Re: ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΥ.

19
Λειτουργικές διαφορές Ορθοδοξίας και παπισμού


Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς

Α) Διπλή Θεία Λειτουργία

Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στήν θεία λατρεία καί στά λειτουργικά θέματα, σημειώνει ότι η εν Αντισιοδώρω τοπική σύνοδος, πού συνήχθη κατά τό χιγ΄ (613 μ.X.) επί Ηρακλείου διόρισε νά μήν γίνονται δύο λειτουργίες τήν ίδια ημέρα στήν ίδια Αγία Τράπεζα, γιά νά μήν διπλασιάζεται ο μοναδικός θάνατος του Χριστού. «Ουκ έξεστιν εν μιά τραπέζη κατά τήν αυτήν δύω λειτουργίας ειπείν, ουδέ εν τη αυτή τραπέζη, εν η ο Επίσκοπος ελειτούργησε, τόν Πρεσβύτερον εν εκείνη τη ημέρα λειτουργήσαι».
Τον παραπάνω διορισμό της συνόδου παραβαίνουν οι αιρετικοί παπιστές, οι οποίοι «λειτουργούν» πολλές φορές στο ίδιο αλτάριον (παπική αγία τράπεζα) . Αλλά καί κάποιοι Ορθόδοξοι ιερείς, πού λειτουργούν δύο φορές, τάχα γιά παρρησία, ας γνωρίζουν ότι βαρέως αμαρτάνουν. Καλόν θα είναι να παύσουν εις τό εξής αυτό τό άτοπο[1].
Β) Τα άζυμα (όστια)

Σύμφωνα με τόν ο΄ (70ό) Αποστολικό Κανόνα, όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος ή όποιος ανήκει στούς καταλόγους των Κληρικών, νηστεύει μαζί μέ τούς Ιουδαίους ή εορτάζει μ’αυτούς τό Πάσχα ή άλλες εορτές ή δέχεται απ’αυτούς τά ξένα δώρα της εορτής τους, όπως τά άζυμα (τά οποία κι αυτοί τρώνε κατά τίς ημέρες του φάσκα τους καί σέ κάθε εορτή τους καί σέ κάθε θυσία προσέφεραν άζυμα) ή κάτι άλλο παρόμοιο, ας καθαίρεται, ή αν είναι λαϊκός, ας αφορίζεται.
Γιατί, αν καί αυτοί, πού τά δέχθηκαν, συννηστεύοντας καί συνεορτάζοντας, δέν είναι ομόφρονες μέ τούς Ιουδαίους (γιατί αν ήταν τέτοιοι, δέν έπρεπε νά καθαιρεθούν ή νά αφορισθούν, αλλά νά παραδοθούν στό ανάθεμα, κατά τόν κθ΄ της εν Λαοδικεία), αλλ’ όμως δίδουν αφορμή σκανδάλου καί υποψία ότι τιμούν τίς εορτές των Ιουδαίων, τό οποίο είναι αλλότριο των Ορθοδόξων, καί μολύνονται οι ίδιοι μέ τήν συναναστροφή των Χριστοκτόνων, πρός τούς οποίους λέει ο Θεός : «νηστείαν καί αργίαν καί τάς εορτάς υμών μισεί η ψυχή μου».

Από τόν παρόντα Κανόνα γίνεται φανερό πόσο αξιοκατάκριτοι είναι οι Λατίνοι, πού καινοτόμησαν τό μυστήριο της θείας Ευχαριστίας καί εισήγαγαν σ’αυτό τά Ιουδαϊκά άζυμα. Από τήν εποχή του Χριστού μέχρι τό 1053 μ.Χ. η Εκκλησία των Δυτικών λειτουργούσε μέ ένζυμο άρτο. Κατ’αυτό τό έτος ο Λέων ο Θ΄ έγινε ο πρώτος εφευρετής των αζύμων.
Ψευδέστατο αποδείχθηκε αυτό, πού πρότειναν οι Λατίνοι, ότι ο Κύριος τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμο άρτο, διότι : Α) βρέθηκε ένζυμος άρτος, πού παραδόθηκε από τόν Κύριο. Διηγείται ο Νικόλαος ο Υδρούντος στό «Κατά αζύμων»[2] έργο του ότι, όταν οι Φράγγοι κατέλαβαν τήν Κωνσταντινούπολη, βρήκαν στό Βασιλικό σκευοφυλάκιο τά τίμια ξύλα, τό ακάνθινο στεφάνι, τά σανδάλια του Σωτήρος καί ένα καρφί.
Βρήκαν, όμως, καί σ’ ένα χρυσό λιθομαργαρητοκόλλητο σκεύος άρτο, από τόν οποίο έδωσε ο Κύριος στούς Αποστόλους. Γι’αυτό είχε καί αυτή τήν επιγραφή˙ «Ενθάδε κείται ο θείος άρτος, ον ο Χριστός τοις μαθηταίς εν τη ώρα του Δείπνου διένειμεν, ειπών˙ Λάβετε, φάγετε, τουτό εστι τό Σώμα μου». Επειδή, όμως, ήταν ένζυμος, οι Δυτικοί, πού τόν βρήκαν, δηλ. ο Επίσκοπος Αλβεστανίας καί ο υποψήφιος Βηθλεέμ, θέλησαν νά τόν κρύψουν. Τήν αλήθεια της ιστορίας αυτής μαρτυρεί καί ο Γεώργιος ο Κερκύρας, πού ήκμασε κατά τό 1146ο έτος.
Καί Β) πρώτος ο Ιωάννης ο Ιεροσολύμων καί ύστερα ο πολυμαθής Ευστράτιος ο Αργέντης, πού έλαβε αφορμή από τόν προρηθέντα Ιωάννη, συνέγραψαν κατά αζύμων καί απέδειξαν μέ γραφικούς καί αναντιρρήτους λόγους ότι ο Κύριος δέν έφαγε τό νομικό φάσκα καί ακολούθως δέν τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμα[3].

Ερμηνεύοντας ο Όσιος Νικόδημος τό δεύτερο τροπάριο της θ΄ ωδής του κανόνος της Μεγάλης Πέμπτης, «Άπιτε τοις μαθηταίς, ο Λόγος έφη, τό Πάσχα, εν υπερώω τόπω, ω νους ενίδρυται, οις μυσταγωγώ σκευάσατε, αζύμω αληθείας λόγω˙ τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε», αναφέρει ότι ο Κύριος προτρέπει τούς Μαθητές Του νά ετοιμάσουν τό Πάσχα μέ άζυμο μέν λόγο της αληθείας καί απλότητος, όχι όμως καί χωρίς τόν ένζυμο καί αρτώδη καί στερεό˙ διότι, τόν ένζυμο άρτο αινιγματωδώς φανέρωσε ο Μελωδός όσιος Κοσμάς Μαϊουμά μέ τήν προσθήκη του «τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε».
Της χάριτος είναι τό ένζυμο, επειδή μέ ένζυμο άρτο και ο Κύριος τότε παρέδωσε τό Μυστήριο, γιατί ακόμη δέν ήταν καιρός των αζύμων, καθότι αυτά τρώγονταν μέ τόν αμνό καί τίς πικρίδες τήν νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου, καί όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού μέ ένζυμο άρτο εκτελεί τό Μυστήριο. Επειδή είναι της χάριτος, γι’αυτό ακολούθως είπε ο Μελωδός νά μεγαλύνουν τό ένζυμο.
Μέ τό νά μεταχειριζόταν ο παλαιός Νόμος σέ όλες σχεδόν τίς ιεροπραξίες τά άζυμα, γι’αυτό ο Μελωδός δέν τά ονομάζει της χάριτος, ούτε λέει νά τά μεγαλύνουν οι πιστοί.
Γιατί, όμως, αναφέρει ο Μελωδός εδώ άζυμα; Γιά νά δείξει μυστικώς ότι ο Κύριος έφαγε τότε τό παλαιό Πάσχα, τό οποίο έγινε μέ άζυμα, καθώς καί άλλοι πολλοί άγιοι Πατέρες έτσι υπέλαβαν. Ότι δέν τό έφαγε κατ’εκε~ινον τόν χρόνο, μας παραπέμπει ο Όσιος Νικόδημος στόν λόγο του Ιωάννου Ιεροσολύμων «Κατά αζύμων»[4] καί στό «Περί Μυστηρίων Βιβλιάριον» του Ευστρατίου Αργέντου[5].

Ότι μέν τά άζυμα είναι αποβεβλημένα από τά Μυστήρια της Εκκλησίας του Χριστού, τά δέ ένζυμα μόνο είναι αποδεκτά σ’αυτήν καί τί αυτά δηλώνουν, μας φανερώνει ο όσιος Ιωσήφ ο Βρυέννιος. Στήν πρώτη διάλεξη, πού έκανε, του λατίνου Σκαράνου, λέει˙ «Πρώτον υμών (των Λατίνων) αποσχιζόμεθα, ότι αντί ενζύμων εν ταις υμών λειτουργίαις προσφέρετε άζυμα˙ περί αυτού γάρ ούτως η εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος τίθησιν˙ Ει τις ου τίθησιν εις τήν προσφοράν προζύμην καί άλας καί ει τις προσφέρει άζυμα, ανάθεμα έστω»[6].
Καί ο Μέγας Βασίλειος στήν ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας λέει˙ «Διά των ενταύθα τελουμένων σημαίνομεν τήν τελείαν ανθρωπότητα του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού καί δείκνυμεν τούτο τέλειον Θεόν είναι καί τέλειον άνθρωπον˙ άλευρον η σάρξ, πρόζυμον η ψυχή, άλας ο νους˙ καί διά τούτο ονομάζομεν. Αλλά καί τάς πέντε αισθήσεις αποπληρούμεν εν ταις ιεραίς προσφοραίς˙ όρασις τό άλευρον, όσφρησις τό πρόζυμον, ακοή τό πυρ, γεύσις τό άλας καί αφή τό ύδωρ»[7].
Στό σημείο αυτό ωφέλιμο είναι νά θυμηθούμε καί τούς δεκατρείς αγίους ενδόξους Οσιομάρτυρες καί Ομολογητές της Ορθοδόξου πίστεως της Ιεράς Μονής Καντάρας της Κύπρου, Ιωάννη, Κόνονα, Ιερεμία, Μάρκο, Κύριλλο, Θεόκτιστο, Βαρνάβα, Μάξιμο, Θεόγνωστο, Ιωσήφ, Γεννάδιο, Γεράσιμο καί Γερμανό, οι οποίοι, επειδή δέν δέχθηκαν τά άζυμα καί τήν νοθευμένη ομολογία των Λατίνων, κάηκαν απ’τους Λατίνους στίς 19 Μαΐου 1231[8].

Γ) Το ζέον

Σύμφωνα μέ τόν Όσιο Νικόδημο, διπλό στάθηκε τό θαύμα της ακηράτου πλευράς του Κυρίου, όχι μόνο γιατί εξέβλυσε αίμα καί ύδωρ, τό μέν αίμα ως άνθρωπος, τό δέ ύδωρ, ως υπέρ άνθρωπον, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο, αλλά καί γιατί αυτά εξέβλυσαν ζεστά καί ζωντανά, σά νά ήταν ζωντανή εκείνη η πλευρά καί ζωοποιός, εξαιτίας της καθ’υπόστασιν ενώσεως της ζωοποιού Θεότητος, κατά τόν άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης.
Γιά νά παριστάνεται μέν τό πρώτο θαύμα, νομοθετήθηκε νά εκχέεται αίμα καί ύδωρ στό άγιο Ποτήριο. Γιά νά παριστάνεται δέ τό δεύτερο, διατάχθηκε άνωθεν καί εξ αρχής, όπως λέει ο Βαλσαμών καί ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, νά εκχέεται αυτό τό ύδωρ ζεστό καί κοχλάζον στόν καιρό του Κοινωνικού, όχι ψυχρό ή χλιαρό, ώστε καί αυτός ο ιερεύς καί οι υπόλοιποι, πού τά μεταλαμβάνουν έτσι ζεστά, νά διατίθενται ότι τά μεταλαμβάνουν, καθώς τότε εξήλθαν από τήν ζωοποιό πλευρά του Σωτήρος.
Σφάλλουν, λοιπόν, πολύ οι ιερείς εκείνοι, πού αμελούν σ’αυτό, καί δέν ζεσταίνουν καλά τό άγιο ζέον, αλλά τό βάζουν χλιαρό στό Θείο Ποτήριο. Γιατί, πρέπει νά είναι βραστό καί κοχλάζον, όταν εκχέεται (ώστε νά ζεσταίνεται καί τό άγιο Ποτήριο απ’αυτό), καθώς καί αυτό τό όνομα δηλώνει˙ γιατί ζέον θά πει βραστό νερό.
Γι’αυτό καί ο θείος Νικηφόρος στόν ιγ΄ Κανόνα[9] του λέει ότι, χωρίς ζέον καί θερμό ύδωρ, δέν πρέπει νά λειτουργήσει Πρεσβύτερος. Οι δέ Λατίνοι, μή λειτουργώντας μέ θερμό ύδωρ, παριστάνουν μ’αυτό νεκρή τήν ζώσα θεότητα καί τήν από αυτήν ζωοποιουμένη θεία πλευρά του Σωτήρος. Πρέπει δέ οι ιερείς νά προσέχουν καί στήν μέν πρώτη έγχυση του ύδατος στό Ποτήριο στήν πρόθεση νά βάζουν λιγότερο ύδωρ, ύστερα δέ νά βάζουν περισσότερο τό θερμό γιά δύο αίτια :
α) γιά νά θερμανθεί η προτέρα ένωση στό Ποτήριο καί β) γιά νά γίνει μετρία η κράση του οίνου καί του ύδατος καί όχι νά γίνεται τό εναντίον καί νά δίνουμε αφορμή στούς Λατίνους νά μας κατηγορούν ότι φθείρουμε τήν κράση του Ποτηρίου μέ τό υπερβολικό νερό[10].

Δ) Ο τρόπος κοινωνίας

Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος στήν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία, μεταξύ των άλλων λέει καί ότι αυτοί, πού δέν χρίουν τόν άγιο Άρτο μέ τό πανακήρατο Αίμα, όπως διατάσσεται στά Ευχολόγια, καί τόν φυλάττουν χωρίς νά είναι χρισμένος, γιά νά γίνει μ’αυτόν η Προηγιασμένη, προφανώς λατινοφρονούν. Γιατί, αυτό είναι χαρακτηριστικό της δυσσέβειας των Λατίνων, τό νά μεταδίδουν στούς λαϊκούς από ένα είδος, δηλ. μόνο από τόν άρτο, τό Μυστήριο της Ευχαριστίας, όπως παρανόμως νομοθέτησε η δυτική σύνοδος, πού συγκροτήθηκε στήν Κωνσταντία της Γερμανίας τό 1414 μ.Χ.[11].
Στήν πρώην ορθοδοξούσα δυτική Εκκλησία οι γυναίκες δέν ελάμβαναν τόν άγιο άρτο μέ γυμνά χέρια, αλλά, αφού άπλωναν στά χέρια τους κάποια λευκά οράρια, δηλ. άσπρα μανδηλάκια, έτσι δέχονταν τόν άγιο άρτο, καθώς τό διορίζει αυτό η εν Αντισιοδώρω τοπική Σύνοδος στόν λστ΄ Κανόνα της καί ο ιερός Αυγουστ~ινος στόν 252ο λόγο του. Αυτό τό μανδηλάκι ονομαζόταν Δομενικάλε, πού στά Λατινικά σημαίνει Κυριακό, επειδή τό έφερναν κατά τίς Κυριακές στήν Εκκλησία, γιά νά λάβουν τό Σωμα του Χριστού[12].

Ε) Τα Κυριακά λόγια

Σχολιάζοντας ο Όσιος Νικόδημος τόν 91ο Κανόνα του Μ. Βασιλείου, επισημαίνει ότι, ας αισχυνθούν οι παπιστές, βλέποντας εδώ τόν Μεγάλο Βασίλειο, τόν 13ο Απόστολο, νά λέει ότι δέν είναι αρκετά τά Κυριακά λόγια, δηλαδή τό «Λάβετε, φάγετε...» καί τό «Πίετε...»[13], για τήν τελείωση των θείων Μυστηρίων, όπως αντιθέτως κακώς καί σφαλερώς λένε αυτοί, αλλά μαζί μ’αυτά είναι αναγκαίες καί οι ευχές καί οι επικλήσεις, πού λέγονται μυστικώς από τόν Ιερέα. Ότι δέ αυτό είναι πανάληθες καί του Ηλίου φαεινώτερον, τό αποδεικνύει μέ αναντίρρητες καί γενναιότατες αποδείξεις ο πολυμαθέστατος ανήρ Ευστράτιος ο Αργέντης στό βιβλίο του «περί Μυστηρίων»[14].
Μέ άλλα λόγια, η αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού υποστηρίζει ότι ο καθαγιασμός του άρτου καί του οίνου γίνεται κατά τήν εκφώνηση των ιδρυτικών λόγων του Χριστού «Λάβετε, φάγετε...» καί «Πίετε...». Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όμως, δέχεται ότι ο καθαγιασμός γίνεται μέ τήν επίκληση του Αγίου Πνεύματος «κατάπεμψον τό Πνεύμα σου τό Άγιον εφ’ημάς καί επί τά προκείμενα δώρα ταύτα καί ποίησον...».
Η διαφωνία μεταξύ Παπισμού καί Ορθοδόξου Εκκλησίας αρχίζει επίσημα από τήν ενωτική ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, ενώ είναι γνωστή από τόν 9ο αιώνα. Ο Ζυγαβηνός (12ος αιώ.) καί ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας (14ος αιώ.) αντιπαραθέτουν μέ έμφαση τήν ορθόδοξη θεώρηση στήν παπική αυτή διδασκαλία. Η παπική αντίληψη γιά τόν καθαγιασμό των τιμίων δώρων αποτελεί άμεση συνέπεια της αλλοιώσεως του Τριαδικού δόγματος μέ την αίρεση του Filioque.
Προβάλλεται μέ έμφαση ο Χριστός καί ατονεί ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος. Παράλληλα, η διδασκαλία αυτή οφείλεται σέ μιά χριστοκεντρική αντίληψη της Θείας αποκαλύψεως καί της Θείας Ευχαριστίας. Όλα αυτά εξυπηρετούν άριστα τήν προβολή του παπικού πρωτείου καί διευκολύνουν πολύ τήν απαίτηση των παπών γιά διοικητική υπεροχή στήν όλη Εκκλησία.
Αντιθέτως η ορθόδοξη θεώρηση τονίζει τόν τριαδοκεντρικό χαρακτήρα της Εκκλησίας καί φανερώνει τήν πνευματολογική βάση της ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Επίσης, η ορθόδοξη θεώρηση θεμελιώνεται σέ μαρτυρίες των αγίων πατέρων, στίς αρχαίες λειτουργίες, πού περιέχουν τήν επίκληση καί γενικότερα στήν όλη ιερά παράδοση[15].


