ΕΘΝΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ( ΕΕΣ )
ΕΘΝΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ( ΕΕΣ )-ΤΟ ΕΝΟΠΛΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗ Γ. ΠΟΥΛΟΥ ( POULOS VERBAND )
Ενώ η Κατοχή πλησίαζε στο τέλος της, η κυβέρνηση Ράλλη προχώρησε από το φθινόπωρο του 1943 στον σχηματισμό βοηθητικών αντικομμουνιστικών μονάδων (Τάγματα Ασφαλείας και άλλες παρακρατικές ομάδες), με σκοπό την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του αντάρτικου κινήματος στην ορεινή και στην πεδινή Ελλάδα και τη διάσωση του αστικού καθεστώτος από την επερχόμενη κομμουνιστική καταιγίδα.
Πολλά από τα στοιχεία που αφορούσαν αυτές τις μονάδες έχουν χαθεί ή καταστραφεί. Όσα υπάρχουν (Ομοσπονδιακά Αρχεία στο Κόμπλεντς της Γερμανίας (Βundesarchiv), έγγραφα της RG 165/179 στην Ουάσιγκτον κ.ά.), τεκμηριώνουν την άποψη πως οι Γερμανοί για να εμποδίσουν την άνοδο του ΕΛΑΣ χρηματοδότησαν και εξόπλισαν τις μονάδες αυτές με αποστολή να ελέγξουν την ελληνική ύπαιθρο χρησιμοποιώντας πολλές φορές τη βία και την τρομοκρατία.
Ο συνταγματάρχης Γεώργιος Πούλος ήταν ένας άγνωστος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού μέχρι τη στιγμή που προσέφερε οικειοθελώς τις υπηρεσίες του στους Γερμανούς. Αν και το πολιτικό του ιστορικό θεωρείτο δημοκρατικό, τα δεξιά - εθνικιστικά του αισθήματα σύντομα βγήκαν στην επιφάνεια. Ο ίδιος, όπως και πολλοί από τους γερμανόφιλους της εποχής, ήταν αντιβασιλικός και προπολεμικά υποστήριζε την αντισημιτική οργάνωση ΕΕΕ που δημιουργήθηκε και δραστηριοποιήθηκε με βενιζελική χρηματοδότηση και υποστήριξη. Μισούσε τους Βρετανούς επειδή τους θεωρούσε υπεύθυνους για τη Μικρασιατική Καταστροφή και υποστήριζε πως ο βασιλιάς Γεώργιος Β' ήταν Άγγλος πράκτορας. Όμως αν τα αισθήματα του εναντίον του Έλληνα μονάρχη ήταν έντονα, τότε η αποστροφή που ένιωθε για τον κομμουνισμό ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Ο Πούλος ξεκίνησε τη "σταδιοδρομία" του ως μέλος της Sonderkommando 2000, μιας γερμανικής μονάδας αντικατασκοπείας που οργάνωνε δίκτυα πληροφοριοδοτών και πρακτόρων στις γραμμές της ελληνικής αντίστασης.
Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε και στη διοίκηση της Εθνικής Ένωσης Ελλάδος (ΕΕΕ), της παλιάς αντιεβραϊκής οργάνωσης την οποία είχαν αναβιώσει στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα τα SS , η SD και κάποιοι Ελληνες νοσταλγοί του "Κάμπελ" (Βασ. Σκανδάλης, Γ. Κοσμίδης, Ν. Ζωγράφος κ.ά.).
Όταν ο Πούλος προσφέρθηκε να βοηθήσει τους Γερμανούς στη Θεσσαλονίκη (άνοιξη 1943), οι επιθέσεις των ανταρτών είχαν αυξηθεί σημαντικά. Ήταν η εποχή που η ρήξη μεταξύ των Ελλήνων που ήθελαν μια μεταπολεμική κομμουνιστική διαχείριση και εκείνων οι οποίοι επιθυμούσαν έναν μονάρχη (είτε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση) είχε ολοκληρωθεί.
