Μια σύντομη ιστορία τής Ορθόδοξης Εκκλησίας στις Βρετανικές Νήσους
Ορθόδοξη Πίστη, όπως υπήρχε από περίπου το 37 μ.Χ. και μέχρι το Μεγάλο Σχίσμα το 1054 μ.Χ.
Η Εκκλησία της Ουαλίας, Αγγλίας, Σκωτίας, Κορνουάλης, Βρετάνης και Ιρλανδίας κατά την 1η χιλιετία του Χριστιανισμού.
Πηγή: http://www.orthodoxresurgence.com/petro ... #A%20BRIEF
Όταν ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ίδρυσε την Εκκλησία, έδωσε εντολή στους Μαθητές Του να μεταφέρουν το Ευαγγέλιο έως τα πέρατα της γης. Εντός λίγων δεκαετιών, η Εκκλησία εξαπλώθηκε και στις Βρετανικές Νήσους και σύντομα εγκαταστάθηκε επίσημα ανάμεσα στους λαούς της Βρετανίας.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΡΕΙΣ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ
Γνωρίζουμε πλέον ότι οι Βρετανικές (Κασσιτερίδες) Νήσοι έχουν συχνά κατοικηθεί από μια σχετικά ανεπτυγμένη, οργανωμένη κοινωνία επί περίπου 6-7 χιλιάδες χρόνια. Οι αρχαιολογικές αποδείξεις τοποθεσιών όπως το Κάστρο Cadbury στο Σόμερσετ δείχνουν μια αδιάκοπη χρήση τους από προοδευτικούς, εγκατεστημένους λαούς, από περίπου το 3250 π.Χ. μέχρι και το 1060 μ.Χ.. Στην αρχή της περιόδου αυτής, τα εδάφη κατοικούντο από μια φυλή που συχνά αναφερόταν -εσφαλμένα- σε παλαιότερα κείμενα ως "οι Ίβηρες". Οι άνθρωποι αυτοί είχαν μια οργανωμένη θρησκεία, την οποία είχαν από κοινού με τους σύγχρονούς τους στην αρχαία Γαλλία. Η θρησκεία τους τους έκανε αξιόλογους οικοδόμους, παρουσιάζοντας ογκώδεις κατασκευές όπως το Avebury και το υποδεέστερο Stonehenge, που χτίσθηκαν γύρω στο 4700 π.Χ., καθώς και πολλά άλλα οικοδομήματα.
Οι κατοπινοί Κέλτες φαίνεται να μετανάστευσαν σε δύο αρκετά εμφανή κύματα, πιθανώς αρχίζοντας γύρω στο 700-500 π.Χ., και μάλλον απορροφώντας παρά κατακτώντας τους προηγούμενους κατοίκους κατά το διάστημα αυτό: το μεν πρώτο κύμα ήταν οι Goidels (ή Gaels), ακολουθούμενο από τους Βρετανούς.
Οι νεοαφιχθέντες Κέλτες φαίνεται πως ακολούθησαν την θρησκεία των εγχώριων λαών, που ήταν ο δρυϊδισμός. Ο δρυϊδισμός δίδασκε την αιώνια ζωή μετά τον θάνατο, την μετανάστευση των ψυχών, έναν ανώτατο (τριαδικό) θεό, καθώς και ένα πάνθεο κατώτερων θεών. Οι Κέλτες των Βρετανικών νήσων βρίσκονταν στο δυτικότερο άκρο της "Κέλτικης Ημισελήνου" που εκτεινόταν πάνω από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, από τις Βρετανικές Νήσους (Βρετανία) στην Δύση, περνώντας μέσα από την Britony-Galicia στην Ισπανία, την Bretagne-Gaul στην Γαλλία, την Galicia στην νότια Πολωνία, μέχρι την τελευταία Κέλτικη εξάπλωση γύρω στο 300 π.Χ. στην Γαλατία της Μικράς Ασίας.
ΡΩΜΑΪΚΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Η πρώτη Ρωμαϊκή εισβολή στην Βρετανία άρχισε με την άφιξη του Ιουλίου Καίσαρα το 55 π.Χ.. Μετά από 90 χρόνια ειρήνης, οι Βρετανοί ξεσηκώθηκαν πάλι, και ο Ιούλιος Καίσαρ έστειλε στρατό με διοικητή τον Πλώτιο προκειμένου να κατακτήσει τους πρόσφατα εξεγερθέντες Βρετανούς, το 43 μ.Χ.. Οι Ρωμαίοι ποτέ δεν κατέκτησαν εντελώς τις Βρετανικές Νήσους - άλλωστε αυτό δεν ήταν η πρόθεσή τους, παρά μόνο ήθελαν να εξασφαλίσουν την Γαλλία (Gaul). Η μεταγενέστερη περίοδος Ρωμαϊκής διακυβέρνησης στην Βρετανία μπορεί να χαρακτηριστεί ως μάλλον ειρηνική, με Ρωμαίους και Ρωμαιο-Βρετανούς πολίτες και εν αποστρατεία αξιωματικούς του στρατού να μοιράζονται την διοίκηση σαν μια κατασταλαγμένη και άκρως πολιτισμένη μέση-ανώτερη κοινωνική τάξη. Αν και η διοίκηση εφαρμοζόταν με την Λατινική γλώσσα, η Κελτική γλώσσα παρέμεινε κυρίαρχη σε όλη την χώρα.
Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΙΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΕΣ ΝΗΣΟΥΣ
Κατά την παράδοση της Εκκλησίας, ο Χριστιανισμός μεταφέρθηκε από ανθρώπους της περιοχής της Εφέσου, και είχε εγκατασταθεί στις Βρετανικές Νήσους μέχρι το 45 μ.Χ.. Αυτή η πληροφορία ενισχύεται κάπως από το γεγονός ότι η Εκκλησία στις Βρετανικές Νήσους υποστήριζε πως η αρχική Θεία Λειτουργία της ήταν εκείνη του Αγίου Ιωάννου, ο οποίος ως γνωστόν έζησε στην Έφεσο στα κατοπινά του χρόνια. Ο Άγιος Gildas ο Σοφός (Ουαλός μοναχός, μαθητής του Αγίου Illtyd, † 512 μ.Χ.) υποστήριζε στην "Ιστορία" του ότι ο Χριστιανισμός ήρθε στην Βρετανία κατά το τελευταίο έτος του Τιβερίου Καίσαρα, δηλαδή το 37 μ.Χ..
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως η αρχαιότητα της Βρετανικής Εκκλησίας είχε επιβεβαιωθεί αναμφίβολα από πέντε Παπικές συνόδους: την σύνοδο της Πίζα (1409), την σύνοδο της Κωνστάντης (1417), την σύνοδο της Σενς (1418), την σύνοδο της Σιέννας (1424) και την σύνοδο της Βασιλείας (1413). Και οι πέντε αυτές σύνοδοι όρισαν πως η Εκκλησία στις Βρετανικές Νήσους είναι η παλαιότερη Εκκλησία των εθνικών, παρ' ότι θα ήταν πολιτικά πιο συμφέρον για τους πάπες να το αγνοήσουν αυτό το γεγονός, δεδομένου ότι θα μπορούσαν να είχαν προσβάλει την Γαλλία και την Ισπανία, οι οποίες την εποχή εκείνη ήσαν απείρως πιο ισχυρές από την Αγγλία. Φαίνεται λοιπόν λογικό να υποθέσουμε πως οι καταγεγραμμένες αποδείξεις υπέρ της αρχαιότητας της Εκκλησίας στις Βρετανικές Νήσους θα έπρεπε να ήσαν συντριπτικά πολλές. Ατυχώς, μεγάλο μέρος αυτών των αποδείξεων έχει χαθεί, έχοντας καταστραφεί κατά την διάλυση από τον Ερρίκο Η' των μοναστηριών και τον διασκορπισμό και την καταστροφή των βιβλιοθηκών τους, και τότε, αλλά και κατά την διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.