[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 90.
[2] ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΥΔΡΟΥΝΤΟΣ, Κατά αζύμων.
[3] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο 8ο, κεφ. 12ο, §δ΄, σσ. 396-397, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, Ιερά Κατήχησις, ΑΓΙΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 96-97.
[4] ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατά αζύμων.
[5] ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων.
[6] ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ, Κατά λατίνου Σκαράνου, Τά ευρεθέντα, τ. α΄-γ΄, εκδ.Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 1990-1.
[7] Μ.ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Λειτουργία..., PG 31, 1629-1658, ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τούς ασματικούς κανόνας
των Δεσποτικών καί Θεομητορικών εορτ~ων, τ. Β΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1995, σσ. 168-169.
[8] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, τ. Ε΄, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 480
καί ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ - ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΧΙΟΥ - ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ – ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ, Συναξαριστής Νεομαρτύρων, εκδ.
Ορθόδοξος Κυψέλη,Θεσσαλονίκη 1996, σ. 534.
[9] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 727.
[10] Ό. π., σσ. 248-249.
[11] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 268.
[12] Ό. π., σ. 311.
[13] Ματθ. 26, 26-28.
[14] Ό. π., σσ. 645-646 καί ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων βιβλιάριον, σσ. 92-250.
[15] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Δυτική θεολογία καί πνευματικότητα˙ σημειώσεις από τίς πανεπιστημιακές παραδόσεις, εκδ. Υπηρεσία
Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, σσ. 54-55.

Αναβασεις
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Ο Ιερομάρτυρας Παύλος Ντε Μπαγιέστερ (+1984) για την πλάνη του Παπισμού και την Αλήθεια της Ορθοδοξίας

20
Τα λόγια ενός ορθόδοξου Πολωνού επιστήμονα (στον οποίο οι Ουνίτες, αφού πληροφορήθηκαν την επιρροή και τα πλούτη του, του πρότειναν πάση θυσία να μεταστραφεί στον παπισμό) με έπεισαν για την πίστη της Ορθοδοξίας στις ουσιώδεις αλήθειες του πρώτου χριστιανισμού. Ο φίλος μου τους έλεγε τα εξής:


«Ισχυρίζεσθε ότι οφείλω να αρνηθώ την ορθόδοξη πίστη μου για να γίνω τέλειος χριστιανός. Καλώς! Η ορθόδοξη πίστη μου αποτελείται από τα παρακάτω στοιχεία: Ιησούς Χριστός, Ευαγγέλιο, Σύνοδοι και Άγιοι Πατέρες. Ποιο ή ποια από αυτά στοιχεία πρέπει να αρνηθώ για να γίνω , όπως λέτε, “τέλειος χριστιανός” »;

Και όταν αλλάζοντας την πολιτική τους του πρότειναν να μην αρνηθεί κανένα από αυτά, αλλά τουλάχιστον να αναγνωρίσει τον Πάπα ως αλάθητο αρχηγό της Εκκλησίας, αποκρίθηκε απλά:

«Να αναγνωρίσω τον Πάπα; Αυτό θα ήταν σαν να τα αρνιόμουν όλα!»

Κατάλαβα λοιπόν ότι, πράγματι, κάθε χριστιανός έχει την δυνατότητα να θυσιάζει ένα μέρος από το σύνολο της διδασκαλίας του για να φθάσει σε μια πληρέστερη καθαρότητα της πίστεώς του, με εξαίρεση τον ορθόδοξο χριστιανό, καθώς μόνο αυτός παραμένει σταθερά στην ουσία του χριστιανισμού, η οποία αποτελεί την αποκαλυφθείσα αλήθεια, την αιώνια και αμετάβλητη.
Ένας ρωμαιοκαθολικός, για παράδειγμα, μπορεί να αρνηθεί τον Πάπα, όπως έκανα εγώ, ή να αφαιρέσει την περί καθαρτηρίου διδασκαλία ή να φέρει αντιρρήσεις στους όρους της εν Τριδέντω Συνόδου, χωρίς γι’ αυτό να πάψει να είναι χριστιανός. Με τον ίδιο τρόπο ένας προτεστάντης μπορεί να αρνηθεί τις διδασκαλίες των μεγάλων μεταρρυθμιστών σχετικά με την Θεία Χάρη και τον «προορισμό» και να παραμένει ωστόσο το ίδιο χριστιανός.
Μόνον ο ορθόδοξος είναι εκείνος που δεν διαθέτει στην πίστη του άλλα στοιχεία, εκτός από τις ουσιώδεις και βασικές αλήθειες του χριστιανισμού, οι οποίες αποκαλύφθηκαν άμεσα από τον Θεό διά του Ιησού Χριστού.

Η Ορθοδοξία είναι η μόνη Εκκλησία που ποτέ δεν δέχθηκε να προτείνει στους πιστούς της τίποτα άλλο, εκτός από εκείνο το οποίο «πάντοτε, παντού και από τους πάντες» θεωρήθηκε ως η από του Θεού αποκαλυφθείσα διδασκαλία. Γι’ αυτό, το να ασπαστεί κανείς την Ορθοδοξία δεν είναι τίποτα άλλα, παρά ο εναγκαλισμός της πίστεως του Ευαγγελίου στην πρωταρχική της διαύγεια, ενώ αντίθετα αν την αρνηθεί και αποστατήσει από αυτήν, είναι σαν να αρνείται και να αποστατεί από τον χριστιανισμό εξ ολοκλήρου.


Η Ορθοδοξία είναι η μοναδική εκείνη Εκκλησία η οποία, ως πιστός θεματοφύλακας της ευαγγελικής πίστεως, «ουδέποτε άλλαξε κάτι σε αυτήν ούτε αφαίρεσε ούτε πρόσθεσε»· «δεν απέκοψε τα ουσιώδη ούτε συσσώρευσε τα επουσιώδη ούτε έχασε κάτι δικό της ούτε άρπαξε κάτι ξένο, πάντοτε συνετή και πιστή σε όσα κληρονόμησε», γιατί γνωρίζει ότι στην πίστη που της δόθηκε άπαξ και εξ αρχής δεν επιτρέπεται ούτε η ελάχιστη αλλαγή, ούτε καν από άγγελο εξ ουρανού· πόσω μάλλον από γήινον άνθρωπο, ψεύτη και αμαρτωλό!...


Η Ορθοδοξία είναι η αληθινή νύμφη του Χριστού «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων, αλλ’ ούσα αγία και άμωμος». Αυτή είναι η Αγία Εκκλησία του Θεού, η μοναδική Του, «η αληθινά καθολική Εκκλησία, η οποία μάχεται εναντίον όλων των αιρέσεων. Να μάχεται μπορεί. Να ηττάται όμως ποτέ. Μολονότι όλες οι αιρέσεις και τα σχίσματα από αυτήν ξεπήδησαν ως άχρηστα κλήματα, κομμένα από το καθαυτό αμπέλι, αυτή όμως παραμένει σταθερή στην ρίζα της, στην ένωσή της με τον Θεό». Όποιος την ακολουθεί, τον Θεό ακολουθεί· όποιος ακούει τη φωνή της, του Κυρίου την φωνή ακούει· και όποιος την παρακούει γίνεται εθνικός.


Πηγή: Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ (σελ. 107-109) -Επισκόπου Ναζιανζού Παύλου Ντε Μπαγιέστερ-Έκδοσις Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Μαχαιρά-Κύπρος 2009


themata-orthodoxias
''...δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ' εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις''\n[/align]

Είναι οι Παπικοί και οι Προτεστάντες εκκλησία ή αίρεση;

21
Ἀναγνωρίζετε, Παναγιώτατε Δέσποτα, τόν Παπισμό ὡς «Ἐκκλησία»;

Εἶναι, ὅμως, «ἐκκλησία» ἤ αἵρεσις;


Πλῆθος Ὀρθοδόξων Συνόδων ἔχουν καταδικάσει τόν Παπισμό ὡς αἵρεση.


Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά ὁρισμένες:

Τήν Σύνοδο τοῦ 879-880 στήν Κωνσταντινούπολη, ἐπί τοῦ Πανσέπτου Προκατόχου Ὑμῶν Οἰκουμενικοῦ Πατρός καί Ἰσαποστόλου Μεγάλου Φωτίου. Ἡ Σύνοδος αὐτή, πού στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖται ὡς ἡ Η΄ Οἰκουμενική, ἐπειδή σέ αὐτή συμμετεῖχαν ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Πατριαρχείων καί τοῦ τότε Ὀρθοδόξου Πάπα τῆς Ρώμης Ἰωάννου τοῦ Η΄ καί οἱ ἀποφάσεις της ἔγιναν ὁμόφωνα ἀποδεκτές, καταδίκασε ὡς αἱρετική τή διδασκαλία τοῦ Filioque.


Ἡ διδασκαλία αὐτή ἐπεκράτησε δυστυχῶς ὡς ἐπίσημη διδασκαλία τοῦ Παπισμοῦ, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 11ου αἰῶνος (1014) μέχρι σήμερα.

Ἡ καταδίκη αὐτή ἰσχύει κατ’ ἐπέκτασιν καί διά τήν αἵρεση τῶν Προτεσταντῶν, ἐπειδή καί αὐτοί ἀποδέχονται τήν αἱρετική αὐτή διδασκαλία.

Ὁ Παπισμός, ἀποδεχόμενος ἐκ τῶν ὑστέρων, μετά ἀπό ἕνα αἰῶνα καί πλέον, μία αἱρετική διδασκαλία, πού εἶχε ἤδη καταδικάσει μαζί μέ τά ἄλλα Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα, αὐτοαναιρεῖται καί αὐτοκαταδικάζεται ὡς αἵρεση. Πέραν τούτου, ὅλες οἱ ἑπόμενες Ὀρθόδοξοι Σύνοδοι, ὅπως οἱ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδοι τοῦ 1170, 1341, 1450, 1722, 1838, 1895, ἀπεριφράστως καταδικάζουν τόν Παπισμό ὡς αἵρεση17.


Ἐπίσης, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Φώτιο, ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα τοῦ 1054 ἅγιοι, ὅπως ὁ ἅγιος Γερμανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ ἅγιος Συμεών
Θεσσαλονίκης, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς κ.ἄ.18, ὁμοφώνως καταδικάζουν τόν Παπισμό ὡς αἵρεση.


Ὁ Παπισμός δέν εἶναι «Ἐκκλησία», ἀλλά κράτος, τό Βατικανό. Οὔτε εἶναι «Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία». Δέν εἶναι οὔτε Ρωμαίϊκη, οὔτε Καθολική, οὔτε Ἐκκλησία. Δέν ἔχει σχέση μέ τήν Ρωμηοσύνη, οὔτε μέ τή Ρωμανία. Δέν εἶναι Καθολική, ἀφοῦ χωρίσθηκε μόνη της ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό 1054 μ.Χ. Δέν εἶναι Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἔγινε κράτος, ὑποκύπτοντας στόν τρίτο πειρασμό τοῦ Χριστοῦ.

Δέχθηκε ὁ Παπισμός τήν πρόταση τοῦ διαβόλου νά τόν προσκυνήσει καί νά τόν κάνει κοσμικό παντοκράτορα τῆς γῆς. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε ἡ ὀρθή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε Ρωμηοί, σέ μᾶς ἀνήκει ἡ Ρωμανία, ἡ Ρωμηοσύνη. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, ΚΑΘΟΛΙΚΗ καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ ἀληθής Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία.


Πάνω στήν ἀνωτέρω ἐσφαλμένη θεολογική ἀντίληψη, Παναγιώτατε Δέσποτα, πολύ εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ αἰδεσιμολογιώτατος πρεσβύτερος π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος τῆς τῶν Πατρέων Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας:


«…μήπως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔπαψε ἀπό τό 787 μ.Χ. νά αὐτοπροσδιορίζεται καί νά ἀντιδιαστέλλεται ἀπό τήν πλάνη, τό ψέμα καί τήν αἵρεση; Ἡ ἄποψη αὐτή δέν ὁδηγεῖ σέ αὐτοαναίρεση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας; Τί θά συμβεῖ, ἄν αὐτή ἡ συλλογιστική, ὅτι, ἐπειδή γιά τόν Παπισμό, ὁ ὁποῖος παρουσιάστηκε μετά τόν 9ο αἰώνα, δέν ἔχει ἀποφανθεῖ κάποια Οἰκουμενική Σύνοδος, κανένας Ὀρθόδοξος καί μάλιστα ὑπεύθυνος ποιμένας, δέν ἔχει τό δικαίωμα νά τόν χαρακτηρίζει ὡς αἵρεση, τήν ἐπεκτείνουμε καί σέ ἄλλες αἱρέσεις;


Διερωτῶμαι γιά τούς Ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, τούς Μορμόνους, τούς Πεντηκοστιανούς, τούς τηλευαγγελιστές κ.ο.κ., ποιά Οἰκουμενική Σύνοδος ἔχει ἀποφανθεῖ; Ἤ μήπως καί αὐτοί δέν εἶναι αἱρετικοί»19;


Πῶς εἶναι δυνατόν Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, ὁ πνευματικός ἡγέτης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, νά διαλέγεσθε μέ τόν ἀμετανόητο Παπισμό, ὅταν αὐτός δέν ἔχει ἀποκηρύξει τίς πάμπολλες αἱρέσεις του καί δέν ἔχει δείξει ἴχνος μετανοίας;


Ἤ μήπως δέν εἶναι φοβερές καί τρομερές αἱρέσεις


Α) ἡ κρατική ὑπόσταση καί δομή τοῦ Βατικανοῦ μέ ὑπουργεῖα καί ὑπουργούς καί τράπεζες,
β) τό Filioque (ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ),
γ) ἡ κτιστή Θεία Χάρις,
δ) τό πρωτεῖο ἐξουσίας,
ε) ἡ κατοχή τόσο τῆς κοσμικῆς ὅσο καί τῆς πνευματικῆς ἐξουσίας ἀπό τόν Πάπα,
στ) τό ἀλάθητο,
ζ) οἱ θεωρίες περί ἐσχάτου κριτοῦ τῆς Ἐκκλησίας, περί αὐθεντίας, περί μοναρχικοῦ ἀξιώματος, ἐκκλήτου καί ἀναμαρτησίας, περί ἄκρου Ἀρχιερέως τοῦ Πάπα,
η) τό διά ραντισμοῦ «βάπτισμα»,
θ) τά ἄζυμα (ὄστια),
ι) ἡ μεταβολή τοῦ ἄρτου καί οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ μέ τά ἰδρυτικά λόγια καί ὄχι μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ θεωρία τῆς μετουσιώσεως,
ια) ἡ στέρηση τῆς κοινωνίας τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ στούς λαϊκούς καί ἡ παροχή σέ αὐτούς μόνο τοῦ Σώματος,
ιβ) ἡ στέρηση τῆς Θείας Κοινωνίας ἀπό τά νήπια,
ιγ) ἡ Μαριολατρεία,
ιδ) ἡ ἄσπιλος σύλληψη καί ἡ ἐνσώματη ἀνάληψη τῆς Θεοτόκου,
ιε) τό καθαρτήριο πῦρ,
ιστ) τά λυσίποινα,
ιζ) ἡ περίσσεια ἀξιομισθία τοῦ Χριστοῦ,
ιη) ἡ περίσσεια τῶν ἔργων τῶν Ἁγίων,
ιθ) ἡ ἀξιομισθία τῶν ἔργων τοῦ ἀνθρώπου,
κ) τά ἀγάλματα καί γενικά ἡ θρησκευτική ζωγραφική ἀντί τῆς Ὀρθοδόξου εἰκονογραφίας,
κα) ἡ ὑποχρεωτική ἀγαμία τοῦ κλήρου,
κβ) ἡ ἀναγνώριση σφαγέων (βλ. Στέπινατς) ὡς «ἁγίων», κγ) ἡ θεωρία περί προσβολῆς καί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καί γενικά τό δικανικό πνεῦμα, ἀπό τό ὁποῖο κυριαρχεῖται ὁ Παπισμός,
κδ) ἡ ἀπόρριψη τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως καί ἡ ἐκμετάλλευσή της ὡς ὀργάνου τῆς παπικῆς διδακτικῆς ἐξουσίας (ὁ Πάπας εἶναι ἡ Παράδοση),
κε) ἡ ἄποψη ὅτι ὁ ἀλάθητος Πάπας εἶναι ὁ μοναδικός φύλακας, κριτής καί ἑρμηνευτής τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, κστ) ἡ θεώρηση τῆς ἀρχέγονης δικαιοσύνης ὡς ὑπερφυσικοῦ δώρου τῆς Θείας Χάριτος, πού προστέθηκε ‘κατά συμβεβηκός’ στό ‘κατ’εἰκόνα’, τό ὁποῖο νοεῖται μέσα σέ πλαίσια αὐτάρκειας καί στατικότητας,
κζ) ἡ ἀπώλεια τῆς ἀρχέγονης δικαιοσύνης καί ἡ διατήρηση ἀλωβήτου καί σώου τοῦ κατ’εἰκόνα,
κη) ἡ «πάσχουσα ἐκκλησία», ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό τούς πιστούς, πού βρίσκονται στό καθαρτήριο πῦρ,
κθ) ἡ ἀπόρριψη τῆς ἰσότητος τῶν ἐπισκόπων,
λ) τό συγκεντρωτικό καί ἀπολυταρχικό διοικητικό σύστημα μέ ἀπόλυτο μονάρχη τόν Πάπα, πού εἰσήγαγε τόν παποκαισαρισμό,
λα) τά μοναχικά τάγματα καί ὁ ὀργανωτικός-κοινωνικός χαρακτήρας τοῦ μοναχισμοῦ,
λβ) ὁ ἀπρόσωπος καί δικανικός χαρακτήρας τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολογήσεως,
λγ) ἡ ἐπάρατη Οὐνία, δούρειος ἵππος τοῦ Παπισμοῦ;

Re: Είναι οι Παπικοί και οι Προτεστάντες εκκλησία ή αίρεση;

22
Ἀναγνωρίζετε, Παναγιώτατε Δέσποτα, καί τόν Προτεσταντισμό ὡς «Ἐκκλησία».

