Το Ημερολόγιο ενός Ηρωα
Δημοσιεύτηκε: 13 Νοέμ 2008, 23:40
Το Ημερολόγιο ενός Ηρωα
Και για να βάλετε εικόνα στην οντότητα,
εδώ είναι το παληκάρι μου στα νιάτα του και την εποχή που κατέγραφε αυτό το πολύτιμο σήμερα Ημερολόγιο...
Το "τρελό φανταράκι" όπως αποκαλούσε τον εαυτό του...
8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1941
Σήμερον την 6.30 πρωινήν, φεύγω με το τραίνο μαζί με τον Κωστάκη Παπαδημητρίου για τας Πατρας, κληθείς προς κατάταξιν ως έφεδρος. Κατά την διαδρομήν, συναντούμεν και άλλα γνωστά παιδιά που και αυτά πηγαίνουν προς κατάταξιν. Στας Πάτρας φθάνομεν στας 4.30 μ.μ. και υπό ραγδαίαν βροχήν, και αφύ κατελύσαμεν σε κάποιο ξενοδοχείον, εξερχόμεθα σε λίγο εις την πόλι η οποία είναι σχεδο΄ν έρημος και κατεστραμένη από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών. --
--------------------------------
Αυτολεξεί μεταφορά καταχώρησης του Δημήτριου Χριστόπουλου.
(Η Συνέχεια του ταξιδιού του...)
9 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1941
Σήμερον, κατά τας 8 το πρωί, υπό ραγδαίαν πάλιν βροχήν, πηγαίνομεν στα 'Εμπεδα, μια ώρα περίπου έξω των Πατρών στην Γλυκάδα και παρουσιαζόμεθα. Μας τοποθετούν στο λόχο πολυβόλων, που είναι στρατωνισμένος στην μονήν του Γηροκομείου στους πρόποδας του Παναχαϊκού. Επειδή δεν υπήρχαν ρούχα, φεύγω για να έλθω την επομένην. - Το απόγευμα γυρίζομεν στας Πάτρας όπου κάνω την γνωριμίαν με πολλά παιδιά, με τα οποία είχα 12 χρόνια να συναντηθώ... Οι γνωριμίες μας είναι εγκάρδιες με τα παιδιά ιδίως που υπηρετούσαμεν μαζί στον ουλαμό λοχιών ως κληρωτοί. Το βράδυ κατελήξαμεν σε μια ταβέρναν όπου γινήκαμεν όλοι "γκολ" στο μεθύσι.
10 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Σήμερα ανεβαίνω κατά τας 10 το πρωί στο Λόχο και μου δίνουν τη νέαν μου στολήν. Πόσο βαρειά μου φαίνεται και πόσο μου κακοφαίνεται το νέον περιβάλλον... Αλλά και πόσες αναμνήσεις της αρβίλας, της γκέτας του δίκοχου...
Το απόγευμα κατεβαίνομεν στας Πάτρας και κάνομεν την εμφάνισίν μας με την νέαν μας στολήν, την χιλιοτσαλακωμένην... Παρ'όλα όμως αυτά, είμαι ένα τρελλό φανταράκι - γιατί ακόμη δεν έχω φορέσει πλάκα τα γαλόνια μου - !!!
Το βράδυ ανεβαίνομεν στο Λόχο για προσκλητήριο και για υπνο και άλλοι μέν έχουν καταφύγει στην εκκλησιά του Μοναστηρίου, άλλοι δε μεταξύ των οποίων είμαι κι εγώ και ο Κωστάκης, κοιμούμεθα ανά δύο με τις κουβέρτες μας μόνον, σ'έναν υπόγειο αχυρώνα.-
Το καλαμπούρι και το σόκιν δίνει και παίρνει την ώρα που πέσαμεν για ύπνο.
12 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Χθες το βράδυ είχαμε πάλι μαρτύρια στον ύπνο, μέσα στο σκοτάδι με ένα καντηλάκι για φωτισμό, που μόλιες βλέπαμεν να στρώσωμεν και να γδυθούμεν. Και το πρωί άλλος βρισκότανε να έχει δύο αρβύλες δεξιές, και άλλος δύο αριστερές. 'Αλλος είχε μία γκέτα και άλλος είχε τρεις.