Αυτές οι ολότελα διαφορετικές απόψεις παρατηρούντο μέχρι τότε στα ελληνικά πανεπιστήμια, στα καφενεία και στις ταβέρνες των μεγάλων πόλεων. Σταδιακά έφθασαν στα βουνά, στα χωριά και γενικότερα στην ελληνική ύπαιθρο.
Οι δυνάμεις του Άξονα δεν έχασαν την ευκαιρία που παρουσιάστηκε.Υποστηρίζοντας τα αντικομμουνιστικά στοιχεία της χώρας προχώρησαν με γερμανικό και ιταλικό εξοπλισμό στη συγκρότηση ελληνικών βοηθητικών αποσπασμάτων. Οι Ιταλοί είχαν προσπαθήσει νωρίτερα να βρουν Έλληνες εθελοντές, όμως επειδή ήταν αντιπαθείς και άξιοι περιφρόνησης μόλις και μετά βίας μπορούσαν να διατηρήσουν την τάξη στις περιοχές που έλεγχαν. Οι Γερμανοί και (σε μικρότερο βαθμό) οι Βούλγαροι ήταν πιο αποτελεσματικοί στη στρατολόγηση Ελλήνων εθελοντών. Οι Γερμανοί, ας σημειωθεί, ήταν σεβαστοί ως εξαιρετικοί στρατιώτες από ένα μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης, ενώ οι Βούλγαροι στρατολόγησαν κυρίως σλαβόφωνους χωρικούς στη Δυτική Μακεδονία. Επιπλέον ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας είχε αντικομμουνιστικά αισθήματα, ενώ ένα μικρότερο, κατάλοιπο της 4ης Αυγούστου, ήταν ισχυρά φασιστικό και υποστήριζε τους Γερμανούς.
Παρόλο που οι συνθήκες ήταν αρκετά ευνοϊκές επειδή ο ΕΛΑΣ είχε διαλύσει με τη βία τις περισσότερες αντικομμουνιστικές ομάδες στην περιοχή ενδιαφέροντος, ο Πούλος δεν κατάφερε να συγκεντρώσει περισσότερους από 300 άνδρες. Οι "Πουλικοί" με πρώτο ορμητήριο την πόλη της Θεσσαλονίκης και αργότερα το χωριό Κρύα Βρύση της Πέλλας συμμετείχαν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Βέρμαχτ στη Μακεδονία. Φορούσαν γερμανικές στολές που έφεραν τα διακριτικά ΕΕΣ (Εθνικός Ελληνικός Στρατός) και συνεργάζονταν με τα τοπικά Τάγματα Ασφαλείας. Ο ίδιος ο Πούλος φορούσε στολή αξιωματικού του Ελληνικού Στρατού με μόνα γερμανικά διακριτικά τον αετό και τη σβάστικα. Ένας Γερμανός αξιωματικός - σύνδεσμος, ο Κουρτ Τομπίας (Kurt Tobias), τοποθετήθηκε στο αρχηγείο του (επί της οδού Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη) για τον καλύτερο συντονισμό της ομάδας Πούλου.
Τον Σεπτέμβριο του 1943 η SD αναγνώρισε επίσημα την ομάδα του Πούλου ως μέρος του οργανισμού της στην Ελλάδα, διαθέτοντας στον υπέρβαρο συνταγματάρχη γραφεία και ένα πεδίο ασκήσεων. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών του ίδιου μήνα η ομάδα του Πούλου υπήχθη στο 2ο Σύνταγμα Brandenburg). Τότε η μονάδα εγκαταστάθηκε μέσα και γύρω από την Πτολεμαΐδα, κυρίως στα χωριά που κατοικούντο από προσφυγικό πληθυσμό. Οι «Πουλικοί» της Εορδαίας και της Καστοριάς υπό τη διοίκηση του έφεδρου λοχαγού Μενεμένη και του Ανδρέα Αναγνωστόπουλου (παλαιού μακεδονομάχου από την Κλεισούρα), πραγματοποιούσαν πολλές επιδρομές εναντίον των ανταρτών της περιοχής, αλλά και των χωριών που υποψιάζονταν πως βοηθούσαν τους "αντάρτες (Ερμακιά).