Εἶναι, ὅμως, «ἐκκλησία» ἤ αἵρεση;

Οἱ αἱρετικοί Λουθηροκαλβῖνοι ἤ Προτεστάντες ἤ Διαμαρτυρόμενοι ὀνομάζονται Χριστιανοί, ἀλλά εἰς μάτην περιφέρουν τό ὄνομα καί καυχῶνται ὅτι εἶναι Χριστιανοί, διότι δέν ἔχουν μέρος μέ τό Χριστό.

Οἱ Διαμαρτυρόμενοι μόρφωση μόνο ἔχουν Χριστιανισμοῦ, τήν δέ δύναμή του ἀρνήθηκαν, διότι :

α) Δέν παραδέχονται τό ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου, ἀλλά λένε οἱ κατάρατοι ὅτι Αὐτή, μετά τήν ἄφθορη καί ὑπερφυῆ σύλληψή της καί τόν ἀνερμήνευτο τόκο τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ συνεμίγη μέ τόν Ἰωσήφ, ἔτεκε ἀπό αὐτόν κι ἄλλα τέκνα, ὅπως οἱ μνημονευόμενοι στό ἱερό Εὐαγγέλιο ἀδελφοί τοῦ Κυρίου, στήν πραγματικότητα τέκνα τῆς θανούσης γυναικός τοῦ μνήστορος Ἰωσήφ.
β) Δέν ἀποδίδουν καμμία τιμή καί ὑπεροχή σέ Αὐτήν, ὡς πρός τήν ἀρετή καί τήν ἁγιότητα πάνω ἀπό ὅλους καί ὅλες τούς ἁγίους, ἀλλά ἰσχυρίζονται οἱ μικροί ὅτι εἶναι κοινή γυναῖκα, δηλ. ὅπως μία ἀπό τίς γυναῖκες τοῦ κόσμου!
γ) Δέν παραδέχονται ὅτι πρέπει νά παρακαλεῖται ἡ Θεοτόκος καί οἱ ὑπόλοιποι ἅγιοι γιά τήν σωτηρία καί βοήθεια τῶν ἀνθρώπων καί ὅτι θαυματουργεῖ ὁ Θεός διά τῶν ἁγίων!
δ) Δέν προσκυνοῦν τίς ἅγιες εἰκόνες, τόν τίμιο Σταυρό, τό ἱερό Εὐαγγέλιο κτλ., δηλ. εἶναι νέοι εἰκονομάχοι.
ε) Δέν προσεύχονται κατ’ ἀνατολάς, δέν κάνουν τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, οὔτε γονυκλισίες ἤ μετάνοιες κτλ.
στ) Ἀπορρίπτουν ὡς ἄσκοπο τό νά μνημονεύομε καί νά δεόμεθα ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων
ζ) Παντελῶς ἀποδοκιμάζουν οἱ ἄφρονες τήν ἐξομολόγηση καί τόν κανόνα τοῦ πνευματικοῦ!
η) Ἀποβάλλουν τή θεοπνευστία, τήν αὐθεντία καί τό ἀλάθητο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
θ) Δέ δογματίζουν τή μεταβολή, δηλ. ὅτι ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος μεταβάλλονται σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ μέ τήν θεία ἐπίκληση τοῦ ἱερέως, ἀλλά ὅτι ἡ θεία μυσταγωγία γίνεται ἁπλῶς σέ ἀνάμνηση τοῦ μυστικοῦ Δείπνου!
ι) Πιστεύουν στό διπλό ἀπόλυτο προορισμό, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο, ὁ Θεός, ἄλλους προορίζει γιά τήν αἰώνιο ζωή καί ἄλλους γιά τήν αἰώνια κόλαση.
ια) Ἀπορρίπτουν τήν Ἱερά Παράδοση καί τούς ἁγίους Πατέρες καί θεωροῦν τήν Ἁγία Γραφή ὡς τή μοναδική πηγή Ἀποκαλύψεως (sola scriptura).
ιβ) Ἀρνοῦνται τήν ὁρατή Ἐκκλησία καί πιστεύουν στήν ἀόρατη καί ἰδανική Ἐκκλησία.
ιγ) Υἱοθετοῦν τήν αἵρεση τοῦ Filioque.
ιδ) Ὑποστηρίζουν τήν αἱρετική διδασκαλία γιά τήν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Χριστοῦ σωματικῶς, τή γνωστή ubiquitas.
ιε) Ἀπορρίπτουν τήν Ἱεραρχία μέ τήν Ὀρθόδοξη ἔννοια καί τήν ἱερωσύνη ὡς μυστήριο.
ιστ) Περιορίζουν τόν ἀριθμό τῶν μυστηρίων μόνο σέ δύο, τό βάπτισμα καί τή θεία Εὐχαριστία, στηριζόμενοι στούς ἱδρυτικούς λόγους τοῦ Χριστοῦ.
ιζ) Ἀπορρίπτουν τήν Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία.
ιη) Θεωροῦν ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν σώζεται, σώζεται μέ μόνη τή Χάρη τοῦ Θεοῦ (sola gratia) καί μέ μόνη τή πίστη (sola fide) καί ὅτι στήν παροῦσα ζωή ὁ πιστός εἶναι ταυτόχρονα δίκαιος καί ἁμαρτωλός (simul justus et peccator).
ιθ) Τοποθετοῦν τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου στή μετά θάνατον ζωή.
κ) Πρεσβεύουν ὅτι μέ τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, τό κατ’εἰκόνα ἐξαχρειώθηκε, καταστράφηκε τελείως.
κα) Κάθε προτεστάντης εἶναι αὐτός ἀπό μόνος του ἡ Ἐκκλησία, ἡ Παράδοση. Αὐτός κατέχει τό πρωτεῖο καί τό ἀλάθητο. Κάθε προτεστάντης εἶναι κι ἕνας πάπας. Ἐνῷ δηλ. στόν Παπισμό ἔχουμε ἕνα Πάπα, στόν Προτεσταντισμό ἔχουμε πολλούς Πάπες.
κβ) Ἐπιτρέπουν τήν ἱερωσύνη τῶν γυναικῶν καί τήν χειροτονία ὁμοφυλοφίλων22.

Τί μεγάλη διάσταση ὑπάρχει μεταξύ ἡμῶν καί τῶν διαμαρτυρομένων! Γιατί δέν ὑπάρχει τίποτε κοινό μεταξύ φωτός καί σκότους, μεταξύ Χριστοῦ καί Βελίαρ! Ὁ Θεός, λέει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, εἶναι παντοῦ, ὄχι ὅμως καί στήν καρδιά τοῦ ἀσεβοῦς. Αὐτοί, κατά τό γεγραμμένο, «ηὐλίσθησαν ἐν τόποις, οὗ οὐκ ἐπισκοπεῖται γνῶσις»23, δηλ. δέν ἐπισκοπεῖ ὁ Κύριος. Μεταξύ ἡμῶν καί αὐτῶν εἶναι ἀδύνατο ποτέ νά γίνει ἕνωση. Ἡ διάσταση εἶναι τόση, ὅση μεταξύ Θεοῦ καί διαβόλου.

Τόσο χωρισμένοι εἶναι οἱ Λουθηροκαλβῖνοι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους. Ὅσοι ἀποδύονται στόν ἀγώνα τῆς ἑνώσεως ἐφορμοῦνται ἀπό ἰδιαίτερα αἴτια! Αὐτό εἶναι ἀναντίρρητο! Ὅταν ἀκούσουμε ὅτι ὁ διάβολος σωφρονίσθηκε καί ἑνώθηκε μέ τά ἀγγελικά τάγματα, τότε θά πιστεύσουμε ὅτι εἰλικρινῶς θά ἑνωθοῦν καί οἱ Διαμαρτυρόμενοι μέ ἐμᾶς24!





Απόσπασμα απο την επιστολή του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο,Ιούνιος 2013,σελ.9-14

Re: Είναι οι Παπικοί και οι Προτεστάντες εκκλησία ή αίρεση;

23
Ευγε grecko..!!!!

Πολύ ωραία και ενδιαφέροντα όλα αυτά από τον Πειραιώς Σεραφίμ (ο οποίος παρεμπιπτόντως είναι σε πλήρη κοινωνία με όλους αυτούς που κατηγορεί....!!! Άλλωστε η χειροτονία που έλαβε είναι απο όλους αυτούς...., ΑΝ τους αρνηθεί θα είναι και αυτός άκυρος και θα μείνει χωρίς μισθό (θα τον απολύσουν από "μισθωτό ποιμένα" και δεν θα έχει "δουλειά" για να ζήσει!!). Και σκεπτόμενοι την εκκλησιαστική ιστορία από το 1924 εως σήμερα (πχ. την Ίδρυση των ΠΣΕ το 1948, τις άρσεις αναθεμάτων το 1965 κλπ)..."κάτι βρωμάει" με τον χαρτοπόλεμο του Πειραιώς Σεραφείμ (από την άλλη αν δεν ήταν αυτός να λέει στους νεοημερολογίτες κάποια πράγματα, αρκετοί ακόμη θα κοιμόντουσαν, οπότε ο άνθρωπος καλά κάνει και έστω τα λέει...!!!).....!!!!).

Να συμπληρώσω μόνο και το εξής πολύ σημαντικό.

Στην αιρετική εγκύκλιο του 1920 έλεγαν ΓΡΑΠΤΩΣ οτι "Θεωρούν Εκκλησίες (του Χριστού)" και "Συγκληρονόμους της Βασιλείας του Θεού" τα άλλα δόγματα (δηλαδή όλες τις σχισματο-αιρέσεις).....και οτι "θα αλλάξουν το ημερολόγιο για να Συνεορτάζουν με τα άλλα δόγματα"...!!!

Εξετάζοντας την Εκκλησιαστική ιστορία και τις εξελίξεις, βλέπουμε οτι όντως έκαναν πράξη την Αιρετική Εγκύκλιο του 1920.

Αυτός ήταν ο λόγος της αλλαγής του ημερολογίου, ο ΣΥΝΕΟΡΤΑΣΜΟΣ και ένωση. (γιαυτό και η Σχισματο-Αίρεση ονόματι "Νεοημερολογιτισμός", εφόσον και ΓΡΑΠΤΩΣ οι ίδιοι το ομολογούν οτι αποδέχονται ως εκκλησίες και συγκληρονόμους της βασιλείας του Θεού τις αιρέσεις και θέλουν να συνεορτάζουν (για να ενωθούν αργότερα μαζί τους), δεν ονομάζεται σκέτο "Νεοημερολογιτισμός" αλλά "Νεοημερολογιτισμός-Οικουμενισμός". Ή αλλαγή του ημερολογίου (νεοημερολογιτισμός) ήταν το πρώτο βήμα για να φέρουν τον Οικουμενισμό στην Ορθοδοξία και να απορρίψουν την μοναδικότητά της ορθοδοξίας (την άρνηση της ορθοδοξίας που ΥΠΕΓΡΑΨΑΝ τα ΙΔΡΥΤΙΚΑ ΜΕΛΗ (Νεοημερολογίτες και Προτεστάντες) από το 1948 στην ίδρυση των Παγκοσμίων Συμβουλείων Εκκλησιών (η αιρετική εγκύκλιος μιλούσε και για τα ΠΣΕ οτι σκοπεύουν να τα ιδρύσουν κλπ)...!!!

Τα πάντα είναι ΞΕΚΑΘΑΡΑ και απλά...!!!
Ιδίως σήμερα είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ για έναν άνθρωπο που "έχει σωας τας φρένας" να μην αντιλαμβάνεται οτι όντως έγινε σχίσμα και καινοτομία το 1924 και οτι το "Φράγκεμα" (αλλαγή ημερολογίου - συνεορτασμός με αιρετικούς - και διαδοχικά..... ίδρυση ΠΣΕ - συμπροσευχές & συλλείτουργα με τους αιρετικούς - άρσεις αναθεμάτων με τους αιρετικούς - αναγνωρίσεις μυστηρίων των αιρετικών - μικτοί γάμοι - κλπ κλπ κλπ........ήταν όντως το πρώτο βήμα - το κακό που έπρεπε να προηγηθεί για να επέλθει στην συνέχεια και ο Οικουμενισμός.

Μέσω του Νεοημερολογιτισμού-Οικουμενισμού οι σκοτεινές δυνάμεις μόλυναν παγκοσμίως σχεδόν όλους τους ορθοδόξους και τους έκαναν και εκείνους ακοινώνητους (μιας και κοινωνάνε με ακοινώνητους σχισματο-αιρετικούς και εκτός εκκλησίας ανθρώπους).

Εννοείται οτι στην ΜΙΑ Εκκλησία του Χριστού ΑΝΗΚΟΥΝ ΜΟΝΟ όσοι είναι Ορθόδοξοι - δηλαδή όσοι έχουν ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ (προσέξτε, δεν λέω "ΕΙΝΑΙ η μία εκκλησία" (οι ορθόδοξοι ΔΕΝ έχουν "δεσποτοκρατία" όπως οι παπικοί/λατίνοι) αλλά "ΑΝΗΚΟΥΝ" στην ΜΙΑ Εκκλησία του Θεού --> ΕΦΟΣΟΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ (δηλαδή εφόσον έχουν ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ και δεν είναι αιρετικοί)...!!! Διότι ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ (αν δεν έχουν Ορθή Πίστη), ΔΕΝ ανήκουν στην ΜΙΑ Εκκλησία του Θεού, αλλά ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ ΕΚΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ και οδηγούνται στην απώλεια).

Βλέπουμε στο "ια" του δεύτερου post, οτι οι Προτεστάντες απορρίπτουν την Ιερά Παράδοση και τους Αγίους Πατέρες.
Αίρω, σημαίνει "επιλέγω".
Δηλαδή από όλα όσα απαρτίζουν αυτό που λέμε ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ (ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ), εκείνοι ΕΠΙΛΕΓΟΥΝ να κρατήσουν ΜΟΝΟ ΟΣΑ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΟΥΝ και ΟΧΙ ΟΛΑ. (Προσθέτουν ή αφαιρούν, καινοτομούν, αλλοιώνουν...κλπ..!!!)

Για να είναι κάποιος Ορθόδοξος (δηλαδή για να έχει ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ), πρέπει να ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ (όλα) όσα αποδέχεται η ορθοδοξία (γραπτές και άγραφες παραδόσεις κλπ) και να ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ όλα όσα απορρίπτει η ορθοδοξία (και στην ΘΕΩΡΙΑ αλλά και στην ΠΡΑΞΗ)...!!!!
(πχ. αν κάποιος ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ μια Πανορθόδοξο ή Οικουμενική Σύνοδο, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ αλλά απλώς φέρει καταχρηστικά το όνομα "ορθόδοξος" κατά τον ίδιο τρόπο που και οι αιρετικοί ενώ ούτε καν χριστιανοί δεν είναι, φέρουν καταχρηστικά το όνομα "χριστιανός").

(Απόρριψη μια Οικουμενικής Συνόδου μπορεί να γίνει για παράδειγμα με την αναγνώριση των Μυστηρίων των Μονοφυσιτών που έχουν καταδικαστεί με αναθέματα στην 4η Οικουμενική Σύνοδο. Συνεπώς όποιος "αποδέχεται" (εν γνώση του - έμμεσα ή άμεσα) τους ακοινώνητους Μονοφυσίτες, ΧΑΝΕΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΟΥ και παύει να είναι ορθόδοξος. Τον βαραίνουν και αυτόν εν συνεχεία τα αναθέματα που βαραίνουν και τους Μονοφυσίτες *(από τους Πατέρες).
Ταυτόχρονα "Βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος" διότι προσέβαλλε απόφαση Οικουμενικής ή Πανορθόδοξης Συνόδου - ως τάχα μη άρτια λαλήσαντες οι πατέρες σε αυτήν (στην ορθοδοξία λέμε οτι "εκφράζεται το θέλημα του Αγίου Πνεύματος" μέσω των Οικουμενικών και Πανορθόδοξων Συνόδων, και συνεπώς όταν κάποιος ΔΕΝ ΔΕΧΕΤΑΙ μια Πανορθόδοξο ή Οικουμενική Σύνοδο, ....βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος....!!!! Με άλλα λόγια ΠΑΥΕΙ να είναι ορθόδοξος...!!!!)

Δεν μπορεί κάποιος πχ. να απορρίπτει (στα λόγια - θεωρητικά) τους Προτεστάντες και να έχει κοινωνία ΕΝ ΓΝΩΣΗ με έναν που είναι προτεστάντης ή με έναν που "έχει κοινωνία με προτεστάντες" και να είναι δήθεν και Ορθόδοξος από πάνω....!!!
Χάνει την Ορθόδοξη Ομολογία Πίστεώς του...!!!!

Ούτε μπορεί ένας ορθόδοξος να πει για παράδειγμα σε έναν Παπικό ---> "Χρόνια Πολλά, Χριστός Ανέστη" ΑΚΑΙΡΑ (ως γνωστόν πρώτα γίνεται το πάσχα των Παπικών και μετά των ορθοδόξων) (είναι σαν να παραδέχεται την κακοδοξία των λατίνων και να δέχεται οτι ο Χριστός αναστήθηκε ενώ ακόμα δεν έχει έρθει η Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών για τους Ορθοδόξους...!!!).

