνεστερνίσθης πίστιν, καὶ πάντας ἐφώτισας τῇ εὐσεβείᾳ σου.

Θεοτοκίον.

Ὁδήγησον, Δέσποινα, πρὸς τὸν λειμῶνα τῆς χάριτος, τὸν πάντερπνον ἅπαντας τοὺς ἀνυμνοῦντας λαμπρῶς, σὰ θαυμάσια καὶ θείου Φιλουμένου, σφαγὴν μεγαλύνοντας τὴν ὑπερένδοξον.



ᾨδὴ γ΄. Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους.

Ὑψώσας Χριστῷ τὴν σὴν καρδίαν, ἐκ χρόνων νεότητος τῆς σῆς, Αὐτῷ κατηκολούθησας, Φιλούμενε πανόσιε, προθύμως τῷ κοσμήσαντι ἀφθάρτῳ σὲ διαδήματι.



Μαρτύρων χοροῖς συνηριθμήθης, Φιλούμενε, καὶ μαρτυρικῆς, εὐκλείας κατηξίωσαι, κληρονομήσας ἄληκτον, χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν, ἧς καὶ ἡμᾶς καταξίωσον.



Ἐκβλάστημα πάντιμον τῆς Κύπρου, Κυρίου τῷ ἔρωτι τρωθείς, ἀπὸ παιδός, Φιλούμενε, πατρῴαν στέγην ἔλιπες, καὶ τάχος Σταυροβούνιον τὸ ἱερώτατον ᾤκησας.

Θεοτοκίον.

Νοός μου καταύγασον τὰ σκότη, καὶ φώτισον ὄμματα ψυχῆς ἀμαυρωθέντα πάθεσι, τοῦ δούλου σου, Μητρόθεε, ἡ Φωτοδότην Κύριον, μόνον Θεάνθρωπον, τέξασα.



Κάθισμα. Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.

Ὡς πανίερος ἀμνὸς ἐτύθης, πρὸ τοῦ Φρέατος τῆς Σαμαρείας, ἐξ οὗ ὕδωρ ὁ Θεάνθρωπος ἔπιε, τὸ ἐκ χειρῶν ἀντληθὲν Σαμαρείτιδος, ἱερομάρτυς Φιλούμενε, πάντιμε, καὶ ἐπέχρωσας στολὴν τῆς ἱερωσύνης σου, αἱμάτων σου ἰδίων θείοις χεύμασι.

Δόξα. τὸ αὐτό.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Ὥσπερ ἄσπιλος Παρθενομήτωρ, καὶ ἀμόλυντος Θεογεννήτωρ, ἀκαθάρτων με παθῶν ἀπολύτρωσαι, τὸν σὸν Υἱὸν καθ' ἑκάστην δοξάζοντα, τὸν ὑπεράμωμον καὶ μεγαλύνοντα, σὲ ἀκήρατε καὶ ἄμεμπτε κόσμου Δέσποινα, εὐχαῖς σου ῥυπτικαῖς πρὸς τὸν Παντάνακτα.



ᾨδὴ δ΄. Ὁ καθήμενος ἐν δόξῃ.

Ὅλος ἔνθεος ὡράθης καὶ θεόληπτος, ἅγιε, ὁ διακονήσας ἄρτι τῆς Σιὼν προσκυνήμασι, καὶ μιαιφόνων παλάμαις τὸ πανάγιον, χύσας αἷμά σου ἐν Σαμαρείᾳ, Φιλούμενε.



Νόμον θεῖον καταγγέλων τοῖς ἀπίστοις, Φιλούμενε, καὶ ἐν μέσῳ λύκων θεαρέστως, πάτερ, ἀσκούμενος, οὐκ ἠδυνήθης φυγεῖν ἀπὸ τοῦ στόματος, τούτων, ἅγιε, ἐπιποθούντων σπαράξαι σε.



Ἱερέων κοσμιότης εὖχος πέλεις, Φιλούμενε, Φρέατος τοῦ θείου, παρ΄ ᾧ ὁ Μεσσίας ὑπήντησε, Χριστός ποτε Φωτεινὴ τῇ Σαμαρείτιδι, ὁ δωρούμενος ὕδωρ ἡμῖν τὸ ζωήρρυτον.

Θεοτοκίον.

