Ο άγιος Κύριλλος και η φιλόσοφος Υπατία

1
Ο άγιος Κύριλλος και η φιλόσοφος Υπατία
Γράφει η Ειρήνη Αρτέμη, Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος


Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας και οι σχέσεις του με τον έπαρχο Ορέστη και τη Φιλόσοφο Υπατία.
Στην εργασία αυτή θα αναφερθούμε στις σχέσεις ενός σπουδαίου πατρός της αρχαίας Εκκλησίας του πατριάρχη Κυρίλλου Αλεξανδρείας με δύο εξέχοντα πρόσωπα της πόλεως της Αλεξάνδρειας, τον έπαρχο Ορέστη και τη φιλόσοφο Υπατία.
Ο ιερός Κύριλλος υπήρξε σημαντική μορφή για την εποχή του. Άσκησε πολύ μεγάλη επίδραση τόσο στον εκκλησιαστικό βίο όσο και στη διαμόρφωση της χριστιανικής διδασκαλίας και κυρίως στη διατύπωση του χριστολογικού δόγματος τον 5ο αι.
Για τη ζωή του ιερού πατρός λίγα πράγματα είναι γνωστά. Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε μεταξύ του 370 με 380 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια. Την ακριβή ημερομηνία της γεννήσεώς του δεν έχουμε τη δυνατότητα να τη γνωρίζουμε. Καταγόταν από εύπορη ελληνική οικογένεια της πόλεως της Αλεξάνδρειας, αν και συχνά ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος τον αποκαλεί «Αιγύπτιον», δηλαδή αυτόν που κατάγεται από την Αίγυπτο[1], με σκοπό να τον χλευάσει.
Θείος του υπήρξε ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, άνδρας δυναμικός και εύστροφος, τον οποίο ο Κύριλλος πάντοτε τον ανέφερε με ευγνωμοσύνη και αγάπη[2]. Μεγάλωσε λοιπόν, ο Κύριλλος μέσα σε ένα περιβάλλον, το οποίο του προσέφερε τη δυνατότητα να λάβει ευρεία και επιμελημένη εκπαίδευση αλλά και να συναναστραφεί με εξέχοντα πρόσωπα της αλεξανδρινής κοινωνίας, τόσο της πολιτικής όσο και της εκκλησιαστικής σκηνής.
Σπούδασε στη φημισμένη Σχολή της Αλεξάνδρειας με διδάσκαλο το Δίδυμο τον Τυφλό[3] και παρακολούθησε μαθήματα της περίφημου αλεξανδρινής φιλοσόφου – μαθηματικού Υπατίας[4]. Οι γνώσεις του εμπλουτίζονταν συνέχεια από τη μελέτη συγγραμμάτων σπουδαίων χριστιανών συγγραφέων, πατέρων της Εκκλησίας, όπως ήταν ο Μέγας Αθανάσιος[5], οι Καππαδόκες Πατέρες[6] κ.α., αλλά και συγγραμμάτων συγγραφέων της θύραθεν φιλολογίας. Παράλληλα γαλουχήθηκε θεολογικά στην έρημο κάτω από την απεριόριστη φροντίδα των ζηλωτών μοναχών της Νιτρίας, κοντά στους οποίους πέρασε πέντε ολόκληρα χρόνια. Αυτοί πιθανόν του ενέπνευσαν τον πύρινο και ανυπόμονο ζήλο, που χαρακτηρίζει τον Κύριλλο σε όλη τη διάρκεια του βίου του[7].
Mετά την κοίμηση του θείου του, αναμετράται με τον αρχιδιάκονο Τιμόθεο για τον πατριαρχικό θρόνο. Στην αναμέτρηση αυτή βγαίνει νικητής και ανέρχεται στον πατριαρχικό θώκο της Αλεξανδρείας στις 18 Οκτωβρίου του 412[8]. Ως νέος Αρχιεπίσκοπος, καυτηριάζει με δριμύτητα την κοινωνική ανισότητα και την αναλγησία των πλουσίων. Ψέγει την πολιτική εξουσία για την ανοχή της σε φαινόμενα αδικιών έναντι των φτωχών, σε απάτες, επιορκίες, σε φαινόμενα έκλυτου βίου[9]. Δε διστάζει να εναντιωθεί σε ένα πολιτικό κατεστημένο, το οποίο οδηγεί τους πολίτες της Αλεξάνδρειας και γενικότερα της Αιγύπτου σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης και που οξύνει την κοινωνική ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
Aρχικός στόχος του ήταν η καταπολέμηση όλων όσων αποτελούσαν κίνδυνο για την εδραιωμένη πια χριστιανική Εκκλησία[10]. Στο σημείο αυτό κατηγορήθηκε από πολλούς αντιπάλους τους ως αλαζόνας, σκληρός και ματαιόφρων άνθρωπος, κάτι όμως που καταρρίπτεται αν μελετήσει κάποιος προσεκτικά την όλη δημόσια δράση του. Σκοπός του ήταν η θωράκιση της Εκκλησίας από οποιαδήποτε απειλή, η οποία θα κλόνιζε τους πιστούς και όχι τα θεμέλιά της, γιατί Εκείνη έχοντας ως κεφαλή τον ενσαρκωμένο θείο Λόγο είναι προορισμένη να ζήσει εις τους αιώνας και «Πύλαι άδου ου κατασχύνουσι»[11]. Πολέμησε με πάθος υπολείμματα παλαιοτέρων αιρέσεων όπως οι Νοβατιανοί[12], οι Αρειανοί[13], οι οπαδοί του Μαρκίωνα[14], του μοναρχιανού Παύλου Σαμοσατέα[15]. Σχετικά μάλιστα με τους Νοβατιανούς ένας εκπρόσωπός τους ο ιστορικός Σωκράτης γράφει: «Ευθέως ουν Κύριλλος τας εν Αλεξανδρεία Ναυατιανών εκκλησίας αποκλείσας, πάντα μεν τα ιερά κειμήλια έλαβε, το δε επίσκοπον αυτών Θεόπεμπτον, πάντων ων είχε αφείλετο»[16].
Xαρακτηριστικά σκληρή και αδυσώπητη υπήρξε η στάση του απέναντι στους Εθνικούς[17], οι οποίοι ασκούσαν μεγάλη επίδραση στο χριστιανικό λαό, με τη μαγεία, την αστρολογία, τη δεισιδαιμονία, «……» και με την ύπαρξη κάποιου μαντείου στο Μένουθις στο οποίο λατρευόταν μία ψεύτικη θεά «η Κυρά»[18]. Επίσης πολέμησε τους Ιουδαίους, οι οποίοι ήταν γύρω στους 40.000 στην Αλεξάνδρεια. Έκλεισε τις συναγωγές τους και εξόρισε πολλούς από αυτούς. Η πολεμική του έναντι των Ιουδαίων τροφοδοτήθηκε κυρίως από τη μεροληπτική στάση του έπαρχου της πόλεως Ορέστη. Ο τελευταίος αν και δήλωνε χριστιανός, χαρακτηριζόταν συχνά από τους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας «θύτης και έλληνας», δηλαδή ειδωλολάτρης, εξαιτίας της άδικης συμπεριφοράς του απέναντι στους χριστιανούς, η οποία γινόταν αιτία για συνεχείς προστριβές μεταξύ χριστιανών και Ιουδαίων.
