Προυποθέσεις για την Θέωση

1
Προϋποθέσεις γιὰ τὴν θέωσι

Λέγουν βέβαια οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τὴν θέωση. Ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι κάτι ποὺ ἐπιτυγχάνουμε ἐμεῖς μόνοι μας. Φυσικὰ πρέπει νὰ θέλουμε, νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε, γιὰ νὰ εἴμαστε ἄξιοι, ἱκανοὶ καὶ δεκτικοὶ νὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ φυλάσσουμε τὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεὸς δὲν θέλει τίποτε νὰ κάνη σ᾿ ἐμᾶς χωρὶς τὴν ἐλευθερία μας. Πλὴν ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες λέγουν ὅτι ἐμεῖς μὲν πάσχουμε τὴν θέωση, ὁ Θεὸς δὲ ἐνεργεῖ τὴν θέωση.

Διακρίνουμε δὲ ὁρισμένες ἀπαραίτητες προϋποθέσεις στὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν θέωση.

α) Ἡ ταπείνωσις

Πρώτη κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας προϋπόθεση γιὰ τὴν θέωση εἶναι ἡ ταπείνωσις. Χωρὶς τὴν εὐλογημένη ταπείνωση ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ τεθῆ στὴν τροχιὰ τῆς θεώσεως, νὰ δεχθεῖ τὴν θεία Χάρι, νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό. Καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀναγνωρίσει ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς του εἶναι ἡ θέωσις, χρειάζεται ταπείνωσις. Γιατὶ πῶς χωρὶς ταπείνωση θὰ ἀναγνωρίσεις ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς σου εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, εἶναι στὸ Θεό;

Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἐγωκεντρικά, ἀνθρωποκεντρικά, αὐτόνομα, τοποθετεῖ τὸν ἑαυτό του ὡς κέντρο καὶ σκοπὸ τῆς ζωῆς του. Πιστεύει ὅτι μπορεῖ νὰ αὐτοτελειωθῆ, νὰ αὐτοορισθῆ, νὰ αὐτοθεωθῆ. Αὐτὸ εἶναι ἄλλωστε καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ, τῆς σύγχρονης πολιτικῆς. Νὰ κάνουμε ἕνα κόσμο ἔστω καλύτερο, δικαιότερο, ἀλλὰ αὐτόνομα. Ἕνα κόσμο ποὺ θὰ ἔχει κέντρο τὸν ἄνθρωπο χωρὶς ἀναφορὰ στὸν Θεό, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἡ πηγὴ κάθε καλοῦ. Αὐτὸ τὸ λάθος ἔκανε κι ὁ Ἀδάμ, ποὺ πίστεψε πὼς μόνο μὲ τὶς δικές του δυνάμεις μποροῦσε νὰ γίνει Θεός, νὰ ὁλοκληρωθεῖ. Τὸ λάθος τοῦ Ἀδὰμ κάνουν ὅλοι οἱ οὐμανισμοὶ ὅλων τῶν αἰώνων. Δὲν θεωροῦν ἀπαραίτητη τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου.

Ὅλα τὰ ὀρθόδοξα εἶναι θεανθρωποκεντρικά, ἔχουν κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό. Ὅλα τὰ μὴ ὀρθόδοξα, Προτεσταντισμός, Παπισμός, Μασονισμός, Χιλιασμός, ἀθεϊσμός, ὅ,τι ἄλλο ἐκτὸς Ὀρθοδοξίας, αὐτὸν τὸν κοινὸ παρονομαστῆ ἔχουν: Κέντρο εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Σὲ μᾶς κέντρο εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι εὔκολο νὰ γίνει κανεὶς αἱρετικός, χιλιαστής, μασόνος, ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἀλλὰ εἶναι δύσκολο νὰ γίνει Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος. Γιὰ νὰ γίνεις Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος, πρέπει νὰ δεχθεῖς ὅτι κέντρο τοῦ κόσμου δὲν εἶσαι ἐσὺ ἀλλὰ ὁ Χριστός.

Ἄρα ἡ ἀρχὴ τῆς ὁδοῦ πρὸς τὴν θέωση εἶναι ἡ ταπείνωσις, νὰ ἀναγνωρίσουμε δηλαδὴ ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, εἶναι στὸν Πατέρα μας, τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό μας.

Χρειάζεται ἀκόμη ταπείνωσις, γιὰ νὰ δοῦμε ὅτι εἴμαστε ἄρρωστοι, ὅτι εἴμαστε ἐμπαθεῖς, γεμάτοι ἀδυναμίες καὶ πάθη.

Κι αὐτὸς πάλι ποὺ ἀρχίζει τὴν πορεία τῆς θεώσεως, πρέπει νὰ ἔχη διαρκῆ τὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ διατηρεῖται συνεχῶς στὴν πορεία αὐτή. Διότι ἂν δεχθεῖ τὸν λογισμὸ ὅτι μὲ τὶς δικές του δυνάμεις τὰ καταφέρνει καλὰ καὶ προχωρεῖ, τότε εἰσέρχεται μέσα του ἡ ὑπερηφάνεια. Χάνει ὅ,τι κέρδισε καὶ χρειάζεται νὰ ἀρχίσει πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ ταπεινωθεῖ, νὰ δεῖ τὴν ἀδυναμία του, τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένειά του καὶ νὰ μὴ βασίζεται στὸν ἑαυτό του. Χρειάζεται νὰ βασίζεται στὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ βρίσκεται συνεχῶς στὴν πορεία τῆς θεώσεως.

Γι᾿ αὐτὸ στοὺς βίους τῶν Ἁγίων μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ μεγάλη ταπείνωσή τους. Ἐνῶ ἦταν κοντὰ στὸν Θεό, ἔλαμπαν μέσα στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, ἦταν θαυματουργοί, μυροβλύτες, τὴν ἴδια στιγμὴ ἐπίστευαν γιὰ τὸν ἑαυτό τους ὅτι ἦταν πολὺ χαμηλά, πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ὅτι ἦταν οἱ χειρότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἡ ταπείνωσή τους ἦταν ποὺ τοὺς ἔκανε θεοὺς κατὰ Χάριν.

β) Ἡ ἄσκησις

Μᾶς λέγουν ἐπίσης οἱ Πατέρες ὅτι ἡ θέωσις ἔχει στάδια. Ἀρχίζει ἀπὸ τὰ χαμηλότερα καὶ προχωρεῖ πρὸς τὰ ὑψηλότερα. Ἔχοντας τὴν ταπείνωση, ἀρχίζουμε μὲ μετάνοια καὶ πολλὴ ὑπομονὴ τὸν καθημερινό μας ἐν Χριστῷ ἀγώνα, τὴν ἄσκηση τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ καθαρισθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη. Λέγουν δὲ οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μέσα στὶς ἐντολές Του κρύβεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός, κι ὅταν ὁ Χριστιανὸς ἀπὸ ἀγάπη καὶ πίστη στὸν Χριστὸ τὶς τηρεῖ, τότε ἑνώνεται μαζί Του.

Αὐτὸ κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας εἶναι τὸ πρῶτο στάδιο τῆς θεώσεως, τὸ ὁποῖο ὀνομάζεται καὶ "πράξις". Εἶναι ἡ πρακτικὴ ἀγωγή, ἡ ἀρχὴ τοῦ δρόμου πρὸς τὴν θέωση.