Σήμερα το μεσημέρι είχαμε πολύ ωραίο φαγητό. Γουρονόπουλο μικρό με ρύζι- τόσο δε ήτο ωραίο, ώστε θα μου μείνει αλησμόνητο. Το μόνο άσχημο είναι που δεν μου έρχεται καλά να πλένω την καραβάνα μου, που μετά το χοιρινό ιδίως, δεν εννοεί να καθαρίσει με τα κρύα νερά και που όσο κανείς την πλένει, τόσο πιο πολύ λιγδώνει.-
13 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Σήμερα το πρωί στας 7.00 παρευρέθην στην θανατικήν εκτέλεσιν ενός στρατιώτου ο οποίος είχε λιποτακτήσει από το μέτωπο. Η εκτέλεσις έγινε περί τα 500 μέτρα από 'κει που μέναμε εμείς, σε μια χαράδρα μέσα, και σε μικρή απόστασι από τον τόπο που εξετελέσθη προ 10 ημερών ένας άλλος Λοχίας, δια τον ίδιον λόγον. Είναι η ώρα 7.20' πρωί και μόλις αρχίζει να φωτίζει, όταν εξέρχομαι από τον αχυρώνα και πηγαίνω στη βρύσι να πλυθώ.
Σε λίγη απόστασι έχει σταθμεύσει ένα αυτοκίνητο με τον κατάδικο και την συνοδεία του, και ένας παπάς τον μεταλαμβάνει των αχράντων μυστηρίων. Σε λίγο καταφθάνει το εκτελεστικόν απόσπασμα από άλλον λόχον, ενώ ο δικός μας λόχος αποτελεί το τιμητικόν απόσπασμα. Και η πένθιμος συνοδεία ακολουθεί τον τραγικόν δρόμον.-
Ο καιρός είναι λίγο βροχερός και ο ορίζων βαριά συννεφιασμένος, λες και τα στοιχεία της φύσεως αισθάνονται και αυτά την τραγωδίαν.-
Σε λίγο φθάνομεν στον τόπον της εκτελέσεως. Ο κατάδικος με καταπληκτικήν ψυχραιμίαν στας αρχάς, αρχίζει - αφού ηρωτήθη τι έχει να ειπεί - περίπου τα εξής, αποτεινόμενος στους γύρωθεν στρατιώτας. Αφού δίδει συμβουλάς να μην κάνωμεν κι μεις αυτό που έκανε εκείνος σε μια στιγμή που δεν σκέφθηκε την πράξιν του την οποίαν πληρώνει τώρα με την ζωήν του.
Δεν παρπονείται για την απόφασιν του στρατοδικείου, αλλά ένα έχει παράπονον, που δεν είδε τους γονείς του.- Κατόπιν ζητωκραυγάζει υπέρ του βασιλέως, του κυβερνήτου του στρατού και της Ελλάδος.-
'Επειτα προχωρεί μποροστά στο λάκκο που είχαν ανοίξει και το εκτελεστικόν απόσπασμα προτείνει τα όπλα. - Τα τελευταία του λόγια ήσαν "Γεια σου αγαπημένη μου και όμορφη Ελλάς, γεια σου Πάτρα, ιδιαιτέρα μου πατρίς".
Μια ομοβροντία ακούγεται και ευθύς σωριάζεται νεκρός.-
Αμέσως ο Λοχίας Αλεξάκης σπεύδει και του δίδει την τελειωτικήν (χαριστικήν) βολήν και η πένθιμος συνοδεία κατέρχεται με θλίψιν στην ψυχή.
Εκείνο το βράδυ δεν κατέβαινε το φαγητό.. Ξαπλώασμε όλοι αμίλητοι, βυθισμένοι ο καθείς στις σκέψεις του. Κόντευε να χαράξει η αυγή όταν άρχισαν να βαραίνουν τα βλέφαρά μου, αφού το σοκ, η στεναχώρια και η αναστάτωσις δε μ'άφηναν να κοιμηθώ.