Τον Ιανουάριο του 1944 το εθελοντικό Σώμα του Πούλου δέχθηκε 90-100 άνδρες από την Κρήτη. Φαίνεται πως η μικρή αυτή μονάδα δημιουργήθηκε στο νησί από έναν ελληνομαθή Γερμανό λοχία της Μυστικής Αστυνομίας, τον Φριτς Σούμπερτ (Fritz Schubert). Ο Σούμπερτ είχε στρατολογήσει Κρητικούς εθελοντές, αλλά και Γερμανούς του κοινού ποινικού δικαίου και των ταγμάτων φρουρίων, που εμφανίστηκαν στο ελληνικό έδαφος το φθινόπωρο του 1943. Οι περισσότεροι "Σουμπερτιανοί" ήταν φλογεροί πολέμιοι του κομμουνισμού, είτε άνεργοι καιροσκόποι, είτε απλώς νέοι Κρητικοί, που αναζητούσαν την περιπέτεια, διακρίνονταν δε για τη σκληρότητά τους. Η 5η Μεραρχία του ΕΛΑΣ, που έδρευε στα ορεινά της Κρήτης, είχε ορκιστεί να καταληστέψει την ομάδα του Σούμπερτ με κάθε μέσο. Αυτό είχε ως συνέπεια ο Σούμπερτ να μην τολμήσει πλέον κανένα εγχείρημα έξω από τα Χανιά αν δεν συνοδευόταν από δυνάμεις της Wehrmacht. Έτσι η αποτελεσματικότητα της ομάδας του, ήταν πολύ μειωμένη, αφού η δράση της ήταν περιορισμένη. Επιπλέον, ο διοικητής της 22ης Αερομεταφερόμενης μεραρχίας (που τότε στάθμευε στην Κρήτη) αντιπαθούσε τον Σούμπερτ και τους άνδρες του, επειδή πίστευε πως η παρουσία τους ήταν επιζήμια.
Οι "Σουμπερτιανοί" είχαν προκαλέσει τέτοιο θόρυβο στο νησί ώστε η γερμανική διοίκηση ήταν αναγκασμένη να τους στείλει μακριά. Έτσι κατέληξαν στη Βέροια, μαζί με τον συνταγματάρχη Πούλο, στις αρχές του 1944. Και οι δύο ομάδες πλέον συναγωνίζονταν στο ποια θα διαπράξει τις μεγαλύτερες ωμότητες.
Οι περισσότερες επιδρομές εναντίον των ανταρτών από τους άνδρες του Πούλου ήταν εστιασμένες σε περιοχές όπου δρούσαν οι αντάρτες του συνταγματάρχη Καλαμπαλίκη της 10ης μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Οι Ελασίτες δεν δίσταζαν να αντιμετωπίσουν τον τρόμο της ΡουΙοs Verband με αντι-τρομοκρατία. Οι επιθέσεις εναντίον του Πούλου άρχισαν την άνοιξη του 1944. Στην αρχή ήταν παρενοχλητικές, σταδιακά όμως έγιναν συντονισμένες προσπάθειες ώστε η μονάδα του να καταστραφεί πλήρως. Στις 6 Απριλίου, για παράδειγμα, μια μονάδα της 10ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ από το Βέρμιο επιτέθηκε σε ένα τμήμα "Πουλικών" την ώρα της αναφοράς τους. Όταν η μάχη τελείωσε, οι αντάρτες ισχυρίστηκαν ότι είχαν σκοτώσει 83 άνδρες.