Φυσικὰ αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο, διότι ὁ ἀγώνας γιὰ νὰ ξεριζωθοῦν τὰ πάθη ἀπὸ μέσα μας εἶναι μεγάλος. Χρειάζεται κόπος πολύς, ὥστε σιγὰ-σιγὰ ὁ χέρσος ἐσωτερικός μας ἀγρὸς νὰ καθαρίζεται ἀπὸ τὰ ἀγκάθια καὶ τὶς πέτρες τῶν παθῶν καὶ νὰ καλλιεργεῖται πνευματικά, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ πέφτει ὁ σπόρος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ καρποφορεῖ. Ἀπαιτεῖται μεγάλη καὶ συνεχὴς βία στὸν ἑαυτό μας γιὰ ὅλα αὐτά. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». (Ματθ. ια´ 12). Καὶ πάλι οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν: «Δῶσε αἷμα καὶ λάβε Πνεῦμα», δηλαδὴ δὲν μπορεῖς νὰ λάβεις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἂν δὲν δώσεις τὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς σου στὸν ἀγώνα γιὰ νὰ καθαριστεῖς ἀπὸ τὰ πάθη, νὰ μετανοήσεις πραγματικὰ καὶ σὲ βάθος, καὶ νὰ ἀποκτήσεις τὶς ἀρετές.

Ὅλες δὲ οἱ ἀρετὲς εἶναι ὄψεις τῆς μίας καὶ μεγάλης ἀρετῆς, τῆς ἀρετῆς τῆς ἀγάπης. Ὅταν ὁ Χριστιανὸς ἀποκτήσει τὴν ἀγάπη, ἔχει ὅλες τὶς ἀρετές. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐκδιώκει ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου τὴν αἰτία ὅλων τῶν κακιῶν καὶ ὅλων τῶν παθῶν, ἡ ὁποία κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας εἶναι ἡ φιλαυτία. Ὅλα τὰ κακὰ μέσα μας πηγάζουν ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ποὺ εἶναι ἡ ἀρρωστημένη ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει τὴν ἄσκηση. Χωρὶς ἄσκηση δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωή, οὔτε ἀγώνας, οὔτε προκοπή. Ὑπακοῦμε, νηστεύουμε, ἀγρυπνοῦμε, κοπιάζουμε μὲ μετάνοιες, ὀρθοστασίες, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πάθη μας. Ἂν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παύση νὰ εἶναι ἀσκητική, παύει νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος. Παύει νὰ βοηθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὰ πάθη του καὶ νὰ γίνεται θεὸς κατὰ Χάριν.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀναπτύσσουν μεγάλη καὶ βαθειὰ ἀνθρωπολογικὴ διδασκαλία γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου. Κατ᾿ αὐτοὺς ἡ ψυχὴ διακρίνεται στὸ λογιστικὸ καὶ παθητικὸ μέρος. Τὸ παθητικὸ πάλι περιέχει τὸ θυμοειδὲς καὶ τὸ ἐπιθυμητικό. Στὸ λογιστικὸ περιέχονται οἱ λογικὲς ἐνέργειες τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ οἱ λογισμοί, οἱ σκέψεις. Τὸ θυμοειδὲς εἶναι τὰ θετικὰ ἢ ἀρνητικὰ συναισθήματα, ἡ ἀγάπη, τὸ μίσος. Τὸ ἐπιθυμητικὸ εἶναι οἱ καλὲς ἐπιθυμίες τῶν ἀρετῶν καὶ οἱ κακὲς ἐπιθυμίες τῶν ἡδονῶν, τῶν ἀπολαύσεων, ἡ φιλοχρηματία, ἡ κοιλιοδουλία, ἡ σαρκολατρεία, τὰ σαρκικὰ πάθη. Ἂν αὐτὰ τὰ τρία μέρη τῆς ψυχῆς, τὸ λογιστικό, τὸ θυμοειδὲς καὶ τὸ ἐπιθυμητικό, δὲν καθαρισθοῦν, δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ δεχθεῖ μέσα του τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, νὰ θεωθεῖ. Τὸ λογιστικὸ καθαρίζεται μὲ τὴν νήψι, ποὺ εἶναι ἡ συνεχὴς τήρησις τοῦ νοὸς ἀπὸ τοὺς λογισμούς, μὲ τὸ νὰ κρατεῖ δηλαδὴ τοὺς καλοὺς λογισμοὺς καὶ νὰ ἀποδιώχνη τοὺς κακούς. Τὸ θυμοειδὲς πάλι καθαρίζεται μὲ τὴν ἀγάπη. Καὶ τὸ ἐπιθυμητικό, τέλος, καθαρίζεται μὲ τὴν ἐγκράτεια. Ὅλα αὐτὰ πάντως ἀπὸ κοινοῦ καθαρίζονται καὶ ἁγιάζονται μὲ τὴν προσευχή.

γ) Τὰ ἅγια Μυστήρια καὶ ἡ προσευχὴ

Ὁ Χριστὸς ἐγκαθίσταται στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὰ ἅγια Μυστήρια. Μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, τὸ Χρίσμα, τὴν ἱερὰ ἐξομολόγηση, τὴν Θεία Εὐχαριστία. Στοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς ποὺ εἶναι ἐν κοινωνίᾳ Χριστοῦ, ὁ Θεός, ἡ Χάρις Του, εἶναι μέσα τους, στὴν καρδιά τους, διότι εἶναι βαπτισμένοι, χρισμένοι, ἐξομολογημένοι, κοινωνημένοι.

Τὰ πάθη ὅμως καλύπτουν τὴν θεία Χάρι, ὅπως ἡ στάχτη τὴν σπίθα. Μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχὴ ἡ καρδιὰ καθαρίζεται ἀπὸ τὰ πάθη, ἡ σπίθα τῆς θείας Χάριτος ἀναζωπυροῦται καὶ ὁ πιστὸς αἰσθάνεται τὸν Χριστὸ στὴν καρδιά του, ποὺ εἶναι τὸ κέντρο τῆς ὑπάρξεώς του.

Κάθε προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας βοηθεῖ στὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς. Ἰδιαιτέρως ὅμως βοηθεῖ ἡ λεγόμενη μονολόγιστος εὐχὴ ἢ νοερὰ προσευχὴ ἢ καρδιακὴ προσευχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν». Αὐτὴ ἡ προσευχή, ποὺ ἀνέκαθεν παραδίδεται στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔχει τὸ ἑξῆς πλεονέκτημα: ἐπειδὴ εἶναι μονολόγιστος, δηλαδὴ μόνο μία πρότασις, μᾶς βοηθεῖ νὰ συγκεντρώνουμε εὔκολα τὸν νοῦ μας. Συγκεντρώνοντας τὸν νοῦ μας τὸν βυθίζουμε στὴν καρδιὰ καὶ προσέχουμε ἐκεῖ νὰ μὴ ἀπασχολεῖται μὲ ἄλλα πράγματα καὶ νοήματα, οὔτε καλά, οὔτε κακά, ἀλλὰ μόνο μὲ τὸν Θεό.