Ο Βαρθολομαίος για παράδειγμα όταν ευχήθηκε "Χριστός Ανέστη" (ΑΚΑΙΡΑ) στον Πάπα Ρώμης, αυτομάτως έχασε την Ορθόδοξο Ομολογία Πίστεώς του (ΑΝ ΕΙΧΕ...!!!).

Όπως επίσης ΔΕΝ μπορεί ένας ορθόδοξος να πει Χρόνια πολλά για μια άλλη εορτή, ενώ η εορτή αυτή ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΡΘΕΙ ΑΚΟΜΑ, χάνει την ομολογία πίστεώς του...!!!!

(και πάει αλυσίδα το παραπάνω και με τις νηστείες κλπ, για παράδειγμα δεν κάνει να νηστεύουμε ενώ δεν είναι νηστεία, αλλά ούτε και να μην νηστεύουμε όταν είναι όντως μια νηστεία, ούτε να νηστεύουμε σε μία νηστεία λιγότερες ημέρες (πχ. νηστεία αποστόλων) επειδή έτσι μας κάπνισε - χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος, κλπ...!!!!)...

Οι προτεστάντες δεν έχουν καν την λεγόμενη "Αποστολική διαδοχή"....λόγω του ότι ΔΕΝ έχουν Ορθή Πίστη αλλά ούτε και χειροτονίες που να φτάνουν διαδοχικά μέχρι τους αποστόλους (είναι ακόμη πιο ιδιαίτερη περίπτωση αυτοί από τους λατίνους).
Οι λατίνοι από την άλλη,... ενώ ΕΧΟΥΝ διαδοχικές χειροτονίες που φτάνουν μέχρι τους Αποστόλους, δεν έχουν αποστολική διαδοχή λόγω έλλειψης ΟΡΘΗΣ ΠΙΣΤΗΣ (είναι αιρετικοί)...(και συνεπώς ....είναι ΕΚΤΟΣ της ΜΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ και τα μυστήριά τους είναι ΑΚΥΡΑ χωρίς αγιαστική χάρη - έτσι λέει η ορθοδοξία και οι πατέρες, οτι δηλαδή τα "σχίσματα" και οι "αιρέσεις" δεν έχουν έγκυρα μυστήρια και βρίσκονται "εκτός εκκλησίας". Βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύνματος και Ιεροσύνη, ΔΕΝ πάνε μαζί. Είναι σαν μια "Λευκή Συσκευή" (ψυγείο,κλπ) χωρίς το "ρεύμα", είναι νεκρά δεν λειτουργούνε αν δεν είναι "εντός εκκλησίας" για να ζωοποιούνται από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Το ίδιο ισχύει και για τους Αναθεματισμένους (δηλαδή τους εκβαλλόμενους εκτός εκκλησίας)...!!!

Λένε πχ. οι Λατίνοι οτι έχουν "Αγίους"...!!! Και δείχνουν τα ευωδιαστά τους "άφθαρτα σκηνώματα" κλπ. και μιλάνε για ΘΑΥΜΑΤΑ που τους γίνονται από τους Αγίους τους.

Εμείς οι Ορθόδοξοι, ο,τι θαύμα και να δούμε οτι γίνεται στους αιρετικούς (ακόμη και στις ανατολικές θρησκείες που είναι εντελώς άλλη θρησκεία) ΔΕΝ παρασυρόμαστε (βλέπε λόγια αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου) διότι ξέρουμε οτι "κριτήριο ορθοδοξίας" ΔΕΝ είναι το Θαύμα αλλά οι Γραφές και οι γραπτές και οι άγραφες παραδόσεις κλπ. της ορθοδοξίας.
ΑΝ ίσχυε κάτι διαφορετικό θα έπρεπε με την θέαση ενός θαύματος στους Λατίνους ή στους Προτεστάντες ή στους Βουδιστές... να ασπαζόμασταν την αίρεσή τους, "λόγω του θαύματος"..!!!

Για να μην πλανηθούμε η ΑΣΦΑΛΗΣ οδός για τους ορθοδόξους είναι αυτά που είπαμε και όχι το θαύμα.
Εάν ένα Θαύμα ΣΥΝΔΡΑΜΕΙ με την Ορθοδοξία και ΔΕΝ αντιτίθεται, τότε μπορούμε να το δεχτούμε ως ενθαρρυντικό και προς εδραίωση της πίστεως. Θέλει διάκριση. Ακόμη και στο Ευαγγέλιο μας προτάσσουν "Να εξετάζουμε και να δοκιμάζουμε τα πνεύματα" για να δούμε αν είναι εκ του Θεού...!!!).
«Όσο κι αν είναι λίγοι αυτοί όπου διατηρούν την ευσέβεια, αυτοί είναι η Εκκλησία» (Αγ.Νικηφόρος)\n\n«Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν.» (Λουκ.ιβʼ32)

Το παπικό πρωτείο είναι πλάνη

24
Μία θέση που έχουν οι Παπικοί σχετικά με την "εκκλησία" τους είναι το Παπικό Πρωτείο.


"Πάνω σε σένα Πέτρο, λέει ο Κύριος, θα χτίσω την Εκκλησία μου, και σε εσένα θα δώσω τα κλειδιά, όχι στην υπόλοιπη Εκκλησία."


Η εκκλησία για την οποία μίλησε ο Χριστός ήταν η εκκλησία της Αντιόχειας. Παρόλα αυτά όμως οι παπικοί προκειμένου να έχουν το πρωτείο στηρίζουν τη θέση ότι η εκκλησία για την οποία μίλησε ο Χριστός είναι και καλά όχι η Αντιόχειας αλλά αυτή στο Βατικανό. Δηλαδή δεν φτάνει που μαρτύρησε ο Πέτρος στη Ρώμη, αποφάσισαν οι Ρωμαίοι να χρησιμοποιήσουν και το θάνατο του για να στήσουν μία εκκλησία (τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία του Πάπα) που να έχει δήθεν το Πρωτείο, ενώ στην πραγματικότητα η εκκλησία για την οποία μιλάει ο Χριστός είναι άλλη.

Από το βίο του απόστολου Πέτρου :

Μετά από μια μακρά περιοδεία που είχε ξεκινήσει από την Ιουδαία κατά την οποία ο Πέτρος ίδρυσε την Εκκλησία της Αντιόχειας και έκανε κηρύγματα, βαπτίζοντας και χειροτονώντας Επισκόπους σε διάφορα μέρη, αφού πρώτα πέρασε από την Σικελία (όπου χειροτόνησε τους πρώτους Επισκόπους των Συρακουσών και της Κατάνης) κατέληξε στη Ρώμη όπου χειροτόνησε τον άγιο Λίνο πρώτο Επίσκοπο της Ρωμαΐκης Πρωτεύουσας. Εκεί, έμαθε ότι σχεδιαζόταν η σύλληψή του, εξαιτίας των Διώξεων κατά των Χριστιανών, και γι' αυτό ετοιμαζόταν να φύγει από την πόλη.

Βγαίνοντας από την Ρώμη, είδε τον Χριστό να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση κρατώντας έναν σταυρό. Ο Πέτρος περίεργος τον ρώτησε "Πού πηγαίνεις Κύριε;/Quo vadis, Domine?" κι Εκείνος του απάντησε "Πηγαίνω στη Ρώμη για να σταυρωθώ ξανά / Romam vado iterum crucifigi"(Πραξ. Απ). Τότε ο Πέτρος κατάλαβε ότι έπρεπε να υπομείνει το μαρτύριο και επιστρέφοντας στη Ρώμη παραδόθηκε.

Μάλιστα, ζήτησε να τον σταυρώσουν ανάποδα, γιατί θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο να υπομείνει μαρτύριο παρόμοιο με αυτό του Χριστού. Μαρτύρησε στις 29 Ιουνίου του έτους 64 ή 67, στο Ιπποδρόμιο του Νέρωνα.

Ενταφιάστηκε στον Βατικάνειο Λόφο, έξω από τον Ιππόδρομο όπου και μαρτύρησε (οι αρχαιολογικές έρευνες υποστηρίζουν ότι η μεταξύ τους απόσταση ήταν περίπου 150 μέτρα), και σε εκείνο το σημείο τοποθετήθηκε αρχικά μια κόκκινη πέτρα. Σε εκείνο το σημείο κτίστηκε ένας μικρός ευκτήριος οίκος, όπου οι πρώτοι Χριστιανοί λειτουργούσαν, ενώ με την επίσημη αναγνώριση του Χριστιανισμού από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, εκεί κτίστηκε μεγαλόπρεπη Βασιλική, η οποία αντικαταστάθηκε αργότερα από εκείνη του Μιχαήλ Αγγέλου. Ο Τάφος του εντοπίζεται κάτω από την κεντρική Αγία Τράπεζα του Καθεδρικού του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό.

http://el.wikipedia.org

Ας δούμε λίγο την ίδρυση της εκκλησίας της Αντιόχειας :

Ίδρυση και πρώιμη περίοδος (37 - 638)

Η διασημότερη βιβλική αναφορά σχετικά με την Αντιόχεια έχει να κάνει με το ότι ήταν σε αυτή την πόλη όπου οι οπαδοί του Χριστού πρώτη φορά χλευαστικά αναφέρθηκαν ως «Χριστιανοί» (Πράξεις των Αποστόλων 11,26). Στο βιβλίο των Πράξεων, που προσφέρει έναν απολογισμό των πρώτων ετών της Εκκλησίας, η Αντιόχεια είναι η δεύτερη σε αναφορές πόλη. Ο Νικόλαος, ένας από τους επτά Διακόνους ήταν νεοφώτιστος από την Αντιόχεια και ίσως ο πρώτος Χριστιανός της πόλης (Πράξεις των Αποστόλων 6,5). Κατά τη διάρκεια του διωγμού που προκάλεσε τον θάνατο του πρωτομάρτυρα Στεφάνου, μέλη της πρώτης χριστιανικής κοινότητας της Ιερουσαλήμ κατέφυγαν στην Αντιόχεια προκειμένου να βρουν καταφύγιο.

Η εκκλησιαστική παράδοση υποστηρίζει ότι η Εκκλησία της Αντιοχείας ιδρύθηκε από τον Απόστολο Πέτρο το 34. Ο Πέτρος συνεπικουρούμενος από τους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα κήρυξε στους εθνικούς και τους Εβραίους, οι οποίοι φαίνεται να ήταν πολυάριθμοι στην πόλη. Εκεί εκδηλώθηκε και μια από τις πρώτες συγκρούσεις στην εκκλησία μεταξύ Πέτρου και Παύλου. Η σύγκρουση είχε ως αιτία την ανάγκη περιτομής των νεοφώτιστων εθνικών χριστιανών. Η Αποστολική Σύνοδος της Αντιοχείας, υπό τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, αποφάσισε ότι δε χρειαζόταν περιτομή για την είσοδο στον χριστιανισμό και απάλλαξε τους εξ εθνών Χριστιανούς από την ανάγκη τηρήσεως του Μωσαϊκού νόμου.

Μετά από περίπου επτά έτη παραμονής στην Αντιόχεια ο Πέτρος αναχώρησε για τη Ρώμη. Ως επίσκοπο της πόλης όρισε τον Ευόδιο, ο οποίος αριθμείται στους πρώιμους επισκοπικούς καταλόγους ως πρώτος διάδοχος του Πέτρου στον Αντιοχειανό Θρόνο.
Ο Ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Αντιόχεια

Η Έδρα της Αντιοχείας συνέχισε να συνεισφέρει στην καθολική εκκλησία μέσω των πολυάριθμων σημαντικών προσωπικοτήτων που ανέδειξε. Ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας, δεύτερος διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου στην επισκοπή, που μαρτύρησε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Τραϊανού αναδείχτηκε ως συγγραφέας μία από τις πλέον αξιόπιστες ιστορικές πηγές για τη δομή της τότε εκκλησιαστικής ζωής.

Ο Πέτρος ήταν ο πρώτος που έλαβε τον τίτλο του «Πατριάρχη» επειδή ο χριστιανισμός διαδόθηκε αρχικά μεταξύ των Εβραίων, των οποίων ο Πέτρος θεωρούνταν, μέσα στο χριστιανικό περιβάλλον, φυλετικός αρχηγός.
Η απόδοση από τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451) του τίτλου του «Πατριάρχη» προς τον επίσκοπο Αντιοχείας υπήρξε η τυπική αναγνώριση της ακολουθούμενης πρακτικής.

Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η Αντιόχεια κατείχε σημαντική θέση ως διοικητικό κέντρο. Ο Επίσκοπος της προήδρευσε στις τοπικές Συνόδους Αγκύρας (351) και Καισαρείας (316) και η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας (325) αναγνώρισε τη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Αντιοχείας σε όλες τις επισκοπές της Ανατολής ενώ η Β' Οικουμενική Σύνοδος (381) επιβεβαίωσε αυτή τη δικαιοδοσία. Αφ' ετέρου, η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Εφέσου (431) κήρυξε αυτοκέφαλη την Εκκλησία της Κύπρου από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE% ... E%B1%CF%82
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Είναι οι Παπικοί και οι Προτεστάντες εκκλησία ή αίρεση;

25
Και εδω ειναι ενα μεγάλο θέμα....πήγε ο απόστολος Πέτρος στην Ρώμη και έγινε ο πρώτος επίσκοπος;;


Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει απο οσο γνωρίζω αναφορά για το που πέθανε ο απόστολος Πέτρος,το μόνο σίγουρο είναι οτι πήγε στην Αντιοχεία.

Αντίθετα αυτό το πιστεύουν οι παπικοί.
Απόστολος Πέτρος και Ρώμη

Οι Ρωμαιοκαθολικοί πιστεύουν ότι ο Πέτρος υπήρξε ο πρώτος Πάπας, δηλ. Επίσκοπος Ρώμης, υποστηρίζοντας το "Πρωτείο του Πάπα" στο υποτιθέμενο πρωτείο του Πέτρου έναντι των άλλων Αποστόλων. Αυτό το θεμελιώνουν από τα λόγια του Ιησού στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου: "Εσύ είσαι Πέτρος και πάνω σ'αυτήν την Πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου...".

Η άποψη ότι ο Απόστολος Πέτρος είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης στηρίζεται κυρίως στις λεγόμενες Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις, μια συλλογή κειμένων αγνώστου συγγραφέα, που έγινε στη Γαλλία κατά τον 9ο αιώνα μ. Χ.. Πρόκειται για νόθα κείμενα που αποβλέπουν στην ενίσχυση της παπικής εξουσίας. Στην Καινή Διαθήκη (Πράξεις των Αποστόλων, στις επιστολές Προς Γαλάτας, Προς Κορινθίους Α΄, Προς Ρωμαίους, καθώς και στις λεγόμενες επιστολές της αιχμαλωσίας), δε βρίσκουμε ιστορικές μαρτυρίες για επίσκεψη του Πέτρου στη Ρώμη[7]. Κάτι τέτοιο είναι πολύ σημαντικό διότι ο Πέτρος δε φαίνεται να είχε επισκεφτεί τη Ρώμη μέχρι τουλάχιστον το 55, τη στιγμή που ψευδο-Ισιδώρειες διατάξεις τον αναφέρουν ως επίσκοπο για 25 περίπου έτη και μέχρι το θάνατό του, δηλαδή αρκετά πριν από το 50, ενώ και οι επιστολές του δε φαίνεται να απευθύνονται προς τους Ρωμαίους.

Η ιστορική έρευνα σήμερα καταλήγει πως ο Πέτρος δεν είναι ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης, όπου ο Χριστιανισμός δεν κηρύχτηκε από τους Αποστόλους, γιατί κανένας δεν φαίνεται να πήγε στη Ρώμη για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Στη Ρώμη ο Χριστιανισμός κηρύχτηκε από άγνωστους Χριστιανούς, οι οποίοι προφανώς άκουσαν τον Πέτρο στα Ιεροσόλυμα την ημέρα της Πεντηκοστής (Πρ. 2, 10) και κάποιους ακόμα που είχαν διδαχθεί το χριστιανισμό από τον Παύλο στις διάφορες πόλεις, όπου κήρυξε[8]. Επίσης, ο Απόστολος Πέτρος δεν υπήρξε ο πρώτος Πάπας της Ρώμης, αφού σύμφωνα με τους διασωθέντες επισκοπικούς καταλόγους, αλλά και τις ιστορικές μαρτυρίες εκκλησιαστικών συγγραφέων, ως πρώτος Επίσκοπος της Ρώμης ουδέποτε αναφέρεται ο Πέτρος, αλλά ο Λίνος, άλλοτε δε, αν και εσφαλμένως υπό του Τερτυλλιανού, ο Κλήμεντας Ρώμης.
http://el.orthodoxwiki.org/%CE%91%CF%80 ... E%BF%CF%82
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !

Re: Είναι οι Παπικοί και οι Προτεστάντες εκκλησία ή αίρεση;

26
dominique έγραψε: Πρόκειται για νόθα κείμενα που αποβλέπουν στην ενίσχυση της παπικής εξουσίας.[/size] Στην Καινή Διαθήκη (Πράξεις των Αποστόλων, στις επιστολές Προς Γαλάτας, Προς Κορινθίους Α΄, Προς Ρωμαίους, καθώς και στις λεγόμενες επιστολές της αιχμαλωσίας), δε βρίσκουμε ιστορικές μαρτυρίες για επίσκεψη του Πέτρου στη Ρώμη[7].


ουσιαστικά για να κρατήσουν συμπαγές το ποίμνιο τους και να του δώσουν φρόνημα μετά το σχίσμα χρησιμοποίησαν τον λόγο του Χριστού προς το Πέτρο και από τότε υποστηρίζουν ότι η εκκλησία για την οποία μίλησε ο Ιησούς είναι η παπική. . .
1.Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον
2. ζητεῖτε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν

Re: Πήγε ο Απόστολος Πέτρος στην Ρώμη;....περι παπικού πρωτείου

27
Στο παρακάτω ο Μητροπολίτης Πειραιώς αναλύει όλες τις αναφορές που υπάρχουν σχετικά με τον απόστολο Πέτρο και το αν μετέβη ή χοι στην Ρώμη και αν έγινε επίσκοπος ή οχι.
Έχει ενδιαφέρον.