Oι Ιουδαίοι έχοντας την απροκάλυπτη στήριξη του έπαρχου Ορέστη ασκούσαν στυγνή τοκογλυφία απέναντι στους χριστιανούς, οι οποίοι μη δυνάμενοι να ανταποκριθούν στην απόσβεση των δανείων τους η των γενικοτέρων οφειλών τους κατέληγαν δούλοι και δημεύονταν η περιουσία τους. Για το λόγο αυτό οι Ιουδαίοι ήταν περισσότερο επικίνδυνοι για τον Κύριλλο από τους ειδωλολάτρες, γιατί οι πρώτοι απειλούσαν ολόκληρη την κοινωνική υπόσταση των χριστιανών ενώ οι τελευταίοι επιτελούσαν το έργο του μισόκαλου εχθρού με σκοπό την απώλεια της ψυχής των πιστών εν Χριστώ και τη ρίψη της στο βάθρο της απωλείας.[19]
Bασική πηγή για τα τεκταινόμενα της εποχής αποτελεί ο ιστορικός Σωκράτης, ο οποίος μάλιστα αναφέρθηκε ότι άνηκε στις τάξεις των Νοβατιανών. Αυτό προσδίδει μεγαλύτερη εγκυρότητα στα γραφόμενά του σχετικά με τον Άγιο Κύριλλο, μιας και δε μεροληπτούσε υπέρ του πατριάρχη Αλεξανδρείας, ως φιλικά προσκείμενος σε αυτόν. Ο Σωκράτης τονίζει ότι ο Ορέστης, αν και δήλωνε χριστιανός μισούσε φανατικά τους επισκόπους και θεωρούσε ότι ασκούσαν εξουσία και είχαν αρμοδιότητες δοσμένες από το αυτοκράτορα, τις οποίες δεν έπρεπε να έχουν: «εμίσει την δυναστείαν των επισκόπων, ότι παρηρούντο πολύ της εξουσίας των εκ βασιλέως άρχειν τεταγμένων»[20]. Δεν έχανε λοιπόν ευκαιρία να προσπαθήσει να εκθέσει τον πατριάρχη Αλεξανδρείας στα μάτια του λαού της Αλεξάνδρειας και να δημιουργήσει προστριβές μαζί του.
O Κύριλλος ως έξυπνος άνθρωπος που ήταν γνώριζε ότι έπρεπε να έχει καλές σχέσεις με τον Ορέστη. Προσπάθησε επομένως πολλές φορές να συμφιλιωθεί μαζί του χωρίς αποτέλεσμα. Η ρήξη τους έγινε αγεφύρωτη, όταν ο Ορέστης στράφηκε εναντίον του Ιέρακος, ανθρώπου της εμπιστοσύνης του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και του επέβαλε σκληρά μέτρα: «Ην δε εν αυτοίς τις ανήρ ονόματι Ιέραξ͵ ος γραμμάτων μεν των πεζών διδάσκαλος ην͵ διάπυρος δε ακροατής του επισκόπου Κυρίλλου καθεστώς͵ και περί το κρότους εν ταις διδασκαλίαις αυτού εγείρειν ην σπουδαιότατος. Τούτον τοίνυν τον Ιέρακα το πλήθος των Ιουδαίων εν τω θεάτρω θεασάμενοι κατεβόων ευθύς͵ ως δι΄ ουδέν άλλο παραβάλλει τω θεάτρω͵ η ίνα στάσιν τω δήμω εμβάλοι. … αρπάσας ουν τον Ιέρακα δημοσία εν τω θεάτρω βασάνοις υπέβαλλεν.»[21].
agios_kyrillos_aleksandreias
Το τελευταίο έδωσε την αφορμή να παραμεριστεί το παραπέτασμα της δήθεν καλής συνύπαρξης μεταξύ Ιουδαίων και χριστιανών και να εκδηλωθεί το απέραντο μίσος των Ιουδαίων για τους τελευταίους. Πολλοί από αυτούς φονεύτηκαν από τους Ιουδαίους με δόλιο τρόπο. Οι Ιουδαίοι μία νύκτα προκάλεσαν μεγάλες ταραχές διαδίδοντας τη φήμη ότι πυρπολούνταν ο ναός του Αγίου Αλεξάνδρου. Τρέχοντας οι χριστιανοί να σώσουν τον ναό έπεσαν σε ενέδρα των Ιουδαίων οι οποίοι και φόνευσαν πολλούς. Τότε ήταν που ο Κύριλλος στράφηκε εναντίον τους, έχοντας την άδεια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β΄[22]. Έκλεισε τις συναγωγές τους, όπως προαναφέρθηκε, πήρε αυστηρά μέτρα εναντίον τους και βοηθούμενος από τον λαό απέλασε τους Ιουδαίους από την Αλεξάνδρεια, δημεύοντας και την περιουσία των πρωτουργών των δολοφονιών έναντι των χριστιανών.
Tο μίσος του έπαρχου Ορέστη απέναντι στον Κύριλλο λέγεται ότι το κρατούσε άσβεστο και η Υπατία, θυγατέρα του φιλοσόφου Θέωνος, που προκαλούσε όλη την προσοχή της πόλεως με τη σοφία της. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να φέρουμε ως μαρτυρία τα λόγια του ιστορικού Σωκράτους «επειδή γαρ συνετύγχανε συχνότερον τω Ορέστη, διαβολήν τούτο εκίνησε κατ’ αυτής παρά τω της Εκκλησίας λαώ, ως άρα είη αύτη μη συγχωρούσα τον Ορέστην εις φιλίαν τω Επισκόπω συμβήναι»[23]. Οι σχέσεις του Ορέστη με τον Κύριλλο είχαν κλυδωνιστεί στον ύψιστο βαθμό. Το τελικό χτύπημα για να γίνει το χάσμα αγεφύρωτο μεταξύ του Πατριάρχη και του Έπαρχου της Αλεξάνδρειας υπήρξε ο βασανισμός και η καταδίκη σε θάνατο ενός μοναχού από τη Νιτρία, του Αμμωνίου.
Aυτός, γεμάτος από τυφλό ζήλο για να υπερασπιστεί τον Πατριάρχη του μαζί με άλλους μοναχούς, επιτέθηκαν φραστικά στον Ορέστη. Δυστυχώς η επίθεση δεν έμεινε μόνο στα λόγια αλλά προέβηκε και στο χτύπημα της κεφαλής του Ορέστη από μία πέτρα. Το αποτέλεσμα ήταν η σύλληψη, ο βασανισμός και η θανάτωση του Αμμωνίου. Ο Κύριλλος πήρε το νεκρό σώμα του Αμμωνίου και το έθαψε με τιμές μάρτυρα. Κάτι που εξαγρίωσε περισσότερο τον Ορέστη: «του δε Αμμωνίου το σώμα αναλαβών και εν μια των εκκλησιών αποθέμενος͵ όνομα έτερον αυτώ επιθείς Θαυμάσιον επεκάλεσε͵ και μάρτυρα χρηματίζειν εκέλευσεν͵ εγκωμιάζων αυτού επ’ εκκλησίας το φρόνημα͵ ως αγώνα υπέρ ευσεβείας ανελομένου»[24].
Δυστυχώς αυτή η διαμάχη μεταξύ Κυρίλλου και Έπαρχου είχε και άλλο θύμα εκτός του Αμμωνίου. Τυφλωμένος από την οργή ο όχλος από μερικούς χριστιανούς με πρωτοστάτη τον αναγνώστη Πέτρο κατά τη μαρτυρία του Σωκράτους του Σχολαστικού[25] επιτέθηκε και σκότωσε την Υπατία στις 15 Μαρτίου το 415. Λέγεται ότι ο όχλος είχε επηρεαστεί από ένα φλογερό κήρυγμα του Αγίου Κυρίλλου. Δεν κατηγορείται ποτέ από κανένα σύγχρoνό του ως ηθικός αυτουργός για το φόνο. Η κατηγορία αυτή του προσάφθηκε πολύ αργότερα από κάποιος ψευδοϊστορικούς.
Σημαντικό μερίδιο ευθύνης στη δολοφονία της φιλοσόφου είχαν και οι «παραβαλανείς», οι οποίοι αποτελούσαν ιδιαίτερη οργάνωση, ασχολούμενοι με έργα φιλανθρωπίας και παρέμειναν κοντά στο εκκλησιαστικό βαλανείο, από όπου πήραν και το όνομά τους.[26] Ο ιστορικός Σωκράτης σημειώνει ότι ήταν επιρρεπείς σε κοινωνικές αναταραχές «ο των Αλεξανδρέων δήμος πλέον των άλλων δήμων χαίρει ταις στάσεσι· ει δε πότε και προφάσεως λάβηται εις αφόρητα καταστρέφει κακά· δίχα γαρ αίματος παύεται της ορμής»[27].