Ἡ ἄσκησις στὴν καρδιακὴ αὐτὴ προσευχή, ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ σὺν τῷ χρόνῳ συνεχής, εἶναι ὁλόκληρη ἐπιστήμη, τέχνη ἱερά, ποὺ Ἅγιοι τῆς Πίστεώς μας λεπτομερῶς περιγράφουν στὰ ἱερά τους συγγράμματα, ὅπως καὶ σὲ μία μεγάλη συλλογὴ πατερικῶν κειμένων, τὴν "Φιλοκαλία".

Βοηθεῖ καὶ χαροποιεῖ λοιπὸν τὸν ἄνθρωπο ἡ προσευχὴ αὐτή. Κι ὅταν προχωρήσει ὁ Χριστιανὸς στὴν προσευχὴ αὐτή, καὶ ταυτοχρόνως ἡ ζωή του εἶναι σύμφωνη μὲ τὶς ἅγιες ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἀξιώνεται νὰ λάβει ἐμπειρία τῆς θείας Χάριτος. Ἀρχίζει νὰ γεύεται τὴν γλυκύτητα τῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ, νὰ γνωρίζει ἐκ πείρας τὸ «γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι Χρηστὸς ὁ Κύριος» (Ψαλμ. λγ´ 9). Γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἰδέα, κάτι ποὺ τὸ σκεπτόμαστε μόνο ἢ γιὰ τὸ ὁποῖο συζητοῦμε ἢ διαβάζουμε, ἀλλὰ εἶναι Πρόσωπο, μὲ τὸ Ὁποῖο ἐρχόμαστε σὲ ζωντανὴ καὶ προσωπικὴ κοινωνία, κάτι ποὺ τὸ ζοῦμε, τοῦ Ὁποίου λαμβάνουμε ἐμπειρία.

Τότε βλέπουμε τί μεγάλη καὶ ἄρρητη καὶ ἀνέκφραστη εὐτυχία εἶναι νὰ ἔχουμε τὸν Χριστὸ μέσα μας καὶ νὰ εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί.

Πολὺ βοηθεῖ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ εἶναι στὸν κόσμο, μέσα στὶς διάφορες μέριμνες καὶ ἀπασχολήσεις τῆς κάθε ἡμέρας, νὰ βρίσκουν τουλάχιστον λίγα λεπτὰ ἡσυχίας γιὰ νὰ ἀσκοῦνται σ᾿ αὐτὴν τὴν προσευχή.

Τοὺς ἁγιάζουν βέβαια κι ὅλες οἱ κατὰ Θεὸν ἐργασίες καὶ καθήκοντα, ὅταν γίνονται ταπεινὰ καὶ μὲ ἀγάπη. Ὅμως χρειάζεται καὶ ἡ προσευχή. Σ᾿ ἕνα ἥσυχο δωμάτιο (εἶναι καλὸ ἴσως μετὰ ἀπὸ κάποια μελέτη πνευματικὴ ἢ ἀφοῦ ἀνάψουν τὸ καντήλι ἐμπρὸς στὶς εἰκόνες καὶ θυμιάσουν), ὅσο γίνεται μακρυὰ ἀπὸ θορύβους καὶ ἀπασχολήσεις, καὶ ἀφοῦ ἡσυχάσουν ἀπὸ ἄλλες σκέψεις καὶ λογισμούς, νὰ βυθίζουν τὸν νοῦ τους στὴν καρδιὰ λέγοντας τὴν εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν (ἢ τὴν ἁμαρτωλήν)». Πόση εἰρήνη καὶ δύναμη ἀντλοῦν οἱ ψυχὲς μ᾿ αὐτὴν τὴν κατὰ Θεὸν ἡσυχία! Πόσο τὶς ἐνισχύει καὶ στὶς ὑπόλοιπες ὧρες τῆς ἡμέρας νὰ διατηροῦνται εἰρηνικές, χωρὶς νεῦρα καὶ ἔνταση καὶ ἄγχος, ἀλλὰ νὰ ἔχουν ὅλες τὶς δυνάμεις τους σὲ ἁρμονία καὶ ἑνότητα!

Μερικοὶ ἀναζητοῦν λίγη ψυχικὴ ἡσυχία μὲ τεχνητὰ μέσα σὲ ἄλλους χώρους, πλανεμένους καὶ δαιμονικούς, ὅπως στὶς ἀνατολικὲς λεγόμενες θρησκεῖες. Προσπαθοῦν νὰ εὕρουν κάποια ἡσυχία μὲ ἐξωτερικὲς ἀσκήσεις, διαλογισμό, κ.λπ., γιὰ νὰ ἐπιτύχουν κάποια ἰσορροπία ψυχῆς καὶ σώματος. Τὸ λάθος εἶναι ὅτι σ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος, ποὺ προσπαθεῖ νὰ λησμονήσει τὶς διάφορες σκέψεις καὶ τὸν ὑλικὸ κόσμο, οὔτε οὐσιαστικὰ δὲν κάνει διάλογο μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ μονόλογο μὲ τὸν ἑαυτό του. Καταλήγει δηλαδὴ πάλι στὸν ἀνθρωποκεντρικὸ καὶ ἀποτυγχάνει.

Ἐμπειρίες τῆς θεώσεως

Οἱ ἐμπειρίες τῆς θεώσεως εἶναι ἀνάλογες μὲ τὴν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερο καθαρισθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο ἀνώτερη ἐμπειρία λαμβάνει τοῦ Θεοῦ, βλέπει τὸν Θεό, κατὰ τὸ «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).

Ὅταν ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος νὰ μετανοεῖ, νὰ ἐξομολογεῖται καὶ νὰ κλαίει γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, λαμβάνει τὶς πρῶτες ἐμπειρίες τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Τέτοιες δὲ ἐμπειρίες εἶναι πρῶτα τὰ δάκρυα τῆς μετάνοιας, ποὺ φέρουν χαρὰ ἀνεκλάλητη στὴν ψυχή, καὶ ἡ βαθειὰ εἰρήνη ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ πένθος αὐτὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας λέγεται "χαροποιὸν πένθος", ὅπως εἶπε ὁ Κύριος στοὺς Μακαρισμούς Του: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται» (Ματθ. ε´ 4).

Μετὰ προχωρεῖ σὲ ἀνώτερα στάδια, ὅπως εἶναι ὁ θεῖος φωτισμός, μὲ τὸν ὁποῖο φωτίζεται ὁ νοῦς καὶ βλέπει μὲ ἄλλη χάρι τὰ πράγματα, τὸν κόσμο, τοὺς ἀνθρώπους.

Ἀγαπᾶ τότε ὁ Χριστιανὸς τὸν Θεὸ περισσότερο καὶ ἔρχονται ἄλλα δάκρυα, ἀνώτερα, ποὺ εἶναι δάκρυα ἀγάπης γιὰ τὸν Θεό, θείου ἔρωτος. Ὄχι πιὰ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, διότι ἔχει τὴν βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς συγχώρησε τὶς ἁμαρτίες του. Τὰ δάκρυα αὐτά, ποὺ φέρουν μεγαλύτερη εὐτυχία, χαρὰ καὶ εἰρήνη στὴν ψυχή, εἶναι ἀνώτερη ἐμπειρία θεώσεως.