Ο Άγιος Αριστόβουλος, ένας εκ των Εβδομήντα Αποστόλων που αναφέρονται στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (10:1), ο οποίος κοιμήθηκε περίπου το 90 μ.Χ., ήταν, ως Επίσκοπος Βρετανίας, ένας από τους πρώιμους οργανωτές του Χριστιανισμού στους Κέλτες στην Britony και την Βρετανία, σύμφωνα με τον Δωρόθεο Τύρου. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον θεωρεί "Απόστολο της Βρετανίας" και του έχει δώσει τον τίτλο αυτό. Σε αυτόν (και σε άλλους, μαζί του) οφείλουμε τις αρχές της Εκκλησίας στις Βρετανικές Νήσους, γύρω στο 37-45 μ.Χ.
Η νεώτερη αρχαιολογία προτείνει πως τα υπολείμματα του αρχαιότερου κτίσματος εκκλησίας -που έχει αναγνωριστεί ως τέτοιο με βεβαιότητα- χρονολογείται γύρω στο 140 μ.Χ. Γνωρίζουμε επίσης για την ύπαρξη εγχώριων Χριστιανικών ερειπίων παλαιότερης εποχής, στον Νότο της Βρετανίας. Αργότερα βρίσκουμε μια καταγραφή για τον ηγέτη τμήματος της Νοτίου Ουαλίας-Δυτικής Αγγλίας - του Αγίου Lucan, ο οποίος έφερε τον Άγιο Dyfan (συχνά με Λατινοποιημένο το όνομά του, ως Damian) και τον Άγιο Fagan (συχνά με Λατινοποιημένο το όνομά του ως Fugatius) στην περιοχή του, γύρω στο 160-180 μ.Χ.. Μετά έχουμε τον Άγιο Mydwyn και τον Επίσκοπο Άγιο Elvan - και οι δύο τους Βρετανοί - την ίδια ακριβώς περίοδο. Ο Άγιος Elvan λέγεται πως κοιμήθηκε στην πόλη Glastonbury γύρω στο 195 μ.Χ..
Ο Ρωμαίος ιστορικός Τερτυλλιανός σε κείμενό του που γράφτηκε γύρω στο 208 μ.Χ. αναφέρει πως η Εκκλησία στην Βρετανία είχε φτάσει σε περιοχές που δεν είχαν ακόμα κατακτηθεί από τον Ρωμαϊκό Στρατό, κάτι που μας λέει πως η Εκκλησία είχε προχωρήσει πιο πέρα από τις Ρωμαϊκές κτήσεις και πως σίγουρα την θεωρούσαν εγχώρια, όπως σαφέστατα δείχνουν και τα έργα του Αγίου Lucan. Ο Ωριγένης, γράφοντας τριάντα χρόνια αργότερα, επίσης καταγράφει την ύπαρξη της Εκκλησίας στην Βρετανία.
Ο Άγιος Dyfan († 190 μ.Χ.) θεωρείται ο πρώτος Χριστιανός Μάρτυρας των Βρετανικών Νήσων (εξ ου και η ονομασία της πόλεως Merthyr Dyfan νότια της πόλεως Cardiff στην Ουαλία). Οι πρώτοι καταγεγραμμένοι Χριστιανοί Μάρτυρες στην Αγγλία ήσαν: ο λαϊκός Άγιος Alban, ο Επίσκοπος Στέφανος του Λονδίνου, ο Επίσκοπος Σωκράτης της York, ο Επίσκοπος Argulius του Λονδίνου, ο Επίσκοπος Αμφίβαλος του LLandaff, ο Επίσκοπος Νικόλαος του Penrhyn, ο Επίσκοπος Melior της Carlisle, καθώς και άλλοι, κατά το διάστημα 300-304 μ.Χ..