Ἐκ γαστρός σου ὑπὲρ λόγον, Θεοτόκε, καὶ ἔννοιαν, ὁ Χριστὸς προῆλθεν ὁ διδοὺς τῷ κόσμῳ τὴν ὕπαρξιν, καὶ διασῴζων ἀεὶ τοὺς μεγαλύνοντας, σὰ θαυμάσια ἀπὸ κινδύνων καὶ θλίψεων.



ᾨδή ε΄. Ἐξέστη τὰ σύμπαντα.

Ῥανίσιν αἱμάτων σου τιμίων ἐπεσφράγισας, ἄρτι τὸ ἡγιασμένον Φρέαρ, τῆς Σαμαρείας, παρ’ ᾧ ἀνόμοις χερσίν, ἐκτάνθης ὡς ἄμωμος ἀμνὸς, πίστεως Φιλούμενε, ἀθλητῶν νέων καύχημα.



Ὁ φίλος ὁ γνήσιος τοῦ Λυτρωτοῦ, Φιλούμενε, ὁ Αὐτὸν φιλῶν ὑπὲρ τοὺς πάντας, καὶ δι’ ἀγάπην Αὐτοῦ κτανθεὶς ἀπηνῶς, ἐν Φρέατος Μάνδρᾳ Ἰακώβ, ἐκδυσώπει Κύριον, ὑπὲρ τῶν ἀνυμνούντων σε.



Μαρτύρων ἀπαύγασμα νεοφανῶν τῆς πίστεως, ἔνδοξε Φιλούμενε, τὸν γνόφον, ὑποκρισίας σκεδάσας Σιωνιτῶν φωτός, Βασιλείας Οὐρανῶν τοῦ λαμπροῦ ἀπήλαυσας, ἐν τοῖς ἄνω σκηνώμασι.

Θεοτοκίον.

Αἰτούμεθα, Δέσποινα, εὐχὰς ἀδιαλείπτους σοῦ πρὸς τὸν ζωοπάροχον Υἱόν σου, οἱ ἐν θανάτου ζοφωδεστάτῃ σκιᾷ, καθεύδοντες ἵνα τῆς χαρᾶς, τῆς ἀλήκτου μέτοχοι, ἐν τῷ πόλῳ γενώμεθα.



ᾨδὴ στ΄. Τὴν θείαν ταύτην.

Ῥωσθεὶς τῷ σθένει, Φιλούμενε, Κυρίου τοῦ παρέχοντος νάματα, πιστοῖς ζωήρρυτα, τὰς ἀπειλάς, καρτερόψυχε, οὐκ ἐπτοήθης, πάτερ, ἐχθρῶν τῆς πίστεως.



Τὸ σκῆνός σου τὸ πολύαθλον ὁ Κύριος, ἐτήρησεν εὔκαμπτον μετὰ σὴν κοίμησιν, ἵνα στολήν σου ἐνδύσωσι, λευϊτικὴν πατέρες αὐτό, Φιλούμενε.



Ὑμνοῦμέν σε, ἱερόαθλε Φιλούμενε, ἐν ὄρει τοῦ Ἄθωνος τῷ αὐταδέλφῳ σου, ὀφθέντι καὶ τὸ μαρτύριον, αὐτῷ τὸ ἱερόν σου αὐτίκα λέξαντι.

Θεοτοκίον.

Ῥυπῶδες, Θεογεννήτρια, ἡμῶν καὶ βορβορῶδες ἀπόπλυνον, σῶν δούλων θέλημα, ὑσσώπῳ τῆς παρρησίας σου πρὸς τὸν μονογενῆ σου Υἱὸν καὶ Κύριον.



Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Ἱεροάθλων τὸ νεόφωτον ἀμάρυγμα, παρὰ τὸ Φρέαρ ἀνατεῖλαν Σαμαρείτιδος, καὶ φωτίσαν σωφροσύνῃ καὶ μαρτυρίῳ, Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἀρτίως μέλψωμεν, ὥσπερ ἄρνα τὸν τυθέντα ὑπὲρ πίστεως πόθῳ κράζοντες· Χαίροις, μάκαρ Φιλούμενε.