Ἀποκτᾶ μετὰ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀπάθεια, τὴν ζωὴ χωρὶς τὰ διαβλητὰ πάθη, τὶς ἐφάμαρτες ἀδυναμίες. Καὶ εἶναι τότε εἰρηνικὸς καὶ ἀτάραχος σὲ κάθε προσβολὴ ἐξωτερική, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ὑπερηφάνεια, μίσος, μνησικακία, σαρκικὲς ὀρέξεις.

Αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο στάδιο τῆς θεώσεως, τὸ καλούμενο "θεωρία", κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος καθαρισμένος ἤδη ἀπὸ τὰ πάθη φωτίζεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐλλάμπεται καὶ θεώνεται. Θεωρία σημαίνει θέα. Θεωρία τοῦ Θεοῦ σημαίνει θέα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως κανεὶς νὰ βλέπει τὸν Θεό, πρέπει νὰ εἶναι θεωμένος ἄνθρωπος. Ἄρα θεωρία τοῦ Θεοῦ σημαίνει θέωσις.

Ὅταν μάλιστα καθαρισθεῖ τελείως, προσφερθεῖ τελείως στὸν Θεό, τότε λαμβάνει καὶ τὴν μεγαλύτερη στοὺς ἀνθρώπους ἐμπειρία τῆς θείας Χάριτος, ποὺ κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας εἶναι ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου φωτὸς τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ φῶς τὸ βλέπουν οἱ πολὺ προχωρημένοι στὴν θέωση, ἐλάχιστοι σὲ κάθε γενεά. Τὸ βλέπουν οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, καὶ φαίνονται μέσα σ᾿ αὐτό, ὅπως ἄλλωστε εἰκονίζονται στὶς ἅγιες εἰκόνες τους μὲ τὰ φωτοστέφανα.

Στὸν βίο π.χ. τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου ἀναφέρεται ὅτι ὅταν ὁ Μ. Βασίλειος προσευχόταν στὸ κελί του, τὸν ἔβλεπαν οἱ ἄλλοι, ὅσοι βέβαια μποροῦσαν νὰ τὸν δοῦν νὰ λάμπει ὅλος αὐτὸς καὶ τὸ κελί του μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ, τὸ φῶς τῆς θείας Χάριτος. Στοὺς βίους πολλῶν ἁγίων Νεομαρτύρων τῆς Πίστεώς μας, διαβάζουμε πὼς ἀφοῦ οἱ Τοῦρκοι μετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια κρεμοῦσαν τὰ σώματά τους στὶς πλατεῖες τῶν πόλεων πρὸς ἐκφοβισμὸ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν, πολλὲς φορὲς τὶς νύχτες φαινόταν ἕνα φῶς νὰ τοὺς περιλάμπη. Κι ἔλαμπε τόσο φανερὰ καὶ ἔντονα, ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ κατακτητές, ἐπειδὴ ἀποδεικνυόταν ἔτσι περίτρανα ἡ ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας, διέτασαν καὶ τὰ κατέβαζαν, ὥστε νὰ μὴν ντροπιάζονται στοὺς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν πῶς ὁ Θεὸς δόξαζε τοὺς ἁγίους Μάρτυράς Του.

Ἡ Χάρις τῆς θεώσεως διατηρεῖ ἄφθαρτα καὶ τὰ σώματα τῶν Ἁγίων, τὰ ἅγια λείψανα, μυροβλύζοντα καὶ θαυματουργοῦντα. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀφοῦ πρῶτα ἑνωθεῖ μὲ τὶς ψυχὲς τῶν Ἁγίων, κατόπιν σκηνώνει καὶ στὰ ἅγια σώματά τους, καὶ χαριτώνει κι αὐτά. Κι ὄχι μόνο στὰ σώματά τους, ἀλλὰ καὶ στοὺς τάφους τους, στὶς εἰκόνες τους καὶ στοὺς Ναούς τους. Νά γιατὶ προσκυνοῦμε καὶ ἀσπαζόμαστε τὶς εἰκόνες, τὰ ἅγια λείψανα, τοὺς τάφους, τοὺς Ναοὺς τῶν ἁγίων. Διότι ὅλα αὐτὰ ἔχουν κάτι ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε ὁ Ἅγιος στὴν ψυχή τους λόγῳ τῆς ἑνώσεώς του μὲ τὸν Θεό, λόγῳ τῆς θεώσεώς του.

Γι᾿ αὐτὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπολαμβάνουμε τὴν Χάρι τῆς θεώσεως ὄχι μόνο μὲ τὴν ψυχή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ σῶμα μας, ἐπειδὴ καὶ τὸ σῶμα συγκοπιάζοντας μὲ τὴν ψυχή, ἀσφαλῶς καὶ συνδοξάζεται, ὡς ναὸς τοῦ ἐνοικοῦντος σ᾿ αὐτὸ Ἁγίου Πνεύματος.

Αὐτὴ ἡ Χάρις πηγάζοντας ἀπὸ τὸν ἅγιο Κύριο, τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, ἐκχύνεται στὴν Παναγία μας, στοὺς Ἁγίους καὶ ἔρχεται καὶ σὲ μᾶς τοὺς ταπεινούς.

Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ βέβαια ὅτι ὅλες οἱ τυχὸν ἐμπειρίες τοῦ Χριστιανοῦ δὲν εἶναι ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ἐμπειρίες θεώσεως καὶ πνευματικές. Πολλοὶ πλανήθηκαν ἀπὸ δαιμονικὲς ἢ ψυχολογικὲς ἐμπειρίες. Γιὰ νὰ μὴ ὑπάρχει λοιπὸν κίνδυνος πλάνης καὶ δαιμονικῆς ἐπήρειας, πρέπει νὰ ἀναφέρονται ὅλες ταπεινὰ στὸν Πνευματικό, ὁ ὁποῖος καὶ μὲ τὸν παρὰ Θεοῦ φωτισμοῦ θὰ διακρίνει τὴν γνησιότητα ἢ μὴ αὐτῶν τῶν ἐμπειριῶν καὶ θὰ καθοδηγήσει ἀναλόγως τὴν ἐξομογούμενη ψυχή. Γενικῶς δὲ ἡ ὑπακοή μας στὸν Πνευματικὸ εἶναι ἐκ τῶν πλέον βασικῶν σημείων τῆς πνευματικῆς μας πορείας, διὰ τῆς ὁποίας ἀποκτοῦμε ἐκκλησιαστικὸ πνεῦμα μαθητείας ἐν Χριστῷ καὶ ἐξασφαλίζεται ἡ νόμιμος ἄθλησίς μας ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό.

Ἕνας ἰδιαίτερος χῶρος θεώσεως, ἐντὸς πάντοτε τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι καὶ ὁ Μοναχισμός, ὅπου οἱ μοναχοὶ ἁγιαζόμενοι λαμβάνουν ὑψηλὲς ἐμπειρίες ἑνώσεως μὲ τὸν Θεό.

Ἔτσι, ὅσο μοναχοὶ μετέχουν στὴν θέωση καὶ τὸν ἁγιασμό, βοηθοῦν καὶ ὅλη τὴν Ἐκκλησία. Διότι ὅπως πιστεύουμε οἱ Χριστιανοί, ἀκολουθώντας τὴν μακραίωνα Ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἀγώνας τῶν μοναχῶν ἔχει θετικὴ ἐπίδραση στὴν ζωὴ τοῦ κάθε ἀγωνιζόμενου πιστοῦ μέσα στὸν κόσμο. Γι᾿ αὐτὸ στὴν Ὀρθοδοξία μας ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ ἔχει πολλὴ εὐλάβεια στὸν Μοναχισμό.

