Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

1
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ἡ ἑλληνική παιδεία

Πρός τούς Χριστιανούς πού ἀπέρριπταν τήν κλασική ἑλληνική παιδεία ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἄριστος μελετητής καί γνώστης τῶν ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ἀπαντᾶ μέ μία χαρακτηριστική ἐπισήμανσή του στόν «Ἐπιτάφιον εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον»(1), τήν ὁποία παραθέτω σέ νεοελληνική ἀπόδοση ἀπό τόν Καθηγητή Εὐάγγελο Θεοδώρου:

«Νομίζω πώς ἔχει γίνει παραδεκτό ἀπ’ ὅλους τούς συνετούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ παιδεία εἶναι τό πρῶτο ἀπό τά ἀγαθά πού ἔχουμε. Καί ὄχι μόνο ἡ χριστιανική μας παιδεία, πού εἶναι ἡ ἐκλεκτότερη καί ἐπιδιώκει τή σωτηρία καί τό κάλλος τῶν θείων πραγμάτων, τά ὁποῖα μόνο μέ τόν νοῦ συλλαμβάνονται. Ἀλλά καί ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία, τήν ὁποία πολλοί χριστιανοί, ἔχοντας σχηματίσει λανθασμένη ἀντίληψη γι’ αὐτήν, τήν περιφρονοῦν, ἐπειδή, λέγουν, κρύβει δόλιους σκοπούς, εἶναι ἐπικίνδυνη καί ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό. Γιατί ὅπως ἀκριβῶς δέν πρέπει νά περιφρονοῦμε τόιν οὐρανό, τή γῆ καί τόν ἀέρα, καί ὅσα ὑπάρχουν σ’ αὐτά, ἐπειδή μερικοί ἔχουν σχηματίσει λανθασμένη ἀντίληψη καί, ἀντί νά λατρεύουν τόν Θεό, λατρεύουν τά δημιουργήματά Του, ἀλλά ἀφοῦ πάιρνουμε ἀπ’ αὐτά ὅ, τι εἶναι χρήσιμο γιά τή ζωή καί τήν ἀπόλαυσή μας, ἀποφεύγουμε ὅ, τι εἶναι ἐπικίνδυνο…. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἀπό αὐτά πού μᾶς προσφέρει ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία παραδεχτήκαμε ὅ, τι εἶναι χρήσιμο στήν ἔρευνα καί στίς θεωρητικές ἀναζητήσεις, ἐνῶ ἀποκρούσαμε καθετί πού ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολτρεία, στήν πλάνη καί στό βάθος τῆς καταστροφῆς. Μάλιστα ἀπό τήν ἐξωχριστιανική παιδεία ἔχουμε καί ὠφεληθεῖ στήν εὐσέβεια καί στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίσαμε καλά τό ἀνώτερο ἀπό τό χειρότερο καί ἔχουμε κάμει δύναμη τῆς διδασκαλίας μας τίς ἀδυναμίες ἐκείνης. Λοιπόν δέν πρέπει νά περιφρονοῦμε τήν παιδεία, ἐπειδή μία τέτοια περιφρόνηση φαίνεται καλό σέ μερικούς. Ἀντίθετα πρέπει νά θεωροῦμε ἀμαθεῖς καί ἀμόρφωτους τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν αὐτή τήν ἀντίληψη».


......


Τήν εὐγνωμοσύνη του γιά τήν Ἑλλάδα ὅπου σπούδασε ( Ἀθήνα) καί τήν ἐκτίμησή του γιά τούς Ἕλληνες πού γρήγορα καί ἀβίαστα δέχθηκαν τόν Χριστιανισμό ἐκφράζει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος σέ ἕνα ἐπίγραμμά του ἀπό τή σειρά «Ἔπη εἰς ἑαυτόν»(3). Μιμούμενος ἀριστοτεχνικά τά ἀρχαιοελληνικά ἐπιγράμματα γράφει:

«Ἑλλάς ἐμή, νεότης τε φίλη, κί ὅσσα πέπασμαι καί δέμας ὡς Χριστῷ εἴξατε προφρονέως». Πού σημαίνει: Ἑλλάδα μου, ἀγαπημένη, ὅπου πέρασα τή νεότητά μου καί ὅσσα μέ συγκροτοῦν καί σῶμα μου, σᾶς ἀγαπῶ, διότι προθύμως δοθήκατε στόν Χριστό! Αὐτό εἶναι τό τελικό κριτήριο γιά κάθε παιδευτικό ἀγαθό πού προσφέρει ἡ ἑλληνική παιδεία, μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος. Ἡ ἀναφορά στόν Χριστό, ὁ πνευματικός προσανατολισμός μας πρός τόν ἀληθινό Θεό καί τό Εὐαγγέλιό του. Ἡ ἑλληνική παιδεία εἶναι ἕνα πολύ χρήσιμο ἐργαλεῖο ἀρκεῖ νά ὁδηγεῖ στήν Χριστιανική ἀγωγή καί νά μή μᾶς ἀοκόπτει ἀπό αὐτή.

Πηγή: http://www.antibaro.gr
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

2
Η προς την Α' εν Nικαία Οικουμενικήν Σύνοδον οφειλομένη ευγνωμοσύνη των Χριστιανών και ιδία των Ελλήνων.

Πρo της Ιεράς μνήμης της Iεράς ταύτης Οικουμ. Συνόδου οφείλομεν οι την Πίστιν αυτής ομολογούντες να αποκαλυπτώμεθα και μετά σεβασμού το όνομα αυτής να εορτάζωμεν ετησίως, όπως έργω εκδηλώμεν ό, τι λόγω παραδεχόμεθα να εκχέωμεν δε τας καρδίας ημών προς τον Θεόν εξ' αισθήματος ευγνωμοσύνης και να δοξάζωμεν τους Αγίους Πατέρας, τους αηττήτους προμάχους της ορθοδόξου Πίστεως ψάλλοντες εναρμονίως όσα αυτοί καλώς εδογμάτισαν και εμελώδησαν.

Και μεταξύ μεν των θεσπεσίων ανδρών, οίτινες διέλαμψαν κατά την μεγάλην εκείνην εποχήν της κρίσεως και της ακμής της θρησκείας, εν τη οφειλομέννη ευγνωμοσύνη ευγvωμοσύννη ημών πρέπει πάντως να κατέχη την εξαιρετικήν θέσιν ο πρώτος απάντων και καθηγούμενος Μέγας Αθανάσιος διότι ούτος θεσπίσας ότι «Πίστις καθολική αύτη εστίν ίνα ένα Θεόν εν Τριάδι και Τριάδα εν Mονάδι σεβώμεθα, μήτε συγχέοντες τας υποστάσεις, μήτε την ουσίαν μερίζοντες», απεσκυβάλισεν εις τους απίστους πάντα, όστις δεν απεδέχετο ολόκληρον την σειράν των αρρήτων τούτων αληθειών, διήνοιξεν ανυπέρβλητον χάσμα μεταξύ Αρείου και Εκκλησίας οχυρώσας την Χριστιανικήν ενότητα διά πανοπλίας, ήτις επήρκεσεν αυτή επί πεντεκαίδεκα όλους αιώνας, και διά της ασφαλείας, δι' ης περιέβαλε την Πίστιν, εμφυσήσας θάρρος και πειθώ ακαταγώνιστον εις άπαντας τους Κήρυκας του θείου Λόγου από των χρόνων αυτού μέχρι σήμερον. Αλλά και οι μετά του Αγίου Αθανασίου ευθαρσώς και γενναίως συναγωνισάμενοι 318 Θεοφόροι Πατέρες παρά πάντων μεν των Χριστιανών δέον να ώσι σεβαστοί, κατ' εξοχήν όμως παρά των Ελλήνων διότι ούτοι πλην του θρησκευτικου λόγου, δι' ον οφείλουσιν ευγνωμοσύνην προς αυτήν, έχουσι και λόγους πολιτικούς, λόγους εθνικούς, δι' ους οφείλουσι να τιμώσι και γεραίρωσι την μνήμην αυτής.

Και τω όντι εν τη Ιερά ταύτη Συνόδω ο διασπαρείς Ελληνισμός από του Μεγάλου Αλεξάνδρου του προπαρασκευάσαντος την οδόν του Χριστιανισμού υπό Αυτοκράτορα τον Μέγαν Κωνσταντίνον, Ρωμαίον μεν το γένος και την αρχήν, αλλ' Έλληνα την διάθεσιν διά την επίδρασιν της θρησκείας της Ελληνικώς αναπτυχθείσης, συναθροίζεται από των περάτων του Ρωμαικού κράτους εν Nικαία, ίνα κανονίση την πίστιν των Ρωμαίων υπηκόων αυτού, αυθεντικώς αποφανθή κατά της παλαιάς πλάνης, και ανακηρύξη την ορθήν διδασκαλίαν, ην ώφειλεν η Οικουμένη άπασα να ασπασθή, ως τον κανόνα και οδηγόν της αληθείας της κανονιζούσης τα ευγενέστερα του άνθρώπου αισθήματα. Εν ταύτη ο Ελληνισμός ενίκησεν ουχί μόνον την αίρεσιν, αλλά και την εθνικήν πλάνην της παλαιάς λατρείας και την Ρωμαϊκήν εξουσίαν εν ταύτη εξεδηλώθη η ισχύς του Ελληνικού στοιχείου αύτη δε υπήρξεν ο πρώτος σπινθήρ του αναλάμψαντος μετά ταύτα Eλληνισμού αύτη ήτο η πρώτη ζύμη η συγκεντρώσασα περί εαυτήν και ζυμώσασα όλον τον Ρωμαϊσμόν, ον εντός ολίγου ανέδειξεν Eλληνισμόν, και αύτη ην το χωνευτήριον το καθαρίσαντα στοιχεία του κράτους και αναχωνεύσαν το Βυζαντινόν Eλληνικόν βασίλειον.

H Eλληνική φιλοσοφία εν αυτή διέλαμψεν, ο δε Πλάτων και ο Αριστοτέλης ήσαν οι επίκουροι της αληθείας πρόμαχοι. Πάντως λοιπόν η θεία Πρόνοια παρουσίασεν αυτούς προ του Χριστιανισμού, όπως βοηθήσωσιν αυτόν εν τη πάλη κατά του ψεύδους. Εν τη Συνόδω ταύτη έστη το τρόπαιον του Eλληνισμού εν ταύτη ο Eλληνισμός, ως άλλη Αθηνά ανέθορεν εκ της κεφαλής του Ρωμαϊκού κράτους, όπως διευθύνη διά της σοφίας αυτής τας συνειδήσεις των ανθρώπων και συμβουλεύση τα άριστα. H Νίκαια, η Eλληνικωτάτη αύτη πόλις, ήτο ο θρίαμβος των Αθηνών κατά της Ρώμης, ήτο η πτώσις αυτής και η ανόρθωσις της Κωνσταντινουπόλεως, της νέας πρωτευούσης του Ελληνισμoύ εν ταύτη ανεφάνη η ισχύς αυτού, ανεδείχθη το κράτος αυτού και διέλαμψεν η περιφάνεια του πνεύματος αυτού. Ιδού εν αυτή τα πάντα Ελληνικά, τά Μέλη της Συνόδου, η Γλώσσα, αι συζητήσεις, τα Πρακτικά, τα Βουλεύματα και εν γένει πάντα τα χαρακτηρίζοντα Eλληνικήν Βουλήν. H Σύνοδος αύτη είναι τιμητικόν παράσημον, το οποίον ετίμησε, τιμά και θα τιμά το στήθος παντός Έλληνος εν αυτή εδείχθη ότι ο Ελληνισμός δεν θνήσκει, αλλ' ότι πίπτων εγείρεται ισχυρότερος, ότι έχει το μυστήριον να κατακτά πνευματικώς τους κατακτώντας τας χώρας του, και ότι προώρισται να ζη, όπως ζωογονή. Η Α' Οικουμενική αύτη Σύνοδος δέον να διδάξη τα έθνη και τους λαούς ότι οφείλουσι να σέβωνται και τιμώσι τον Ελληνισμόν διά τε τας μεγάλας εκδουλεύσεις, ας παρέσχε τη ανθρωπότητι εν γένει, και διά τα ιδιάζοντα πλεονεκτήματα αυτού, δι' ων δύναται να φαίνηται αείποτε ωφέλιμος τη ανθρωπότητι. Τοιαύτη η πρώτη Αγία Οικουμενική Σύνοδος, και τοιαύται αι αρεταί και αι υπηρεσίαι αυτής προς τε την ανθρωπότητα και ιδίως προς τον Ελληνισμόν διό πάντες μεν οφείλουσι να τιμώσιν αυτήν, ιδίως όμως ο Ελληνισμός διότι αύτη υπήρξε δι' αυτόν ναυς περισώσασα και αναδείξασα θρησκείαν και εθνικότητα.


(Επιλεγμένα αποσπάσματα για την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, από το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου «Αι οικουμενικαί σύνοδοι της του Χριστού Εκκλησίας, εκδοθέν το πρώτον το 1892)



Read more: http://www.egolpion.com/a_oikoumenikh_s ... z2jy3jNek7
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

3
Ἅγιος Νεκτάριος
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ

(κείμενο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τὸν κοσμοϊστορικὸ ῥόλο τῶν Ἑλλήνων, ἰδίως ἐν σχέσει μὲ τὴν διάδοσιν τοῦ Εὐαγγελίου)


Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου σὲ ὅσους ἀδιάκριτα καὶ γενικευμένα καταδικάζουν τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες γιὰ διαφθορὰ βίου. Ἕνας λαὸς μὲ τέτοιους φιλοσόφους δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀκολουθεῖ τὸν δρόμο ποὺ τοῦ ὁρίζουν. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ΔΕΝ ἦσαν κτήνη παραδομένα στὴν ἀκολασία καὶ στὴν διαφθορὰ ἀλλὰ λαὸς μὲ ἰδιαίτερη ΚΛΗΣΗ! ...αὕτη ἡ κλῆσις αὐτοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσιν· μαρτύριον ἡ ἐθνικὴ αὐτοῦ ἱστορία· μαρτύριον ἡ φιλοσοφία αὐτοῦ· μαρτύριον ἡ κλίσις αὐτοῦ· μαρτύριον αἱ εὐγενεῖς αὐτοῦ διαθέσεις· μαρτύριον ἡ παγκόσμιος ἱστορία· μαρτύριον ἡ μακροβιότης αὐτοῦ, ἐξ ἧς δυνάμεθα ἀδιστάκτως νὰ συμπεράνωμεν καὶ τὴν αἰωνιότητα αὐτοῦ, διὰ τὸ αἰώνιον ἔργον τοῦ Χριστιανισμοῦ μεθ᾿ οὗ συνεδέθη ὁ Ἑλληνισμός.

Προθεωρία

Ἀξιότιμοι Κύριοι,

Τὸ θέμα ταύτης τῆς μελέτης μου προῆλθεν ἐκ τῶν μελετῶν, εἰς ἃς ἀπό τινων ἐτῶν ἀσχολοῦμαι. Οἱ Ἕλληνες συγγραφεῖς ὑπῆρξαν τὸ ὑποκείμενον τῶν μελετῶν μου· ὠρμήθην διὰ φλέγοντος πόθου, ὅπως ἀθροίσω πᾶν ὅ,τι περὶ Θεοῦ, περὶ ψυχῆς, καὶ περὶ ἀρετῆς ὑγιὲς εἰρήκασι, καὶ θησαυρίσω τὰς σοφὰς τῶν σοφῶν Ἑλλήνων γνώμας ἐν ἐνὶ τεύχει πρὸς διδασκαλίαν τῶν περὶ τὰς μελέτᾳς ἀσχολουμένων. Ἐκ τῆς μελέτης ταύτης καὶ τῆς διευθετήσεως τῆς ὕλης ἐπείσθην, ὅτι οἱ Ἕλληνες σοφοὶ ἐν ὅλῳ καὶ ἐν μέρει ὑπῆρξαν διδάσκαλοι τῆς ἀληθείας, ὅτι ταύτης ἐγένοντο ἐρασταὶ καὶ ταύτην ἐπεζήτησαν, καὶ ὅτι ὁ ἔρως τῆς γνώσεως τῆς ἀληθείας ἦν ὁ πρὸς τὴν ἀληθῆ φιλοσοφίαν αὐτοὺς ἄγων· οὗτος ἤγαγε κατὰ μικρὸν τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος πρὸς τὴν εὐκρινεστέραν γνῶσιν τῆς ἀληθείας καὶ τελευταῖον πρὸς τὴν ἀποκαλυφθεῖσαν ἀλήθειαν.

Ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἐγένετο τῇ Ἑλληνικῇ φυλῇ παιδαγωγὸς πρὸς κατανόησιν τῆς ἀποκαλυφθείσης ἀληθείας. Ὁ ἔρως πρὸς τὴν φιλοσοφίαν ἐγένετο ἔρως πρὸς τὸν χριστιανισμόν, καὶ ἡ φιλοσοφία ἀπέβη πίστις εἰς Χριστόν. Ὁ ἔρως ἄρα πρὸς τὴν ἀλήθειαν ὑπῆρξεν ὁ λόγος, δι᾿ ὃν ἡ Ἑλληνικὴ φυλὴ ἅμα τῇ ἐμφανίσει τῆς ἀποκαλυφθείσης ἀληθείας ἐγένετο ταύτης ἐραστὴς καὶ ὀπαδὸς καὶ ἐνεστερνίσθη καὶ ἐνεκολπώθη αὐτὴν καὶ τὸ αἷμα αὐτῆς ἀφειδῶς ὑπὲρ αὐτῆς ἐξέχεεν. Ἐπειδὴ λοιπὸν τοιαύτη ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ οὗτος ὁ λόγος, δι᾿ ὃν ἡ Ἑλληνικὴ φυλὴ πρώτη ἠσπάσθη τὸν χριστιανισμόν, διὰ τοῦτο ἔλαβον ὡς θέμα μελέτης τὴν Ἑλληνικὴν φιλοσοφίαν ὡς προπαιδείαν εἰς τὸν χριστιανισμόν, ὡς θέμα πολλῆς σπουδαιότητος διὰ τοὺς Ἕλληνας.

Κυρίως κείμενο

Ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Δυὸ λέξεις· ἀλλὰ λέξεις μεσταὶ μεγάλων καὶ ὑψηλῶν ἐννοιῶν· ἐν αὐταῖς ἐγκολποῦται ἡ τελεία περὶ ἀνθρώπου ἔννοια· ἐν αὐταῖς συνάπτονται τὰ πέρατα τῆς φιλοσοφικῆς ἐνεργείας· ἐν αὐταῖς περιλαμβάνεται τὸ σύνολον τῶν ἐπιστημονικῶν ἀρχῶν· ἐν αὐταῖς ἐκφράζεται τὸ πνεῦμα τῆς ἀναπτυχθείσης ἀνθρωπότητος· ἐν αὐταῖς χαρακτηρίζεται ἡ τελεία τοῦ ἀνθρώπου εἰκών· ἐν αὐταῖς ὁμολογεῖται τὸ μέγεθος τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ· τὸ ὕψoς τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας, τὸ βάθος τῶν ἐννοιῶν, ἡ ἰσχὺς καὶ τὸ κάλλος τοῦ λόγου, ἡ λεπτότης τῶν διανοημάτων, ἡ εὐκρίνεια καὶ ἡ σαφήνεια αὐτῶν, ἡ δύναμις, ἡ χάρις αὐτῶν, καὶ τέλος ἡ θειότης τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία εἶναι ἡ θεμελιώδης ἀρχὴ τῆς ἀληθοῦς ἀναπτύξεως καὶ μορφώσεως, εἶναι ὁ παιδαγωγὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ποδηγέτης πρὸς τὴν εὐσέβειαν. Αὕτη ἐγένετο διδάσκαλος τῆς ἀληθείας, διδάσκουσα τὸν ἄνθρωπον τίς ἐστι, τὶς ἡ ἐν τῷ κόσμῳ ἀποστολὴ αὐτοῦ, καὶ τί δέον ἐργάζεσθαι, διδάσκουσα αὐτὸν τὴν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ, τὴν σχέσιν αὐτοῦ πρὸς τὸ θεῖον, καὶ τὴν σχέσιν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπον· διδάσκουσα τὰ θεῖα ἰδιώματα καὶ τὴν συγγένειαν τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ θεῖον. Ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἐδίδαξεν τὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα καὶ ἐγένετο διὰ τῶν ὑγιῶν αὐτῆς θεωριῶν παιδαγωγὸς τῆς ἀνθρωπότητος εἰς Χριστόν.

Ἡ φιλοσοφία εἶναι ἀληθῶς ἀναφαίρετον κτῆμα τοῦ Ἕλληνος· διαδιδομένη ἀνὰ τὰ ἔθνη προσηλυτίζει αὐτὰ καὶ καθιστὰ αὐτὰ ἑλληνικά, οὐδέποτε δὲ παύεται οὖσα Ἑλληνική· οἱ ὀπαδοὶ αὐτῆς, οἱ ὁμιληταὶ αὐτῆς ἀποβάλοντες τὸ ξένον καὶ βάρβαρον περιβάλλονται τὸ ἑλληνικὸν καὶ τὴν εὐγένειαν· ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία προώρισται ἵνα καταστήσῃ τοὺς πάντας Ἕλληνας· ἐγεννήθη ὑπὲρ τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ συνεταυτίσθη μετ᾿ αὐτοῦ, ὅπως ἐργασθῆ πρὸς σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος. Ἕλλην καὶ φιλοσοφία εἰσὶ δυὸ τινὰ ἀναπόσπαστα· μαρτυρεῖ δὲ καὶ ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος λέγων: Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν. Ὁ Ἕλλην ἀληθῶς ἐγεννήθη, ἵνα φιλοσοφῇ· διότι ἐγεννήθη διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ἡ φιλοσοφία ἐγένετο παιδαγωγὸς εἰς Χριστὸν ἕπεται ὅτι ὁ Ἕλλην πλασθεὶς φιλόσοφος ἐπλάσθη χριστιανός, ἐπλάσθη ἵνα γνωρίσῃ τὴν ἀλήθειαν καὶ διαδῷ αὐτὴν τοῖς ἔθνεσιν.

Ναὶ ὁ Ἕλλην ἐγεννήθη κατὰ θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· τοῦτο τὸ ἔργον ἐκληρώθη αὐτῷ· αὕτη ἦν ἡ ἀποστολὴ αὐτοῦ· αὕτη ἡ κλῆσις αὐτοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσιν· μαρτύριον ἡ ἐθνικὴ αὐτοῦ ἱστορία· μαρτύριον ἡ φιλοσοφία αὐτοῦ· μαρτύριον ἡ κλίσις αὐτοῦ· μαρτύριον αἱ εὐγενεῖς αὐτοῦ διαθέσεις· μαρτύριον ἡ παγκόσμιος ἱστορία· μαρτύριον ἡ μακροβιότης αὐτοῦ, ἐξ ἣς δυνάμεθα ἀδιστάκτως νὰ συμπεράνωμεν καὶ τὴν αἰωνιότητα αὐτοῦ, διὰ τὸ αἰώνιον ἔργον τοῦ Χριστιανισμοῦ μεθ᾿ οὗ συνεδέθη ὁ Ἑλληνισμός·
διότι ἐνῷ ὅλα τὰ ἔθνη τὰ ἐμφανισθέντα ἐπὶ τῆς παγκοσμίου σκηνῆς ἦλθον καὶ παρῆλθον, μόνον τὸ Ἑλληνικὸν ἔμεινε ὡς πρόσωπον δρῶν ἐπὶ τῆς παγκοσμίου σκηνῆς καθ᾿ ὅλους τοὺς αἰῶνας· καὶ τοῦτο, διότι ἡ ἀνθρωπότης δεῖται αἰωνίων διδασκάλων· μαρτύριον τέλος ἡ ἐκλογὴ αὐτοῦ μεταξὺ τῶν ἐθνῶν ὑπὸ τῆς θείας προνοίας, ὅπως ἐμπιστευθῇ αὐτῷ, τὴν ἱερὰν παρακαταθήκην τὴν ἁγίαν πίστιν, τὴν θρησκείαν τῆς ἀποκαλύψεως καὶ τὸ θεῖον ἔργον τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς, τὸ αἰώνιον ἔργον τῆς σωτηρίας διὰ τῆς διαπλάσεως ἁπάσης της ἀνθρωπότητος κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἀποκαλυφθείσης θρησκείας. Τὸ ἔργον τοῦτο ἀληθῶς ἀνετέθη τῇ Ἑλληνικῇ φυλῇ· τοῦτο μαρτυρεῖται ὑπὸ τῆς ἱστορίας· ἓν μόνον βλέμμα ῥιπτόμενον εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ χριστιανισμοῦ ἐπαρκεῖ ὅπως πιστώση τὴν ἀλήθειαν ταύτην. Ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπὸ τῆς πρώτης σελίδος αὐτῆς ἀναφαίνεται ἡ τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς ἐν τῷ χριστιανισμῷ δρᾶσις, καὶ ἡ κλῆσις αὐτῆς, ἵνα ἀναλάβῃ τὸ μέγα της ἀποστολῆς τοῦ χριστιανισμοῦ ἔργον. Οἱ θεῖοι τοῦ Σωτῆρος λόγοι «νῦν ἐδοξάσθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», ὅτε ἀνηγγέλθη αὐτῷ, ὅτι Ἕλληνες ἤθελον ἰδεῖν αὐτόν, ἐνεῖχον βαθεῖαν ἔννοιαν· ἡ ῥῆσις ἦν προφητεία, πρόῤῥησις τῶν μελλόντων· οἱ ἐκεῖ ἐμφανισθέντες Ἕλληνες ἦσαν οἱ ἀντιπρόσωποι ὅλου τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους· ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτῶν διεῖδεν ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς τὸ ἔθνος ἐκεῖνο, εἰς ὃ ἔμελλε νὰ παραδώσῃ τὴν ἱερὰν παρακαταθήκην, ἵνα διαφυλαχθῇ τῇ ἀνθρωπότητι. Ἐν τῇ ἐπιζητήσει αὐτῶν διέγνω τὴν προθυμίαν τῆς ἀποδοχῆς τῆς ἑαυτοῦ διδασκαλίας, διεῖδε τὴν ἑαυτοῦ δόξαν, τὴν ἐκ τῆς πίστεως τῶν ἐθνῶν, καὶ ἀνεγνώρισε τὸ ἔθνος, ὅπερ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον προώριστο ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.

Τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος ἀληθῶς πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ἐκλήθη ἀπὸ καταβολῆς κόσμου καὶ πρὸς τοῦτον μαρτυρεῖται διαπεπλασμένον· ὁ Θεὸς ἐν τῇ θείᾳ αὐτοῦ προνοίᾳ διέπλασεν αὐτὸ ὀφθαλμὸν τοῦ σώματος τοῦ συγκροτουμένου ὑφ᾿ ἁπάσης της ἀνθρωπότητος· ὡς ὄργανον τοιοῦτον ἐν τῷ σώματι τῆς ἀνθρωπότητος ὁ Ἕλλην ἐκλήθη ἵνα ἐργασθῇ καὶ ἐν τῷ ἔργῳ τῆς ἀναγεννήσεως.

Τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος ἕνεκα τῆς φυσικῆς αὐτοῦ ταύτης ἰδιότητος ἀπέβη ἀληθῶς ὀφθαλμὸς ἐτάζων τὰ τὲ ἐμφανῆ καὶ τὰ κεκαλυμμένα ὑπὸ τοῦ πέπλου τοῦ μυστηρίου· ἠτένισεν ἔκθαμβον πρὸς τὸ ἔκπαγλον κάλλος τοῦ κόσμου τῆς δημιουργίας, καὶ ἀνεζήτησε τὸν θεῖον αὐτῆς δημιουργόν· ἀφοσιώθη εἰς τὴν προσφιλῆ αὐτῷ ἔρευναν καὶ ἀνεῦρε τὸν θεῖον δημιουργὸν ἐν τοῖς δημιουργήμασιν αὐτοῦ· ἡ εἰκὼν τοῦ θείου καλλιτέχνου δημιουργοῦ θείῳ δακτύλῳ ἐγγεγραμμένη ἐν τοῖς δημιουργήμασιν αὐτοῦ προσείλκυσεν αὐτὸν καὶ ἀφήρπασεν. Ἡ εἰκὼν τοῦ Θεοῦ κατενοήθη ἐν μικρογραφίᾳ ἐν τῇ καλλιτεχνικῇ κατασκευῇ τῶν ὄντων, τοσούτῳ ἐν τῇ θαυμασίᾳ κατασκευῇ τοῦ μικροῦ θαλεροῦ τοῦ ὡραιοτάτου καὶ τερψιθύμου ἀνθυλλίου, ὄσω καὶ ἐν τῇ κατασκευῇ τῶν μεγίστων δημιουργημάτων· ἡ ἀναρίθμητος ποικιλία ἡ ἀπὸ τῶν ἐλαχίστων δι᾿ ἀπείρου σοφίας ἐκτυλισσομένη καὶ πρὸς τὰ μέγιστα καταλήγουσα, ἀποβαίνει τῷ φιλοσόφῳ ἀπειροβάθμιος κλῖμαξ, ἣς ἡ κορυφὴ ἐν τῷ Οὐρανῷ, ἣν θαῤῥαλέῳ βήματι ἀναβαίνων ἀνέρχεται αὐτὴν ἀδιαλείπτως τὰς βαθμίδας ἀμείβων, καὶ μόνον πρὸς οὐρανὸν ἀτενίζων αἴρεται ὁλονὲν ἀπὸ τῆς γῆς, ἀποδυόμενος τὸν περιττὸν γήινον φόρτον, καὶ ζητεῖ νὰ ἀποβῇ πνεῦμα, ὅπως προσεγγίσῃ τῷ θείῳ πνεύματι, οὗτινος τὸν θρόνον τίθησιν ἐν Οὐρανῷ· ἐννοεῖ ὅτι μία ἀρχή, μία δύναμις, μία ἄπειρος σοφία, ἓν ὂν θεῖον ἀγαθὸν ἐγένετο ὁ δημιουργός της θαυμαστῆς ταύτης δημιουργίας. Ἡ κατανόησις τοῦ θείου ἐκ τῶν θείων αὐτοῦ ἰδιοτήτων γεννᾷ ἐν αὐτῷ τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς λατρείας· ἡ καρδία αὐτοῦ πληροῦται θείου τινὸς ἔρωτος καὶ θερμαίνεται ὑπὸ θείου πυρός· αἰσθάνεται, ὅτι ἐν αὐτῷ, κατοικεῖ μυστική τις δύναμις, ἕλκουσα αὐτὸν πρὸς τὸ θεῖον· ἡ ἰσχὺς αὐτῆς εἶναι ἀκατάληπτος ἀλλ᾿ ἰσχυρὰ ὡς δύναμις θεία· κυριεύει αὐτοῦ καὶ διευθύνει τάς τε πνευματικὰς αὐτοῦ καὶ σωματικὰς δυνάμεις κατὰ τὴν ἰδίαν βούλησιν· ἔχει βούλησιν ἑτέραν παρὰ τὴν θέλησιν τοῦ αἰσθητικοῦ ἀνθρώπου· αὕτη ἐν αὐτῷ κρατεῖ καὶ εὐθύνει τὰ πάντα· περίεργον τὸ φαινόμενον· τί τοῦτο, ἐρωτᾷ, τὸ γεννηθὲν ἐν ἐμοί; τὶς ἡ σχέσις ἐμοῦ πρὸς τὸ θεῖον, πρὸς ὃ ἡ ἐν ἐμοὶ αὕτη δύναμις σπεύδει ἀκατάσχετος, πρὸς ὃ ζητεῖ νὰ προσπελάση, πρὸς ὃ τείνει νὰ ἀφομοιωθῆ; Πῶς ἡ φύσις ἡ ἐν ἐμοὶ ὑπετάγη τῇ ὑπερφυσικῇ ταύτη δυνάμει; πῶς δὲ ἐγὼ ὁ φυσικὸς ἄνθρωπος ἑκουσίως ὑποτάσσομαι τῇ ὑπερφυσικότητι; χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ τοιαύτῃ ὑποταγῇ μᾶλλον ἢ ἐπὶ τῇ φυσικῇ τῶν ὁρμῶν ἐλευθερία; τὶς λοιπὸν εἰμὶ ἐγὼ ὁ ἐκ τῆς γῆς προελθῶν καὶ τὸν οὐρανὸν ἐπιζητῶν; τὶς ἡ σχέσις τῆς γῆς πρὸς τὸν Οὐρανόν; τῶν αἰσθητῶν πρὸς τὰ ὑπὲρ αἴσθησιν; τὶς ἡ σχέσις ἡ ἐμὴ πρὸς τὸ θεῖον; διατὶ ἀγαπῶ αὐτό; διατὶ ἐπιποθῶ αὐτό; διατὶ ἐπιθυμῶ νὰ ἐξομοιωθῶ πρὸς αὐτό; εἰμὶ λοιπὸν πνεῦμα; εἰμὶ λοιπὸν ὄν τι ὑπερφυσικόν; ἀλλ᾿ ἰδοὺ ἀποθνῄσκω καὶ ὁ τάφος καλύπτει τὸ ἄπνουν καὶ νεκρόν μου σῶμα· πῶς ὅμως o θάνατος ἀδυνατεῖ νὰ μὲ πείση ὅτι ἀποθνῄσκω εἰς τὸ παντελές; πῶς ἔτι ἐλπίζω ὅτι ζωὴ αἰώνιός μοι ἐπιφυλάσσεται; πόθεν ἡ πληροφορία αὕτη περὶ αἰωνίου ζωῆς; βλέπω ὅτι ἀποθνῄσκω, καὶ ὅμως πέποιθα ὅτι ζήσομαι εἰς αἰῶνα· ὁ βίος μου ἅπας τοῦτο μαρτυρεῖ· o βίος τῶν ἀνθρώπων ἁπάντων τοῦτο μαρτυρεῖ· οἱ ἄνθρωποι ζῶσι διὰ τὴν αἰωνιότητα· ὁ ἄνθρωπος ἄρα ἔχει κοινὴν τὴν πληροφορίαν περὶ τῆς αἰωνιότητός του· ἡ ἐν αὐτῷ οἰκοῦσα θεία ἐκείνη δύναμις ἡ ἕλκουσα πρὸς τὸ θεῖον αὕτη περὶ τῆς ἀθανασίας καὶ αἰωνιότητός του ἐδίδαξεν αὐτόν· αὕτη μυστικῶς ἐπληροφόρησεν αὐτόν, τὸ δὲ κῦρος τοῦ λόγου αὐτῆς ἔπεισεν αὐτόν. Ἰδοὺ ὁ λόγος τῆς πίστεως αὐτοῦ πρὸς τὴν ἀθανασίαν. Εἶναι λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ὂν ἀθάνατον, διότι νοεῖ τὸ θεῖον, διότι ἕλκεται πρὸς τὸ θεῖον, διότι ἀγαπᾷ τὸ θεῖον, διότι λατρεύει τὸ θεῖον, διότι πληροφορεῖται διὰ τῆς ἐν αὐτῷ μυστηριώδους δυνάμεως ὑπ᾿ αὐτοῦ τοῦ θείου.