Ανακοινωθέν Μητροπολίτου Πειραιώς περί αποστόλου Πέτρου, Πρωτείου και ενθρονίσεως του Πάπα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ & ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Ἀκτὴ Θεμιστοκλέους 190, 185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ, Τηλ. +30 210 4514833 (19), Fax +30 210 4528332 e-mail: impireos@hotmail.com

᾿Εν Πειραιεῖ τῇ 19ῃ Μαρτίου 2013

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν

Ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς «ἐνθρονίσεως» τοῦ καταληψίου τοῦ πρεσβυγενοῦς Θρόνου τῆς παλαιᾶς Ρώμης κ. Φραγκίσκου, ἐκλεκτοῦ τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ντέϊβιντ Ροκφέλερ, ἱδρυτοῦ τοῦ Μουσείου Ροκφέλερ τοῦ Τέλ-Ἀβίβ πού κατ’ ἔτος «δωρίζει» εἰς ἡμᾶς τά κατασκευασμένα ντοκυμαντέρς μέ τά χαλκευμένα καί ψευδῆ στοιχεῖα περί τοῦ Θεανθρωπίνου προσώπου τοῦ ἀληθοῦς Μεσσίου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἱδρυτοῦ τῆς τριμεροῦς ἐπιτροπῆς, εἰς τόν ὁποῖον ἐπεδόθη καί τό «δακτύλιον τοῦ ἁλιέως» ὡς δῆθεν διαδόχου τοῦ δῆθεν «πρίγκηπος» τοῦ κολεγίου τῶν Ἀποστόλων, Ἀποστόλου Πέτρου ταπεινῶς ἐπαγόμεθα τά κάτωθι:

Ὁ ἀπόστολος Πέτρος οὐδέν «πρωτεῖον» διοικήσεως ἤ ἐξουσίας ἐπί τῶν λοιπῶν ἀποστόλων καί τῆς ὅλης Ἐκκλησίας ἔλαβε παρά τοῦ Κυρίου (κατά τήν σύμφωνον περί τῆς ἀληθοῦς ἐννοίας τῶν γραφικῶν χωρίων γνώμην τῶν μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας), ὥστε νά δύναται νά μεταδώσῃ τοιαύτην ἐξουσίαν εἰς οἱονδήποτε πνευματικόν διάδοχόν του (καίτοι οἱ ἀπόστολοι δέν εἶχον προσωπικούς πνευματικούς διαδόχους, ὡς ἱδρυταί πολλῶν Ἐκκλησιῶν). Ἐν τῇ συνοδικῇ διοικήσει τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, ἥν ἀπετέλεσαν ἰσοτίμως οἱ δώδεκα ἀπόστολοι (μετά τήν συνοδικήν καί πάλιν ἐκλογήν τοῦ Ματθίου) εἶχε μέν ὁ ἀπ. Πέτρος τιμητικήν τινα διάκρισιν, εἰσηγούμενος τά ὑπό συζήτησιν θέματα ἤ ὁμιλῶν πρῶτος, δέν εἶχεν ὅμως οὔτε τήν ἡγεσίαν τῆς διοικήσεως, οὔτε τήν τιμητικήν αὐτῆς ἁπλῶς προεδρίαν, διότι καί ταύτην κατεῖχεν ὁ ἀπὀστολος 'Ιάκωβος. Θά παραθέσωμεν δέ τώρα συνοπτικῶς τάς σαφεῖς ὡσαύτως μαρτυρίας τῆς Γραφῆς, ἀλλά καί τῆς ἱστορίας, ἐξ ὧν πλήρως, καί καθ’ ἡμᾶς, ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ ἀπόστολος Πέτρος οὔτε ἱδρυτής ὑπῆρξε τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, οὔτε ἐν τῇ πόλει ταύτῃ ἐμαρτύ¬ρησε· οὔτε κἄν μετέβη εἰς αὐτήν.

Μεταξύ τῶν μαρτυριῶν τούτων, αἱ πλεῖσται τῶν ὁποίων ἐκτενέστερον ἀναπτύσσονται ἐν τῇ περισπουδάστῳ ἱστορικῇ μελέτῃ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου
, σελ. 12-40 , θά προτάξωμεν καί ἡμεῖς τήν Α΄ καθολ. ἐπιστολήν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «πρός τούς ἐκλεκτούς παρεπιδήμους διασπορᾶς Πόντου, Γαλατίας, Καπαδοκίας, Ἀσίας, καί Βιθυνίας...», γραφεῖσαν περί τό 62 μ.Χ.. Ἐν τῇ ἐπιστολῇ ταύτῃ, καίτοι εἶναι καθολική, ἀποσιωπᾶται τό ὄνομα τῆς Ρώμης, ἤ διότι ἐγράφη αὕτη ἐκ Ρώμης, ἤ διότι μέχρι τῆς γραφῆς της δέν ἐδίδαξεν οὗτος ἐν αὐτῇ. Ἡ πρώτη ὅμως ἐκδοχή ἀποκλείεται ἐξ αὐτῆς τῆς ἐπιστολῆς, ἐφόσον ἀναφέρεται ρητῶς ἐν αὐτῇ ὅτι ἐγράφη ἐν Βαβυλῶνι, πρόκειται δέ προφανῶς περί τῆς ἐν Αἰγύπτῳ Βαβυλῶνος (ἐφόσον κατά τάς σαφεῖς μαρτυρίας τῆς Ἱστορίας ἀποκλείεται ἡ ἀρχαία) πρός νότον τῆς 'Ηλιουπόλεως, ἔνθα ὑπῆρχε καί μεγάλη Ἰουδαϊκή κοινότης καί ναός Ἰουδαϊκός, ἐν ᾧ καί ὁ τάφος τοῦ προφήτου Ἱερεμίου σῳζόμενος. Καί τοῦτο ἐνισχύεται καί ἐκ τῆς ἀξιώσεως τῶν ἐν Αἰγύπτῳ Χριστιανῶν ὅτι ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας εἶναι ὁ ἀπ. Πέτρος, ὅστις ἐνεπιστεύθη τήν Ἐκκλησίαν τῷ ἀκολούθῳ του Εὐαγγελιστῇ Μάρκῳ. Συνάγεται ὅθεν ἐκ τούτων ὅτι μέχρι τῆς συγγραφῆς τῆς Α΄ καθολ. ἐπιστολῆς του, ἤτοι μέχρι τοῦ 62 περίπου μ.Χ., ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν εἶχε μεταβῇ εἰς Ρώμην .

Ὅτι δέ καί μετά τήν συγγραφήν τῆς πρώτης ἐπιστολῆς του δέν μετέβη ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην μαρτυρεῖ ἡ δευτέρα καθολική ἐπιστολή του, ἐφόσον μάλιστα αὕτη ἐγράφη προφανῶς διά τούς ἐξ ἐθνῶν χριστιανούς, ἐνῷ ἡ πρώτη ἐγράφη διά τούς ἐξ Ἑβραίων. Διότι καί ἐν αὐτῇ οὐδόλως ἀναφέρεται τό ὄνομα τῆς Ρώμης. Καί τέλος, ὅτι καί περί τά τέλη τοῦ βίου του δέν μετέβη ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην, βεβαιοῦται ἐκ τῆς Β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἐν ᾗ ρητῶς οὗτος γράφει: (Δ΄ 16-17) «...ἐν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλά πάντες μέ ἐγκατέλιπον· ὁ δέ Κύριος μοι παρέστη καί ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι' ἐμοῦ τό κήρυγμα πληροφορηθῇ καί ἀκούσῃ πάντα τά ἔθνη». Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς ταύτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γραφείσης περί τά τέλη τοῦ βίου του, βεβαιοῦται σαφῶς, ὅτι κατά τήν συγγραφήν της ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν ἦτο ἐν Ρώμῃ, ἄλλως ὁ ἀπόστολος Παῦλος θά ἐμνημόνευεν αὐτοῦ ἀναγκαίως. Ἀποδεικνύεται ὅμως προσέτι, ὅτι καί πρό τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς ταύτης οὐδόλως εἶχε μεταβῇ ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην, διότι δέν ἦτο δυνατόν νά γράψῃ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «καί ἐν Ρώμῃ δι' αὐτοῦ ἐπληρο¬φορήθησαν καί ἤκουσαν τό κήρυγμα τά ἔθνη», ἐάν προηγουμένως ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἶχε διδάξει ἐκεῖ.

Ὅταν εἰς τάς μαρτυρίας ταύτας τῆς Γραφῆς προστεθῶσι τά ἐν ταῖς Πράξεσι (ΚΗ΄ 14-31) ἀναφερόμενα περί τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἅτινα ἀναπτύσσομεν ἐν τῇ συνεχείᾳ, ἐν συνδυασμῷ πρός τήν πρός Ρωμ. ἐπιστολήν του, συνάγεται τό ἀναμφισβήτητον συμπέρασμα ὅτι πρό τῆς εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀλλά καί πρό τῆς συγγραφῆς τῆς Β΄ πρός Τιμόθ. ἐπιστολῆς του, ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν μετέβη εἰς Ρώμην. Ἀποκλείεται ὅμως ὡσαύτως τό ἐνδεχόμενον τῆς ἐκεῖ μεταβάσεώς του καί μετά τήν συγγραφήν τῆς ἐπιστολῆς ταύτης, γραφείσης, ὡς προείπομεν, ἐν Ρώμῃ ὀλίγον χρόνον πρό τοῦ θανάτου τοῦ ἀποστόλου Παύλου, διότι καί λόγος πλέον δέν ὑπῆρχεν, ἐφόσον ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἱδρυθεῖσα ὑπό τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἠρίθμει ἤδη πλῆθος μαρτύρων, ἀλλά καί χρόνος ὁμοίως, λόγῳ τοῦ ὅτι μετ' ὀλίγον ἐκινήθη ὁ ἐπί Νέρωνος μέγας διω-γμός, καθ' ὅν πιθανῶς ἐμαρτύρησαν ἀμφότεροι οἱ ἀπόστολοι, οὐχί ὅμως ἐν Ρώμῃ. Διότι καί περί τούτου οὐδεμία σοβαρά ἱστορική μαρτυρία ὑπάρχει. Πᾶσαι αἱ σχετικαί τοιαῦται, ὡς θά ἀποδειχθῇ ἐν τοῖς ἑπομένοις, ἐστηρίχθησαν καλῇ τῇ πίστει ἐπί τῆς ἀρχαίας παραδόσεως, αὕτη ὅμως ἐβασίσθη ἐπί ἀποκρύφων βιβλίων καί ἀναληθῶν πηγῶν. Πλήν τούτου, ἀναμφισβήτητοι ἱστορικαί μαρτυρίαι βεβαιοῦσι τά ἐναντία. Μεταξύ δέ τῶν μαρτυριῶν τούτων ἡ τοῦ ἁγίου Κλήμεντος Ρώμης (88-97 μ.Χ.) ἔχει ὡς ἑξῆς:

«...Ἀλλ' ἵνα τῶν ἀρχαίων ὑποδειγμάτων παυσώμεθα, ἔλθωμεν ἐπί τούς ἔγγιστα γενομένους ἀθλητάς. Λάβωμεν τῆς γενεᾶς ἡμῶν τά γενναῖα ὑποδείγματα. Διά ζῆλον καί φθόνον οἱ μέγιστοι καί δικαιότατοι στῦλοι ἐδιώχθησαν καί ἕως θανάτου ἦλθον. Λάβωμεν πρό ὀφθαλμῶν ἡμῶν τούς πρώτους ἀποστόλους. Πέτρος διά ζῆλον ἄδικον οὐχ ἕνα οὐδέ δύο, ἀλλά πλείονας ὑπήνεγκε πόνους καί οὕτω μαρτυρήσας ἐπορεύθη εἰς τόν ὀφειλόμενον τόπον δόξης. Διά ζῆλον καί ὁ Παῦλος ὑπομονῆς βραβεῖον ὑπέσχε, ἑπτά δεσμά φορέσας, φυγαδευθείς, λιθασθείς. Κήρυξ γενόμενος ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καί τῇ Δύσει, τό γενναῖον τῆς πίστεως κλέος ἔλαβε δικαιοσύνην διδάξας ὅλον τόν Κόσμον καί ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως ἐλθών καί μαρτυρήσας ἐπί τῶν ἡγουμένων, οὕτως ἀπηλλάγη τοῦ Κόσμου».

Ἐκ τῶν λόγων τούτων τοῦ ἁγίου πατρός συνάγεται τό βέβαιον συμπρασμα ὅτι ἀμφότεροι οἱ κορυφαῖοι δέν ἀπέθανον ἐν Ρώμῃ, ἄλλως οὗτος θά ἐποιεῖτο τούτου μνείαν ὅτι δέν ἀπέθανον ὡσαύτως διά τήν κατηγορίαν τοῦ ἐμπρησμοῦ τῆς Ρώμης..., ἀλλ' ἕνεκα ζήλου καί φθόνου· καί τέλος, ὅτι μόνον ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐγένετο κήρυξ ἐν τῇ Δύσει, «ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως ἐλθών». Βεβαιοῦται δηλ. προσέτι ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος μετέβη καί εἰς Ἱσπανίαν (ἥτις ἀποτελεῖ τό τέρμα τῆς Δύσεως), ὡς ἔγραφε ἐν τῇ πρός Ρωμ. ἐπιστολήν (ΙΕ΄ 23-24): «... ἐπιποθίαν δέ ἔχων ἐλθεῖν πρός ὑμᾶς ἀπό πολλῶν ἐτῶν, ὡς ἐάν πορεύομαι εἰς τήν Σπανίαν, ἐλεύσομαι πρός ὑμᾶς∙ ἐλπίζω γάρ διαπορευόμενος θεάσασθαι ὑμᾶς καί ὑφ' ὑμῶν προπεμφθῆναι ἐκεῖ...». Καί ὅτι προφανῶς ἐμαρτύρησεν ἐκεῖ, «...ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως, καί κατά τόν Ἅγιον Κλήμεντα, ἐλθών» .

Ἀσχέτως ὅμως τοῦ τόπου καί τοῦ χρόνου τοῦ θανάτου τῶν «κορυφαίων», ἡ σοβαρωτέρα καθ' ἡμᾶς μαρτυρία τῆς πρό τοῦ ἀποστόλου Παύλου μή μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Πέτρου εἰς Ρώμην καί συνεπῶς τῆς μή ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης ὑπ' αὐτοῦ ἐξάγεται ἐκ τοῦ παραλληλισμοῦ τῆς πρό Ρωμαίους ἐπιστολῆς, μεθ' ὅσων ἀναφέρονται ἐν ταῖς Πράξεσι τῶν ἀποστόλων (ΚΗ΄ 14-31) περί τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Οἱ ἐν Ρώμῃ Χριστιανοί (πρός τούς ὁποίους ἐγράφη ἡ πρός Ρωμαίους ἐπιστολή) προήρχοντο προφανῶς ἐξ ἐθνικῶν ἐκ Συρίας, Μακεδονίας καί Ἑλλάδος, μαθητευσάντων προηγουμένως παρά τῷ ἀποστόλῳ Παύλῳ, προφανῶς δέ καί τινων Ἰουδαίων, ἐκ τῆς ἐν Ρώμῃ πολυαρίθμου τότε Ἰουδαϊκῆς κοινότητος. Χωρίς νά ἀποτελῶσιν οὗτοι ὠργανωμένην Ἐκκλησίαν, συνήρχοντο προφανῶς καί ἐδιδάσκοντο εἰς διαφόρους οἴκους, ὡς ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Ἀκύλα καί τῆς Πρισκίλλης (Ρωμ. ΙΣΤ΄ 3-4) . Ταῦτα συνάγονται ἐκ τῶν ἐν κεφ. Α΄ 6 καί 15, τῆς ἐπιστολῆς ταύτης ἀναφερομένων (ἔνθα ὁ ἀπό¬στολος τονίζει ὅτι εἶναι «ἀπόστο-λος ἐθνῶν» καί... «εἶναι πρόθυμος νά εὐαγγελισθῇ καί τοῖς ἐν Ρώμῃ...»), ἐκ τῶν ἀναφερομένων ἐν Κεφ. ΙΑ΄ 13 τῆς αὐτῆς ἐπιστολῆς «...ὑμῖν γάρ λέγω τοῖς ἔθνεσι...».

Γράφων λοιπόν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐκ Κορίνθου, κατά τό 58 μ.Χ., πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης τονίζει: «...ὥστε με ἀπό Ἱερουσαλήμ καί κύκλῳ μέχρις Ἰλλυρικοῦ πεπληρωκέναι τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, οὕτω δέ φιλοτιμούμενον εὐαγγελίζεσθαι, οὐχ ὅπου ὠνομάσθη Χριστός, ἵνα μή ἐπ' ἀλλότριον θεμέλιον οἰκοδομῶ» (Ρωμ. ΙΕ΄ 19-20) Καί προσθέτει: «...Διό καί ἐνεκοπτόμην τά πολλά τοῦ ἐλθεῖν πρός ὑμᾶς... ἐπιποθίαν δέ ἔχων τοῦ ἐλθεῖν πρός ὑμᾶς ἀπό πολλῶν ἐτῶν, ὡς ἐάν πορεύωμαι εἰς τήν Σπανίαν ἐλεύσομαι πρός ὑμᾶς» (Ρωμ. ΙΕ΄ 22-24). Μήπως καί μόνον ταῦτα δέν εἶναι ἱκανή μαρτυρία ὅτι γράφων ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης, ἐγνώριζε καλῶς ὅτι πρό αὐτοῦ «παρ' ἄλλου δέν ὠνομάσθη εἰς αὐτούς Χριστός» καί ὅτι, «οὐδείς ἄλλος πρό αὐτοῦ θεμέλιον παρ' αὐτοῖς τέθεικε», διό καί φιλοτιμούμενος εἶχεν ἐπιποθίαν νά τούς ἐπισκεφθῇ;

Δέν εἶχε συνεπῶς ὁ ἀπόστολος Πέτρος μεταβῇ εἰς Ρώμην πρό τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς ταύτης, ἤτοι πρό τοῦ 58 μ.Χ. Μήπως ὅμως μετέβη κατά τό ἀπό τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς καί μέχρι τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου μεσολαβῆσαν διετές περίπου χρονικόν διάστημα; Καθ' ἡμᾶς καί μόνον τά ἐν ταῖς Πράξεσι (ΚΗ΄ 14-31) ἀναφερόμενα περί τῆς εἰς Ρώμην πρώτης μεταβάσεως καί τῆς ἐκεῖ ἐπί διετίαν παραμονῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀποκλείουσι τοῦτο ἀπολύτως. Ἔχουσι δέ ταῦτα ἐν συνόψει ὡς ἑξῆς:

Τόν ἀπόστολον Παῦλον καί τούς μετ' αὐτοῦ ὑποδέχονται, «ἐξελθόντες μέχρις Ἀππίου φόρου...» (Πράξ. ΚΗ΄ 15), οἱ ἐν Ρώμῃ χριστιανοί ἀδελφοί, γνωστοί, προφανῶς, κατά τά προεκτεθέντα, τῷ ἀποστόλῳ Παύλῳ, ἐξ οὗ καί οὗτος ἰδών αὐτούς «ἔλαβε θάρσος»· ἀλλ' ἐν τοῖς ἀδελφοῖς τούτοις δέν ὑπάρχει προδήλως «ἐπίσκοπος» τῆς ἐν Ρώμῃ Ἐκκλησίας ἤ πρεσβύτερος, ἄλλως θά ἐγίνετο αὐτοῦ εἰδική μνεία, ὡς ἐγένετο διά τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου (Πράξ. ΚΗ΄ 17 ἑξ.).

