Re: Πανδιδακτήριο, η ανωτάτη σχολή Κωνσταντινούπολης

2
Λίγα λόγια από το wiki και σχόλια: Πανδιδακτήριο
Το Πανδιδακτήριο ήταν ένα πανεπιστήμιο που λειτούργησε πάνω από 1000 χρόνια 
Το Πανδιδακτήριο ήταν ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα (σχολή) ανώτατης εκπαίδευσης στην Κωνσταντινούπολη, θεωρούμενο με σημερινούς όρους Πανεπιστήμιο. Ιδρύθηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β' το 425 και έκτοτε τελούσε υπό την αιγίδα των Αυτοκρατόρων. Κατά τον 9ο αιώνα εγκαταστάθηκε στον περίβολο του παλατιού, στη Μαγναύρα, αναφερόμενο πλέον και ως Πανδιδακτήριο της Μαγναύρας. Η λειτουργία του σταμάτησε οριστικά με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453.
Το Πανδιδακτήριο δεν δίδασκε καθόλου θεολογία, αλλά μαθήματα γενικής παιδείας 
Στην ίδρυση του Πανδιδακτηρίου, ρόλο έπαιξε η Πουλχερία, αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ και η Αιλία Ευδοκία (πρώην Αθηναΐς), σύζυγός του, μαζί με τον έπαρχο του Πραιτωρίου, Κύρο Πανοπολίτη, Έλληνα ποιητή και φιλόσοφο. Στις 27 Φεβρουαρίου 425 εκδόθηκε διάταγμα από τον Θεοδόσιο Β΄ που ρύθμιζέ όσα αφορούσαν την Σχολή. Γινόταν διδασκαλία στα μαθήματα: γραμματική, ρητορική, φιλοσοφία, διαλεκτική, δίκαιο, αριθμητική, γεωμετρία, αστρονομία και μουσική. Λειτουργούσε ως ανεξάρτητο ίδρυμα. Στην εποχή του Ιουστινιανού η Νομική Σχολή απέκτησε πενταετή διάρκεια σπουδών και ανεξαρτητοποιήθηκε. Στη σχολή δεν εδιδασκόταν η θεολογία, η οποία διδασκόταν στην Πατριαρχική Σχολή. Στο Πανδιδακτήριο οι σπουδαστές υπέβαλαν μελέτη με νομοθετικό ή ρητορικό περιεχόμενο πάνω σε προσχέδιο (δρακτόν ή δράγμα) που είχε εγκρίνει διδάσκαλος της σχολής.  (Σχόλιο: κάτι παρόμοιο με την πτυχιακή ή την διπλωματική εργασία)
Δύσκολες Περίοδοι για την Σχολή 
Κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Φωκά (602-610) το Πανδιδακτήριο διέκοψε τη λειτουργία του, αλλά αναβίωσε από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο (610-641), ο οποίος μετά το 610 είχε καλέσει στην Κωνσταντινούπολη τον Στέφανο τον Αλεξανδρέα. Αναφέρεται ότι η λειτουργία της σχολής διαταράχθηκε σοβαρά την περίοδο της εικονομαχίας αλλά δεν έκλεισε, ενώ αλλού αναφέρεται ότι δε συνέχισε τη δραστηριότητά της για πολύ μετά τη βασιλεία του Ηρακλείου[1]. Φαίνεται ότι στα πλαίσια της εικονομαχίας (730), έγιναν έκτροπα σε βάρος της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών και αναφέρεται ότι τότε το Πανδιδακτήριο εγκαταλείφθηκε και ίσως πυρπολήθηκε και θανατώθηκαν καθηγητές αντίθετοι με την αποκαθήλωση των εικόνων. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να είναι μυθοπλασίες ακόμη και αν υπάρχει κάποια αλήθεια, έχοντας στόχο την αμαύρωση της μνήμης του Λέοντα Γ΄ (717-741) τον οποίο θεωρούσαν υπεύθυνο για την έλλειψη εκπαίδευσης της αυτοκρατορίας.[2]
Ελληνική διδασκαλία έξωθεν σοφίας και λατινική διδασκαλία
Γνωστός διδάσκαλος της σχολής ήταν ο Χοιροβοσκός. Οι Ίσαυροι (717-802) φαίνεται πως ονόμασαν τη σχολή «Οικουμενικόν Διδασκαλείον». Κατά τον 9ο αιώνα, ο Βάρδας (842-867), θείος του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ' και Καίσαρας μετά το 862, εγκατέστησε αυτό το Πανδιδακτήριο στο ανάκτορο της Μαγναύρας για να διδάσκεται η «έξω σοφία» ή «θύραθεν παιδεία», κάτω από τη διεύθυνση του Λέοντος του Μαθηματικού από τη Θεσσαλία (790 - 869). Ο Λέων ο μαθηματικός δίδαξε την τετρακτύ (αριθμητική, γεωμετρία, αστρονομία και μουσική). Η φοίτηση ήταν δωρεάν. Λόγω της θέσης του ήταν γνωστό και ως Πανδιδακτήριο της Μαγναύρας. Αναφέρεται ότι στο Πανδιδακτήριο δίδασκαν τριάντα καθηγητές, δεκαπέντε στην ελληνική γλώσσα, γραμματική και φιλολογία, ενώ άλλοι δεκαπέντε δίδασκαν στη λατινική γλώσσα, ρωμαϊκή φιλολογία, φιλοσοφία και νομικά.