Ὁ Οἶκος

Ἄγγελος ἀριστεύσας ἐν ἀθλήσεως πόνοις, Φιλούμενε παμμάκαρ, ἐδείχθης· ὅθεν νῦν τῆς Ἀγγέλων χαρᾶς καὶ τῆς εὐφροσύνης οὐρανῶν, ἅγιε, ἀξιωθεὶς ἱκέτευε Χριστὸν ὑπὲρ τῶν σοὶ βοώντων

Χαῖρε, τῆς Κύπρου εὐῶδες ἄνθος,

χαῖρε, Κυρίου ὁ ὄντως φίλος.

Χαῖρε, ὁ βλαστὸς τῆς Ὀρούντης ὁ ἔνθεος,

χαῖρε, ὁ καρπὸς τῆς Σιὼν ὁ ἡδύγευστος.

Χαῖρε, ἄνθρωπε οὐράνιε, τῶν Ἀγγέλων κοινωνέ,

χαῖρε, Ἄγγελε, ὁμότροπε τῶν μαρτύρων ἱερέ.

Χαῖρε, παρὰ τὸ Φρέαρ Ἰακὼβ ὁ ἀθλήσας, χαῖρε, ἥδιστον νέκταρ ἀρετῶν ὁ συλλέξας.

Χαῖρε, Χριστοῦ δοξάσας τὸ ὄνομα,

χαῖρε, ἐχθροῦ πατήσας τὸ φρύαγμα.

Χαῖρε, φωστὴρ νεαυγῶν ἀθλοφόρων,

χαῖρε, πρηστὴρ μιαρῶν χριστοκτόνων.

Χαίροις, μάκαρ Φιλούμενε.



Συναξάριον

Οὗτος ὁ νέος ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Φιλούμενος κατὴγετο ἐκ τῆς νήσου Κύπρου, ἔκ τινος χωρίου τῆς Ἐπισκοπῆς Μόρφου, Ὀρούντα καλουμένου. Ἐγεννήθη δὲ ἐκ γονέων εὐσεβῶν, Γεωργίου καὶ Μαγδαληνῆς τὴν κλῆσιν, ἐν ἔτει 1913. Ἐπειδὴ παιδιόθεν ἠγάπα τὴν ἡσυχίαν καὶ τὴν μοναχικὴν ζωήν, ἀνεχώρησεν εἰς τὸ 14ον ἔτος τῆς ἡλικίας του μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸ Σταυροβούνιον. Παρέμεινεν δὲ εἰς τὸ ἐκεῖ Μοναστήριον, ὑποταχθεὶς εἰς τὸν γέροντα Βαρνάβαν χρόνους πέντε. Ἀνεχώρησεν ἔπειτα ἐκ τῆς Μονῆς καὶ ὑπῆγεν, ὁμοῦ μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ του, εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ διατρίβων, ἔλαβε τὸ Σχῆμα τῶν Μοναχῶν καὶ ἐχειροτονήθη ἱερεύς. Μετ’ οὐ πολλὰ ἔτη, ἔλαβε καὶ τὸ ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου. Οὗτος ὁ μακάριος παρέμεινεν εἰς τὴν Ἁγίαν Γῆν ἔτη τεσσαράκοντα πέντε, φυλάξας ἐν ἀκριβείᾳ τοὺς κανόνας καὶ συμβουλὰς τὰς ὁποίας ἔλαβεν ἐκ τῶν πρώτων πνευματικῶν του πατέρων εἰς τὸ Σταυροβούνιον. Ὑπηρέτει εἰς διάφορα προσκυνήματα καὶ ἐδιορίσθη -τὸ τελευταῖον-εἰς τὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Ἐκεῖ ἔλαβεν ὁ ἀοίδιμος -ἐν ἔτει 1979- καὶ τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον, κτανθεὶς διὰ πελέκεως παρά τινων Ἑβραίων Σιωνιστῶν. Μετὰ τὸ τοῦ Ἁγίου μαρτύριον, τὸ σῶμα του παρέμεινε διά τινας ἡμέρας εὔκαμπτον. Εἰς δὲ τὴν ἀνακομιδήν του - μετὰ τέσσερα ἔτη - εὑρέθη ὅλος ἄφθαρτος καὶ εὐωδιάζων, εἰς ἔνδειξιν τῆς ἄνωθεν παρρησίας τὴν ὁποίαν εὑρῆκεν. Μετὰ τοῦτο τὸ θαυμαστόν, τὸ σκῆνος τοῦ μάρτυρος ἐτοποθετήθη εἰς τὴν Ἁγία Σιὼν -ἐν τῷ ἐκεῖθεν εὑρισκομένῳ ναῷ-καὶ ἐπιτελεῖ πλεῖστα θαύματα εἰς τοὺς ἐν πίστει αὐτὸν ἐπικαλουμένους.