Λαβών ἀκολούθως ἄδειαν ὁ ἀπόστολος Παῦλος νά μείνῃ «ἐν ἰδίῳ μισθώματι» (Πράξ. ΚΗ΄ 30) (ὅπου καί ἔμεινε ἐπί διετίαν), καλεῖ τρεῖς ἡμέρας μετά τήν εἰς Ρώμην ἄφιξίν του τούς «ὄντας τῶν Ἰουδαίων...» (Πράξ. ΚΗ΄ 17) καί ὁμιλεῖ πρός αὐτούς περί τοῦ Κ. ἡ Ἰ. Χριστοῦ, «...τῆς ἐλπίδος τοῦ Ἰσραήλ, δι' ἥν τήν ἅλυσιν περιεβάλλετο» (Πράξ. ΚΗ΄ 20). Οὗτοι ἀπαντῶντες ὅτι δέν ἔλαβον γράμματα περί αὐτοῦ καί δηλοῦντες ὡς 'Ιουδαῖοι –καί μάλιστα οἱ πρόκριτοι τῶν ἐν Ρώμῃ– ὅτι οὐδείς ἄλλος τῶν ἀδελφῶν Ἰουδαίων προηγουμένως ἀπήγγειλεν ἤ ἐλάλησέ τι περί αὐτοῦ πονηρόν, ἀξιοῦσι νά ἀκούσωσι παρά τοῦ ἰδίου τά τῆς διδασκαλίας του, ἥν ἀποκαλοῦσιν αἵρεσιν, γνωστοῦ ὄντος εἰς αὐτούς, ὅτι «πανταχοῦ ἀντιλέγεται». Ὁρισθείσης ἡμέρας, ἄρχεται τῆς διδασκαλίας «πείθων» τινάς ἐξ αὐτῶν..., ἐνῷ ἄλλοι «ἠπίστουν» (Πράξ. ΚΗ΄ 24). Ἐκ τῶν πειθομένων δέ προδήλως καί τῶν ἄλλων προϋπαρχόντων ἀδελφῶν χριστιανῶν, πρός οὕς ἔγραψε τήν πρός Ρωμ. ἐπιστολήν του, ἱδρύει τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρώμης, ἧς ἐπίσκοπον χειροτονεῖ τόν μαθητήν του Λίνον. Πῶς λοιπόν ἦτο δυνατόν ἐν τῇ λεπτομερεστάτῃ ταύτῃ περιγραφῇ τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί τῆς ἐπί διετίαν ἐκεῖ παραμονῆς του, νά μή γίνῃ καί ἡ ἐλαχίστη νύξις περί τυχόν προηγουμένης ἐκεῖ μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καί τῆς ὑπάρξεως ἐν Ρώμῃ ὠργανωμένης Ἐκκλησίας, ἱδρυθείσης ὑπ' αὐτοῦ, ὡς καί τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου της; Πῶς δέ καί οἱ «ὄντες», οἱ πρόκριτοι τῶν ἐν Ρώμῃ Ἰουδαίων, ἀποσιωπῶσι τήν ἐκεῖ προηγουμένην μετά-βασιν τοῦ «ἀδελφοῦ» καί «διδασκάλου» τῶν Ἰουδαίων ἀποστόλου. Πέτρου, ὅλως δ' ἀντιθέτως δηλοῦντες, ὅτι «οὐδείς τῶν ἀδελφῶν παρεγένετο» μέχρι τότε πρός αὐτούς, ἀξιοῦσι παρά τοῦ ἀποστόλου Παύλου νά ἀκού¬σωσι τά τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας; Ἐάν ὁ ἀπόστολος Πέτρος μετέβαινε προηγουμένως εἰς Ρώμην καί ἐδίδασκε καί ἵδρυεν Ἐκκλησίαν, ἦτο δυνατόν νά μή γνωρίζωσι τοῦτο οἱ «ὄντες» τῶν ἐκεῖ Ἰουδαίων; Καί ἦτο δυνατόν νά μή γίνῃ καί νύξις κἄν περί αὐτῆς καί τοῦ ἐπισκόπου της εἰς τάς μεταξύ αὐτῶν καί τοῦ ἀπ. Παύλου συζητήσεις;

Ἀλλά καί αἱ πρός Φιλιππησίους, πρός Κολοσσαεῖς καί πρός Τίτον ἐπιστολαί τοῦ ἀπ. Παύλου, αἱ ἀναμφισβητήτως γραφεῖσαι ἐν Ρώμῃ, κατά τό διετές διάστημα τῆς ἐκεῖ παραμονῆς του, ἐν αἷς οὐδεμία νύξις γίνεται περί τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἐνῷ, καί δή ἐν τῇ πρός Κολοσσαεῖς, γίνεται ὀνομαστική μνεία τόσων ἄλλων, ἀποτελοῦσιν ἀδιαφιλονίκητον μαρ¬τυρίαν, ὅτι πρό τοῦ ἀπ. Παύλου δέν μετέβη εἰς Ρώμην ὁ ἀπόστολος Πέτρος, οὔτε δέ καί μετ’ αὐτόν καί καθ' ὅν χρόνον οὗτος παρέμεινεν ἐκεῖ. Ἐκ δέ τῆς Β΄ πρός Τιμόθεον γραφείσης, ὡς προανεπτύξαμεν, ἐν Ρώμῃ ὀλίγον πρό τοῦ θανάτου τοῦ ἀποστόλου Παύλου (64-67 μ.Χ.), προσεπιβεβαιοῦται ὅτι δέν μετέβη οὗτος εἰς Ρώμην.

Καί ἄλλα ὅμως ἐξηκριβωμένα ἱστορικά γεγονότα, ἐν συνδυασμῷ πρός τάς μνησθείσας μαρτυρίας τῆς Γραφῆς, ἀποδεικνύουσιν ὡς τελείως ἀναληθεῖς τούς ἰσχυρισμούς τῶν θεολόγων τῆς Παπικῆς Κοινότητος ὅτι ὁ ἀπόστολος Πέτρος μεταβάς εἰς Ρώμην τῷ 41 μ.Χ.! παρέμεινεν ἐκεῖ συνεχῶς! , μέχρι τοῦ 66 μ.Χ., ὅτε καί ἐπί Νέρωνος ἐμαρτύρησεν.

Οὕτως εἶναι βεβαιωμένον ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπεστράφη τῷ 37 μ.Χ., «μετά τρία δέ ἔτη ἀνῆλθεν εἰς Ἱεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον καί ἐπέμεινε παρ' αὐτῷ ἡμέρας δέκα πέντε» (Γαλ. Α΄ 18). Ἡ πρώτη λοιπόν συνάντησις τῶν δύο ἀποστόλων ἐγένετο ἐν Ἱεροσολύμοις τῷ 39 μ.Χ. Συνεχίζων ὁ ἀπ. Παῦλος ἐν τῇ αὐτῇ ἐπιστολῇ (Β΄ 1), βεβαιοῖ, ὅτι ἀνέβη τό δεύτερον εἰς Ἱεροσόλυμα «μετά δέκα τέσσαρα ἔτη», μετά τῶν ἀποστόλων Βαρνάβα καί Τίτου, κατά τήν δευτέραν δέ ταύτην μετάβασίν του ἐγένετο καί ἡ πρώτη ἐν Ἱεροσολύμοις ἀποστολική σύνοδος διά τόν τρόπον τῆς εἰσδοχῆς εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῶν ἐξ ἐθνῶν προσερχομένων (Πράξ. ΙΕ΄ 5-30). Ὥστε καί μετά δέκα τέσσαρα (14) ἔτη ἀπό τοῦ 39 μ.Χ., ἤτοι τῷ 53 μ.Χ., ὁ ἀπόστ. Πέτρος εὑρίσκεται εἰς «Ἱεροσόλυμα καί λαμβάνει μέρος εἰς τήν Α΄ Ἀποστολικήν σύνοδον, κατά τόν αὐτόν δέ προδήλως χρόνον δίδει τοῖς ἀποστόλοις Παύλῳ καί Βαρνάβᾳ –μετά τοῦ Ἰωάννου– «δεξιᾶς κοινωνίας» καί ἀκολούθως ἐλέγχεται ὑπό τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἰς Ἀντιόχειαν.

Τῷ 58, ὡς προείπομεν, γράφεται ἐκ Κορίνθου ἡ πρός Ρωμαίους ἐπι¬στολή, ἐν ᾗ ὁ ἀπ. Παῦλος φέρεται καλῶς γνωρίζων ὅτι οὐδείς ἄλλος ἀπόστολος εἶχε μεταβῇ μέχρι τότε εἰς Ρώμην, καί τῷ 60 μ.Χ. ἀναβαίνει οὗτος τό τελευταῖον εἰς Ἱεροσόλυμα (Πράξ. ΚΑ΄ 17), ὅπου προφανῶς δέν εὑρίσκεται ὁ ἀπ. Πέτρος, διότι ἐπισκέπτεται μόνον τόν Ἰάκωβον, παρ' ᾧ «παραγίνονται πάντες οἱ πρεσβύτεροι». Συλλαμβανόμενος ἐν Ἱεροσολύμοις ἄγεται εἰς Καισάρειαν, ὅπου παραμένει δέσμιος ἐπί διετίαν (Πράξ. ΚΔ΄ 27) καί ὅπου προδήλως γράφει τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολήν καί ἐκεῖθεν μετάγεται τό πρῶτον εἰς Ρώμην, κατά τό 62 μ.Χ.

Ὅταν λοιπόν ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν: α. ὅτι ὁ ἀπόστολος Πέτρος γράφων τήν Α΄ Καθολικήν ἐπιστολήν του πρός τούς ἐν διασπορᾷ ἐξ Ἰουδαίων χριστιανούς «Πόντου, Γαλατίας κλπ.» εἶχε γνῶσιν τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γραφείσης περί τό 62 μ.Χ. β. ὅτι ὀλίγον πρό τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς ταύτης – κατά τήν τελευταίαν μετάβασιν τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἰς Ἱεροσόλυμα – δέν εὑρίσκετο ἐκεῖ· καί c. ὅτι ἀπό τῆς συγγραφῆς τῆς πρός Ρωμαίους ἐπιστολῆς (58 μ.Χ.) καί ἀκολούθως τῆς πρός Ἐφεσίους (60-62 μ.Χ.) μέχρι τῆς πρώτης συνοδείᾳ μεταγωγῆς δεσμίου τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἰς Ρώμην δέν εἶχεν οὗτος οὐδόλως μεταβῇ εἰς Ρώμην (ὡς τοῦτο ἀποδεικνύεται ἐκ τῆς ἐν ταῖς Πράξεσι λεπτομεροῦς περιγραφῆς τῆς πρώτης ἐκεῖ μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἥν προανεπτύξαμεν), δέν καθίσταται ἀναμφισβήτητον ὅτι ἀπουσιάζων ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἐξ Ἱεροσολύμων, κατά τήν τελευταίαν ἐκεῖ μετάβασιν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, εὑρίσκετο ὄντως κατά τόν αὐτόν χρόνον εἰς τήν Βαβυλῶνα τῆς Αἰγύπτου, ὅπου καί ἔγραψε τήν Α΄ Καθολικήν ἐπιστολήν του, ἐν ᾗ οὐδόλως ἀνέφερε τήν Ρώμην, ἀκριβῶς διότι δέν εἶχε οὐδόλως μέχρι τότε μεταβῆ ἐκεῖ;

Ἐκ τοῦ συνδυασμοῦ λοιπόν πασῶν τῶν μαρτυριῶν τούτων συνάγεται τό ἀμάχητον πλέον συμπέρασμα ὅτι πρό τοῦ ἀποστόλου Παύλου δέν μετέβη εἰς Ρώμην ὁ ἀπόστολος Πέτρος. Ἐκ τοῦ συνδυασμοῦ ἐπίσης τῶν ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός Φιλιππησίους, Κολοσσαεῖς καί Τίτον, αἵτινες ἀναν-τιρρήτως ἐγράφησαν ἐν Ρώμῃ κατά τό πολυετές διάστημα τῆς ἐκεῖ παραμονῆς του (καί ἐν αἷς οὐδεμία νύξις γίνεται περί τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, καίτοι γίνεται ὀνομαστική μνεία τόσων ἄλλων ἐν τῇ πρός Κολασσαεῖς) συνάγεται ὡσαύτως τό ἀναμφισβήτητον συμπέρασμα ὅτι οὔτε κατά τό διάστημα τῆς ἐν Ρώμῃ παραμονῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου μετέβη ἐκεῖ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἐφ’ ὅσον ἄλλως τε, ὡς προείπομεν, οὐδείς πλέον ὑπῆρχε πρός τοῦτο λόγος, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὑπό τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἱδρυθεῖσα ἤκμαζε, ἠγέρθη δέ μετ' ὀλίγον καί ὁ μέγας ἐπί Νέρωνος διωγμός. Τέλος, ἐκ τῆς Β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γραφείσης ἐν Ρώμῃ ὀλίγον πρό τοῦ θα-νάτου του, προσεπιβεβαιοῦται, κατά τά προαναπτυχθέντα, ὅτι οὐδέποτε μετέβη ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην. Καί ἀποδεικνύονται οὕτως ὅλως ἀβάσιμοι καί ἀναληθεῖς οἱ περί τοῦ ἐναντίου ἰσχυρισμοί τῶν θεολόγων τῆς Παπικῆς Κοινότητος, ὡς καί αἱ σχετικαί πληροφορίαι τοῦ Εὐσεβίου, τοῦ Εἰρηναίου (Λουγδούνου), τοῦ Διονυσίου Κορίνθου καί τοῦ πρεσβυτέρου Γαΐου, τάς ὁποίας οὗτοι ἐπικαλοῦνται∙ διότι καί αἱ πληροφορίαι αὗται προδήλως ἐστηρίχθησαν ἐπί ἀποκρύφων βιβλίων καί ἀναληθῶν πηγῶν. Περί τῶν πληροφοριῶν δέ τούτων ἐκ τῆς αὐτῆς «...Μελέτης» τοῦ ἁγίου Νεκταρίου (σελ. 32-40) μεταφέρομεν τά ἑξῆς:

«Εἴδομεν ὅτι καί μέχρι τέλους τοῦ 66 μ.Χ. ὁ Παῦλος ἦν ἐν Ρώμῃ ἐλεύθερος καί ζῶν. Ἐπειδή δέ οὐδαμοῦ ἀναφέρεται ὁ Πέτρος, ἄρα ὁ Πέτρος δέν ἦτο ἐν Ρώμῃ...

»Ἀλλ' ὁ Πέτρος καί μετά ταῦτα δέν μετέβη εἰς Ρώμην, τοὐλάχιστον μέχρι τοῦ 81 ἔτους, ὡς ἐκ τῶν ἱστορουμένων ὑπό τοῦ Εὐσεβίου δείκνυται, ἑαυτόν ἀναιροῦντος.

»Ὁ Εὐσέβιος ἐν βιβλ. III κεφ. α΄, β΄, καί ἐν βιβλ. IV α΄ καί ἀλλαχοῦ λέγει περί Πέτρου ὅτι μετέβη εἰς Ρώμην καί ὅτι ἐχειροτόνησεν ἐκεῖ τόν Λίνον πρῶτον ἐπίσκοπον Ρώμης, καί ἐν βιβλ. ΙΙ κε΄, ὅτι ἐθανατώθη ἐπί Νέρωνος ἐν Ρώμῃ... Ἀλλ' ὁ αὐτός ἐν τῷ III βιβλ., κεφ. ιγ΄, λέγει: «Κατά τό δεύτερον ἔτος τῆς βασιλείας Τίτου, Λίνος ἐπίσκοπος τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας δύο καί δέκα ἐνιαυτοῖς τήν λειτουργίαν κατασχών, Ἀνεγκλήτῳ ταύτην παραδέδωκεν.

»Ἴδωμεν ἤδη ποίῳ ἔτει ἀντιστοιχεῖ τό δεύτερον ἔτος τῆς βασιλείας Τίτου, καθ' ὅ παρέλαβε τόν θρόνον ὁ Ἀνέγκλητος.

