Η σημασία της αγαθής προαίρεσης στην Ορθόδοξη Παράδοση

1
Η σημασία της αγαθής προαίρεσης στην Ορθόδοξη Παράδοση

Ο κλάδος της επιστήμης που μελετάει την ανθρώπινη συμπεριφορά λέγεται ψυχολογία. Οι ψυχολόγοι ερευνούν θέματα όπως η αντίληψη, η νόηση, η προσοχή, η συγκίνηση, η φαινομενολογία, το κίνητρο, η λειτουργία του εγκεφάλου, η προσωπικότητα, η συμπεριφορά, και οι διαπροσωπικές σχέσεις.

Από Ορθόδοξης πλευράς όμως η επιστήμες της Δύσης παρουσιάζουν διαφορές οι οποίες καθιστούν την ψυχολογία αδύνατη να κατανοήσει την "κατά Θεό" Ορθόδοξη διδασκαλία.

Σε αυτό το θέμα θα εξετάσουμε πως ακριβώς ρυθμίζεται η ανθρώπινη σκέψη, εκλογή και συμπεριφορά σύμφωνα με την παράδοση που μας έχουν αφήσει οι Πατέρες της εκκλησίας μας.

Το προοδευτικό σχήμα που διδάσκει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, όπως έχουμε ήδη δει εδώ είναι Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση

http://panayiotistelevantos.blogspot.gr ... st_19.html

Θα επικεντρωθούμε λοιπόν στην σημασία της προαίρεσης
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