Η γενικότερη στάση τους δικαιολογεί το νόμο που εκδόθηκε περί των κληρικών και των «παραβαλάνων» της Αλεξάνδρειας στις 28 Σεπτεμβρίου 416 από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’. Οι «παραβαλάνοι»[28], ήταν ένα ειδικό σώμα 500 ανδρών, το οποίο ήταν κάτω από τις εντολές του εκάστου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας. Υπήχθησαν όμως δια του αυτού νόμου υπό την δικαιοδοσία του έπαρχου Αλεξανδρείας. Ως δικαιολογία της μεταβολής αυτής υπήρξε ότι το σώμα αυτό ενέσπειρε τον τρόμο και τη φρίκη στην Αλεξάνδρεια δια των αταξιών αυτού, εν αγνοία του Πατριάρχη. Ο λαός της Αλεξάνδρειας ζήτησε από τον αυτοκράτορα, στέλνοντάς του πρεσβεία, να λάβει τα μέτρα του κατά των παραβαλάνων. Αντίθετα, πουθενά δεν αναφέρεται ότι κατηγόρησαν τον Πατριάρχη τους για τις ταραχές που γίνονταν αλλά ούτε και για το φόνο της Υπατίας, ο οποίος απουσίαζε από την Αλεξάνδρεια την περίοδο του φόνου.
Ο Κύριλλος ήταν άξιος διάδοχος του πατριαρχικού θρόνου του Μεγάλου Αθανασίου. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να φέρει την ειρήνη ανάμεσα στο λαό της Αλεξάνδρειας. Αυτό όμως δεν τον έκανε δουλοπρεπή απέναντι στην πολιτική εξουσία· αντίθετα, «δε δίστασε να υψώσει τη φωνή του όταν έβλεπε ότι απειλούνταν τα συμφέροντα της Εκκλησίας αλλά και των χριστιανών της Αλεξάνδρειας. Το έργο και η φήμη του γρήγορα απλώθηκαν σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Η αγάπη του για την Εκκλησία ήταν η ασπίδα του εναντίον οποιασδήποτε απειλής απ’ όπου αυτή και αν προερχόταν.
Στα μετέπειτα χρόνια δε δίστασε να εναντιωθεί με σθένος στη δογματική κακοδοξία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου[29]. Έφτασε στο σημείο να δει ο ίδιος τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, παρόλα τα εμπόδια που είχε να αντιμετωπίσει[30] και να του εκθέσει τις πλάνες του Νεστορίου, που αποτελούσαν αγκάθι για τη χριστολογία της Εκκλησίας. Φυσικά δεν αρκέστηκε μόνο στο να συναντήσει το Θεοδόσιο. Με επιστολές του είχε πληροφορήσει τις βασίλισσες[31], οι οποίες ήταν δυναμικότερου χαρακτήρα από τον αυτοκράτορα. Τέλος, οργάνωσε το 431 την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο και πέτυχε την καταδίκη του Νεστοριανισμού. Η δικαίωσή του έρχεται με την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα το 451, επτά χρόνια από την κοίμησή του.
Ποιμένες σαν τον Κύριλλο έδειξαν ότι οι άρχοντες της Εκκλησίας δεν πρέπει να έχουν ως αποκλειστική ενασχόλησή τους τα της Εκκλησίας, αλλά και να στέκονται άγρυπνοι θεματοφύλακες των εθνικών και των θρησκευτικών συμφερόντων της χώρας υψώνοντας τη φωνή τους ακόμη και στον ίδιο τον αυτοκράτορα, τον εκάστοτε άρχοντα κάθε εποχής, προκειμένου να τον προφυλάξουν από εκούσια η ακούσια σφάλματά του. Φυσικά δεν πρέπει να φτάνουν στο άλλο άκρο να ανακατεύονται σε όλα τα πολιτικά πράγματα και να θέλουν να επιβάλουν την άποψη τους στον εκάστοτε κυβερνήτη (παποκαισαρισμός), γιατί τότε τυφλώνονται από την εξουσία μεθάνε και γίνονται υπηρέτες του Μαμωνά και όχι λειτουργοί του Θεού.
Υποσημειώσεις:
[1] Mansi, V, 725.
[2]Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7, 7, PG 67, 749C-762A. Θεοδωρήτου Κύρου, Εκκλησιαστική Ιστορία 5, 40 PG 83, 1277D. Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλησιαστική Ιστορία 15,14 PG 146, 1100A- 1104A. Mansi IV, 1464. Ed. Schwartz I, I, 3 σ. 75. Χρ. Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1933, σ. 264. Α. Θεοδώρου, Η Χριστολογική Ορολογία και Διδασκαλία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Θεοδωρήτου Κύρου, Αθήνα 1955, σ. 37. Χρ. Κρικώνη, «Κύριλλος Αλεξανδρείας και η Χριστολογική διδασκαλία του», Πρακτικά ΙΘ΄ Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ», Θεσσαλονίκη 1999, σ. 236.
[3] Βλ. Σχετικά Κ. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 2, Αθήνα 2004, σσ. 231 -258. Συναφώς βλ. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β, Αθήνα 1990, σσ. 666-682. Ηλ. Μουτσούλα, «Αλεξανδρινοί Συγγραφείς Δ΄ αι. Α Σεραπίων Θμούεως. Β Δίδυμος ο Αλεξανδρεύς», ανάτυπο, Αθήνα 1971, σσ. 17-51. W. Gauche, Didymus the Blind; an Educator of the 4th century, Washington 1934.
[4]Η επιστολή του ιερού Κυρίλλου (λατινιστί), στον τόμο 77 της PG (389-390) η οποία απευθύνεται στην Υπατία και της εκθέτει τα προβλήματα που έχουν προκύψει από τη διένεξη του Νεστορίου με τον Κύριλλο είναι νόθα. Εξάλλου ο Κύριλλος δεν θα μιλούσε αναλυτικά για ένα δογματικό θέμα, όπως το Χριστολογικό, σε κάποιον που δεν ήταν μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Αφού θα ήταν αδύνατο να κατανοήσει κάποιος θέματα δογματικής διδασκαλίας χωρίς να έχει το κατάλληλο θεολογικό υπόβαθρο. Πρβλ. Χρ. Παπαδοπούλου, Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1933, σ. 264 -266.
[5]Βλ. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β, Αθήνα 1990, σσ. 263-326. Του ιδίου, «Ο Άγιος Αθανάσιος Αλεξανδρείας, σταθμός μέγας εν τη θεολογία της Εκκλησίας», ανάτυπο εκ της Θεολογίας (1974), σσ. 102-128. F. L. Cross, The Study of St. Athanasius, Oxford 1945. Κ. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 2, Αθήνα 2004, σσ. 179-222.
[6] Βλ. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β΄, Αθήνα 1990, σσ. 355-407, 475-529, 590-632, 637-642..
[7] The international cyclopaedia – a compendium of human Knowledge, revised with large additions, vol. IV, New York 1899, p. 256.
[8] Π.Κ. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Δ, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 340 κ.ε.
[9] Χρ. Κρικώνη, «Κύριλλος Αλεξανδρείας και η Χριστολογική διδασκαλία του», Πρακτικά ΙΘ Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ», Θεσσαλονίκη 1999, σ. 240.
[10] Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ἱστορία Α, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 19964, σ. 206.
[11] Ματθ. 16, 18.
[12]Πρβλ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εορταστική Ομιλία 8, 9. PG 77, 565 – 577, 681 – 692, 1060- 1064. Πρβλ. Κ.Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 1, Αθήνα 1998, σσ. 335-338. Βλ. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία Α, Αθήναι 1992, σσ. 296-299. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Α, Ἀθήνα 1991, σσ. 423-426. H. Weyer, Novatianus de Trinitate, Düsseldorf 1962.
[13] Πρβλ. Κ.Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 2, Αθήνα 2004, σσ. 97-120. Βλ. Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία Α, Ἀθῆναι 1992, σσ. 377-398. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β, Ἀθήνα 1990, σσ. 114-119.
[14]Πρβλ. Κ. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 1, Αθήνα 1998, σσ. 278, 324 κ.ε. Βλ. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία Α, Αθήναι 1992, σσ. 159-162. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Α΄, Αθήνα 19912, σσ. 142-143.
[15]Πρβλ. Κ. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων 1, Αθήνα 1998, σσ. 470-472.. Σ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Α΄, Αθήνα 19912, σσ. 461-464. Βλ. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία Α, Αθήναι 1992, σσ. 244-245..
[16] Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7,7 PG 67, 752A.
[17] Χρ. Κρικώνη, «Κύριλλος Αλεξανδρείας και η Χριστολογική διδασκαλία του», Πρακτικά ΙΘ Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ», Θεσσαλονίκη 1999, σ. 241.