»Ὁ Κλαύδιος ἐβασίλευσεν ἀπό τοῦ 40 μέχρι τοῦ 54. Ὁ Νέρων ἀπό τοῦ 54 μέχρι τοῦ 68. Ὁ Οὐεσπεσιανός ἀπό τοῦ 69 μέχρι τοῦ 79. Ὁ Τίτος ἀπό τοῦ 79 μέχρι τοῦ 81 καί πλέον 1/3 τοῦ ἔτους. Ὥστε ἀπό τοῦ 81 ἔτους, ἀφαιρουμένων 12 ἐτῶν τῆς ἐπισκοπῆς Λίνου, μένουσι 81-12= 69· ὥστε κατά τό 69-70 μ.Χ. ἐχειροτονήθη ὁ Λίνος κατά τήν ἀκριβῆ χρονολογίαν καί τήν μαρτυρίαν τοῦ Εὐσεβίου. «Ἤδη ἐρωτῶμεν· πῶς ἐχειροτονήθη ὑπό τοῦ Πέτρου, μαρτυρήσαντος κατά τό 66 κατά τούς Παπικούς; Πῶς δέ ἐν τῷ τρίτῳ βιβλίῳ, κεφ. Δ΄, λέγει τά ἀντιφατικά ταῦτα «Λίνος δέ οὐ μέμνηται συνόντος ἐπί Ρώμης αὐτῷ (τῷ Παύλῳ) πρῶτος μετά Πέτρον τῆς Ρωμαίων Ἐκκλησίας τήν ἐπισκοπήν ἤδη πρότερον κληρωθείς δεδήλωται»; Πῶς συμβιβάζεται «τό πρότερον κληρωθείς μετά Πέτρον», μέ τήν εἴδησιν, τήν ὁποίαν μᾶς δίδει μέ τά ἐννέα μόνον κεφάλαια τοῦ αὐτοῦ βιβλίου του; Πῶς ὁ πρότερον ὑπό τοῦ Πέτρου κληρωθείς χειροτονεῖται ἐπίσκοπος Ρώμης κατά τό 69 ἔτος; Ὥστε ὀρθῶς ὑπεστηρίξαμεν, ὅτι τό «μετά Πέτρον» ἦτο «μετά Παῦλον». Ἡ πληροφορία αὐτή τῆς χειροτονίας τοῦ Λίνου κατά τό 69-70 μ.Χ. βεβαιοῖ τήν δευτέραν εἰς Ρώμην ἐπιδημίαν τοῦ ἀπ. Παύλου, ἴσως μετά τήν εἰς Ἱσπανίαν μετάβασίν του· προσέτι μαρτυρεῖ αὐτόν ἔτι ζῶντα· τά δέ περί μαρτυρίου του μετά τοῦ ἀπ. Πέτρου κατά τό 66ον ἐπί Νέρωνος, ἐλέγχονται ἀνακριβῆ. Ὅτι Παῦλος ἦν καί οὐχί Πέτρος, μαρτυρεῖται καί ἐκ τῶν διαταγῶν τῶν Ἀποστόλων, Βιβλ. Ξ΄ κεφ. ΜΕ΄, ἐν αἷς μόνον περί τοῦ ἀπ. Παύλου γίνεται λόγος, περί δέ τοῦ ἀπ. Πέτρου οὐδείς.

»Ὁ Ἀνέγκλητος, κατά τόν Εὐσέβιον, ἐπεσκόπευσε 12 ἔτη (Βιβλ. III ιε΄). Δωδεκάτῳ δέ ἔτει τῆς αὐτῆς ἡγεμονίας (Δομιτιανοῦ) τῶν Ρωμαίων Ἐκκλησίας· Ἀνέγκλητον ἔτεσιν ἐπισκπεύσαντα δέκα δύο διαδέχεται Κλήμης.

»Κατά τήν ἀκριβῆ χρονολογίαν ὁ Τίτος ἀπέθανεν, ὡς εἴδομεν, τό 81 μ.Χ. καί παρέλαβε τήν ἡγεμονίαν Δομιτιανός... ὥστε προστιθεμένων 12 πρός τοῖς 81 ἔχομεν 93, τό ἔτος καθ’ ὅ ἐχειροτονήθη ὁ Κλήμης τρίτος διάδοχος τοῦ Ρωμαϊκοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου, καί ὅμως παρά τοῖς Παπικοῖς φέρεται, ὅτι καί οὗτος ὑπό τοῦ Πέτρου ἐχειροτονήθη!!!

»Παρ' Εὐσεβίῳ φέρεται τό ἑξῆς ἀπόσπασμα τοῦ Εἰρηναίου: «Θεμελιώσαντες οὖν καί οἰκοδομήσαντες οἱ μακάριοι ἀπόστολοι τήν Ἐκκλησίαν, Λίνῳ τήν τῆς ἐπισκοπῆς λειτουργίαν ἐνεχείρισαν» (Εὐσεβ. Βιβλ. V στ΄). Ἐπίσης ἐν Κεφ. Η΄ τοῦ αὐτοῦ Βιβλ. φέρεται ἕτερον τοῦ Εἰρηναίου ἀπόσπασμα, τό ἑξῆς: «Ὁ μέν δή Ματθαῖος ἐν τοῖς Ἑβραίοις τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ αὐτῶν καί γραφῇ ἐξήνεγκεν Εὐαγγέλιον, τοῦ Πέτρου καί τοῦ Παύλου ἐν Ρώμῃ εὐαγγελιζομένων καί θεμελιούντων τήν Ἐκκλησίαν. Μετά δέ τήν τούτων ἔξοδον Μᾶρκος, ὁ μαθητής καί ἑρμηνευτής Πέτρου, καί αὐτός τά ὑπό τοῦ Πέτρου κηρυσσόμενα ἐγγράφως ἡμῖν παρέδωκε». Κατά τά δύο ταῦτα ἀποσπάσματα ἐκ τῆς ἱστορίας τοῦ Εἰρηναίου μανθάνομεν ἑπτά τινα: i. «Ὅτι ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος συνεθεμελίωσαν καί ᾠκοδό¬μησαν τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρώμης»∙ ii. ὅτι ἀμφότεροι ἐνεχείρισαν τήν λειτουργίαν τῆς ἐπισκοπῆς Ρώμης τῷ Λίνῳ· iii. ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος Ἑβραΐδι διαλέκτῳ συνέγραψε τό Εὐαγγέλιόν του· iv. ὅτι ἔγραφε, καθ' ὅν χρόνον Πέτρος καί Παῦλος εὐηγγελίζοντο καί ᾠκοδόμουν τήν Ἐκκλησίαν Ρώμη∙ v. ὅτι ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος εἶχον σύγχρονον τήν ἔξοδον· vi. ὅτι ὁ Μᾶρκος ἐγένετο ἑρμηνευτής τοῦ Πέτρου ἐν Ρώμῃ καί vii. ὅτι ὁ Μᾶρκος συνέγραψε μετά τήν ἔξοδον τῶν ἀποστόλων τό κατ' αὐτόν Ἱ. Εὐαγγέλιον. Δεῦτε ἴδωμεν, ἐάν ταῦτα οὕτως ἔχει.

»Πρῶτον ὁ Εἰρηναῖος λέγει, ὅτι ὁ Πέτρος καί Παῦλος συνεθεμελίωσαν τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρώμης· ὁ Εἰρηναῖος ἤκμασε κατά τόν δεύτερον αἰῶνα (140-202 μ.Χ.). Τήν πληροφορίαν του ταύτην ἔλαβεν ἐν Ρώμῃ πιστεύσας ὡς ἀληθῆ ἱστορίαν τόν περί Σίμωνος μάγου μῦθον, διότι γράφει, ὅτι ὄντως ἐν Ρώμῃ, πρός τιμήν τοῦ Σίμωνος μάγου, ἠγέρθη ἀνδριάς διά τήν μαγικήν αὐτοῦ τέχνην... Ἡ παραδοχή τοῦ μύθου ὡς ἱστορικῆς ἀληθείας ἐξηγεῖ τήν παραδοχήν τῆς μεταβάσεως τοῦ Πέτρου εἰς Ρώμην ἐπί Κλαυδίου Καίσαρος, διότι ἐν τῷ μύθῳ τούτῳ ἱστορεῖται ὅλη ἡ κατά τοῦ Σίμωνος μάγου ἐνέργεια τοῦ Πέτρου καί Παύλου καί ἡ εἰς Ρώμην μετάβασις τοῦ Πέτρου. Πρό τοῦ Εἰρηναίου ὁ Ἰουστῖνος ὁ φιλόσοφος καί μάρτυς, ἀκμάσας κατά τό ἥμισυ τοῦ δευτέρου αἰῶνος, ἐπίστευσε τόν μῦθον, πεισθείς εἰς τάς διαβεβαιώσεις τῶν ἐν Ρώμῃ χριστιανῶν. Ἰδού οἱ λόγοι τοῦ Ἰουστίνου. «Σίμωνα μέν τινα Σαμαρέα τόν ἀπό κώμης λεγομένης Τιττών, ὅς ἐπί Κλαυδίου Καίσαρος διά τῆς τῶν ἐνερ¬γούντων δαιμόνων τέχνης δυνάμεις ποιήσας μαγικάς ἐν τῇ πόλει ἡμῶν Βασιλίδι Ρώμῃ Θεός ὠνομάσθη καί ἀνδριάντι παρ’ ἡμῶν ὡς Θεός τετίμηται· ὅς ἀν¬δριάς ἀνεγήγερται ἐν τῷ ποταμῷ Τίβερι μεταξύ δύο γεφυ¬ρῶν ἔχων ἐπιγραφήν Ρωμαϊκήν ταύτην «Simoni deo sancto» . Κατά τά ψευδοκλημέντεια ὁ Σίμων ὁ μάγος προεῖπεν ὅτι ἔμελλε νά τιμηθῇ ἐν Ρώμῃ ὡς Θεός, καί ἀνδριάς χάριν αὐτοῦ ἔμελλε νά στηθῇ ἐν αὐτῇ.

»Τά ψευδοκλημέντεια καίτοι ἐφάνησαν κατά τήν ἐποχήν ταύτην, ὁ μῦθος ὅμως τοῦ Σίμωνος μάγου καί τῶν διωγμῶν του ὑπό τοῦ Πέτρου εἶναι πολύ προγενέστερος, ἐφάνη ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ δευτέρου αἰῶνος. Αἱ Πράξεις τῶν ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου καί τό ἀπολεσθέν κήρυγμα τοῦ Πέτρου εἶναι ἔργα ἔχοντα τήν ἀρχήν εἰς αὐτόν τόν πρῶτον αἰῶνα, ἐγένοντο δέ ὑπό τῶν 'Ιουδαίων χριστιανῶν, τῶν μή ἀποσπασθέντων τῆς νομικῆς λατρείας, τῶν πολεμούντων τόν Παῦλον διά τάς κατά τῆς νομικῆς λατρείας διδασκαλίας του, οἵτινες διά τήν προσήλωσίν των εἰς τήν Ἰουδαϊκήν λατρείαν ἀπετέλεσαν τάς αἱρέσεις τῶν Ἐβιωναίων καί Ἐσσαίων· ὥστε οὐδεμία ἀμφιβολία ὑπολείπεται περί τῆς πηγῆς, ἐξ ἧς ἤντλησαν ἀμφότεροι, ὅ τε Ἰουστῖνος καί ὁ Εἰρηναῖος∙ ἡ τοῦ Εἰρηναίου ἄρα πληροφορία περί τῆς θεμελιώσεως καί οἰκο-δομήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης ὑπό τοῦ Πέτρου καί Παύλου στερεῖται ἱστορικοῦ κύρους. Ἤδη ἐξετάσωμεν τήν ἱστορικήν ἀλήθειαν καί τῆς δευτέρας εἰδήσεως.

»Ἐν τῇ δευτέρᾳ εἰδήσει λέγει, ὅτι ἀμφότεροι οἱ ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος ἐνεχείρησαν τήν λειτουργίαν τῆς ἐπισκοπῆς Ρώμης τῷ Λίνῳ (ἐνῷ ἐν Βιβλ. III δ΄, λέγει ὑπό τοῦ Πέτρου μόνον κατεστάθη ὁ Λίνος ἐπίσκοπος). Ἡ εἴδησις αὕτη δύναται νά διακριθῇ εἰς δύο μέρη• εἰς πόρισμα ἐσφαλμένον ἐξ ἐσφαλμένης παραδόσεως ἐξαχθέν, καί εἰς ἱστορικήν ἀλήθειαν. Τό πόρισμα ἐξήχθη ἐκ τῆς ψευδοῦς τοῦ μύθου παραδόσεως· ἡ δέ τῷ Λίνῳ ἐγχείρισις τῆς ἐπισκοπῆς ὑπό τοῦ Παύλου εἶναι ἱστορική ἀλήθεια.

»Ἡ τρίτη είδησις, ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος Ἑβραΐδι διαλέκτῳ συνέγραψε, κατά τοσοῦτον εἶναι ἡμῖν χρήσιμος καθόσον συνδέεται μετά τῆς τετάρτης εἰδήσεως. Ἐν ταύτῃ λέγει, ὅτι ἔγραψεν ὁ Ματθαῖος, καθ' ὅν χρόνον ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος εὐηγγελίζοντο καί ᾠκοδόμουν τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρώμης.

»Εἴδομεν ἤδη, ὅτι ὁ Εἰρηναῖος καλῇ τῇ πίστει δέχεται τόν μῦθον τοῦ Σίμωνος μάγου ὡς ἱστορικήν ἀλήθειαν· ἐντεῦθεν δέ καί ἡ τοῦ Πέτρου ὁμόχρονος μετά τοῦ Παύλου συνεργασία ἐν Ρώμῃ, ὅπερ ἤδη ἀπεδείξαμεν ὡς ἐστερημένον κύρους ἱστορικοῦ. Ἀλλά καί τό σύγχρονον τῆς συγγραφῆς τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου πόθεν δῆλον; Πῶς εἶναι σύγχρονα δύο τινά, ὧν τό ἕτερον δέν ἔσχε χρόνον;

»Τήν μαρτυρίαν τοῦ Εἰρηναίου ἐξελέγχει ἀνακριβῆ αὐτό τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὅπερ μαρτυρεῖ, ὅτι ἐγράφη κατά τήν ἀρχήν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου, ὡς δηλοῦται ἐκ τοῦ 24 κεφ., στίχ. 15, ἤτοι τῷ 67 μ.Χ., ὅθεν μετά τό μαρτύριον τῶν ἀποστόλων (Πέτρου καί Παύλου). Τοῦτο μαρτυρεῖ, ὅτι ἡ εἴδη-σις τοῦ Εἰρηναίου εἶναι ἀνακριβής, διότι ὁ κριτικός ἔλεγχος ἀποδεικνύει αὐτήν τοιαύτην, καί ὅτι δέν δυνάμεθα νά στηριχθῶμεν ἐπί τῆς μαρτυρίας ταύτης τοῦ Εἰρηναίου, ὅστις καλῇ τῇ πίστει παρέλαβεν αὐτήν.

»Ἡ δέ πέμπτη εἴδησις, ὅτι ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος σύγχρονον ἔσχον τήν ἔξοδον (ἐν Ρώμῃ), οὐδαμόθεν ἄλλοθεν μαρτυρεῖται ἤ ἐκ τῶν ἀποκρύφων πηγῶν, τῶν στερουμένων κύρους· διότι καί ἡ τοῦ Διονυσίου Κορίνθου, ἀκμάσαντος κατά τό 170 σ.ἔ. μαρτυρία, γράφοντος πρός τόν ἐπίσκοπον Ρώμης, «ὅτι τήν ὑπό Πέτρου καί Παύλου φυτείαν γεννηθεῖσαν Ρωμαίων τε καί Κορινθίων συνεκεράσατε· καί γάρ ἄμφω καί εἰς τήν ἡμετέραν Κόρινθον φυτεύσαντες ἡμᾶς ὁμοίως ἐδίδαξαν, ὁμοίως δέ καί εἰς τήν Ἰταλίαν ὁμόσε διδάξαντες ἐμαρτύ¬ρησαν κατά τόν αὐτόν καιρόν» στερεῖται κύρους∙ διότι ἐκ τῶν αὐτῶν ἠντλήθη πηγῶν.

»Ἐάν αὕτη ἔχῃ ἀλήθειάν τινα, αὕτη εὐρίσκεται ἐν τῇ εἰδήσει, ὅτι ὁ Πέτρος ὡς καί ὁ Παῦλος, ἐκήρυξαν ἐν Κορίνθῳ, ὅπερ μαρτυρεῖται καί ἐκ τῆς πρός Κορινθίους Α΄ ἐπιστολῆς τοῦ Παύλου, ἐλέγχοντος τούς Κορινθίους διά τάς ἔριδας τάς μεταξύ των, ὅτι ἕκαστος ἔλεγεν «ἐγώ μέν εἰμι Παύλου, ἐγώ δέ Ἀπολλώ, ἐγώ δέ Κηφᾶ» (Α΄ Κορ. Α΄ 12). Περί τοῦ κηρύγματος ὅμως τοῦ Πέτρου ἐν Ρώμῃ οὐδέν προσθέτει· ἀλλ' ἐάν οἱ τῆς Ρώ¬μης θεολόγοι φρονῶσι τά ἐναντία, τότε ἀποδό¬τω¬σαν τά πρωτεῖα καί πρεσβεῖα τῇ Ἐκκλησίᾳ Κορίνθου· διότι θά εἶναι ἄπορον ἡ μέν πρεσβυτέρα νά στερῆται, ἡ δέ νεωτέ¬ρα νά κατακαυχᾶται.

»Ἐπίσης καί ἡ τοῦ πρεσβυτέρου Γαΐου μαρτυρία, ἀκμάσαντος κατά τό σ.ἔ. 200 (παρ. Εὐσεβ. β΄ 25) καί γράφοντος πρός Πρόκλον περί τῶν τροπαί¬ων, ἤτοι τάφων τῶν ἀποστόλων ἐν Ρώμῃ, ἐρχο¬μένη μετά τήν μαρτυρίαν τοῦ Εἰρηναίου καί τοῦ Ἰουστίνου, μηδέν περί τροπαίων ἱστορούντων, καί μετά τήν συγγραφήν τῶν ψευδοκλημεντείων, τῶν συνταχθέντων πρός ὑποστήριξιν τῶν φιλοδόξων ἀρχῶν τῶν Παπῶν, δέν δύναται νά ἔχῃ κῦρος· διότι οἱ τά ψευδο-κλημέντεια γράψαντες, καί τρόπαια ἀποστόλων ἠδύναντο νά ἱδρύσωσι∙ ἄλλως τε ὑπῆρχον τά τρόπαια τοῦ Παύλου (αἱ ἁλύσεις), ἅτινα ἠδύναντο νά ἀποδοθῶσιν εἰς ἀμφότερους τούς ἀποστόλους∙ ὥστε οὐδέν προσθέτει ἡ τοῦ Γαΐου μαρτυρία διά τῆς ἐπιδείξεως τῶν τροπαίων τῶν ἀποστόλων.

