Διαβάστε ένα ενδιαφέρον κείμενο για το ποια είναι η σωκρατική διδασκαλία για την αθανασία της ψυχής και τι ανέφερε ο Θεάνθρωπος στην υπέροχη διδασκαλία Του για το ίδιο θέμα!..
Η αθανασία της ψυχής είναι το δεύτερο σε σπουδαιότητα θέμα της Σωκρατικής φιλοσοφίας, μετά από εκείνο της εννοίας του Θεού, το οποίο αναπτύξαμε σε ειδικό κεφάλαιο (1). Επειδή λοιπόν και αυτό το θέμα είναι πολύ μεγάλο, θα αρκεσθούμε να επισημάνουμε τις κυριότερες πτυχές του. Και πρώτ’ απ’ όλα ποια είναι η φύση της ψυχής.
Κατά την πλατωνική αντίληψη, η αρχική κατάσταση του Σύμπαντος ήταν το Χάος, εκτός του οποίου δεν υπήρχε τίποτε. Εντός του Χάους, λοιπόν, δημιουργήθησαν κατ' αρχήν υπό του Θεού οι πρώτες θεϊκές οντότητες, ήτοι οι ψυχές. Ο τρόπος της δημιουργίας των παραμένει άγνωστος και μόνον στα κεφάλαια της «Ψυχολογίας» του Τιμαίου επιχειρεί ο Πλάτων να δώσει σχηματοποιημένη μαθηματική εξήγηση στο μεγάλο αυτό μυστήριο. Επομένως oι ψυχές, ως οι πρώτες δημιουργηθείσες οντότητες και ως εκ τούτου ευρισκόμενες πλησιέστερα παντός άλλου προς την ουσία και την φύση του Θεού, κατέχουν τις δύο αυτές ιδιότητες: Αφ' ενός είναι αρχαιότερες και αφ’ ετέρου θεϊκώτερες από όλα τα άλλα όντα, όπως τονίζει ο Πλάτων:
«Το ένα είναι αυτό που λέγαμε περί της ψυχής, ότι δηλαδή είναι το αρχαιότερο και θεϊκώτερο από όλα τα πράγματα, εις τα οποία η κίνηση, σε συνδυασμό με την γένεση, προμήθευσε αιωνία ύπαρξη» (2).
Οι κοινές γνώσεις μας περί της ψυχής ανάγονται στο γεγονός ότι αποτελεί το ουσιαστικό στοιχείο κάθε ανθρώπινης οντότητας:
«Αλλά και η ψυχή του ανθρώπου, η οποία μετέχει του θείου περισσότερο από όλα τα ανθρώπινα στοιχεία, είναι φανερό ότι κυριαρχεί εντός μας, χωρίς να είναι ορατή» (3).
Παρά ταύτα, αυτή η αθάνατη, ανώλεθρη και θεϊκή ψυχή του ανθρώπου, ενώ δεν δέχεται εκ φύσεως κανένα κακό εντός της, περιβάλλεται από αναρίθμητα κακά, τα οποία κατά κάποιον τρόπο έχουν προσκολληθεί επάνω της, αλλοιώνοντας την φυσική της μορφή.
Ο Πλάτων παρομοιάζει αυτή την κατάσταση με τον θαλάσσιο θεό Γλαύκο, επάνω στον οποίο έχουν κολλήσει με σύμφυση όστρακα, φύκια και χαλίκια, ώστε να μοιάζει περισσότερο με θηρίο, παρά με την πρωταρχική του κατασκευή. Έτσι και η ψυχή, αλλοιωμένη εξωτερικώς από τα σύμφυτα πάθη, κακίες και ελαττώματα του ανθρώπου, εμφανίζεται σαν τερατώδης υπόσταση. Είναι ανάγκη, λοιπόν, να αποκαθαρθεί από όλα τα ξένα προς την φύση της στοιχεία, ώστε να αποκαλυφθεί η αρχική της λαμπρότητα και η συγγένεια της προς το θείον. Τούτο δε μπορεί να επιτευχθεί μόνον δια της φιλοσοφίας (4).
Όμως οι ψυχές δεν ευρίσκονται μόνον σε ανθρώπινα σώματα. Όλοι οι θεοί είναι οντότητες ομοειδείς προς τις ανθρώπινες ψυχές και αυτοί κυβερνούν όλα τα ουράνια σώματα, ευρισκόμενοι παντού μέσα στο σύμπαν:
«Λοιπόν για όλα τα άστρα και τη σελήνη και τα έτη και τους μήνες και όλες τις εποχές, ποια άλλη εξήγηση θα δώσουμε, παρά αυτή την ίδια, ότι επειδή η ψυχή ή οι ψυχές απεδείχθησαν αίτιες όλων αυτών, και είναι αγαθές έχοντας κάθε αρετή, θα δεχθούμε ότι αυτές είναι θεοί είτε ενυπάρχουσες σε σώματα, τα οποία είναι ζωντανά όντα και διακοσμούν όλον τον ουρανό, είτε οπωσδήποτε αλλιώς; Υπάρχει κανείς ο οποίος, αφού παραδέχεται αυτά, δεν θα δεχθεί ότι τα πάντα είναι πλήρη θεών;» (5).
Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κκ Χριστόδουλου: «Η μετά θάνατον ζωή», θα βρει πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία τα οποία θεωρούμε ικανά να προβληματίσουν και την δική μας σκέψη, αφού ο Αρχιεπίσκοπος, αναλύοντας το θέμα «πώς δημιουργήθηκε η ψυχή;», μεταξύ άλλων, γράφει και τα εξής:
«Υπάρχουν διάφορες θεωρίες περί της δημιουργίας και προελεύσεως της ψυχής. Η πρώτη είναι εκείνη «περί της προϋπάρξεως των ψυχών». Η θεωρία αυτή έχει διατυπωθεί από τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο τον Πλάτωνα, ο οποίος έλεγε ότι η ψυχή ανήκει στον κόσμο των ιδεών, επομένως προϋπάρχει του σώματος των ανθρώπων. Κάθε σώμα, λοιπόν, το οποίο δημιουργείται, κάθε νέος άνθρωπος ο οποίος γεννιέται, παίρνει μία από τις υπάρχουσες, πριν από τη γέννησή του, ψυχές, ενώνεται με αυτή την ψυχή και, ταυτόχρονα, η ψυχή φυλακίζεται και αιχμαλωτίζεται μέσα στο σώμα Ενώ, λοιπόν, η ψυχή είναι στοιχείο του κόσμου των ιδεών, γίνεται αιχμάλωτο στοιχείο του υλικού κόσμου μέσα στον οποίο είναι καταδικασμένος να ζει ο άνθρωπος. Γι' αυτό και επιζητεί την αποδέσμευσή της από τα δεσμά της ύλης, πράγμα που γίνεται με τον θάνατο, πηγαίνοντας σε άλλο σώμα Επομένως, η μετενσάρκωση έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία
Οι Χριστιανοί, βεβαίως, απορρίπτουν την θεωρία της προϋπάρξεως των ψυχών που έρχεται σε ευθεία αντίκρουση και σύγκρουση με αυτά που διδάσκει η Αγία Γραφή. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης λέγει χαρακτηριστικά: «Μίαν και την αυτήν ψυχής τε και σώματος αρχήν της συστάσεως οίεσθαι», που σημαίνει ότι εμείς πιστεύουμε ότι σώμα και ψυχή ταυτόχρονα δημιουργούνται και απαρτίζουν την υπόσταση του ανθρώπου, άρα δεν προϋπάρχει η ψυχή πριν από το σώμα ώστε να παίρνει το σώμα μία ψυχή από τις πολλές.
Μία δεύτερη θεωρία περί της προελεύσεως των ψυχών είναι αυτή της μεταφυτεύσεως της ψυχής. Σύμφωνα με αυτή, η ψυχή την οποία λαμβάνει το νήπιο όταν γεννιέται είναι απλή μεταφύτευση της ψυχής των γονέων του. Αυτή τη θεωρία πρέσβευαν και δίδασκαν οι επικούρειοι Έλληνες φιλόσοφοι και ορισμένοι Χριστιανοί αιρετικοί. Όμως, η Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία διδάσκει ότι κατά την σύλληψη του ανθρώπου ο Θεός εμφυσά την πνοή της ζωής στον άνθρωπο, δηλαδή την ψυχή. Δεν είναι η ψυχή καρπός του ανδρογύνου αλλά δημιούργημα του Θεού.
Ας ξαναγυρίσουμε, όμως, στους προχριστιανικούς λαούς για να δούμε τι πρέσβευαν για το θέμα του θανάτου και της ψυχής. Ο Όμηρος καλεί τον θάνατον αδελφό του ύπνου. Ο θάνατος θεωρείται, δηλαδή, ένας αλλού είδους ύπνος. Εξυπονοείται με αυτήν την παρομοίωση η αθανασία της ψυχής ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος πεθαίνει κατά το υλικό του στοιχείο και όχι κατά το πνευματικό. Κατά τον Όμηρο, μόνο η παρούσα ζωή έχει αξία. Ο θάνατος δε, γι' αυτό τον λόγο είναι μέγα κακόν διότι αφαιρεί από τον άνθρωπο την δυνατότητα να απολαύσει αυτή τη ζωή. Μετά δε τον θάνατο, ο άνθρωπος οδηγείται σε πλήρη εξαθλίωση. Με τον θάνατο η ψυχή του ανθρώπου απελευθερώνεται και περιπατεί σαν σκιά στον Άδη. Αυτός είναι, με λίγα λόγια, ο πυρήνας της περί θανάτου και ψυχής διδασκαλίας του Ομήρου.
Οι Βαβυλώνιοι, από την άλλη μεριά, αρχαίος λαός, πίστευαν ότι οι νεκροί παραμένουν μέσα στο βαθύ σκοτάδι του Άδη. Βλέπουμε εδώ κάτι που πρέπει να επισημάνουμε. Πως λαοί προχριστιανικοί, που δεν είχαν ιδέα της Αποκαλύψεως του Θεού, πιστεύουν ότι μετά τον θάνατο ο άνθρωπος, υπό άλλην ιδιότητα και άλλον τρόπο, εξακολουθεί να ζει μία ζωή άλλοτε καλύτερη της επιγείου ζωής και άλλοτε χειρότερη. Αυτή την αντίληψη βρίσκουμε και στα διάφορα νεκρικά έθιμα όπου υπάρχει η έντονη απήχηση της αθανασίας της ψυχής. Ας δούμε μερικά απ' αυτά.
Στους αρχαίους τάφους, που η αρχαιολογική σκαπάνη ανακαλύπτει, ανευρίσκονται μαζί με τα οστά των νεκρών και ορισμένα αντικείμένα τα οποία είχαν θαφτεί μαζί με τον νεκρό. Αυτό συνέβαινε για όλους τους νεκρούς της ειδωλολατρικής περιόδου. Όταν πέθαινε κάποιος, συνήθιζαν και του έβαζαν μαζί του τα πιο αγαπημένα του αντικείμένα π. χ. το κύπελλο με το οποίο έπινε νερό όσο ζούσε, νομίσματα, λίγο ψωμί η οτιδήποτε άλλο του άρεσε όπως δακτυλίδια, στέφανα κ.λπ. Κι αυτό γιατί πίστευαν οι αρχαίοι λαοί ότι ο άνθρωπος, μετά τον θάνατο, δεν παύει να ζει, αλλά χρειάζεται να έχει αυτά τα όποια είχε και στη γη και με τα οποία είχε συνδεθεί μαζί τους και συναισθηματικά. Έβαζαν δε νομίσματα γιατί οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι όταν πεθαίνει ο άνθρωπος, η ψυχή του πηγαίνει στον Άδη που βρισκόταν στο άκρο της Αχερουσίας λίμνης. Για να φτάσει εκεί, έπρεπε να πληρώσει το «εισιτήριο» στον βαρκάρη που εκτελούσε την διαδρομή.