[18] Πρβλ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ομιλία 3, PG 77, 1105Α. Συναφώς βλ. Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Το εγκώμιον εις τους αγίους Κύρον και Ιωάννην, PG 87, 3, 3409-3412: «Δαίμων ακάθαρτος επεφαίνετο εν είδει θηλείας ποιών φαντασίας πολλάς και μαντείας δοκών λέγειν, μηδέν εχούσας αληθές και επιταγάς τινων φαρμάκων τερατευόμενος, μηδέ παντάπασιν ωφελών, αλλά τούτοις εις απώλειαν εφελκόμενος… πολλούς το ειδεχθές τούτο δαιμόνιον ταις απάταις παρέσυρε και προσκαλείσθαι αυτού τω βωμώ ελπίδι ρήσεως η προφητείας ανέπειθεν ου μόνον απιστούσι και πάντη τους αυτού προσκειμένους κελεύσμασιν αλλά και πιστούς του Χριστού σύμβολα φέροντες».
[19] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εορταστική Ομιλία 1ε, PG 77, 417-424, 513, 516, 529, 853, 586, 860-873, 896-901, 1057-1060.
[20] Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7, 7, 13, PG 67, 764A.
[21] Αυτόθι, 7,13-34. PG 67, 761C-764C.
[22] Χρ. Παπαδοπούλου, Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεια 1933, σ. 279.
[23]Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7, 15, PG 67, 768. Πρβλ. Νικηφόρου Καλλίστου, Εκκλησιαστική Ιστορία 14, 16. PG 146, 1105C-1108B.
[24] Αυτόθι, 14, 24-28. PG 67, 773.
[25] Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7, 15, PG 67, 761Α.
[26] Χρ. Κρικώνη, «Κύριλλος Αλεξανδρείας και η Χριστολογική διδασκαλία του», Πρακτικά ΙΘ΄ Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα «Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ», Θεσσαλονίκη 1999, σ. 244.
[27] Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία 7, 15. PG 76, 761A.
[28] Βλ. Δεσπ. Μιχάλαγα, «Οι παραβαλανείς ως φορείς κοινωνικής αντίληψης των πρώτων χριστιανικών αιώνων», ΕΕΘΣΠΑ 34 (1999) 523-554.
[29] Βλ. Σ. Παπαδοπούλου, Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Αθήνα 2004, σσ. 32-38, 144-142, 154-157, 166-172, 184-190, 339-351. The international cyclopaedia – a compendium of human knowledge revised with large additions, vol. X, New York 1899, p. 409- 410.
[30] Επειδή τον εμπόδιζαν οι άνθρωποι του Νεστορίου να συναντήσει τον αυτοκράτορα, εκείνος ντύθηκε ζητιάνος και παρουσιάστηκε μπροστά στον αυτοκράτορα τη στιγμή που δεν το περίμενε κανείς.
[31] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Λόγος προσφωνητικός ταις ευσεβεστάταις βασιλίσσαις, περί ορθής πίστεως, PG 76, 1201- 1420.

Πεμπτουσία-1 και –2

Re: Ο άγιος Κύριλλος και η φιλόσοφος Υπατία

2
Εικόνα
Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἔχει κατασυκοφαντηθεῖ στὴ Δύση ἀπὸ πολλοὺς ἀστήρικτους δῆθεν ἱστορικούς, καὶ τὸν τελευταῖο καιρὸ συκοφαντεῖται εἰδικὰ στὴν Ἑλλάδα, ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, τοὺς ἀθεϊστὲς καὶ ἀκραῖες προτεσταντικὲς ὁμάδες, ὡς ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ἀπάνθρωπη πολιτικὴ δολοφονία μιᾶς περιφανοῦς φιλοσόφου, ποὺ ὀνομαζόταν Ὑπατία, κατὰ τὸ ἔτος 415. Προσπαθοῦν νὰ τὸν παρουσιάσουν ὡς «φονέα» χωρὶς καμία ἀπολύτως ἀπόδειξη, ἁπλούστατα διότι δὲν ὑπάρχει ἀπόδειξη! Δὲν θὰ ἀγνοήσουμε ὅμως τὴν πρόκληση αὐτή, διότι ἂν καὶ δὲν ὑπάρχουν στοιχεῖα ἐναντίον τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, ὑπάρχουν στοιχεῖα ὑπέρ του. Θὰ παραθέσουμε λοιπὸν τὶς ἱστορικὲς ἀποδείξεις τῆς περιόδου ἐκείνης, μὲ τὰ γεγονότα τῆς Ἀλεξάνδρειας γύρω ἀπὸ τὸν τραγικὸ θάνατο τῆς Ὑπατίας. Ἐδῶ θὰ γίνει ἕνα ξεκαθάρισμα τῶν γεγονότων ποὺ ὁδήγησαν στὸν ἄδικο χαμὸ μίας φιλοσόφου, τῆς ὀνομαστῆς Ὑπατίας. Ὁ φόνος τῆς Ὑπατίας, βαρύνει ἀποκλειστικὰ τοὺς αὐτουργοὺς τοῦ ἐγκλήματος. Οἱ ἄστοχες «βολὲς» κάποιων νέο – Ἐθνικῶν ποὺ θέλουν νὰ μπλέξουν τὸν Ἅγιο Κύριλλο σὲ αὐτὰ τὰ γεγονότα δὲν εὐσταθοῦν ἱστορικῶς. Τὸ δυστυχέστερο πάντως εἶναι ὅτι ἡ ἀπώλεια τῆς Ὑπατίας δὲν ἦταν τὸ μοναδικὸ ἄσχημο γεγονὸς ἐκείνης τῆς περιόδου. Ἡ κατάσταση ἦταν συχνὰ ἐκτὸς ὁρίων κοινωνικῆς εἰρήνης, ἀφοῦ σὲ αὐτὴν τὴν μεγαλούπολη ἀνακατεύονταν, ὄχι πάντα ἁρμονικά, διάφοροι πληθυσμοὶ μὲ πολὺ διαφορετικὸ πολιτισμικὸ ὑπόβαθρο. Ἐθνικοί, Ὀρθόδοξοι, Μονοφυσίτες, Ἰουδαῖοι κ.ἄ. Διάδοχος τοῦ Πατριάρχη Θεόφιλου ἀναγορεύθηκε ὁ ἀνεψιὸς αὐτοῦ Κύριλλος, ἀρχιερέας ἀπὸ τὸ ἔτος 412 μέχρι τοῦ θανάτου του, τὸ 444. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς ἐκλογῆς του καταπολέμησε τοὺς ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Νοβατιανοὺς καὶ τοὺς Ἰουδαίους (Σωκράτης Σχολαστικός, ζ´ 7-13). Παρὰ τὰ ἐπὶ Θεοφίλου συμβάντα, στὴν Ἀλεξάνδρεια ὑπῆρχαν ἀκόμη ἀρκετοὶ Ἐθνικοὶ καὶ στὸν Κάνωπο. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος μετακόμισε ἐκεῖ (Ἀμπουκὺρ) τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου καὶ τοποθέτησε αὐτὰ στὸν ὑπὸ τοῦ Θεοφίλου ἀνεγερθέντα ναὸ τῶν Εὐαγγελιστῶν. Ἔκτοτε μέγα προσκύνημα ἀπέβη ὁ ναὸς αὐτός. Ἐκεῖ συνεχῶς ὁ Κύριλλος τελοῦσε τὴν θεία λειτουργία καὶ κήρυττε τὸν θεῖο λόγο. Ἡ εἰδωλολατρεία ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὸν Κάνωπο. Ἀλλὰ στὴν Ἀλεξάνδρεια οἱ Ἐθνικοὶ στηρίζονταν στὴ φιλόσοφο Ὑπατία, θυγατέρα τοῦ φιλοσόφου Θέωνος, ποὺ προκαλοῦσε ὅλη τὴν προσοχὴ τῆς πόλεως μὲ τὴν σοφία της. Ὁ Συνέσιος διαπρεπὴς ἐπίσκοπος Πτολεμαΐδος ἔγραφε ἐπιστολὲς πρὸς αὐτήν, μαρτυρώντας τὸν γενικὸ θαυμασμὸ πρὸς τὴν σοφὴ αὐτὴ γυναίκα. Ὑπῆρχαν ὅμως καὶ πολλοὶ Χριστιανοί, ποὺ ἔβλεπαν τὴν Ὑπατία δυσμενῶς. Πολυάριθμοι δὲ ἦταν καὶ οἱ Ἰουδαῖοι στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ διάφορα μέτρα τοῦ Κυρίλλου κατ᾿ αὐτῶν εὕρισκαν ἀντιμέτωπο τὸν τότε ἔπαρχο τῆς Ἀλεξάνδρειας Ὀρέστη, ὁ ὁποῖος διέκειτο ἐχθρικὰ πρὸς τὸν ἱεράρχη. Μὲ ὑπόδειξη τῶν Ἰουδαίων ὁ Ὀρέστης συνέλαβε τὸν γραμματικὸ Ἱέρακα, φίλο του Ἁγίου Κυρίλλου, ὡς διακείμενο νὰ πράξει στάση τοῦ λαοῦ καὶ διέταξε νὰ μαστιγωθεῖ. Μάταια ὁ Κύριλλος εἰδοποίησε τοὺς προύχοντες τῶν Ἰουδαίων νὰ μὴν προκαλοῦν τέτοια ἐπεισόδια. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι ἀποθρασύνθηκαν καὶ τὴν νύχτα προκάλεσαν μεγάλες ταραχὲς διαδίδοντας τὴν φήμη ὅτι πυρπολοῦνταν ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου. Τρέχοντας οἱ Χριστιανοὶ νὰ σώσουν τὸν ναὸ ἔπεσαν σὲ ἐνέδρα τῶν Ἰουδαίων οἱ ὁποῖοι καὶ φόνευσαν πολλούς. Ὁ ἅγιος Κύριλλος τὴν ἄλλη μέρα κατέσχε τὶς συναγωγὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ βοηθούμενος ἀπὸ τὸν λαὸ ἀπέλασε τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, δημεύοντας καὶ τὴν περιουσία τῶν πρωτουργῶν τῶν δολοφονιῶν ἔναντι τῶν χριστιανῶν. Ὁ Κύριλλος ὅπως φαίνεται ἐνήργησε βάσει εἰδικῶν δικαιωμάτων τοῦ πάπα Ἀλεξανδρείας. Ἀλλὰ ὁ ἔπαρχος Ὀρέστης διαμαρτυρήθηκε πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β´ καὶ μάταια ὁ Κύριλλος μὲ πρεσβεία καὶ μὲ προσωπικὴ συντυχίας ζήτησε νὰ ὁμιλήσει μὲ τὸν πρῶτον, διότι ἐκεῖνος δὲν τὸν δεχόταν. Ὁ Ὀρέστης ἀγέρωχα ἀπέκρουε κάθε συνδιαλλαγή, τηρώντας συνεχῶς στάση ἐχθρικότατη πρὸς τὸν Κύριλλο. Τότε, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς μοναχούς της Νιτρίας ἐξ ἀλόγου ζήλου κινούμενοι ἦλθαν στὴν Ἀλεξάνδρεια νὰ ὑπερασπίσουν τὸν ἐπίσκοπο κατὰ τοῦ ἐπάρχου. Μία μέρα ἀφοῦ τὸν ἐπισκέφτηκαν ἄρχισαν νὰ τὸν ἀποκαλοῦσαν εἰδωλολάτρη, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀποδιώκοντας τὴν ἐπίθεση στὸν Κύριλλο, ἔλεγε διαμαρτυρόμενος ὅτι βαπτίστηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Ἀττικό. Ἕνας ἐκ τῶν μοναχῶν ὁ Ἀμμώνιος ἔῤῥιψε μία πέτρα στὸ κεφάλι τοῦ Ὀρέστη τραυματίζοντάς τον καὶ προκαλώντας πανικὸ τῶν παρευρισκομένων. Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο, ὁ Ἀμμώνιος συλλαμβάνεται βασανίζεται καὶ στὴν ἀνάκριση πεθαίνει. Ὁ Κύριλλος πῆρε τὸν Ἀμμώνιο καὶ τὸν ὀνόμασε μάρτυρα, μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴ φρικτὴ δολοφονία του στὰ χέρια τῶν εἰδωλολατρῶν. Δυστυχῶς αὐτὴ ἡ ἀσυμφωνία Κυρίλλου καὶ Ἐπάρχου εἶχε κι ἄλλο θύμα ἐκτὸς τοῦ Ἀμμωνίου· τὴν περίφημη Ὑπατία. Ἐπειδὴ σὲ αὐτὴν μαθήτευε ὁ Ὀρέστης καὶ ἐπειδὴ νομίσθηκε ἀπὸ τὸ πλῆθος ὅτι αὐτὴ ὑπέθαλπε τὸ μίσος τοῦ Ὀρέστη κατὰ τοῦ ἐπισκόπου, μίαν ἡμέρα τοῦ Μαρτίου 416 ἢ 415, ἐπιστρέφοντας ἐπὶ δίφρου στὸν οἶκο της, ἕνας ὄχλος φανατικῶν τὴν συνέλαβε καὶ ἀφοῦ ἐν ἀλαλαγμῷ τὴν ἔσυρε στὸ Καισάρειο, γδύνοντάς την, μὲ ὄστρακα σκληρὰ τὴν ἔγδαραν φονεύοντας καὶ διασπώντας της τὰ μέλη. Ἔπειτα τὴν ἔσυραν στὴν τοποθεσία Κιναρῶνα καὶ τὴν ἔκαψαν. Ὁ φόνος τῆς Ὑπατίας περιγράφεται στὰ γραπτὰ τοῦ ἱστορικοῦ τοῦ 5ου αἰώνα Σωκράτους τοῦ Σχολαστικοῦ μὲ ἀποτροπιασμό: Περὶ Ὑπατίας τῆς Φιλοσόφου. Ἦν τις γυνὴ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ, τοὔνομα Ὑπατία· αὕτη Θέωνος μὲν τοῦ φιλοσόφου θυγάτηρ ἦν· ἐπὶ τοσοῦτον δὲ προὔβη παιδείας, ὡς ὑπερακοντίσαι τοὺς κατ᾿ αὐτὴν φιλοσόφους, τὴν δὲ Πλατωνικὴν ἀπὸ Πλωτίνου καταγομένην διατριβὴν διαδέξασθαι, καὶ πάντα τὰ φιλόσοφα μαθήματα τοῖς βουλομένοις ἐκτίθεσθαι· διὸ καὶ οἱ πανταχόθεν φιλοσοφεῖν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ᾿ αὐτήν. Διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῇ ἐκ τῆς παιδεύσεως σεμνὴν παῤῥησίαν καὶ τοῖς ἄρχουσι σωφρόνως εἰς πρόσωπον ἤρχετο· καὶ οὐκ ἦν τις αἰσχύνη ἐν μέσῳ ἀνδρῶν παρεῖναι αὐτήν· πάντες γὰρ δι᾿ ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αὐτὴν ᾐδοῦντο καὶ κατεπλήττοντο. Κατὰ δὴ ταύτης τότε ὁ φθόνος ὡπλίσατο· ἐπεὶ γὰρ συνετύγχανε συχνότερον τῷ Ὀρέστῃ, διαβολὴν τοῦτ᾿ ἐκίνησε κατ᾿ αὐτῆς παρὰ τῷ τῆς ἐκκλησίας λαῷ, ὡς ἄρα εἴη αὕτη ἡ μὴ συγχωροῦσα τὸν Ὀρέστην εἰς φιλίαν τῷ ἐπισκόπῳ συμβῆναι. Καὶ δὴ συμφρονήσαντες ἄνδρες τὸ φρόνημα ἔνθερμοι, ὧν ἡγεῖτο Πέτρος τις ἀναγνώστης, ἐπιτηροῦσι τὴν ἄνθρωπον ἐπανιοῦσαν ἐπὶ οἰκίαν ποθέν· καὶ ἐκ τοῦ δίφρου ἐκβαλόντες, ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν ᾗ ἐπώνυμον Καισάριον συνέλκουσιν, ἀποδύσαντές τε τὴν ἐσθῆτα ὀστράκοις ἀνεῖλον· καὶ μεληδὸν διασπάσαντες, ἐπὶ τὸν καλούμενον Κιναρῶνα τὰ μέλη