ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

1
Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη


Κάθε λόγος του Χριστού στα Ευαγγέλια ομοιάζει με πολύτιμο διαμάντι. Όσο τον περιεργαζόμαστε, τόσο και περισσότερες λάμψεις σκορπίζει. Λάμψεις άφθαρτες, πνευματικές.

Ένας πάμπλουτος άρχοντας λίγο από ενδιαφέρον και λίγο από πειρακτική διάθεσι πλησίασε τον Κύριο και τον ρώτησε πως θ” αποκτούσε την αιώνια ζωή. Δεν ήταν ασυνήθιστο διάφορα πρόσωπα να υποβάλλουν στον θαυμαστό Διδάσκαλο ποικίλες ερωτήσεις. Ο Κύριος τον παρέπεμψε στον Νόμο, στην τήρησι των θείων εντολών – αποφυγή μοιχείας, φόνου, κλοπής, ψευδομαρτυρίας, σεβασμός προς τους γονείς. Εκείνος μη έχοντας την απαιτούμενη αυτογνωσία, βιάσθηκε να ομολογήση ότι από μικρός τα τήρησε όλα. Κι έδειχνε πως κάτι περισσότερο ζητούσε. Τότε ο Χριστός του έδειξε την ψηλή κορυφή:


Ένα σου απολείπεται. Όλα όσα έχεις να τα πουλήσης και να τα μοιράσης στους πτωχούς και θάχης θησαυρό στον ουρανό, και έλα ακολούθησε με (18,22)

Η αντίδρασίς του ήταν σαν εκείνου που του πάτησαν τον κάλο. Να πουλήση την περιουσία του και να την μοιράση στους πτωχούς! Α, πα, πα! Ούτε να το σκέπτεται τέτοιο πράγμα. Να στερηθή τα φανταχτερά ρούχα του, τα ωραία έπιπλά του, τα όμορφα οικιακά σκεύη και στολίδια, τα ζώα του, τις άμαξές του, τα όμορφα σπίτια του, τα θαυμάσια περιβόλια του, τα χωράφια του; Και ξεγυμνωμένος άπ” όλα αυτά να ακολουθή τον Χριστό! Αδύνατο των αδυνάτων!
Βέβαια ο Χριστός που είδε την καρδιά του προσκολλημένη στα πλούτη, για να τον βοηθήση, του μίλησε για ουράνιο θησαυρό – έξεις θησαυρόν εν ουρανώ – αλλά κι αυτό δεν τον συγκίνησε. Τα γήινα πλούτη ήταν χειροπιαστά, ενώ τα ουράνια μελλοντικά και αβέβαια.


Το πρόσωπό του σκεπάσθηκε με συννεφιά. Απλώθηκε πάνω του η λύπη. Περίλυπος εγένετο (18,23). Ο καημένος θάθελε και την αιωνία ζωή να κληρονομήση, αλλά και τούτη την ζωή να την περάση φίνα με τα πλούτη του.
Ο Κύριος που συχνά ξεκινούσε τον λόγο από όσα αντίκρυζε γύρω του, πήρε αφορμή από το λυπημένο πρόσωπο του και παρετήρησε: Πόσο δύσκολα αυτοί που έχουν τα χρήματα μπαίνουν στην βασιλεία του Θεού! Πιο εύκολα περνάει μια γκαμήλα στην βελονότρυπα, παρά ο πλούσιος στην βασιλεία του Θεού (18, 21-22).


Μας εντυπωσιάζει το χτυπητό παράδειγμα που χρησιμοποίησε ο Κύριος. Συχνά στα Ευαγγέλια συναντούμε τέτοιες πετυχημένες παρομοιώσεις και ζωηρές εκφράσεις, όπως για εκείνον που έχει ένα δοκάρι στο μάτι του και κοιτάζει ν” αφαιρέση το σκουπιδάκι από το μάτι του διπλανού του, όπως για τον Βαπτιστή Ιωάννη που δεν ήταν καλάμι σαλευόμενο από τον άνεμο, όπως για τα αρνιά που αποστέλλονται ανάμεσα στους λύκους, όπως για την Καπερναούμ που ανεβάσθηκε ως τον ουρανό και θα βουλιάξη στον άδη, όπως για το τίναγμα της σκόνης από τα παπούτσια των μαθητών, όπως γι” αυτούς που διυλίζουν το κουνούπι και καταπίνουν την γκαμήλα κλπ.


Υπάρχουν κάποια δεσμά που δένουν χειροπόδαρα τους ανθρώπους. Και αυτοί δεν διαμαρτύρονται. Γιατί; Διότι οι αλυσίδες είναι χρυσές. Χρυσά δεσμά είχαν αιχμαλωτίσει και τον άρχοντα. Δεν ήταν απλώς πλούσιος, αλλά πλούσιος σφόδρα (18,23), πάμπλουτος, βαθύπλουτος. Το μέγεθος του πλούτου το έδειξε ο Χριστός με το παράδειγμα της γκαμήλας. Δεν επρόκειτο για κουνούπι ούτε για μυίγα ούτε για πρόβατο, αλλά για γκαμήλα. Ισάριθμο μέγεθος είχαν και τα δεσμά. Χρυσές αλυσίδες τον κρατούσαν δέσμιο και το μέγεθος της δεσμεύσεως ήταν μέγεθος γκαμήλας.
Τα λόγια του Κυρίου ερέθισαν το ακροατήριο. Σκέπτονταν: Αν οι πλούσιοι που θεωρούνται ευλογημένοι από τον Θεό δυσκολεύονται υπερβολικά στην σωτηρία, τότε τι να πούνε οι πτωχοί; Αν έχουν έτσι τα πράγματα, κανένας δεν σώζεται. Ρώτησαν λοιπόν τον Διδάσκαλο: Και ποιος μπορεί να σωθή τότε; Και πήραν την απόκρισι: Τα αδύνατα παρ” ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ έστιν.


Πόσο μπορεί να σκληρυνθή η καρδιά ενός άνθρωπου από τις μεγάλες περιουσίες και τα πλούτη, το έδειξε ο Χριστός στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Ο ένας πτωχός, γυμνός, άρρωστος, γεμάτος πληγές, πεταγμένος κοντά στην εξώπορτα του μεγάλου αρχοντικού, και ο άλλος έκανε κρότο με την φανταχτερή και επιδεικτική πολυτέλεια – ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον. Δεν του έφθανε που το εξωτερικό του ένδυμα ήταν η πανάκριβη πορφύρα, αλλά και το εσωτερικό του ήταν από βύσσο – λευκός χιτώνας φτιαγμένος από λεπτό αιγυπτιακό λινάρι. Και παράλληλα έτρωγε κι έπινε και διασκέδαζε πλουσιοπάροχα, ευφραινόμενος καθ” ημέραν λαμπρώς. Γλέντια, μεγαλοπρεπή συμπόσια, επί καθημερινής βάσεως. Τα πλούτη ήταν υπερβολικά κι επαρκούσαν. Υπήρχε δυνατότητα για καθημερινά λουκούλεια γεύματα.
Με μία κίνηση του μικρού του δακτύλου μπορούσε ο πλούσιος ν” απαλλάξη τον πτωχό Λάζαρο απ” όλες του τις δυστυχίες. Αλλά ο πλούτος με τις δυνατότητες που του έδινε για τρυφή και ευφροσύνη, τον είχε καταντήσει πτωχό σε αισθήματα για τον πλησίον. Μαύρα σύννεφα αδιαφορίας και ασπλαγχνίας σκέπαζαν την ψυχή του. Ο πλούτος και τα γλέντια είχαν γίνει ο Θεός του, κι αυτόν καθημερινά προσκυνούσε.


Δεν υπήρχε περιθώριο να σκεφθή τον αληθινό Θεό, και τα πλάσματα του Θεού, ανάμεσα στα οποία ήταν κι ο πτωχός Λάζαρος. Σκληρότητα, αδιαφορία, ασπλαχνία, και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό – σωστή γκαμήλα η οποία δεν μπορούσε να μπη στον στενό δρόμο του Θεού.


Ποιος μπορεί να μέτρηση όλους τους πλούσιους που παρήλασαν άπ” αυτή τη γη; Και ποιος μπορεί να υπολογίση πόσο σκλήρυνε ο πλούτος τις καρδιές τους;


Ωστόσο όμως, υπάρχει και η δύναμις του Θεού. Εκείνος που πιστεύει στον Θεό και τον αγαπά, παίρνει την δύναμί του, και μπορεί ν” αντισταθή στην καταλυτική επίδρασι του πλούτου. Και στην θέσι της ασπλαγχνίας τοποθετεί την καλωσύνη και την ελεημοσύνη. Αντί για ψυχρός και αδιάφορος στον πόνο του πλησίον, γίνεται ευεργετικός και σκορπίζει την ζεστασιά της αγάπης.