Μεταρρυθμίσεις 
Το Πανδιδακτήριο βελτιώθηκε τον 10ο αιώνα με πρωτοβουλίες του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου ο οποίος ενίσχυσε ηθικά αλλά και υλικά διδάσκοντες και σπουδαστές. Τον 11ο ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος μεταρρύθμισε το Πανδιδακτήριο και ίδρυσε δυο σχολές, το «Διδασκαλείον των Νόμων» και το «Γυμνάσιον» (φιλοσοφική). Στο Γυμνάσιον διδάσκονταν όλες οι επιστήμες, εκτός από τα νομικά που σπούδαζαν οι μελλοντικοί νομικοί, δικαστές και υπάλληλοι στο "Διδασκαλείο των Νόμων". Στο Γυμνάσιο, στη φιλοσοφική σχολή, διευθυντής («Ύπατος των Φιλοσόφων») τέθηκε ο Μιχαήλ Ψελλός και μετέπειτα ο Ιωάννης ο Ιταλός.
Στο Διδασκαλείο των Νόμων διευθυντής έγινε ο Ιωάννης Ξιφιλίνος, Νομοφύλαξ του κράτους. Μετά τη Φραγκοκρατία και την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς το 1261, ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1261-1282) ανέθεσε τη διεύθυνση της σχολής στο Γεώργιο Ακροπολίτη, μεγάλο Λογοθέτη, ως καθηγητή της αριστοτελικής φιλοσοφίας και στον Γεώργιο Παχυμέρη τη διδασκαλία της «τετρακτύος» (αριθμητική, γεωμετρία, αστρονομία και μουσική) στο «Οικουμενικόν Διδασκαλείον».
Πηγές
↑ Αθανάσιος Μαρκόπουλος, Βυζαντινή Εκπαίδευση και Οικουμενικότητα (ἐκφωνηθεὶς παρὰ τοῦ Ἀντισυνταγματάρχου κατὰ τὴν Μετακομιδὴν τῇ 22 Ἀπριλίου 1835.), Από «Το Βυζάντιο ως Οικουμένη», εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Διεθνή Συμπόσια 16, Αθήνα 2005, ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2009
↑ Παράρτημα: Η εκπαίδευση στο Βυζάντιο, Ιστορία της Τεχνολογίας, Στ. Γ. Φραγκόπουλος, Καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας, ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2009
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Πανδιδακτήριο, η ανωτάτη σχολή Κωνσταντινούπολης

3
Στις 27 Φεβρουαρίου του 425 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Β΄ εξέδωσε το πρώτο διάταγμα που ρύθμιζε τη λειτουργία της Σχολής στην Κωνσταντινούπολη

Η περίοδος των λεγομένων βυζαντινών χρόνων είναι μία από τις πιο συκοφαντημένες ιστορικές περιόδους.