Συναξάριον

Τῇ ΚΘ' τοΰ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τοΰ ἁγίου νέου ἱερομάρτυρος Φιλουμένου τοΰ Κυπρίου, τοῦ παρὰ τὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ ἀγρίως ἄρτι ἀποκτανθέντος.

Στίχοι.

Φιλούμενος ἄρτι στυγνῶς ἀπεκτάνθη ὡς Θεὸν φιλῶν παρ’ Ἰακὼβ τὸ Φρέαρ.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῆς ἀθλήσεως τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Παραμόνου, καὶ τῶν Ἁγίων τριακοσίων ἑβδομήκοντα συμμαρτύρων αὐτοῦ.

Στίχοι

· Ὁ Παράμονος νύπεταί σοι Χριστέ μου.

· Γνοὺς γὰρ Θεὸν μόνον σε, σοὶ θνῄσκει μόνῳ.

· Ξίφει κεφαλὰς ἄνδρες ἑπτάκις δέκα

· Σὺν ἐξαπλῇ διδοῦσι πεντηκοντάδι.

· Παράμονον δ' ἐνάτῃ κτάνον εἰκάδι ἔγχεα μακρά.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Νικολάου, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, καὶ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος τοῦ ἐν Περσίδι, καὶ τῶν Ἁγίων ἓξ Μαρτύρων, οὕς διωκομένους, πέτρα ῥαγεῖσα ὑπεδέξατο αὐτούς.

Στίχοι

· Ἤνοιξε πέτραν εἰς ταφὴν ἓξ ἀνδράσιν,

· Ὁ νεκρὸς εὑρὼν εἰς ταφὴν Χριστὸς πέτραν.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὃ Ἅγιος Οὐρβανὸς Ἐπίσκοπος Μακεδονίας, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Στίχοι

· Ὁ χερσὶν οὗτος ἐκπνέων τῶν Ἀγγέλων,

· Οὐρβανὸς ἐστιν, οὗ βίος κατ' Ἀγγέλους.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὃ Ἅγιος Διονύσιος, Ἐπίσκοπος Κορίνθου, ξίφει πληγεὶς τελειοῦται.

Στίχοι

· Διονύσιος εἷς τελῶν θυηπόλων,

· Ξίφος μετελθών, εἷς ἐστι καὶ Μαρτύρων.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ὅσιος Παγκόσμιος ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Στίχοι

· Σύμπας ὁ κόσμος οὐδὲν ἦν Παγκοσμίῳ·

· Ἐδὲμ γὰρ ἤρα καὶ μόνης, ἣν λαμβάνει.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Στίχοι

· Τῇ σῇ θελήσει πρὸς σὲ χωρεῖ Χριστέ μου,

· Ὁ σῶν Πιτυροῦν ἐργάτης θελημάτων.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Οὐαλλερῖνος ξίφει τελειοῦται.

Στίχοι

· Διὰ στέφος πάντιμον οἴσω καὶ ξίφος.

· Ὁ Μάρτυς ἐκραύγαζεν Οὐαλλερῖνος.



Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος Φαῖδρος, ῥητίνης ζεούσης καταχεθείσης αὐτῷ, τελειοῦται.

Στίχοι

· Πολλοὺς πρὸς ἄλλα, πρὸς δὲ ῥητίνης ζέσιν,

· Στερρῶς ἀθλοῦντα, Φαῖδρον ἔγνωμεν μόνον.



Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.



ᾨδὴ ζ'. Οὐκ ἐλάτρευσαν.

Ἀπὸ πάσης με, ἐπιβουλῆς, Φιλούμενε, ἐχθροῦ ἀπάλλαξον ὁ διασώσας τὸν σόν, ἐν Μάνδρᾳ διάδοχον ἀγγείλας τάχιστα, τὴν ἐπίθεσιν τὴν ἰταμὴν καὶ ἄνανδρον, κατ’ αὐτοῦ τῶν χριστοκτόνων.