2
ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ: Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Τά τελευταῖα χρόνια ὅλο καί περισσότερο πληθαίνουν οἱ ἐνδείξεις ὅτι ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς τους οἱ ἄνθρωποι διαθέτουν τή βασική ἠθική αἴσθηση. Μέ τή βοήθεια καλά σχεδιασμένων πειραμάτων διαπιστώθηκε ὅτι ἀκόμα καί στά μωρά ὑπάρχει ἠθική κρίση καί αἰσθήματα πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτήν.
Ὁμάδα ἐρευνητῶν τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Γέιλ παρατηροῦσε ἀγόρι ἡλικίας ἑνός ἔτους. Τό παιδί παρακολούθησε παράσταση μέ μαριονέτες, κατά τήν ὁποία ἡ μία συνήθιζε νά μήν ἐπιστρέφει τήν μπάλα στίς ἄλλες. Τήν ἔπαιρνε καί ἔφευγε. Ὅταν οἱ τρεῖς μαριονέτες κατέβηκαν ἀπό τή σκηνή καί κάθησαν μπροστά σέ λιχουδιές, οἱ ἐρευνητές ζήτησαν ἀπό τό παιδί νά πάρει τίς λιχουδιές ἀπό κάποια. Κι ἐκεῖνο ἀφαίρεσε τή μερίδα ἀπό τήν «ἄτακτη» καί μάλιστα τη χτύπησε στό κεφάλι, ἴσως γιά νά τήν τιμωρήσει περισσότερο.
Σέ ἕνα ἀπό τά πειράματα, νήπια ἕξι μηνῶν ἕως ἑνός ἔτους παρακολούθησαν μία ταινία, στήν ὁποία «πρωταγωνιστοῦσαν» ἁπλά γεωμετρικά σχήματα κινούμενα σχέδια. Μία κόκκινη μπάλα μέ μάτια προσπαθοῦσε νά ἀνεβεῖ ἕνα λόφο. Τήν ἴδια στιγμή ἕνα κίτρινο τετράγωνο τή βοηθοῦσε σπρώχνοντάς την ἀπό πίσω καί ἕνα πράσινο τρίγωνο τήν ἐμπόδιζε καί τήν ὑποχρέωνε νά ἐπιστρέψει πίσω. Ἀφοῦ τά παιδιά παρακολούθησαν ἀρκετές φορές τήν ταινία, κλήθηκαν νά ἐπιλέξουν. Τό 80% ἔδειξε τήν προτίμησή του στό «καλό» κίτρινο τετράγωνο πού βοηθοῦσε τήν μπάλα καί ὄχι στό «κακό» πράσινο τρίγωνο, πού τήν ἐμπόδιζε.
Σέ ἄλλο πείραμα, σκύλος παιχνίδι προσπαθοῦσε νά ἀνοίξει κάποιο κουτί. Ἕνα ἀρκουδάκι τόν βοηθοῦσε καί ἄλλο τόν ἐμπόδιζε. Μετά ἀπό την παρακολούθηση τῆς ταινίας τά νήπια στή συντριπτική πλειονότητά τους ἔδειξαν ὅτι προτιμοῦν τό φιλικό ἀρκουδάκι πού πρόσφερε βοήθεια στό σκύλο.
Τά πειράματα αὐτά καταδεικνύουν, ὅτι ἡ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου να κάνει ἠθικές ἐπιλογές δεν ἐξαρτᾶται ἀπό τή διανοητική του ἀνάπτυξη, οὔτε ἀπό τό γνωσιολογικό του ὑπόβαθρο, οὔτε ἀπό τίς ἐπιδράσεις τοῦ περιβάλλοντος. Αὐτή την ἱκανότητα ἡ ἐκκλησία την ὀνομάζει προαίρεση (προ–αἵρεση, δηλαδή ἀρχική ἐκλογή). Ἡ προαίρεση λειτουργεῖ ἐξ ἄκρας συλλήψεως τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἀπό τήν πρώτη στιγμή ἡ ψυχή πού δίδεται καθαρή ἀπό τόν Θεό, τοποθετεῖται ἔναντι Αὐτοῦ καί ἔναντι τοῦ ὑλικοῦ πού παραλαμβάνει μέτά δύο πρωτοκύτταρα, μέσῳ τῶν ὁποίων κληρονομοῦνται ὅλες οἱ καταβολές –θετικές καί ἀρνητικές– τῶν προγόνων της. Γιά τήν ἐκδήλωση τῆς κακῆς προαιρέσεως ἐκ κοιλίας μητρός μᾶς ὁμιλεῖ ὁ προφήτης Δαυΐδ: «Ἀπηλλοτριώθησαν οἱ ἁμαρτωλοί ἀπό μήτρας, ἐπλανήθησαν ἀπό γαστρός, ἐλάλησαν ψευδῆ», (Ψαλ.ΝΖ, 4), ἐνῶ γιά τήν ἐκδήλωση τῆς καλῆς προαιρέσεως μᾶς λέγει ἀλλοῦ: «ἐπί σέ ἐπεστηρίχθην ἀπό γαστρός, ἐκ κοιλίας μητρός μου σύ εἶ μου σκεπαστής», (Ψαλ. Ο, 6). Θά μποροῦσε κανείς νά ἀναλογιστεῖ τό μέγεθος τῆς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ, πού ἀφήνει τήν ψυχή νά ἐκδηλωθεῖ πρίν ἀναμιχθεῖ καί ἐπιβαρυνθεῖ με ὅλο τό μεταπτωτικό ὑλικό καί ἔτσι ἡ ἐπιλογή της εἶναι καθαρή καί ἀπηλλαγμένη ξένων προσμίξεων. Ἄς σκεφτοῦμε τί θά γινόταν, ἄν ἡ προαίρεση λειτουργοῦσε μετά ἀπό ὥριμες σκέψεις σέ μία μεταγενέστερη ἡλικία, ὅπως θά ἤθελαν οἱ περισσότεροι. Οἱ σκέψεις μας, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, εἶναι γήινες καί μολυσμένες, ὁπότε καί ἡ ἐπιλογή μας θά ἦταν ἀνάλογης ποιότητας. Πῶς θά σωζόταν τότε ὁ ἄνθρωπος;
Ἡ ἀλήθεια αὐτή εἶναι δυσπαράδεκτη, ἀκόμα καί γιά τούς πιστούς στην ἐποχή μας. Ἡ πεποίθηση ὅτι τό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἐγκέφαλος καί ὅτι ἀπό ἐκεῖ ἀρχίζουν καί τελειώνουν ὅλες οἱ σπουδαῖες καί ὑψηλές του λειτουργίες ἔχει μιά σχεδόν καθολική ἀποδοχή στίς μέρες μας. Πῶς εἶναι δυνατόν χωρίς γνώση περί τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, χωρίς σύγκριση καί ἀξιολόγηση τῶν δεδομένων νά προβεῖ κάποιος σέ ἠθικές κρίσεις καί τοποθετήσεις; Τά πειράματα αὐτά ἔρχονται ἀκριβῶς νά δείξουν, ὅτι ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ἕνας ἐπεξεργαστής καί ἕνα ὄργανο ἐπικοινωνίας τοῦ ἔσω ἀνθρώπου μέ τόν ἐξωτερικό κόσμο. Ὁ ἔσω αὐτός ἄνθρωπος, «ὁ κρυπτός τῆς καρδίας ἄνθρωπος», ὅπως τόν ὀνομάζει καί ἡ Ἁγία Γραφή, ζεῖ καί ἐνεργεῖ καί χωρίς τήν διανοητική συνδρομή τοῦ ἐγκεφάλου. Αὐτή τήν ζωή καλεῖται νά καλλιεργήσει καί ἀναπτύξει ὁ κάθε ἄνθρωπος μέσα στήν Ἐκκλησία, διότι ἐκεῖ βιώνεται ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ και ἡ ἕνωση μαζί Του.
Ὁ ἐκ γαστρός ἁγιασμός προφητῶν, ἁγίων, ἐξαιρέτως δέ τῆς Θεοτόκου, εἶναι ἡ ἀπάντησις τοῦ Θεοῦ στήν ἐξ ἄκρας συλλήψεως σφοδρᾶς καί ἀταλαντεύτου πρός Αὐτόν ἐκδηλώσεως τῆς προαιρέσεως. Οἱ λοιποί ἔχουμε εἴτε κακή εἴτε ἀσθενική προαίρεση καί γι’ αὐτό μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε καί σέ πολλές λάθος ἐπιλογές στή ζωή μας. Ἄν ὅμως ὁ πυρήνας τῆς προαιρέσεως εἶναι καλός, μπορεῖ διά τῆς μετανοίας νά ἀνακαλέσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τίς λάθος ἐπιλογές του (ἡ προαίρεση ἀλλάζει τό μυαλό κι ὄχι τό μυαλό τήν προαίρεση), ἀκόμα καί ἀπό τόν γεμάτο πάθη χαρακτῆρα του καί νά τόν ὁδηγήσει και στήν ἁγιότητα. Ἐδῶ πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι ὁ χαρακτήρας ἑνός ἀνθρώπου πολλές φορές δέν ταυτίζεται μέ τήν προαίρεσή του. Τό πιό χαρακτηριστικό παράδειγμα νομίζουμε ὅτι εἶναι ὁ ἐκ δεξιῶν τοῦ Χριστοῦ ληστής, ὁ ὁποῖος εἶχε καλή προαίρεση, ἀλλά παρασύρθηκε σέ ἕναν λάθος τρόπο ζωῆς. Ἡ καλή του προαίρεση ὅμως φανερώθηκε στήν τελευταία πράξη τῆς ζωῆς του καί αὐτή καθώρισε καί τήν κατάστασή του στήν αἰωνιότητα. Ὁπωσδήποτε ἡ προαίρεσή του αὐτή χρωμάτιζε μέ μιά ἄλλη ποιότητα καί τίς κακές του πράξεις, διότι δεν ταυτιζόταν οὔτε χαιρόταν μέ αὐτές, ὅπως ὁ ἐξ ἀριστερῶν ληστής πού ἀπέδειξε ὅτι εἶχε κακή προαίρεση. Ἀντίθετα, ὁ Φαρισαῖος ἐπεδείκνυε ἕναν καλό καί εὐσεβῆ χαρακτῆρα, ἀλλά ἡ προαίρεσή του ἦταν κακή καί αὐτό τόν κατεδίκασε. Τήν ἴδια ἀντίθεση μεταξύ χαρακτῆρος–τρόπου ζωῆς καί προαιρέσεως βλέπουμε στόν ἄσωτο καί πρεσβύτερο υἱό στήν ἀντίστοιχη παραβολή, καθώς καί σε βίους ἁγίων, ὅπως τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, τοῦ ἁγίου Μωϋσέως τοῦ Αἰθίοπος καί ἄλλων πολλῶν. Θά λέγαμε ὅτι ὅταν ὁ Θεός δεῖ μιά καλή προαίρεση, τήν διαφυλάσσει ὡς πολύτιμο θησαυρό μέσα στά πατρικά Του χέρια, ἀκόμα κι ὅταν αὐτή περνάει μέσα ἀπό ἕναν κολασμένο τρόπο ζωῆς και τήν βοηθάει νά ἐκδηλωθεῖ σέ μία κατάλληλη στιγμή, πού μπορεῖ νά εἶναι καί ἡ τελευταία.
Ἡ ἀποδοχή αὐτῆς τῆς θεωρήσεως νομίζουμε ὅτι θά μποροῦσε να ἀπαντήσει καί σέ ἕνα ἐρώτημα πού ἀπασχολεῖ πολλούς χριστιανούς διαχρονικά. Πῶς θά κρίνει ὁ Θεός τούς ἀνθρώπους αὐτούς πού ἡ ζωή τους τερματίζεται σέ ἐμβρυακή ἡλικία,εἴτε λόγω βιαίας ἐπεμβάσεως (ἔκτρωση), εἴτε λόγω ὀργανικῶν ἐπιπλοκῶν ἐντός τῆς μήτρας ἤ καί σέ σύντομο διάστημα μετά τόν τοκετό; Ὑφέρπει δηλαδή στό νοῦ πολλῶν πιστῶν μία ἀνησυχία, μήπως ὁ Θεός στερεῖται ἐπαρκῶν δεδομένων, ὥστε νά προβεῖ σέ μία δικαία κρίση γιά τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού δέν πρόλαβαν νά ἐνεργήσουν δι’ ἔργων στό σύντομο πέρασμά τους ἀπό τόν κόσμο αὐτό. Ἡ ἐξ ἄκρας συλλήψεως ἐκδήλωση τῆς προαιρέσεως ὅμως, παρουσιάζει τόν ὅλον ἄνθρωπο ἐνώπιον τοῦ Παντογνώστου Θεοῦ, ὁ ὁποῖος γνωρίζει μετά πάσης ἀκριβείας ἀπό την πρώτη ἐκείνη στιγμή, πῶς θά ἐνεργήσει ἡ προαίρεση αὐτή στόν κόσμο, εἴτε ζήσει ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἴτε δέν ζήσει. Αὐτό τό συμπεραίνουμε ἀπό τά φοβερά λόγια τοῦ Χριστοῦ πρός τούς κατοίκους ἑβραϊκῶν πόλεων πού δέν πίστεψαν στήν διά θαυμάτων παρουσία Του: «Οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά, ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καί Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἄν ἐν σάκκῳ καί σποδῷ καθήμεναι μετενόησαν. Πλήν λέγω ὑμῖν, Τύρῳ καί Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἤ ὑμῖν. Καί σύ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως Ἅδου καταβιβασθήσῃ. Ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἄν μέχρι τῆς σήμερον. Πλήν λέγω ὑμῖν ὅτι γῆ Σοδόμων ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἤ σοί» (Ματθ.ΙΑ,2124). Διά τῶν λόγων αὐτῶν ὁ Χριστός μᾶς ἀποκαλύπτει πώς γνώριζε τό πῶς θα ἐνεργοῦσαν (μετανοῶντας) οἱ κάτοικοι Τύρου καί Σιδῶνος, ἀκόμα καί τῶν Σοδόμων, ἄν ἔβλεπαν τήν παρουσία καί τά σημεῖα Του, πρᾶγμα τό ὁποῖο, βέβαια, δέν συνέβη. Ὁ Θεός, δηλαδή, δέν γνωρίζει μόνο αὐτά πού θά συμβοῦν, ἀλλά καί ὅσα θά συνέβαιναν, ἀλλά διά τῆς ἀρρήτου Του σοφίας ἐπεμβαίνει ἤ παραχωρεῖ, ὥστε αὐτά νά μήν λάβουν χώρα. Συνεπῶς ὁ Θεός γνωρίζει ἐξ ἄκρας συλλήψεως, τό πῶς θά ἐνεργοῦσε κάθε ψυχή σέ ὁποιαδήποτε ἐποχή και μέ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες κι ἄν ζοῦσε. Δέν περιμένει νά δεῖ τίς δραστηριότητές της για νά καταλάβει ποιά εἶναι. Γι’αὐτό καί ἡ κρίση Του εἶναι δικαία καί τελεία. Ἐπιλέγει δε τίς καταλληλότερες συνθῆκες (φῦλο, ἐποχή, κοινωνική κατάσταση κλπ.) πού θά τήν διευκολύνουν νά συναντηθεῖ μαζί Του.
Πολλά ἐρωτήματα μποροῦν νά προκύψουν κατά τήν μελέτη τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ θέματος. Μπορεῖ ἡ προαίρεση νά ἀλλοιωθεῖ κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς; Ἡ καλή προαίρεση πού ἐξεδήλωσαν τά παιδιά στά παραπάνω πειράματα σημαίνει ὅτι θά σωθοῦν κιόλας; Οἱ καλές ἠθικές ἐπιλογές κρύβουν πάντα ἀπό πίσω μία καλή προαίρεση; Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά αὐτοδιαγνώσει τήν προαίρεσή του; Εἶναι τελικά ἡ στιγμή «μηδέν» ἡ πιό σημαντική και καθοριστική στιγμή γιά κάθε ἄνθρωπο; Τό θέμα εἶναι ὄντως μεγάλο, διότι ἅπτεται τῶν ἐσωτάτων καί βαθέων τοῦ μυστηρίου πού λέγεται ἀνθρώπινη ψυχή. Ἡ περαιτέρω ἀνάπτυξη καί ἐμβάθυνσή του ἀπαιτεῖ τή συνδρομή πλέον ἁρμοδίων περί τά θεολογικά.
Νίκος Φλῶρος
ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ , Τεῦχος 114
Ὑποσημειώσεις:
1. Οἱ πληροφορίες περί τῶν πανεπιστημιακῶν ἐρευνῶν σέ μικρά παιδιά ἐλήφθησαν ἀπό ἄρθρο τῆς φιλολόγου - θεολόγου κ. Εὐδοξίας Αὐγουστίνουτο ὁποῖο κυκλοφόρησε στο internet.
2. Οἱ θεολογικές θέσεις περί προαιρέσεως ἐξ ἄκρας συλλήψεως προέρχονται
ἀπό προφορικά θεολογικά μαθήματα τοῦ π. Βασιλείου Βολουδάκη.