Στὴν Ἐκκλησία μας ἐξ ἄλλου συμμετέχουμε στὴν κοινωνία τῶν Ἁγίων, ἔχουμε τὴν ἐμπειρία καὶ χαρὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος. Μὲ αὐτὸ ἐννοοῦμε ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν εἴμαστε ἄτομα μεμονωμένα, ἀλλὰ μία ἑνότης, μία ἀδελφότης, μία ἀδελφικὴ κοινωνία. Κι ὄχι μόνο μεταξύ μας ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς Ἁγίους τοῦ Θεοῦ ποὺ ζοῦν ἐπὶ γῆς σήμερα ἢ ἔχουν κοιμηθεῖ. Ἀφοῦ καὶ μὲ τὸν θάνατον ἀκόμη δὲν χωρίζονται οἱ Χριστιανοί. Ὁ θάνατος δὲν μπορεῖ νὰ χωρίσει τοὺς Χριστιανοὺς διότι εἶναι ὅλοι τους ἑνωμένοι στὸ ἀνεστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

Γι᾿ αὐτὸ κάθε Κυριακή, καὶ κάθε φορὰ ποὺ τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία, εἴμαστε σ᾿ αὐτὴν ὅλοι παρόντες, μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων. Εἶναι ἀκόμη καὶ οἱ συγγενεῖς μας ποὺ ἔχουν πεθάνει, ἂν βέβαια εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστό. Ὅλοι ἐκεῖ εἴμαστε καὶ κοινωνοῦμε μεταξύ μας μυστικά, ὄχι ἐξωτερικὰ ἀλλὰ ἐν Χριστῷ.

Αὐτὸ φαίνεται καὶ στὴν Προσκομιδή, ὅπου στὸ ἅγιο Δισκάριο, γύρω ἀπὸ τὸν Ἀμνὸ Χριστό, τοποθετοῦνται οἱ μερίδες τῆς Παναγίας, τῶν Ἁγίων καὶ τῶν ζώντων καὶ κεκοιμημένων Χριστιανῶν. Ὅλες αὐτὲς οἱ μερίδες ἐμβάπτονται, μετὰ τὸ καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων, στὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὅτι εἴμαστε μέλη της καὶ μποροῦμε νὰ κοινωνοῦμε ὄχι μόνο μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Κεφαλὴ τοῦ ἁγίου αὐτοῦ σώματος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἡ ζωὴ ἔρχεται ἀπὸ τὴν κεφαλὴ στὸ σῶμα. Τὸ σῶμα βέβαια ἔχει ζωντανὰ μέλη, ἀλλὰ ἔχει καὶ μέλη ποὺ δὲν ἔχουν τὴν ἴδια ζωντάνια, δὲν ἔχουν ὅλα τέλεια ὑγεία. Τέτοιοι εἴμαστε οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς. Ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ ὅμως καὶ ἀπὸ τὰ ζωντανὰ μέλη του ἔρχεται ἡ ζωή, τὸ αἷμα τὸ ὑγιές, καὶ στὰ ἄλλα μέλη τὰ λιγότερο ὑγιῆ, ὥστε σιγὰ-σιγὰ νὰ ὑγιαίνουν καὶ δυναμώνουν κι αὐτά. Νά γιατὶ πρέπει νὰ εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία! Γιὰ νὰ λαμβάνουμε ὑγεία καὶ ζωή, ἀφοῦ ἔξω ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ δυνατότης νὰ ἀναρρώσουμε καὶ νὰ ζωοποιηθοῦμε.

Αὐτὰ ὅλα φυσικὰ δὲν ἔρχονται ἀμέσως. Σ᾿ ὅλη του τὴν ζωὴ πρέπει νὰ ἀγωνίζεται ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός, γιὰ νὰ μπορεῖ σιγὰ-σιγὰ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ τὴν ταπείνωση, τὴν μετάνοια, τὴν προσευχή, τὰ ἅγια Μυστήρια, νὰ ἁγιάζεται καὶ νὰ θεώνεται.

Αὐτὸς ὅμως εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ὁ στόχος ὁ μεγάλος. Δὲν ἔχει τόση σημασία ποῦ ἀκριβῶς θὰ φτάσουμε. Ἀξία ἔχει ὁ ἀγώνας μας, τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς εὐλογεῖ πλουσίως καὶ στὸν παρόντα καὶ στὸν μέλλοντα αἰώνα.


Ἀποτυχία πολλῶν ἀνθρώπων νὰ φθάσουν στὴν θέωσι


Ἐνῶ λοιπὸν ἔχουμε κληθεῖ γιὰ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν καὶ νὰ ἀπολαύσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη εὐλογία, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας, ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ζοῦμε σὰν νὰ μὴ ὑπάρχει αὐτὸ ὁ μεγάλος, ὁ ὑψηλὸς στόχος. Κι ἔτσι γεμίζει ἀποτυχία ἡ ζωή μας.

Ὁ ἅγιος Θεός μας ἔπλασε γιὰ τὴν θέωση. Ἂν λοιπὸν δὲν θεωθοῦμε, ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι ἀποτυχία.

Ἂς ἀναφέρουμε μερικὲς αἰτίες γι᾿ αὐτό.

α) Ἡ προσήλωσις στὶς βιοτικὲς μέριμνες

Μπορεῖ νὰ κάνουμε καλὰ καὶ ὡραῖα πράγματα. Σπουδές, ἐπάγγελμα, οἰκογένεια, περιουσίες, φιλανθρωπίες. Ὅταν βλέπουμε καὶ χρησιμοποιοῦμε τὸν κόσμο εὐχαριστισιακὰ ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ, τότε ὅλα συνδέονται μαζί Του καὶ γίνονται δρόμοι ἑνώσεως μὲ τὸν ἅγιο Θεό. Ἂν δὲν ἑνωθοῦμε ὡστόσο μὲ τὸν Θεό, ἀποτύχαμε, ὅλα εἶναι ἄχρηστα.

Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ἀποτυγχάνουν, διότι παρασύρονται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δευτερεύοντες σκοποὺς στὴ ζωή τους. Δὲν βάζουν ὡς πρῶτο καὶ κύριο στὴν ζωή τους τὴν θέωση. Ἀπορροφοῦνται ἀπὸ τὰ ὡραῖα τοῦ κόσμου τούτου καὶ χάνουν τὰ αἰώνια. Δίδονται ὁλοκληρωτικὰ στὰ δευτερεύοντα καὶ ξεχνοῦν τὸ «ἓν οὗ ἐστι χρεία» (βλ. Λουκ. ι´ 42).