Νῦν τὸ σκῆνός σου, ὁ Κύριος ἠφθάρτισε, σεπτὲ Φιλούμενε, ἐν τῇ Σιών ποταμὸς, ἐδείχθη ἰάσεως τοῖς μετὰ πίστεως, προσπελάζουσιν αὐτῷ, καὶ τὰς πρεσβείας σου πρὸς Χριστὸν ἐπιζητοῦσιν.



Εὐσυμπάθητε Φιλούμενε, ἀπότμημα τοῦ θείου σκήνους σου ἐν Αὐστραλίᾳ δεινόν, ἐδίωξε νόσημα καρκίνου, ἅγιε, χάριν ἅπασι δεικνύον, ἥνπερ εὕρηκας, ἐν λειμῶνι θείας δόξῃς.

Θεοτοκίον.

Ὁ ὑπέραγνος Δεσπότης σεσωμάτωται, ἐκ τῶν πανάγνων σου αἱμάτων, Μῆτερ Θεοῦ, ὁ κόσμον ῥυσάμενος τῆς πάλαι πτώσεως· ὅθεν, Δέσποινα, ὥσπερ ἡμῶν ὑμνοῦμέν σε ἀπαρχὴν τῆς σωτηρίας.



ᾨδὴ η΄. Παῖδας εὐαγεῖς.

Νέε τοῦ Χριστοῦ ἱερομάρτυς, πελέκει ἐτρώθης, ἄριστε Φιλούμενε, καὶ κατεπορφύρωσας, τὸν πτωχόν σου τρίβωνα, αἱμάτων σου τοῖς ῥεύμασιν οἰκείων, ἅγιε, ἄκριτα σκηνωμάτων πανσέπτων, πίστεως Κυρίου ἐν γῇ θεοβαδίστῳ.



Μάρτυς καΙ ὁπλίτης νικηφόρος, ὡράθης ὡς ἀριστεύσας ἀνδρικώτατα, ἐν ἐσχάτοις ἔτεσι, θαυμαστὲ Φιλούμενε, Χριστοῦ τοῦ Παντοκράτορος, τοῦ ἀφθαρτίσαντος, τὸ σκῆνός σου τὸ θεῖον καὶ κρήνην, δείξαντός σε, πάτερ, ἀείρρυτον θαυμάτων.



Ἔπληξέ σε πέλεκυς ἀνόμων, Φιλούμενε, χριστοκτόνων, καρτερόψυχε, ἀπηνῶς καὶ κάραν σου, ἔθραυσε τὴν πάνσεπτον, γενναῖε, Ἱερόαθλε· διὸ τιμῶντές σου τὴν μνήμην τὴν ἁγίαν, εὐσχήμως σοῦ ἀποζητοῦμεν, τάς πρὸς Θεὸν πρεσβείας.

Θεοτοκίον.

Λύτρωσαι κινδύνων, Θεοτόκε, κακώσεων, περιστάσεων καὶ θλίψεων, ἀλγεινῶν τοὺς πάντοτε, αἰτουμένους, Δέσποινα, τὴν παρὰ σοῦ βοήθειαν καὶ καταξίωσον, τυχεῖν ἡμᾶς εὐκλείας ἀλήκτου, καὶ τῆς ἐν τῷ πόλῳ χαρᾶς ἀτελευτήτου.



ᾨδὴ θ΄. Ἅπας γηγενής.

Πάντες ἐν χορῷ, τῆς σῆς τελειώσεως τὴν μνήμην ἄγοντες, εὐκλεὲς Φιλούμενε, ἱερομάρτυς σεπτὲ τῆς πίστεως, καὶ τῆς Σιὼν νεόφωτε φωστὴρ κραυγάζομεν· οὐρανόθεν, σκέπε καὶ διάσῳζε ἀπὸ πάσης ἀνάγκης σοὺς πρόσφυγας.



Ὡς ἀμνὸς Θεοῦ, ἐσφάγης, Φιλούμενε θεοειδέστατε, καὶ πρὸς τὴν οὐράνιον, νομὴν ἐπήρθης καὶ τὴν ἀΐδιον, χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν τῷ Ἀρχιποίμενι, συγχορεύειν, καὶ Ἀγγέλων τάγμασιν εἰς αἰῶνας λαμπρῶς συνευφραίνεσθαι.