Τον Ιούλιο του 1944 ομάδες "Πουλικών" και το 5ο Τάγμα Ασφαλείας Πτολεμαΐδας, υπό τη διοίκηση του ταγματάρχη Μαλτέζου, πήραν μέρος στις επιχειρήσεις των Γερμανών ανατολικά του Βερμίου εναντίον των ανταρτών της περιοχής. Η σχετική αναφορά του Τάγματος μιλά για "μεγάλες απώλειες των κομμουνιστικών συμμοριών".
Σε λίγο καιρό οι "πραιτοριανοί" του Πούλου έγιναν γνωστοί στα γύρω χωριά για την ωμότητα τους. Τουφέκιζαν όσους χωρικούς υποψιάζονταν πως ήταν μέλη του ΕΛΑΣ και επιτίθεντο στις γυναίκες που είχαν άνδρες στην Αντίσταση. Πίσω από κάθε φοβισμένο χωρικό έβλεπαν έναν υποψήφιο αντάρτη. Λεηλατούσαν τα σπίτια παίρνοντας το ψωμί, το στάρι, το τυρί και τα γιδοπρόβατα που οι χωρικοί δεν είχαν προλάβει να κρύψουν στα γύρω βουνά. Πολλοί από τους "Πουλικούς", όπως κάποιος Κακλαμάνης από την Καστοριά, ζητούσαν "εισφορές" για τον "αντικομμουνιστικό αγώνα" και φορολογούσαν τους εμπόρους και τους βιοτέχνες της περιοχής.
"Ζητάμε από τον ελληνικό λαό", έλεγε σε μήνυμα του ο κατοχικός πρωθυπουργός στις αρχές του 1944, "να δείξει στοργή για τους άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας που θέτουν τη ζωή τους σε κίνδυνο για να διασφαλίσουν τη ζωή, την τιμή και την ιδιοκτησία των πολιτών".
Λίγοι όμως από τους "ειρηνόφιλους πολίτες" προς τους οποίους απευθύνθηκε ο Ράλλης εμπιστεύονταν τα Τάγματα, αλλά και τις πολλές ανεξέλεγκτες συμμορίες του ΕΛΑΣ που το όνομά τους είχε γίνει συνώνυμο της αυθαίρετης βίας.
Στις 13 Απριλίου 1944 η μονάδα του συνταγματάρχη Πούλου βρέθηκε στα Γιαννιτσά. Μαζί ήταν και η μονάδα των "Σουμπερτιανών", πλαισιωμένη από τουρκόφωνους χωρικούς της γύρω περιοχής. Είχε προηγηθεί η απαγωγή και η εκτέλεση ενός Γερμανού στρατιώτη από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Εκεί οι άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ συγκέντρωσαν όλους τους άρρενες άνω των 10 χρόνων, στην πλατεία μπροστά από το σχολείο, όπου στεγαζόταν η γερμανική φρουρά. Τις γυναίκες και τα παιδιά τα συγκέντρωσαν σε μια άλλη γειτονική πλατεία. Ύστερα από μια σύντομη ομιλία του πατέρα Παπαγρηγορίου, του ιερέα που συνόδευε το απόσπασμα, ο Σούμπερτ άρχισε να απειλεί ουρλιάζοντας. Για τους "Πουλικούς", που είχαν εκτεθεί στα μάτια του κόσμου με τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς, οι εκτελέσεις και οι βιαιοπραγίες αποτελούσαν καθημερινή ρουτίνα. Ο τελικός αριθμός των νεκρών ανέβηκε τουλάχιστον στους 75, ανεξάρτητα από εκείνους τους χωρικούς οι οποίοι εκτελέσθηκαν επί τόπου στους αγρούς τους από τους άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ.
Η εφιαλτική μέρα για τους άτυχους Γιαννιτσιώτες όμως δεν τελείωσε με τις εκτελέσεις. Το απόσπασμα θανάτου συνέχισε το έργο του παίρνοντας τα ρούχα των θυμάτων, τα παπούτσια, τα λεφτά και τα πολύτιμα είδη τους, ενώ έκαψε και πολλά σπίτια "υπόπτων στο φρόνημα". Όση ώρα διαδραματίζονταν τα γεγονότα αυτά οι Γερμανοί της τοπικής φρουράς έστεκαν παράμερα και κοιτούσαν αδιάφορα ή έπαιρναν φωτογραφίες.