Λίγα πλούτη είχε ο Ιώβ; Επτά χιλιάδες πρόβατα, τρεις χιλιάδες γκαμήλες, πεντακόσια ζευγάρια βόδια, ένα κοπάδι από πεντακόσιες θηλυκές όνους, και φυσικά για την φροντίδα όλων αυτών των ζώων ένα πολύ μεγάλο αριθμό υπηρετών. Σωστός βασιλεύς του πλούτου. Κι όμως η ευσέβεια του τον έκανε να μη σκλαβωθή στον πλούτο και στις άσχημες επήρειες του. Η ψυχή του στάθηκε όρθια και ελεύθερη. Δεν τον κυρίεψε ο πλούτος, αλλά αυτός κυριαρχούσε στον πλούτο. Και μπορούσε να καυχηθή και να πη:


Δεν έτρωγα το ψωμί μόνος μου, αλλά έδινα απ” αυτό στα ορφανά. Από την νεαρή ακόμη ηλικία μου έτρεφα τους πεινασμένους και τους ορφανούς σαν πατέρας… Και δεν γύριζα άλλου τα μάτια μου, για να μην ιδώ κάποιο γυμνό που κινδύνευε να πεθάνη από το κρύο, αλλά τον έντυνα. Οι αδύνατοι και οι πτωχοί με επαινούσαν και μ” ευχαριστούσαν γιατί τους βοήθησα και θερμάνθηκαν οι πλάτες τους από μάλλινα ενδύματα από μαλλί των προβάτων μου (Πρβλ. Ιώβ 31,1 7-20).


Σχολιάζοντας αυτούς τους στίχους σύγχρονος θεολόγος παρατηρεί: Γλυκό δεν είναι το ψωμί όταν το τρως μόνος, αλλά όταν το μοιράζεσαι μ” αυτούς που έχουν ανάγκη. Αυτή τη χαρά την απολάμβανε πάντα ο Ιώβ από τα χρόνια της νιότης του. Ένοιωθε σαν τον εαυτό του τους πεινασμένους. Τους είχε σαν αδελφούς του και σαν παιδιά του. Δεν του κατέβαινε η μπουκιά στο στόμα, σαν πήγαινε ο νους του σε κάποιον που δεν είχε στον ήλιο μοίρα και δεν γινόταν να τον έχη στο τραπέζι του, να φάνε μαζί. Τι τρυφερή καρδιά για τους άλλους αυτή η καρδιά… Εδώ, ο Ιώβ μας εμφανίζεται σαν ένας Χριστιανός προ Χριστού… Ανταποκρίνεται στην κορυφαία εντολή του Ευαγγελίου, την ενεργό αγάπη. Δεν βρίσκει άλλη χαρά παρά στο να δίνη την καρδιά του σε όσους είναι απόκληροι της ζωής. Μακάρια ψυχή! Επισκιασμένη πλούσια από τη θεία χάρι. Σ” ανύποπτο χρόνο, ήδη χριστιανική. Μια ζώσα προφητεία του Άνθρωπου, που επρόκειτο να προβάλη μες από την Καινή Διαθήκη… Έμενε πιστός στην αγάπη ακλόνητα, απαρασάλευτα. Κάθε αδύνατο πλάσμα το αγκάλιαζε με στοργή. Γυμνόν έβλεπε; Τον έντυνε. Ορφανό συναντούσε; Το προστάτευε (Βασ. Μουστάκη, Ιώβ, η ζωή και τα πάθη του, Β”, 142-3).


Με τα ανθρώπινα δεδομένα ο πλούτος κατά κανόνα σπρώχνει στην διαφθορά. Σ” αυτό η ανθρώπινη Ιστορία μας προσφέρει αναρίθμητα θλιβερά παραδείγματα. Ωστόσο με την δύναμι του Θεού, τα πράγματα μπορούν να πάρουν άλλη τροπή.


Κάποτε που ο Χριστός περνούσε από την Ιεριχώ, συνετέλεσε να γίνη ένα τέτοιο θαύμα. Έλαμψε εκεί το θεανθρώπινο φως του, και κάποιος που ζούσε στα σκοτάδια ανέβλεψε. Μπόρεσε να σπάση τις χρυσές αλυσίδες του πλούτου και τα γλυκά δεσμά της αμαρτίας. Ήταν πλούσιος και αρχιτελώνης. Σαν μπήκε ο Κύριος στο σπίτι του, εισχώρησε η θεία δύναμις στην ψυχή του, και τα αδύνατα έγιναν δυνατά. Να, Κύριε, είπε, την μισή μου περιουσία την δίνω στους πτωχούς, κι όποιον αδίκησα στην είσπραξι φόρων, του τα επιστρέφω τετραπλάσια (Λουκ. ιθ” 8).
Έπεσαν κάτω τα δεσμά, και σαν πτηνό άρχισε να πετάη στους αιθέρες. Και μαζί του πέταγαν από χαρά τόσοι πτωχοί που γεύθηκαν τα δώρα της γενναιοδωρίας του. Γιατί το αποφάσισε, ιδού τα ήμιση των υπαρχόντων μου Κύριε δίδωμι τοις πτωχοίς. Και ακόμη χαροποιήθηκαν όσοι είχαν αδικηθή στην είσπραξι φόρων, διότι χρησιμοποιήθηκαν άδικες καταγγελίες και ψευδείς αναφορές με αποτέλεσμα να πληρώνουν αυξημένο φόρο και πρόστιμα. Τι αποφάσισε γι” αυτούς; Και ει τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν. Τους αδίκησε ας πούμε σε τετρακόσια δηνάρια. Τώρα θα τους έβαζε στο χέρι χίλια εξακόσια. Τέτοιες αποφάσεις και ενέργειες άλλοτε θα αποτελούσαν κάτι το αδιανόητο. Ο Ζακχαίος ο αιχμάλωτος στα πλούτη και στα άδικα κέρδη, να απαιχμαλωτισθή και να συντρίψη τα χρυσά δεσμά του χρήματος! Κανείς δεν το έβαζε στο νου του. Η παρουσία όμως του Κυρίου τα ακατόρθωτα τα έκανε κατορθωτά. Έτσι δεν λέει και ο 106ος ψαλμός, ο τόσο αγαπητός μου αυτός πασχαλινός ψαλμός: Ο Κύριος ελυτρώσατο αυτούς εκ χειρός εχθρού… Και τους δεσμούς αυτών διέρρηξεν (στ. 12 και 14). Ο Κύριος διαρρηγνύει δεσμούς.


Στους συναξαριστές της Εκκλησίας μας όπου περιγράφονται οι βίοι των μαρτύρων, των οσίων, των ευαρεστησάντων εις τον Κύριον, των αγίων γενικά, συναντούμε συγκινητικώτατες Ιστορίες. Αν ξεφυλλίσουμε τον συναξαριστή του Δεκεμβρίου, στις τελευταίες σελίδες θα διαβάσουμε, τη λα” (31η) του αυτού μηνός μνήμη της οσίας Μελάνης της Ρωμαίας. Η Μελάνη ανήκε στις πιο εξέχουσες γυναίκες της Ρώμης (τέλη δ”, αρχές ε” αιώνος). Ηταν αριστοκράτισσα τρανή, ένδοξη από ένδοξο γένος, μορφωμένη γλωσσομαθής και παράλληλα ήταν πλούσια, πάμπλουτη. Ούτε ήξερε τι είχε. Χρυσάφι αμέτρητο, περιουσία ανυπολόγιστη. Σημειώνει ο Συναξαριστής: Όχι δε μόνον εκεί εις την Ρώμην είχον (η Μελάνη και ό σύζυγος της Απελλιανός) πλούτον άπειρον, αλλά και εις πολλούς άλλους τόπους της Ιταλίας˙ εις την Σικελίαν χωράφια αμέτρητα, εις την Ισπανίαν περισσότερα και εις την Βρεττανίαν θαυμασιώτερα.


Όλος αυτός ο Πακτωλός δεν εδέσμευσε την ευλογημένη αυτή γυναίκα. Αντίθετα της φάνηκε χρήσιμος για να κάνη μυριάδες καλωσύνες, να λύση πλήθος από οικονομικά προβλήματα, να βοηθήση Εκκλησίες, να χτίση Μοναστήρια. Ένας Θεός γνωρίζει πόσοι ανακουφίστηκαν από τις ελεημοσύνες της.