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν στην αθανασία της ψυχής και μάλιστα έλεγαν ότι η ψυχή ακολουθεί το σώμα γι' αυτό και ταρίχευαν τους νεκρούς ώστε το σώμα να μη διαφθαρεί, να μη λιώσει δηλαδή, διότι πίστευαν ότι θα έλιωνε μαζί του και η ψυχή. Τα αντικείμένα δε τα οποία έβαζαν μέσα στους τάφους ονομάζονται κτερίσματα
Οι Έλληνες ειδικότερα δίδασκαν ότι ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Μάλιστα ο Αισχύλος μας λέει ότι ο θάνατος δεν εξαγοράζεται. Οι νεκροί λέγει ο Ευριπίδης ζουν στον Άδη. Οι Έλληνες θλίβονταν με τον θάνατο διότι αυτός στερεί τους ανθρώπους από την ζωή η οποία είναι χαρά, φως, κάλλος και συμμετρία. Ο Άδης για τους αρχαίους Έλληνες είναι χώρος σκοτεινός. Οι νεκροί για τον λόγο αυτόν είναι δυστυχείς. Ωστόσο, έχουν την δυνατότητα να σκέπτονται. Αφού λοιπόν ο θάνατος είναι κακός, είναι προτιμότερο —πίστευαν— να μην είχε γεννηθεί κάποιος.
Ο Πλάτωνας δέχεται ειδικότερα: 1) η ψυχή είναι αθάνατη 2) προϋπάρχει του σώματος 3) η ψυχή ανήκει στην θεία φύση, ενώ το σώμα στην γήινη και θνητή 4) παρέχει ζωή και κίνηση στο ανθρώπινο σώμα 5) υπάρχει μετενσάρκωση, επομένως ο θάνατος είναι επιθυμητός, το σώμα είναι δεσμωτήριον της ψυχής και η απαλλαγή της από το σώμα διευκολύνει την γνώση των αιωνίων. Ο σωματικός θάνατος είναι, κατά τον Πλάτωνα, μεγάλη ευεργεσία για τον άνθρωπο. Γι' αυτό και ο Σωκράτης με πολλή ηρεμία και γαλήνη ψυχής οδηγήθηκε στον θάνατο και ήπιε αδιαμαρτύρητα το κώνειο μένοντας πιστός στο δίκαιο της πατρίδας του…» (6)
Η ΖΩΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
Ο Σωκράτης, όπως διαπιστώνουμε στην ανάγνωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, όπως για παράδειγμα τα έργα του τραγικού ποιητή Ευριπίδη, αισθάνθηκε την ανάγκη να σχολιάσει μερικές θέσεις που είχε ο Ευριπίδης για την ζωή και τον θάνατο, λέγοντας τα εξής:
«Εγώ δεν θα απορούσα, εάν είναι αληθή εκείνα τα οποία λέγει ο Ευριπίδης: «Ποιος ξέρει εάν η ζωή μεν είναι θάνατος, ο δε θάνατος ζωή;», και εμείς ίσως είμαστε πράγματι πεθαμένοι. Ημπορεί να συμβαίνει, όπως εγώ άκουσα από κάποιο σοφό, ότι τώρα εμείς είμαστε νεκροί και το σώμα είναι ο τάφος μας...» (7)
Τα λόγια αυτά του Σωκράτους συνοψίζουν μία βασική θέση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας: Η αθάνατη ψυχή, εγκλωβιζόμενη μέσα στο γήινο σώμα κατά την γέννηση, φαίνεται σαν να «θάπτεται» εντός αυτού. Έτσι, στην κατάσταση, που ονομάζεται «ζωή», ο άνθρωπος κινείται και ενεργεί σαν ζωντανός, αλλά από την πλευρά της ψυχής του, η οποία αποτελεί το ουσιώδες στοιχείο της υποστάσεως του είναι «νεκρός». Αντίθετα, στην κατάσταση που ονομάζεται «θάνατος», απελευθερώνεται η ψυχή από τα δεσμά του σώματος, επιστρέφοντας στον φυσικό της χώρο, τον ουρανό, οπότε ο άνθρωπος γίνεται πάλι «ζωντανός».
Όλα αυτά περιγράφονται εκτενώς σε πλείστα πλατωνικά χωρία, δύο από τα οποία είναι τα εξής:
«Ο θάνατος, κατά την γνώμη μου, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο διαχωρισμός δύο πραγμάτων, της ψυχής και του σώματος.» (8)
«Ο θάνατος είναι κάποια μεταβολή και μετοίκηση της ψυχής από τον εδώ τόπον (της γης) σε άλλον τόπον.» (9)
Εκείνο δε που έχει ιδιαίτερη σημασία, κατά την πλατωνική φιλοσοφία, είναι ότι, όπως το σώμα διατηρεί για ένα διάστημα μετά τον θάνατο τα χαρακτηριστικά του, το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή:
«Τα πάντα είναι ολοφάνερα στην ψυχή, όταν γυμνωθεί από το σώμα, και οι φυσικές ιδιότητές της και οι χαρακτήρες (τα παθήματα), που διαμόρφωσε στην ψυχή ο άνθρωπος από τις διάφορες ενασχολήσεις του» (10)
Όταν λοιπόν η ψυχή αποδεσμεύεται από το σώμα κατά τον θάνατο, τα πάντα είναι εμφανή επάνω της, τόσο τα αγαθά όσο και τα κακά. Διευκρινίζεται δε πάλι, ότι όλα αυτά δεν αποτελούν στοιχεία της ουσιαστικής της θείας υποστάσεως, αλλά στοιχεία του εξωτερικού της περιβλήματος, οιονεί του ενδύματός της. Έτσι οδηγείται αρχικώς ενώπιον των ουρανίων δικαστών.
Θα επανέλθουμε, όμως, στην χριστιανική αντίληψη, αφού δούμε πώς περιγράφεται μέσα στα πλατωνικά έργα η πορεία της ψυχής μετά θάνατον
Ως γνωστόν, οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, όπως απέδειξαν δια της Λογικής την ύπαρξη του Θεού, κατ' ανάλογο τρόπο απέδειξαν επίσης δια της Λογικής και την αθανασία της ψυχής. Εξυπακούεται ότι ουδέποτε παραδέχονταν κάτι αυθαίρετο και αναπόδεικτο.