Μόλις αποχώρησαν οι "Πουλικοί" με τα φορτηγά αυτοκίνητα τους, οι επιζώντες διέφυγαν στην ύπαιθρο. Ένας απεσταλμένος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ο Ελβετός Βένγκερ, επισκέφθηκε τα Γιαννιτσά έπειτα από δύο ημέρες. Βρέθηκε σε «μια νεκρή πόλη, μια πόλη φάντασμα». Σχεδόν το 1/3 των σπιτιών είχε καεί, ενώ οι δρόμοι και οι πλατείες είχαν ερημώσει. Καθώς διέσχιζε τον κάμπο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, άκουσε από τους φοβισμένους ντόπιους και για άλλα εγκλήματα. Στη Βέροια είχαν βιάσει 12 γυναίκες, στο χωριό Σκυλίτσι οι "Πουλικοί" είχαν εκτελέσει όποιον βρήκαν μπροστά τους. Στον Χορτιάτη, 22 χλμ. ΝΑ της Θεσσαλονίκης, συνέβη το πιο φρικτό από όλα. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1944 ο Σούμπερτ μεταφέροντας μια δύναμη από δικούς του και άνδρες του Πούλου πάνω σε 20 καμιόνια κύκλωσε το χωριό. Είχε προηγηθεί η δολοφονία ενός Γερμανού και ενός Έλληνα υπαλλήλου της Εταιρίας Ύδρευσης από μια ομάδα ανταρτών του ΕΛΑΣ. Εισερχόμενοι οι "γερμανοντυμένοι" μέσα στο χωριό άρχισαν να πυροβολούν ό,τι εκινείτο. Σε ένα από τα αρχοντικά σπίτια συγκέντρωσαν όλα τα γυναικόπαιδα και αφού κλείδωσαν τις πόρτες έβαλαν φωτιά χρησιμοποιώντας μια εμπρηστική σκόνη.
Οι κάτοικοι αλλόφρονες προσπαθώντας να μην καούν ζωντανοί, έπεσαν πάνω στα πολυβόλα. Βλέποντας αιμόφυρτο τον ιερέα του χωριού, Δημήτριο Τομαρά, οι δύο κόρες του όρμησαν πάνω σε έναν Γερμανό φρουρό. Ο επικεφαλής αξιωματικός τις συνέλαβε και τις έριξε και αυτές στις φλόγες. Συνολικά 250 κάτοικοι του Χορτιάτη εκτελέσθηκαν ή κάηκαν ζωντανοί.
Ο Βένγκερ συνάντησε τον Πούλο στο οχυρωμένο στρατηγείο του στην Κρύα Βρύση, έξω από τα Γιαννιτσά. Τόλμησε να αρθρώσει κάποιες λέξεις διαμαρτυρίας για τις σφαγές που προξένησαν οι παρακρατικές συμμορίες, αλλά ο δοσίλογος συνταγματάρχης τον διέκοψε απότομα: «Τα παράπονα σας να τα κάνετε στους αντάρτες. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για την όλη κατάσταση». Δεν έδειξε να έχει καθόλου τύψεις παρά μόνο μίσος για τους χωρικούς που τροφοδοτούσαν τους αντάρτες, ενώ κατέστησε σαφές στον ξένο συνομιλητή του πως η γνώμη του για τον Ερυθρό Σταυρό δεν ήταν καθόλου καλή.