Ο Κωνσταντίνος, γιος του Κωνστάντιου Α' (Χλωρού) και η Φλάβια Ελένη (σύμφωνα με τον Άγιο Αμβρόσιο ήταν πανδοχέας, και σύμφωνα με τον Chesterton και μεταγενέστερους ιστορικούς ήταν πιθανότατα και Βρετανός) συνόδευσε τον πατέρα του από την Boulogne στην York. Εκεί, το 306 μ.Χ., απεβίωσε ο πατέρας του και ο Κωνσταντίνος ανακηρύχθηκε Αύγουστος - ηγέτης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας - στην York. Εν καιρώ έγινε γνωστός στην Ιστορία ως ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Μέγας. Ο Κωνσταντίνος, μαζί με τον Licenius εξέδωσαν το λεγόμενο Διάταγμα των Μεδιολάνων για την αναγνώριση του Χριστιανισμού.
Το 314 μ.Χ. ο Επίσκοπος του Eborius (York), ο Επίσκοπος Restitutus του Λονδίνου και ο Επίσκοπος Αδέλφιος του Caerleon και μια μεγάλη συνοδεία είχαν παρευρεθεί στην Σύνοδο της Arles.
Ο Άγιος Αθανάσιος δηλώνει ειδικά πως η Βρετανική Εκκλησία προσυπέγραψε την αποδοχή της στις αποφάσεις της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου που έλαβε χώρα στην Νίκαια το 325.
Ξανά, το 359, Βρετανοί Επίσκοποι παρευρέθηκαν στην Σύνοδο του Rimini. Οι αρχαιολογικές αποδείξεις για την περίοδο αυτή δείχνουν πως τα παρεκκλήσια στο Lullingstone και το Silchester χρονολογούνται από περίπου το 345.
Εν ολίγοις, η Εκκλησία δεν ήταν απλώς καλά εγκατεστημένη σε μεγάλο μέρος των Βρετανικών Νήσων μέχρι αυτήν την περίοδο, αλλά έχουμε και τον ίδιο τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο να μαρτυρεί πως ήταν και πλήρως Ορθόδοξη στην διδασκαλία της. (Chrysostomi Orat.’O Qeos Cristos)
Πολύ σύντομα μετά τον ερχομό του μοναχισμού από την Αίγυπτο στην Ανατολική Αυτοκρατορία, εμφανίστηκε και στην Βρετανική Εκκλησία και πολύ γρήγορα έγινε εξαιρετικά δημοφιλής. Μάλιστα, η Βρετανική Εκκλησία από τον 5ο αιώνα και μετά, οργανώθηκε σε αυστηρά μοναστικές γραμμές - πιθανότατα σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλα τμήματα της Εκκλησίας. Εκατοντάδες μοναστήρια και ερημητήρια - μικρά και μεγάλα - εξαπλώθηκαν σε όλες τις Βρετανικές Νήσους. Ο μοναστικός βίος ασκούσε μεγάλη έλξη στην μυστικιστική τάση του Κέλτικου σκεπτικού.
Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ
Κατά την διάρκεια του 4ου αιώνα, η ανατολική Βρετανία άρχισε να υφίσταται επιδρομές από Σάξωνες πειρατές. Η Ρώμη βρέθηκε στην ανάγκη να υπερασπισθεί την Γαλλία και το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από επιδρομείς του βορρά. Δεν μπορούσε πλέον να ασχοληθεί με τις επαρχίες της Βρετανίας, και όταν ο Αλάριχος άλωσε την Ρώμη το 410 μ.Χ., η ροή στρατιωτών και διοικητών προς την Βρετανία διακόπηκε εντελώς. Το μεγαλύτερο μέρος της Βρετανίας τώρα περιήλθε σε τοπική διακυβέρνηση, σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με τον εκάστοτε Αρχηγό Οικογένειας ή "Βασιλιά".
Μια σύντομη ιστορία τής Ορθόδοξης Εκκλησίας στις Βρετανικές
1«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»