Χαῖρε ἀθλητὰ, Κυρίου Φιλούμενε, στερρὲ καὶ πάνσεπτε, κράζοντες δεόμεθα, ἐκ τῶν παγίδων τοῦ κοσμοκράτορος, τὸν νοῦν ἡμῶν ἀπάλλαξον καὶ ὕμνον πρόσδεξαι, τὸν παρόντα, ὃν σοὶ ἐξυφαίνομεν τὸ λαμπρὸν σου αἰνοῦντες μαρτύριον.

Θεοτοκίον.

Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, τὸν νοῦν ἡμῶν ὕψωσον πρὸς πόθον κρείττονα, ἐκ τῆς ματαιότητος, τῶν χαμαιζήλων παθῶν καὶ θλίψεων, ἡ τῷ Ὑψίστῳ Τόκῳ σου Ἀδὰμ τὴν ἔκπτωτον, πάλαι φύσιν, δι’ ἀγάπην ἄφατον ἀνυψώσασα καὶ μέγα ἔλεος.



Ἐξαποστειλάριον. Γυναῖκες ἀκουτισθητε.

Ἱερομάρτυς ἔνδοξε, ὁ ἐν ἐσχάτοις ἔτεσι, παρὰ τὸ Φρέαρ ἀθλήσας τοῦ Ἰακὼβ καὶ τῆς δόξης, μετέχων νῦν τοῦ Κτίσαντος, Φιλούμενε τρισόλβιε, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκέτευε τῶν ἐκτελούντων ἐν πίστει σὴν ἀεισεβαστον μνήμην.

Θεοτοκίον,

Παράσχου ῥῶσιν ἄνωθεν ὡς συμπαθείας πέλαγος, τοῖς σοῖς οἰκέταις, Παρθένε, πατεῖν ἰσχὺν τοῦ Βελίαρ, καὶ ἐν ἰσχύϊ πάντοτε, τῇ θείᾳ τὴν σωτήριον ὁδεύειν τρίβον ἅπαντας, καλῶς σεπτῶν ἐνταλμάτων τοῦ πανιέρου σου Τόκου.



Εἰς τοὺς Αἴνους, ἱστῶμεν στίχους δ΄ καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια.

Ἦχος δ΄. Ἔδωκας σημείωσιν.

Ἔνδοξε Φιλούμενε, Ὀρούντης Κύπρου ἐκβλάστημα, εὐθαλὲς καὶ πανεύοσμον, σὺν τῷ αὐταδέλφῳ σου Ἐλπιδίῳ θέλων, μόνον τῷ Κυρίῳ εὐαρεστῆσαι καὶ Θεῷ, ἡδέα πάντα σοφῶς κατέλιπες, ὡς Καλυβίτης πρότερον ὁ Ἰωάννης, ὃν πρότυπον ἔσχες βίου σου, λείριον Ἐκκλησίας νεόδρεπτον.



Μόνος ἐν τῷ Φρέατι τοῦ Ἰακὼβ Πανσεβάσμιε, δόξαν πέμπων τῷ κτίσαντι, Θεῷ καὶ Παντάνακτι ἰταμῶς πελέκει, μάκαρ κατετρώθης τῶν μισοχρίστων καὶ στολὴν ἱερωσύνης σου κατεφοίνιξας, αἱμάτων σου τοῖς χεύμασι καὶ τὸ «ἑσπέρας Προκείμενον», ἀναγνῶναι ἀνέδραμες εἰς οὐράνια δώματα.



Ἰθύνας, Φιλούμενε, πρὸς Σταυροβούνιον πόδας σου, παιδιόθεν τὸ πρότερον, καὶ εἶτα ἐχώρησας τάγματι τῷ θείῳ, τοῦ Ἁγίου Τάφου, ἐπιποθῶν πανευλαβῶς διακονῆσαι τοῖς προσκυνήμασι, τοῖς ἱεροῖς ἐν ἔτεσιν ἐσχάτοις, πάτερ θεσπέσιε, καὶ βαδίσαι τὰ βήματα Ἰησοῦ τοῦ Παντάνακτος.