http://orthodoxy-rainbow.blogspot.gr/20 ... st_28.html
Αὐτή την ἱκανότητα ἡ ἐκκλησία την ὀνομάζει προαίρεση (προ–αἵρεση, δηλαδή ἀρχική ἐκλογή). Ἡ προαίρεση λειτουργεῖ ἐξ ἄκρας συλλήψεως τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἀπό τήν πρώτη στιγμή ἡ ψυχή πού δίδεται καθαρή ἀπό τόν Θεό, τοποθετεῖται ἔναντι Αὐτοῦ καί ἔναντι τοῦ ὑλικοῦ πού παραλαμβάνει μέτά δύο πρωτοκύτταρα, μέσῳ τῶν ὁποίων κληρονομοῦνται ὅλες οἱ καταβολές –θετικές καί ἀρνητικές– τῶν προγόνων της. Γιά τήν ἐκδήλωση τῆς κακῆς προαιρέσεως ἐκ κοιλίας μητρός μᾶς ὁμιλεῖ ὁ προφήτης Δαυΐδ: «Ἀπηλλοτριώθησαν οἱ ἁμαρτωλοί ἀπό μήτρας, ἐπλανήθησαν ἀπό γαστρός, ἐλάλησαν ψευδῆ», (Ψαλ.ΝΖ, 4), ἐνῶ γιά τήν ἐκδήλωση τῆς καλῆς προαιρέσεως μᾶς λέγει ἀλλοῦ: «ἐπί σέ ἐπεστηρίχθην ἀπό γαστρός, ἐκ κοιλίας μητρός μου σύ εἶ μου σκεπαστής», (Ψαλ. Ο, 6).
Δηλαδή παιδιά η προαίρεση είναι γενετική ; :hmmm
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

3
Ας δούμε μερικά λόγια του Μάξιμου Ομολογητή σχετικά με την Προαίρεση : http://ahdoni.blogspot.gr/p/blog-page.html

13. Το να υπάρχει πάντοτε ή όχι νοερή και λογική ουσία εξαρτάται από τη βούληση Εκείνου, που όλα τα δημιούργησε καλά. Το να είναι όμως τα δημιουργήματα αγαθά ή κακά κατά την προαίρεση, αυτό εξαρτάται από τη θέλησή τους.

25. Ο Θεός εκ φύσεως αγαθός και απαθής, όλους τους αγαπά εξίσου ως δημιουργήματά Του, αλλά τον ενάρετο τον δοξάζει επειδή αποκτά και την γνώση, ενώ τον κακό άνθρωπο, τον ελεεί λόγω της αγαθότητάς Του, και παιδεύοντάς τον σ’ αυτόν τον κόσμο, τον φέρνει σε μετάνοια και διόρθωση. Έτσι και ο καλοπροαίρετος και απαθής άνθρωπος, όλους τους ανθρώπους τους αγαπά εξίσου. Τον ενάρετο και για την ανθρώπινη φύση του, και για την καλή του προαίρεση. τον κακό τον ελεεί και σαν συνάνθρωπό του, και από συμπάθεια, επειδή ως ανόητος βαδίζει στο σκοτάδι.
32. Τρία πράγματα είναι εκείνα που μας παρακινούν στα καλά: τα φυσικά σπέρματα, οι άγιοι άγγελοι και η αγαθή προαίρεση. Φυσικά σπέρματα εννοώ το εξής: όταν αυτό που θέλομε να μας κάνουν οι άνθρωποι, το κάνομε κι εμείς σ’ αυτούς(45). ή όταν δούμε κανέναν σε στενοχώρια ή σε ανάγκη και εκ φύσεως τον ελεούμε. Οι άγιοι άγγελοι μάς παρακινούν όταν, βαδίζοντας για κάποιο καλό πράγμα, βρούμε βοήθεια καλή και προχωρήσομε. Και η αγαθή προαίρεση, όταν διακρίνομε το καλό από το κακό και προτιμούμε το καλό.
33. Τρία πάλι είναι εκείνα που μάς παρακινούν στα κακά: τα πάθη, οι δαίμονες και η κακή προαίρεση. Τα πάθη, όπως όταν επιθυμούμε κάτι παράλογο. όπως π.χ. ένα φαγητό όχι στον ορισμένο του καιρό ή χωρίς ανάγκη, ή γυναίκα όχι για σκοπό τεκνογονίας ή όχι τη νόμιμη σύζυγο. Κι ακόμα όταν θυμώνομε ή λυπούμαστε άδικα. π.χ. εναντίον εκείνου που μάς προξένησε ατιμία ή ζημία. Οι δαίμονες, όπως όταν καιροφυλακτούν να μας βρουν σε αμέλεια και τότε ξαφνικά μας επιτίθενται και κινούν εναντίον μας τα πιο πάνω πάθη και τα όμοια. Και η κακή προαίρεση, όπως όταν, ενώ ξέρομε το καλό, προτιμούμε το κακό.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

4
Η έννοια της προαίρεσης είναι πολύ σημαντική μέσα στην πίστη μας. Ας δούμε όμως τι λέει ο Βασίλειος ο Μέγας :

«Και Θεώ τοίνυν ου το ηναγκασμένον φίλον, αλλά το εξ αρετής κατορθούμενον. Αρετή δε εκ προαιρέσεως, και ουκ εξ ανάγκης γίνεται. Προαίρεσις δε των εφ' ημίν ήρτηται».

Δηλαδή:

«Ο Θεός δεν αγαπά αυτό που γίνεται αναγκαστικά αλλά αυτό που κατορθώνεται με την αρετή. Η δε αρετή επιτυγχάνεται με την ελεύθερη προαίρεση, κι όχι με τον εξαναγκασμό. Η ελεύθερη προαίρεση ανήκει σ' αυτά που εξαρτώνται από μας».

Τελικά η προαίρεση εξαρτάται από εμάς ή είναι κάτι που έχουμε "ἐκ κοιλίας μητρός" ;
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

5
Φαντάζομαι και τα δυο.