Ὁ Ἕλλην λοιπὸν διὰ τῆς φιλοσοφίας ἐγνώρισε πρώτον τὴν ὕπαρξιν τοῦ θείου καὶ εἶτα ἑαυτόν, οἶος ἀληθῶς ἐστι· διὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ ἔσχε τελείαν ἑαυτοῦ γνῶσιν· γνωρίσας δὲ ἑαυτὸν ἔγνω τὴν σχέσιν αὐτοῦ πρὸς τὸ θεῖον, τὴν εὐγένειαν αὐτοῦ, καὶ ἔγνω ὅτι ἡ πρὸς τὸ θεῖον ἀφομοίωσις εἶναι τὸ πρώτιστον τῶν καθηκόντων. Ἔγνω δ᾿ ὅτι ἡ ἐν τῷ κόσμῳ ἀποστολὴ τοῦ εἶναι ἡ τελείωσις, ἡ ἀνύψωσις αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου πρὸς τὸν πνευματικόν· ὅτι ὁ πνευματικὸς κόσμος δέον ἐστι νὰ ζωογονῇ τὸν ὑλικὸν κόσμον, ὅτι τὸ πνεῦμα ἀνάγκη νὰ ἐπικρατήση τῆς ὕλης, ὅτι οἱ πνευματικοὶ νόμοι δέον ἐστι νὰ ὦσιν ἰσχυρότεροι τῶν ἐν αὐτῷ φυσικῶν νόμων· ὅτι πρέπον ἐστὶν ἐν αὐτῷ νὰ ἐπικρατῶσιν οὗτοι ὡς λογικοί· ὅτι ὁ ἄνθρωπος γίνεται τέλειος ἀφομοιούμενος τῷ Θεῷ, καὶ ὅτι ἀφομοιοῦται πρὸς τὸ θεῖον ὅταν κοσμῆται ὑπὸ τῆς εὐσεβείας, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ἐπιστήμης· διότι ἀληθῶς αἱ ἀρεταὶ αὔται κέκτηνται τελειωτικὴν ἐν αὐταῖς δύναμιν· διότι ἡ μὲν εὐσέβεια γίνεται προσπέλασις πρὸς τὸ θεῖον, ἡ δὲ δικαιοσύνη, ἡ ἀλήθεια, καὶ ἡ ἐπιστήμη, γίνονται αὐτῷ εἰς εἰκόνα καὶ ὁμοίωμα θεῖον.

Ὁ Ἕλλην γνωρίσας τὶς εἶναι καὶ τὶς ὀφείλει νὰ ἀποβῇ, σκοπὸν ἔθετο τὴν ἑαυτοῦ τελείωσιν· ἐγένετο ἐραστὴς τοῦ πνεύματος καὶ ἐδημιούργησε κόσμον πνευματικόν, ἐν ᾧ ἤθελε νὰ ζῇ· ἡ γνῶσις τοῦ καλοῦ, τοῦ ἀγαθοῦ, τοῦ ἀληθοῦς καὶ ἡ ἔμφυτος πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπη ἀνέπτυξεν ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ Ἕλληνος τὸν πόθον τῆς αὐτομεταδόσεως, καὶ ὁ Ἕλλην ἀπέβη διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· ὁ Ἕλλην ἐζήτησε νὰ ἀφομοιώση τοὺς πάντας πρὸς ἑαυτόν· ὁ Ἕλλην δὲν ἐγεννήθη κατακτητὴς τοῦ σώματος, ἀλλὰ τοῦ πνεύματος, δὲν ἐζήτησε δούλους ἀλλ᾿ ἐλευθέρους. Τοῦτο ἠγάπησε καὶ ἡ θεία αὕτη ἀγάπη ἐγένετο τὸ ἐλατήριον ὅλων τῶν ὁρμῶν του· αὕτη ἐμόρφωσε καὶ τὸν ἐθνικὸν αὐτοῦ χαρακτῆρα, ὅστις διέμεινεν ἀναλλοίωτος.

Τοιοῦτος ἐπλάσθη ὁ Ἕλλην καὶ τοιοῦτος διαμορφώθη ὁ ἠθικὸς αὐτοῦ χαρακτήρ. Ὁ τοιοῦτος χαρακτὴρ δὲν ἠδύνατο ἢ νὰ ἐνθουσιασθῆ ἐκ τῶν ἀρχῶν τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ χριστιανισμὸς ἣν ἀγάπη ἐπηγγέλλετο δὲ νὰ διδάξῃ τοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀλήθειαν ὑπὸ τὴν τελείαν καὶ πλήρη αὐτῆς μορφήν, ἐνισχύσῃ καὶ ἀνυψώσῃ τὴν φιλοσοφίαν εἰς τὴν ὑψίστην αὐτῆς περιωπήν, ἀποκαλύψῃ αὐτῇ τὰ μυστήρια τὰ κεκαλυμμένα μείναντα τῇ φιλοσοφίᾳ, παράσχῃ τὴν λύσιν τῶν αἰωνίων προβλημάτων, ἄρῃ τὴν ἀχλὺν τὴν περιβάλλουσαν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διανοίας τῶν ἀνθρώπων, ἐγείρῃ αὐτὸν καθεύδοντα, ἀπαλλάξῃ τῆς δεισιδαιμονίας, συνδέσῃ τὴν ἀνθρωπότητα διὰ τοῦ δεσμοῦ τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης, ἀγάγῃ πρὸς τὸν Θεόν, καὶ σώσῃ αὐτὸν τῆς καταδυναστείας τοῦ ἀντιπάλου, χαριζόμενος ἐν μὲν τῷ παρόντι βίῳ τὴν ἀληθῆ εὐδαιμονίαν, ἐν δὲ τῷ μέλλοντι τὴν αἰωνίαν μακαριότητα. Ὁ Ἕλλην ἀνευρῶν ἐν τῷ χριστιανισμῷ τὰς αὐτὰς ἀρχὰς καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ τελείου, τοῦ ἰδανικοῦ αὐτοῦ, καὶ τὸν μόνον διδάσκαλον τὸν δυνάμενον νὰ διδάξῃ αὐτὸν πᾶν ὅ,τι ἐπεθύμει νὰ γνωρίση, νὰ μάθη, καὶ ὅ,τι αὐτὸς ἐπόθει καὶ ἐπεζήτει, καὶ εὑρῶν αὐτὸν ἑρμηνευτὴν τῶν αἰσθημάτων αὐτοῦ, ἐνεκολπώθη αὐτὸν καὶ περιέθαλψεν. Ὁ χριστιανισμὸς ὡς πρῶτον δῶρον αὐτοῦ ἐδωρήσατο αὐτῷ νέαν ζωήν· ὁ δὲ Ἕλλην ὑπεστήριξεν αὐτὸν διὰ τῶν ἀγώνων καὶ τῶν αἱμάτων του.

Ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἐποδηγέτει τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος εἰς τὸν χριστιανισμόν· ὅτι δὲ ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία τοιοῦτος ὑπῆρξε ποδηγέτης μαρτυρεῖ καὶ o ἱερὸς πατὴρ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς λέγων: «ἦν μὲν οὖν πρὸ τῆς τοῦ Κυρίου παρουσίας εἰς δικαιοσύνην Ἕλλησιν ἀναγκαία· νυνὶ δὲ χρησίμη πρὸς θεοσέβειαν γίνεται, προπαιδεία τις οὖσα τοῖς τὴν πίστιν δι᾿ ἀποδείξεως καρπουμένοις· ὅτι ὁ πούς σου φησὶν (Παροιμ.) οὐ μὴ προσκόψῃ, ἐπὶ τὴν πρόνοιαν τὰ καλὰ ἀναφέροντος ἐὰν τὲ ἑλληνικὰ ἢ, ἐὰν τὲ ἡμέτερα· πάντων γὰρ αἴτιος τῶν καλῶν ὁ Θεός, ἀλλὰ τῶν μὲν κατὰ προηγούμενον, ὡς τῆς τὲ διαθήκης τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Νέας· τοῖς δὲ κατ᾿ ἐπακολούθημα, ὡς τῆς φιλοσοφίας· τάχα δὲ καὶ προηγουμένως τοῖς Ἕλλησιν ἐδόθη τότε πρὶν ἢ τὸν Κύριον καλέσαι καὶ τοὺς Ἕλληνας· ἐπαιδαγώγει γὰρ καὶ αὐτὸ τὸ Ἑλληνικόν, ὡς ὁ νόμος τοὺς Ἑβραίους εἰς Χριστόν.

Προπαρασκευάζει τοίνυν ἡ φιλοσοφία προοδοποιοῦσα τὸν ὑπὸ Χριστοῦ τελειούμενον... μία γὰρ ἡ τῆς ἀληθείας ὁδὸς ἀλλ᾿ εἰς αὐτὴν καθάπερ εἰς ἀέναον ποταμὸν ἐκρέουσι τὰ ῥεῖθρα ἄλλα ἄλλοθεν».

Καὶ αὖθις ὁ ἱερὸς πατὴρ λέγει περὶ τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας· «ἀλλ᾿ εἰ μὲν μὴ καταλαμβάνει ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία τὸ μέγεθος τῆς ἀληθείας, ἔτι δὲ ἐξασθενεῖ πράττειν τὰς κυριακὰς ἐντολάς, ἀλλ᾿ οὖν γὲ προκατασκευάζει τὴν ὁδὸν τῇ βασιλικωτάτῃ διδασκαλίᾳ, ἀμηγέπη σωφρονίζουσα, καὶ τὸ ἦθος προτυποῦσα καὶ προστύφουσα εἰς παραδοχὴν τῆς ἀληθείας».

Ὁ Κλήμης δέχεται ὅτι πᾶν ὅ,τι εἶπον ὑγιὲς οἱ φιλοσοφήσαντες, τοῦτο θείας οἰκονομίας ἦτο ἔργον. Ἰδοὺ τί λέγει·

»Εἰτ᾿ οὖν κατὰ περίπτωσιν φασὶν ἀποφθέγξασθαι τινὰ τῆς ἀληθοῦς φιλοσοφίας τοὺς Ἕλληνας, θείας οἰκονομίας ἡ περίπτωσις· οὐ γὰρ ταυτόματον ἐκθειάσει τις διὰ τὴν πρὸς ἡμᾶς φιλοτιμίαν, εἴτε κατὰ συντυχίαν, οὐκ ἀπρονόητος ἡ συντυχία· εἰτ᾿ αὖ φυσικὴν ἔννοιαν ἐσχηκέναι τοὺς Ἕλληνας λέγοι, τὸν τῆς φύσεως δημιουργὸν ἕνα γινώσκομεν, καθὸ καὶ τὴν δικαιοσύνην φυσικὴν εἰρήκαμεν κτλ.».

Ὁ Κλήμης ὁμιλῶν περὶ τοῦ ἔργου τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας δεικνύει τίνι τρόπῳ αὕτη ἐποδηγέτει πρὸς τὴν ἀλήθειαν καὶ ὅτι ἔργον αὐτῆς καὶ ὁ κατὰ τοῦ ψεύδους πόλεμος· «προσιοῦσα δὲ ἡ φιλοσοφία ἡ Ἑλληνική, οὐ δυνατωτέραν ποιεῖ τὴν ἀλήθειαν, ἀλλ᾿ ἀδύνατον παρέχουσα τὴν κατ᾿ αὐτῆς σοφιστικὴν ἐπιχείρησιν, καὶ διακρουομένη τὰς δολερὰς κατὰ τῆς ἀληθείας ἐπιβουλάς, φραγμὸς οἰκείως εἴρηται καὶ θριγκὸς εἶναι τοῦ ἀμπελῶνος «

Ὅτι πᾶσα σοφία καὶ δὴ καὶ ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἀπὸ Θεοῦ, μαρτυρεῖ καὶ ἡ Γραφὴ λέγουσα· «Ἀπέστειλεν ἡ σοφία τοὺς ἑαυτῆς δούλους συγκαλοῦσα μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος ἐπὶ κρατῆρα οἴνου λέγουσα· ὃς ἐστὶν ἄφρων ἐκκλινάτω πρός με...».

Ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία εἶναι δῶρο Θεοῦ καὶ ὅτι πᾶσα σοφία ἀπὸ Θεοῦ ἐστίν, τοῦτο καὶ ἐν Παροιμίαις λέγεται καὶ ἐν τῷ Ἐκκλησιαστῇ καὶ ἐν τῷ σοφῷ Σειράχ. Ἐν Παροιμίαις κεφ. β´ 3-10 φέρονται τὰ ἑξῆς· «ἐὰν γὰρ τὴν σοφίαν ἐπικαλέση καὶ τῇ συνέσει δῶς φωνήν σου, τὴν δὲ αἴσθησιν ζητήσῃς μεγάλῃ τῇ φωνῇ, καὶ ἂν ζητήσῃς αὐτὴν ὡς ἀργύριον, καὶ ὡς θησαυροὺς ἐξερευνήσης αὐτήν, τότε συνήσεις φόβον Κυρίου καὶ ἐπίγνωσιν Θεοῦ εὑρήσεις· ὅτι Κύριος δίδωσιν σοφίαν, καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ γνῶσις καὶ σύνεσις· καὶ θησαυρίζει τοῖς κατορθοῦσι σωτηρίαν, ὑπερασπιεῖ τὴν πορείαν αὐτῶν τοῦ φυλάξαι ὁδοὺς δικαιωμάτων, καὶ ὁδοὺς εὐλαβουμένων αὐτὸν διαφυλάξει».