Στην περίπτωση της ψυχής, τα λογικά επιχειρήματα για την απόδειξη της αθανασίας της αναπτύσσονται από τον Πλάτωνα κατ' εξοχήν στον διάλογο «Φαίδων», κάτι που ο αναγνώστης μπορεί κάλλιστα να βρει όποια στοιχεία επιθυμεί.
Ποια είναι, όμως, η πορεία της ψυχής μετά θάνατον, σύμφωνα με την πλατωνική αντίληψη; Μέσα στον «Φαίδωνα» διαβάζουμε:
«Η ψυχή έρχεται στον Άδη, χωρίς να έχει τίποτε άλλο μαζί της, εκτός από την παιδεία της και την ανατροφή της. Αυτά θεωρούνται ότι ωφελούν ή βλάπτουν τα μέγιστα τον αποθανόντα, αμέσως από την αρχή της πορείας του εκεί» (11)
Αντιλαμβάνεται κανείς ποία σημασία δίδουν οι πλατωνικοί διάλογοι στο θέμα της παιδείας της ψυχής, την «ψυχαγωγία» δηλαδή, που εμείς οι νεοέλληνες παρερμηνεύουμε ως ένα είδος διασκεδάσεως (!)
Αλλά, ας συνεχίσουμε με την πλατωνική αντίληψη περί της πορείας της ψυχής μετά θάνατον:
Όλα τα υλικά αγαθά παραμένουν στην γη, η δε ψυχή εμφανίζεται στο νέο της περιβάλλον έχουσα να επιδείξει μόνον τις καλές η κακές πράξεις της. Βάσει αυτών θα κριθεί και θα ακολουθήσει μία από τις δύο δυνατές κατευθύνσεις: α) προς την περιοχή της ευδαιμονίας, ήτοι των μακάρων, β) προς την περιοχή της τιμωρίας της, ήτοι τα τάρταρα. Μερικές μάλιστα θα επιστρέψουν πάλι στον γήινο κόσμο, μετά την ουράνια τιμωρία τους.
Χωρίς αμφιβολία, η μετά θάνατον πορεία των ψυχών περιγράφεται με εντυπωσιακές εικόνες στην αφήγηση του Ηρός του Αρμενίου, το γένος Παμφύλου, του οποίου μία μεταθανάτια εμπειρία διαβάζουμε μέσα στην «Πολιτεία» του Πλάτωνος:
«Στην ενδιάμεση περιοχή των χασμάτων ήσαν καθισμένοι δικαστές και κάθε φορά που δίκαζαν, έδιναν διαταγή, οι μεν δίκαιοι να προχωρήσουν στον δρόμο δεξιά και επάνω προς τον ουρανό, οι δε άδικοι στον δρόμο αριστερά και κάτω. Όλοι δε έφεραν επάνω τους σημεία ανάλογα με την ποιότητά τους και τις πράξεις τους. Στα άλλα δύο χάσματα, από το ένα μεν ανέβαιναν ψυχές από την γη, γεμάτες βρωμιά και σκόνη, ενώ από το άλλο κατέβαιναν από τα ουράνια άλλες ψυχές καθαρές, αφού είχαν πληρώσει ισόσταθμη τιμωρία για όλα τα αδικήματα τους».(12)
Το χάσμα της γης σημαίνουν την κάθοδο των ψυχών με την γέννηση και την άνοδο τους μετά τον θάνατο, ενώ τα ουράνια χάσματα σημαίνουν τον διαχωρισμό των ανερχομένων ψυχών σε δίκαιες και άδικες, με επακόλουθο την αμοιβή η την τιμωρία τους! (13)
Ωστόσο, εκτός από το βασικό αυτό διάγραμμα της πορείας των ψυχών, που διαβάζουμε στα πλατωνικά έργα, υπάρχουν και πολλές άλλες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της όλης περιγραφής. Οι συνετές και φρόνιμες ψυχές ακολουθούν τον οδηγό τους και γνωρίζουν ποια καλή θέση θα λάβουν, συνοδοιπορευόμενες από τους θεούς, ενώ οι γεμάτες πάθη ψυχές δυστροπούν και εναντιώνονται, αλλά και όταν φθάσουν εκεί, όπου καθορίσθηκε η θέση τους, οι άλλες ψυχές τις αποφεύγουν ένεκα των μεγάλων αδικημάτων τους!
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΕΜΨΥΧΩΣΗΣ
Είναι γεγονός, ότι ο Πλάτων δεχόταν την επάνοδο των ψυχών εκ νέου από τον ουρανό στην γη, προκειμένου να συνεχίσουν την εξέλιξή τους. Πίστευε όμως στην «μετεμψύχωση», δηλαδή ότι οι ανθρώπινες ψυχές επανέρχονται αδιακρίτως σε σώματα ανθρώπων η ζώων.
Πρέπει εδώ να διευκρινισθεί κάτι πολύ σημαντικό:
Οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι, όταν μιλούσαν για την μετεμψύχωση, εννοούσαν συμβολικά την απόκτηση ιδιοτήτων, τις οποίες δεν είχε η οντότητα στην προηγούμενη ζωή της
Ο Πλάτων όμως, μετά από αρκετές αμφιταλαντεύσεις, όπως φαίνεται μέσα από την διερεύνηση όλων των έργων του χρονολογικώς, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μετεμψύχωση ισχύει κυριολεκτικά και όχι μεταφορικά
Η κάθε ψυχή, όταν πρόκειται να κατέλθει στην γη, επιλέγει μόνη της το είδος της ζωής που θα ζήσει, με όλα τα αγαθά και τα δεινά της, αναγνωρίζοντας ότι όλα είναι απαραίτητα για την εξέλιξη και την κάθαρσή της από τα προηγούμενα αμαρτήματα.