Κάποια φορά σ” ένα νησί κοντά στην Σικελία είχε γίνει επιδρομή πειρατών. Όχι μόνο καταλεηλάτησαν το νησί, αλλά επί πλέον αιχμαλώτισαν πολλούς άνδρες και γυναικόπαιδα, που για να τους ελευθερώσουν ζητούσαν τόσο χρυσάφι, που ήταν αδύνατο να βρεθή στο νησί. Και σαν να μη έφθανε αυτό, απειλούσαν πως αν δεν τους το έδιναν, θα φόνευαν τους αιχμαλώτους και θα έκαιαν το νησί. ΟΙ φτωχοί νησιώτες δεν έβλεπαν από πουθενά σωτηρία. Από την οδύνη και το αδιέξοδο τους απάλλαξε η αγία Μελάνη. Το πλοίο της που κατευθυνόταν προς την Λιβύη, άλλαξε δρομολόγιο, με την επέμβασι σφοδρού άνεμου ή καλύτερα με την επέμβασι της θείας πρόνοιας κι έφθασε σ” αυτό το νησί. Η φιλεύσπαγχνη γυναίκα προσέφερε στους πειρατές περισσότερα από όσα ζητούσαν, αλλά και στους αιχμαλώτους που απελευθέρωσε χορήγησε μεγάλο χρηματικό ποσό και αρκετά είδη διατροφής. Η αγάπη της μετέβαλε τις μαύρες και πονεμένες καρδιές των νησιωτών σε κήπους χαράς και αγαλλιάσεως.


Η μακαριστή αυτή ψυχή τελείωσε τον επίγειο βίο της στους Αγίους Τόπους, σε Μοναστήρι που η ίδια έχτισε στα Ιεροσόλυμα. Στην περίπτωσί της η υπερβολή του πλούτου δεν την συνέτριψε ηθικά, αλλά της εξασφάλισε υπερβολή ευεργετικότητας. Το κατόρθωσε με την δύναμι του Κυρίου, αφού σ” αυτόν είχε παραδώσει τα ηνία της ψυχής της.
Μέσα στους ψαλμούς του Δαβίδ υπάρχουν κάποιες φράσεις ιδιαίτερα ζηλευτές και εκφραστικές. Η βαθύτητα της αλήθειας συναγωνίζεται την κομψότητα και ομορφιά του λόγου. Στον 17ο ψαλμό, ένα ψαλμό ευχαριστήριο που ξεχειλίζει από συναισθήματα θερμής πίστεως, αγαλλιάσεως και ζωντανής ελπίδας, υπάρχει και ο επόμενος ελπιδοφόρος λόγος: Εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος.


Οι ευσεβείς προχωρώντας στον δρόμο της ζωής, έρχονται ώρες που ανυψώνονται μπροστά τους ανυπέρβλητες δυσκολίες, αντιδράσεις και εμπόδια. Δεν πρέπει να καταληφθούν από το πνεύμα της δειλίας. Ας θυμηθούν την ψαλμική αυτή έκφρασι. Μπορεί μπροστά τους να παρουσιασθούν τείχη. Με ανθρώπινη ικανότητα και δεξιοτεχνία δεν γίνεται να ξεπερασθούν. Ωστόσο υπάρχει και ο υπερφυσικός παράγων, ο Θεός, και εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος. Με την προστασία και ενίσχυσι του Θεού θα υπερπηδώ κάθε εμπόδιο και κάθε δυσκολία που θα εμφανίζεται στην πορεία μου.

Τώρα θυμηθήκαμε μία παλιά Ιστορία. Γίνεται και κει λόγος για τείχη. Κάτι το ανυπέρβλητο και ακατάβλητο˙ που τελικά όμως κατέπεσε νικημένο.

Οι Ισραηλίτες στην πρώτη φάσι του αγώνα για την κατάκτησι της γης Χαναάν σκόνταψαν εμπρός στα φοβερά τείχη της Ιεριχούς. Ήταν αδύνατο και αδιανόητο να μπορέσουν να τα κατανικήσουν. Κι όμως, η πανίσχυρη Ιεριχώ με τα πανύψηλα τείχη – δύο σειρές τειχών – κυριεύθηκε. Και πως; Χωρίς κανένας Ισραηλίτης να φονευθή, χωρίς να τραυματισθή, χωρίς πολιορκητικά μηχανήματα, χωρίς την χρήσι του παραμικρού όπλου. Αντί για όπλα χρησιμοποιήθηκαν περίπατοι, κραυγές και σάλπιγγες.


Μπροστά προχωρούσαν επτά Ιερείς με ισάριθμες σάλπιγγες φτιαγμένες από κέρατα κριών, κατόπιν ή κιβωτός της Διαθήκης, έπειτα οι στρατιώτες και στην συνέχεια ο λαός. Σιωπηλά έκαναν μια βόλτα γύρω από την πόλι. Την επόμενη μέρα επανελήφθη το ίδιο. Μόλις σάλπιζαν οι Ιερείς ξεκινούσε η πομπή κι έκανε την περιφορά. Το ίδιο και τις υπόλοιπες τέσσερις ημέρες.


Την έβδομη το πρόγραμμα άλλαξε. Θα κύκλωναν την πόλι επτά φορές. Ξεκίνησαν με τα χαράματα. Οι έξι γύροι έγιναν σιωπηλά. Στον έβδομο σε κάποια στιγμή αντήχησαν ισχυρά οι Ιερές σάλπιγγες και όλος ο λαός έβγαλε από το στόμα του μία βροντερή κραυγή. Εκκωφαντικός αλαλαγμός. Έσπαζαν τ αυτιά από το κράξιμο εκατοντάδων χιλιάδων Ισραηλιτών. Και τότε με επέμβασι του Παντοδυνάμου ακούσθηκε ένας κοσμογονικός πάταγος και τα πανύψηλα τείχη της πόλεως σωριάσθηκαν κάτω. Άνοιξαν έτσι μυριάδες είσοδοι για να ορμήση ο λαός μέσα και να την κυρίευση. Ό,τι δεν μπορούσε με κανένα ανθρώπινο δεδομένο να συμβή, επιτεύχθηκε˙ διότι τα αδύνατα παρ” ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ έστιν.


Τα πεσμένα τείχη της Ιεριχούς συμβολίζουν τα παντοειδή εμπόδια που μόνο με την άνωθεν ενέργεια υπερπηδώνται. Ποιος μπορεί να εξιστόρηση πόσες φορές άνθρωποι της ευσεβείας είδαν ανυπέρβλητα εμπόδια, σαν πελώρια Ιεριχούντια τείχη, να πέφτουν έπειτα από σαλπίσματα και τις βοές δυνατών προσευχών! Σε κάθε τέτοια περίπτωσι θα έπρεπε να υψώνεται μία σημαία και να γράφη με μεγάλα γράμματα: Τα αδύνατα παρ” άνθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ έστιν.


Με ανθρώπινες δυνατότητες ποτέ ένα τσοπανόπουλο με την σφενδόνα του δεν μπορεί ν” αντιμετώπιση έναν γίγαντα σιδηρόφρακτο με άριστη πανοπλία. Με την δύναμι όμως της πίστεως το ακατόρθωτο γίνεται κατορθωτό. Το είδαμε στον Δαβίδ που αντιμετωπίζοντας τον Γολιάθ είπε:
Συ έρχη προς με εν ρομφαία και εν δόρατι και εν ασπίδι, καγώ πορεύομαι προς σε εν ονόματι Κυρίου Θεού Σαβαώθ… (Α” Βασιλ. 17,45)


Ισχυρός Φιλισταίος γίγαντας είναι και τα φιλήδονα σαρκικά πάθη. Όποιος έμπλεξε σε τέτοιες αμαρτωλές σχέσεις, νοιώθει ανήμπορος να ελευθερωθή. Αν όμως ανοίξη την ψυχή του να δεχθή την δύναμι του Χριστού, το αδύνατο γίνεται κατορθωτό. Αυτό το βλέπουμε και στην Σαμαρείτιδα. Πως ήταν πρώτα και πως μεταμορφώθηκε γνωρίζοντας τον Κύριο. Από άσωτη και αισχρή γυναίκα έγινε εγκρατής και ενάρετη, και επί πλέον Ιεραπόστολος που έσπρωχνε τους ανθρώπους προς τον Χριστό. Με δυνατή φωνή και καλοδιαλεγμένα λόγια φώναζε: Δεύτε ίδετε άνθρωπον… Ελάτε να γνωρίσετε έναν άνθρωπο. Έναν άνθρωπο διαφορετικό από τους άλλους. Το μάτι του διεισδύει παντού. Όλα όσα έπραξα, μου τα είπε. Αυτός ό άνθρωπος μπορεί να είναι ο ίδιος ο Μεσσίας. Ελάτε να τον γνωρίσετε. Δεύτε ίδετε άνθρωπον.


Ας σκεφθούμε ένα ισχυρό κράτος, όπου υπάρχουν δύο θρησκείες. Η μία παλαιά, με ρίζες, επίσημη θρησκεία του κράτους που υποστηρίζεται με κάθε μέσο, ενώ η άλλη είναι καινούργια, αρρίζωτη και καταδιώκεται αμείλικτα. Η δεύτερη σύμφωνα με τους ανθρώπινους υπολογισμούς δεν προβλέπεται να υπερίσχυση, ούτε καν να επιζήση. Και εν τούτοις με θεία επέμβασι το ακατόρθωτο μπορεί να συντελεσθή, όπως το βλέπουμε στην χριστιανική θρησκεία που κατενίκησε την ρωμαϊκή ειδωλολατρεία.