»Ὁ Γάϊος λέγων τά τρόπαια τῶν ἱδρυσάντων τήν ἐν Ρώμῃ Ἐκκλησίαν, πόθεν δῆλον, ὅτι ἐννοεῖ τόν Πέτρον; Τοῦτο εἶναι τό ἐν τῇ λογικῇ καλούμενον pelitio principii. Ἀνάγκη νά ἦτο ἤδη ἀποδεδειγμένον, ὅτι ἐκ τῶν θεμελιωτῶν τῆς ἐν Ρώμῃ Ἐκκλησίας ὑπῆρξε καί ὁ Πέτρος, διά νά παραδεχθῶμεν, ὅτι ὁ Γάϊος μνημονεύει τήν ἐν Ρώμῃ ὕπαρξιν τροπαίου, τοὐτέστι τάφου τοῦ Πέτρου. Τίνας λοιπόν ἐννοεῖ θεμελιωτάς τῆς ἐν Ρώμῃ Ἐκκλησίας; Τόν Παῦλον καί τούς μαθητάς αὐτοῦ. Διότι ἀπόστολοι δέν ἐκαλοῦντο μόνον oἱ μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί οἱ συνεργάται καί οἱ μαθηταί αὐτῶν. Οὕτως ὁ Λουκᾶς καλεῖ τόν Βαρνάβαν ἀπόστολον· ὁ Παῦλος καλεῖ πολλάκις ἀποστόλους τόν Τίτον, τόν Τιμόθεον, τόν Σίλαν· ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς καλεῖ ἀπόστολον Κλήμεντα τόν Ρώμης, σύγχρονον τοῦ Γαΐου. Ἀλλά τό σπουδαῖον ἐπιχείρημα κατά τῆς γνώμης τῶν ἀντι¬φρονούντων εἶναι τά παρά τοῦ Γαΐου λεγόμενα περί τροπαίων τῶν ἀποστόλων ἐν Ρώμῃ, ἅτι¬να εἶναι ἀδύνατον νά εἶναι ἀληθῆ, διότι ἄντικρυς ἀντιμά¬χον¬ται πρός τά πράγματα. Ὁ Γάϊος μνημονεύει «τρόπαια ἀπο¬στό¬λων», τά ὁποῖα δύναται πᾶς τις νά ἴδῃ παρά τῷ Βατικανῷ ἤ παρά τήν Ὡστίαν ὁδόν, τουτέστιν εἰς τόπους περιφανεῖς. Ἀλλ' ἦτο τοῦτο δυνατόν, καθ' ὅν χρόνον οἱ Χριστιανοί διά νά σωθῶσιν ἔπρεπε νά εἶναι κεκρυμμένοι;

»Ἐάν ὑπῆρχον τῷ ὄντι οἱ τάφοι, ὡς μνημονεύει ὁ Γάϊος, θά κατεσκευάσθησαν τόν δεύτερον αἰῶνα, τουτέστιν ἐπί Τραϊνοῦ ἤ ἐπί Ἀδριανοῦ, διότι μόνον τότε οἱ χριστιανοί ἀπήλαυσαν ἐλευθερίας τινός. Ἀλλά τότε διατί ὁ Παῦλος ὁ Σαμοσατεύς, ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, γράψας περί τό 260, οὐδέν περί τοῦ πράγματος ἀναφέρει; Διατί ὁ Ἀμμώνιος ὁ Ἀλεξανδρεύς, ὁ περί τό 250 συγγράψας τήν τῶν Εὐαγγελίων ἑρμη¬νείαν, οὐδέν μνημονεύει; Διατί ὁ Μινούκιος (213), ὁ Φῆλιξ ἐν τῷ περί θρησκείας διαλόγῳ αὐτοῦ οὐδέν ἔγραψεν; Ὁμοίως ὁ Λουκιανός, ὁ ἐν Ἀντιοχείᾳ πρεσβύτερος, καί Διονύσιος ὁ ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, γράψαντες περί τό 240, οὐδέν μνημονεύουσι;

»Ἡ τοῦ Ὡριγένους μαρτυρία περί τοῦ θανάτου τοῦ Παύλου ἐν Ρώμῃ ἐπί Νέρωνος ἀναιρεῖται ὑπό τοῦ Κλήμεντος Ρώμης, ἱστοροῦντος, ὅτι ὁ Παῦλος «ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως ἐλθών καί μαρτυρήσας ἐπί τῶν ἡγου¬μένων ἀπηλλάγη», ὅπερ καί ὡς ἀόριστον ἐάν νοηθῇ καί μή ἀκριβῶς δηλοῦν ὡς τόπον μαρτυρίου τήν Ἱσπανίαν, δέν ἐννοεῖ ὅμως καί τήν Ρώμην διά τήν ἀοριστίαν.
»Οὐδέ τοῦ Εὐσεβίου ἡ μαρτυρία, ἱστοροῦντος, κατά τά προαναπτυχθέντα, τόν θάνατον τῶν δύο ἀποστόλων ἐν Ρώ¬μῃ, ἔχει κῦρός τι, διότι καί οὗτος, ὡς προελέχθη, ἐν πολλοῖς ἀντιφάσκει καί τάς εἰδήσεις ἤντλησεν ἐκ τεθολωμένων πηγῶν. Ἀπόδειξις, ὅτι ἀναφέρει ὡς ἱστορικήν ἀλήθειαν τόν μῦθον τοῦ Σίμωνος μάγου, ἐνῷ ἀναφέρει καί τήν εἴδησιν περί τοῦ θανάτου τῶν δύο ἀποστόλων, καί ἀβασανίστως δέχεται πᾶσαν παράδοσιν ἤ εἴδησιν ὡς ἱστορικήν ἀλήθειαν...

»Ἡ ἔκτη εἴδησις, ὅτι ὁ Μᾶρκος ἐγένετο ἑρμηνευτής Πέτρου ἐν Ρώμῃ, ἀναιρεῖται ὑπ' αὐτῶν τῶν ἁγίων Γραφῶν. Ὁ Μᾶρκος δυνατόν νά ὑπῆρξεν ἑρμηνευτής τοῦ Πέτρου, ἀλλ' οὐχί ἐν Ρώμῃ· πολύ πιθανόν ἐν Αἰγύπτῳ, διότι ἐν Αἰγύπτῳ ὡμιλοῦντο ἡ Κοπτική, ἡ Ἑλληνική καί ἡ Λατινική γλῶσσα. Ἐν Ρώμῃ δέν ἦτο δυνατόν, α) διότι ὁ Πέτρος δέν μετέβη εἰς Ρώμην, καί β) διότι, ὡς εἴδομεν, ὁ Μᾶρκος μέχρι μέν τό 62 πρός 63 ἦτο ἐν Αἰγύπτῳ σύν τῷ Πέτρῳ, ἀπό δέ τοῦ χρόνου τούτου ἀναφέρεται εἰς τάς ἐπιστολάς τοῦ Παύλου, ὡς εἴδομεν, ὡς συνεργός αὐτοῦ, ἐν αἷς οὐδεμία γίνεται μνεία τοῦ ὀνό¬ματος τοῦ Πέτρου· ὥστε καί αὐτή ἡ εἴδησις τοῦ Εἰρηναίου στε¬ρεῖται τοῦ κύρους τοῦ ἐκ τῆς μαρτυρίας τῶν Γραφῶν καί ὡς ὑπ' αὐτῶν ἀθετουμένη πίπτει. Ἡ εἴδησις αὕτη ἕν φαίνεται ὅτι ἐνέχει τό ἀληθές· ὅτι ὁ Μᾶρκος ἐγένετο ἑρμηνευτής τοῦ Πέτρου. Ἐπειδή δέ δέν ἐγένετο ἐν Ρώμῃ, πιθανόν ὅτι ἐγένετο ἐν Αἰγύπτῳ, καί τότε ὑποστηρίζεται ἡ γνώμη ἡμῶν περί τοῦ τόπου τῆς συγγραφῆς τῆς Α΄ Καθολικῆς ἐπιστολῆς.

»Ἡ δέ ἑβδόμη εἴδησις, ὅτι μετά τήν ἔξοδον τῶν ἀποστόλων ὁ Μᾶρκος μετέδωκε τό κατ' αὐτόν Εὐαγγέλιον γραπτῶς, οὐδόλως ὑποστηρίζει τήν εἴδησιν καί ὅτι ἔγραψεν ἐν Ρώμῃ καί ὅτι μάλιστα «ἐκύρωσε τήν γραφήν ὁ ἀπ. Πέτρος», ὡς ἱστο¬ρεῖ ὁ Εὐσέβιος ἐν Βιβλ. II κεφ. ιε΄, ἀλλά καί ταῦτα στεροῦνται κύρους, διότι ἡ κριτική ἔρευνα ἐξελέγχει αὐτά ἀνα¬κριβῆ καί πρός τήν ἀλήθειαν ἀντιμα-χόμενα· Ἰδού δέ ἡ ἀπόδειξις:

Τό Εὐαγγέλιον τό κατά Ματθαῖον μετεφράσθη εἰς τήν Ἑλληνικήν, ἐκ δέ τῆς συγκρίσεως τῶν τριῶν Εὐαγγελίων, ἤτοι τῆς μετα¬φράσεως τοῦ κατά Ματθαῖον, τοῦ κατά Λουκᾶν καί τοῦ κατά Μᾶρκον, δείκνυται, ὅτι καί ὁ Λουκᾶς καί ὁ Μᾶρκος γράφοντες εἶχον τήν μετάφρασιν ταύτην ὑπ' ὄψει· διότι 42 περικοπαί τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Μάρκου καί τοῦ Λουκᾶ εἶναι καθ' ὅλα ὅμοιαι πρός τάς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ματθαίου· ἑπομένως ὁ Μᾶρκος ἔγραψεν πολύ ὕστερον. Πολύ πιθανόν, καί ἴσως βέβαιον, ὅτι ἔγραψεν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, ὅπου ὡς ἑρμηνευτής τοῦ Πέτρου ἐχρημάτισε καί τά ὑπ' αὐτοῦ κηρυσσόμενα ἐγγράφως τοῖς πιστεύουσι παρέδωκε· ὥστε ἡ τοῦ Εἰρηναίου μαρτυρία, τοσαῦτα ἔχουσα τά τρωτά, δέν δύναται νά χρησιμεύσῃ ὡς θεμέλιον διά νά οἰκοδομηθῇ τό πρωτεῖον τοῦ Πάπα. Τό αὐτό κῦρος ἔχουσι πᾶσαι αἱ προμνημονευθεῖσαι μαρτυρίαι. Ὥστε ὁ ἀπόστολος Πέτρος οὐδαμόθεν ἀποδεικνύεται, ὅτι μετέβη εἰς Ρώμην, ἤ ὅτι ἐκήρυξεν ἐν Ρώμῃ, ἤ ὅτι ἀπέθανεν ἐν Ρώμῃ. Μάλιστα ὅλως τἀναντία μαρτυροῦν¬ται ὑπό τε τῆς Ἱερᾶς Γραφῆς καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας» .

Ἐκ τῆς λεπτομεροῦς καί ἀναλυτικῆς ταύτης κριτικῆς τῶν πληροφοριῶν τοῦ Εἰρηναίου (Λουγδούνου), τοῦ Διονυσίου Κο¬ρίνθου, τοῦ πρεσβυτέρου Γαΐου, τοῦ Ὡριγένους καί ἐν συνεχείᾳ τοῦ Εὐσεβίου περί μεταβάσεως καί τοῦ ἀποστόλου Πέτρου εἰς Ρώμην καί τῆς ἱδρύσεως ὑπ' αὐτοῦ, ἐν συνεργασίᾳ μετά τοῦ ἀποστόλου Παύλου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, ἀποδεικνύεται, φρονοῦμεν, πλήρως ὅτι ὄντως αἱ πληροφορίαι αὗται ἐπί ἀναληθῶν παραδόσεων καί πηγῶν ἐστηρίχθησαν, προδήλως ἄλλως τε πρός τάς σαφεῖς ἀντιθέτους μαρτυρίας τῆς Γραφῆς καί τῆς Ἱστορίας ἀντικείμεναι . Τάς ἀναληθεῖς ταύτας πηγάς καί παραδόσεις πολύ ἐγκαίρως, προφανῶς, ὡς ἐκ τῶν «ψευδοκλημεντείων» (μέ τά οποῖα καί ἐν τῇ συνεχείᾳ θά ἀσχοληθῶμεν) συνάγεται, ἐπενόησε καί κατά τά τέλη τοῦ Β΄ αἰῶνος ἔθεσεν εἰς κυκλοφορίαν ὁ Παπισμός, ἔκτοτε διανοηθείς νά ὑποκαταστήσῃ τό κοσμικόν «imperium» καί τό «Pontifex maximus» τῶν Ρωμαίων αὐτοκρατόρων διά τοῦ πνευματικοῦ τοιούτου ὡς δῆθεν χριστιανικοῦ. Καί ἦτο ὅλως φυσικόν, ὑπό τό κράτος τῶν ἐν γένει πνευματικῶν συνθηκῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τῶν δυσχερειῶν τῆς πνευματικῆς μεταξύ τῶν μεγάλων καί ἀπομεμακρυσμένων ἀπ' ἀλλήλων πόλεων ἐπικοινω-νίας καί τῆς ἐλλείψεως μέσων ἐλέγχου τῆς γνησιότητος τῶν ἐπί περγαμηνῶν τότε κυκλοφορούντων συγγραμμάτων, νά μή εἶναι δυνατός ὁ προσήκων ἄμεσος ἔλεγχος τῶν σχετι¬κῶν παραδόσεων καί πηγῶν.

Ἀλλά καί ἄν παρά πάντα ταῦτα ἐγίνετο δεκτόν ὅτι μετά τόν ἀπόστολον Παῦλον ἤ καί πρό αὐτοῦ ἀκόμη μετέβη καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην (καίτοι ἡ δευτέρα ἐκδοχή ἀποκλείεται κατά τά προεκτεθέντα) καί ὅτι μετά τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἤ καί πρό αὐτοῦ, ἵδρυσε τήν ἐκκλησίαν τῆς Ρώμης, καί πάλιν ὁ Παπισμός οὐδέν ἐπιχείρημα θά ἠδύνατο νά πο¬ρισθῇ διά τήν δικαιολόγησιν καί θεμελίωσιν τοῦ ἐπί τῆς ὅλης Ἐκκλησίας «πρωτείου» του διότι, ὡς προαπεδείξαμεν, οὐδέν τοιοῦτον «πρω¬τεῖον» εἶχεν ὁ ἀπόστολος Πέτρος. Καί ἡ ἐνδεχο¬μένη ὅθεν ὑπ' αὐτοῦ ἵδρυσις τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, ἀλλά καί ὁ τυχόν θάνατός του ἐν Ρώμῃ δέν ἦτο δυ¬νατόν νά μετα¬δώσωσιν εἰς τόν ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης ἰδιαιτέραν τινά ἐξουσίαν ἤ δικαιοδοσίαν ἐπί τῆς ὅλης Ἐκκλησίας. Πολύ ὀρθῶς δέ καί ὡς πρός τοῦτο ὁ ἀοίδιμος Ἀρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Λέων τονίζει ἐν ἀρχῇ τῆς ἐν τοῖς προηγουμένοις μνημονευθείσης ἐπιστολῆς του καί τά ἑξῆς:

«Εἰ ἡ Ρώμη, ὅτι ἐδέξατο τόν κορυφαῖον ἐπίσκοπον, πρώτη, ἡ Ἀντιόχεια μᾶλλον ἔχει τό πρωτεῖον∙ καί γάρ πρό τῆς Ρώμης ὁ ἀπ. Πέτρος ἐπεσκόπησεν ἐν Ἀντιοχείᾳ. Ἔτι, εἰ διά τόν κορυφαῖον τῶν ἀποστόλων ἡ Ρώμη... τόν μαρτυρικόν... τελειώσαντα δρόμον, πολλῷ δικαιότερον τά Ἱεροσόλυμα τῆς Ρώμης πρωτεύειν. Ἔτι εἰ ἀπό τῆς προσώπων ποιότητος τό πρωτεῖον τοῖς θρόνοις περίεστι, πῶς οὐ λαμπρῶς κατά πάντων τά Ἱεροσόλυμα τό κράτος ἕξει; Αὐτός γάρ ὁ καί Πέτρου καί ἡμῶν ἁπάντων κοινός πλάστης καί δεσπότης, ὁ πρῶτος καί Μέγας Ἀρχιερεύς, ἡ πηγή πάσης ζωῆς καί Ἀρχιερατικῆς τάξεως, ἐν αὐτοῖς... καί τήν διατριβήν ἔσχε καί Ἑαυτόν ὑπέρ τῆς τοῦ Κόσμου σωτηρίας ἑκών ἱεράτευσε. Ἔτι, εἰ διά τόν κορυφαῖον ἡ Ρώμη ζητεῖ τό πρωτεῖον, δι' Ἀνδρέαν τόν πρωτόκλητον καί γενέσει πρότερον ἀδελφόν, τό Βυζάντιον πρῶτον...».

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Caer está permitido, levantarse es obligatorio....."Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να σηκωθείς"
Xαμένη μάχη,είναι αυτή που φοβήθηκες να δώσεις
Πριν γράψεις σκέψου! Πριν κατακρίνεις περίμενε! Πριν προσευχηθείς συγχώρα! Πριν παραιτηθείς προσπάθησε!
Καλό είναι το να υπάρχεις …μα το να ζεις εν Χριστώ είναι άλλο πράγμα !
Απάντηση

Επιστροφή στο “Παπισμός”