Συνήθως δε την εκλογή την κανονίζουν οι συνήθειες της προηγουμένης ζωής. Έτσι, η ψυχή που ανήκε κάποτε στον Ορφέα διάλεξε ζωή κύκνου, ενώ ένας κύκνος διάλεξε ανθρώπινη ζωή. Η ψυχή του Αγαμέμνονος διάλεξε ζωή αετού, η ψυχή της Αταλάντης διάλεξε ζωή αθλητικού ανδρός, η ψυχή του Οδυσσέως διάλεξε ζωή απλού ανθρώπου μακριά από τα αξιώματα κ.λπ. (14)
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την πλατωνική αντίληψη, όλες οι ψυχές ανδρών η γυναικών η ζώων εναλλάσσουν αδιακρίτως τις διαβιώσεις τους.
Εξυπακούεται ότι την άποψη αυτή του Πλάτωνος αναίρεσαν όλοι οι Νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι! Σήμερα δε γνωρίζουμε με βεβαιότητα, μέσα από την πρόοδο της Μεταφυσικής, ότι πράγματι δεν είναι ορθή, δηλ. ότι οι ανθρώπινες ψυχές επανέρχονται μόνον σε ανθρώπινα σώματα ως νέοι άνθρωποι και μάλιστα χωρίς να γίνεται αλλαγή φύλου. Η θεωρία αυτή, προς διάκριση από την πλατωνική μετεμψύχωση, αποκαλείται «μετενσάρκωση».
Το εξόφθαλμο, πράγματι, αυτό ατόπημα του Πλάτωνος, θα λέγαμε μετά βεβαιότητας ότι δεν είναι το καθ' εαυτό σφάλμα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου. Το λάθος του ήταν, που απέδωσε την άποψη, περί της μετεμψυχώσεως, στον ίδιο τον Σωκράτη, ενώ ο μέγας αυτός αναζητητής της Αλήθειας αποκλείεται παντελώς να υπεστήριξε ποτέ την λανθασμένη αυτή άποψη!
Παρά ταύτα, για να είμεθα δίκαιοι με την Ιστορία της Φιλοσοφίας, θα πρέπει να τονίσουμε ότι κάθε ανθρώπινο έργο δεν είναι δυνατόν να μη εμπεριέχει έστω και μικρά σφάλματα, τα οποία διορθώνουν οι μεταγενέστεροι. Εν πάση περιπτώσει όμως, αυτό ίσως είναι το μοναδικό λανθασμένο σημείο της πλατωνικής κοσμοθεωρίας και δεν μπορεί να επισκιάσει το μεγαλειώδες και ανυπέρβλητο στους αιώνες φιλοσοφικό οικοδόμημα του Πλάτωνος, το οποίο κτίσθηκε με την ουσιαστική συμβολή του μεγάλου διδασκάλου του Σωκράτους και αναντίρρητα είναι ένας αθάνατος ύμνος στις έννοιες του Θεού και της ψυχής!
Το ανακριβές της μετεμψυχώσεως προκύπτει ως άμεση συνέπεια της οντολογικής διαφοράς των ανθρωπίνων ψυχών από εκείνες των ζώων, όπως φαίνεται στο ακόλουθο απόσπασμα:
«Και μάλιστα δεν άρκεσε στον θεό να επιμεληθεί μόνον του σώματος, αλλά και, το σπουδαιότερο, εμφύτευσε την άριστη ψυχή στον άνθρωπο. Διότι τίνος άλλου ζώου η ψυχή αισθάνεται ότι υπάρχουν θεοί, οι οποίοι διοργάνωσαν τα μέγιστα και ωραιότατα πράγματα; Τέτοιο άλλο δε ζωικό είδος, παρά οι άνθρωποι λατρεύουν τους θεούς;» (15)
Το γεγονός, λοιπόν, ότι μόνον οι άνθρωποι έχουν επίγνωση των θεών, αποδεικνύει την ουσιαστική διαφορά των ψυχών τους από τις ψυχές όλων των άλλων έμβιων όντων. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν οι ανθρώπινες ψυχές να ενσαρκώνονται σε σώμα ζώου, διότι τότε θα έπρεπε και τα ζώα να είχαν αναπτύξει θρησκευτικές αντιλήψεις!
Η παραπάνω αναφορά του Ξενοφώντος ασφαλώς προέρχεται από την διδασκαλία του Σωκράτους και επιβεβαιώνει την άποψή μας, ότι ο Σωκράτης δεν αποδεχόταν την μετεμψύχωση σε ζώα, όπως εκ παραδρομής δέχθηκε ο Πλάτων.
Πρέπει όμως να επισημάνουμε την μεγάλη και πολύ ουσιαστική αλήθεια σχετικά με τις μετεμψυχώσεις, την οποία ο Πλάτων διετύπωσε επιγραμματικά με την φράση: «αιτία ελομένου θεός αναίτιος» (16)
Αυτό σημαίνει ότι η κάθε ψυχή, που πρόκειται να κατέλθει στην Γη, επιλέγει η ίδια την ζωή της. Η επιλογή δεν αναφέρεται μόνον στο είδος της ζωής, αλλά και σε όλα όσα πρόκειται να συμβούν σε ολόκληρη την διάρκεια της.
Συμπερασματικά, λοιπόν, να πούμε ότι, σύμφωνα με την πλατωνική αντίληψη, τα όσα συμβαίνουν στην ζωή του κάθε ατόμου, όπως ατυχήματα, ασθένειες, προσωπικές ή κοινωνικές σχέσεις, οικονομικές καταστάσεις κλπ., δεν έχει καμία απολύτως ευθύνη ο Θεός, αλλά μοναδικός υπαίτιος είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, ο όποιος τα διάλεξε προ της καθόδου της ψυχής του από τον ουρανό, μαζί με άλλες πιθανές εναλλακτικές λύσεις τους. Ο λόγος δε των παντοίων δοκιμασιών είναι η ανάγκη της απαλλαγής της ψυχής από τα βάρη προγενεστέρων αμαρτημάτων, που έχουν συσσωρευτεί επάνω της και δεν είναι τυχαία η αναφορά της Βίβλου στο λεγόμενο «προπατορικό αμάρτημα» του ανθρώπου.
ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Για όλα αυτά τα θέματα μιλάει, ασφαλώς, και η Αγία Γραφή, καθώς και οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, που μας θυμίζει ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος μέσα στο έργο του «Η μετά θάνατον ζωή».
Ας παρακολουθήσουμε τις σκέψεις του:
«Η Εκκλησία μας διδάσκει ότι ο άνθρωπος είναι διφυής, δυσυπόστατος, αποτελούμενος από δύο βασικά υπαρξιακά στοιχεία Το ένα είναι το σώμα του και το άλλο είναι η ψυχή του. Σώμα και ψυχή αποτελούν μία ενότητα και όχι μία αντιπαλότητα Υπάρχει σε πολλούς ανθρώπους η αντίληψη ότι σώμα και ψυχή είναι δύο αντίθετα και αντίπαλα στοιχεία, τα οποία και ανταγωνίζονται το ένα το άλλο. Ωστόσο, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι τα δύο αυτά στοιχεία δημιουργήθηκαν από τον Θεό και δόθηκαν στον άνθρωπο όχι για να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αλλά, αντίθετα, για να συνεργάζονται και να συναγωνίζονται προς επίτευξη του τελικού στόχου κάθε ανθρωπίνης υπάρξεως.
Και δεν μπορούσε να είναι διαφορετικά, επειδή αλλιώς, αν τα στοιχεία αυτά είχαν μεταξύ τους μία δεδηλωμένη αντιπαλότητα, θα έπρεπε να διερωτάται κανείς για ποιο λόγο ο Θεός προίκισε τον άνθρωπο με την παρουσία δύο αντιθέτων από την φύση τους στοιχείων, τα οποία συνεχώς μάχονται μεταξύ τους και αναιρούν την δύναμη και την παρουσία το ένα του άλλου. Εάν ακόμη δε συνεργάζονταν αλλά ήσαν αντίπαλα, τότε θα έπρεπε ο άνθρωπος ν' αποτελεί μία διχασμένη προσωπικότητα, διότι θα ήτο διαπαντός υποχρεωμένος να παρίσταται μάρτυρας αυτών των δύο αντιμαχομένων δυνάμεων, οι οποίες θα δημιουργούσαν στην υπαρξή του μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα
Η Αγία Γραφή λέγει ότι «ο Κύριος έκτισεν εκ γης τον ανθρωπον». Η Παλαιά Διαθήκη σαφώς διδάσκει ότι ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του Θεού, πλασμένο από τον ίδιο τον Θεό, από χοϊκή ουσία. Ωστόσο, ενώ το σώμα του ανθρώπου είναι χοϊκό, η ψυχή έχει πνευματική υπόσταση. Αυτό τονίζει επιγραμματικά και χαρακτηριστικά ο Μ. Βασίλειος «Η σαρξ από της γης, η ψυχή ουρανία». Έτσι, λοιπόν, ο Θεός δίδει την ταυτότητα καθενός από τα δύο στοιχεία εκ των οποίων απαρτίζεται η ανθρώπινη υπόσταση. Και τα δύο δε αυτά στοιχεία είναι πολύτιμα για τον άνθρωπο. Το ένα προστατεύει το άλλο. Και τα δύο μαζί είναι πλασμένα για να συνεργάζονται από κοινού προκειμένου να επιτύχουν του ποθούμενου.
Όμως η αμαρτία η οποία εμφιλοχώρησε μέσα στην ιστορία του κόσμου, δημιούργησε την αντιπαλότητα και την ανταγωνιστικότητα ανάμεσα σε ψυχή και σε σώμα. Η επιθυμία του Θεού ήταν και είναι, τα δύο αυτά στοιχεία να συνεργάζονται, ώστε ο άνθρωπος να αισθάνεται την εσωτερική αρμονία. Γι' αυτό και η Αγία Γραφή, κατ' αντίθεση με την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία και τις άλλες διανοητικές συλλήψεις των φιλοσόφων του ειδωλολατρικού κόσμου, που θεωρούσαν το σώμα δεσμωτήριον της ψυχής, ονομάζει και χαρακτηρίζει το ανθρώπινο σώμα ως «ναόν του Αγίου Πνεύματος». Το σώμα δε θεωρείται φυλακή που μέσα της είναι δεσμώτης η ψυχή, αλλά ναός που μέσα του φιλοξενείται το Άγιον Πνεύμα. Και μόνος ο χαρακτηρισμός αυτός του σώματος δείχνει πόσο πολύτιμο και ιερό είναι το ανθρώπινο σώμα, το οποίο έχει να επιτελέσει ένα σημαντικό και πολύ σοβαρό σκοπό. Στην προπτωτική κατάσταση, πριν δηλαδή μεσολαβήσει η αμαρτία των πρωτοπλάστων και πριν διαστραφούν όλες οι πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου, υπήρχε μία αρμονική ενότητα και πλήρης συνεργασία μεταξύ του ανθρωπίνου σώματος και της ψυχής. Αλλά «επελθών γαρ ο θάνατος ταύτα πάντα εξηφάνισται»2, όπως λέγει ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας.
Ο θάνατος ήταν άγνωστος στους πρωτοπλάστους, δεν είχαν γευθεί τον θάνατο πριν από το προπατορικό αμάρτημα. Λέγουν οι Πατέρες «ο άνθρωπος εδημιουργήθη ούτε θνητός ολοσχερώς, ούτε αθάνατος το καθ' όλον». Εάν, δηλαδή, οι πρωτόπλαστοι ήθελαν να συμμορφωθούν με την εντολή την οποία τους έδωσε ο Θεός, τότε δεν θα γνώριζαν θάνατο. Η εντολή του Θεού να μη φάγουν από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού ήταν ένα γύμνασμα αρετής. Ο διάβολος, όμως, ενήργησε με πονηρία και φθόνο και οι πρωτόπλαστοι έπεσαν στην αμαρτία της ανυπακοής και του εγωισμού, και επειδή δεν μετενόησαν για την αμαρτία τους, για τούτο και δοκίμασαν τον θάνατο. Ο θάνατος, όμως, έπληξε μόνο το σώμα και όχι και την ψυχή, η οποία διετήρησε την απαρχής ιδιότητα της αθανασίας.