Πολύ σωστά το έγραψε ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή: Τα μη όντα εξελέξατο ο Θεός, ίνα τα όντα καταργήση (1,28). Τα μη όντα, δηλαδή αυτά που λογαριάζονται για ασήμαντα, για τιποτένια, για ανύπαρκτα. Έτσι λογαριάσθηκε ο Χριστιανισμός από τους ανθρώπους. Κι όμως οι άοπλοι και ταπεινοί μαθηταί του Χριστού, οι ψαράδες της Τιβεριάδος, φύτεψαν παντού το δένδρο του Χριστιανισμού. Η κραταιά θρησκεία του κραταιού ρωμαϊκού κράτους ξερριζώθηκε. Τα πρόβατα νίκησαν τους λύκους.


Ο Χριστιανισμός παρουσιάζει πολλά παράδοξα. Ανάμεσα σ” αυτά αριθμούνται αναρίθμητες ιστορίες, στις οποίες η αδυναμία εμφανίσθηκε ισχυρότερη από την δύναμι και η ασθένεια δυνατώτερη από την υγεία. Αυτά εκφράζονται επιτυχώς με μία φράσι του Αποστόλου Παύλου: «Όταν ασθενώ, τότε δυνατός είμι».


Η ανθρώπινη λογική λέει τα δικά της. Την σεβόμαστε, γιατί απο­τελεί κι αυτή ένα δώρο του Θεού. Αλλά γνωρίζουμε ότι πάνω από την λογική υπάρχει η πίστις. Η πίστις διαθέτει μία αόρατη μυστηριώδη δύναμι, την οποία η λογική δεν μπορεί να συλλαβή. Η πίστις μας προσανατολίζει προς τον Θεόν. Κι άπ” αυτόν αντλούμε δυνάμεις που τα αδύνατα τα καθιστούν δυνατά. Σύμφωνα με τον Ψαλμωδό ο Θεός είναι ο μεταστρέφων την θάλασσαν εις ξηράν (65,6). Η θάλασσα εικονίζει ό,τι δύσκολο και αξεπέραστο. Αλλά οι Ισραηλίτες μπορούν να διαβούν την θάλασσα και να προχωρήσουν προς την υπεσχημένη γη, γιατί τους συμπαραστέκεται αυτός που μετατρέπει την θάλασσα σε ξηρά- αυτός που καθιστά τα αδύνατα δυνατά αυτός που σύμφωνα με τον προφήτη Ιεζεκιήλ είναι ο αναθάλλων ξύλον ξηρόν (17,24), δηλαδή κάνει να αναβάλλουν τα δένδρα που ξεράθηκαν.
Όσοι πιστοί τα νοιώθουμε αυτά και τα εντάσσουμε στην ζωή μας, είμαστε εξοπλισμένοι με την πανοπλία του Θεού. Και χρεωστούμε ευγνωμοσύνη σ” Αυτόν που μας ευλόγησε εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ (Εφ. 1,3). Ας επαινείται η δόξα της χάριτος του. Αμήν.


Egolpion.com

πηγή: http://www.pentapostagma.gr/2011/05/blo ... z3fneL2G00

Re: ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

2
..Θα επισκεφθούμε μία πόλη. Μία ασύγκριτη και υπερθαύμαστη πόλη. Αν συνεργάζονταν οι καλύτεροι αρχιτέκτονες και μηχανικοί της γης και αν χρησιμοποιούνταν τα εκλεκτότερα οικοδομικά υλικά και αν διατίθενταν κολοσσιαία χρηματικά ποσά, τέτοια πόλις δεν θα χτιζόταν. Αν την γέμιζαν με τα πιο ωραία οικοδομήματα, τους πιο όμορφους κήπους, με θαυμαστά πάρκα και άλση, με ονομαστά μουσεία, με βιβλιοθήκες, με αγορές, με τόπους ψυχαγωγίας— δεν θα έλεγε τίποτε μπροστά στην πάλι πού εμείς θα επισκεφθούμε. Πώς ονομάζεται αυτή η απαράμιλλη πόλις;


Έχει διάφορες ονομασίες: Πόλις αγία, πόλις του θεού, μέλλουσα πόλις, σκηνή του θεού, νέα Σιών, νέα Ιερουσαλήμ, «καινή» (καινούργια) Ιερουσαλήμ. Ονομάζεται και άνω πόλις, άνω μητρόπολις, άνω Ιερουσαλήμ. Ξεχωρίζει από κάθε γνωστή μας πόλη, γιατί δεν σχεδιάσθηκε και δεν χτίσθηκε από ανθρώπους, αλλά από τον Ίδιο τον Θεό. Τι ωραία πού το διατυπώνει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή! «Εξεδέχετο γαρ την τους θεμελίους έχουσαν πάλιν ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός»...πού σημαίνει: «Περίμενε ο Αβραάμ να κατοίκηση κάποτε στην πόλη με τα γερά θεμέλια, την οποία τεχνούργησε και δημιούργησε ο Θεός», (11,10). Συγκλονιστικό και να το σκεφθεί κανείς.

Ο αιώνιος Θεός με την ανεξιχνίαστη σοφία του, την απεριόριστη δύναμί του και τον άπειρο πλούτο του κατασκεύασε μια πόλη. Πώς να συλλαβή ανθρώπινο μυαλό το μεγαλείο, τον πλούτο, την δόξα της, τα κάλλη της. Το χρυσό στόμα της Εκκλησίας μας, Ο Ιερός Χρυσόστομος στην 25η ομιλία του στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο νουθετεί: «Ας φροντίσουμε να γίνουμε πολίτες της «άνω πόλεως». Μέχρι πότε θα μένουμε στην εξορία»; Και ερμηνεύοντας των 47ο ψαλμό σημειώνει; «Συνεχώς και πάντοτε να στρέφουμε το νου μας προς την πόλι μας, την Ιερουσαλήμ και να φανταζόμαστε πάντα τις ομορφιές της — «αυτής τα κάλλη διαπαντός φανταζόμενοι». Είναι η μητρόπολις του βασιλέως των αιώνων. Σ' αυτήν υπάρχουν τα πνεύματα των δικαίων, οι χοροί των Πατριαρχών, των Αποστόλων και όλων των αγίων.


Σ' αυτήν όλα είναι σταθερά και αμετακίνητα. Σ' αυτήν υπάρχουν οι ομορφιές πού δεν φθείρονται και πού δεν φαίνονται — «τα άφθαρτα και αθέατα κάλλη». Πόλις πανέμορφη, πόλις με άφθαρτα και αθέατα κάλλη. Η ωραιότερη πόλις των αιώνων, των εθνών, του σύμπαντος.


Εμπρός λοιπόν να την γνωρίσουμε.

Με ξεναγούς πρώτα τους Αγίους της Π. Διαθήκης και στην συνέχεια της Κ. Διαθήκης. Με την βοήθεια των πρώτων θα την αντικρίσουμε θαμπά, «σκιωδώς», ενώ με των δεύτερων καθαρώτερα. Αρχίζουμε με τον μεγάλο Αβραάμ. Στην χώρα της Παλαιστίνης όπου μετώκησε με εντολή του θεού δεν ήθελε να εγκατασταθεί κάπου μόνιμα. Περιφρονούσε κώμες και πόλεις. Γυρνούσε πότε εδώ και πότε εκεί μαζί με τους πολυάριθμους δούλους του και τα ποίμνια του. Κάθε τόσο έλεγε «πάροικος και παρεπίδημος εγώ ειμί». Το ίδιο ισχύει και για τους διαδόχους του Πατριάρχες Ισαάκ και Ιακώβ.

Όταν έλεγε ο Αβραάμ στους Χαναναίους ότι είναι πάροικος και παρεπίδημος νόμιζαν ότι οφειλόταν αυτά στην απομάκρυνση από την πατρίδα του. Άλλα εκείνος εννοούσε το ότι βρισκόταν μακριά από την πόλη του θεού. Ό Αβραάμ δεν σκεφτόταν την επίγεια πατρίδα του, αλλά την επουράνια. Οπωσδήποτε ο θεός του την είχε δείξει σε όραμα. Μαγεύτηκε ο νους του και δεν έβλεπε τον καιρό να εγκατάλειψη την γη για να κληρονομήσει την ουρανιά πόλη. «Ομολόγησαν — γράφει ο Απόστολος Παύλος — ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι πάνω στην γη. Με αυτά τα λόγια δείχνουν ότι επιζητούν πατρίδα. Και αν βέβαια είχαν στον νου τους εκείνη από οπού έφυγαν, είχαν τον χρόνο να ξαναγυρίσουν. Άλλα τώρα λαχταρούν καλύτερη πατρίδα, δηλαδή επουράνια. Γι' αυτό και ο θεός δεν ντρέπεται να ονομάζεται δικός τους θεός. Και τους έχει ετοιμάσει πόλη» (Έβρ. 11,13-16).


Οι Πατριάρχες λοιπόν της Π. Διαθήκης το γνώριζαν πολύ καλά πώς υπάρχει στον ουρανό μία θεοκατασκεύαστη πόλη, πού τους περιμένει. Ή ομορφιά της Ουρανίας αυτής πατρίδας έσβηνε κάθε πόθο προς την επίγεια. Και ο Δαβίδ επίσης είδε την άνω Ιερουσαλήμ. Και μάλιστα αντίκρισε κι ένα ποτάμι να κυλάει ανάμεσα της. Άκουσε και τον ευχάριστο ήχο των ζωηρών υδάτων του: «Του πόταμου τα ορμήματα ευφραίνουσι την πόλιν του θεού» (ψαλμ, 45ος) Ας μη νομίσει κανείς ότι πρόκειται για την κάτω Ιερουσαλήμ, γιατί απ’ αυτήν δεν περνάει κανένας ποταμός με ορμητικά ύδατα.

Σχετικά παρατηρεί ο αδελφός του Μ. Βασιλείου άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «Τα ορμητικά νερά του θεϊκού ποταμού, δηλαδή τα διάφορα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος ευφραίνουν την επουράνια πόλη του θεού...». Αλλά και ο Δαβίδ και η πόλις του έχουν να μας μιλήσουν για την άνω Ιερουσαλήμ. Μετέβαλε μία άσημη πόλη την Ιεβούς σε Ιερουσαλήμ, σε πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο του Ισραηλιτικού λάου. Την έκανε πρωτεύουσα πού ένωσε το δωδεκάφυλο. Εβασίλευσε σ' αυτήν με δικαιοσύνη, «ποιών κρίμα και δικαιοσύνην επί πάντα τον λαόν αυτού» (Β' Βασ. 8,15). Την περιέβαλε με επιβλητικά τείχη και ισχυρές πύλες. Και η τοποθεσία, άκρως κατάλληλη.


Μέρος υψηλό και απόρθητο. Ό δρόμος προς αυτήν, ανηφορικός. Πορεία ανοδική. Όλα αυτά με μυστικό τρόπο μιλούν για την άνω Ιερουσαλήμ. Μυστικές προεικονίσεις. Το ύψος της κάτω Ιερουσαλήμ εικονίζει το ουράνιο ύψος της άνω πόλεως. Η ανάβασις προς αυτήν, την ιερή άνοδο προς τις αρετές, τον Θεό, την Ουρανία πατρίδα. Τα Ισχυρά τείχη της μίας, τα αντίστοιχα απόρθητα τείχη της άλλης. Η δίκαιη βασιλεία του Δαβίδ, τον βασιλέα της άνω Ιερουσαλήμ πού «αγάπησε την δικαιοσύνη και εμίσησε την ανομία». Τι ωραίο πού ήταν στο χρόνια του Δαβίδ να βλέπεις να συρρέουν στην Ιερουσαλήμ όλες οι φυλές του Ισραήλ, και μάλιστα στις ωραίες θρησκευτικές τελετές. Αυτό αινιγματικά προτυπώνει την μελλοντική συγκέντρωση όλων των κατά πνεύμα Ισραηλιτών από όλα τα έθνη στην ουράνια πόλη.


Υπέροχα λόγια για την άνω Ιερουσαλήμ σημειώνει ο προφητάναξ στον 86ο ψαλμό. Την αντιδιαστέλλει από την κάτω Ιερουσαλήμ, την αποκλειστική κατοικία των Εβραίων. Σ' αυτήν θα συγκεντρωθούν σεσωσμένοι από όλα τα έθνη. Χαναναίοι πού αντιπροσωπεύονται από την Ραάβ. Ανατολικοί λαοί πού εκπροσωπούνται από τους Βαβυλωνίους. Λαοί των περιοχών της Μεσογείου πού υποδηλώνονται από την φοινικική Τύρο. Φυλές της Αφρικής πού επισημαίνονται με τους Αιθίοπες. Για όλους αυτούς η πόλις του Θεού θα είναι μητέρα. Ο καθένας, θα αναφωνεί: «Μητέρα μου, Σιών»! («Μήτηρ Σιών ερεί άνθρωπος» - στ. 51.) Γίνεται λόγος σ' αυτόν τον Ψαλμό για την υψηλή θέση της πόλεως και για τα Ισχυρά θεμέλια της πού κατασκευάσθηκαν από τον ίδιο τον Θεό: «Οι θεμέλιοι αυτού εν τοις όρεσι τοις αγίοις... Αυτός εθεμελίωσεν αυτήν ο Ύψιστος» (στ. 1 και 5). Όλοι οι κάτοικοι της θα πλέουν σε πέλαγος ευτυχίας. «Ως ευφραινομένων πάντων η κατοικία εν σοί» (στ. 7). Ορισμένες έννοιες αυτού του Ψαλμού αναφέρονται στην Εκκλησία.


Μεταξύ όμως της Εκκλησίας και της άνω Ιερουσαλήμ δεν υπάρχουν διαφορές, αφού η δεύτερη αποτελεί την φυσική κατάληξη της πρώτης. Πόλις του θεού είναι η Εκκλησία και «δεδοξασμένα ελαλήθη περί αυτής». Όμοια και η άνω Ιερουσαλήμ είναι Εκκλησία, «Εκκλησία πρωτοτόκων» όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος. Αλλά και ο Τωβίτ μας ομιλεί για την ένδοξη πόλη. Βρέθηκε αιχμάλωτος των Ασσυρίων στην Νινευή, μετά την καταστροφή του βορείου βασιλείου των Εβραίων. Πόσο εντυπωσιακά είναι τα λόγια του στην δοξολογητική του προσευχή!


Πόσο περίλαμπρη οραματίζεται την πόλη του Θεού! «Ας δοξάζη η ψυχή μου των Θεό τον μεγάλο βασιλέα, διότι θα οικοδομηθή Η Ιερουσαλήμ με ζαφείρι και σμαράγδι· τα τείχη σου με πολύτιμα πετράδια· και οι πύργοι και οι προμαχώνες με καθαρό χρυσάφι. Και οι πλατείες της Ιερουσαλήμ θα κατασκευασθούν με πολύτιμα πετράδια, βήρυλλο, άνθρακα και λίθο από το Σουφείρ». (Τωβίτ, 13,15-18) Αυτά δείχνουν την μελλοντική δόξα, όχι της επίγειας αλλά της άνω Ιερουσαλήμ και μας φέρνουν στο νου τα οράματα του θεολόγου, στην Πάτμο. Ακόμη στα μάτια του Τωβίτ η Ιερουσαλήμ προβάλλει σαν ένας απέραντος ναός πού αντηχεί από δοξαστικές υμνωδίες: «Και θ' αναφωνούν όλοι οι δρόμοι της, αλληλούια, και θ' ακούγωνται τα δοξολογικά λόγια: Ευλογητός ο Θεός πού ύψωσε όλους τους αιώνες».
(13,18)

Πιο ενθουσιαστικά μας ομιλεί για την Θεοκατασκεύαστη πόλη ο προφήτης Ησαΐας: «Να φωτίζεσαι, να φωτίζεσαι, ω Ιερουσαλήμ, διότι ήρθε το φως σου. και ή δόξα του Κυρίου ανέτειλε σε σένα». (60,1) Ποιος δεν θα ζήλευε τα μάτια του μεγάλου προφήτη πού αντίκρισαν το υπέρλαμπρο φως της αχειροποίητης πόλεως! Την αντίκρισαν μέσα σε αστραφτερή θεϊκή δόξα, μέσα σε Ιερή φωτοπλημμύρα. Τέτοια υπερβολή φωτός αχρηστεύει κάθε ανάγκη υλικού φωτισμού: «Και δεν θα έχεις τον ήλιο για να σε φωτίζει την ήμερο ούτε το φεγγάρι για να σε φωτίζει τη νύκτα, αλλά θα είναι για σένα ο Κύριος φως αιώνιον». (60,19) Γεμάτη φως, αλλά και γεμάτη πλούτη. Χάνεται το μυαλό του ανθρώπου από τον πλούτο και την πολυτέλεια της ουράνιας πόλεως.