Τι είναι η αγαθή προαίρεση; Γιατί κάποιος έχει κακή και κάποιος καλή προαίρεση; Παίζει ρόλο το περιβάλλον;


Προαίρεση θα πει, πρόθεση για κάτι. Θα πει, επιλέγω ελεύθερα, χωρίς καταναγκασμό, χωρίς καθοδήγηση, είναι αυτό που ο Ιερός Χρυσόστομος το ονομάζει «γνώμη». Η γνώμη αναφέρει, «αιτία γίνεται πάντων των αγαθών». Είναι δε τόσο μεγάλη η αξία της, κατά τον ίδιο, ώστε «Μάρτυρα, ουχί θάνατος ποιεί μόνον, αλλά και πρόθεσις», δηλαδή αυτός που έχει αγαθή πρόθεση και η αγάπη του στον Θεό ξεπερνάει κάθε όριο ώστε και την ζωή του να δώσει για Αυτόν, τότε είναι μάρτυρας εκ προθέσεως.
Επίσης μας λέει «Πανταχού η προαίρεσις αιτία, πανταχού η γνώμη κυρία», (ΕΠΕ 31, 82).
Δηλαδή σε ότι κάνουμε έχουμε την διάθεση (προαίρεση) αλλά αυτό που τελικά θα επιλέξουμε (γνώμη=απόφαση) θα είναι αυτό που θα διαχωρίσει και το αν η προαίρεση μας είναι καλή ή κακή.
Η αγαθή προαίρεση είναι φωλιασμένη στην καρδιά μας και είναι καρπός ΚΑΙ του προσωπικού μας αγώνα, αφού: Παλεύοντας με τις αδυναμίες και τα πάθη μας, έχοντας ταπείνωση και εμπιστοσύνη στον Θεό, συνεργεί και η Θεία Χάρη και η αγαθή προαίρεση αποκτά φυσικότητα. Μην ξεχνάμε ότι όλα τα καλά τα δίνει στον άνθρωπο η Θεία Χάρη. (π Πορφύριος)

Ο Μ. Βασίλειος μας λέει: “Θεώ τοίνυν ου το ηναγκασμένον φίλον, αλλά το εξ αρετής κατορθούμενον. Αρετή δε εκ προαιρέσεως και ουκ εξ ανάγκης γίνεται. Προαίρεσις δε των εφ’ ημίν ήρτηται, το δε εφ’ ημίν εστι το αυτεξούσιον”
Πολύ σημαντική αυτή η παρατήρηση, ότι ο Θεός δεν αγαπά ό,τι γίνεται αναγκαστικά. Επίσης, ο Μ. Βασίλειος παρατηρεί ότι η λογική κτίση είναι προαιρετική και έμπρακτος, ενώ η άλογη κτίση είναι απροαίρετη και ακίνητη. (Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος)

Επίσης ο ίδιος λέει: “Ποιήσομεν ανθρωπον, Είπεν ό Θεός, κατ’ εικόνα και καθ’ όμοίωσιν. Το ένα, δηλαδή το κατ’ εικόνα, το ανάγουμε στην κτίση του Θεού, ενώ το άλλο, το καθ’ ομοίωσιν, να το επιτύχουμε με την καλή μας προαίρεση”.

Ενώ ο άγιος Δημήτριος του Ροστώβ λέγει:
“Με άφησε ο Θεός για ν’ αγωνισθώ να γίνω όμοιος μ’ Αυτόν.”
Έτσι λοιπόν, κατά την εικόνα είμαι λογικός, ενώ κατά την ομοιότητα είμαι χριστιανός.. Συνεπώς να γνωρίζουμε ότι το κατ’ εικόνα του Θεού είναι και στην ψυχή του απίστου ανθρώπου, ενώ το καθ’ ομοίωσιν είναι δυνατόν μόνον στους ενάρετους χριστιανούς. (γ.Ηλίε Κλεόπα)

Ο Άγιος Αντώνιος μας λέει: Η λογική ψυχή, μένοντας αμετακίνητη στην καλή προαίρεση (διάθεση), χαλιναγωγεί σαν τ’ αλόγα το θυμικό και το επιθυμητικό και νικώντας τα ακαταλόγιστα πάθη της, τα περισφίγγει και καταβάλλοντος τα στεφανώνεται και αξιώνεται να έχει κατοικία στους ουρανούς. Αυτό είναι έπαθλο νίκης και των κόπων, που λαμβάνει από τον Θεό που την έκτισε.
Η κακία είναι πάθος της ύλης (υλικό). Ο Θεός δεν είναι αίτιος της κακίας, άλλα τη γνώση και την επιστήμη και την ικανότητα να διακρίνουν το αγαθό και το κακό, καθώς και το αυτεξούσιον, τα έδωσε με το παραπάνω στους ανθρώπους. Εκείνη που γεννά τα πάθη της κακίας, είναι η αμέλεια και η οκνηρία των ανθρώπων. Γιατί ο Θεός είναι καθ’ ολοκληρίαν αναίτιος.
Εξ άλλου οι δαίμονες έγιναν πονηροί με δική τους προαίρεση γνώμης (εκλογή), όπως ακριβώς και οι περισσότεροι των ανθρώπων.
Ο Όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μας λέει ότι η προαίρεση ανήκει στις ζωτικές δυνάμεις της ψυχής:

(Από το «έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως» σε απόδοση του Αρχιμανδρίτη Δωρόθεου Πάπαρη τα παρακάτω αποσπάσματα)

Ζωτικές δυνάμεις της ψυχής, δηλαδή επιθυμητικές, είναι η βούληση και η προαίρεση.
Η βούληση είναι κάποια φυσική θέληση, δηλαδή φυσική και λογική επιθυμία κάποιου πράγματος. Υπάρχει, δηλαδή, μέσα στην ψυχή του ανθρώπου δύναμη της λογικής επιθυμίας. Όταν, λοιπόν, η λογική επιθυμία κινηθεί φυσικά προς κάποιο πράγμα, λέγεται βούληση·

Έπειτα, μετά από τη βούληση, ακολουθεί η έρευνα και η εξέταση. Και μετά απ’ αυτά, αν εξαρτάται από μας, ακολουθεί βουλή, δηλαδή απόφαση. Και «βουλή» είναι επιθυμία για να ερευνήσουμε αυτά που πρέπει να πράξουμε. Σκέφτεται, δηλαδή, κάποιος, αν πρέπει ν’ ασχοληθεί με την υπόθεση ή όχι.

Έπειτα σκέφτεται το καλύτερο, και αυτό λέγεται διάκριση. Στη συνέχεια, αποδέχεται και αγαπά αυτό που έκρινε με τη σκέψη του, και αυτό ονομάζεται συγκατάθεση.

Έπειτα, μετά την αποδοχή, έρχεται η προαίρεση, δηλαδή η επιλογή· προαίρεση δηλαδή είναι η εκλογή του ενός μεταξύ δύο πραγμάτων, να προτιμήσουμε αυτό αντί για το άλλο.

Κατόπιν, σπεύδει να το κάνει πράξη, και αυτό ονομάζεται ορμή. Έπειτα, εκπληρώνει την επιθυμία, και αυτό λέγεται χρήση. Τέλος, μετά τη χρήση, η επιθυμία σταματά.

(Ο άνθρωπος), λοιπόν, ελεύθερα επιθυμεί, ελεύθερα θέλει, ελεύθερα ερευνά και εξετάζει, ελεύθερα σκέφτεται, ελεύθερα διακρίνει, ελεύθερα παίρνει θέση απέναντι στα πράγματα, ελεύθερα εκλέγει, ελεύθερα σπεύδει (για εκπλήρωση των επιθυμιών) και ελεύθερα ενεργεί σ’ αυτά που είναι σύμφωνα με τη φύση του.

Το περιβάλλον που μεγαλώνουμε και ζούμε σαφώς παίζει πολύ μεγάλο ρόλο Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, δίνουν τεράστια σημασία στην χριστιανική διαπαιδαγώγηση των παιδιών από τους γονείς κυρίως με το παράδειγμα τους και με την προσευχή τους.
Παιδί που μικρό μπήκε κάτω από πετραχήλι έστω και μια φορά, είναι ευεργετημένο παρά μα πάρα πολύ. Όπως και να γυρίσουν τα πράγματα στην ζωή του όσο κι αν απομακρυνθεί από το θείο θέλημα η επιστροφή του είναι πολύ πιο εύκολη.

Ορθόδοξες Απαντήσεις, Ιούλιος 2007

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

6
ναι πρόσεξε τώρα :
grecko έγραψε:Φαντάζομαι και τα δυο.