Σκήνωμα τὸ θεῖόν σου, ἱερομάρτυς Φιλούμενε, ἀφθαρτίσας ὁ Κύριος, τὴν ἄφθαρτον δόξαν σου ἔδειξε τοῖς πᾶσιν, ἣν θεόθεν εὗρες· διὸ τιμᾷ σε εὐλαβῶς ἡ Ἐκκλησία Χριστοῦ καὶ μνήμην σου, γεραίρει τὴν ἀοίδιμον, ἀναβοῶσα· δωρήσασθαι ἐκδυσώπει τὸν Κύριον τοῖς πιστοῖς μέγα ἔλεος.

Δόξα. Ἦχος πλ. α'.

Τῇ εὐσεβείᾳ παιδιόθεν πυρσωθείς, Φιλούμενε ἱερομάρτυς, σεαυτὸν ὁλοτρόπῳ σπουδῇ τῷ Κυρίῳ ἀνέθου· καὶ ἀποταξάμενος πᾶν βρότειον τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν ἀνῆλθες καὶ ἀθλητικῶς ἠξιώθης τελέσαι τὸν βίον σου· ὅθεν κοινωνὸς γενόμενος τῆς δόξης Κυρίου ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ καθικέτευε τῶν ἐκτελούντων τὴν πάνσεπτον μνήμην σου.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.

Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ δοξάζομέν σε οἱ πιστοὶ κατὰ χρέος, τὴν πόλιν τὴν ἄσειστον, τὸ τεῖχος τὸ ἄρρηκτον, τὴν ἀρραγῆ προστασίαν καὶ καταφυγὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.



Εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν

Τὰ Τυπικά, οἱ Μακαρισμοὶ καὶ ἐκ τοῦ Κανόνος τοῦ Ἱερομάρτυρος αἱ ᾠδαὶ γ΄ καὶ στ΄.



Ἀπόστολος τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Ἐλευθερίου. (Τιμ. Β΄ α΄8-18).

Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν....



Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην. (Κεφ. ιε΄ 17 – ιστ΄ 2).

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς· Ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν....

Ζήτει αὐτὸ ἐν τῇ Λειτουργίᾳ τοῦ ἁγίου Δημητρίου.



Κοινωνικόν. Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον.



Μεγαλυνάριον

Χαίροις, τῆς Ὀρούντης σεπτὲ βλαστέ, Φρέατος λευΐτα τοῦ σεμνείου τοῦ Ἰακώβ, καὶ Σιὼν κοσμῆτορ, Φιλούμενε θέοφρον, πελέκει ὁ ἀπίστων χύσας τὸ αἷμά σου.

Δίστιχον.

Φιλούμενον ἔστεψεν ᾀσμάτων ῥόδοις,

Σιὼν ἱερομάρτυρα, Χαραλάμπης.

Ἅγιε Μάρτυς τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡµῶν.
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Αγιος Φιλουμενος (29 Nοεμβρίου)

17
phpBB [video]
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Αγιος Φιλουμενος

18
ultimate έγραψε:Διευκρινίζω πως ο αγιος νεομάρτυρας, γιορτάζει την ίδια ημέρα, με το παλιό και με το νέο ημερολόγιο, κι αυτό γιατι η δολοφονία του έγινε μετα την αλλαγη του ημερολογίου.
Γιορτάζει λοιπόν στις 29 Νοεμβρίου, που για το παλιό είναι 16 ημερομηνιακά.
Και είναι από τους πολύ λίγους που τιμαμε την μνημη τους νεοημερολογίτες και παλιοημερολογίτες ταυτόχρονα...

Ευχαριστώ ιδιαίτερα, τον Οδυσσέα που μας παρεθεσε σημαντικές λεπτομέρειες...περιμένουμε και τα υπόλοιπα που υποσχέθηκε να μας γράψει....
-----
Το φοβερό με τον άγιο Φιλούμενο είναι ότι μαρτύρησε την ημέρα της εορτής του, την ημέρα δηλαδή του αγίου Φιλουμένου του μάρτυρος, ο οποίος μαρτύρησε στη Γαλατία της Μ. Ασίας επί Αυρηλιανού (270-275).

Η τελετή αγιοκατάξεώς του και όχι αγιοποιήσεώς του(μόνο ο θεός κάνει αγίους)έγινε το 2009.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βίοι Αγίων”

cron