Ὑπάρχει σήμερα ἰδίως μία διαρκῆς ἀπασχόλησις, συνεχεῖς δραστηριότητες, - ἴσως εἶναι καὶ τέχνασμα τοῦ διαβόλου γιὰ νὰ πλανᾶ καὶ τοὺς ἐκλεκτούς - ἕνεκα τῶν ὁποίων παραμελοῦμε τὴν σωτηρία μας. Π.χ. τώρα ἔχουμε σπουδές, μελέτες, διάβασμα, δὲν εὐκαιροῦμε νὰ προσευχόμαστε, νὰ ἐκκλησιαζόμαστε, νὰ ἐξομολογούμαστε, νὰ κοινωνοῦμε. Αὔριο θὰ ἔχουμε συνέδρια, συμβούλια, κοινωνικὲς καὶ προσωπικὲς εὐθύνες, πῶς νὰ βροῦμε χρόνο γιὰ τὸν Θεό! Μεθαύριο γάμο, οἰκογενειακὲς μέριμνες, ἀδύνατο νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὰ πνευματικά. Συνεχῶς ἐπαναλαμβάνουμε καὶ ἐμεῖς στὸν Χριστό: «οὐ δύναμαι ἐλθεῖν... Ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρητημένον» (βλ. Λουκ. ιδ´ 19-20).

Κι ἔτσι χάνουν καὶ τὴν ἀξία τους ὅλα αὐτὰ τὰ ὡραῖα καὶ νόμιμα. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν πραγματική, οὐσιαστικὴ ἀξία, ὅταν γίνονται μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ προσπαθοῦμε νὰ τὰ κάνουμε ὅλα πρὸς δόξαν Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὅταν δὲν παύουμε νὰ νοσταλγοῦμε, νὰ ἐπιδιώκουμε αὐτὸ ποὺ εἶναι πέρα ἀπὸ τὶς σπουδές, πέρα ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμα, πέρα ἀπὸ τὴν οἰκογένεια, πέρα ἀπὸ τὶς ὅποιες καλὲς καὶ ἱερὲς εὐθύνες καὶ δραστηριότητες: νὰ ποθοῦμε τὴν θέωση. Τότε βρίσκουν κι ὅλα αὐτὰ τὸ πραγματικό τους νόημα καὶ τὴν αἰώνιο προοπτική τους καὶ μᾶς ὠφελοῦν.

Εἶπε ὁ Κύριος: «Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. στ´ 33). Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέωσις, τὸ νὰ λάβουμε τὴν Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὅταν ἔλθει ἡ θεία Χάρις καὶ βασιλεύσει μέσα στὸν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος βασιλεύεται ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ διὰ τῶν θεωμένων ἀνθρώπων ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ στὴν κοινωνία. Ἀλλὰ κι ὅπως διδάσκουν οἱ Πατέρες, στὴν Κυριακὴ Προσευχὴ τὸ «ἐλθέτω ἡ βασιλεία» σημαίνει «ἐλθέτω ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ποὺ ὅταν ἔλθει θεώνει τὸν ἄνθρωπο.

β) Ὁ ἠθικισμός

Τὸ πνεῦμα δυστυχῶς τοῦ ἠθικισμοῦ ποὺ προαναφέραμε, τὸ νὰ περιορίσουμε δηλαδὴ τὴν χριστιανικὴ ζωὴ στὴν ἠθικὴ βελτίωση, ἔχει ἐπηρεάσει ἀρνητικά, ἀρκετὰ καὶ στὸν τόπο μας, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν πνευματικότητα τῶν Χριστιανῶν. Λόγω δυτικῆς θεολογικῆς ἐπιδράσεως πολλὲς φορὲς παύουμε νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν θέωση.

Ἡ ἀγωγὴ ὅμως τῆς ἠθικῆς βελτιώσεως εἶναι ἀγωγὴ ἀνθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν ἄνθρωπο. Σ᾿ αὐτὴν προέχει ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια κι ὄχι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Φαίνεται ὅτι μᾶς σώζει ἡ ἠθική μας κι ὄχι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σὲ μία τέτοια κατάσταση καὶ ζωὴ δὲν ἔχουμε ἀληθινὲς ἐμπειρίες τοῦ Θεοῦ, καὶ ἡ ψυχὴ δὲν ἀναπαύεται πραγματικά, δὲν ξεδιψᾶ. Αὐτὴ ἡ ἀγωγή, ποὺ ἔδωσε ἐξετάσεις καὶ ἀπέτυχε, μὴ ἐκπροσωπώντας τὸ γνήσιο πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἐν πολλοῖς ὑπεύθυνη καὶ γιὰ τὴν ἀθεΐα καὶ τὴν ἀδιαφορία πρὸς τὴν πνευματικὴ ζωὴ πολλῶν συνανθρώπων μας καὶ δὴ νέων.

Ἀντὶ νὰ μιλοῦμε οἱ γονεῖς, οἱ διδάσκαλοι, οἱ κληρικοί, καὶ ὅλοι οἱ ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας, στὰ Κατηχητικά μας, στὰ κηρύγματα καὶ ἀλλοῦ, γιὰ μία στείρα βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου ἂς παιδαγωγοῦμε τοὺς Χριστιανούς μας πρὸς τὴν θέωση, ὅπως εἶναι τὸ γνήσιο πνεῦμα καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀρετὲς ἄλλωστε, ὅσο μεγάλες κι ἂν εἶναι, δὲν ἀποτελοῦν τὸν σκοπὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ μέσα καὶ τρόπους ποὺ μᾶς προετοιμάζουν νὰ δεχθοῦμε τὴν θέωση, τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ἐπιγραμματικὰ διδάσκει ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ.

γ) Ὁ ἀνθρωποκεντρικὸς οὐμανισμός

Ὁ αὐτόνομος οὐμανισμὸς πάλι ὡς φιλοσοφικοκοινωνικὸ σύστημα, χωρισμένο, αὐτονομημένο ἀπὸ τὸν Θεό, ὁδηγεῖ σὲ ἕνα πολιτισμὸ φιλαυτίας καὶ ἀδιεξόδου τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο. Θέλει νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστη μας ἐν ὀνόματι τάχα τῆς ἀξιοποιήσεως καὶ ἀπελευθερώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπάρχει ὅμως μεγαλύτερη ἀξιοποίησις γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν θέωση;
Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως

Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.

Αὐτὴ δίδει μεγάλη χαρὰ στὴν ζωή μας, ὅταν γνωρίζουμε τί μεγάλο προορισμὸ ἔχουμε, τί μακαριότης μᾶς ἀναμένει.

Γλυκαίνει τὸν πόνο σὲ κάθε δοκιμασία καὶ στεναχώρια τῆς ζωῆς μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς θεώσεως.

Ὅταν ἀγωνιζόμαστε μὲ προοπτικὴ τὴν θέωση, ἀλλάζει πρὸς τὸ καλύτερο καὶ στάση μας ἔναντι τῶν συνανθρώπων μας. Ὅταν δηλαδὴ βλέπουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ὡς ὑποψήφιους θεούς. Πόσο βαθαίνει καὶ οὐσιαστικοποιεῖται τότε καὶ ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδουμε στὰ παιδιά μας! Πόσο θεάρεστα, ἀγαποῦν τότε καὶ σέβονται ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα τὰ παιδιά τους, αἰσθανόμενοι τὴν εὐθύνη καὶ ἱερὴ ἀποστολὴ ποὺ ἔχουν ἀπέναντί τους, νὰ τὰ βοηθήσουν νὰ πετύχουν τὴν θέωση, τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ τὰ ἔφεραν στὸν κόσμο! Καὶ φυσικὰ πῶς θὰ τὰ βοηθήσουν, ἂν οἱ ἴδιοι δὲν κατευθύνονται πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπό, τὴν θέωση; Ἀλλὰ καὶ πόση ἐκτίμηση θὰ ἔχουμε στὸν ἑαυτό μας, χωρὶς ἐγωισμὸ καὶ ὑπερηφάνεια ἀντίθεη, ὅταν συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε πλασμένοι γι᾿ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό!