Τι είναι η αγαθή προαίρεση; Γιατί κάποιος έχει κακή και κάποιος καλή προαίρεση; Παίζει ρόλο το περιβάλλον;

Προαίρεση θα πει, πρόθεση για κάτι. Θα πει, επιλέγω ελεύθερα, χωρίς καταναγκασμό, χωρίς καθοδήγηση, είναι αυτό που ο Ιερός Χρυσόστομος το ονομάζει «γνώμη».
Η γνώμη είναι άλλο και άλλο είναι η προαίρεση. Ο Μάξιμος ο Ομολογητής διαχωρίζει αυτά τα δύο. Αυτό φαίνεται παρακάτω ακόμα και στο λόγο του Χρυσόστομου :
grecko έγραψε:Η γνώμη αναφέρει, «αιτία γίνεται πάντων των αγαθών». Είναι δε τόσο μεγάλη η αξία της, κατά τον ίδιο, ώστε «Μάρτυρα, ουχί θάνατος ποιεί μόνον, αλλά και πρόθεσις», δηλαδή αυτός που έχει αγαθή πρόθεση και η αγάπη του στον Θεό ξεπερνάει κάθε όριο ώστε και την ζωή του να δώσει για Αυτόν, τότε είναι μάρτυρας εκ προθέσεως.
Επίσης μας λέει «Πανταχού η προαίρεσις αιτία, πανταχού η γνώμη κυρία», (ΕΠΕ 31, 82).
Δηλαδή σε ότι κάνουμε έχουμε την διάθεση (προαίρεση) αλλά αυτό που τελικά θα επιλέξουμε (γνώμη=απόφαση) θα είναι αυτό που θα διαχωρίσει και το αν η προαίρεση μας είναι καλή ή κακή.
Η διάθεση εδώ έχει το νόημα της προ-διάθεσης προαίρεσης
Η γνώμη εδώ έχει το νόημα της επιλογής-απόφασης που διαχωρίζει αν η προαίρεση είναι καλή ή κακή.
grecko έγραψε: Η αγαθή προαίρεση είναι φωλιασμένη στην καρδιά μας και είναι καρπός ΚΑΙ του προσωπικού μας αγώνα, αφού: Παλεύοντας με τις αδυναμίες και τα πάθη μας, έχοντας ταπείνωση και εμπιστοσύνη στον Θεό, συνεργεί και η Θεία Χάρη και η αγαθή προαίρεση αποκτά φυσικότητα. Μην ξεχνάμε ότι όλα τα καλά τα δίνει στον άνθρωπο η Θεία Χάρη. (π Πορφύριος)
Βλέπουμε παραπάνω ότι η αγαθή προαίρεση είναι ένας καρπός ΚΑΙ προσωπικού μας αγώνα. Συνεπώς αυτό απαντάει σε αυτό που ρώτησα προηγουμένως αν είναι μόνο γενετική η προδιάθεση (προαίρεση) ή όχι. :541

Εφόσον μπορούμε να την καλλιεργήσουμε είναι στο χέρι μας το καθ ομοίωση εξ αιτίας της προαιρέσεως, γιαυτό είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τι ακριβώς είναι η προαίρεση σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση:
grecko έγραψε: Επίσης ο ίδιος λέει: “Ποιήσομεν ανθρωπον, Είπεν ό Θεός, κατ’ εικόνα και καθ’ όμοίωσιν. Το ένα, δηλαδή το κατ’ εικόνα, το ανάγουμε στην κτίση του Θεού, ενώ το άλλο, το καθ’ ομοίωσιν, να το επιτύχουμε με την καλή μας προαίρεση”.
Παρακάτω βλέπουμε έναν άλλο μηχανισμό από τον οποίο καθορίζονται οι συμπεριφορές, ο οποίος πάει κάπως έτσι :

Επιθυμία -> Θέληση-> Βούληση -> έρευνα -> εξέταση -> βουλή/απόφαση-> διάκριση -> συγκατάθεση -> προαίρεση -> ορμή ->Πράξη -> Χρήση (όπου η επιθυμία εκπληρώνεται)
grecko έγραψε: (Από το «έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως» σε απόδοση του Αρχιμανδρίτη Δωρόθεου Πάπαρη τα παρακάτω αποσπάσματα)

Ζωτικές δυνάμεις της ψυχής, δηλαδή επιθυμητικές, είναι η βούληση και η προαίρεση.
Η βούληση είναι κάποια φυσική θέληση, δηλαδή φυσική και λογική επιθυμία κάποιου πράγματος. Υπάρχει, δηλαδή, μέσα στην ψυχή του ανθρώπου δύναμη της λογικής επιθυμίας. Όταν, λοιπόν, η λογική επιθυμία κινηθεί φυσικά προς κάποιο πράγμα, λέγεται βούληση·

Έπειτα, μετά από τη βούληση, ακολουθεί η έρευνα και η εξέταση. Και μετά απ’ αυτά, αν εξαρτάται από μας, ακολουθεί βουλή, δηλαδή απόφαση. Και «βουλή» είναι επιθυμία για να ερευνήσουμε αυτά που πρέπει να πράξουμε. Σκέφτεται, δηλαδή, κάποιος, αν πρέπει ν’ ασχοληθεί με την υπόθεση ή όχι.

Έπειτα σκέφτεται το καλύτερο, και αυτό λέγεται διάκριση. Στη συνέχεια, αποδέχεται και αγαπά αυτό που έκρινε με τη σκέψη του, και αυτό ονομάζεται συγκατάθεση.

Έπειτα, μετά την αποδοχή, έρχεται η προαίρεση, δηλαδή η επιλογή· προαίρεση δηλαδή είναι η εκλογή του ενός μεταξύ δύο πραγμάτων, να προτιμήσουμε αυτό αντί για το άλλο.

Κατόπιν, σπεύδει να το κάνει πράξη, και αυτό ονομάζεται ορμή. Έπειτα, εκπληρώνει την επιθυμία, και αυτό λέγεται χρήση. Τέλος, μετά τη χρήση, η επιθυμία σταματά.
Άλλος ο παραπάνω μηχανισμός συμπεριφοράς και άλλος αυτός του Μάξιμου Ομολογητού. Εδώ θα πρέπει να πω ότι είναι απαραίτητο να βρούμε τα πρωτότυπα των Πατέρων....

http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Θέληση-βουλή-γνώμη-προαίρεση : στην Ορθόδοξη Παράδοση

7
Ας δούμε τι λέει ο Μάξιμος ο Ομολογητής σχετικά με την προαίρεση από το ακόλουθο πρωτότυπο κείμενο :

http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Mig ... _91A_3.pdf

Οι άνθρωποι λέει διαφέρουν μεταξύ τους σε πολλά , στο βίο, στα ήθη, στη γνώμη, στην προαίρεση, στις επιθυμίες κτλ...
Εἰ γάρ πολλή τίς ἐστιν ἡ διαφορά καί ἀκατάληπτος τῶν ἀνθρώπων ἑκάστου πρός ἕκαστον καί ἡ πρός ἑαυτόν ἑκάστου ἑναλλαγή , ἔν τε βίοις καί ἤθεσι καί γνώμαις καί προαιρέσεσι καί ἐπιθυμίαις , ἐπιστήμαις τε καί (=1193=) χρείαις καί ἐπιτηδεύμασι καί αὐτοῖς τοῖς κατά ψυχήν λογισμοῖς ἀπείροις οὖσι σχεδόν
Τόσο σημαντική είναι η προαίρεση που ο Σατανάς χαρακτηρίζεται ως άρχοντας αυτού του κόσμου και των διαβολικών προαιρέσεων των ανθρώπων : http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Mig ... _91A_4.pdf
Ἄρχοντα δέ τοῦ κόσμου καί τῶν ἐν ἀνθρώποις διαβολικῶν προαιρέσεων τόν Σατανᾶν λέγει , τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου , κατά τόν Ἀπόστολο
Παρακάτω θα δούμε πως σχετίζεται η προαίρεση με την αρετή και το αγαθό
Ὅς ἐγενήθη ἡμῖν ἀπό Θεοῦ σοφία , δικαιοσύνη τε καί ἁγιασμός καί ἀπολύτρωσις , ἀπολύτως ταῦτα δηλαδή ἐπ ' αὐτοῦ λεγόμενα ἔχων , ὡς αὐτοσοφία καί δικαιοσύνη καί ἁγιότης ὤν , καί οὐχ ὡς ἐφ ̓ ἡμῶν προσδιωρισμένως , οἷον ὡς σοφός ἄνθρωπος , ἤ δίκαιος ἄνθρωπος , πᾶς δηλονότι ἄνθρωπος ἀρετῆς καθ ̓ ἕξιν ( 14 ∆ _ 084 > παγίαν μετέχων ἀναμφηρίστως Θεοῦ μετέχει τῆς οὐσίας τῶν ἀρετῶν , ὡς τήν κατά (=1084=) φύσιν σποράν τοῦ ἀγαθοῦ γνησίως κατά προαίρεσιν γεωργήσας καί ταυτόν δείξας τῇ ἀρχῇ τό τέλος , και τήν ἀρχήν τῷ τέλει , μᾶλλον δέ ταυτόν ἀρχήν οὖσαν καί τέλος , ὡς ἀνόθευτος Θεοῦ τυγχάνων συνήγορος , εἴπερ παντός πράγματος ἀρχή καί τέλος ὁ ἐπ ̓ αὐτῷ σκοπός ὑπάρχειν πεπίστευται , τήν μέν ὡς ἐκεῖθεν εἰληφώς πρός τῷ εἶναι καί τό κατά μέθεξιν φύσει ἀγαθόν , τό δέ ὡς κατ ̓ αὐτήν γνώμῃ τε καί προαιρέσει τόν ἐπαινετόν καί πρός αὐτήν ἀπλανῶς ἄγοντα ἐξανύσας δρόμον διά σπουδῆς , καθ ̓ ὅν γίνεται Θεός , ἐκ τοῦ Θεοῦ τό Θεός εἶναι λαμβάνων , ὡς τῷ κατ ̓ εἰκόνα φύσει καλῷ καί προαιρέσει τήν δι ̓ ἀρετῶν προσθείς ἐξομοίωσιν , διά τῆς ἐμφύτου πρός τήν ἰδίαν ἀρχήν ἀναβάσεώς τε καί οἰκειότητος . Καί πληροῦται λοιπόν καί ἐπ ̓ αὐτῷ τό ἀποστολικόν ῥητόν τό φάσκον· Ἐν αὐτῷ γάρ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν . Γίνεται γάρ ἐν τῷ Θεῷ διά προσοχῆς , τόν ἐν τῷ Θεῷ προόντα τοῦ εἶναι λόγον μή παραφθείρας , καί κινεῖται ἐν τῷ Θεῷ κατά τόν προόντα ἐν τῷ Θεῷ τοῦ εὖ εἶναι λόγον , διά τῶν ἀρετῶν ἐνεργούμενος , καί ζῇ ἐν τῷ Θεῷ κατά τόν προόντα ἐν τῷ Θεῷ τοῦ ἀεί εἶναι λόγον .
Λέει λοιπόν ότι συμμετέχει ουσιαστικά στις αρετές εκείνος που με την προαίρεση του καλλιεργεί το αγαθό. Ενώ παρακάτω λέει ότι το κατ εικόνα επιτυγχάνεται από την προαίρεση προς την αρετή..... Άρα η αγαθή προαίρεση είναι αυτή που οδηγεί στην καλλιέργεια του αγαθού διαμέσου των αρετών και οδηγεί στη Θέωση.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Η σημασία της αγαθής προαίρεσης στην Ορθόδοξη Παράδοση