συνάραντες πυρὶ κατηνάλωσαν. Τοῦτο οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλῳ καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίᾳ εἰργάσατο· ἀλλότριον γὰρ παντελῶς τῶν φρονούντων τὰ Χριστοῦ φόνοι καὶ μάχαι καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Καὶ ταῦτα πέπρακται τῷ τετάρτῳ ἔτει τῆς Κυρίλλου ἐπισκοπῆς, ἐν ὑπατείᾳ Ὁνωρίου τὸ δέκατον, καὶ Θεοδοσίου τὸ ἕκτον, ἐν μηνὶ Μαρτίῳ, νηστειῶν οὐσῶν. [Socrates Scholasticus Hist.: Historia ecclesiastica, βιβλίον Ζ´] Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὴν σέβονταν καὶ τὴν θαύμαζαν γιὰ τὴν ἁπλὴ ταπεινοφροσύνη τοῦ νοῦ της. Ὡστόσο, πολλοὶ μὲ πεῖσμα τὴν ζήλευαν καὶ ἐπειδὴ συχνὰ συναντοῦσε καὶ εἶχε μεγάλη οἰκειότητα μὲ τὸν Ὀρέστη, ὁ λαὸς τὴν κατηγόρησε ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ αἰτία ποὺ ὁ Ἐπίσκοπος καὶ ὁ Ὀρέστης δὲν γίνονταν φίλοι. Μὲ λίγα λόγια, ὁρισμένοι πεισματάρηδες καὶ ἀπερίσκεπτοι μὲ ὑποκινητὴ καὶ ἀρχηγό τους τὸν ἀναγνώστη Πέτρο, παρακολουθοῦσαν αὐτὴ τὴ γυναίκα νὰ ἐπιστρέφει σπίτι τῆς γυρνώντας ἀπὸ κάπου. Τὴν κατέβασαν μὲ τὴ βία ἀπὸ τὴν ἅμαξά της, τὴν μετέφεραν στὴν Ἐκκλησία ποὺ ὀνομαζόταν Caesarium, τὴν γύμνωσαν ἐντελῶς, τῆς ἔσκισαν τὸ δέρμα καὶ ἔκοψαν τὶς σάρκες τοῦ σώματός της μὲ κοφτερὰ κοχύλια μέχρι ποὺ ξεψύχησε, διαμέλισαν τὸ σῶμα της, ἔφεραν τὰ μέλη της σὲ ἕνα μέρος ποὺ ὀνομαζόταν Κίναρον καὶ τὰ ἔκαψαν. Συμπέρασμα: Βλέποντας τὰ στοιχεῖα τῆς περιόδου παρατηροῦμε ὅτι ὁ Ὀρέστης ἐνεργοῦσε σὰν Ἐθνικὸς ἔναντι τοῦ Κυρίλλου καὶ ὅλα αὐτὰ ὑπὸ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοδοσίου! Καὶ μάλιστα ὑπὲρ τῶν Ἰουδαίων μέν, ἐναντίον δὲ τῶν Χριστιανῶν. Ποῦ εἶναι ἄραγε αὐτὴ ἡ σύμπραξη Ἰουδαϊσμοῦ – Χριστιανισμοῦ κατὰ τὸ περίφημο «ἐθνικὸ ἐπιχείρημα» Ἰουδαιο-Χριστιανισμός; Ποῦ εἶναι ἄραγε αὐτὴ ἡ ἀπόλυτη προστασία τῶν χριστιανῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς ἐχθρικὲς πράξεις τῶν Ἐθνικῶν ἢ ἀνάποδα; Ποῦ εἶναι τὸ ὁλοκληρωτικὸ «κυνηγητὸ» τῶν Ἐθνικῶν ἀπὸ τὸν χριστιανὸ αὐτοκράτορα Θεοδόσιο; Γιατί ὁ Κύριλλος δὲν ἀπευθύνεται στὸν Θεοδόσιο ὥστε νὰ παρακαμφθεῖ ὁ Ὀρέστης ἐφόσον ἡ ἐκκλησία ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ μὲ τοὺς αὐτοκράτορες; (ἄποψη Ἐθνικῶν) Ἀντιθέτως ἐδῶ βλέπουμε τὸν Ὀρέστη πάμπολλες φορὲς νὰ κινεῖται ὄχι μόνο ἐναντίον τοῦ Κυρίλλου, ἀλλὰ κυρίως ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἀλεξανδρείας. Ἂς μὴ μᾶς διαφεύγει τὸ ὅτι πέρασαν πολὺ λίγα χρόνια ἀπὸ τὸ πέρας τῶν Ἐθνικῶν διωγμῶν καὶ τὰ πνεύματα εἶναι ἀκόμη πολὺ ἀναμμένα (νωπὲς μνῆμες ἀπωλειῶν συγγενῶν, παρουσία δοσιλόγων στοὺς διῶκτες κ.ἄ.) Οἱ ἀπόψεις περὶ Ἰουδαϊκῆς ἀνάμειξης δὲν εἶναι καθόλου ἀπίθανες, ἀλλὰ ἀντιθέτως εὐσταθοῦν ἱστορικὰ ἀπολύτως· ἄλλωστε ἡ Ἰουδαϊκὴ ἑλληνόφωνη παροικία στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀριθμοῦσε πολυπληθῆ μέλη. Ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἐπίσης ὑπάρχει συνεχὴς αἱματοχυσία μεταξὺ Ἑβραίων καὶ Χριστιανῶν (βλέπε καὶ σφαγὴ 250.000 χριστιανῶν στὴν Κύπρο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους) καὶ αὐτὴ ἡ αἱματοχυσία θὰ συνεχισθεῖ δυστυχῶς καὶ ἀργότερα. Ἐπίσης ἕνεκα διαφορῶν τῶν Χριστιανῶν καὶ τῶν Ἰουδαίων, σημειώθηκε στάση κατὰ τοῦ Ὀρέστη τὸ 415, μόλις ἕνα χρόνο νωρίτερα ἀπὸ τὸ θάνατο τῆς δύστυχης Ὑπατίας. Ὁ Ἑβραϊσμὸς ἦταν πάντοτε ἐχθρὸς μὲ τὸν Χριστιανισμό, διότι ὁ τελευταῖος σπίλωνε τοὺς Ἰουδαίους. Τὸ τραγικότατο αὐτὸ γεγονὸς ἀναμφίβολα καταλύπησε τὸν Ἅγιο Κύριλλο, ἀλλὰ αὐτὸς κατηγορήθηκε ὅτι ὑποκίνησε τὸν ὄχλο. Τὴν κατηγορία αὐτὴν διατύπωσε μετὰ ἀπὸ ἕναν αἰώνα ὁ ἀκμάζων Ἐθνικὸς φιλόσοφος Δαμάσκιος, μὰ δίχως ἀποδείξεις. Ὁ δυσμενῶς διακείμενος πρὸς τὸν Κύριλλο ἐκκλησιαστικὸς ἱστορικὸς Σωκράτης (ζ´ 15) μᾶς πληροφόρησε ὅτι ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ ὄχλου ποὺ δολοφόνησε τὴν Ὑπατία ἦταν ὁ ἀναγνώστης Πέτρος καὶ ὅτι αὐτὸ τὸ γεγονὸς «οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλῳ καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίᾳ εἰργάσατο», δὲν εἶπε ὅμως ὅτι ὁ Κύριλλος ἦταν ὁ αἴτιος τοῦ φόνου τῆς Ὑπατίας. Ἐν τούτοις, τὸ ἔγκλημα παραμένει ἔγκλημα. Ἀλλὰ ἀπὸ τὶς 28 Σεπτεμβρίου 416 ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β´ νόμος περὶ τῶν κληρικῶν καὶ τῶν «παραβαλάνων» τῆς Ἀλεξανδρείας. Οἱ «παραβαλανεῖς», ἀποτελοῦντες εἰδικὸ σῶμα 500 ἀνδρῶν εὑρισκόμενο ὑπὸ τῆς ἐντολὲς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας ὑπήχθησαν διὰ τοῦ αὐτοῦ νόμου ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία τοῦ ἐπάρχου Ἀλεξανδρείας. Ὡς δικαιολογία τῆς μεταβολῆς αὐτῆς ἦταν ὅτι τὸ σῶμα αὐτὸ ἐνέσπειρε τὸν τρόμο καὶ τὴν φρίκη στὴν Ἀλεξάνδρεια διὰ τῶν ἀταξιῶν αὐτοῦ. Ὁ λαὸς τῆς Ἀλεξάνδρειας ζήτησε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα στέλνοντάς του πρεσβεία νὰ λάβει τὰ μέτρα του κατὰ τῶν παραβαλάνων. Εἶναι προφανὲς ὅτι τὸ διάβημα αὐτὸ ἀφοροῦσε τὰ γεγονότα τῆς Ὑπατίας. Ἀλλὰ ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι ἡ πρεσβεία αὐτὴ τοῦ λαοῦ ζήτησε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα ὅπως διατάξει ὥστε νὰ μὴν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπός τους Κύριλλος. Ἡ αἴτηση αὐτὴ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὅταν ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύριλλος ἔλειπε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια οἱ «παραβαλανεῖς» (οἱ διαμένοντες παρὰ τὸ βαλανεῖον) προέβαιναν σὲ ταραχές. Σημειωτέον δὲ ὅτι τὸ διάβημα τοῦ λαοῦ τῆς Ἀλεξανδρείας νὰ μένει ἐκεῖ ὁ Κύριλλος γιὰ προστασία τους, προῆλθε ἀπὸ ὀπαδοὺς τοῦ Ὀρέστη καὶ ὄχι τοῦ Κυρίλλου καὶ ἀπὸ φίλους του Ὀρέστη προερχόταν καὶ ἡ πρεσβεία καὶ ὄχι ἀπὸ ἐκείνους τοὺς Κυρίλλου. Σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιστολὴ δὲν γινόταν οὔτε ἕνας ὑπαινιγμὸς γιὰ τὴν ἐνοχὴ τοῦ Κυρίλλου. Ἀλλὰ ἀντιθέτως ἡ πρεσβεία μὲ σεβασμὸ ἐκφράστηκε γι᾿ αὐτὸν καὶ διὰ τῶν αἰτήσεων τῆς μαρτυροῦσε ὅτι ἡ διαρκὴς παρουσία αὐτοῦ στὴν Ἀλεξάνδρεια θεωρεῖτο ὡς ἐγγύηση γιὰ τὴ συγκράτηση τῆς τάξεως καὶ τὴ συγκράτηση τῶν παραβαλάνων καὶ τὴν πρόληψη νέων αἱματηρῶν ἐπεισοδίων. Ὁ Αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ἔκρινε σκόπιμο νὰ ὑπάγει αὐτοὺς κάτω ἀπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ Ἐπάρχου. Ἀπὸ δὲ τὶς λεπτομέρειες καθίσταται ἀναντίῤῥητο ὅτι ὁ Κύριλλος κατὰ τὴν διάρκεια τῆς δολοφονίας τῆς Ὑπατίας ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Κυρίλλου Νεστοριανοὶ συνυφαίνοντας πλῆθος κατ᾿ αὐτοῦ κατηγορίες οὐδέποτε τόλμησαν νὰ ὑπαινιχθοῦν ὅτι αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ ἠθικὸς αὐτουργὸς τοῦ ἐγκλήματος. Φαίνεται δὲ μᾶλλον ὅτι ὁ φανατισμὸς τοῦ Ἐπάρχου Ὀρέστη συνετέλεσε εἰς τὴν ἔξαψη τοῦ φανατισμοῦ τῶν παραβαλάνων, τῶν μοναχῶν καὶ τοῦ αἰγυπτιακοῦ ὄχλου, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Θεόφιλου διατέθηκε δυσμενέστατα κατὰ τῶν ἐμμενόντων εἰς τὴν Ἐθνικὴ θρησκεία Ἑλλήνων τῆς Ἀλεξάνδρειας. Δυστυχῶς οἱ αἱματηρὲς σκηνὲς ἦσαν συνηθισμένες στὴν πόλη αὐτή. Μετὰ ἀπὸ τὰ παραπάνω, ὅσοι κατηγοροῦν τὸν ἅγιο Κύριλλο, ἀποδεικνύονται συκοφάντες, καθὼς ὄχι μόνο ὁ Ἅγιος Κύριλλος δὲν εἶχε σχέση μὲ τὸ φόνο, ἀλλὰ ἀντιθέτως θεωρεῖτο ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ὡς ἀπαραίτητος γιὰ νὰ ὑπάρχει στὴν περιοχὴ τάξη καὶ εἰρήνη. Οἱ λόγοι ποὺ ὁ ἅγιος Κύριλλος κατηγορεῖται τόσο ἔντονα καὶ ἄδικα, εἶναι τὸ πλούσιο ἔργο ποὺ ἄφησε πίσω του, εἰς βάρος τῶν ἐχθρῶν της Ἐκκλησίας. Ἀναιρώντας τὸ ἔργο τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, μὲ τίτλο «κατὰ τῶν Γαλιλαίων» (δηλαδὴ τῶν Χριστιανῶν), ἔγραψε ἀπολογητικὴ ἀναίρεση μὲ τίτλο: «ὑπὲρ τῆς τῶν Χριστιανῶν εὐαγοῦς θρησκείας, πρὸς ἐν ἀθέοις Ἰουλιανόν». Ἀπὸ τὰ πολλὰ συγγράμματά του κατὰ τῶν Νεστοριανῶν ἔγραψε τρεῖς «προσφωνητικοὺς λόγους περὶ τῆς ὀρθῆς πίστεως εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν». Ἔγραψε καὶ σύντομο διάλογο «περὶ ἁγίας τε καὶ ὁμοουσίου Τριάδος». Ἀπὸ τὶς ὁμιλίες του εἶναι περίφημη ἡ «πρὸς τὴν Ἁγίαν Μαρίαν» ποὺ ἀποτελεῖ τὸν πιὸ ὑπέροχο ὕμνο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχαιότητας πρὸς τὴν Θεοτόκο. Εἶχε ἐχθροὺς τοὺς αἱρετικοὺς Νοβατιανοὺς καὶ Νεστοριανούς, τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Εἰδωλολάτρες, ποὺ ὅλοι εἶχαν συμφέρον νὰ τὸν κακολογήσουν. Τὸ ἐνδιαφέρον ὅμως τῆς ὑπόθεσης, εἶναι κάτι ποὺ οἱ εἰδωλολάτρες τὸ ἀποκρύπτουν περὶ τῆς Ὑπατίας: Ὁ Συνέσιος ὁ Κυρηναῖος (+416), μαθητὴς καὶ θαυμαστὴς τῆς Ὑπατίας, μέσα ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία του μαζί της, ἄφησε τὴν πληροφορία ὅτι ἡ νεοπλατωνικὴ φιλόσοφος εἶχε ἐκφράσει τὴν ἐπιθυμία της νὰ γίνει Χριστιανή: «ποθῶ γὰρ Χριστιανὴ ἀποθανεῖν». [Βασιλείου Μυρσιλίδου, Βιογραφία τῆς φιλοσόφου Ἑλληνίδος Ὑπατίας, Ἀθήνα 1926»]. Ὄχι μόνο λοιπὸν δὲν ὑπῆρχαν θρησκευτικοὶ λόγοι τοῦ φόνου τῆς Ὑπατίας, ἀλλὰ ὁ φόνος αὐτὸς ἐργάσθηκε κατὰ τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ ἡ θαυμάσια αὐτὴ γυναίκα, ἀγαποῦσε τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ἀλλὰ οἱ ψευδεῖς συκοφάντες τοῦ Νεοπαγανισμοῦ, προσπαθοῦν νὰ παρουσιάσουν τὴν πολιτικὴ αὐτὴ δολοφονία ὡς θρησκευτική, γιὰ νὰ φανοῦν ὡς θύματα. Ἡ ἀθωότητα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Οἱ συκοφάντες τοῦ Παγανισμοῦ ὅσο κι ἂν κατηγοροῦν τὸν ἅγιο Κύριλλο γιὰ τὴν πολιτικὴ δολοφονία τῆς Ὑπατίας, δὲν ἔχουν τὸ παραμικρὸ στοιχεῖο ἐναντίον του. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ γεγονότα τοὺς διαψεύδουν. Ὁ ἐθνικὸς Δαμάσκιος (περ. 480-550) συνέγραψε τὰ ἔργα του ἕναν αἰώνα περίπου μετὰ τὴ δολοφονία τῆς λαμπρῆς φιλοσόφου Ὑπατίας (415). Παρὰ ταῦτα προσπαθεῖ νὰ ἀποδώσει ἀτεκμηρίωτα τὸ θάνατό της σὲ μία … κρυφὴ ζήλια ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου Κυρίλλου (Σουΐδας Υ 166). Στὶς πληροφορίες τοῦ Δαμασκίου βασίστηκε καὶ ὁ μεταγενέστερος χρονικογράφος Ἰωάννης Μαλάλας. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ Κύριλλος νὰ ἔχει πραγματικὰ συμφέροντα ἀπὸ τὴ δολοφονία τῆς Ὑπατίας. Ἐκείνη δὲν ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ἀρχαίας λατρείας καὶ δὲν τοῦ ἐναντιωνόταν. Μάλιστα εἶχε πολλοὺς χριστιανοὺς μαθητές, ὅπως ἦταν καὶ ὁ ἐπίσκοπος Συνέσιος ὁ Κυρηναῖος. Λέγεται πὼς τοῦ εἶχε γράψει κάποτε «ποθῶ γὰρ χριστιανὴ ἀποθανεῖν» (π. Γ. Μεταλληνοῦ, Παγανιστικὸς Ἑλληνισμὸς ἢ Ἑλληνορθοδοξία, ἐκδ. Ἁρμὸς 2003). Λέγεται ὅτι ἦταν πολιτικὴ σύμβουλος τοῦ ἐπάρχου Ὀρέστη, πράγμα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ προκαλέσει μίσος ἐκ μέρους τοῦ Κυρίλλου. Ὅμως ἐκεῖνος δὲν θὰ πετύχαινε τίποτε μὲ τὸ θάνατό της, παρὰ μόνο τὴν ἐξαγρίωση τοῦ Ὀρέστη. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Κύριλλος εἶχε κάποια ἰσχύ, ἀλλὰ δὲν ἦταν ὑπεράνω νόμων. Ἀκόμη καὶ ὅσοι ἀποῤῥίπτουν τὴν ἁγιότητα τοῦ Κυρίλλου, θὰ ἔπρεπε νὰ παραδεχτοῦν πὼς ἀποκλείεται ἐκεῖνος νὰ ἦταν τόσο ἠλίθιος ὥστε νὰ κινδυνεύσει μάταια νὰ σπιλώσει τὴ φήμη του ἢ καὶ νὰ τιμωρηθεῖ ἀκόμα. Ἡ Ὑπατία δολοφονήθηκε ἀπὸ κάποιους φανατισμένους Ἀλεξανδρεῖς οἱ ὁποῖοι τὴν θεωροῦσαν ὑπεύθυνη γιὰ τὴν ἀντιπαλότητα μεταξὺ Κυρίλλου καὶ Ὀρέστη (Σωκράτους, Ἐκλησιαστικὴ Ἱστορία, χ´ 15 καὶ Ἰωάννη Νικίου, Χρονικὸν 84. 87-103). Ἔτσι οἱ δράστες δὲν ἦταν τὸ ὑπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ πατριάρχη Ἀλεξανδρείας εἰδικὸ σῶμα τῶν «παραβαλάνων». Ἐξάλλου, οἱ κάτοικοι τῆς Ἀλεξάνδρειας ἦταν διαβόητοι ταραχοποιοί (Σωκράτους Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία ζ´ 7 καὶ Κυρίλλου Ὁμιλία εἰς τὸ Πάσχα, 419). Μία σύγχρονη πηγή, ὁ Σωκράτης ὁ Σχολαστικὸς (περ. 380-450) ἀναφέρει πὼς ὁ φόνος τῆς Ὑπατίας ἔγινε μὲ πρωτοβουλία κάποιου ἀναγνώστη ὀνόματι Πέτρος, κι ὄχι τοῦ ἁγίου Κυρίλλου. Σὲ αὐτὸ συμφωνεῖ ἀκόμη καὶ ὁ τρομερὰ φανατισμένος Μονοφυσίτης Ἰωάννης ὁ Νικίου (τέλη 7ου αἰ,). Ἐδῶ ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι στὴ Ἀλεξανδρινὴ Ἐκκλησία, οἱ ἀναγνῶστες δὲν ἦταν ἱερωμένοι κι ὄχι ἀπαραίτητα βαπτισμένοι Χριστιανοὶ (Σωκράτους, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, ε´ 22). Ἴσως κάποιοι ποῦν πὼς ὁ Σωκράτης ἀντιφάσκει μὲ τὸν ἑαυτό του, διότι γράφει ὅτι ὁ θάνατος τῆς Ὑπατίας «οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλω καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησία εἰργάσατο». Μὰ ἡ δήλωση αὐτὴ δὲν ἐννοεῖ ὅτι ὁ Κύριλλος ἦταν ὑπεύθυνος, ἀλλ᾿ ἁπλῶς ὅτι ὁ Κύριλλος ντροπιάστηκε πολὺ ἐξαιτίας τῆς ἐγκληματικότητας ἑνὸς τμήματος τοῦ ποιμνίου του. Φυσικὰ ὁ Σωκράτης δὲν μεροληπτεῖ καθόλου ὑπὲρ τοῦ Κυρίλλου ὅταν τὸν ἀθωώνει, καθὼς δὲν διστάζει ἀλλοῦ νὰ ἐπισημάνει τὰ σφάλματά του. Μάλιστα εἶχε φθάσει στὸ σημεῖο νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ ἀφροσύνη ἐπειδὴ ὁ Κύριλλος τίμησε ὡς μάρτυρα τὸ φανατικὸ μοναχὸ Ἀμμώνιο ποὺ θανατώθηκε ἀφοῦ ἐπιτέθηκε στὸν Ὀρέστη (Σωκράτους, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, ζ´ 14). Ὁ Σωκράτης Σχολαστικὸς θεωρεῖται μάλιστα ὅτι ἀνῆκε στὴν αἵρεση τῶν Νοβατιανῶν, λόγω τῆς συμπάθειας ποὺ δείχνει πρὸς ἐκείνους στὸ ἔργο του. Κι ὡς γνωστόν, ὁ Κύριλλος τοὺς φέρθηκε ἐχθρικά (Σωκράτους, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, ζ´ 7). Ἐπιπλέον, ἐφόσον ὅλοι γνώριζαν τὴν ἐνοχὴ τοῦ Πέτρου, ἴσως θὰ μπορούσαμε νὰ ὑποθέσουμε πὼς ἐκεῖνος δὲν διέφυγε τῆς τιμωρίας. Ὁ φόνος ἦταν ποινικὸ ἀδίκημα, σύμφωνα μὲ τοὺς ἰσχύοντες νόμους. Ὁ ἅγιος Κύριλλος δὲν ἐναντιώθηκε στὴν τιμωρία τοῦ Πέτρου (πράγμα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ κάνει, δεδομένου τοῦ παρορμητικοῦ χαρακτήρα του καὶ τῶν αὐθαιρεσιῶν ποὺ συνήθιζε νὰ κάνει). Καὶ θὰ ἦταν ἀνόητο νὰ νομίζαμε ὅτι ὁ Κύριλλος εἶχε περισσότερη ἐξουσία ἀπὸ τὸν «ἀντίπαλό» του ἔπαρχο Ὀρέστη. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Κύριλλος δὲν μποροῦσε νὰ σώσει τὸν μοναχὸ Ἀμμώνιο ἀπὸ τὴν τιμωρία, ἂν καὶ ἐκδήλωσε ξεκάθαρα τὶς ἀντιῤῥήσεις του. Τὰ στοιχεῖα ποὺ διαθέτουμε δὲν ὑποστηρίζουν τὴν ἀστήρικτη εἰκασία ὅτι ὁ ἅγιος Κύριλλος ἦταν ἠθικὸς αὐτουργὸς τοῦ φόνου τῆς Ὑπατίας. Τὸ βέβαιο πάντως εἶναι ὅτι ἡ φρικτὴ δολοφονία τῆς Ὑπατίας εἶναι ἀναμφίβολα ἀντίθετη μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ καταδικαστέα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἀναφορὲς καὶ περαιτέρω στοιχεῖα στὶς διαδικτυακὲς διευθύνσεις τῆς ΟΟΔΕ (ὀρθόδοξη ὁμάδα δογματικῆς ἔρευνας):   

http://www.oodegr.com/neopaganismos/diogmoi/ypatia.htm 
http://www.oodegr.com/neopaganismos/diogmoi/ypatia1.htm 
http://www.oodegr.com/neopaganismos/diogmoi/ypatia2.htm 
http://www.egolpion.com/muthistorhma_ypatias.el.aspx 
http://www.egolpion.com/agora.el.aspx 
http://www.apologitis.com/gr/ancient/ag ... Σ_ΚΥΡΙΛΛΟΣ  
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Eλληνισμός-Χριστιανισμός”

cron