Τα πλούτη της Νινευή ή της Βαβυλώνας δεν δέχονται την παραμικρή σύγκριση. Αυτή είναι η πλουσιότερη πόλη του σύμπαντος. Σ' αυτήν θα συρρέουν όλα τα πλούτη της οικουμένης, οι στίχοι του προφήτου είναι πολύ εκφραστικοί: «θα θηλάζεις από τα έθνη γάλα, και θα τρως τον πλούτο των βασιλέων» (60,16). «Ο πλούτος της θάλασσας θα έρθει σε σένα, και ο πλούτος των εθνών και των λαών... θα κουβαλήσουν χρυσάφι και λιβάνι και πολύτιμους λίθους» (60,5-6). Αντί για χαλκό θα σου φέρω χρυσάφι, και αντί για σίδερο ασήμι» (60,17). «θα κάνω τα θεμέλια σου με ζαφείρι. θα κάνω τις επάλξεις σου με ίασπι (διαμάντι πού κρυσταλλίζει, συνήθως κόκκινο), τις πύλες σου με κρυστάλλινες πέτρες και το τείχος σου με εκλεκτά πετράδια (54, 1 1-12). Οι εχθροί της θα έχουν νικηθεί και θα υπάρχει τέτοια ασφάλεια πού οι πύλες της θα παραμένουν συνεχώς ανοιχτές: «Και θα ανοιχθούν οι πύλες σου για πάντα. Ημέρα και νύχτα δεν θα κλείνουν» (60,11).


Απερίγραπτη χαρά θα βασιλεύει εκεί, «Θα έρθουν στην Σιών με ευφροσύνη και με αιωνία αγαλλίαση. Πάνω στο κεφάλι τους θα υπάρχει μεγάλη χαρά και δοξολογία, θα τους καταλάβει ευφροσύνη. Έφυγαν η οδύνη, η λύπη και ο στεναγμός» (51,11). «θα σε καταστήσω γεμάτη αιωνία αγαλλίαση και γεμάτη ευφροσύνη σ' όλες τις γενεές (60,15). «θα είσαι στεφάνι ομορφιάς στο χέρι του Κυρίου και βασιλικό στέμμα στο χέρι του θεού σου» (62,3). «Όπως ακριβώς ευφραίνεται ο νυμφίος με τη νύφη, έτσι θα ευφρανθεί ο Κύριος με σένα» (62,5). Θα είναι η πόλις του Θεού παγκοσμία μητέρα. Απ' όλα τα μέρη της οικουμένης θα ξεκινήσουν γι' αυτήν τα παιδιά της. Θα πετάνε προς αυτή όπως τα περιστέρια και θα τρέχουν όπως τα σύννεφα. «Σήκωσε γύρω τα μάτια σου και δες συγκεντρωμένα τα παιδιά σου. Να, έφθασαν όλοι οι γιοι σου από μακριά» (60,4).


Ας έρθουμε στην Καινή Διαθήκη.

Ο Κύριος έμμεσα ομιλεί για την άνω Ιερουσαλήμ όταν λέει το βράδυ του Μυστικού Δείπνου: «Στο σπίτι του Πατέρα μου υπάρχουν πολλοί τόποι διαμονής. Αν δεν υπήρχαν θα σας το έλεγα. Πηγαίνω να συς ετοιμάσω τόπο. Και αφού θα πάω και θα σας ετοιμάσω τόπο, θα έρθω πάλι για να σας παραλάβω κοντά μου, ώστε να βρισκόσαστε και σεις οπού βρίσκομαι εγώ. (Ίωάν.14,2-3). Μ' αυτά τα λόγια η άνω Ιερουσαλήμ χαρακτηρίζεται σαν «οικία του Πατρός». Εκεί θα κατοικεί ο μόνος φυσικός Υιός αλλά και οι μυριάδες κατά χάριν υιοί. Όλα τα παιδιά του θεού στο σπίτι του Πατέρα. Το πατρικό σπίτι βρίσκεται στην πατρίδα. Και ή πατρίδα είναι για τον καθένα μια άλλη μητέρα. Αυτήν την αλήθεια την τονίζει ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Γαλατάς, όταν συγκρίνει τις δύο διαθήκες και τις δύο Ιερουσαλήμ: «Η δε άνω Ιερουσαλήμ ελευθέρα εστίν, ήτις εστί μήτηρ πάντων ημών». (Γαλάτ. 4.26)

Μητέρα όλων των Χριστιανών, όλων των ευσεβών. Μητέρα πού προεικονίζεται όχι από την Άγαρ, αλλά από την Σάρρα, όχι δηλαδή από την δούλη αλλά από την ελεύθερη. Η δούλη Άγαρ εικονίζει την επίγεια Ιερουσαλήμ. Κι αυτό σημαίνει ότι εκεί στην ουρανιά πατρίδα θα απελευθερωθούμε από κάθε κακό, κάθε πειρασμό, κάθε εχθρό κάθε στεναγμό. Όλα τα δεσμά, της αμαρτίας, της φθοράς, του θανάτου θα σπάσουν. Ελεύθεροι στην αγκαλιά της μητέρας μας. Σαν τον Ισαάκ στην αγκαλιά της Σάρρας κάτω από την σκέπη του μεγάλου Αβραάμ. Σάρρα η άνω Ιερουσαλήμ και Αβραάμ ο οικοδεσπότης και πατέρας Θεός. Έτσι παρουσιάζει τα πράγματα ο ουρανοβάμων Παύλος στην προς Γαλατάς επιστολή.

Στην προς Εβραίους κάνει εκτενέστερο λόγο, καθώς αναφέρεται στους Πατριάρχες της Π. Διαθήκης πού είχαν στραμμένο το βλέμμα τους προς την επουράνια πόλη και πατρίδα. Πολύ ενθουσιαστικά ομιλεί γι' αυτήν όταν παραλληλίζει τα δύο όρη (11,18-22). Το ένα, το Σινά, και το άλλο, την ουράνια Σιών: «Προσήλθατε στην Σιών, στο όρος και στην πόλη του ζωντανού θεού στην επουράνια Ιερουσαλήμ και στους αναρίθμητους αγγέλους, στο πανηγύρι και στην εκκλησία των πρωτοτόκων πού είναι γραμμένοι στους ουρανούς, και στον θεό τον κριτή όλων, και στα αγιασμένα πνεύματα των δικαίων». (12, 22-23) Στην ίδια επιστολή ξεπροβάλλει και άλλη αλήθεια. Ο Χριστιανός δεν μπορεί να συνδέεται με κάποια επίγεια πάλι και πατρίδα. Ο Εβραίος σκέπτεται την Ιερουσαλήμ στην Παλαιστίνη. Ο Χριστιανός όμως στρέφεται προς την πόλη πού θα εμφανιστεί σε χρόνο μελλοντικό. «Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». «Δεν έχουμε εδώ πόλη πού μένει, αλλά λαχταρούμε την μελλοντική πόλη» (13,14)


Και τώρα ταξιδεύουμε στην Πάτμο, για να πληροφορηθούμε από ένα γέροντα Απόστολο με μεγαλύτερη ακρίβεια για την πόλη των επιθυμιών μας. Δύο φορές την αντίκρισε ο άγιος Ιωάννης. Την πρώτη —πράγμα παράδοξο — σαν πόλη και συγχρόνως σαν νύμφη. Πόλις - νύμφη! Τέτοια παράδοξα μόνο στην Αγία Γραφή υπάρχουν. «Είδα την πόλι την αγία, την Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνη από τον ουρανό από τον θεό ετοιμασμένη σαν νύμφη, στολισμένη για τον άνδρα της» (21,2). Θαυμαστό το όραμα. Μεγαλειώδες και το άκουσμα: «Και άκουσα δυνατή φωνή από τον ουρανό να λέει: Ιδού η σκηνή του θεού κα) των ανθρώπων. Θα σκηνώση μαζί τους. Αυτοί θα είναι ο λαός του. Και αυτός ο θεός θα είναι μαζί τους» (21,3), Νύμφη η αγία Ιερουσαλήμ. Νυμφίος ο Χριστός. Και η νύμφη «κεκοσμημένη». Με τι στολίδια; Με καθαρότητα, με πραότητα, με εγκράτεια, με ταπείνωση, με αγάπη, με κάθε αρετή, με αγώνες, με νίκες, με αίματα, με θυσίες. Ή ώρα του Ιερού γάμου πλησιάζει. Μας έρχονται στον νου τα λόγια κάποιας παραβολής: «Παρομοιάσθηκε Η βασιλεία των ουρανών με άνθρωπο βασιλέα πού έκανε γάμους στον γιο του» (Ματθ. 22,2».