8
Ας δούμε τι ακριβώς τι είναι και τι δεν είναι η προαίρεση :

ΠΕΡΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ , ΗΓΟΥΝ ΘΕΛΗΣΕΩΣ Θέλημα γάρ εἶναι φυσικόν , ἤγουν θέλησιν , δύναμιν τοῦ κατά φύσιν ὄντος ὀρεκτικήν· καί τῶν οὐσιωδῶς τῇ φύσει προσόντων συνεκτικήν πάντων ἰδιωμάτων . Τούτῳ γάρ συνεχομένη φυσικῶς ἡ οὐσία , τοῦ τε εἶναι καί ζῇν καί κινεῖσθαι κατ ̓ αἴσθησίν τε καί νοῦν ὀρέγεται , τῆς οἰκείας ἐφιεμένη φυσικῆς καί ( ≡ 15 Α _ 014 ≡ > πλήρους ὀντότητος . Θελητική γάρ ἑαυτῆς , καί τῶν ὅσα σύστασιν αὐτῆς ποιεῖσθαι πέφυκε , καθέστηκεν ἡ φύσις· τῷ τοῦ εἶναι αὐτῆς λόγῳ , καθ ̓ ὅν ἔστι τε καί γέγονεν ὀρεκτικῶς ἐπηρτημένη . (=0013=) ∆ιόπερ ἕτεροι τοῦτο τό φυσικόν ὁριζόμενοι· θέλημά φασιν εἶναι , ὄρεξιν λογικήν τε καί ζωτικήν· τήν δέ προαίρεσιν , ὄρεξιν βουλευτικήν τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν . Οὐκ ἔστιν οὖν προαίρεσις ἡ θέλησις· εἴπερ ἡ μέν θέλησις ἁπλῆ τις ὄρεξίς ἐστι , λογική τε καί ζωτική· ἡ δέ προαίρεσις , ὀρέξεως καί βουλῆς καί κρίσεως σύνοδος . Ὀρεγόμενοι γάρ πρότερον βουλευόμεθα· καί βουλευσάμενοι , κρίνομεν· καί κρίναντες , προαιρούμεθα τοῦ χείρονος τό δειχθέν ἐκ τῆς κρίσεως κρεῖττον· καί ἡ μέν , μόνον ἤρτηται τῶν φυσικῶν· ἡ δέ , μόνων τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν , καί δι ̓ ἡμῶν γίνεσθαι δυναμένων . Οὐκ ἔστιν οὖν θέλησις ἡ προαίρεσις .

ΠΕΡΙ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ Ἀλλ ̓ οὔτε βούλησίς ἐστιν ἡ προαίρεσις . Βούλησις μέν γάρ ἐστιν ὄρεξις φανταστική τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν καί οὐκ ἐφ ̓ ἡμῖν· τουτέστι μόνῃ τῇ διανοίᾳ μορφουμένη . Ἡ δέ ὄρεξις φανταστική , μόνης ἐστί τῆς διανοητικῆς δυνάμεως ἄνευ τοῦ βουλευτικοῦ λόγου τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν· ἤ ποιά φυσική θέλησις . Ἡ δέ προαίρεσις , ὄρεξις βουλευτική τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν πρακτῶν . Ἤρκει μεν οὖν καί μόνος ὁ τῆς ὑπογραφῆς λόγος , δείξας τήν τούτων διαφοράν , παῦσαι φιλονεικίας τούς περιττῶς φιλολογοῦντας· καί τοῖς καλῶς ἐγνωσμἐνοις , οὐκ οἶδ ̓ ὅπως εὐφήμως εἰπεῖν , σαφῶς ἀντιλέγοντας . Ἐπειδή δέ ποθοῦσί πως οἱ φιλοπευστοῦντες διά πλειόνων ἐπιστῆναι τοῖς ζητουμένοις , ἐροῦμεν καί ἄλλως . Φασίν οἱ περί τούτων διειληφότες . Οὐ πᾶσιν οἷς ἁρμόζει τό προαιρεῖσθαι , πάντως ἁρμόζειν καί τό βούλεσθαι . Βούλεσθαι μέν γάρ ὑγιαίνειν καί πλουτεῖν καί ( ≡ 15 Α _ 016 ≡ > ἀθανατισθῆναι φαμεν· προαιρεῖσθαι δέ πλουτεῖν καί ὑγιαίνειν καί ἀθανατισθῆναι , οὐ λέγομεν· ἐπειδή ἡ μέν βούλησις , καί ἐπί τῶν δυνατῶν καί ἐπί τῶν ἀδυνάτων ἐστίν· ἡ δέ προαίρεσις , ἐπί μόνων δυνατῶν , καί δι ̓ ἡμῶν γενέσθαι δυναμένων . Καί πάλιν , ἡ μέν βούλησις , τοῦ τέλους ἐστίν· ἡ δέ προαίρεσις , τῶν πρός τό τέλος . Τέλος οὖν εἶναι φασι τό βουλητόν· οἶον , τήν ὑγίειαν· πρός τό τέλος , δέ , τό βουλευτόν· οἶον , τόν τῆς ὑγιείας τόπον . Τήν αὐτήν οὖν ἀναλογίαν ἥν ἔχει τό βουλητόν πρός τό βουλευτόν , ἔχειν τήν βούλησίν φασι (=0016=) πρός τήν προαίρεσιν· εἴπερ ταῦτα μόνα προαιρούμεθα , ἅ δι ̓ ἡμῶν οἰόμεθα δύνασθαι γενέσθαι . Βουλόμεθα δέ καί τά μή δι ̓ ἡμῶν οἷα τε γενέσθαι . ∆έδεικται τοίνυν , ὡς οὐδέ βούλησίς ἐστιν ἡ προαίρεσις· δειχθήσεται δέ πάλιν , ὡς οὔτε βούλευσίς ἐστιν ἤγουν βουλή .