Λέγουν μάλιστα οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔτσι, ξεπερνώντας τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ φιλοσοφία τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς φιλαυτίας μας, γινόμαστε πραγματικὰ πρόσωπα, ἀληθινοὶ ἄνθρωποι. Συναντοῦμε τὸν Θεὸ μὲ σεβασμὸ καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ τὸν συνάνθρωπο μὲ ἐκτίμηση κι ἀληθινὴ ἀξιοπρέπεια, βλέποντάς τον ὄχι ὡς σκεῦος ἡδονῆς καὶ ἐκμεταλλεύσεως ἀλλὰ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ προορισμένο γιὰ τὴν θέωση.

Ὅσο εἴμαστε κλεισμένοι στὸν ἑαυτό μας, στὸ ἐγώ μας, εἴμαστε ἄτομα, ὄχι ὅμως πρόσωπα. Μόλις ἐξέλθουμε ἀπὸ τὴν κλειστὴ ἀτομική μας ὕπαρξη κι ἀρχίσουμε, σύμφωνα μὲ τὴν ἀγωγὴ τῆς θεώσεως - μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ τὴν δική μας συνέργεια - νὰ ἀγαποῦμε, νὰ προσφερόμαστε ὅλο καὶ περισσότερο σ᾿ Αὐτὸν καὶ τὸν πλησίον μας, γινόμαστε πρόσωπα ἀληθινά. Ὅταν δηλαδὴ τὸ ἐγώ μας συναντήσει τὸ Σὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ σὺ τοῦ ἀδελφοῦ, τότε ἀρχίζουμε νὰ βρίσκουμε τὸν χαμένο ἑαυτό μας. Ἀφοῦ μέσα στὴν κοινωνία τῆς θεώσεως, γιὰ τὴν ὁποία πλασθήκαμε, μποροῦμε νὰ ἀνοιγόμαστε, νὰ ἐπικοινωνοῦμε, νὰ χαιρόμαστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον πραγματικὰ κι ὄχι φίλαυτα.

Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ ἦθος τῆς θείας Λειτουργίας, στὴν ὁποία μαθαίνουμε νὰ ξεπερνοῦμε τὸ στενό, ἀτομικό μας συμφέρον, στὸ ὁποῖο μᾶς ἐξωθεῖ ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη μας, καὶ νὰ ἀνοιγόμαστε σὲ κοινωνία θυσίας καὶ ἀγάπης ἐν Χριστῷ.

Ἀναπαύει καὶ ὁλοκληρώνει πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο ἡ αἴσθηση αὐτὴ τῆς μεγάλης κλήσεώς του, δηλαδὴ τῆς θεώσεως.

Ὁ ὀρθόδοξος ἀνθρωπισμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας βασίζεται σ᾿ αὐτὴν τὴν μεγάλη κλήση τοῦ ἀνθρώπου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀξιοποιεῖ στὸ ἔπακρο ὅλες τὶς δυνάμεις του.

Ποιὸς ἄλλος ἀνθρωπισμός, ὅσο προοδευτικὸς καὶ φιλελεύθερος κι ἂν φαίνεται, εἶναι τόσο ἐπαναστατικὸς ὅσο ὁ ἀνθρωπισμὸς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεό; Τέτοιο ὄντως ὑψηλὸ ἀνθρωπισμὸ μόνο ἡ Ἐκκλησία ἔχει.

Γι᾿ αὐτὸ ἰδιαίτερα σήμερα, ποὺ πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ ξεγελάσουν τοὺς ἀνθρώπους, καὶ κυρίως τοὺς νέους, προβάλλοντας τοὺς ψευτοανθρωπισμούς τους, οἱ ὁποῖοι κατ᾿ οὐσίαν κολοβώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν τὸ ὁλοκληρώνουν, ἔχει μεγάλη σημασία ὁ τονισμὸς αὐτῆς τῆς ἀγωγῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς ποὺ δὲν ὁδηγεῖ στὴν θέωσι

Σήμερα οἱ νέοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐμπειρίες. Δὲν ἀρκοῦνται σὲ μία ὑλιστικὴ ζωή, σὲ μία ὀρθολογιστικὴ κοινωνία, ὅπως τοὺς τὴν παραδίδουμε οἱ μεγαλύτεροι. Τὰ παιδιά μας, ποὺ εἶναι εἰκόνες Θεοῦ, "κεκελευσμένοι θεοί", ζητοῦν κάτι πέρα ἀπὸ τὰ λογικὰ σχήματα μιᾶς ὑλιστικῆς φιλοσοφίας καὶ ἀθέου παιδείας ποὺ τοὺς προσφέρουμε. Ζητοῦν ἐμπειρίες ἀληθινῆς ζωῆς. Δὲν τοὺς ἀρκεῖ μάλιστα νὰ ἀκοῦν γιὰ τὸν Θεό. Ἐπιθυμοῦν τὴν ἐμπειρία Του, τὸ φῶς Του, τὴν Χάρι Του. Κι ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ τοὺς ἀναπαύσει, ἔχει τὴν ἐμπειρία ποὺ διψοῦν, μάταια ἀναζητοῦν καὶ καταφεύγουν σὲ διάφορα ἄλλα φθηνὰ ὑποκατάστατα, προκειμένου νὰ εὕρουν κάτι τὸ ἐξωλογικό, τὸ ὑπέρλογο.

Καὶ ἄλλοι μὲν ὁδηγοῦνται σὲ ἀνατολικοὺς μυστικισμούς, τύπου γιόγκα. Ἄλλοι στὸν ἀποκρυφισμὸ ἢ στὸν γνωστικισμό, τελευταία δὲ δυστυχῶς καὶ σὲ ἀπροκάλυπτο σατανισμό.

Ἀλλὰ καὶ στὴν ἠθικὴ δὲν γνωρίζουν κανένα φραγμό, ἀφοῦ αὐτὴ χωρισμένη καὶ στερημένη ἀπὸ τὴν οὐσία καὶ τὸν σκοπό της, νὰ τοὺς ἑνώσει μὲ τὸν ἅγιο Θεό, καταντᾶ χωρὶς κανένα ἀπολύτως νόημα.

Ἔτσι πλεονάζουν τραγικὰ φαινόμενα ὅπως ὁ ἀναρχισμὸς καὶ ἡ τρομοκρατία, μὲ τὰ ὁποῖα πολλοὶ νέοι ἄνθρωποι ποὺ κατὰ βάθος θέλουν νὰ ἱκανοποιήσουν ἕνα δυναμισμὸ ποὺ ἔχουν μέσα τους, - καὶ ποὺ δὲν ἐκπληρώνεται βαθειὰ αὐτὸς ὁ πόθος τους, γιατὶ δὲν ἔτυχαν αὐτὴ τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως - καὶ βιαιότητες κατὰ τῶν συνανθρώπων τους.