Ο Θεός και οι άνθρωποι στην ίδια σκηνή! Ο Θεός ομόσκηνος μ' εμάς! Πλήρης Θεοκοινωνία. Θεία και θεοποιός μέθεξις. Στο δεύτερο όραμα της Νέας Ιερουσαλήμ διευκρινίζονται καλύτερα τα πράγματα. Παρέχονται λεπτομέρειες, και πολλά σημεία θυμίζουν τον προφήτη Ησαΐα. Ένας άγγελος παίρνει τον Ηγαπημένο μαθητή και τον ανεβάζει ψηλά για να του δείξη την γυναίκα του Αρνίου — «δεύρο δείξω σοι την νύμφην την γυναίκα του Αρνίου» (21,9). Ανέβασμα σε μεγάλο καί ψηλό βουνό. Και να! Από τα βάθη του ουρανού ξεπροβάλλει η αγία πόλις και κατεβαίνει. Και όλο και καθαρότερα φαίνεται. Ολόκληρη αστράφτει από θεϊκή δόξα. Ή λάμψις της μοιάζει με διαμαντιού πού κρυσταλλίζει. Περιβάλλεται με ψηλό και με μεγάλο τείχος. Οι πύλες της, δώδεκα, τρεις σε κάθε πλευρά. Σε κάθε μία, και το όνομα μιας φυλής του Ισραήλ.

Άλλα δώδεκα ονόματα βλέπουμε στα δώδεκα θεμέλια του τείχους. Των δώδεκα Αποστόλων. Ό άγγελος πού συνόδευε τον Ιωάννη κρατούσε ένα χρυσό καλάμι για μέτρο, για να μέτρηση την πόλη και τις πύλες της και το τείχος της. Ή πόλις είναι τετράγωνη, με ίσα το μήκος, το πλάτος. Και το υψηλότερο της σημείο, εκεί πού είναι ο θεϊκός θρόνος έχει πάλι την ίδια διάσταση. Το μέτρο έδειξε ότι κάθε πλευρά της ανερχόταν στα 12.000 στάδια. (Το στάδιο αντιστοιχεί με 185 μέτρα. Έτσι έχουμε 2.220 χιλιόμετρα). Πόλις υπερμεγέθης. Πλούσια σε άνεση χώρου. Να σημειώσουμε ότι της Βαβυλώνας της μεγαλύτερης πόλεως του αρχαίου κόσμου κάθε πλευρά είχε μήκος 120 στάδια. Μετρήθηκε και το ύψος του τείχους και βρέθηκε 144 πήχεις. Σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με το ύψος της πόλεως, αλλά δεν χρειαζόταν περισσότερο, και γιατί η πόλις δεν θέλει προστασία και για να μη κρύβεται ή θέα της. Και το υλικό του τείχους, ίασπις. Καθώς κατερχόταν η αγία πόλις, ο θεολόγος την διέκρινε πιο καθαρά.

Τώρα ξεχώριζε και το υλικό των οικοδομών της. Όχι πλίνθοι, Όχι πέτρες, αλλά χρυσάφι. Τα πάντα Ολόχρυσα. Και το χρυσάφι, εκλεκτής ποιότητος, ανάλαφρο, στιλπνό, διαυγές σαν γυαλί: «Και η πόλις χρυσίον καθαρόν, όμοιον υάλω καθαρώ». (21,18) Ώ, τι ανείπωτο μεγαλείο! Μία απέραντη πόλις να πλέει μέσα στο χρυσάφι. Τι θα ένοιωσε ο άγιος Ευαγγελιστής σαν την αντίκρισε. Τώρα διακρίνεται καλύτερα το τείχος της. Και πρώτα απ’ όλα οι πελώριοι θεμέλιοι λίθοι. Ό καθένας έχει μήκος 3.000 στάδια, δηλαδή 555 χιλιόμετρα. Κι' ο καθένας ξεχωριστή λάμψη και ομορφιά. Δώδεκα γιγαντιαία πολύτιμα πετράδια: ίασπις, ζαφείρι, χαλκηδών, σμαράγδι, σαρδόνυχας, σάρδιο, χρυσόλιθος, βήρυλλος, τοπάζιο, χρυσόπρασος, υάκινθος και αμέθυστος.

Πω, πω! Τι Ομορφιές, τι χρώματα! Από το ζαφείρι και τον υάκινθο γαλάζιες λάμψεις, από τον βήρυλλο πρασινογάλαζες. από τον χρυσόπρασο χρυσοπράσινες, από τον χαλκηδόνα (=αχάτη) καφετιές και άσπρες και άλλες, από τον ίασπι διαμαντένιες, από τον σαρδόνυχα καστανοκόκκινες, από τον χρυσόλιθο χρυσοκίτρινες, από τον αμέθυστο μενεξεδένιες. Χάρμα Οφθαλμών! Και από το τοπάζιο πάλι, τι λάμψεις! Αυτό το πολύτιμο πετράδι διαθέτει την χάρη του κρυστάλλου, την διαύγεια του νερού και χρώματα άλλοτε κίτρινο, άλλοτε γαλάζιο, υπέρυθρο, κόκκινο. Αλλά και το σάρδιο; Πολύτιμο πετράδι πού έβγαινε στις Σάρδεις, με κοκκινωπό χρωματισμό σαν της φωτιάς και του αίματος — «πυρωπόν και αιματοειδή». Λες και ξεχύθηκαν πανέμορφα ουράνια τόξα. «Οι θεμέλιοι του τείχους της πόλεως παντί λίθω τιμίω κεκοσμημένοι» (21,19) Ανεκλάλητα κάλλη. Διαχύσεις και αντανακλάσεις λάμψεων και χρωμάτων. Μαγευτική χρωματοφωτοπλημμύρα. Ξεχείλισμα Ουρανίας ομορφιάς και δόξας. Τα δώδεκα πανέμορφα θεμέλια εικονίζουν τους Αποστόλους. «Επάνω σ' αυτά είναι τα δώδεκα ονόματα των δώδεκα Αποστόλων του Αρνίου» (21,14).


Αν ήθελε κανείς να περιγραφή την πνευματική χάρη των Αποστόλων την ημέρα της Πεντηκοστής, καθώς κι εκείνη πού απέκτησαν αργότερα με την δράση τους και τα παθήματα τους, δεν θα εύρισκε καλύτερη εικόνα απ’ αυτή, θεϊκές λάμψεις από ουράνια πολύτιμα πετράδια είναι οι αρετές, η σοφία, η δύναμις, η αξία, τα χαρίσματα, η δόξα των Αποστόλων. «Έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον μεν αποστόλους» (Α' Κορ. 12.28). Και κάτι για τους ετεροδόξους: Τα δώδεκα θεμέλια όλα ίσα. Δεν ξεχωρίζει κανένα πάνω από τα άλλα. Ισότης μεταξύ των Αποστόλων πού σημαίνει Ισότητα και μεταξύ των διαδόχων των Αποστόλων. Ίση χάρις και εξουσία και δόξα. Διαφορετική πίστις «εκ του πονηρού εστίν». Κύριε, «ρύσαι ημάς από του πονηρού».


Και να, τώρα ξεχωρίζουν και οι πύλες της θεοκατασκεύαστης πόλεως. Γεμάτες κάλλος, στιλπνότητα και διαύγεια. Μαργαριταρένιες. «Και οι δώδεκα πυλώνες δώδεκα μαργαρίται» (21,21). Κάθε πύλη κι ένα θεόρατο μαργαριτάρι. Σύμβολο πνευματικής καλλονής. Μακάριοι όσοι αξιωθούν να περάσουν τις λαμπρές μαργαριταρένιες πύλες. Τώρα φαίνεται και το κέντρο της πόλεως. Μια πλατειά με παραμυθένια ομορφιά, ολόχρυση, με χρυσάφι καθαρό κα) διαυγές σαν το γυαλί. «Και η πλατεία της πόλεως χρυσίον καθαρόν ως ύαλος διαυγής»(21,21). Αλλά περίεργο πράγμα! Εκεί στο κέντρο θα έπρεπε να ανυψώνεται περίλαμπρος Ναός. Πουθενά όμως Ναός. Ούτε σε άλλα σημεία της πόλεως. Παράδοξο! Αντί η πόλις να διαθέτη Ναό, δηλαδή κατοικία του θεού, συμβαίνει το αντίθετο, ο Θεός και ο Χριστός αποτελούν το κατοικητήριο της πόλεως.

Όλη η πόλις είναι βουτηγμένη μέσα στον Θεό. Όλη η πόλις, ένας υπερμεγέθης Ναός. «Ό γαρ Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ ναός αυτής εστί, και το Αρνίον» (21,22). Η πόλις, όπως το σημείωσε και ο προφήτης Ησαΐας, δεν χρειάζεται ήλιο και φεγγάρι για να φωτίζουν. Φωτίζεται από την δόξα του Θεού, και για λάμπα της έχει τον Χριστό — «ο λύχνος αυτής το Αρνίον» (21,23). Το φως πού πάνω στο Θαβώρ ξεχύθηκε από το σώμα του Χριστού και ξεπέρασε σε λάμψη το φως του ήλιου, αυτό το θαβώριο φως σε μεγαλύτερη ένταση καταυγάζει τα μήκη, τα πλάτη και τα ύψη της Ουρανίας πόλεως. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ονόμασε το θαβώριο φως «καλλονήν του μέλλοντος αιώνος». Και αυτήν την υπερκαλλή ωραιότητα αντίκρισαν τα μάτια του Ιωάννου σκορπισμένη στην πόλη του θεού. Το υψηλότερο σημείο της πόλεως φθάνει τα δώδεκα χιλιάδες στάδια. Εκεί είναι στημένος ο θρόνος του Κυρίου. Από εκεί ξεπηγάζουν οι χάριτες οι δωρεές και οι ευλογίες του Αγίου Πνεύματος.