Η αθανασία του ανθρώπου
Θα πρέπει, ίσως, να εντρυφήσουμε γύρω από την έννοια της αθανασίας εξ απόψεως ορθοδόξου δογματικής διδασκαλίας. Όταν μιλούμε περί αθανασίας, εννοούμε τέσσερις έννοιες: Πρώτη η κατά φύσιν αθανασία, δηλαδή η ιδιότητα του μη θνήσκειν εκ φύσεως και όχι επιγενόμενος. Όπως αντιλαμβανόμαστε, την κατά φύσιν αθανασία έχει μόνο ο Θεός. Διότι μόνο ο Θεός εξ ύπαρχής έχει την αθανασία και είναι ο μόνος κατά φύσιν αθάνατος. Με αυτό που λέμε «Άγιος Αθάνατος» αποδίδουμε αυτήν ακριβώς την αλήθεια επειδή ο Θεός είναι άναρχος, από την φύση του δεν έχει και τέλος. Αυτό τονίζει και ο Απόστολος Παύλος όταν λέγει στην Α' προς Τιμόθεον επιστολή του ότι ο Θεός είναι «ο μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον»1. Αυτή, λοιπόν, είναι η πρώτη έννοια της αθανασίας.
Η δεύτερη είναι η κατά χάριν αθανασία. Αύτη η αθανασία σημαίνει μία κατάσταση την οποία έχει κάποιος όταν κάποιος άλλος του την έχει δώσει, είναι δοτή ιδιότητα: Οφείλεται σ' ένα χάρισμα, σε μία δωρεά την οποία έχει δώσει κάποιος σε κάποιον άλλον. Αυτή την κατά χάριν αθανασία έχει ο άνθρωπος. Η ψυχή του ανθρώπου έχει την κατά χάριν αθανασία και όχι την κατά φύσιν, διότι η ψυχή του άνθρωπου είναι κτιστή, είναι δημιούργημα του Θεού, ως εκ τούτου έχει αρχή και επομένως κάθε τι που έχει αρχή έχει και τέλος. Θα έπρεπε, λοιπόν, τηρουμένης αυτής της βασικής αρχής η ψυχή του ανθρώπου έχουσα αρχή, να έχει και τέλος. Εδώ, όμως, γίνεται μία εξαίρεση και ενώ η ψυχή είναι κτιστή, και έχει αρχή, εν τούτοις δεν έχει τέλος, διότι έτσι το θέλησε ο Θεός. Αυτή είναι μία κατά χάριν αθανασία, την οποία έχει η ψυχή του ανθρώπου.
Η τρίτη έννοια της αθανασίας είναι εκείνη που συνδέεται με την ύπαρξη της χάριτος του Θεού. Η ψυχή ως ενωμένη με τον Θεό έχει αυτήν τη μορφή της αθανασίας. Τέτοια μορφή αθανασίας έχουν οι δίκαιοι. Οι αμαρτωλοί έχουν μεν την κατά χάριν αθανασία εφ' όσον ο Θεός έδωσε σε όλους αυτή την ιδιότητα, δεν ευρίσκονται, όμως, ενωμένοι με την χάρη του Θεού. Οι ψυχές των αμαρτωλών ανθρώπων δε διαθέτουν αυτήν την θεοποιό ενέργεια. Ζουν μεν αιωνίως, αλλά μακράν του Θεού. Για τούτο ο Μ. Βασίλειος ονομάζει την αμαρτία «Θάνατον του αθανάτου» εννοώντας ότι υπάρχει μεν η κατά χάριν αθανασία η οποία όμως στερείται της θεοποιού ενεργείας εξ αιτίας της αμαρτίας. Υπάρχει και η τετάρτη μορφή αθανασίας, όταν ο άνθρωπος μετέχει της αναστάσεως του Χριστού.
Χαώδης είναι η διαφορά ανάμεσα στην Ορθόδοξη αντίληψη περί της αθανασίας της ψυχής και της φιλοσοφικής διδασκαλίας. Κατά την Ορθόδοξη άποψη η ψυχή δεν είναι άναρχη, δεν είναι αγέννητη, δεν είναι άκτιστη, ούτε προϋπάρχουσα Είναι κτιστή, κατά χάριν αθάνατη το δε σώμα και η ψυχή αποτελούν μία ενότητα και δεν υπάγονται σε καμία έννοια δυϊσμού, δηλαδή δεν είναι δύο αυτόνομες αρχές, οι οποίες έχουν ξεχωριστή προέλευση και καταγωγή, και που η μία αντιμάχεται την άλλη.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ακόμα ότι και στο θέμα της αθανασίας της ψυχής υπήρξαν και μέσα στους χώρους του Χριστιανισμού αρκετές αιρετικές διδασκαλίες, τις οποίες εγκαίρως επεσήμανε και κατεδίκασε η Εκκλησία Δύο από αυτές που έχουν άμεση σχέση με την αθανασία της ψυχής είναι α) η αίρεση των λεγομένων θνητοψυχιτών και β) η αίρεση της ψυχοπανυχίας.
Οι θνητοψυχίτες δίδασκαν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι όμοια με την ψυχή των ζώων και ότι χάνεται μαζί με το σώμα μετά τον θάνατο. Όπως δηλαδή με τον θάνατο παύει να υπάρχει το σώμα και διαλύεται, το ίδιο ισχυρίζοντο ότι συμβαίνει και με τις ψυχές.
Στην αίρεση της ψυχοπανυχίας ισχυρίζοντο ότι μετά τον θάνατο οι ψυχές βρίσκονται σε μία κατάσταση ληθάργου και υπνώσεως. Η Ορθόδοξη άποψη δεν δέχεται ούτε την περί θνητοψυχίας αίρεση, ούτε την περί ψυχοπανυχίας.». (17)
Και τι άλλο θα πρέπει να πούμε για την αθανασία της ψυχής, που τόσο πολύ πίστευε ο Σωκράτης και που ο ίδιος ο Χριστός διατράνωσε με την περίφημη εκείνη φράση του: «τι γαρ ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή, ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (18)
Ιδού, λοιπόν, γιατί πιστεύουμε στη αθανασία της ψυχής!..