Καθώς ο ΕΛΑΣ γινόταν ολοένα και πιο απειλητικός, οι "στρατιώτες" του Πούλου έδειχναν φοβισμένοι, έτοιμοι να πατήσουν τη σκανδάλη και να προβούν σε πράξεις πρωτοφανούς αγριότητας. Μόλις μαθευόταν ότι πλησίαζαν, ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις άδειαζαν και οι κάτοικοι έτρεχαν πανικόβλητοι να κρυφτούν στα χωράφια και στις σπηλιές των γύρω βουνών. Μια φορά ένας "Πουλικός" οπλαρχηγός, όταν πάντρεψε την κόρη του, υποχρέωσε τα χωριά της περιφερείας του να πληρώσουν σε είδος κάποια "δώρα" για τον γάμο της.
Γενικά οι σφαγές, η βία και οι μέθοδοι του Πούλου ήταν μέρος μιας συνειδητής πολιτικής και τακτικής των Γερμανών, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν την τρομοκρατία σε μαζική κλίμακα πιστεύοντας πως ήταν η καλύτερη δυνατή λύση απέναντι στο συνεχώς διογκούμενο αντάρτικο. Ο ΕΛΑΣ από την πλευρά του συμμετείχε το ίδιο φανατισμένα σε αυτό το όργιο εγκλημάτων αντεκδίκησης, εκτελώντας συχνά ανυποψίαστους πολίτες με ψευδείς κατηγορίες.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως και η ίδια ΠΑΟ μια από τις πιο αντικομμουνιστικές οργάνωσης της Κατοχής, κράτησε αποστάσεις από τον Πούλο . Ένα υπόμνημα του αντισυνταγματάρχη Αργυρόπουλου της ΠΑΟ προς το συμμαχικό στρατηγείο του Καΐρου στις 22/10/1944 ανέφερε: "...ουδείς οίκτος επιτρέπεται δια τον Πούλον και τα τμήματα πρέπει να τους γίνει μεταχείρισις προδοτών. Ο λαός της Βορείου Ελλάδος με ικανοποίηση θα τους έβλεπε κρεμασμένους όλους".
Τον Απρίλιο του 1944 ο ΕΛΑΣ αποφάσισε να δόση ένα γερό κτύπημα στο "πουλικό απόσπασμα", ειδική ομάδα από 20 αντάρτες εισχώρησε στη Βέροια, όπου ήταν στρατοπεδευμένοι οι δοσίλογοι.
Ήταν Κυριακή απόγευμα και αρκετός κόσμος έκανε την καθιερωμένη βόλτα του. Ο Πούλος και οι άντρες του δειπνούσαν σε ένα σχολείο χωρίς να έχουν πάρει ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης. Το πυρ των ανταρτών τούς έπιασε απροετοίμαστους. Επακολούθησε πανικός. Πάνω από 100 άνδρες του Πούλου σκοτώθηκαν ή τραυματίσθηκαν. Ανάμεσα τους ήταν ο υπαρχηγός τους, ενώ ο σκληροτράχηλος συνταγματάρχης κατόρθωσε να ξεφύγει. Οι Γερμανοί, έφθασαν καθυστερημένα, δεν έκαναν τίποτε, οι αντάρτες απεχώρησαν αθόρυβα με τον ίδιο τρόπο με τον οποίον είχαν εισέλθει στην πόλη (ο γραφών είχε την ευκαιρία να ακούσει τις λεπτομέρειες της μάχης από έναν παλαιό "Πουλικό" που ήταν αυτόπτης μάρτυρας της επίθεσης και πέθανε πρόσφατα).
(Απόσπασμα από το βιβλίο του Ιάκωβου Χονδροματίδη,"Η ΜΑΥΡΗ ΣΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ")
http://eleftheriakos.blogspot.gr/2010/0 ... _8654.html
Re: Με λυπεί ιδιαιτέρως....
46ΙΔΙΑ ΦΥΛΛΑΤΤΕ-ΕΧΘΡΟΥΣ ΑΜΥΝΟΥ-ΘΝΗΣΚΕ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ\n\n-Δάσκαλε γιατί με διδάσκεις πολεμικές τέχνες και παράλληλα μου μιλάς για ειρήνη; \n-Γιατί καλύτερα να είσαι μαχητής σε κήπο παρά κηπουρός σε μάχη…