ΠΕΡΙ ΒΟΥΛΗΣ ΗΓΟΥΝ ΒΟΥΛΕΥΣΕΩΣ Τήν βουλήν ἤγουν βούλευσιν εἶναί φασιν ὄρεξιν ζητητικήν περί τι τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν πρακτῶν γινομένην . Προαιρετόν δέ , τό ἐκ τῆς βουλῆς κριθέν . ∆ῆλον οὖν ἐντεῦθεν , ὡς ἡ μέν βούλευσις , ἐπί τοῖς ἔτι ζητουμένοις ἐστίν· ἡ δέ προαίρεσις , ἐπί τοῖς ἤδη προκεκριμένοις . Καί δῆλον , οὐκ ἐκ μόνου τοῦ ὁρισμοῦ , ἀλλά καί τῆς ἐτυμολογίας . Προαιρετόν γάρ ἐστι τό ἕτερον πρό ἑτέρου αἱρετόν . Οὐδείς δέ προκρίνει τι , μή βουλευσάμενος· οὐδέ αἱρεῖται μή κρίνας . Οὐκ ἔστιν οὖν βουλή , τουτέστι βούλευσις , ἡ προαίρεσις .

ΠΕΡΙ ΠΡΟΑΙΡΕΣΕΩΣ Προαίρεσιν εἶναι φασιν ὄρεξιν βουλευτικήν τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν ( ≡ 15 Α _ 018 ≡ > πρακτῶν . Μικτόν γάρ τι , καί πολλοῖς σύγκρατον ἡ προαίρεσις· ἐξ ὀρέξεως καί βουλῆς συγκειμένη καί κρίσεως . Οὐδέτερον γάρ τούτων ὑπάρχει καθ ̓ αὑτό θεωρούμενον ἡ προαίρεσις· οὔτε γάρ μόνον ὄρεξις καθ ̓ αὑτήν , οὔτε βουλή , οὔτε κρίσις· ἀλλά ἐκ τούτων σύγκρατος , καθώς ὁ καθ ̓ ἡμᾶς ἄνθρωπος ἐκ ψυχῆς καί σώματος σύνθετος . Ἐπειδή τότε προαίρεσις , καί προαιρετόν γίνεται , τό προκριθέν ἐκ τῆς βουλῆς , περί οὗ ἡ προαίρεσις , ὅταν προσλάβῃ τήν ὄρεξιν . Ἀναγκαίως οὖν ἡ προαίρεσις περί ταῦτά ἐστι μετά τήν κρίσιν , περί ἅ ἡ βουλή πρό τῆς κρίσεως . Ἐκεῖνα γάρ προαιρούμεθα , περί ὧν βουλευόμεθα .

ΠΕΡΙ ΤΙΝΩΝ ΒΟΥΛΕΥΟΜΕΘΑ Βουλευόμεθα δέ περί τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν καί δι ' ἡμῶν γίνεσθαι δυναμένων· καί ἄδηλον ἐχόντων τό τέλος . Τό μέν οὖν ἐφ ̓ ἡμῖν εἴρηται , ἐπειδή περί τῶν πρακτῶν μόνον βουλευόμεθα . Ταῦτα γάρ ἐφ ̓ ἡμῖν· οὐ γάρ περί τῆς αὐθυποστάτου σοφίας . Οὔτε γάρ περί Θεοῦ , οὔτε περί τῶν ἐξ ἀνάγκης καί ἀεί ὡσαύτως γινομένων· οἷον τῆς κυκλικῆς τῶν χρόνων κινήσεως· οὔτε περί τῶν οὐκ ἀεί μέν ὄντων , ἀεί δέ ὁμοίως γινομένων , οἷον ἀνατολῆς ἡλίου καί δύσεως· οὔτε περί τῶν φύσει μέν , οὐκ ἀεί δέ ὁμοίως γινομένων , (=0017=) ἀλλ ̓ ὡς ἐπί τό πλεῖστον· οἷον , περί τοῦ πολιοῦσθαι τόν ἑξηκοντούτην , ἤ γενειάσκειν τόν εἰκοσαετῆ· οὔτε περί τῶν φύσει μέν , ἄλλοτε δέ ἄλλως ἀορίστως γινομένων· οἷον περί ὄμβρων καί αὐχμῶν καί χαλάζης . ∆ιά ταῦτα μέν τό ἐφ ̓ ἡμῖν , εἴρηται· Τό δέ , ∆ι ̓ ἡμῶν γίνεσθαι δυναμένων· ἐπειδήπερ οὐ περί πάντων ἀνθρώπων ( τῶν ἀνθρωπίνων ), οὔτε περί παντός πράγματος βουλευόμεθα· ἀλλ ̓ οὐδέ περί πάντων τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν , καί δι ̓ ἡμῶν γινομένων· ἀλλά δεῖ ( ≡ 15 Α _ 020 ≡ > προσκεῖσθαι , καί ἄδηλον ἐχόντων τό τέλος . Ἐάν γάρ ᾖ φανερόν καί ὁμολογούμενον , οὐκ ἔτι περί αὐτοῦ βουλευόμεθα· κἄν ἐφ ̓ ἡμῖν , καί δι ̓ ἡμῶν γίνηται . Ἐδείχθη δέ , ὡς οὐδέ περί τοῦ τέλους , ἀλλά περί τῶν πρός τό τέλος , ἡ βουλή . Βουλευόμεθα γάρ οὐ πλουτῆσαι· ἀλλ ̓ ὅπως καί δι ̓ ὧν πλουτήσομεν . Καί συντόμως εἰπεῖν , περί τούτων μόνον βουλευόμεθα , ὧν ἡ πρᾶξις ἐπίσης ἐνδέχεται· ἔστι δέ ἐπίσης ἐνδεχόμενον , ὅ αὐτό τε δυνάμεθα , καί τό ἀντικείμενον αὐτῷ . Εἰ δέ τό ἕτερον μόνον τῶν ἀντικειμένων ἠδυνάμεθα , τοῦτο μέν ἦν ὁμολογούμενον , ὡς ἀναμφίβολον· τό δἐ ἀντικείμενον , ἀδύνατον . Οἷον , ἄρτου καί λίθου προκειμένων , οὐδείς βουλεύεται ποῖον ποιήσεται βρῶμα· τοῦ μέν ὁμολογουμένου· τοῦ δέ σαφῶς ὄντος ἀδυνάτου . Ταῦτα γοῦν προαιρούμεθα , τά ἐπίσης ἐνδεχόμενα , περί ὧν καί βουλευόμεθα

ΠΕΡΙ ΓΝΩΜΗΣ Ἀλλ ̓ οὔτε γνώμη τίς ἐστιν ἡ προαίρεσις , κἄν οἱ πολλοί τοῦτο προχείρως νομίζωσιν· ἀλλά γνώμης· εἴπερ τήν γνώμην εἶναι φασιν ὄρεξιν ἐνδιάθετον τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν , ἐξ ἧς ἡ προαίρεσις· ἤ διάθεσιν ἐπί τοῖς ἐφ ̓ ἡμῖν ὀρεκτικῶς βουλευθεῖσι . ∆ιατεθεῖσα γάρ ἡ ὄρεξις τοῖς κριθεῖσιν ἐκ τῆς βουλῆς , γνώμη γέγονε· μεθ ̓ ἥν , ἤ κυριώτερον εἰπεῖν , ἐξ ἧς ἡ προαίρεσις . Ἕξεως οὖν πρός ἐνέργειαν ἐπέχει λόγον , ἡ γνώμη πρός τήν προαίρεσιν .

ΠΕΡΙ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ( ≡ 15 Α _ 022 ≡ > Ἀλλ ̓ οὔτε ἐξουσία ἐστίν ἡ προαίρεσις . Ἡ μέν γάρ προαίρεσις , ὡς πολλάκις ἔφην , ὄρεξις ἐστι βουλευτική τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν πρακτῶν· ἡ δέ ἐξουσία , κυριότης ἔννομος τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν πρακτῶν· ἤ κυριότης ἀκώλυτος τῆς τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν χρήσεως· ἤ ὄρεξις τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν ἀδούλωτος . Οὐκ ἔστιν οὖν ταυτόν ἐξουσία καί προαίρεσις· εἴπερ κατ ̓ ἐξουσίαν μέν προαιρούμεθα· οὐκ ἐξουσιάζομεν δέ κατά προαίρεσιν· καί ἡ μέν ἐπιλέγεται μόνον· ἡ δέ χρᾶται τοῖς ἐφ ' ἡμῖν , καί τοῖς ἐπί τοῖς ἐφ ̓ ἡμῖν , ἤγουν , προαιρέσει καί κρίσει καί βουλῇ . Κατ ' ἐξουσίαν γάρ βουλευόμεθα , (=0020=) καί κρίνομεν , καί προαιρούμεθα , καί ὁρμῶμεν , καί χρώμεθα τοῖς ἐφ ̓ ἡμῖν .