Και για να βάλετε εικόνα στην οντότητα,
εδώ είναι το παληκάρι μου στα νιάτα του και την εποχή που κατέγραφε αυτό το πολύτιμο σήμερα Ημερολόγιο...
Το "τρελό φανταράκι" όπως αποκαλούσε τον εαυτό του...
8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1941
Σήμερον την 6.30 πρωινήν, φεύγω με το τραίνο μαζί με τον Κωστάκη Παπαδημητρίου για τας Πατρας, κληθείς προς κατάταξιν ως έφεδρος. Κατά την διαδρομήν, συναντούμεν και άλλα γνωστά παιδιά που και αυτά πηγαίνουν προς κατάταξιν. Στας Πάτρας φθάνομεν στας 4.30 μ.μ. και υπό ραγδαίαν βροχήν, και αφύ κατελύσαμεν σε κάποιο ξενοδοχείον, εξερχόμεθα σε λίγο εις την πόλι η οποία είναι σχεδο΄ν έρημος και κατεστραμένη από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών. --
--------------------------------
Αυτολεξεί μεταφορά καταχώρησης του Δημήτριου Χριστόπουλου.
(Η Συνέχεια του ταξιδιού του...)
9 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1941
Σήμερον, κατά τας 8 το πρωί, υπό ραγδαίαν πάλιν βροχήν, πηγαίνομεν στα 'Εμπεδα, μια ώρα περίπου έξω των Πατρών στην Γλυκάδα και παρουσιαζόμεθα. Μας τοποθετούν στο λόχο πολυβόλων, που είναι στρατωνισμένος στην μονήν του Γηροκομείου στους πρόποδας του Παναχαϊκού. Επειδή δεν υπήρχαν ρούχα, φεύγω για να έλθω την επομένην. - Το απόγευμα γυρίζομεν στας Πάτρας όπου κάνω την γνωριμίαν με πολλά παιδιά, με τα οποία είχα 12 χρόνια να συναντηθώ... Οι γνωριμίες μας είναι εγκάρδιες με τα παιδιά ιδίως που υπηρετούσαμεν μαζί στον ουλαμό λοχιών ως κληρωτοί. Το βράδυ κατελήξαμεν σε μια ταβέρναν όπου γινήκαμεν όλοι "γκολ" στο μεθύσι.
10 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Σήμερα ανεβαίνω κατά τας 10 το πρωί στο Λόχο και μου δίνουν τη νέαν μου στολήν. Πόσο βαρειά μου φαίνεται και πόσο μου κακοφαίνεται το νέον περιβάλλον... Αλλά και πόσες αναμνήσεις της αρβίλας, της γκέτας του δίκοχου...
Το απόγευμα κατεβαίνομεν στας Πάτρας και κάνομεν την εμφάνισίν μας με την νέαν μας στολήν, την χιλιοτσαλακωμένην... Παρ'όλα όμως αυτά, είμαι ένα τρελλό φανταράκι - γιατί ακόμη δεν έχω φορέσει πλάκα τα γαλόνια μου - !!!
Το βράδυ ανεβαίνομεν στο Λόχο για προσκλητήριο και για υπνο και άλλοι μέν έχουν καταφύγει στην εκκλησιά του Μοναστηρίου, άλλοι δε μεταξύ των οποίων είμαι κι εγώ και ο Κωστάκης, κοιμούμεθα ανά δύο με τις κουβέρτες μας μόνον, σ'έναν υπόγειο αχυρώνα.-
Το καλαμπούρι και το σόκιν δίνει και παίρνει την ώρα που πέσαμεν για ύπνο.
12 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Χθες το βράδυ είχαμε πάλι μαρτύρια στον ύπνο, μέσα στο σκοτάδι με ένα καντηλάκι για φωτισμό, που μόλιες βλέπαμεν να στρώσωμεν και να γδυθούμεν. Και το πρωί άλλος βρισκότανε να έχει δύο αρβύλες δεξιές, και άλλος δύο αριστερές. 'Αλλος είχε μία γκέτα και άλλος είχε τρεις.