Οι περισσότεροι διανοητές και ιστορικοί της Ευρώπης, τόσο οι καθολικοί και προτεστάντες, όσο και οι διαφωτιστές, αντιμετώπισαν το Βυζάντιο με εχθρότητα, φθόνο και απαξίωση. Νεοέλληνες διανοούμενοι, οπαδοί του διαφωτισμού, θλιβερές απομιμήσεις του Βολταίρου και του Γίββωνα, το θεώρησαν ως μια σκοτεινή περίοδο δεισιδαιμονίας, που έπρεπε να παραδοθεί στην λήθη της Ιστορίας.
Και το χειρότερο, την ίδια στάση τήρησαν εν πολλοίς και αρκετοί Νεοέλληνες διανοούμενοι, οπαδοί του διαφωτισμού, θλιβερές απομιμήσεις του Βολταίρου και του Γίββωνα: θεώρησαν το Βυζάντιο ως μια σκοτεινή περίοδο δεισιδαιμονίας, που έπρεπε να παραδοθεί στη λήθη της Ιστορίας.
Εικόνα
Ωστόσο, η Ιστορία είναι τα γεγονότα, και τα γεγονότα οδηγούν τον αντικειμενικό μελετητή στο συμπέρασμα ότι η περίοδος της μεσαιωνικής Χριστιανικής αυτοκρατορίας μας, υπήρξε από τις λαμπρότερες στην παγκόσμια Ιστορία.
Η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που ατυχώς επικράτησε να αποκαλείται «Βυζαντινή», διατήρησε και ανανέωσε τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό σε όλους τους τομείς, μπολιασμένο με το νέο πνεύμα που κόμιζε το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Ένας από τους τομείς στους οποίους το Βυζάντιο υπερείχε συντριπτικά έναντι της φραγκολατινικής Δύσης, ήταν η Παιδεία. Σχολεία υπήρχαν ακόμη και σε χωριά, ενώ στις πόλεις ήκμαζαν ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και φιλοσοφικές σχολές, όπως στην Αλεξάνδρεια, την Αντιόχεια, την Βηρυτό και βέβαια στην ίδια την Κωνσταντινούπολη.

ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΑΓΑΘΟ
Εικόνα
Το έτος 425 αυτοκράτορας του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους είναι ο Θεοδόσιος Β΄. Το περιβάλλον του αποτελείται από ανθρώπους ευσεβείς και συγχρόνως ιδιαίτερα καλλιεργημένους, που θεωρούν την Παιδεία ως το υπέρτατο εγκόσμιο αγαθό. Ανάμεσά τους η σύζυγος του αυτοκράτορα Ευδοκία (Αθηναΐς), η αδελφή του Αιλία Πουλχερία και ο έπαρχος του Πραιτορίου Κύρος Πανοπολίτης, φιλόσοφος και ο ίδιος. Οι δυο γυναίκες ήσαν επίσης κάτοχοι υψηλής παιδείας. Ακολουθώντας τις συμβουλές τους ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος, άνθρωπος και ο ίδιος ιδιαίτερα καλλιεργημένος και ευσεβής, προχωρεί στην ίδρυση ενός Ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος στην Κωνσταντινούπολη, που επρόκειτο να μείνει γνωστό ανά τους αιώνες ως το Πανδιδακτήριον της Μαγναύρας. («Της Μαγναύρας» ονομάστηκε διότι μετά τον 9ο αιώνα εγκαταστάθηκε σε ένα πολυτελέστατο οικοδόμημα στον περίβολο του Παλατίου). Πρόκειται για το αρχαιότερο Πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε επί Ευρωπαϊκού εδάφους και σύντομα η αίγλη του θα επισκίαζε εκείνη των παλιών ειδωλολατρικών σχολών της Αθήνας (που ούτως ή άλλως είχαν αρχίσει να παρακμάζουν), αλλά κατόπιν και της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και της Βηρυτού. Οι τελευταίες δεν έχασαν την παλιά τους αίγλη, αλλά μετά την αραβική κατάκτηση πολλοί καθηγητές τους κατέφυγαν στην Κωνσταντινούπολη. Στις 27 Φεβρουαρίου του 425 ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος ο Β΄ εξέδωσε το πρώτο σχετικό διάταγμα που ρύθμιζε τη λειτουργία της σχολής.

ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Όπως αναφέρει ο Μάριος Νοβακόπουλος, είχε 31 έδρες εκ των οποίων 16 ελληνικές και 15 λατινικές. Οι επιστήμες που διδάσκονταν ήταν η Γραμματική, η Ρητορική, η Φιλοσοφία, τα Μαθηματικά, η Αστρονομία, το Δίκαιο, η Ιατρική και η Μουσική. Διδάσκονταν σχεδόν όλοι οι φιλόσοφοι και οι ποιητές της αρχαιότητας: Πλάτων, Αριστοτέλης, Επίκουρος, Στωικοί, Πορφύριος, Ιάμβλιχος, Δημοσθένης, Ισοκράτης, Λυσίας, Πίνδαρος, Όμηρος, Αρχίλοχος, Επίχαρμος, Αριστοφάνης, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Σαπφώ και με λίγα λόγια όλος ο πλούτος της αρχαίας σοφίας. Άλλωστε ο Όμηρος και ο Αίσωπος αποτελούσαν τον άξονα ήδη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο Ψελλός καταγράφει ένα χαρακτηριστικό περιστατικό με την ερωμένη του Κωνσταντίνου Θ΄, όπου φαίνεται καθαρά ότι όλοι σχεδόν οι πολίτες της Κωνσταντινουπόλεως γνώριζαν την Ιλιάδα και μπορούσαν να την απαγγέλλουν από στήθους. Βέβαια οι Χριστιανοί καθηγητές ήξεραν να ξεχωρίσουν στα κείμενα της θύραθεν σοφίας το χρήσιμο πνευματικά από το επιβλαβές, όπως το είχε περιγράψει ο Μ. Βασίλειος στην ομιλία του προς τους νέους «Ὅπως ἂν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων» και κατεύθυναν τους φοιτητές τους να προσεγγίζουν τα κείμενα υπό το πρίσμα της χριστιανική οπτικής. Ο Ιουστινιανός Α΄, νομομαθής και ο ίδιος, αναβάθμισε ιδιαίτερα την Νομική Σχολή, της οποίας ο χρόνος σπουδών έγινε πενταετής.

ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΕΔΡΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ!
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Πανδιδακτήριο δεν υπήρχε έδρα Θεολογίας. Οι Βυζαντινοί μας πρόγονοι γνώριζαν ότι η Θεολογία υπερβαίνει τα της ανθρώπινης λογικής και έρευνας και δεν μπορούσε να διδαχθεί παρά μόνον από τους αληθείς θεολόγους, εκείνους που βίωναν τα Θεία. Την σχετική κατάρτιση παρείχαν οι πατριαρχικές σχολές, από τις οποίες προήλθε επίσης σημαντικός αριθμός λογίων, που ασχολήθηκαν και με τη θύραθεν σοφία, αφήνοντας πλούσιο συγγραφικό και φιλολογικό έργο.