Ὁ Κλήμης παραβάλλει τὴν σοφίαν πρὸς τὸν ὑετόν, τοὺς δὲ φιλοσοφοῦντας πρὸς τὰς ποικίλας βοτάνας τῆς γῆς, αἴτινες καίτοι ὑπὸ τῶν αὐτῶν ποτίζονται ναμάτων, ἑκάστη ὅμως πρὸς τὴν ἰδίαν φύσιν τὸν χυμὸν μεταβάλλει. Ἰδοὺ οἱ λόγοι αὐτοῦ: «Καταφαίνεται τοίνυν προπαιδεία ἡ Ἑλληνική, σὺν καὶ αὐτῇ φιλοσοφία θεόθεν ἤκειν εἰς ἀνθρώπους, οὐ κατὰ προηγούμενον, ἀλλ᾿ ὃν τρόπον οἱ ὑετοὶ καταῤῥήγνυνται εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ εἰς τὴν κοπρίαν, καὶ ἐπὶ τὰ δωμάτια, βλαστάνει δ᾿ ὁμοίως καὶ πόα, καὶ πυρός, φύεται τὲ καὶ ἐπὶ τῶν μνημάτων συκῆ, καὶ εἰ τί τῶν ἀναιδεστέρων δένδρων· καὶ τὰ φυόμενα ἐν τύπῳ προκύπτει τῶν ἀληθῶν».

Ἐντεῦθεν δῆλον ὅτι ὁ Κλήμης δὲν παραδέχεται φιλοσοφίαν εἰμὴ τὴν ὑγιαίνουσαν. Τοῦτο δηλοῦται καὶ ἐκ τῶν ἐφεξῆς.

«Οὐ μὴν ἁπλῶς πᾶσαν φιλοσοφίαν ἀποδεχόμεθα, λέγει» ἀλλ᾿ ἐκείνην περὶ ἣς καὶ ὁ παρὰ Πλάτωνι λέγει Σωκράτης. Εἰσὶ γὰρ δή, ὡς φασί, περὶ τὰς τελετάς, ναρθηκοφόροι μὲν πολλοὶ Βάκχοι δὲ παύροι· πολλοὺς μὲν τοὺς κλητούς, ὀλίγους δὲ τοὺς ἐκλεκτοὺς αἰνιττόμενος· ἐπιφέρει γοῦν σαφῶς. Οὗτοι δὲ εἰσὶ κατὰ τὴν ἐμὴν δόξαν, οὐκ ἄλλοι ἢ οἱ πεφιλοσοφηκότες ὀρθῶς· ὧν δὴ κἀγὼ, κατὰ γὲ τὸ δυνατόν, οὐδὲν ἀπέλιπον ἐν τῷ βίῳ, ἀλλὰ παντὶ τρόπῳ προυθυμήθην καὶ τί ἠνύσαμεν ἐκεῖσε ἐλθόντες, τὸ σαφὲς εἰσόμεθα, ἐὰν ὁ Θεὸς θέλῃ, ὀλίγον ὕστερον.

Ὁ Κλήμης διακρίνει τὴν ἀληθῆ φιλοσοφίαν τῆς σοφιστείας καὶ τὰ καλῶς παρ᾿ αὐτῆς εἰρημένα τῶν μὴ καλῶς εἰρημένων· τοῦτο δείκνυται καὶ ἐκ τῶν ἑξῆς. «Φιλοσοφίαν οὐ τὴν Στωικὴν λέγω, οὐδὲ τὴν Πλατωνικήν, ἢ τὴν Ἐπικούρειον τὲ καὶ Ἀριστοτελικήν· ἀλλ᾿ ὅσα εἴρηται παρ᾿ ἑκάστη τῶν αἱρέσεων τούτων καλῶς, δικαιοσύνην μετ᾿ εὐσεβοῦς ἐπιστήμης ἐκδιδάσκοντα, τοῦτο σύμπαν τὸ ἐκλεκτικὸν φιλοσοφίαν φημί· ὅσα δὲ ἀνθρωπίνων λογισμῶν ἀποτεμόμενοι παρεχάραξαν, ταῦτα οὐκ ἂν ποτὲ θεία εἴποιμ᾿ ἄν».

Ὁ Ἱερὸς Κλήμης τὴν φιλοσοφίαν ταύτην ὡς ὑγιῆ θεωρεῖ ἀνωτέραν παντὸς ψόγου· διὸ ἵνα προλάβῃ πάντα κατ᾿ αὐτῆς ψόγον ἐκ τῆς παρερμηνείας χωρίων τινῶν τῆς Ἱερᾶς Γραφῆς ἑρμηνεύει ταῦτα καὶ λέγει. «Ὅταν ἡ Γραφὴ λέγῃ περὶ τῶν Ἑλλήνων σοφῶν φίλαυτοι καὶ ἀλαζόνες», σοφοὺς λέγουσα ἡ Γραφή, οὐ τοὺς ὄντως σοφοὺς διαβάλλει, ἀλλὰ τοὺς δοκήσει σοφούς. Κατὰ τούτων φησίν, ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω».

Ὁ Κλήμης ἐπὶ τοσοῦτον προβαίνει ἐν τῇ θεωρίᾳ αὐτοῦ ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ πᾶσα σοφία καὶ ὅτι ἡ θεία σοφία ἐφώτιζε καὶ ἐποδηγέτει τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, ὥστε φρονεῖ, ὅτι τὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μετεφράσθησαν κατὰ θείαν πρόνοιαν Ἑλληνιστί, καὶ τὰ τῆς Καινῆς Διαθήκης ἐγράφησαν Ἑλληνιστί, ὅπως τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος τὸ διὰ τῆς φυσικῆς θεογνωσίας εἰς τὴν εὕρεσιν τῆς ἀληθείας προδηγετηθέν, γνωρίση καὶ τὴν δι᾿ ἀποκαλύψεως γνωσθεῖσαν τοῖς ἀνθρώποις ἀλήθειαν καὶ δι᾿ ἀμφοτέρων ὁδηγηθῆ πρὸς τὴν ὑψίστην ἀλήθειαν.

Ἰδοὺ ὁ Κλήμης τί λέγει περὶ τῆς ἑρμηνείας τῶν Ἱερῶν Γραφῶν ἐν τῇ Ἑλληνικῇ φωνῇ:

«Διὰ τοῦτο γὰρ Ἑλλήνων φωνῇ ἑρμηνεύθησαν αἱ Γραφαὶ ὡς μὴ πρόφασιν ἀγνοίας προβάλλεσθαι δυνηθῆναι ποτὲ αὐτούς, οἴους τὲ ὄντας ἐπακοῦσαι καὶ τῶν παρ᾿ ἡμῖν, ἣν μόνον ἐθελήσωσιν».

Ἐκ τούτων δηλοῦται ὅτι ὁ Κλήμης δέχεται θείαν πρόνοιαν προνοοῦσαν ὑπὲρ τῶν Ἑλλήνων ὅπως γνωρίσωσι τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ δι᾿ ἄγνοιαν τῆς Ἑβραϊκῆς γλώσσης ἁγνοήσωσι τὴν ἀποκαλυφθεῖσαν ἀλήθειαν καὶ πλανηθῶσι τῆς εὐθείας της ἀγούσης εἰς τὴν ἑαυτῶν ἀποστολήν. Πρὸς τὴν γνώμην ταύτην καὶ ἡμεῖς συντασσόμεθα· καὶ ἀληθῶς, δύναταί τις νὰ ἐρωτήση· διατὶ Ἑλληνιστὶ νὰ γραφῶσιν αἱ Γραφαὶ καὶ οὐχὶ Ῥωμαϊστί; ἢ ἐν ἄλλῃ τινὶ γλώσσῃ; Ἡ θεία πρόνοια ὑπὲρ αὐτοῦ πάντως ἔσχε λόγον τὴν ἐκλογὴν τοῦ Ἑλλην. ἔθνους ἀπὸ τῆς ἐμφανίσεώς του διὰ τὸν χριστιανισμόν. Πάντως τὸ Ἑλλην. ἔθνος εἶχε κληθῆ ἵνα ἐργασθῇ ὑπὲρ τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ διὰ τοῦτο ἡ ὑπὲρ αὐτοῦ πρόνοια πρὸς γνῶσιν τῆς ἀποκαλυφθείσης ἀληθείας διὰ τὲ τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς Ἀποκαλύψεως· ἤδη δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ἡ φιλοσοφία ἐποδηγέτει τὸ Ἑλληνικὸν εἰς Χριστὸν ὅπως ἀναδείξῃ αὐτὸ κατάλληλον ὄργανον πρὸς διάδοσιν τῶν θείων αὐτοῦ ἀρχῶν.

Καὶ τοιαύτη ἡ ἐμὴ πεποίθησις. Ἐπειδὴ ὅμως ἐνδεχόμενον νὰ ὑπάρχωσι τινὲς φρονοῦντες ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία εἶναι ἡ ἔκφρασις τῆς ἰσχύος τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας καὶ τὸ τέλος καὶ ὁ σκοπὸς τῶν ἐνεργειῶν τοῦ πνευματικοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου ἐν ᾧ ἡ πλήρωσις τῶν πνευματικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ πλήρωμα τῶν ἐγκαρδίων αὐτοῦ πόθων, τὸ φέρον τὴν εὐδαιμονίαν καὶ τὴν μακαριότητα, ἐπιχειροῦμεν διὰ βραχέων νὰ ὑποδείξωμεν τοὺς λόγους δι᾿ οὓς ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία δὲν ἠδύνατο νὰ ᾗ σκοπός, ἀλλὰ συναίτιον αἴτιον καὶ ποδηγέτης πρὸς τὸν σκοπόν.

Περὶ τοῦ ζητήματος τούτου ὁ Ἱερὸς Κλήμης ἰδοὺ τί λέγει:

«Ἡ φιλοσοφία ζήτησις οὖσα τῆς ἀληθείας πρὸς κατάληψιν τῆς ἀληθείας, συλλαμβάνεται οὐκ αἰτία οὖσα καταλήψεως, ἀλλὰ σὺν τοῖς ἄλλοις (αἰτίοις) αἰτία καὶ συνεργός, τάχα δὲ καὶ συναίτιον αἴτιον· ὡς δὲ ἑνὸς ὄντος τοῦ εὐδαιμονεῖν αἰτίαι τυγχάνουσιν αἱ ἀρεταί, πλείονες ὑπάρχουσαι... οὕτω μιᾶς οὔσης τῆς ἀληθείας πολλὰ τὰ συλλαμβανόμενα πρὸς ζήτησιν αὐτῆς».

Ἀληθῶς ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἦτο συναίτιον αἴτιον καὶ συνεργὸς καὶ αἰτία καταλήξεως τῆς ἀληθείας, οὐχὶ δὲ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, ἥτις ἠδύνατο νὰ θεωρηθῇ τὸ τέρμα τῶν ἐνεργειῶν τῆς ἀνθρωπότητος καὶ τὸ τέλος καὶ ὁ σκοπὸς τῆς δράσεως αὐτῆς. Ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ ἀνθρώπου ἐναπελείπετο πάντοτε τι κενόν, ὅπερ ἡ φιλοσοφία ἠδυνάτει νὰ πληρώση· ἡ φιλοσοφία οὐ μόνον δὲν ἐγίνετο πληρωτικὴ τοῦ κενοῦ της καρδίας, ἀλλὰ μᾶλλον ἐμεγέθυνε αὐτὸ ἀνευρίσκουσα μὲν τὸν Θεὸν ἐν τοῖς δημιουργήμασι καὶ ἀναπτύσσουσα ἐν τῇ καρδίᾳ τὸν πρὸς αὐτὸν ἔρωτα, ἀδυνατοῦσα ὅμως νὰ προσπελάση αὐτῷ καὶ ἐγκολπωθῆ αὐτόν· ἡ φιλοσοφία, λέγει ὁ Κλήμης, ἔβλεπε τὴν εἰκόνα τῆς ἀληθείας ὡς ἐν ἐσόπτρῳ ὡς φαντασία καθορᾶται ἐν τοῖς ὕδασιν, καὶ διὰ διαφανῶν καὶ διαυγῶν σωμάτων· ἡ ἀνθρωπότης ὅμως ἤθελε νὰ ἴδῃ καθαρῶς, ἐπεζήτει τὴν μετὰ τοῦ θείου ἕνωσιν· ἡ δὲ φιλοσοφία ἠννόει μὲν τὸν Θεὸν ἐκ τῶν θείων αὐτοῦ ἰδιοτήτων, συνησθάνετο τὸ ἄπειρον αὐτοῦ μεγαλεῖον, ἀλλ᾿ ἔβλεπεν αὐτὸν ὡς ἐν εἰκόνι, ἠδυνάτει δὲ νὰ ἑνώση τὸν ἄνθρωπόν μετὰ τοῦ θείου. Ἡ διὰ τῆς φιλοσοφίας νόησις τῶν θείων ἰδιοτήτων ἐδίδαξεν τὸν ἄνθρωπον τὰς ἠθικὰς ἀρετὰς ὅπως δι᾿ αὐτῶν ἀφομοιωθῆ πρὸς τὸ θεῖον· ἀλλ᾿ ἡ διδασκαλία μόνη ἠδυνάτει νὰ ἀνυψώση τὸν ἄνθρωπον μέχρι τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ πρὸς ὃν ἐπεθύμει νὰ φθάση ἵνα ἴδῃ αὐτὸν πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἠδυνάτει, διότι ἠδυνάτει νὰ ἄρη τὸ μεσότειχον τὸ ἀνεγερθὲν ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων· ἠδυνάτει, διότι ἠδυνάτει νὰ διαπλάση τὸν ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας διαφθαρέντα ἄνθρωπον στερουμένη θείας διαπλαστικῆς δυνάμεως· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο θείου κύρους· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο πίστεως πληροφορούσης μυστικῶς τὴν καρδίαν πρὸς ἀποδοχὴν τῆς διδασκαλίας ἄνευ ἐπιφυλάξεως· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο ἐλπίδος ἀϊδίου, ἀμειώτου, καθαρᾶς παντὸς φόβου, πάσης μεταμελείας, ἐλπίδος ἐχούσης ἐν ἑαυτῇ τὸ πλήρωμα τῆς εὐδαιμονίας· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο δυνάμεως πρὸς ἀνακούφισιν τῶν καρδιῶν τῆς πασχούσης ἀνθρωπότητος· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο τῆς ἰσχύος τῆς Χριστιανικῆς ἀγάπης τῆς ἀμειβομένης ὑπὸ τῆς θείας ἀγάπης τῆς δαψιλευούσης τὴν εὐδαιμονίαν καὶ μακαριότητα· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο πίστεως πληροφορούσης τὴν καρδίαν τῶν ὀπαδῶν αὐτῆς περὶ τῆς ἀπολύτου ἀληθείας τῶν ἑαυτῆς ἀρχῶν· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο θείας δυνάμεως ἐλκούσης τὴν ἀνθρωπότητα εἰς ἑαυτήν· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο δυνάμεως πειθούσης ἔν τε τοῖς λόγοις καὶ τοῖς ἔργοις· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο τῆς μεγαλουργοῦ δυνάμεως τῆς ἐκθαμβούσης καὶ καταπληττούσης· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο τῶν ἐκ τῶν ἄνωθεν μαρτυρίων πρὸς πίστωσιν τῆς ἀληθείας τῶν ἑαυτῆς λόγων· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο θείων χαρισμάτων δαψιλευομένων τοῖς ὀπαδοῖς ὑπὸ τοῦ οὐρανοῦ· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο τῶν καρπῶν τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος· ἠδυνάτει, διότι ἐστερεῖτο ἁγιασμοῦ καὶ τῆς μεταδοτικῆς τούτου δυνάμεως· ἠδυνάτει τέλος, διότι ἐστερεῖτο θείας ἀποκαλύψεως καὶ θρησκευτικοῦ κύρους ἐπαναπαύοντος τὰς καρδίας τῶν ὀπαδῶν αὐτῆς. Τούτων δὲ ἁπάντων ἐδέετο ἡ ἀνθρωπότης ὅπως πεισθῆ, ὅπως βαδίση τὴν εὐθεῖαν ὁδόν, ἀποστῇ τῆς πλάνης, ἀναπλασθῆ, καὶ τύχῃ τῆς μακαριότητος· ἡ ἔνδεια αὕτη τῆς φιλοσοφίας καθίστα αὐτὴν ἀνίσχυρον ἵνα ἀποβῇ ὁ σκοπὸς καὶ τὸ τέλος τοῦ πνευματικοῦ του ἀνθρώπου βίου· ἐντεῦθεν ἡ πεποίθησις ἡμῶν ὅτι ἡ φιλοσοφία ἐγένετο παιδαγωγὸς εἰς τὸν Χριστιανισμὸν ἐν ᾧ εὑρίσκετο τὸ πλήρωμα τῶν ἐλλείψεων τῆς φιλοσοφίας, καὶ ἡ τελεία ἱκανοποίησις τῶν πόθων τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ οὐχὶ σκοπὸς καὶ τελικὸν ὅριον.

Ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία δὲν ἠδύνατο νὰ εἶναι ὁ σκοπὸς καὶ τελικὸν ὅριον τοῦ πνευματικοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ πλήρωμα τῶν πόθων τῆς καρδίας αὐτοῦ δείκνυται καὶ ἐκ τῆς ἀδυναμίας ὅπως λύση καὶ τὰ ἑξῆς τρία σπουδαιότατα ζητήματα τὰ ἀπασχολήσαντα ἀπ᾿ αἰώνων τὸ πνεῦμα τῆς ἀνθρωπότητος, καὶ πείση αὐτὴν ἀδιστάκτως περὶ τῆς ἀληθείας τῶν ἑαυτῆς λόγων. Ἡ ἀνθρωπότης ἐπεθύμει νὰ γνωρίση καὶ πιστεύση τὸν ἀληθῆ Θεόν, διότι ἠσθάνετο τὴν ἀνάγκην νὰ προσπελάση αὐτῷ· ἐπεθύμει νὰ γνωρίση καὶ πεισθῆ περὶ τῆς ἀξίας ἑαυτοῦ καὶ τῆς σχέσεως αὐτοῦ πρὸς τὸ θεῖον· καὶ τρίτον ἐπεθύμει νὰ γνωρίση τὰ περὶ τῆς αἰωνιότητός του. Ἡ φιλοσοφία ἠδύνατο νὰ ἀγάγῃ τοὺς φιλοσοφοῦντας πρὸς τὴν ἀλήθειαν ὡς καὶ νὰ φανερώση αὐτοῖς τὴν εἰκόνα τῆς ἀληθείας ὡς ἐν ἐσόπτρῳ καὶ διὰ σωμάτων διαυγῶν καὶ διαφανῶν, ἀλλ᾿ ἠδυνάτει διδάσκουσα περὶ αὐτῶν νὰ πείση, καὶ ἄρη τὸ βάρος τὸ ἐπιβαρῦνον τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων· πρὸς τὰ ζητήματα ταῦτα συνεδέετο ἅπας ὁ ἠθικὸς καὶ πνευματικὸς βίος τοῦ ἀνθρώπου, πᾶσα ἡ ἐν τῷ βίῳ αὐτοῦ δρᾶσις. Ὁ ἄνθρωπος ἐπεθύμει νὰ πληροφορηθῇ καὶ βεβαιωθῇ ὅπως κανονίσῃ τὸν ἠθικὸν αὐτοῦ βίον· διότι οὐδεὶς ἐπὶ ἀβεβαίων καὶ σαλευομένων ἀρχῶν, ἀρχῶν μάλιστα στερουμένων θείου κύρους οἰκοδομεῖ στεῤῥῶς τὸν ἑαυτοῦ ἠθικὸν βίον· ἡ φιλοσοφία ἐδίδαξεν ὑγιεῖς θεωρίας, ἀλλ᾿ οὐδεὶς ἐπείσθη νὰ κανονίσῃ τὸν ἑαυτοῦ βίον πρὸς τὰς καλὰς θεωρίας διὰ τὴν ἔλλειψιν θείου κύρους καὶ ἐνδομύχου πληροφορίας· o ἄνθρωπος ἐπεζήτει πληροφορίας ἐζήτει τὴν ἀπόδειξιν τῆς ἀληθείας τῆς διδασκαλίας τῆς φιλοσοφίας· ἡ δὲ ἀπόδειξις ἔλειπεν. Ἡ ἀπαίτησις αὕτη, ἀπαίτησις τοῦ πνεύματος καὶ τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου, οὖσα τὸ προοίμιον τῆς συγκαταθέσεως τῆς καρδίας καὶ τοῦ νοῦ πρὸς ἄσκησιν ἠθικοῦ βίου, οὐχὶ δὲ καὶ τὸ μέσον πρὸς κατόρθωσιν, διότι ἀπητοῦντο πάντα, ὅσα ἀνωτέρω ἐδείξαμεν, ὑπῆρξεν ὁ σκόπελος πρὸς ὃν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἅμα ἀναγομένη πλησίστιος καὶ ἐναυάγει προσαράσσουσα ἡ φιλοσοφία. Ἡ ὑπὸ τῆς ἱστορίας μαρτυρουμένη ἀδυναμία καὶ ἀνικανότης πρὸς ἠθικοποίησιν τῆς ἀνθρωπότητος καὶ πρὸς ἱκανοποίησιν τῶν ἀκορέστων πόθων τῆς καρδίας καὶ τῶν ἀπαιτήσεων τοῦ νοῦ, δεικνύει τὸ ἀνεπαρκές της φιλοσοφίας πρὸς τὸ μέγα ἔργον τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς διαπλάσεως τῆς ἀνθρωπότητος. Ἡ ἀνθρωπότης ἐζήτει θείαν ἀποκάλυψιν ὅπως μάθη τὴν ἀλήθειαν καὶ βεβαιωθῆ καὶ πεισθῆ· ἡ ἀνθρωπότης ἐδεῖτο θείου διαπλάστου· ἡ δὲ φιλοσοφία ἐστερεῖτο τούτων. Ἡ ἀνθρωπότης εὖρεν ταῦτα ἐν τῷ χριστιανισμῷ πρὸς ὃν ἐποδηγέτει ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία· αὕτη ἡ ἐμὴ περὶ τοῦ ζητήματος τούτου ταπεινὴ γνώμη.

Ἐν Ἀθήναις τῇ 17 Ἰουνίου 1896.

Ὁ Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

4
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ,
ΟΠΩΣ ΑΝ ΕΞ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΩΦΕΛΟΙΝΤΟ ΛΟΓΩΝ

Βασιλείου τοῦ Μεγάλου


Aπόσπασμα με νεοελληνική απόδοση.
Ολόκληρο μπορείτε να το βρείτε εδώ.



Καὶ ἐπειδήπερ δι᾿ ἀρετῆς ἐπὶ τὸν βίον ἡμῖν καταθεῖναι δεῖ τὸν ἕτερον, εἰς ταύτην δὲ πολλὰ μὲν ποιηταῖς, πολλὰ δὲ συγγραφεῦσι, πολλῷ δὲ ἔτι πλείῳ φιλοσόφοις ἀνδράσιν ὕμνηται, τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων μάλιστα προσεκτέον. Οὐ μικρὸν γὰρ τὸ ὄφελος, οἰκειότητά τινα καὶ συνήθειαν ταῖς τῶν νέων ψυχαῖς τῆς ἀρετῆς ἐγγενέσθαι· ἐπείπερ ἀμετάστατα πέφυκεν εἶναι τὰ τῶν τοιούτων μαθήματα, δι᾿ ἁπαλότητα τῶν ψυχῶν εἰς βάθος ἐνσημαινόμενα. Ἢ τί ποτε ἄλλο διανοηθέντα τὸν Ἡσίοδον ὑπολάβωμεν ταυτὶ ποιῆσαι τὰ ἔπη ἃ πάντες ἄδουσιν, ἢ οὐχὶ προτρέποντα τοὺς νέους ἐπ᾿ ἀρετήν; Ὅτι τραχεῖα μὲν πρῶτον καὶ δύσβατος καὶ ἱδρῶτος συχνοῦ καὶ πόνου πλήρης ἡ πρὸς ἀρετὴν φέρουσα καὶ ἀνάντης ὁδός. Διόπερ οὐ παντὸς οὔτε προσβῆναι αὐτῇ διὰ τὸ ὄρθιον, οὔτε προσβάντα ῥαδίως ἐπὶ τὸ ἄκρον ἐλθεῖν. Ἄνω δὲ γενομένῳ ὁρᾶν ὑπάρχει ὡς μὲν λεία τε καὶ καλή, ὡς δὲ ῥᾳδία τε καὶ εὔπορος, καὶ τῆς ἑτέρας ἡδίων τῆς ἐπὶ τὴν κακίαν ἀγούσης, ἣν ἀθρόον εἶναι λαβεῖν ἐκ τοῦ σύνεγγυς ὁ αὐτὸς οὗτος ποιητὴς ἔφησεν. Ἐμοὶ μὲν γὰρ δοκεῖ οὐδὲν ἕτερον ἢ προτρέπων ἡμᾶς ἐπ᾿ ἀρετήν, καὶ προκαλούμενος ἅπαντας ἀγαθοὺς εἶναι, ταῦτα διελθεῖν καὶ ὥστε μὴ καταμαλακισθέντας πρὸς τοὺς πόνους προαποστῆναι τοῦ τέλους. Καὶ μέντοι, καὶ εἴ τις ἕτερος ἐοικότα τούτοις τὴν ἀρετὴν ὕμνησεν, ὡς εἰς ταὐτὸν ἡμῖν φέροντας τοὺς λόγους ἀποδεχώμεθα.

Ὡς δ᾿ ἐγώ τινος ἤκουσα δεινοῦ καταμαθεῖν ἀνδρὸς ποιητοῦ διάνοιαν, πᾶσα μὲν ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἐστιν ἔπαινος, καὶ πάντα αὐτῷ πρὸς τοῦτο φέρει, ὅ τι μὴ πάρεργον· οὐχ ἥκιστα δὲ ἐν οἷς τὸν στρατηγὸν τῶν Κεφαλλήνων πεποίηκε, γυμνὸν ἐκ τοῦ ναυαγίου περισωθέντα, πρῶτον μὲν αἰδέσαι τὴν βασιλίδα φανέντα μόνον, τοσούτου δεῖν αἰσχύνην ὀφλῆσαι γυμνὸν ὀφθέντα, ἐπειδήπερ αὐτὸν ἀρετῇ ἀντὶ ἱματίων κεκοσμημένον ἐποίησε· ἔπειτα μέντοι καὶ τοῖς λοιποῖς Φαίαξι τοσούτου ἄξιον νομισθῆναι ὥστε ἀφέντας τὴν τρυφὴν ἧ συνέζων, ἐκεῖνον ἀποβλέπειν καὶ ζηλοῦν ἅπαντας, καὶ μηδένα Φαιάκων ἐν τῷ τότε εἶναι ἄλλο τι ἂν εὔξασθαι μᾶλλον ἢ Ὀδυσσέα γενέσθαι, καὶ ταῦτα ἐκ ναυαγίου περισωθέντα. Ἐν τούτοις γὰρ ἔλεγεν ὁ τοῦ ποιητοῦ τῆς διανοίας ἐξηγητὴς μονονουχὶ βοῶντα λέγειν τὸν Ὅμηρον ὅτι· Ἀρετῆς ὑμῖν ἐπιμελητέον, ὦ ἄνθρωποι, ἣ καὶ ναυαγήσαντι συνεκνήχεται καὶ ἐπὶ τῆς χέρσου γενόμενον γυμνὸν τιμιώτερον ἀποδείξει τῶν εὐδαιμόνων Φαιάκων. Καὶ γὰρ οὕτως ἔχει. Τὰ μὲν ἄλλα τῶν κτημάτων οὐ μᾶλλον τῶν ἐχόντων ἢ καὶ οὑτινοσοῦν τῶν ἐπιτυχόντων ἐστίν, ὥσπερ ἐν παιδιᾶ κύβων τῆδε κἀκεῖσε μεταβαλλόμενα· μόνη δὲ κτημάτων ἡ ἀρετὴ ἀναφαίρετον, καὶ ζῶντι καὶ τελευτήσαντι παραμένουσα. Ὅθεν δὴ καὶ Σόλων μοι δοκεῖ πρὸς τοὺς εὐπόρους εἰπεῖν τό·
Ἀλλ᾿ ἡμεῖς αὐτοῖς οὐ διαμειψόμεθα τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον·
ἐπεὶ τὸ μὲν ἔμπεδον αἰεί,
χρήματα δ᾿ ἀνθρώπων ἄλλοτε ἄλλος ἔχει.

Παραπλήσια δὲ τούτοις καὶ τὰ Θεόγνιδος, ἐν οἷς φησι τὸν θεόν, ὅντινα δὴ καί φησι, τοῖς ἀνθρώποις τὸ τάλαντον ἐπιρρέπειν ἄλλοτε ἄλλως,
«ἄλλοτε μὲν πλουτεῖν, ἄλλοτε δὲ μηδὲν ἔχειν.»

Καὶ μὴν καὶ ὁ Κεῖός που σοφιστὴς τῶν ἑαυτοῦ συγγραμμάτων ἀδελφὰ τούτοις εἰς ἀρετὴν καὶ κακίαν ἐφιλοσόφησεν· ᾧ δὴ καὶ αὐτῷ τὴν διάνοιαν προσεκτέον· οὐ γὰρ ἀπόβλητος ὁ ἀνήρ. Ἔχει δὲ οὕτω πως ὁ λόγος αὐτῷ, ὅσα ἐγὼ τοῦ ἀνδρὸς τῆς διανοίας μέμνημαι, ἐπεὶ τά γε ῥήματα οὐκ ἐπίσταμαι, πλήν γε δὴ ὅτι ἁπλῶς οὕτως εἴρηκεν ἄνευ μέτρου· ὅτι νέῳ ὄντι τῷ Ἡρακλεῖ κομιδῇ, καὶ σχεδὸν ταύτην ἄγοντι τὴν ἡλικίαν, ἣν καὶ ὑμεῖς νῦν, βουλευομένῳ ποτέραν τράπηται τῶν ὁδῶν, τὴν διὰ τῶν πόνων ἄγουσαν πρὸς ἀρετήν, ἢ τὴν ῥάστην, προσελθεῖν δύο γυναῖκας, ταύτας δὲ εἶναι Ἀρετὴν καὶ Κακίαν. Εὐθὺς μὲν οὖν καὶ σιωπώσας ἐμφαίνειν ἀπὸ τοῦ σχήματος τὸ διάφορον. Εἶναι γὰρ τὴν μὲν ὑπὸ κομμωτικῆς διεσκευαςμένην εἰς κάλλος, καὶ ὑπὸ τρυφῆς διαρρεῖν, καὶ πάντα ἑσμὸν ἡδονῆς ἐξηρτημένην ἄγειν· ταῦτά τε οὖν δεικνύναι, καὶ ἔτι πλείω τούτων ὑπισχνουμένην, ἕλκειν ἐπιχειρεῖν τὸν Ἡρακλέα πρὸς ἑαυτήν· τὴν δ᾿ ἑτέραν κατεσκληκέναι, καὶ αὐχμεῖν, καὶ σύντονον βλέπειν, καὶ λέγειν τοιαῦτα ἕτερα· ὑπισχνεῖσθαι γὰρ οὐδὲν ἀνειμένον, οὐδὲ ἡδύ, ἀλλ᾿ ἱδρῶτας μυρίους καὶ πόνους καὶ κινδύνους, διὰ πάσης ἠπείρου τε καὶ θαλάσσης, ἆθλον δὲ τούτων εἶναι θεὸν γενέσθαι, ὡς ὁ ἐκείνου λόγος· ἧπερ δὴ καὶ τελευτῶντα τὸν Ἡρακλέα συνέπεσθαι.
Καὶ σχεδὸν ἅπαντες ὧν δὴ καὶ λόγος τίς ἐστιν ἐπὶ σοφία, ἢ μικρὸν ἢ μεῖζον εἰς δύναμιν ἕκαστος ἐν τοῖς ἑαυτῶν συγγράμμασιν ἀρετῆς ἔπαινον διεξῆλθον· οἷς πειςτέον καὶ πειρατέον ἐπὶ τοῦ βίου δεικνύναι τοὺς λόγους. Ὡς ὅ γε τὴν ἄχρι ῥημάτων παρὰ τοῖς ἄλλοις φιλοσοφίαν ἔργω βεβαιῶν
οἶος πέπνυται· τοὶ δὲ σκιαὶ ἀίσσουσι.