Σήμερα το μεσημέρι είχαμε πολύ ωραίο φαγητό. Γουρονόπουλο μικρό με ρύζι- τόσο δε ήτο ωραίο, ώστε θα μου μείνει αλησμόνητο. Το μόνο άσχημο είναι που δεν μου έρχεται καλά να πλένω την καραβάνα μου, που μετά το χοιρινό ιδίως, δεν εννοεί να καθαρίσει με τα κρύα νερά και που όσο κανείς την πλένει, τόσο πιο πολύ λιγδώνει.-
13 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Σήμερα το πρωί στας 7.00 παρευρέθην στην θανατικήν εκτέλεσιν ενός στρατιώτου ο οποίος είχε λιποτακτήσει από το μέτωπο. Η εκτέλεσις έγινε περί τα 500 μέτρα από 'κει που μέναμε εμείς, σε μια χαράδρα μέσα, και σε μικρή απόστασι από τον τόπο που εξετελέσθη προ 10 ημερών ένας άλλος Λοχίας, δια τον ίδιον λόγον. Είναι η ώρα 7.20' πρωί και μόλις αρχίζει να φωτίζει, όταν εξέρχομαι από τον αχυρώνα και πηγαίνω στη βρύσι να πλυθώ.
Σε λίγη απόστασι έχει σταθμεύσει ένα αυτοκίνητο με τον κατάδικο και την συνοδεία του, και ένας παπάς τον μεταλαμβάνει των αχράντων μυστηρίων. Σε λίγο καταφθάνει το εκτελεστικόν απόσπασμα από άλλον λόχον, ενώ ο δικός μας λόχος αποτελεί το τιμητικόν απόσπασμα. Και η πένθιμος συνοδεία ακολουθεί τον τραγικόν δρόμον.-
Ο καιρός είναι λίγο βροχερός και ο ορίζων βαριά συννεφιασμένος, λες και τα στοιχεία της φύσεως αισθάνονται και αυτά την τραγωδίαν.-
Σε λίγο φθάνομεν στον τόπον της εκτελέσεως. Ο κατάδικος με καταπληκτικήν ψυχραιμίαν στας αρχάς, αρχίζει - αφού ηρωτήθη τι έχει να ειπεί - περίπου τα εξής, αποτεινόμενος στους γύρωθεν στρατιώτας. Αφού δίδει συμβουλάς να μην κάνωμεν κι μεις αυτό που έκανε εκείνος σε μια στιγμή που δεν σκέφθηκε την πράξιν του την οποίαν πληρώνει τώρα με την ζωήν του.
Δεν παρπονείται για την απόφασιν του στρατοδικείου, αλλά ένα έχει παράπονον, που δεν είδε τους γονείς του.- Κατόπιν ζητωκραυγάζει υπέρ του βασιλέως, του κυβερνήτου του στρατού και της Ελλάδος.-
'Επειτα προχωρεί μποροστά στο λάκκο που είχαν ανοίξει και το εκτελεστικόν απόσπασμα προτείνει τα όπλα. - Τα τελευταία του λόγια ήσαν "Γεια σου αγαπημένη μου και όμορφη Ελλάς, γεια σου Πάτρα, ιδιαιτέρα μου πατρίς".
Μια ομοβροντία ακούγεται και ευθύς σωριάζεται νεκρός.-
Αμέσως ο Λοχίας Αλεξάκης σπεύδει και του δίδει την τελειωτικήν (χαριστικήν) βολήν και η πένθιμος συνοδεία κατέρχεται με θλίψιν στην ψυχή.
Εκείνο το βράδυ δεν κατέβαινε το φαγητό.. Ξαπλώασμε όλοι αμίλητοι, βυθισμένοι ο καθείς στις σκέψεις του. Κόντευε να χαράξει η αυγή όταν άρχισαν να βαραίνουν τα βλέφαρά μου, αφού το σοκ, η στεναχώρια και η αναστάτωσις δε μ'άφηναν να κοιμηθώ.