ΠΕΡΙ ∆ΟΞΗΣ Ἀλλ ̓ οὔτε δόξα τίς ἐστιν ἤ προαίρεσις . Ἡ μέν γάρ δόξα διττή· λογική τε , καί ἄλογος· ἡ δέ προαίρεσις τρεπτή . Τήν μέν οὖν ἄλογον δόξαν εἶναί φασιν , ἁπλῆν γνῶσιν καί πρόχειρον· ὡς ὅταν τις προφέρῃ δόξαν ἀλλοτρίαν , ἀγνοῶν τήν αὐτῆς αἰτίαν . Οἷον , ἀθάνατον λέγων τήν ψυχήν , καί μή διδούς ἀποδεικτικήν αἰτίαν τῆς ἀθανασίας αὐτῆς . Τήν δέ λογικήν δόξαν , γνῶσιν εἶναι λέγουσι , κατά ἀποπεράτωσιν τῆς διανοίας συνισταμένην· ὡς ὅταν τις λογισάμενός τι , καί τήν αἰτίαν αὐτοῦ ἐπιστημονικῶς ἀποδίδωσι . ∆ιανοία γάρ ἐστιν , ἡ διήκουσα καί διαστηματικῶς ἐνεργοῦσα , ἀπό προτάσεως ἀρχομένη μέχρι συμπεράσματος . Οἷον , προτίθεταί τις δεῖξαι τήν ψυχήν ἀθάνατον , καί λέγει· Ἐπειδή αὐτοκίνητος ἐστιν ἡ ψυχή· τό δέ αὐτοκίνητον , ἀεικίνητον· τό δέ ἀεικίνητον , ἀθάνατον· ἡ ψυχή ἄρα ἀθάνατος . Ἤ πάλιν· Ἐπειδή ( ≡ 15 Α _ 024 ≡ > ἀσύνθετός ἐστιν ἡ ψυχή· τό δέ ἀσύνθετον , ἀδιάλυτον· τό δέ ἀδιάλυτον , ἀθάνατον· ἡ ψυχή ἄρα ἀθάνατος . ∆ιανοίας γάρ ἴδιον , τό διανύειν τινά ὁδόν ἐπί τήν τοῦ πράγματος γνῶσιν φέρουσαν· ὁδεύει δέ ἀπό τῶν προτάσεων διά τῶν συλλογισμῶν ἐπί τά συμπεράσματα , καί ποιεῖ τήν λογικήν δόξαν . Καί πάλιν , ἡ μέν δόξα οὐ μόνον τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν , ἀλλά καί τῶν οὐκ ἐφ ̓ ἡμῖν· ἡ δέ προαίρεσις , μόνον τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν· καί δόξαν μέν ἀληθῆ λέγομεν καί ψευδῆ· προαίρεσιν δέ , οὐ λέγομεν ἀληθῆ καί ψευδῆ· ἀλλά καλήν καί κακήν· καί ἡ μέν δόξα , τῶν καθόλου· ἡ δέ προαίρεσις , τῶν καθέκαστα· περί γάρ τῶν πρακτῶν ἡ προαίρεσις· ταῦτα γάρ τά καθέκαστα . ∆ιά πλειόνων , ὡς οἶμαι , φανερόν γέγονε , μή εἶναι δόξαν , τήν προαίρεσιν . Εἰ γάρ ἡ μέν δόξα κατ ̓ ἀποπεράτωσιν τῆς διανοίας συνισταμένη , γνῶσίς ἐστιν· ἡ δέ προαίρεσις , ὄρεξις βουλευτική τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν πρακτῶν , οὐκ ἔστι τῇ δόξῃ ταυτόν ἡ προαίρεσις .

ΠΕΡΙ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ , ΗΓΟΥΝ ΦΡΟΝΗΣΕΩΣ Ἀλλ ̓ οὔτε φρόνημα ἤγουν φρόνησίς ἐστι ἡ προαίρεσις . Εἴπερ τήν μέν φρόνησιν , ὄρεξιν θεωρητικήν λογικῶν καί γνωστικῶν μαθημάτων φασίν· (=0021=) ἤ ἔξιν ἀνοίας τε καί ὑπερνοίας ἀντίπαλον· τήν δέ προαίρεσιν , ὡς διαφόρως ἀποδέδωκεν ὁ λόγος , ὄρεξιν βουλευτικήν τῶν ἐφ ̓ ἡμῖν . Γίνεσθαι δέ τήν φρόνησίν φασι κατά τόν τρόπον τοῦτον· οἶον , τήν μέν πρώτην τοῦ νοῦ κίνησιν , νόησιν καλοῦσι· τήν δέ περί τινος νόησιν , ἔννοιαν λέγουσι· ἥτις ἐπιμείνασα καί τυπώσασα τήν ψυχήν πρός τό νοούμενον , ἐνθύμησις προσαγορεύεται· ἡ δέ ἐνθύμησις ἐν ταυτῷ μείνασα , καί ἑαυτήν βασανίσασα , φρόνησις ὀνομάζεται· ἡ δέ φρόνησις πλατυνθεῖσα , ποιεῖ τόν διαλογισμόν· ἐνδιάθετον λόγον ( ≡ 15 Α _ 026 ≡ > παρά τοῖς ταῦτα δεινοῖς ὀνομαζόμενον· ὅν ὑπογράφοντές φασι , κίνημα τῆς ψυχῆς εἶναι πληρέστατον ἐν τῷ διαλογιστικῷ γινόμενον , ἄνευ τινός ἐκφωνήσεως· ἐξ οὖ τόν προφορικόν λόγον φασί προϊέναι . Φρόνημα δέ πάλιν εἶναι λέγουσι , τήν ἐκ τῆς φρονήσεως ἐπιγινομένην τῷ φρονητικῷ γνῶσιν τοῦ φρονηθέντος· φρόνησιν γάρ , καί φρονητόν καί φρονητικόν καί φρόνημά φασι . Καί φρόνησις μέν ἐστιν , ἡ σχέσις· φρονητόν δέ , τό φρονούμενον· φρονητικόν , τό φρονοῦν· καί φρόνημα , ἡ γενομένη ἐκ τῆς φρονήσεως τῷ φρονητικῷ γνῶσις τοῦ φρονηθέντος πράγματος . Εἰ τοίνυν τοῦτο μέν οὕτως· ἡ δέ προαίρεσις οὐχ οὕτως· ἄρα προαίρεσις οὐκ ἔστι τό φρόνημα . ∆έδεικται τοίνυν , ὡς οἶμαι , σαφῶς , οὐκ εἶναι ταυτόν ἀλλήλοις τά προταθέντα , κατά τούς τοῦτο νομίζοντας . Εἰ δέ φαῖεν ἀλλήλοις πάντως εἶναι ταυτόν , διά τό πάντων ἐπίσης , ὡς γένος κατηγορεῖσθαι τήν ὄρεξιν , ἤγουν τήν ὀρεκτικήν τῆς φύσεως δύναμιν· εἰπάτωσαν ἀλλήλοις εἶναι ταυτόν καί πάντα τά εἴδη , τά τε χερσαῖα , καί πτηνά καί ἔνυδρα , διά τό πάντων ἐπίσης ὡς γενικώτερον , κατηγορεῖσθαι γένος τό ζῶον , φροῦδος αὐτοῖς ἡ τοῦ παντός γενήσεται διακόσμησις· πραγμάτων οὐκ οὖσα διαφόρων ὑπόστασις , ἀλλά μόνον ψιλῶν ὀνομάτων ἔκφανσις .
Η προαίρεση δεν είναι βούληση, δεν είναι θέλημα, δεν είναι γνώμη, δεν είναι εξουσία, δεν είναι δόξα, δεν είναι φρόνημα.

http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Mig ... _91A_6.pdf

ή

http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/m ... l#prologos
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Η σημασία της αγαθής προαίρεσης στην Ορθόδοξη Παράδοση

9
Η προαίρεση διαμορφόνεται από τούς εξής παράγοντες:

1. Με τη γέννηση κληρονομώντας το προπατορικό αμάρτημα αλλά καί τα αμαρτήματα των προγόνων.
2. Με την ανατροφή και το περιβάλλον που μεγαλώνει το παιδί.
3. Με την ανατροφή απο την κοινωνία (συνανθρώπους, σχολείο, χώρος εργασίας, τηλεόραση, κυβερνοχώρο (internet, (matrix)
4. Με την κοσμοθεωρία που διαμορφώνει ο άνθρωπος στην πορεία της ζωής του.
5. Με τη στάση που παίρνει βάση της θρησκείας που ακολουθεί.
6. Με τη στάση που παίρνει βάση του Χριστού ο οποίος αποτελεί τον μόνο καθρέφτη του ανθρώπου (η εικόνα της εικόνας του Θεού).
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικές αναζητήσεις”