Νεοελληνική απόδοση.


Στὴν ἄλλη ζωή, θὰ φθάσουμε μὲ τὴν ἀρετή. Τὴν ἀρετή, ποὺ ἐξύμνησαν κι οἱ ποιητὲς κι οἱ πεζογράφοι, ἄλλα πιὸ πολὺ οἱ φιλόσοφοι. Ἔτσι, μεγαλύτερη προσοχὴ πρέπει νὰ δώσουμε στὰ συγγράμματα αὐτῶν τῶν τελευταίων. Δὲν εἶναι μικρὸ τὸ κέρδος, ὅταν οἱ ψυχὲς τῶν νέων συνηθίσουν καὶ κάνουν δική τους τὴν ἀρετή. Ὅσα ὁ ἄνθρωπος ἀφομοιώνει στὴν τρυφερὴ ἡλικία του, μένουν ἀσάλευτα. Γιατὶ ἡ ψυχὴ εἶναι ἀκόμα ἁπλὴ τότε καὶ ὅ, τι δέχεται, ἐντυπώνεται πολὺ βαθιὰ μέσα της. Τί ἄλλο τάχα σκέφθηκε ὁ Ἡσίοδος ἀπὸ τὸ νὰ προτρέψει τοὺς νέους στὴν ἀρετή, ὅταν φιλοτεχνοῦσε τοὺς στίχους του, ποὺ ὅλοι τους τραγουδοῦν; Σκέφθηκε ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἀρετῆς εἶναι στὴν ἀρχὴ κακοτράχαλος καὶ δυσκολοδιάβατος κι ἀνηφορικός. Ὅτι τὸν κάνει κανεὶς μὲ πολὺ ἱδρώτα καὶ πολὺ κόπο. Ὅτι, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο, δὲν μπορεῖ ὁ καθένας νὰ βάλει τὸ πόδι του σ᾿ αὐτὸν τὸν δρόμο, μὲ τὴν ἀποτομιὰ ποὺ δείχνει, κι οὔτε, ἂν τὸν περπατήσει, θὰ φθάσει εὔκολα στὴν κορφή. Ὅτι σὰν φθάσει ὅμως ἐκεῖ πάνω, βλέπει πῶς στὴν πραγματικότητα ἦταν ἕνας δρόμος ἴσιος, ὄμορφος, εὔκολος, καλοδιάβατος καὶ πιὸ εὐχάριστος ἀπὸ τὸν ἄλλο, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κακία καὶ ποὺ ὁ ἴδιος ποιητὴς εἶπε ὅτι μονομιᾶς μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν διαβεῖ, γιατί βρίσκεται κοντά μας. Ἐγὼ τὸ πιστεύω: Ὁ Ἡσίοδος ἱστόρησε ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ μᾶς παροτρύνει στὴν ἀρετή, νὰ σπρώξει τὸν καθένα στὸ καλό, νὰ μᾶς κάνει νὰ μὴ τὸ βάλουμε κάτω μπροστὰ στοὺς κόπους καὶ νὰ μὴ σταματήσουμε πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ δρόμου. Κι ὅποιος ἄλλος μὲ τέτοιο τρόπο τραγούδησε τὴν ἀρετή, ἂς γίνει ὁ λόγος του καλόδεχτος ἀπὸ μᾶς, μιὰ κι ὁδηγεῖ στὸν ἴδιο σκοπό.

Ἄκουσα κάποτε νὰ μιλᾶ σχετικὰ μ᾿ αὐτὸ τὸ θέμα ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε τὴ δύναμη νὰ ἐμβαθύνει στὸ νόημα τῶν ποιητῶν. Ἔλεγε, λοιπόν, ὅτι ὅλη ἡ ποίηση τοῦ Ὁμήρου δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ἕνας ὕμνος τῆς ἀρετῆς. Ὅλα, στὸν Ὅμηρο, ἐκτὸς ἀπὸ ὅ, τι εἶναι περιθωριακό, ἀποβλέπουν σ᾿ αὐτό. Ἔτσι, λόγου χάρη, συμβαίνει μὲ ὅσα γράφει γιὰ τὸν Ὀδυσσέα, ποὺ σώθηκε γυμνὸς ἀπὸ τὸ ναυάγιο καί, στὴν ἀρχή, μὲ μόνη τὴν ἐμφάνισή του, προκάλεσε τὸν σεβασμὸ τῆς βασιλοκόρης Ναυσικᾶς. Ἡ γύμνια του δὲν ἦταν ντροπή, γιατί ἀντὶ γιὰ ροῦχα ἦταν ντυμένος μὲ τὴν ἀρετή. Κι ὕστερα προκάλεσε ἀγαθὴ ἐντύπωση καὶ στοὺς ἄλλους Φαίακες, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ παρατήσουν τὴν τρυφηλὴ ζωή τους καὶ νὰ προσπαθοῦν, θαυμάζοντάς τον, νὰ τὸν μιμηθοῦν. Καὶ στὸ στόμα κάθε Φαίακος, τότε, ἄλλη εὐχὴ δὲν ὑπῆρχε παρὰ νὰ γίνει δεύτερος Ὀδυσσεας, ἔστω καὶ θαλασσοδαρμένος. Γιατί -ἔλεγε ὁ ἑρμηνευτὴς ἐκεῖνος τοῦ ποιητικοῦ νοήματος- μὲ αὐτὰ ὁ Ὅμηρος διδάσκει ξάστερα τὰ ἑξῆς: Ἄνθρωποι γυμνασθῆτε στὴν ἀρετή, ποὺ κολυμπᾶ μαζί σας στὸ ναυάγιο, κι ὅταν πατήσετε στὴ στεριὰ γυμνοί, θὰ σᾶς παραστήσει πιὸ τιμημένους ἀπὸ τοὺς ἀμέριμνους Φαίακες. Καί, πραγματικά, αὐτὸ εἶναι. Ὅλα τὰ ἄλλα, ποὺ τυχὸν ἔχουμε, ἀνήκουν ἐξ ἴσου στοὺς ἰδιοκτῆτες τους καὶ σὲ ὁποιονδήποτε ἄλλον ἄνθρωπο. Πέφτουν πότε ἐδῶ καὶ πότε ἐκεῖ, ὅπως τὰ ζάρια. Ἡ μόνη ἀναφαίρετη ἰδιοκτησία εἶναι ἡ ἀρετή. Τὴν ἔχει δική του ὁ καθένας κι ὅσο ζῆ κι ὅταν φύγει ἀπ᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Σόλων, θαρρῶ, εἶπε στοὺς πλουσίους τό:
Δὲν θ᾿ ἀνταλλάξουμε μαζί τους τὸν πλοῦτο
μὲ τὴν ἀρετή. Πάντα ἐκείνη μένει,
ἐνῷ τὸ χρῆμα συχνὰ ἀπ᾿ τὸν ἕνα στὸν ἄλλο περνᾶ.


Παρόμοια εἶναι κι ὅσα λέγει ὁ Θέογνις. Ὁ κάθε θεὸς γέρνει πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τὸν ζυγὸ μὲ διαφορετικὸ πάντα τρόπο, ὥστε:
ἄλλοτε νὰ πλουτοῦν κι ἄλλοτε νὰ μὴν ἔχουν τίποτε.

Ἀλλὰ κι ὁ σοφιστὴς Πρόδικος, ὁ Κεῖος, ἐκφράζεται παρόμοια κάπου στὰ συγγράμματά του, φιλοσοφώντας γύρω ἀπὸ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κακία. Ἂς δώσουμε, λοιπόν, καὶ σ᾿ αὐτὸν προσοχή, γιατί εἶναι ἀξιόλογος ἄνθρωπος. Διηγεῖται τὰ ἑξῆς, ἀπὸ ὅσο θυμᾶμαι, γιατί δὲν ἔχω ἀποστηθισμένο τὸν λόγο του, ποὺ εἶναι πεζὸς κι ὄχι σὲ στίχους. Ὅταν ὁ Ἡρακλῆς ἦταν ἀκόμα πολὺ νέος, σχεδὸν τῆς ἡλικίας σας, σκεφτόταν ποιὸν δρόμο νὰ πάρει, τὸν κοπιαστικὸ τῆς ἀρετῆς ἢ τὸν πολὺ εὔκολο. Τὸν σίμωσαν, λοιπόν, δυὸ γυναῖκες, ἡ Ἀρετὴ κι ἡ Κακία. Ἡ διαφορά τους φάνηκε εὐθύς, μὲ τὴν ἐξωτερική τους ἐμφάνιση, πρὶν ἀκόμα ἀρθρώσουν λέξη. Ἢ μιὰ ἦταν στολισμένη φανταχτερὰ ἀπὸ τὴν κομμωτικὴ τέχνη, σὰν καλλονή, ἀλλὰ μὲ πλαδαρὲς σάρκες ἓξ αἰτίας τῆς τρυφηλῆς ζωῆς, κι ἀπὸ πίσω της ἔρχονταν ὅλα τὰ πάθη τῆς ἡδονῆς. Τὰ ἔδειχνε ὅλα αὐτὰ καὶ τὰ συνόδευε μὲ πολλὲς ὑποσχέσεις, προσπαθώντας νὰ τραβήξει πρὸς τὸ μέρος τῆς τὸν Ἡρακλῆ. Ἢ ἄλλη ἦταν ἰσχνή, ἀτημέλητη, μὲ σοβαρὸ βλέμμα κι ἔλεγε πράγματα ἐντελῶς διαφορετικά. Δὲν ὑποσχόταν τίποτε τὸ ἀναπαυτικὸ καὶ τὸ εὐχάριστο. Ὑποσχόταν μονάχα χίλιους δυὸ κόπους κι ἱδρώτα καὶ κινδύνους παντοῦ, σὲ στεριὲς καὶ θάλασσες. Καὶ τὸ βραβεῖο, γιὰ ὅλα αὐτά, θὰ ἦταν νὰ γίνει ὁ Ἡρακλῆς θεὸς - ἔλεγε ὁ Πρόδικος. Κι ὅπως ξέρετε, ὁ Ἡρακλῆς, στὸ τέλος αὐτὴν ἀκολούθησε.

Ὅλοι, λοιπόν, σχεδὸν οἱ ἀξιόλογοι γιὰ τὴ σοφία τους ἄνθρωποι, ἄλλος λιγότερο κι ἄλλος περισσότερο, κι ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του, ἔχουν ἐξυμνήσει, στὰ ὅσα ἔγραψαν, τὴν ἀρετή. Αὐτοὺς πρέπει νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ πασχίζουμε νὰ ἐφαρμόσουμε στὴ ζωή μας τὰ λόγια τους. Γιατί ὅποιος στηρίζει μὲ πράξεις τὴ φιλοσοφία, ποὺ ἄλλοι τὴν περιορίζουν στὰ λόγια
αὐτὸς μονάχα ἔχει νοῦ,
σὰν σκιὲς οἱ ἄλλοι γυροφέρνουν.
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

5
+1 Μπράβο πολύ καλές τοποθετήσεις, θα διαπιστωθεί αργά ή γρήγορα ότι ανάμεσα στους Πατέρες τις εκκλησίας υπήρχαν κορυφαία αναστήματα που τιμούν με το λόγο τους την Ελληνική φιλοσοφία.

Δυστυχώς υπάρχει και το αντίθετο , δηλαδή φίλο-Φαρισαϊκοί εγκάθετοι που δημιουργούν λανθασμένη ἀντίληψη και μιλούν ἀδιάκριτα καὶ γενικευμένα κατά των Ελλήνων Φιλοσόφων και μάλιστα παρουσιάζονται και ως άτομα εντός της εκκλησίας.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία

6
Η ΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ


Ἁγίου Νεκταρίου






Ἴσως ποτὲ ἄλλοτε ὅπως σήμερα δὲν παίρνουν τόσο δραματικὴ ἐ-πικαιρότητα τὰ λόγια του ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τὴν κλήση καὶ ἀ-ποστολὴ τοῦ Ἕλληνα. Ἐπικαιρότητα, γιατί ἐδῶ καὶ λίγο καιρὸ οἱ τύχες τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους διακυβεύονται στὴν παγκόσμια πο-λιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ σκακιέρα· καὶ δραματική, γιατί μᾶλλον οἱ Νεοέλληνες λησμονήσαμε τὴν ταυτότητά μας, τὴν ἰδιαίτερη ἱστο-ρική, θρησκευτικὴ καὶ πολιτιστικὴ φυσιογνωμία μας, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, καὶ θελήσαμε ν᾿ ἀκολουθήσουμε πρότυπα ξενικά, ἦ-θος ἀλλότριο πρὸς τὴ δική μας Παράδοση καὶ ἐθνικὴ φυσιογνωμί-α.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος, ὄντας ὁ ἴδιος Οἰκουμενικὸς μὲ τὰ θαύματα καὶ τὰ συγγράμματά του, δὲν παύει νὰ διδάσκει ἐμᾶς τοὺς συμπα-τριῶτες ἐπιγόνους του γιὰ τὸ οἰκουμενικὸ χρέος ποὺ ἔχουμε νὰ ἐ-πιτελέσουμε μέσα σ᾿ ἕναν κόσμο ποὺ παραπαίει ζητώντας πνευ-ματικὰ ἐρείσματα προκειμένου νὰ συνεχίσει νὰ ζεῖ. Ἡ φωνὴ τοῦ Ἁγίου εἶναι διαυγής, κρυστάλλινη, καθὼς τὰ λόγια του συνιστοῦν τὸ ἀπαύγασμα τῆς κατὰ Θεὸν σοφίας του καὶ τῆς καθαρῆς ἀπὸ κάθε ἰδιοτελῆ προσκόλληση καρδιᾶς του. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἰκουμε-νικοὶ ἄνθρωποι, πέρα ἀπὸ ἀρρωστημένους ἐθνικισμοὺς καὶ σωβι-νισμούς. Τὰ ὅσα παρατίθενται στὶς παρακάτω γραμμὲς προέρ-χονται ἀπὸ δύο μικρὲς μελέτες τοῦ Ἁγίου: «Περὶ τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ὡς προπαιδείας εἰς τὸν Χριστιανισμὸν» καὶ «Περὶ τῆς κλήσεως καὶ ἀποστολῆς τοῦ Ἕλληνος».