Τα μαθήματα, ο «θρόνος», το 8ετές «λουκέτο» και οι διακεκριμένοι καθηγητές
Η φιλόλογος – Μ.Α. Πολιτικής Φιλοσοφίας του ΑΠΘ Δήμητρα Ρετσινά Φωτεινίδου, αναφέρει, με βάση τις πηγές, κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες του τρόπου λειτουργίας του. Τα μαθήματα γίνονταν στην Ελληνική και στην Λατινική ως τον 8ο αιώνα, οπότε η Λατινική ουσιαστικά περιήλθε σε αχρηστία. Στην αίθουσα διδασκαλίας υπήρχε ο «θρόνος», η έδρα δηλαδή του καθηγητή, ο οποίος έφερε ειδική στολή, που υποδήλωνε την ιδιότητά του και τον εξ αυτής οφειλόμενο σεβασμό: «Στολὴν σεμνοτάτην, ὁποίαν οἱ τῶν λόγων καθηγηταὶ καὶ διδάσκαλοι ἀμφιέννυνται». Οι φοιτητές επίσης όφειλαν να είναι συνεπείς, εργατικοί και κόσμιοι στο ήθος. Η Δ. Ρετσινά Φωτεινίδου υπενθυμίζει ότι ο Μιχαήλ Ψελλός κάπου αναφέρεται σε ράθυμους σπουδαστές, οι οποίοι επιπλήττοντο ή ετιμωρούντο. Επιπλέον, ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός είχε διορίσει επόπτες που επέβλεπαν αν κάποιοι από τους φοιτητές ασχολούντο πέραν του μέτρου με τον Ιππόδρομο ή τα τυχερά παίγνια. Οι παραβάτες στέλνονταν πίσω, στην πατρίδα τους.

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ

Το ανώτατο αυτό εκπαιδευτικό ίδρυμα της αυτοκρατορίας λειτούργησε σε όλη την διάρκεια της αυτοκρατορίας. Για πρώτη φορά η λειτουργία του διεκόπη την περίοδο της τυραννίας του Φωκά, διάρκειας περίπου οκτώ ετών (602-608). Όταν ο Ηράκλειος αποκατέστησε την έννομη τάξη ανατρέποντας τον τύραννο, το Πανδιδακτήριο όχι μόνον επαναλειτούργησε, αλλά και αναβαθμίστηκε, αφού η διεύθυνσή του ανατέθηκε στον μεγάλο Αλεξανδρινό (Χριστιανό) φιλόσοφο Στέφανο, που ως τότε δίδασκε σε σχολή της Αλεξάνδρειας. Κατά την περίοδο των Ισαύρων το Πανδιδακτήριο περιέπεσε σε κρίση, λόγω των διωγμών σε βάρος των Ορθοδόξων (εικονόφιλων) καθηγητών. Όμως υπήρχε και άλλος πολύ σοβαρός λόγος. Ήταν μια πολύ ταραγμένη για την αυτοκρατορία εποχή και οι αυτοκράτορες έπρεπε να δώσουν προτεραιότητα στην άμυνα του κράτους, χωρίς να έχουν την πολυτέλεια για μεγάλες δαπάνες στην παιδεία.

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ

Η ταραχώδες εκείνη περίοδος έληξε με την αυγή του 9ου αιώνα και το Πανδιδακτήριο αναβαθμίστηκε και μεταφέρθηκε, όπως αναφέρθηκε, στο ανάκτορο της Μαγναύρας. Επί βασιλείας του Μιχαήλ Γ΄ ο θείος του αυτοκράτορα Καίσαρ Βάρδας φρόντισε για την αναδιοργάνωση του Πανδιδακτηρίου, καθόρισε υψηλές αμοιβές και προνόμια για τους διδάσκοντες, ενώ η διδασκαλία παρεχόταν δωρεάν στους φοιτητές. Τη διεύθυνση της Σχολής ανέλαβε ο Λέων ο Μαθηματικός που δίδασκε Φιλοσοφία και Μαθηματικά.
Εικόνα
ΚΟΡΥΦΑΙΟΙ ΛΟΓΙΟΙ