Σ' αυτήν την πόλη τελείται μια διαρκής Πεντηκοστή. Το πράγμα παρουσιάζεται συμβολικά, με την εικόνα του ποταμού. Για τον ίδιο ποταμό μίλησε, όπως αναφέραμε, και ο Δαβίδ. Τα νερά του πόταμου σκορπίζουν την ζωή, είναι γεμάτα φως, λάμπουν, διασχίζουν χαρούμενα την πόλη και την πλατεία. Ή μέση της πλατείας συμπίπτει με την μέση του πόταμου. Εκεί ακριβώς στο κέντρο του ξεπροβάλλει το μυριοπόθητο, το αξιομακάριστο και πολυύμνητο δένδρο της ζωής. Τα νερά του Ιερού ποταμού το χτυπούν, το χαϊδεύουν και το δροσίζουν απ’ όλες τις πλευρές. Η γονιμότητα του πρωτοφανής και ακατάπαυστος. Όχι μία αλλά δώδεκα φορές το έτος καρποφορεί. Κάθε μήνα. νέα φρουτοπαραγωγή. Και τα φύλλα του θεραπεύουν κάθε αρρώστια.


Μακάριος όποιος γευθεί τους γλυκύτατους, τους μυρωδάτους, τους ζωοποιούς και θεοποιούς καρπούς του. Μακάριος κι όποιος τους προγεύθηκε εδώ κάτω στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Υπάρχουν και κάποιες σπάνιες περιπτώσεις πού στο στόμα των πιστών η θεία Κοινωνία πήρε την γλυκύτητα και την ευωδιά ουρανίου καρπού. «Μακάριοι όσοι εφαρμόζουν τις εντολές του θεού. Αυτοί θα έχουν δικαίωμα να γεύωνται το δένδρο της ζωής. Αυτοί θα έχουν δικαίωμα να περάσουν από τις πύλες μέσα στην πόλη» (22,14). Χωρίς τήρηση των θείων εντολών, ας μη περιμένουμε μελλοντική μακαριότητα. Φορτωμένοι με κακίες δεν θα μπορέσουμε να μπούμε στην ουρανιά πόλι. «Δεν πρόκειται να μπει σ' αυτήν τίποτε το μολυσμένο και όποιος πράττει βδελυκτά πράγματα και ακολουθεί το ψεύδος» (21,27). «Έξω τα σκυλιά και οι μάγοι και οι ανήθικοι και οι φονιάδες και οι ειδωλολάτρες» (22,15). Η άνω Ιερουσαλήμ είναι γεμάτη φως και ζωή. Όποιος ζει αμαρτωλά, βρίσκεται μέσα στο σκοτάδι και τον θάνατο. Πώς να συνταιριάξουν αυτά;


Ό άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, στην 30η πνευματική του ομιλία σημειώνει σχετικά: «Όπως ο νεκρός σε μία πόλη είναι εντελώς άχρηστος και τον βγάζουν έξω και τον θάβουν, έτσι και η ψυχή πού δεν έχει επάνω της την επουράνια εικόνα του θεϊκού φωτός, πού είναι η ζωή της, είναι αποτυχημένη και απόβλητη. Δεν μπορεί σε τίποτε απολύτως να χρησιμεύσει στην πόλη εκείνη των άγιων, αφού δεν φορεί την φωτεινή και θεϊκή χάρη του Πνεύματος. Είναι γι' αυτούς νεκρή και άχρηστη». Εκεί όλα είναι φωτεινά και ένδοξα. Καμιά φορά ταξιδεύοντας έτυχε ν' αντικρίσω σε ώρες δειλινού προς την δύση κάποια φαντασμαγορικά ηλιοβασιλέματα με διάχυτες φωτεινόχρωμες ομορφιές. Κι αυτά τα ουράνια κάλλη μου θύμισαν τις ένδοξες φωτοχυσίες της άνω Ιερουσαλήμ. «Ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο». Εκεί, αν με ελεήσει ο Θεός, αναλογίζομαι πώς θα συναντήσω τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα ντυμένα με ηλιοειδή ενδύματα. Τους μεγάλους πατριάρχες της Π. Διαθήκης με την αλύγιστη πίστη. Τούς θαυμαστούς προφήτες, κι ανάμεσα τους τον ευλογημένο εκ κοιλίας μητρός Σαμουήλ και τον χαριτωμένο Ελισαίο πού κάποτε είχα αποστηθίσει τα θαύματα του. Τον σοφώτατο Δανιήλ πού αναξίως φέρω το όνομά του. Τον Ηγαπημένο Ιωάννη με τις θεολογίες του και τα συγκλονιστικά του Οράματα. Τον πεφιλημένο Απόστολο Παύλο πού έχει γίνει ένα κομμάτι της ζωής μου. Τον τρισευλογημένο άγιο Ιγνάτιο πού τόσο με γοήτευσαν τα λόγια των θεσπέσιων επιστολών του. Εκεί και τον Γρηγόριο τον θεολόγο, την συμπάθεια μου, πού κάποτε στον επιτάφιο της αδελφής του είχε πει: «Γοργονία, πατρίς μεν η ανω Ιερουσαλήμ, η μη βλεπομένη νοούμενη δε πόλις, εν ή πολιτευόμεθα και προς ην επεινόμεθα» Εκεί και την οσιομάρτυρα Παρασκευή, πού βασανίσθηκε και απετμήθη την κεφαλήν για τον Κύριο, ιδιαιτέρως προστάτιδα μου.


Εκεί και την νεαρή μεγαλομάρτυρα Αγία Μαρίνα, πού αξιωθήκαμε να της φτιάξουμε ένα όμορφο εξωκλήσι. Εκεί και τον σεβάσμιο Ρώσο ερημίτη π. Τύχωνα, πού τον γνώρισα σε ηλικία εικοσιέξι ετών σε ερημικό κελί του Αγίου Όρους — εκείνος ήταν ογδόντα, ο πρώτος θεοφόρος πού συνάντησα στην ζωή μου. Δίπλα του στεκόταν ένα μικρό αγρίμι, μία νυφίτσα, πού του συμπεριφερόταν σαν ήμερη γάτα. Σε ερώτηση γιατί όλοι οι χριστιανοί δεν έχουν την ίδια χάρη από το Άγιο Πνεύμα, ενώ αυτό είναι το ίδιο, έδωσε σοφή απάντηση: «Στην Εκκλησία πού πάς ν' ανάψεις κερί, αν δώσεις δέκα δραχμές παίρνεις μικρό, αν δώσεις είκοσι, μεγαλύτερο. Κι αν δώσεις εκατό, παίρνεις λαμπάδα. Έτσι γίνεται και με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, όσο πιο πολλά δίνεις, τόσο πιο πολλά παίρνεις». Εκεί ο κάθε πιστός θ' αντικρίσει τους προσφιλείς αγίους και προστάτες, τους πνευματικούς του πατέρες και καθοδηγητές, σαν λαμπερά αστέρια να περιχορεύουν γύρω από τον Ήλιο της δικαιοσύνης.


Ας οπλιστούμε λοιπόν με θάρρος κι ας αγωνισθούμε να κατακτήσουμε τις άγιες αρετές του Χρίστου, την εγκράτεια, την υπομονή, την ταπείνωση, την αγάπη και μέσα σ' αυτές θα βρούμε τον δρόμο προς τις μαργαριταρένιες πύλες της άνω Ιερουσαλήμ, όπου ο υπέρφωτος θρόνος του θεού και το ύδωρ της αθανάτου ζωής και οι καρποί του Ιερού δένδρου και το ανέσπερο φως της θεϊκής δόξης — «φως Ιλαρόν αγίας δόξης». Ω Ουρανία Πατρίδα, μη μας απόρριψης από τις μητρικές σου αγκάλες. Αξίωσε μας να βαδίσουμε υπομονετικά και αθλητικά την στενή οδό για να καταλήξουμε στην αιθέρια απλοχωριά και απεραντοσύνη σου.

Αμήν Και όποιος ακούει ας πει «γένοιτο»!


http://mapysak.blogspot.gr/2014/01/blog-post_7.html
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ανάγνωση και ερμηνεία της Αγίας Γραφής”