Ἀπερίφραστα διακηρύττει ὁ Ἅγιος ὅτι ὁ Ἕλληνας, μὲ τὴν ἀνέκαθεν ροπὴ καὶ ἀγάπη του πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴ σοφία, ἔχει ὡς σκοπὸ καὶ ἀποστολή του νὰ εἶναι διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Λέγει χαρακτηριστικά, μὲ τόνο διαχρονικό:

«Ἡ φιλοσοφία εἶναι ἀληθῶς ἀναφαίρετο κτῆμα τοῦ Ἕλληνος· διαδιδομένη ἀνὰ τὰ Ἔθνη προσηλυτίζει αὐτὰ καὶ καθιστᾶ αὐτὰ Ἑλληνικά, οὐδέποτε δὲ παύεται οὖσα Ἑλληνική… Ἡ Ἑλληνικὴ φιλο-σοφία προώρισται ἵνα καταστήσῃ τοὺς πάντας Ἕλληνας· ἐγεννήθη ὑπὲρ τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ συνεταυτίσθη μετ᾿ αὐτοῦ, ὅπως ἐργασθῇ πρὸς σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος…

Ὁ Ἕλλην ἀληθῶς ἐγεννήθη, ἵνα φιλοσοφῇ· διότι ἐγεννήθη διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ἡ φιλοσοφία ἐγένετο παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν, ἕπεται ὅτι ὁ Ἕλλην, πλασθείς φιλόσοφος, ἐπλάσθη Χριστιανός, ἐπλάσθη ἵνα γνωρίσῃ τὴν ἀλήθειαν καὶ δια-δῶ (=νὰ τὴν διαδώσει) τοῖς ἔθνεσιν. Ναὶ· ὁ Ἕλλην ἐγεννήθη κατὰ θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· τοῦτο τὸ ἔργον ἐκληρώθη αὐτῷ· αὕτη ἦν ἡ ἀποστολὴ αὐτοῦ· αὕτη ἡ κλῆσις αὐτοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσιν».


Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀποστολὴ τοῦ Ἕλληνα καὶ προτοῦ ἀκόμη γνωρίσει τὸ Χριστιανισμό. Πολὺ περισσότερο ἀφότου τὸν γνώρισε, ὅποτε ὁ Ἕλληνας, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος, βρῆκε σ᾿ αὐτὸν τὸ τέλειο, τὸ ἰδανικό, βρῆκε στὸ Χριστιανισμὸ ὅ,τι ὁ ἴδιος ποθοῦσε νὰ μάθει καὶ ἀναζητοῦσε νὰ βρεῖ. Ὁ Χριστιανισμὸς ἔγινε ὁ διερμηνέας τῶν αἰσθημάτων τοῦ Ἕλληνα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἕλληνας τὸν ἐγκολπώθηκε καὶ τὸν περιέθαλψε μέσα του. «Ὁ Χριστιανισμὸς ὡς πρῶτον δῶρον αὐτοῦ ἐδωρήσατο αὐτῷ νέαν ζωὴν· ὁ δὲ Ἕλλην ὑπεστήριξεν αὐτὸν διὰ τῶν ἀγώνων καὶ τῶν αἱμάτων του». Τόσο στενὰ μάλιστα συνδέθηκε ὁ Ἑλληνισμὸς μὲ τὸν Χριστιανισμό, ὥστε «αἱ ἔννοιαι τῶν λέξεων Ἑλληνισμὸς καὶ Χριστιανισμὸς ἐγένοντο συνώνυμοι. Ἕλλην σημαίνει Χριστιανός, καὶ Χριστιανὸς σημαίνει Ἕλλην», διότι ὅποιος ἐνστερνίσθηκε τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο μὲ νεύση καὶ δύναμη Θεοῦ διαδόθηκε στὸν κόσμο κυρίως ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, αὐτὸς «φρονεῖ Ἑλληνικά».

Καὶ ἐξηγεῖ ποιά εἶναι ἡ οὐσία τοῦ «φρονεῖν Ἑλληνικά»: «…ἡ τελείωσις, ἡ ἀνύψωσις ἀπὸ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου πρὸς τὸν πνευματικὸν· ὅτι ὁ πνευματικὸς κόσμος δέον ἐστί νὰ ζωογονῇ τὸν ὑλικὸν κό-σμον, ὅτι τὸ πνεῦμα ἀνάγκη νὰ ἐπικρατήσῃ τῆς ὕλης, ὅτι οἱ πνευ-ματικοὶ νόμοι δέον ἐστί νὰ ὦσιν ἰσχυρότεροι τῶν φυσικῶν νό-μων»…

Ἐδῶ τώρα ἂς καθρεφτίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Ἄραγε σήμερα τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔχει ὡς ὕψιστη ἀρχὴ του «τὸ πνεῦμα νὰ ἐπικρα-τήση τῆς ὕλης;». Αὐτὴ τὴ διάβρωση νὰ φοβηθοῦμε. Αὐτὴ ποὺ γίνε-ται διὰ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ὅταν ὅλη ἡ σκέψη καὶ οἱ προσπάθει-ές μας ὡς ἀτόμων καὶ ὡς ἔθνους κατατείνουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὴ διασφάλιση ὑψηλῶν χρηματοοικονομικῶν δεικτῶν, καὶ τὴν ἐθνική μας εὐημερία τὴν ταυτίζουμε στὴ συνείδησή μας μὲ τὴν ἐξασφάλιση καταναλωτικῶν ἀγαθῶν καὶ ὑλικῆς καὶ μόνο περιουσίας, τότε κατὰ πόσο, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, φρονοῦμε ἑλληνικά;

Ἐδῶ ἀκριβῶς διαγράφεται τὸ χρέος μας. Χρέος νὰ ἀναζητήσουμε ἄλλους δεῖκτες στὴν πορεία μας, ἂν θέλουμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴν πολυειδῆ κρίση ποὺ μᾶς μαστίζει ὡς ἔθνος καὶ ποὺ μᾶς τὴν πα-ρουσιάζουν ὡς οἰκονομικὴ καὶ μόνο. Δεῖκτες πνευματικοὺς καὶ ὄ-χι ὑλικούς. Νὰ ἐπενδύσουμε στὴν τράπεζα τοῦ πνεύματος, νὰ δια-τηρήσουμε τὴν ἠθική μας ἐλευθερία ἀπὸ κάθε πνευματικὸ ἐξαν-δραποδισμό, ἀπὸ κάθε ὑποδούλωση τοῦ ἐσωτερικοῦ φρονήματος, τῆς ἀρετῆς μας.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶναι ἀπόλυτος στὸ σημεῖο αὐτό:

Τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος, τονίζει, ὀφείλει, ἔχοντας συναίσθηση τῆς κλήσεως καὶ τῆς ἀποστολῆς του, νὰ ἐργασθεῖ «πρῶτον ὅπως τελειωθῇ αὐτὸ ἐν τῇ σοφίᾳ καὶ ἀρετή… καὶ δεύτερον… ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν καὶ τῶν πλησίον αὐτοῦ», συνεχίζοντας ἔτσι τὸ ἔργο τῶν προγόνων του τῶν ἀναγνωρισμένων εὐεργετῶν τῆς ἀνθρωπότητος. «Ἡ κλῆσις καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους ὑποχρεοὶ πάντα Ἕλληνα ἔχοντα συναίσθησιν τῶν ἑαυτοῦ ἠθικῶν καθηκόντων νὰ ἐργασθῇ ἐκθύμως εἰς πλήρωσιν αὐτῶν».
Καὶ ἐπιλέγει ὁ Ἅγιος: «Ἡ πατρὶς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει σήμερον ὑ-πὲρ ποτέ ἀνάγκην ἀνδρῶν ἀφωσιωμένων εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ σταυ-ροῦ, ἀνδρῶν ἀκαταπονήτων, ἀνδρῶν ζώντων οὐχὶ δι᾿ ἑαυτοὺς, ἀλλὰ διὰ τὸ Γένος καὶ τὴν Ἐκκλησίαν».

«Ζώντων οὐχὶ δι᾿ ἑαυτοὺς, ἀλλὰ διὰ τὸ Γένος καὶ τὴν Ἐκκλησί-αν!». Εὐτυχῶς ὑπάρχουν ἀκόμα Ἕλληνες ποὺ καταλαβαίνουν καὶ σήμερα τὴν ἔννοια τῶν λέξεων αὐτῶν…



Ενωμένη Ρωμιοσύνη
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία

7
dominique έγραψε:Η ΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ


Ἁγίου Νεκταρίου






Ἴσως ποτὲ ἄλλοτε ὅπως σήμερα δὲν παίρνουν τόσο δραματικὴ ἐ-πικαιρότητα τὰ λόγια του ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τὴν κλήση καὶ ἀ-ποστολὴ τοῦ Ἕλληνα. Ἐπικαιρότητα, γιατί ἐδῶ καὶ λίγο καιρὸ οἱ τύχες τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους διακυβεύονται στὴν παγκόσμια πο-λιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ σκακιέρα· καὶ δραματική, γιατί μᾶλλον οἱ Νεοέλληνες λησμονήσαμε τὴν ταυτότητά μας, τὴν ἰδιαίτερη ἱστο-ρική, θρησκευτικὴ καὶ πολιτιστικὴ φυσιογνωμία μας, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, καὶ θελήσαμε ν᾿ ἀκολουθήσουμε πρότυπα ξενικά, ἦ-θος ἀλλότριο πρὸς τὴ δική μας Παράδοση καὶ ἐθνικὴ φυσιογνωμί-α.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος, ὄντας ὁ ἴδιος Οἰκουμενικὸς μὲ τὰ θαύματα καὶ τὰ συγγράμματά του, δὲν παύει νὰ διδάσκει ἐμᾶς τοὺς συμπα-τριῶτες ἐπιγόνους του γιὰ τὸ οἰκουμενικὸ χρέος ποὺ ἔχουμε νὰ ἐ-πιτελέσουμε μέσα σ᾿ ἕναν κόσμο ποὺ παραπαίει ζητώντας πνευ-ματικὰ ἐρείσματα προκειμένου νὰ συνεχίσει νὰ ζεῖ. Ἡ φωνὴ τοῦ Ἁγίου εἶναι διαυγής, κρυστάλλινη, καθὼς τὰ λόγια του συνιστοῦν τὸ ἀπαύγασμα τῆς κατὰ Θεὸν σοφίας του καὶ τῆς καθαρῆς ἀπὸ κάθε ἰδιοτελῆ προσκόλληση καρδιᾶς του. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἰκουμε-νικοὶ ἄνθρωποι, πέρα ἀπὸ ἀρρωστημένους ἐθνικισμοὺς καὶ σωβι-νισμούς. Τὰ ὅσα παρατίθενται στὶς παρακάτω γραμμὲς προέρ-χονται ἀπὸ δύο μικρὲς μελέτες τοῦ Ἁγίου: «Περὶ τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ὡς προπαιδείας εἰς τὸν Χριστιανισμὸν» καὶ «Περὶ τῆς κλήσεως καὶ ἀποστολῆς τοῦ Ἕλληνος».

Ἀπερίφραστα διακηρύττει ὁ Ἅγιος ὅτι ὁ Ἕλληνας, μὲ τὴν ἀνέκαθεν ροπὴ καὶ ἀγάπη του πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴ σοφία, ἔχει ὡς σκοπὸ καὶ ἀποστολή του νὰ εἶναι διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Λέγει χαρακτηριστικά, μὲ τόνο διαχρονικό:

«Ἡ φιλοσοφία εἶναι ἀληθῶς ἀναφαίρετο κτῆμα τοῦ Ἕλληνος· διαδιδομένη ἀνὰ τὰ Ἔθνη προσηλυτίζει αὐτὰ καὶ καθιστᾶ αὐτὰ Ἑλληνικά, οὐδέποτε δὲ παύεται οὖσα Ἑλληνική… Ἡ Ἑλληνικὴ φιλο-σοφία προώρισται ἵνα καταστήσῃ τοὺς πάντας Ἕλληνας· ἐγεννήθη ὑπὲρ τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ συνεταυτίσθη μετ᾿ αὐτοῦ, ὅπως ἐργασθῇ πρὸς σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος…

Ὁ Ἕλλην ἀληθῶς ἐγεννήθη, ἵνα φιλοσοφῇ· διότι ἐγεννήθη διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ἡ φιλοσοφία ἐγένετο παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν, ἕπεται ὅτι ὁ Ἕλλην, πλασθείς φιλόσοφος, ἐπλάσθη Χριστιανός, ἐπλάσθη ἵνα γνωρίσῃ τὴν ἀλήθειαν καὶ δια-δῶ (=νὰ τὴν διαδώσει) τοῖς ἔθνεσιν. Ναὶ· ὁ Ἕλλην ἐγεννήθη κατὰ θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· τοῦτο τὸ ἔργον ἐκληρώθη αὐτῷ· αὕτη ἦν ἡ ἀποστολὴ αὐτοῦ· αὕτη ἡ κλῆσις αὐτοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσιν».


Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀποστολὴ τοῦ Ἕλληνα καὶ προτοῦ ἀκόμη γνωρίσει τὸ Χριστιανισμό. Πολὺ περισσότερο ἀφότου τὸν γνώρισε, ὅποτε ὁ Ἕλληνας, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος, βρῆκε σ᾿ αὐτὸν τὸ τέλειο, τὸ ἰδανικό, βρῆκε στὸ Χριστιανισμὸ ὅ,τι ὁ ἴδιος ποθοῦσε νὰ μάθει καὶ ἀναζητοῦσε νὰ βρεῖ. Ὁ Χριστιανισμὸς ἔγινε ὁ διερμηνέας τῶν αἰσθημάτων τοῦ Ἕλληνα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἕλληνας τὸν ἐγκολπώθηκε καὶ τὸν περιέθαλψε μέσα του. «Ὁ Χριστιανισμὸς ὡς πρῶτον δῶρον αὐτοῦ ἐδωρήσατο αὐτῷ νέαν ζωὴν· ὁ δὲ Ἕλλην ὑπεστήριξεν αὐτὸν διὰ τῶν ἀγώνων καὶ τῶν αἱμάτων του». Τόσο στενὰ μάλιστα συνδέθηκε ὁ Ἑλληνισμὸς μὲ τὸν Χριστιανισμό, ὥστε «αἱ ἔννοιαι τῶν λέξεων Ἑλληνισμὸς καὶ Χριστιανισμὸς ἐγένοντο συνώνυμοι. Ἕλλην σημαίνει Χριστιανός, καὶ Χριστιανὸς σημαίνει Ἕλλην», διότι ὅποιος ἐνστερνίσθηκε τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο μὲ νεύση καὶ δύναμη Θεοῦ διαδόθηκε στὸν κόσμο κυρίως ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, αὐτὸς «φρονεῖ Ἑλληνικά».

Καὶ ἐξηγεῖ ποιά εἶναι ἡ οὐσία τοῦ «φρονεῖν Ἑλληνικά»: «…ἡ τελείωσις, ἡ ἀνύψωσις ἀπὸ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου πρὸς τὸν πνευματικὸν· ὅτι ὁ πνευματικὸς κόσμος δέον ἐστί νὰ ζωογονῇ τὸν ὑλικὸν κό-σμον, ὅτι τὸ πνεῦμα ἀνάγκη νὰ ἐπικρατήσῃ τῆς ὕλης, ὅτι οἱ πνευ-ματικοὶ νόμοι δέον ἐστί νὰ ὦσιν ἰσχυρότεροι τῶν φυσικῶν νό-μων»…

Ἐδῶ τώρα ἂς καθρεφτίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Ἄραγε σήμερα τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔχει ὡς ὕψιστη ἀρχὴ του «τὸ πνεῦμα νὰ ἐπικρα-τήση τῆς ὕλης;». Αὐτὴ τὴ διάβρωση νὰ φοβηθοῦμε. Αὐτὴ ποὺ γίνε-ται διὰ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ὅταν ὅλη ἡ σκέψη καὶ οἱ προσπάθει-ές μας ὡς ἀτόμων καὶ ὡς ἔθνους κατατείνουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὴ διασφάλιση ὑψηλῶν χρηματοοικονομικῶν δεικτῶν, καὶ τὴν ἐθνική μας εὐημερία τὴν ταυτίζουμε στὴ συνείδησή μας μὲ τὴν ἐξασφάλιση καταναλωτικῶν ἀγαθῶν καὶ ὑλικῆς καὶ μόνο περιουσίας, τότε κατὰ πόσο, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, φρονοῦμε ἑλληνικά;

Ἐδῶ ἀκριβῶς διαγράφεται τὸ χρέος μας. Χρέος νὰ ἀναζητήσουμε ἄλλους δεῖκτες στὴν πορεία μας, ἂν θέλουμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴν πολυειδῆ κρίση ποὺ μᾶς μαστίζει ὡς ἔθνος καὶ ποὺ μᾶς τὴν πα-ρουσιάζουν ὡς οἰκονομικὴ καὶ μόνο. Δεῖκτες πνευματικοὺς καὶ ὄ-χι ὑλικούς. Νὰ ἐπενδύσουμε στὴν τράπεζα τοῦ πνεύματος, νὰ δια-τηρήσουμε τὴν ἠθική μας ἐλευθερία ἀπὸ κάθε πνευματικὸ ἐξαν-δραποδισμό, ἀπὸ κάθε ὑποδούλωση τοῦ ἐσωτερικοῦ φρονήματος, τῆς ἀρετῆς μας.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶναι ἀπόλυτος στὸ σημεῖο αὐτό:

Τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος, τονίζει, ὀφείλει, ἔχοντας συναίσθηση τῆς κλήσεως καὶ τῆς ἀποστολῆς του, νὰ ἐργασθεῖ «πρῶτον ὅπως τελειωθῇ αὐτὸ ἐν τῇ σοφίᾳ καὶ ἀρετή… καὶ δεύτερον… ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν καὶ τῶν πλησίον αὐτοῦ», συνεχίζοντας ἔτσι τὸ ἔργο τῶν προγόνων του τῶν ἀναγνωρισμένων εὐεργετῶν τῆς ἀνθρωπότητος. «Ἡ κλῆσις καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους ὑποχρεοὶ πάντα Ἕλληνα ἔχοντα συναίσθησιν τῶν ἑαυτοῦ ἠθικῶν καθηκόντων νὰ ἐργασθῇ ἐκθύμως εἰς πλήρωσιν αὐτῶν».
Καὶ ἐπιλέγει ὁ Ἅγιος: «Ἡ πατρὶς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει σήμερον ὑ-πὲρ ποτέ ἀνάγκην ἀνδρῶν ἀφωσιωμένων εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ σταυ-ροῦ, ἀνδρῶν ἀκαταπονήτων, ἀνδρῶν ζώντων οὐχὶ δι᾿ ἑαυτοὺς, ἀλλὰ διὰ τὸ Γένος καὶ τὴν Ἐκκλησίαν».