Αλλοι διακεκριμένοι καθηγητές την εποχή αυτή είναι ο Θεόδωρος (δίδασκε Γεωμετρία), ο Θεοδήγιος (Αστρονομία) και ο Κομητάς (Γραμματική). Σημαντικό επίσης ρόλο στην αναβάθμιση του Πανδιδακτηρίου διεδραμάτισαν δύο κορυφαίες προσωπικότητες της εποχής: Ο μετέπειτα Πατριάρχης Μέγας Φώτιος και ο Κωνσταντίνος, ο μετέπειτα φωτιστής των Σλάβων Άγιος Κύριλλος. Όλοι αυτοί οι κορυφαίοι λόγιοι της εποχής διατηρούσαν στενούς προσωπικούς δεσμούς. Ενας τόπος συνάντησής τους ήταν η βιβλιοθήκη του Μ. Φωτίου, όπου συζητούσαν και αντάλλασσαν απόψεις επί παντός επιστητού. Μάλιστα ο Μ. Φώτιος ήταν εκείνος που διέσωσε πολλά κείμενα της αρχαίας Γραμματείας, των οποίων οι μοναδικοί σωζώμενοι κώδικες είχαν φθαρεί και σύντομα καταστράφηκαν. Υπάρχουν πολλά έργα αρχαίων που χάθηκαν εξαιτίας αυτής της φυσικής φθοράς και μας είναι γνωστά μόνον χάρη στην άοκνη προσπάθεια του υπομνηματισμού τους από τον Μ. Φώτιο στην περίφημη «Μυριόβιβλο».

ΝΕΑ ΑΙΓΛΗ

Τον 10ο αιώνα η Μαγναύρα θα γνωρίσει νέα αίγλη, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογεννήτου, ο οποίος ήταν και ο ίδιος λόγιος. Τον 11ο αιώνα ο Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος διευρύνει τον κύκλο των σπουδών και τις χωρίζει σε δύο κατευθύνσεις: Το Διδασκαλείον των Νόμων, που είναι ουσιαστικά η Νομική Σχολή υπό την διεύθυνση του νομομαθούς Ιωάννου Ξιφιλίνου, και το Γυμνάσιον, την Φιλοσοφική Σχολή, όπου διδάσκονται όλες οι άλλες επιστήμες υπό την διεύθυνση του «Υπάτου και Υπερτίμου των Φιλοσόφων» (αξίωμα αντίστοιχο του σημερινού Πρυτάνεως), Μιχαήλ Ψελλού. Η Σχολή της Μαγναύρας συνέχισε τη λειτουργία της ως τη λατινική κατάκτηση του 1204. Ομως και τότε οι λόγιοι αυτοκράτορες της Νίκαιας συνέχισαν την εκπαιδευτική παράδοση ιδρύοντας σχολές σε όλη τη δυτική Μικρά Ασία. Μετά την ανάκτηση της Πόλης το Πανδιδακτήριο ξαναλειτούργησε, υπό την διεύθυνση κορυφαίων λογίων της όψιμης περιόδου του, όπως ο Ακροπολίτης και ο Παχυμέρης. Ηταν η τελευταία αναλαμπή. Η Αλωση του 1453 σηματοδότησε το τέλος του.

ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΣ

Δεν μπορούμε παρά να συμμεριστούμε απόλυτα το συμπέρασμα του Μάριου Νοβακόπουλου: Το Πανδιδακτήριο είναι ένα μικρό μόνον κεφάλαιο της βυζαντινής εκπαίδευσης και διανόησης, την οποία εκόσμησαν δεκάδες λόγιοι, φιλόσοφοι και επιστήμονες, κληρικοί και λαϊκοί. Το Βυζάντιο διέσωσε την αρχαιοελληνική γραμματεία, την εξέδωσε, την μελέτησε και την σχολίασε, μεταδίδοντάς την ύστερα στους Αραβες και από εκεί στην Εσπερία. Οι Βυζαντινοί ουδέποτε απαξίωσαν την παιδεία και δικαίως εκαυχώντο ότι αυτοί ήταν οι αληθινοί κληρονόμοι και συνεχιστές του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, κατά την μακρά εκείνη περίοδο που τα φραγκοτευτονικά φύλλα είχαν βυθίσει την υπόλοιπη Ευρώπη στο σκοτάδι. Τα βυζαντινά σχολεία και πανεπιστήμια λειτούργησαν επί μία χιλιετία, καλλιεργώντας τους πολίτες του, ακόμα και απλούς ανθρώπους του λαού, έτσι ώστε να γνωρίζουν και να απαγγέλλουν από στήθους τον Όμηρο.

Γιάννης Ζαννής
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”

Πηγή: https://www.orthodoxtimes.gr/pandidakti ... s-evropis/
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Eλληνισμός-Χριστιανισμός”

cron