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Βλέπε : «Ο μονοθεϊσμός του Σωκράτους»
2. «Εν μεν η περί την ψυχήν ελέγομεν, ως πρεσβύτατόν τε και θειότατόν εστίν πάντων ων κίνησις γένεσιν παραλαβούσα αέναον ουσίαν επόρισεν...» (Νόμοι 966 D-E).
3. «Αλλά μην και ανθρώπου η ψυχή, η, είπερ τι και άλλο των ανθρωπίνων, του θείου μετέχει, ότι μεν βασιλεύει εν ημίν, φανέρον, οράται δε ουδ' αυτή» (Ξενοφ. Απομν. Δ' 3, 14).
4. Βλ. Πολιτεία Γ 611 Α-Ε.
5. «Άστρων δη πέρι πάντων και σελήνης, ενιαυτών τε και μηνών και πασών ωρών πέρι, τίνα άλλον λόγον ερούμεν ή τον αυτόν τούτον, ως επειδή ψυχή μεν ή ψυχαί πάντων τούτων αίτιαι εφάνησαν, αγαθαί δε πάσαν αρετήν, θεούς αυτάς είναι φήσομεν, είτε έν σώμασιν ενούσαι, ζώα όντα, κοσμούσιν πάντα ουρανόν, είτε όπη τε και όπως; έσθ' όστις ταύτα ομολογών υπομένει μη θεών είναι πλήρη πάντα;» (Νόμοι 899b 3)
6. Χριστοδούλου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος: «Η μετά θάνατον ζωή», Εκδόσεις Χρυσοπηγή, Αθήνα 2004, σελίδα 38.
7. «Ου γαρ τοι θαυμάζοιμ' αν, ει Ευριπίδης αληθή εν τοίσδε λέγει, λέγων –
τις δ' οίδεν, ει το ζην μεν εστι κατθανείν το κατθανείν
δε ζην;
και ημείς τω όντι ίσως τέθναμεν ήδη γαρ του έγωγε και ήκουσα
των σοφών, ως νυν ημείς τέθναμεν, και το μεν σώμά έστιν ημίν
σήμα...» (Γοργίας 492 Ε).
8. «Ο θάνατος τυγχάνει ων, ως εμοί δοκεί, ουδέν άλλο η δυοίν πραγμάτοιν διάλυσις, της ψυχής και του σώματος, απ' αλλήλοιν» (Γοργίας 524 Β).
9. «το τεθναναι... μεταβολή τις τυγχάνει ούσα και μετοίκησις τη ψυχή του τόπου του ενθένδε εις έτερον τόπον» ('Απολογια 40 C).
10. «ένδηλα πάντα εστίν εν τη ψυχή, επειδάν γυμνωθή του σώματος, τα τε της φύσεως και τα παθήματα, α δια την επιτήδευσιν εκάστου πράγματος εσχεν εν τη ψυχή ο άνθρωπος» (Γοργίας 524 D)
11. «Ουδέν γαρ άλλο έχουσα εις "Αιδου η ψυχή έρχεται πλην της παιδείας τε και τροφής, α δη και μέγιστα λέγεται ώφελεϊν η βλάπτειν τον τελευτήσαντα ευθύς εν αρχή της έκεϊσε πορείας» (Φαίδων 170 D).
12. «έν ω της τε γης δύ' είναι χάσματα εχομένω αλλήλοιν και του ουρανού αυ έν τω άνω άλλα καταντικρύ, δικαστάς δε μεταξύ τούτων καθήσθαι, ους, επειδή διαδικάσειαν, τους μεν δικαίους κελεύειν πορεύεσθαι την εις δεξιάν τε και άνω δια του ουρανού, σημεία περιάψαντας των δεδικασμένων εν τω πρόσθεν, τους δε αδίκους την εις αριστεράν τε και κάτω, έχοντας και τούτους εν τω όπισθεν σημεία πάντων ων έπραξαν, εαυτού δε προσελθόντος ειπείν ότι δέοι αυτόν άγγελον άνθρώποις γενέσθαι των εκεί και διακελεύοιντό οι ακούειν τε και θεάσθαι πάντα τα εν τω τόπω» (Πλάτωνος, Πολιτεία, 614b 1)
13. Όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, ακόμη και «η δεξιά του Κυρίου», που επικαλέσθηκε στις μέρες μας ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, ήταν πλατωνική αποκάλυψη (!) και αδίκως στηλιτεύθηκε τόσο πολύ από τους πάσης φύσεως πολιτικούς και δημοσιογράφους!
14. Πλάτωνος, Πολιτεία Γ 620 Α-Ε.
15. «Ου τοίνυν μόνον ήρκεσε τω θεώ του σώματος επιμεληθήναι, αλλ’ όπερ μέγιστόν έστι, και την ψυχήν κρατίστην τω ανθρώπω ενέφυσε. Τίνος γαρ άλλου ζώου ψυχή πρώτα μεν θεών των τα μέγιστα και κάλλιστα συνταξάντων ήσθηται ότι εισί; δε φύλον άλλο ή άνθρωποι θεούς θεραπεύουσι;» (Ξενοφώντος «Απομνημονεύματα» Α', 4, 13).
16. Πλάτωνος, Πολιτεία 617e 4.
17. Χριστοδούλου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος: «Η μετά θάνατον ζωή», Εκδόσεις Χρυσοπηγή, Αθήνα 2004, σελίδα 42.
18. Ματθ. 16, 26.http://www.sakketosaggelos.gr/Article/488/
Η αθανασία της ψυχής και ο Σωκράτης!...
37<<ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΔΕΝ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΟΥΔΕΝ ΑΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ Η ΝΥΞ ΛΑΜΠΕΙ ΩΣ Η ΗΜΕΡΑ ΕΙΣ ΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΟ ΦΩΣ>>