«Ζώντων οὐχὶ δι᾿ ἑαυτοὺς, ἀλλὰ διὰ τὸ Γένος καὶ τὴν Ἐκκλησί-αν!». Εὐτυχῶς ὑπάρχουν ἀκόμα Ἕλληνες ποὺ καταλαβαίνουν καὶ σήμερα τὴν ἔννοια τῶν λέξεων αὐτῶν…



Ενωμένη Ρωμιοσύνη
Ο Άγιος Νεκτάριος (όπως και σχεδόν όλοι οι μεγάλοι θεολόγοι) ήταν μέγας αναγνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας όπως φαίνεται άλλωστε και μέσα από τα συγγράμματα του. Πρόσφατα τυπώθηκε το βιβλίο με τίτλο "Θησαυρός λογίων" του αγαπητού καθηγητού και Πρωτ. Αντωνίου Μπιλάλη στον οποίο χρωστάω να πω συγχαρητήρια για αυτή την ανατύπωση, αφού περιέχει πλούσιο φιλοσοφικό περιεχόμενο - κυριολεκτικά θησαυρό σοφίας από τις σημειώσεις του Αγίου Νεκταρίου.

http://theologoi-kritis.sch.gr/index.ph ... &Itemid=54
Ολοκληρώθηκε συν Θεώ και το τέταρτο και τελευταίο τμήμα του πρωτόλειου έργου του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως Θησαυρός Λογίων υπό την αιγίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β΄ με επιμέλεια και μετάφραση και ερμηνεία από τον πρωτοπρεσβύτερο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών πατέρα Αντώνιο (Μπιλάλη), Δρ.Φ. όπου θα έχουμε την ευλογία να δούμε να συγκαταλέγονται 10.000 αποσπάσματα πάνω σε 600 θέματα κεφάλαια όλα τα θέματα της ορθοδόξου πίστεωςόπως έχει επισημανθεί και από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο και άλλους κληρικούς και θεολόγους αλλά και φιλολόγους και εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων δεδομένου ότι το έργο προλογίζουν και Πανεπιστημιακοί Καθηγητές της Φιλοσοφικής και της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου σπούδασε ο άγιος Νεκτάριος και ενσυνεχεία εργάστηκε και ως εκπαιδευτικός έως της οσιακής όντως του τελευτής πάλι στην Αθήνα και από Επισκόπους και κληρικούς όλων των βαθμίδων λόγω της τεράστιας ωφέλειας που προκύπτει από την ανάγνωση του ενλόγω έργου του πρώτου και μόνου αδημοσίευτου πραγματικού θησαυρού γνώσεως και γνώσεων Θεού Λόγου από την Αγία Γραφή και την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και μέσω των βυζαντινών Πατέρων και Μητέρων της Εκκλησίας μας μέχρι τα χρόνια του Αγίου Νεκταρίου με 300 περίπου συγγραφείς Έλληνες αλλά και ξένους και οπωσδήποτε πάντοτε μέσα στα πλαίσια της Ορθόδοξης Παραδόσεώς μας αφού συμπεριλαμβάνονται και κείμενα του σπερματικού λόγου από την Αρχαία Ελληνική και Λατινική –μάλιστα περιλαμβάνονται και αρκετά λατινικά αποσπάσματα- Γραμματεία αλλά και την ευρύτερη θύραθεν έως των ημερών του Αγίου τον 19ο αιώνα.
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

8
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ἡ ἑλληνική παιδεία

Πρός τούς Χριστιανούς πού ἀπέρριπταν τήν κλασική ἑλληνική παιδεία ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἄριστος μελετητής καί γνώστης τῶν ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ἀπαντᾶ μέ μία χαρακτηριστική ἐπισήμανσή του στόν «Ἐπιτάφιον εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον»(1), τήν ὁποία παραθέτω σέ νεοελληνική ἀπόδοση ἀπό τόν Καθηγητή Εὐάγγελο Θεοδώρου:

«Νομίζω πώς ἔχει γίνει παραδεκτό ἀπ’ ὅλους τούς συνετούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ παιδεία εἶναι τό πρῶτο ἀπό τά ἀγαθά πού ἔχουμε. Καί ὄχι μόνο ἡ χριστιανική μας παιδεία, πού εἶναι ἡ ἐκλεκτότερη καί ἐπιδιώκει τή σωτηρία καί τό κάλλος τῶν θείων πραγμάτων, τά ὁποῖα μόνο μέ τόν νοῦ συλλαμβάνονται. Ἀλλά καί ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία, τήν ὁποία πολλοί χριστιανοί, ἔχοντας σχηματίσει λανθασμένη ἀντίληψη γι’ αὐτήν, τήν περιφρονοῦν, ἐπειδή, λέγουν, κρύβει δόλιους σκοπούς, εἶναι ἐπικίνδυνη καί ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό. Γιατί ὅπως ἀκριβῶς δέν πρέπει νά περιφρονοῦμε τόιν οὐρανό, τή γῆ καί τόν ἀέρα, καί ὅσα ὑπάρχουν σ’ αὐτά, ἐπειδή μερικοί ἔχουν σχηματίσει λανθασμένη ἀντίληψη καί, ἀντί νά λατρεύουν τόν Θεό, λατρεύουν τά δημιουργήματά Του, ἀλλά ἀφοῦ πάιρνουμε ἀπ’ αὐτά ὅ, τι εἶναι χρήσιμο γιά τή ζωή καί τήν ἀπόλαυσή μας, ἀποφεύγουμε ὅ, τι εἶναι ἐπικίνδυνο…. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἀπό αὐτά πού μᾶς προσφέρει ἡ ἐξωχριστιανική παιδεία παραδεχτήκαμε ὅ, τι εἶναι χρήσιμο στήν ἔρευνα καί στίς θεωρητικές ἀναζητήσεις, ἐνῶ ἀποκρούσαμε καθετί πού ὁδηγεῖ στήν εἰδωλολτρεία, στήν πλάνη καί στό βάθος τῆς καταστροφῆς. Μάλιστα ἀπό τήν ἐξωχριστιανική παιδεία ἔχουμε καί ὠφεληθεῖ στήν εὐσέβεια καί στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίσαμε καλά τό ἀνώτερο ἀπό τό χειρότερο καί ἔχουμε κάμει δύναμη τῆς διδασκαλίας μας τίς ἀδυναμίες ἐκείνης. Λοιπόν δέν πρέπει νά περιφρονοῦμε τήν παιδεία, ἐπειδή μία τέτοια περιφρόνηση φαίνεται καλό σέ μερικούς. Ἀντίθετα πρέπει νά θεωροῦμε ἀμαθεῖς καί ἀμόρφωτους τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν αὐτή τήν ἀντίληψη».

Το αρχαίο κείμενο


11. Οἶμαι δὲ πᾶσιν ἀνωμολογῆσθαι τὸν νοῦν ἐχόντων, παίδευσιν τῶν παρ᾿ ἡμῖν ἀγαθῶν εἶναι τὸ πρῶτον· οὐ ταύ την μόνην τὴν εὐγενεστέραν καὶ ἡμετέραν, ἣ πᾶν τὸ ἐν λόγοις κομψὸν καὶ φιλότιμον ἀτιμάζουσα μόνης ἔχεται τῆς σωτηρίας καὶ τοῦ κάλλους τῶν νοουμένων· ἀλλὰ καὶ τὴν ἔξωθεν, ἣν οἱ πολλοὶ Χριστιανῶν διαπτύουσιν, ὡς ἐπίβουλον καὶ σφαλερὰν καὶ Θεοῦ πόρρω βάλλουσαν, κακῶς εἰδότες. Ὥσπερ γὰρ οὐρανὸν καὶ γῆν καὶ ἀέρα καὶ ὅσα τούτων, οὐκ ἐπειδὴ κακῶς τινες ἐξειλήφασιν ἀντὶ Θεοῦ τὰ τοῦ Θεοῦ σέβοντες, διὰ τοῦτο περιφρονητέον· ἀλλ᾿ ὅσον χρή σιμον αὐτῶν καρπούμενοι πρός τε ζωὴν καὶ ἀπόλαυσιν ὅσον ἐπικίνδυνον διαφεύγομεν, οὐ τῷ κτίστῃ τὴν κτίσιν ἐπαν ιστάντες κατὰ τοὺς ἄφρονας, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν δημιουργημά των τὸν δημιουργὸν καταλαμβάνοντες, καὶ ὅ φησιν ὁ θεῖος Ἀπόστολος, αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς Χριστόν· ὡς δὲ καὶ πυρὸς καὶ τροφῆς καὶ σιδήρου καὶ τῶν ἄλλων οὐδὲν καθ᾿ ἑαυτὸ χρησιμώτατον ἴσμεν ἢ βλαβερώτατον, ἀλλ᾿ ὅπως ἂν δοκῇ τοῖς χρωμένοις· ἤδη δὲ καὶ τῶν ἑρπυς τικῶν θηρίων ἔστιν ἃ τοῖς πρὸς σωτηρίαν φαρμάκοις συνεκε ράσαμεν· οὕτω καὶ τούτων τὸ μὲν ἐξεταστικόν τε καὶ θεωρητικὸν ἐδεξάμεθα, ὅσον δὲ εἰς δαίμονας φέρει καὶ πλάνην καὶ ἀπωλείας βυθὸν διεπτύσαμεν· ὅτι μὴ κἀκ τού των πρὸς θεοσέβειαν ὠφελήμεθα, ἐκ τοῦ χείρονος τὸ κρεῖττον καταμαθόντες, καὶ τὴν ἀσθένειαν ἐκείνων ἰσχὺν τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς λόγου πεποιημένοι. Οὔκουν ἀτιμαστέον τὴν παίδευσιν, ὅτι τοῦτο δοκεῖ τισιν· ἀλλὰ σκαιοὺς καὶ ἀπαιδεύτους ὑποληπτέον τοὺς οὕτως ἔχοντας, οἳ βούλοιντ᾿ ἂν ἅπαντας εἶναι καθ᾿ ἑαυ τούς, ἵν᾿ ἐν τῷ κοινῷ τὸ κατ᾿ αὐτοὺς κρύπτηται, καὶ τοὺς τῆς ἀπαιδευσίας ἐλέγχους διαδιδράσκωσιν. Ἐπεὶ δὲ τοῦτο ὑπεθέμεθα καὶ ἀνωμολογησάμεθα, φέρε τὰ κατ᾿ αὐτὸν θεω ρήσωμεν.

Re: Πατέρες της Εκκλησίας για την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία.

9
Ας διαβάσουμε και άλλες απόψεις του αγίου Γρηγορίου για την ελληνική παιδεία.

Μεταφορά αποσπάσματος από το βιβλίο του Επιφάνιου Ι. Θεοδωρόπουλου Αρχιμανδρίτου, «Άρθρα – Μελέται Επιστολαί. Τόμος Α'.
Εάν ο Ι. Γρηγόριος αποδοκιμάζει εν τω εις Μ. Βασίλειον επιταφίω αυτού την υπό τίνων ολοκληρωτικήν καταδίκην της θύραθεν παιδείας, ουχ ήττον όμως είναι γνωστόν πόσον διακωμωδεί τους Έλληνας φιλοσόφους εν τω Α΄ λόγω αυτού (κατά Ιουλιανού) και ιδία εν παραγράφοις μγ' μδ' (Migne 35, 568) και νθ' (αυτόθι, 581) και οβ', ένθα φθέγγεται:
«Ταύτα (τα των Χριστιανών) πολλώ τιμιότερα της Σόλωνος απληστίας, του σοφού και νομοθέτου, ην Κροίσος ήλεγξε τω Λυδίω χρυσώ· και της Σωκράτους φιλοκαλίας· αιδούμαι γαρ ειπείν παιδεραστίας, καν σεμνοποιείται ταις επινοίαις· και της Πλάτωνος λιχνείας της Σικελικής, δι’ ην και πιπράσκεται και ουδ' υπό τίνος εξωνείται των αυτού μαθητών ή όλως Έλληνος·… Και της Επικούρου φιλοσοφίας, ουδέν υπέρ την ηδονήν αγαθόν οριζόμενης… » (Migne 35, 593 κ. ε. ).
Εν δε τω Εγκωμιαστικώ Λόγω αυτού εις Μ. Αθανάσιον, λέγει, ότι ο Αθανάσιος «ετράφη μεν ευθύς εν τοις θείοις ήθεσι και παιδεύμασιν, ολίγα των εγκυκλίων φιλοσοφήσας, του μη δοκείν παντάπασι των τοιούτων απείρως έχειν, μηδέ αγνοείν ων υπεριδείν εδοκίμασεν. Ουδέ γαρ ηνέσχετο το της ψυχής ευγενές και φιλότιμον εν τοις ματαίοις ασχοληθήναι, ουδέ ταυτόν παθείν των αθλητών τοις απείροις, οι, τον αέρα πλείω παίοντες ή τα σώματα, των άθλων αποτυγχάνουσιν» (Migne 35, 1088). Εν τω κε΄ πάλιν λόγω αυτού, πολλά της «έξω φυλοσοφίας» κατηγορεί και εν παρ. δ΄ χαρακτηρίζει αυτήν ως «παίζουσαν τας της αληθείας σκιάς εν τω της φιλοσοφίας σχήματι και προβλήματι» (αυτόθι, 1204). Εν δε τη ια' Επιστολή αυτού προς Γρήγοριον τον Νύσσης αποκαλεί τας της θύραθεν σοφίας βίβλους «αλμυράς και απότους» και ελέγχει τον ομώνυμον φίλον, διότι ασχολείται περί αυτάς και αφήκε τας «ιεράς και ποτίμους βίβλους», δηλαδή τας Αγίας Γραφάς. Καλεί δ’ αυτόν όπως «εκνήψη οψέ γουν και προς εαυτόν επανέλθη» (Migne 37,41), όπερ και εποίησεν ούτος.
Αρκετα λοιπόν τα πάνω για να έχουμε μια ολοκληρωμένη άποψη του αγίου Γρηγορίου για την ελληνική παιδεία.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Eλληνισμός-Χριστιανισμός”

cron