Ἡ πλειονότης τῶν νέων, καὶ ὄχι μόνο, τὸν πολύτιμο χρόνο τῆς ζωῆς τους καὶ τὶς δυνάμεις τους, ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ἐπιτυχία στὸν σκοπὸ τῆς θεώσεως, τὰ κατασπαταλοῦν στὴν ἡδονοθηρία καὶ σαρκολατρεία, πού, μὲ τὴν ἀνοχὴ δυστυχῶς καὶ τῆς πολιτείας μερικὲς φορές, γίνονται τὰ σύγχρονα εἴδωλα, οἱ σύγχρονοι "θεοί", προκαλώντας ἔτσι μεγάλη φθορὰ στὰ σώματα καὶ τὶς ψυχές τους.

Ἄλλοι ζώντας χωρὶς καθόλου ἰδανικὰ κατατρίβονται σὲ διάφορες ἄσκοπες, ἀνούσιες καὶ βλαβερὲς ἀσχολίες, ἄλλοι αἰσθάνονται ἀπόλαυση τρέχοντας ὑπέρμετρα στοὺς δρόμους - μὲ τραγικὲς πολλὲς φορὲς καταλήξεις τοὺς τραυματισμοὺς καὶ τὸν θάνατο -, κι ἄλλοι πάλι μετὰ ἀπὸ περιπλανήσεις παραδίδονται ἄνευ ὅρων στὴν δαιμονικὴ ἐξάρτηση τῶν ναρκωτικῶν, τὴν νέα αὐτὴ μάστιγα τοῦ αἰῶνος μας.

Καὶ τέλος ἀρκετοί, μετὰ ἀπὸ μία σχετικὰ σύντομη ζωή, γεμάτη ἀπὸ ἀποτυχίες καὶ ἀπογοητεύσεις, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα δίδουν τέλος στὸ μαρτύριο τῆς μάταιης ἀναζητήσεώς τους καταφεύγοντας δυστυχῶς στὴν ἔσχατη μορφὴ ἀπελπισίας, τὴν αὐτοκτονία.

Δὲν εἶναι ἀλῆτες ὅλα αὐτὰ τὰ παιδιὰ ποὺ καταφεύγουν σ᾿ αὐτὰ τὰ παράλογα καὶ τραγικά. Εἶναι νέοι, παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιά μας, ποὺ ἀπογοητευμένα ἀπὸ τὴν ὑλιστική, αὐτάρκη κοινωνία ποὺ τοὺς παραδίδουμε, δὲν βρίσκουν αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχουν πλασθεῖ, τὸ ἀληθινό, τὸ αἰώνιο, ποὺ δὲν τοὺς τὸ δώσαμε καὶ γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ ἀγνοοῦν. Ἀγνοοῦν τὸν μεγάλο σκοπὸ τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, τὴν θέωση. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὴ βρίσκοντας ἀνάπαυση σὲ ὁτιδήποτε ἄλλο καταφεύγουν στὴν ἀπελπισία μὲ τὶς μορφὲς ποὺ ἀναφέρθηκαν.

Σήμερα ἀρκετοὶ Ποιμένες τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, πνευματικοί, ἀλλὰ καὶ λαϊκοὶ ἀδελφοί, ἀπὸ ἀγάπη ἀνιδιοτελῆ ἀναλώνονται καθημερινῶς στὴν καθοδήγηση τῶν νέων μας μὲ σκοπὸ τὴν θέωσή τους. Τοὺς εἴμαστε εὐγνώμονες γιὰ τὴν θυσία καὶ προσφορά τους, γιὰ τὸ θεάρεστο αὐτὸ ἔργο τους, μὲ τὸ ὁποῖο διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ σώζονται καὶ ἁγιάζονται ψυχὲς ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε.

Ταπεινὰ βοηθεῖ καὶ συμπαραστέκεται στὸν μεγάλο αὐτὸν πόνο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας μας ὄντας ἕνας ἰδιαίτερος χῶρος ἁγιασμοῦ καὶ κατὰ Θεὸν ἡσυχίας, ἀπολαμβάνει τὴν εὐλογία τῆς θεώσεως, ζεῖ τὴν κοινωνία τοῦ Θεοῦ, ἔχει ἔντονη καὶ ἐναργῆ τὴν ἐμπειρία τῆς Χάριτός Του, τοῦ Φωτός Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πολλοὶ συνάνθρωποί μας, στὴν πλειοψηφία τους νέοι, ὠφελοῦνται, ἐνισχύονται, ἀναγεννῶνται ἐν Χριστῷ μὲ κάποιο προσκύνημά τους στὸν Ἄθωνα ἢ καὶ διατηρώντας πιὸ ἰδιαίτερους δεσμοὺς μαζί του. Κι ἔτσι χαίρονται τὸν Θεὸ στὴν ζωή τους καὶ ἀρχίζουν νὰ καταλαβαίνουν τί εἶναι Ὀρθοδοξία, Χριστιανικὴ ζωή, ἀγώνας πνευματικός, καὶ τί χαρὰ καὶ μεγάλο νόημα δίδουν αὐτὰ στὴν ὕπαρξή τους. Γεύονται δηλαδὴ κάτι ἀπὸ τὸ μεγάλο δῶρο αὐτὸ τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, τὴν θέωση.

Ἂς μὴ ξεχνοῦμε λοιπὸν ὅλοι οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ θεολόγοι, οἱ κατηχηταί, τὴν ἀγωγὴ τῆς θεώσεως διὰ τῆς ὁποίας οἱ νέοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ὅλοι ἐμεῖς οἱ ταπεινοί, μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ καὶ μέσα στὸν καθημερινό μας ἀγώνα, τὸν ἀγώνα τῆς μετανοίας καὶ τῆς τηρήσεως τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του, ἀποκτοῦμε τὴν δυνατότητα νὰ ἀπολαύσουμε αὐτὴ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἕνωση μαζί Του, νὰ χαροῦμε πολὺ δυνατὰ σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ νὰ κερδίσουμε τὴν αἰώνιο εὐτυχία καὶ μακαριότητα.

Ἂς εὐχαριστήσουμε συνεχῶς τὸν ἅγιο Κύριο γιὰ τὸ δῶρο τῆς ἀγάπης Του. Στὴν δική Του ἀγάπη ἂς ἀνταποκριθοῦμε μὲ τὴν δική μας ἀγάπη. Ὁ Κύριος θέλει καὶ ποθεῖ νὰ θεωθοῦμε. Γι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸ ἄλλωστε ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀπέθανε ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Γιὰ νὰ λάμπει ὡς ἥλιος ἐν μέσῳ ἡλίων, ὡς Θεὸς ἐν μέσῳ θεῶν.

(Τὸ βιβλίον «Ἡ θέωσις ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου» τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου, Καθηγουμένου τῆς Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, τυπώθηκε τὸν Μάιο τοῦ 2005 σὲ 5.000 ἀντίτυπα ἀπὸ τὶς γραφικὲς τέχνες - ἐκδόσεις «Μυγδονία» (Δαβάκη 18 ΤΚ 570 09 Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, τηλ: 2310 754 254) ὡς ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους - Ἄθω.)
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν
Απάντηση

Επιστροφή στο “Διδασκαλιες αγιων και αποστάγματα πατερικης σοφιας”